.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Ναός Ειλείθυιας και τα απόκρυφα μυστήρια της Ιθώμης, Π. Θέμελη

Εδώ στην Ιθώμη οι έγκυες γυναίκες λάτρευαν τη χθόνια θεότητα Ελεύθια. Τώρα, αιώνες μετά, η γη «γεννά» πλήθος εκπληκτικά ευρήματα και αναπάντεχα τεκμήρια μιας λατρείας η οποία ήλθε στην Πελοπόννησο πριν από την εποχή του Χαλκού.


Τμήματα πήλινων ειδωλίων από τα
εκατοντάδες που έχουν έρθει στο
 φως: το κεφάλι ενός ειδωλίου
γυναίκας, μορφή με υδρία στο κεφάλι,
μια γυναίκα με προσφορές στα
χέρια και τέλος τα πόδια ενός αλόγου
Αυτά τα μεγάλα ειδώλια με τη φουσκωμένη κοιλιά δεν αφήνουν καμία αμφιβολία: πρόκειται για έγκυες γυναίκες. Και εκείνες που κρατούν στα χέρια τους μικρά γουρουνάκια συμπληρώνουν την εικόνα καθώς συμβολίζουν τη γονιμότητα. Στο βουνό της Ιθώμης πάνω από την αρχαία Μεσσήνη ένα ιερό που άρχισε να ανασκάπτεται τον Αύγουστο έφερε στο φως, μέσα σε λίγες μόνον ημέρες, πλήθος τεκμήρια που αποδεικνύουν τη λατρεία της θεότητας στην οποία οι άνθρωποι προσέφεραν τα αναθήματά τους μαζί με τις επικλήσεις και την ευγνωμοσύνη τους. H Ειλείθυια ή Ελεύθια, πανάρχαιη, χθόνια θεότητα της φύσης, του ζωικού και του φυτικού κόσμου, λατρευόταν εδώ για αιώνες και οι επίτοκοι και αρτιτόκοι γυναίκες προσέτρεχαν σε αυτήν ως συμπαραστάτρια στη δύσκολη στιγμή τους. Κάτω από το ιερό του προστάτη της Μεσσήνης, του Διός Ιθωμάτα, που βρίσκεται στην κορυφή του βουνού, με όλη την αρχαία πόλη να απλώνεται στα πόδια του, αυτό το ιερό της Ειλειθυίας σκαρφαλωμένο σε μιαν απότομη και δύσβατη πλαγιά άρχισε εδώ και λίγες ημέρες να αποκαλύπτει τα μυστικά του. Και μαζί με τον «θάλαμο Κουρητών», όπως αναφέρει ο Παυσανίας στα «Μεσσηνιακά» του, ένα λατρευτικό οικοδόμημα που βρίσκεται λίγο ψηλότερα, χωρίς όμως να έχει ακόμη ανασκαφεί, αποτελούν, σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Πέτρο Θέμελη, μια λατρευτική ενότητα συνοδείας προς τον Δία, όπως λατρευόταν στην Ιθώμη.
H θέα είναι εξαιρετική από το ιερό βουνό της Ιθώμης προς την πεδιάδα όπου αναπτύχθηκε στην ελληνιστική εποχή η Μεσσήνη, πόλη πλούσια, με πολυάριθμα οικοδομήματα -αγορά, θέατρο, στάδιο, Ασκληπιείο, ιερά, δυνατές οχυρώσεις- και πλούσια καλλιτεχνήματα, αρκεί να θυμηθεί κανείς τον περίφημο γλύπτη Δαμοφώντα. Ο τόπος όμως όπου οι άνθρωποι στάθηκαν για να ιδρύσουν το ιερό τους είναι σίγουρα αφιλόξενος.
«Το είχαμε εντοπίσει πριν από δέκα περίπου χρόνια από τη μαρτυρία ενός βοσκού για κάποιες πέτρες που ξεχώριζαν, ακόμη και γι' αυτόν, σε μιαν απότομη πλαγιά του βουνού, σε υψόμετρο γύρω στα 500 μέτρα» λέει ο κ. Θέμελης, ο οποίος είναι επικεφαλής από το 1986 του μεγάλου ανασκαφικού και αναστηλωτικού έργου που γίνεται στην αρχαία Μεσσήνη. Μόνον εφέτος όμως, και εξαιτίας του όγκου ακριβώς αυτού του έργου, έγινε δυνατή η έναρξη της ανασκαφής. Ενα μονοπάτι ανοίχθηκε στο βουνό, η ανασκαφική ομάδα εγκαταστάθηκε και καθάρισε τον χώρο από τις πέτρες και την άγρια βλάστηση και το μικρό ιερό αποκαλύφθηκε.
Θεμελιωμένο πάνω σε βραχώδες άνδηρο το λατρευτικό κτίσμα είναι ιωνικό, όπως μαρτυρούν τα κιονόκρανα των δύο κιόνων της πρόσοψής του, τα οποία κείνται στο έδαφος. Είναι μονόχωρο, έχει κατασκευασθεί εξ ολοκλήρου από ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους και αποτελείται από έναν σχεδόν τετράγωνο σηκό διαστάσεων 5,45X 5,15 μέτρων και από έναν πρόδομο (5,15X 1,80 μέτρα), ενώ οι τοίχοι του σώζονται στη μία πλευρά του ιερού σε ύψος 2,10 μέτρων. H διατήρησή του μάλιστα χαρακτηρίζεται ως σχετικά καλή, αν εξαιρέσει κανείς τις επεμβάσεις των ανθρώπων στη διάρκεια των αιώνων για την αφαίρεση του μετάλλου που είχε χρησιμοποιηθεί για τους συνδέσμους των λίθων, οι οποίοι όμως ευτυχώς παραμένουν εκεί. Είτε έχουν καταπέσει μέσα στον σηκό ή έχουν κατολισθήσει στην πλαγιά.

Εδρανο των προσφορών

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του κτίσματος, του οποίου έχει αποκαλυφθεί και τμήμα του περιβόλου, είναι η ύπαρξη ενός λίθινου θρανίου για την εναπόθεση των προσφορών των πιστών, των αναθημάτων τους δηλαδή, προς τη θεότητα. Το θρανίο περιτρέχει εσωτερικά τις τρεις πλευρές του σηκού σε ύψος 80-90 εκατοστών από το έδαφος, ενώ το πλάτος του είναι περί τα 20 εκατοστά. «Παρόμοια θρανία έχουν βρεθεί στις Κυκλάδες και αλλού, πάντα όμως ανήκουν στην αρχαϊκή εποχή» λέει ο κ. Θέμελης. «Και οι καταβολές τους είναι πολύ παλαιότερες, αφού είναι γνωστό ότι τέτοιου είδους έδρανα είναι συνυφασμένα με τις χθόνιες λατρείες για τη γονιμότητα, τη γέννηση και τον θάνατο του ζωικού και του φυτικού κόσμου».
Ο βωμός του ιερού δεν έχει αποκαλυφθεί ακόμη. Αντ' αυτού, σκάβοντας στο προαύλιό του, πολυάριθμα ευρήματα πήλινων ειδωλίων σε θραύσματα έχουν έλθει στο φως ως σήμερα. Πρόκειται για ειδώλια μεγάλου μεγέθους που παριστάνουν άλλοτε γυναικείες μορφές και άλλοτε ζώα, κυρίως άλογα. Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, φυσικά, αυτά με τις έγκυες γυναίκες και εκείνες με τα γουρουνάκια στην αγκαλιά τους. Αλλες πάλι κρατούν υδρία στο κεφάλι, ενώ ανάμεσα στα ευρήματα ξεχωρίζει μια ορειχάλκινη σειρήνα, μια σπάνια πόρπη δηλαδή για γυναικείο ένδυμα, που χρησίμευε ως ανάθημα. Οσο για τα ειδώλια αλόγων, έχουν και αυτά τη σημασία τους, αφού η Μεσσηνία φημιζόταν για την εκτροφή πολεμικών αλόγων. Οπως μάλιστα αναφέρουν οι μαρτυρίες, ένας μεσσήνιος έμπορος, ο Νικόμαχος, είχε αναπτύξει τη δραστηριότητά του ως την Αίγυπτο και εξήγε άλογα στην Αλεξάνδρεια.
Πολλά αγγεία προσφορών συμπληρώνουν ως σήμερα το σύνολο, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα ακροκέραμα της στέγης με ανάγλυφο τον αετό του Δία.


H Ειλείθυια
«Τόσο η θέση του ιερού στην πλαγιά του βουνού όσο και η ύπαρξη του εδράνου προσφορών στο εσωτερικό του, αλλά βεβαίως και τα απολύτως χαρακτηριστικά ειδώλια, πιστοποιούν μια χθόνια λατρεία, η οποία, όπως πιστεύω, ήταν η Ειλείθυια, μια θεότητα που είχε άμεση σχέση με τη γονιμότητα και τη γέννα των ανθρώπων και των ζώων» λέει ο κ. Θέμελης. Ο ναός στέγαζε και το λατρευτικό άγαλμα της θεάς, ενώ τα αρχιτεκτονικά λείψανα, που βρίσκονται σε ένα δεύτερο μικρό πλάτωμα, σε μικρή απόσταση από το ιερό, θα πρέπει να αναγνωρισθούν, όπως προτείνει ο κ. Θέμελης, ως ο ιερός θάλαμος των Κουρητών. Ηδη άλλωστε έχουν εντοπισθεί δύο τοίχοι του, που σώζονται στη θέση τους, αν και η ανασκαφική έρευνα θα επεκταθεί και εκεί, του χρόνου.
«Πιστεύω ότι εκεί μπορεί να είναι ο θάλαμος των Κουρητών του Παυσανία, μια αναφορά που μας προξενούσε αμηχανία γιατί δεν γνωρίζαμε τι ακριβώς σημαίνει» λέει ο κ. Θέμελης.«Τώρα όμως φαίνεται κάτι απολύτως λογικό, αν σκεφθεί κανείς την τοπογραφική σχέση των δύο ιερών με αυτό του Δία Ιθωμάτα και βέβαια τη λατρευτική σχέση μεταξύ τους».

Αεροφωτογραφία και κάτοψη ναΐσκου στην Ιθώμη, που ήταν αφιερωμένοςστην Ειλείθυια και στους Κουρήτες. Η Ειλείθυια ή Ελεύθεια ήταν θεότητα -προστάτιδα του τοκετού και των επιτόκων. Οι Κουρήτες ήταν δαιμονικές υπάρξεις που μπορούσαν να αποτρέπουν τους κινδύνους, οι οποίοι απειλούσαν τα μικρά παιδιά. Για τούτο η Ρέα είχε εμπιστευθεί σε αυτούς τον Δία- βρέφος, σώζοντάς το από την οργή του πατέρα του Κρόνου.

Ο Δίας και οι Κουρήτες
Ο μύθος λέει -τόσο ο Μεσσηνιακός όσο και ο σχετικός με τον κρητογενή Δία- ότι οι Κουρήτες είναι αυτοί που έσωσαν τον Δία όταν η Ρέα αναγκάστηκε να τον εγκαταλείψει. Και είναι αυτοί που τον φέρουν στην Ιθώμη, όπου οι δύο νύμφες, Ιθώμη και Νέδα, τον λούζουν με το νερό της Κλεψύδρας και εν συνεχεία αναλαμβάνουν την ανατροφή του -σύμφωνα όμως πλέον με τον τοπικό μύθο, αφού κατά τον κρητικό τον πηγαίνουν στο Ιδαίον Αντρον.
«Πρόκειται για τον μύθο του θνήσκοντος και του αναγεννώμενου παιδός, παρόμοιο με εκείνον του Διονύσου, αφού κάθε χειμώνα πεθαίνει για να αναγεννηθεί την άνοιξη» λέει ο κ. Θέμελης. «Ενα μοτίβο επαναλαμβανόμενο άλλωστε σε όλη τη Μεσόγειο από τα προϊστορικά χρόνια, ενώ η Ελεύθια έχει άμεση σχέση με τη γέννηση του Δία της Μεσσήνης».
Πανάρχαιη λοιπόν λατρεία, που ήλθε στην Πελοπόννησο προ της εποχής του Χαλκού από τον Πολυκάονα, ο οποίος αναφέρεται ως ο πρώτος μυθικός βασιλιάς της Μεσσήνης. Ενας μεταγενέστερος βασιλιάς της μάλιστα των γεωμετρικών χρόνων, ο Γλαύκος (-9ος/ -8ος αι.), είχε ανακαινίσει το ιερό, όπως μαρτυρεί ο Παυσανίας. H λατρεία του Διός Ιθωμάτα πολύ πριν από την ελληνιστική εποχή έχει διαπιστωθεί άλλωστε και αρχαιολογικά, αν και με ένα μοναδικό εύρημα, έναν χάλκινο χυτό τρίποδα (-8ος αι.) ο οποίος βρέθηκε στην κορυφή της Ιθώμης, όπου σώζονται αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του ιερού. (Συστηματική ανασκαφή δεν έχει γίνει ακόμη, ενώ η παλαιά Μονή Βουλκάνο έχει κτισθεί σε άμεση επαφή με το ιερό.)

Το λάθος του Παυσανία
Οταν ο Παυσανίας μιλάει για την αρχαία Μεσσήνη και απαριθμεί τους χώρους λατρείας τους, αναφέρει μεταξύ των άλλων το ιερό της Ειλειθυίας και τον θάλαμο των Κουρητών, εντάσσοντάς τα όμως στην Αγορά της πόλης. H αλήθεια ωστόσο είναι ότι παρά τις πολύτιμες πληροφορίες που μας παραδίδει σήμερα αυτός ο περιηγητής του +2ου αι. έχει αποδειχθεί πλέον από την αρχαιολογική έρευνα ότι και τα λάθη του είναι πολλά. Στη Μεσσήνη αίφνης, δύο ακόμη ιερά, αυτά της Αφροδίτης και της Κυβέλης, είναι βέβαιο ότι δεν βρίσκονται στη θέση που αναφέρει ο Παυσανίας, επισημαίνει ο κ. Θέμελης. Οι λεπτομερείς σημειώσεις που κρατούσε από τις επισκέψεις του σε κάθε τόπο ο περιηγητής, υλικό για τη σύνταξη αργότερα των κειμένων του, προφανώς δεν ήταν αρκετές. Αλλωστε η αλήθεια είναι ότι είδε και άκουσε πολλά από την επίσκεψή του στην αρχαία Ελλάδα.
Με κεραυνό στο δεξί χέρι και με αετό στο άλλο απεικονίζεται στα νομίσματα της Μεσσήνης η μορφή του Διός Ιθωμάτα σε μια δυναμική κίνηση προς τα εμπρός. Αυτός ο τύπος του κεραυνοβολούντος Διός φαίνεται ότι αποτελούσε το λατρευτικό άγαλμα του θεού, όπως λέει ο κ. Θέμελης, ενώ ο γλύπτης Αγελάδας είχε φιλοτεχνήσει το άγαλμα του Διός-παιδιού. Είναι αυτό που ο ενιαύσιος, επώνυμος ιερέας στη Μεσσήνη έπαιρνε στο σπίτι του για να το φυλάξει. «Και αυτή η ξοανοφορία, όπου ο ιερέας παίζει τον ρόλο της τροφού, αποτελεί μια συνέχιση του εθίμου» λέει ο κ. Θέμελης. «Γιατί οι Κουρήτες ήταν οι καλόβουλοι δαίμονες, θεότητες του τοκετού και των ωδινουσών, προστάτες των μικρών παιδιών, στους οποίους οι γυναίκες κατέθεταν τις προσφορές τους, όπως και στην Ειλείθυια».
H ανασκαφή στο βουνό της Ιθώμης μόλις άρχισε, η προοπτική όμως ένταξης και αυτού του έργου, μαζί με το αναστηλωτικό πρόγραμμα της Μεσσήνης, στο Γ' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης δίνει εγγυήσεις για την ολοκλήρωσή της και για τη δυνατότητα επίσκεψης και των νέων μνημείων. Οι θεοί της Μεσσήνης άλλωστε μπορούν να περιμένουν.

H ερωτική επιγραφή που σκανδαλίζει

Μια επιγραφή στο κρηπίδωμα της πρόσοψης του ναού της Ειλειθυίας με ερωτικό περιεχόμενο είναι το σκανδαλιστικό εύρημα αυτής της ανασκαφής. «Θηρύλος ενίκ' Αιθίδα» γράφει. Ο Θηρύλος δηλαδή «κατέβαλε» τον Αιθίδα σε μια πράξη ομοφυλοφιλίας.
«Πράξεις ομοφυλοφιλικές μάς είναι γνωστές σε ιερά και η διαιώνισή τους σε δημόσιους και θρησκευτικούς χώρους δεν ήταν κάτι σπάνιο» εξηγεί ο καθηγητής κ. Πέτρος Θέμελης.«Κυρίως ωστόσο μας είναι γνωστές από τις Κυκλάδες και τη Θήρα ιδιαίτερα, των αρχαϊκών όμως πάντα χρόνων. Γιατί η επιβίωσή τους ως την ελληνιστική εποχή δεν είναι συνήθης».
Στη Μεσσήνη, όπως ο ίδιος παρατηρεί, συνδέεται άμεσα με τη διατήρηση της λατρείας των χθόνιων θεοτήτων, όπως ήταν αυτή στο ιερό της Ειλειθυίας, το οποίο αποκαλύφθηκε στο βουνό Ιθώμη. «Οι λατρείες αυτές έχουν χαρακτήρα μυητικό, ήταν ένα είδος δοκιμασίας για τους νέους εκπαιδευομένους. Επρόκειτο δηλαδή για τελετές μύησης με τις οποίες είχαν σχέση οι χθόνιες θεότητες» προσθέτει ο κ. Θέμελης.
Λαξευμένη άλλωστε με μεγάλα γράμματα αυτή η επιγραφή του +2ου/ +3ου αι. εκτείνεται σε μήκος 1,95 μέτρων και δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες. 

Αγριες τελετές

H θυσία ζωντανών ζώων, τα οποία πετούσαν στη φωτιά, ένα άγριο, πανάρχαιο έθιμο που έχει σχέση με τη λατρεία των χθόνιων θεοτήτων, ετελείτο και στα ιερά της Ειλειθυίας και των Κουρητών. Επρόκειτο για ένα ολοκαύτωμα, όπως μας παραδίδει ο Παυσανίας, άγριων και μη θηλαστικών ζώων ή και πτηνών, το οποίο συνοδευόταν ωστόσο και με την καύση κάθε είδους καρπού. Είναι το ίδιο που ετελείτο, όπως επισημαίνει ο κ. Πέτρος Θέμελης, στο ιερό της Αρτέμιδος Λιμνάτιδος, το οποίο βρίσκεται επίσης στο βουνό της Ιθώμης, ενώ ανάλογα λατρευτικά δρώμενα ετελούντο και στην περιοχή της Πάτρας.
Ο κ. Θέμελης υπενθυμίζει επίσης μια παράδοση που αναφέρεται σε γραπτές πηγές, ότι ο μεσσήνιος στρατηγός Αριστομένης θυσίασε στον Δία Ιθωμάτα 300 αιχμαλώτους, μεταξύ των οποίων και τον βασιλιά των Λακεδαιμονίων Θεόπομπο ως «ιερείον ευγενές». Ανθρωποθυσία που φέρνει στον νου ανάλογες οι οποίες γίνονταν για τον Λυκαίο Δία σε μια εποχή απέλπιδων προσπαθειών εξευμένισης των θεών.

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

Ματίας Νάταν Βαλμίν: "Το χελιδόνι του Βορρά"


Την πρέπουσα τιμή στο «χελιδόνι του Βορρά» που ανέσκαψε τη Μεσσηνία και προέβαλε τον πολιτισμό της στον κόσμο, το Σουηδό αρχαιολόγο Ματίας-Νάταν Βαλμίν απέτισε ο τόπος μας αναγήρωντας την προτομή του δίπλα στη βρύση απ’ την οποία έπινε νερό, καθοδηγώντας τις αρχαιολογικές έρευνες στους θολωτούς τάφους ή στην ακρόπολη της Μάλθης, στο «βουνό του Νάταν» που λένε ακόμα οι ντόπιοι, «που έμαθαν ν’ ακροβατούν μαζί σου ανάμεσα στο μύθο και την ιστορία», όπως αναφέρει ο λογοτέχνης Στάθης Κακούτης στο ποίημα που έγραψε για το φιλέλληνα Βαλμίν.
Ο τόπος αγάπησε το Βαλμίν, όπως βεβαιώνουν οι ντόπιοι, που σύμφωνα με τον πρόεδρο του Πολιτιστικού και Εξωραϊστικού Συλλόγου «Η Ακρόπολη» Τριφυλίας, γιατρό Παναγιώτη Μίντζια, μεγάλωσαν ακούγοντας από τους παλιότερους ιστορίες για τον απλό στους τρόπους και στέρεο στη γνώση μα και πρωτοπόρο στην έμπνευση Νάταν Βαλμίν. Δε θα ήταν δυνατή μια διαφορετική σχέση, αφού ο Βαλμίν αιχμαλωτίστηκε από τη χώρα, τους ανθρώπους και την ιστορία της, ονόμαζε δε τη Μεσσηνία «το λαμπρότερο μέρος της Ελλάδος» και «ιδανικό και ανέγγιχτο τοπίο ειδικά για προϊστορικές έρευνες».
Το Πάσχα του 1926, μετά από περιοδείες στη βόρεια Μεσσηνία ο Βαλμίν αναγνώρισε ότι δύο τούμπες και ένα χωράφι φυτεμένο με καλαμπόκια στους πρόποδες του λόφου Μάλθη κοντά στο Βασιλικό κάλυπταν μυκηναϊκούς θολωτούς τάφους, τους οποίους και ανέσκαψε.Την επόμενη χρονιά, σε επίσκεψή του στην κορυφή του λόφου Μάλθη εντόπισε οικισμό όπου έζησαν οι νεκροί που τάφηκαν στους δύο θολωτούς τάφους. Τμήματα του προϊστορικού οικισμού ανέσκαψε μέσα σε 4 μόνο ημέρες, ενώ οι ανασκαφές ολοκληρώθηκαν αργότερα με αποτέλεσμα ο Βαλμίν να αποκαλύψει και την οχύρωση, ταυτίζοντας τον οικισμό με το αρχαίο Δώριο.
Τα αποτελέσματα των ερευνών του εξέδωσε σε βιβλίο με τίτλο «Η σουηδική αποστολή στη Μεσσηνία», το 1938, μνημειώδες έργο δεδομένου ότι την εποχή εκείνη η προϊστορική αρχαιολογία βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα, με το Βαλμίν να αναδεικνύεται σε ένα από τους πρωτοπόρους μελετητές της. Σήμερα, μέρος από τα ευρήματα της Μάλθης εκτίθεται στο Μουσείο της Καλαμάτας, σε ειδική αίθουσα αφιερωμένη στη Μάλθη και στον ανασκαφέα της.
Ο Βαλμίν περπάτησε τη Μεσσηνία από άκρη σε άκρη, συζητώντας με τους χωρικούς και επιτυγχάνοντας και άλλες ανακαλύψεις, όπως στον Άγιο Φλώρο (ναός του θεού Παμίσου) και στην Κορώνη (ψηφιδωτό δάπεδο με το Διόνυσο).


Ο ίδιος ο Σουηδός αρχαιολόγος έγραψε ότι οι απλοί άνθρωποι «μου είχαν δώσει πάντοτε όλη την υποστήριξη που είχα ζητήσει» και επίσης «Τότε, 15 χρόνια προ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο κόσμος ήταν τόσον απηλλαγμένος από φόβον και υποψίαν ώστε μπορούσε ένας ξένος, αν είχε κάποιαν γνώσιν της γλώσσης, να περάσει από ένα χωριό στο άλλο και να υπολογίσει ασφαλώς ότι θα εύρει σχεδόν την Ομηρικήν φιλοξενίαν»!
Η έρευνά του αποτέλεσε τη βάση για το σημαντικό έργο του (πολύτιμο βοήθημα των αρχαιολόγων ακόμη και σήμερα) «Τοπογραφικές μελέτες για την αρχαία Μεσσηνία», που αποτέλεσε τη διδακτορική του διατριβή και εκδόθηκε το 1930. Σημειώνεται πως ο Βαλμίν ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα και σχεδόν μέχρι το θάνατό του δε σταμάτησε τις ακαδημαϊκές του δραστηριότητες, όπως ανέφερε η κόρη του.
Η κύρια περίοδος ανασκαφών του στη Μεσσηνία ήταν από το 1926 έως το 1936, ενώ επανήλθε στα 1952 διενεργώντας μικρή ανασκαφή στη Μάλθη.
Ο Βαλμίν ήταν θερμός και πραγματικός φίλος της Ελλάδας. Κύρια στοιχεία της ξεχωριστής του προσωπικότητας η επιστημονικότητα, η ακάματη εργατικότητα, η μεθοδικότητα, το ήθος του, το πάθος για την αρχαιότητα, η αφοσίωση στους στόχους του, η τεράστια αγάπη του για την Ελλάδα και ιδίως για τη Μεσσηνία.
Εκπρόσωπος της οικογένειας Βαλμίν η μόνη κόρη του (υπάρχουν και 3 γιοι) Λένα με δύο από τα παιδιά της, τον Γιέρκερ και την Γιέσικα, που εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της οικογένειας και τη συγκίνησή της για την τιμή προς τον Νάταν Βαλμίν. Ο μικρότερος αδελφός της Λένα Βαλμίν, της έχει διηγηθεί για την επίσκεψή του με τον πατέρα τους στο Βασιλικό το 1963 και πώς όλο το χωριό αναγνώρισε και χαιρέτισε τον αρχαιολόγο και τον συνόδευσε στο εκεί μικρό μουσείο, όπου ορισμένα ευρήματα ήταν ακόμη τυλιγμένα σε χρησιμοποιημένο χαρτί από τη δεκαετία του ’30. Σε ένα πλήθος δοκιµίων του και εκθέσεων έχει περιγράψει µε ενθουσιασµό τις εντυπώσεις του για την Ελλάδα και τη Μεσσηνία, ενώ πολλά από τα όµορφα εικονογραφηµένα βιβλία του εκτός από ότι δείχνουν την αγάπη του για την Ελλάδα, θέλουν επίσης να διεγείρουν το ενδιαφέρον και να καθοδηγήσουν και άλλους Σουηδούς περιηγητές σε αυτή τη χώρα.
Για τον Valmin µπορεί κανείς να πει µε σιγουριά ότι είχε δυο πατρίδες: τη Σουηδία και την Ελλάδα. Τον χαρακτήριζε άλλωστε η άριστη δεξιότητά του στη χρήση της ελληνικής γλώσσας και η ικανότητά του να συναναστρέφεται µε πολλή απλότητα και αµεσότητα τον κόσµο της Μεσσηνιακής υπαίθρου. Η θερµή σχέση και τα συναισθήµατά του για την Ελλάδα και τους Έλληνες βρήκαν την ανταπόκρισή τους από την ελληνική πολιτεία που τον ανακήρυξε επίτιµο πολίτη της το 1933.
Από το 1952 υπήρξε µέλος του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του Σουηδικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στην Αθήνα και ανήκε στη γενιά των ερευνητών που θεµελίωσαν τη διεθνή φήµη της Σουηδικής Κλασικής Αρχαιολογίας.
Η επιστηµονικότητα του Valmin, η ακάµατη εργατικότητα, η μεθοδικότητα, το ήθος του, το πάθος για την αρχαιότητα, η αφοσίωση στους στόχους του, η τεράστια αγάπη του για την Ελλάδα και κυρίως για τη Μεσσηνία, αποτελούν τα στοιχεία της ξεχωριστής του προσωπικότητας, που τον ανέδειξαν σε κορυφαίο αρχαιολόγο στις παλιότερες γενιές αλλά και σε λαµπρό πρότυπο για τις μελλοντικές γενιές των αρχαιολόγων.

Σχετικοί σύνδεσμοι
Αναλυτική παρουσίαση του αρχαιολογικού χώρου της Μάλθης: Η Προϊστορική Ακρόπολη της Μάλθης
Παρουσίαση του Ιερού στον Άγιο Φλώρο: Το Ιερό του Παμίσου







Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Δενθαλιάτης Χώρα και το Ιερό της Λιμνιάτιδος Αρτέμιδος

Σε δύσβατη ορεινή περιοχή στις Δυτικές πλαγιές του Ταϋγέτου, στην αρχαία Δενθαλιάτιδα, βρίσκεται το περίφημο και εξαιρετικής ιστορικής σημασίας αρχαίο ιερό της Λιμνάτιδος Αρτέμιδος. Ο τόπος λόγω της μεγάλης στρατιωτικής του σημασίας αποτέλεσε αντικείμενο διεκδικήσεων μεταξύ Μεσσήνιων και Λακεδαιμονίων. Στο εξωκκλήσι που βρίσκεται στο χώρο υπάρχει εντοιχισμένο άφθονο επιγραφικό υλικό, πολύτιμο για την ταύτιση του ιερού, ενώ πολλά από τα αρχαία ευρήματα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Μεσσηνίας στην Καλαμάτα.

Δενθαλιάτις Χώρα:
Δενθαλιάτις Χώρα (ή Δενθελιάτις), ονομαζόταν κατά τα Ομηρικά χρόνια, η περιοχή του Δυτικού Ταϋγέτου η ευρισκόμενη στην ευρύτερη περιοχή της Αλαγονίας και ειδικότερα ο οικισμός Δενθάλιοι, στην θέση που βρίσκεται η σημερινή Αρτεμησία Καλαμάτας, από την περιοχή της Κάτω Χώρας έως το ναό του Αγίου Ιωάννου (πρώην μοναστήρι με τα περίφημα εκπαιδευτήρια) στο ονομαζόμενο τα Ομηρικά χρόνια έρυμα (φυσικό οχυρό) Δενθιάδες και από την εποχή της Ενετοκρατίας "Κάστρο του Μελέ".Οι κάτοικοι ονομάζονταν Δενθάλιοι και η περιοχή ήταν περίφημη στον τότε γνωστό κόσμο, από το φημισμένο κρασί Δένθις, το παλαιότερο προϊόν με ονομασία προέλευσης, όπως αναφέρει ο Αλκμάν, παρήγετο ο περίφημος άπυρος οίνος ανθοσμίας.


Το ιερό της Λιμνιάτιδος Αρτέμιδος:

Στα σύνορα Λακωνίας Μεσσηνίας (Δενθαλιάτις Χώρα) υπήρχε το Ιερό της Λιμνάτιδος Αρτέμιδος, όπου φημολογείται πως βρήκε το θάνατο ο βασιλιάς της Σπάρτης Τήλεκλος.
Η Άρτεμις Λιμνάτις λατρευόταν συνήθως σε υγρά και βαλτώδη μέρη ως Θεά της ευφορίας. Από τους προ των Μεσσηνιακών πολέμων χρόνους γινόταν ετήσια γιορτή και χορός παρθένων από τη Μεσσηνία και Λακωνία.
Το ιερό βρισκόταν στη θέση Βόλυνμος, ψηλά στον Ταΰγετο, έξη περίπου χιλιόμετρα από την Αρτεμίσιο στη σημερινή Αλαγονία, στη θέση της Παναγίας Βολυμνιώτισσας και από ευρεθείσες επιγραφές προκύπτει ότι γίνονταν και αγώνες τους Ρωμαϊκούς χρόνους με αφετηρία τη νίκη του Ακτίου το -31.
Για το ιερό της Λιμνάτιδος Αρτέμιδος ο αρχαίος Έλληνας γεωγράφος Στράβων (εγεννήθη το -65) στο τέταρτο κεφάλαιο των «Γεωγραφικών» του γράφει τα εξής:
Το δε ιερό της Αρτέμιδος που είναι στις Λίμνες όπου οι Μεσσήνιοι φέρονται ότι προσέβαλαν (εβίασαν) τις παρθένες των Σπαρτιατών που είχαν έρθει για την εορτή βρίσκεται στα σύνορα της Λακωνικής και της Μεσσηνίας όπου και οι δύο τελούσαν κοινό πανηγύρι και προσέφεραν κοινή λατρεία.

Κάτοπτρο. Φέρει επιγραφή  (ΛΙΜΝΑΤΙ.. ΑΝΕΘΕΚΕΝ).  Βόλυμνος Αλαγονίας: Ναός Αρτέμιδος Λιμνάτιδος  -6ος αι.

Ύστερα όμως από την προσβολή επειδή οι Μεσσήνιοι δεν τιμωρούντο, λένε ότι άρχισαν τον πόλεμο.
Στην αρχαιότητα η περιοχή του σημερινού τέως δήμου Αλαγονίας λεγόταν «Δενθαλιάτις αγρός» και ήτανε αγροτική περιοχή ακατοίκητη. Η περιοχή αυτή στην αρχή ανήκε στους Μεσσήνιους αλλά λόγω της στρατιωτικής της σημασίας  ήτανε πάντοτε το μήλο της έριδος μεταξύ των Μεσσήνιων και των Λακώνων κι άλλοτε την κατείχαν οι Μεσσήνιοι κι άλλοτε οι Λάκωνες.
Πόρπη με τη μορφή σειρήνας. Αρτεμισία (ιερό της Αρτέμιδος Λιμνάτιδος). - 6ος αιώνας
Στο εξωκκλήσι που βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο (της Παναγίας της Καψοχεροβολούσας ή Βολιμνιώτισσας) υπάρχει εντοιχισμένο άφθονο επιγραφικό υλικό, πολύτιμο για την ταύτιση του ιερού, ενώ πολλά από τα αρχαία ευρήματα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Μεσσηνίας στην Καλαμάτα.



Ρωμαϊκή εποχή:
Η ονομασία αυτή συναντάται και στην εποχή των Ρωμαίων "Dentheliatem Agrum", ενώ μεταγενέστερα εμφανίζεται με το όνομα Αλαγονία. Στην αρχαιότητα η περιοχή του σημερινού τέως δήμου Αλαγονίας λεγόταν Δενθαλιάτις Χώρα ή Denthaliatem Agrum από τους Ρωμαίους.    Η περιοχή αυτή λόγω της στρατιωτικής της σημασίας σχετικά με τη Μεσσηνία και τη Λακωνία ήτανε πάντοτε το μήλο της έριδος μεταξύ των Μεσσήνιων και των Λακώνων και άλλοτε την κατείχαν οι Μεσσήνιοι και άλλοτε οι Λάκωνες.
Ο Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος που έζησε το +1ο αιώνα στα χρονικά του (Tacitus Annales Βιβλίο IV κεφ.43) γράφει σε μετάφραση από τα Λατινικά τα εξής, που έγιναν κατά τον καθορισμό των συνόρων Μεσσηνίας και Λακωνίας επί αυτοκράτορος της Ρώμης Τιβερίου, +14 έως +37:
"Ακούσθησαν μετά ταύτα οι πρέσβεις των Λακαιδεμονίων και των Μεσσηνίων για το δίκαιο του Ναού της Λιμνάτιδας Αρτέμιδος……. Οι Μεσσήνιοι αντίθετα προβάλανε την αρχαία διανομή της Πελοποννήσου μεταξύ των απογόνων του Ηρακλή και ότι παρεχωρήθει στο βασιλέα τους η Δενθαλιάτις Χώρα στην οποία βρισκόταν αυτό το ιερό".
Η αρχαία Δενθελιάτις, στην αρχή ανήκε στους Μεσσηνίους αλλά λόγω της στρατιωτικής της θέσεως ήταν πάντοτε το μήλον της έριδος μεταξύ των Μεσσηνίων και των Λακώνων.
Τελικά με απόφαση του αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριου αποδόθηκε η Δενθελιάτις οριστικά στους Μεσσήνιους μαζί με τις Φαρές και τη Θουρία, τις οποίες ο προκάτοχος του Τιβέριου αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος είχε προηγουμένως παραχωρήσει στους Σπαρτιάτες επειδή ήταν σύμμαχοι και είχαν συμπολεμήσει με αυτόν στο Άκτιο εναντίον του Αντωνίου. Τότε επί Τιβέριου αυτοκράτορος ετέθησαν και τα όρια (όροι) που ήταν λίθινες τετράγωνες στήλες και καθόριζαν τα σύνορα Μεσσηνίων και Λακώνων.
Στην αγροτική περιοχή του σημερινού χωριού Αλαγονία (πρώην Σίτσοβα) και σε ύψος χιλίων πεντακοσίων μέτρων μέσα σε δασώδη περιοχή του Ταϋγέτου υπάρχει η τοποθεσία που και σήμερα ονομάζεται «γραμμένη πέτρα» όπως δε λέει η παράδοση βρισκότανε εκεί μία πέτρινη στήλη που έγραφε στην Ανατολική πλευρά (επί τάδε Λακωνία) στη δε δυτική (επί τάδε Μεσσηνία) τη στήλη αυτή όπως ίσως και άλλες παρόμοιες, φαίνεται ότι κατέστρεψαν απλοϊκοί ποιμένες ή γεωργοί γιατί νόμιζαν ότι θα έβρισκαν κρυμμένο θησαυρό κάτω από τις σκαλιστές πέτρες

Δείτε στο μικρό βίντεο που ακολουθεί ένα μικρό οδοιπορικό στην περιοχή και στο εκκλησάκι της Παναγίας της Καψοχεροβολούσας ή Βολιμνιώτισσας, στο οποίο έχει ενταχτεί οικοδομικά υλικό από τον αρχαίο ναό:




Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

Προϊστορικά Ιερά Ποσειδώνος: Ακοβίτικα και Σαμία



Το Ομηρικό Ιερό του Ποσειδώνα στην Σαμία, Τριφυλία

Λεπτομέρεια από αττικό ερυθρόμορφο
 καλυκωτό κρατήρα που αποδίδεται στον
 "Ζωγράφο του Μελέαγρου". Ο Νέστορας
 και οι γιοι του θυσιάζουν στον Ποσειδώνα
 στην ακτή της Πύλου.
  
  Από τον Ηρόδοτο μνημονεύεται το σαμιακό Ποσείδιο, ιερό άλσος αφιερωμένο στον Ποσειδώνα, το οποίο έχει αναζητηθεί, χωρίς επιτυχία, στην παραλία του Σαμικού.
 Ο Στραβων 8,343, αναφέρει ότι στους Πυλίους ανήκει το ιερό του 'Σαμίου Ποσειδώνος' ,στην παραλία του Σαμικού, όπου ο Τηλέμαχος, προερχόμενος από την Ιθάκη αποβιβάστηκε και βρήκε τους Πυλίους να θυσιάζουν 'παμμέλανας ταύρους' Οδύσσεια Γ -6 στον ‘μαυρομάλλη’ Σείστη της γης, τον Ποσειδώνα.
  Το ιερό του Ποσειδώνα απείχε , σύμφωνα με τον Στράβωνα, εκατό στάδια από το Λέπρεο, και άλλα εκατό από το "Άννιο" , που πιθανότατα ήταν ο ποταμός Αλφειός.
 Αυτού του ιερού το χάλκινο λατρευτικό άγαλμα, που παρίστανε άντρα χωρίς γένεια και τα δυο χέρια στηριγμένα σε δόρυ, ο Παυσανίας βρήκε και περιέγραψε στην αγορά της Ήλιδας, το οποίο όπως του ανέφεραν , είχε μεταφερθεί από το Σαμικό. Αφότου μεταφέρθηκε στην Ήλιδα, λατρευόταν όχι ως Ποσειδώνας αλλά ως Σατράπης (μάλλον ως Σάραπις)
 Ο Στράβωνας συμπληρώνει για το ιερό αυτό, ότι ήταν πολύ φημισμένο και ότι αποτελούσε το κέντρο της λατρείας όλων των Μακιστίων (των πόλεων της Μινυακής Εξάπολης). Ενδιαφέρουσα είναι η πληροφορία που μας δίνει ότι με πυρήνα την λατρεία σε αυτό το ιερό κηρυσσόταν και η ‘Σαμία’ Εκεχειρία, όπως την ονομάζει. Το ιερό του ‘Σαμιακού Ποσειδίου’ αναφέρει πως ήταν το σημαντικότερο στην περιοχή του Σαμικού περιβαλλόταν από άλσος από αγριελιές. 


Ιερό του Ποσειδώνα στα Ακοβίτικα Μεσσηνίας:
To 1968 κατά τη διάρκεια αντιπλημμυρικών έργων στον ποταμό Άρι, ήρθαν στο φως, στη θέση αυτή, κατάλοιπα αρχαίων οικοδομημάτων. Δέκα χρόνια νωρίτερα στον ίδιο χώρο είχαν περισυλλεγεί χάλκινα ευρήματα λατρευτικού χαρακτήρα, που μαρτυρούσαν την ύπαρξη αρχαίου ιερού. Η ανασκαφή που ακολούθησε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, αποκάλυψε δύο Πρωτοελλαδικά Μέγαρα αλλά και τo βόρειο τμήμα ορθογώνιου οικοδομήματος με κεντρικό αίθριο, που περιβαλλόταν από στοές.
  Το κτίριο θα πρέπει να στεγαζόταν με κεραμίδια λακωνικού τύπου, σε πολλά από τα οποία υπήρχαν εγχάρακτα γράμματα Δ και ΔΑ, δηλαδή: ΔΑ[ΜΟΣΙΟΣ], που μαρτυρούν το δημόσιο χαρακτήρα του. Μεταξύ των ευρημάτων υπήρχαν και σιδερένια ομοιώματα εξαρτημάτων λέμβων και πλοιαρίων, σε σχήμα κουπιού ή πηδαλίου πιθανότατα αφιερώματα ναυτικών, ενώ δύο ενεπίγραφα όστρακα αγγείων επιβεβαιώνουν τη χρήση του χώρου ως Ιερού του Ποσειδώνα κατά την Αρχαϊκή -700 έως -480 και Κλασική εποχή -480 έως -323.

Αφιερωματικό ειδώλιο ιππόκαμπου, μυθικού όντος -
 συμβόλου του Ποσειδώνα. Ακοβίτικα (Iερό του Ποσειδώνος). 6ος - 5ος αι. π.Χ.


ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΣΕΙΔΩΝΟΣ


Ιθώμη: Η Ιερή Κορυφή των Μεσσήνιων- Ναός Ιθωμάτα Διός

Η θέση της Ιθώμης, στη μέση του μεγάλου κάμπου, που χωρίς μεγάλο ύψος, 802 μέτρα, δίνει στο ύψωμα μια υπεροχή, σα να είναι το ψηλότερο όρος του Μεσσηνιακού χώρου. Τόπος ιερός από τους αρχαίους χρόνους πρεσφέρετο πάντα για άσυλο και οχυρό σε κάθε δύσκολη στιγμή της ιστορίας του τόπου. Από τον αρχαιολογικό χώρο της Μεσσήνης μονοπάτι οδηγεί, με δύσκολη ανάβαση 40 περίπου λεπτών, στην κορυφή του μικρού όρους της Ιθώμης.


Οι πρώτες ενδείξεις ανθρώπινης εγκατάστασης στην κορυφή του όρους Ιθώμη ανάγονται στην Ύστερη Νεολιθική περίοδο, -4300 έως -3000, και στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, -2800 έως -1900. Η προϊστορική αυτή οχυρή θέση φέρει προφανώς το όνομα Ιθώμη μέχρι το τέλος των Μεσσηνιακών Πολέμων και το χτίσιμο της πόλης Μεσσάνας (Μεσσήνης) το -369.


Ο Ναός του Ιθωμάτα Διός και το οχυρό της Ιθώμης

Το βουνό ήταν αφιερωμένο στο Δία τον Ιθωμάτα, και στην κορυφή του υπήρχε ένα ιερό του με βωμό. Ο Παυσανίας αναφέρει πως οι Μεσσήνιοι διεκδικούσαν τη γέννηση και ανατροφή του Δία στον τόπο τους καθώς και οτι από την πηγή Κλεψύδρα έφερναν καθημερινά νερό στο ιερό της κορυφής. 
Εχει γίνει λόγος και για την ομοιότητα της λατρείας του Διός Ιθωμάτα με αυτή του Αρκαδικού Λύκαιου Δία.
Η κορυφή της Ιθώμης ήταν οχυρωμένη ακρόπολη που προστατευόταν από  οχυρωμένα διάσελα. Διατηρούνται ερείπια του οχυρωματικού περιβόλου της (φωτογραφία δεξιά). 
Οχυρωμένη ήταν και η από νότου πρόσβαση στην ακρόπολη. 
Ο χώρος εκεί είναι σχετικά ομαλός και εκτεταμένος ώστε θα μπορούσε να κατοικηθεί, αν και μόνο σε εξαιρετικά δυσμενείς περιστάσεις, λόγω της δύσκολης πρόσβασης. Στο μονοπάτι προς την κορυφή της Ιθώμης, έχουν παρατηρηθεί λείψανα υδαταγωγού και λαξεύματα στο βράχο που δείχνουν οτι ίσως εκεί ήταν η κρήνη Κλεψύδρα που αναφέρει ο περιηγητής Παυσανίας (άλλοι υποστηρίζουν οτι η Κλεψύδρα είναι η σημερινή πηγή μέσα μέσα στο χωριό Μαυρομάτι)

Κορυφή Ιθώμης: Αριστερά: Το μέρος που έστεκε ο ναός του Ιθωμάτα Διός. Διακρίνονται τμήματα των θεμελίων του. Δεξιά: Η κορυφή με την μονή του Βουλκάνου στο βάθος.

Στην κορυφή (ύψος 800μ. περίπου), βρίσκεται σήμερα το παλιό μοναστήρι της Παναγίας Βουλκάνου το οποίο είναι κτισμένο από τα ίδια οικοδομικά υλικά του αρχαίου ναού του Διός.
Ανατολικότερα από την μονή Βουλκάνου σώζονται τα θεμέλια του ιερού του Διός. 

Το χάλκινο πόδι αναθηματικού τρίποδα που βρέθηκε κοντά στο μοναστήρι της δείχνει ότι η λατρεία του Ιθωμάτα τελούνταν τουλάχιστο από την γεωμετρική περίοδο -900 έως -700. 
Σύμφωνα με τον Παυσανία (4.31.2), τα παλιά χρόνια, οι κάτοικοι οργάνωναν προς τιμήν του Δία και αγώνα μουσικής, όπως μπορεί κανείς να συμπεράνει από τους στίχους του Ευμήλου, ποιητή του -6ου αιώνα. Η λειτουργία επομένως του ιερού πολύ πριν από την ίδρυση της Μεσσήνης το -369 πρέπει να θεωρείται δεδομένη. 
Κατεβαίνοντας από το μοναστήρι υπάρχουν λίγο χαμηλότερα τα λείψανα του Ναού της Αρτέμιδος Λιμνάτιδας ή Λαφριάς και η πύλη της Λακωνίας, από όπου περνούσε ο δρόμος που οδηγούσε στη Σπάρτη. Από την Λακωνική Πύλη, που λεγόταν Τεγεατική, σώζονται μόνο λίγα απομεινάρια της. Καταστράφηκε τον 18ο αιώνα όταν ανοίχτηκε ο δρόμος για την νέα Μονή Βουλκάνου.

Η Ιστορία του όρους  
Κατά τον -9ο αιώνα υπήρχε ήδη οργανωμένος οικισμός στην περιοχή του βρίσκεται το Ασκληπείο της αρχαίας Μεσσήνης, ενώ στην περιοχή της κρήνης Κλεψύδρας, μέσα στο σημερινό χωριό Μαυρομάτι, λειτουργούσε ιερό αφιερωμένο στον ποτάμιο θεό Αχελώο. 
Μεταξύ -800 έως -700 το ιερό του Διός Ιθωμάτα στην Ιθώμη βρισκόταν σε πλήρη λειτουργία. 
Το οχυρό της Ιθώμης έπαιξε σημαντικό ρόλο στον Α΄ Μεσσηνιακό Πόλεμο, προς τα τέλη του -7ου αιώνα, ανάμεσα στη Μεσσηνία και τη Σπάρτη. Αποτέλεσε το τελευταίο προπύργιο των Μεσσηνίων και τελικά ισοπεδώθηκε μετά από ηρωική πολιορκία.

Γ΄ΜΕΣΣΗΝΙΑKOΣ ΠΟΛΕΜΟΣ: αριστερά μια σπάνια γκραβούρα έκδοσης του G. Delisle, Amsterdam 1733. Απεικονίζει την παράταξη των στρατών των Μεσσήνιων και των Σπαρτιατών στο όρος Ιθώμη. Δεξία σχεδιαστική αναπαράσταση Μεσσήνιου οπλίτη

Τα επόμενα χρόνια η Ιθώμη κατείχε συμβολικό ρόλο στην καρδιά των υποδουλωμένων Μεσσηνίων. Έτσι, όταν επαναστάτησαν οι Μεσσήνιοι το -468, Γ΄ Μεσσηνιακός Πόλεμος, κατέφυγαν και πάλι στο μέρος αυτό, ξαναέχτισαν οχυρώσεις και αντιστάθηκαν από εκεί για μεγάλο διάστημα. Σταδιακά, οι Σπαρτιάτες έσφιξαν τον κλοιό γύρω από την Ιθώμη και, με μεγάλη δυσκολία και τη βοήθεια των συμμάχων τους, ανάγκασαν τους Μεσσήνιους να συνθηκολογήσουν, πιθανά το -459.
Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης, οι πολιορκημένοι Μεσσήνιοι έφυγαν ελεύθεροι μαζί με τις οικογένειές τους από την Πελοπόννησο και εγκαταστάθηκαν από τους Αθηναίους στη Ναύπακτο, ενώ το -399 εκδιώκονται και από εκεί από τους Σπαρτιάτες και καταφεύγουν στην αρχαία Ζάγκλη (Σικελία) που έκτοτε ονομάστηκε Μεσσήνη και την Κυρηναϊκή (Ανατολική Λιβύη).
Το -369 ο Θηβαίος Επαμεινώνδας, μετά τη Μάχη των Λεύκτρων και την εισβολή του στη Λακωνία, απελευθέρωσε τη Μεσσηνία από τη Σπαρτιατική επιρροή και επέλεξε τους πρόποδες του όρους Ιθώμη για να χτίσει μια νέα και μεγάλη πόλη, τη Μεσσήνη, η οποία έγινε η πρωτεύουσα των Μεσσηνίων.

Η νέα πρωτεύουσα χτίζεται στις υπώρειες της Ιθώμης, τειχίζεται με ισχυρό και επιβλητικό οχυρωματικό περίβολο (τείχη) και ονομάζεται, κατά την τοπική παράδοση Μεσσήνη (Μεσσάνα) από την φερώνυμη μυθική προδωρική βασίλισσα.

Άποψη της αρχαίας Μεσσήνης από την Ιθώμη

Προς τιμήν του Ιθωμάτα τελούνταν αγώνες, τα Ιθωμαία, των οποίων την οργάνωση αναλάμβαναν αγωνοθέτες. Χώρος τέλεσης τους ήταν το Στάδιο. Ο ετήσιος επώνυμος ιερέας φύλαγε στο σπίτι του το άγαλμα του Διός-παιδιού. Φαίνεται ότι ο τύπος του κεραυνοβολούντος Διός αποτελούσε το λατρευτικό άγαλμα, που θυμίζει τον «τερπικέραυνο», τον τερπόμενο από τις βροντές των κεραυνών του Ολύμπιου Δία. Το μικρό και φορητό άγαλμα του Διός παιδιού, το «βρέτας», που είχε φιλοτεχνήσει ο γλύπτης Αγελάδας, περί το -500 για τους Μεσσήνιους εκπατρισμένους της Ναυπάκτου, μεταφέρθηκε στο ιερό του όρους Ιθώμη από τους επαναπατρισμένους Μεσσήνιους το -369.
Η ιερή κορυφή υπήρξε το καταφύγιο των Μεσσήνιων όταν η πόλη καταστράφηκε από την εισβολή των Γότθων και των φανατισμένων χριστιανών καλόγερων το +395. 

ΠΗΓΕΣ:
Ιστότοπος: ΛΗ΄ Ε.Π.Κ.Α.
Ιστότοπος: Αρχαία Μεσσήνη

Αριστομένης ο Μεσσήνιος

Το εικονιζόμενο σε νομίσματα της Μεσσήνης άγαλμα του Διός με κεραυνό στο δεξί χέρι και αετό στο προεκτεινόμενο αριστερό και την επιγραφή ΜΕΣΣΑΝΙΩΝ, αποδίδει τη μορφή τού Ιθωμάτα Δία (Ζευς Ιθωμάτα).
VIDEO: Η κορυφή της Ιθώμης:





Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013

Κάστρο Πέρα

Πάνω από το Πεταλίδι στη Μεσσηνία, κοντά στον οικισμό Αγία Σωτήρα, βρίσκεται ένα κάστρο χωρίς πολεμίστρες, αλλά σε προνομιακή θέση, το Κάστρο του Πέρα ή Κάστρο Πεταλιδίου ή Κάστρο Πανιπερίου (από το ομώνυμο, επίσης κοντινό χωριό). Στα ριζά του βουνού του Κάστρου βρίσκεται το εγκαταλελειμμένο χωριό Πέρα.

Το Κάστρο του Πέρα βρίσκεται επάνω σε επιβλητικό λόφο, με πανοραμική εποπτεία του μεσσηνιακού κόλπου αλλά και των περασμάτων προς τις ενετικές κτήσεις της Πυλίας. 
Μάλλον ήταν οχυρωμένο διαμετακομιστικό κέντρο αγαθών, παρά κανονικό κάστρο. Πιθανόν ταυτίζεται με το αναφερόμενο στις πηγές από το 1409 Castro Leone.
Το σχήμα του Κάστρου του Πέρα είναι σχεδόν ορθογώνιο και ακολουθεί τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους. Η τοιχοποιία του αποτελείται από αργολιθοδομή με τεμάχια πλίνθων στους αρμούς.


Η ανατολική πλευρά του Κάστρου του Πέρα, η οποία παρουσιάζει έντονη κατωφέρεια, διακόπτεται από δύο ορθογώνιους πύργους ενώ ο ισχυρός πύργος της δυτικής πλευράς ίσως είχε θέση πύργου-καταφυγίου. Η είσοδος βρισκόταν στη δυτική πλευρά.
Στο εσωτερικό του Κάστρου του Πέρα σήμερα διακρίνονται ερείπια κτισμάτων, καμαροσκέπαστη δεξαμενή και πιθανόν τα ερείπια ενός μικρού ναού.


Σε άρθρο της εφημερίδας "Θάρρος" αναφέρονται τα εξής: Στα χρόνια της Ενετοκρατίας, σχηματίζονταν εφοδιοπομπές για τη μεταφορά των αγαθών από τα διάφορα σημεία του νομού και κυρίως από τη Δυτική Πυλία προς την Καλαμάτα. Οι πεινασμένοι Έλληνες έκαναν επιθέσεις σε αυτές, που συνήθως είχαν ως κατάληξη τη σύλληψη και τη θανάτωση των Ενετών. Η Ιζαμπώ, θέλοντας κατά την παράδοση να γλιτώσει τους συμπατριώτες της από τη θανάτωση, ζήτησε από τον άνδρα της να κατασκευαστεί το κάστρο ως αποθηκευτικός χώρος των αγαθών, όπως κι έγινε.   
Έχει, δε, ελάχιστες πολεμίστρες και αυτό συνηγορεί στο ότι δεν ήταν κατασκευασμένο για να αποκρούει επιθέσεις, αλλά για να προφυλάσσει τα προϊόντα που βρίσκονταν εκεί, ενώ στο χώρο κατοικούσε και μια μικρή φρουρά. 
Κοντά του υπήρχε ο κεντρικός δρόμος που συνέδεε την Πύλο με την ενδοχώρα της Μεσσηνίας, ενώ ο χώρος κατασκευής ήταν σε στρατηγικό σημείο όχι μόνο για τα δεδομένα της εποχής, αλλά και για τα σημερινά, χωρίς να αγωνιά για την τύχη της εφοδιοπομπής…
Στο εσωτερικό ήταν ένας από τους αποθηκευτικούς χώρους του Κάστρου, που καταστράφηκε από δυναμίτη. Επίδοξοι κυνηγοί πολύτιμων μετάλλων πίστεψαν ότι στους αποθηκευτικούς χώρους του Κάστρου βρίσκονται χρυσός ή και ό,τι άλλο. Έτσι, ανατίναξαν με δυναμίτη τις αλαβάστρινες δεξαμενές για την αποθήκευση λαδιού, κρασιού και άλλων αγαθών.
Το Κάστρο άρχισε να καταστρέφεται περί τα τέλη της δεκαετίας του ’50 με αρχές του ’60, όταν πρωτοεμφανίστηκαν οι συσκευές αναζήτησης πολύτιμων μετάλλων.
Τελευταία έχουν γίνει σημαντικές και σοβαρές προσπάθειες από την 26η ΕΒΑ υπουργείου Πολιτισμού για τον καθαρισμό του χώρου, που απέδωσε καρπούς, καθώς κατέστη προσβάσιμο το εσωτερικό του.
Αν  βελτιωθεί η πρόσβαση και υπάρξει άσφαλτος, το κάστρο θα αποκτούσε μεγαλύτερη επισκεψιμότητα και η περιοχή μεγαλύτερη ανάπτυξη. 

ΠΗΓΕΣ:
Ιστότοπος Καστρολόγος
"Κάστρο Πέρα"- Εφημ. "θάρρος" Αύγ. 2009





Άγιος Ονούφριος, Παλαιοχριστιανικό κοιμητήριο, Μεθώνη Μεσσηνία

Βρίσκετε στο 2ό χλμ. του δρόμου Μεθώνης-Πύλου, στην παράκαμψη αριστερά για τον Αγιο Αθανάσιο. Επειτα από μια σύντομη πεζοπορία προς την κορυφή του χαμηλού λόφου θα δείτε το παλαιότερο χριστιανικό κοιμητήριο που εντοπίστηκε ποτέ στη Μεσσηνία. Δυστυχώς και αυτό το μνημείο της Μεσσηνίας είναι παρατημένο και βρίσκεται σε κακή κατάσταση.






Το παλαιοχριστιανικό διάσκαφο κοιμητήριο του Αγίου Ονουφρίου, μοναδικό στο είδος του για ολόκληρη την Πελοπόννησο, βρίσκεται στην πλαγιά του βουνού του Αγίου Νικολάου βόρεια της Μεθώνης.
Ιδρύθηκε μάλλον τον +4ο αιώνα και ήταν σε χρήση ως τον +6ο, ενώ πολύ αργότερα (12ο-13ο αιώνα) ο χώρος του χρησιμοποιήθηκε ως ασκητήριο και τοιχογραφήθηκε.
Το παλαιοχριστιανικό κοιμητήριο είναι λαξευμένο στο φυσικό από πωρόλιθο βράχο, αποτελείται από έξι θαλάμους και περικλείει αφενός αρκοσόλια, που ανοίγονται στις παρειές των θαλάμων και αφετέρου λακκοειδείς τάφους που έχουν σκαφτεί επί του εδάφους.
 Στο ύψος της γενέσεως των τόξων των αρκοσολίων ανοίγονται μικρές κόγχες για την εναπόθεση λύχνων, και στις πλευρές των θαλάμων υπάρχουν έδρανα και τράπεζες προσφορών, κατασκευές που συνδέονται με τη νεκρική λατρεία. 
Η οροφή των θαλάμων είναι οριζόντια και τα αρκοσόλια έχουν την μορφή σχετικά υψηλών τυφλών τόξων. Τα τοιχώματα καλύπτονταν αρχικά με τοιχογραφίες, ελάχιστα δείγματα των οποίων είναι σήμερα ορατά.



Κατά τους ύστερους βυζαντινούς χρόνους το κοιμητήριο είχε μετατραπεί σε ασκητήριο. Τότε κτίστηκε τοίχος μπροστά από τον πρώτο θάλαμο, ο οποίος επιπλέον κοσμήθηκε και με νέες τοιχογραφίες, ελάχιστα μέρη των οποίων διασώθηκαν.
Το κοιμητήριο παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με τις παλαιοχριστιανικές κατακόμβες της Μήλου καθώς και της Κάτω Ιταλίας και Σικελίας.


Άγιος Ονούφριος: Διάφορα ευρήματα του παλαιοχριστιανικού κοιμητηρίου, μουσείο Καλαμάτας.


Το μνημείο ερευνήθηκε ανασκαφικά κατά τον Αύγουστο του 1967 και κατά το έτος 1968.
Η περιοχή γύρω από το μνημείο υπήρξε κατά τους αρχαίους και μεσαιωνικούς χρόνους λατομείο πωρολίθου. Από εδώ χρησιμοποιήθηκε δομικό υλικό για την κατασκευή του Κάστρου της Μεθώνης. 


Παλαιοχριστιανικό κοιμητήριο Αγίου Ονούθφριου: Αριστερά: Κλειστό αγγείο με γραπτή διακόσμηση.Προϊόν Ιταλικού εργαστηρίου, τέλη +12ου αιώνα. Δεξιά: Πήλινος λύχνος κατασκευασμένος σε μήτρα από το υστερορωμαϊκό νεκροταφείο του Αγ. Ονούφριου Μεθώνης. Φέρει ανάγλυφο διάκοσμο από μονή σειρά φύλλων ανάμεσα σε δύο σειρές στιγμών. Το ρύγχος καταλήγει σε ρομβοειδή σχηματισμό. Στο στόμιο υπάρχουν τρεις μικρές οπές, πέρα από το κεντρικό άνοιγμα. Το αρχικό σκουρόχρωμο επίχρισμα έχει ξεθωριάσει.










Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

Αρχαίος Σκιλλούς, Τριφυλία


Η Σκιλλουντία ή Σκιλλούντα ή Σκιλλούς ήταν πόλη της Αρχαίας Τριφυλίας. Το τοπωνύμιο σκιλλούς ετυμολογείτε από το φυτό σκίλλα (κρεμμυδόσκιλλα ή σκιλλοκρεμμύδα) που φυτρώνει σε αφθονία στην περιοχή. Απείχε 3,5 χλμ., 20 στάδια, από την Ολυμπία και τοποθετείται νότια αυτής στην περιοχή των Μακρυσίων Τριφυλίας. 
Τα Μακρίσια είναι κεφαλοχώρι, που απλώνεται ανάμεσα σε τρεις χωματόλοφους κατάφυτους από πεύκα και κουκουναριές. Απέχει 3 χιλιόμετρα βορειοδυτικά των Κρεστένων και 5 χλμ. νοτιοδυτικά της Ιεράς Άλτης της Ολυμπίας. Ανήκει διοικητικά στο Δήμο Ανδρίτσαινας- Κρεστένων.
Οι ανασκαφές που έχουν διενεργηθεί στην περιοχή του Προφήτη Ηλία Μακρισίων έδειξαν ότι στον λόφο υπήρχε κατοίκηση από τους Μεσοελλαδικούς χρόνους που με την σειρά της επεκτάθηκε στην πεδινή περιοχή βόρεια της Προϊστορικής εγκατάστασης όπου πιθανόν να βρίσκονταν ο Σκιλλούς των Ιστορικών χρόνων.


Ο Αρχαίος Σκιλλούς
Ο Αρχαίος Σκιλλούντας ήταν αρχαία Τρυφιλιακή πόλη δίπλα στην αρχαία Ολυμπία και τον Αλφειό, σύμμαχος των Πισσατών, και που στους ιστορικούς χρόνους ήταν συχνά σε πολεμική αντιπαράθεση με τους Ηλείους, όπως και όλη η Τρυφιλία.
Το τοπωνύμιο Σκιλλούς ετυμολογείται από το φυτό σκίλλα που φυτρώνει σε αφθονία στην περιοχή. Κοντά στη Σκιλλουντία βρισκόταν η Ιερή άλτη (δάσος) της Ολυμπίας και το Τυπαίο όρος από όπου οι γυναίκες παρακολουθούσαν τους αρχαίους ολυμπιακούς αγώνες αφού δεν επιτρεπόταν να πάνε πιο κοντά.
Πιθανολογείται ότι η ιστορική και πολιτική τύχη του Σκιλλούντα ήταν ίδια με αυτή των υπολοίπων τριφυλιακών οικισμών, καθώς μέχρι και τη λήξη του Ηλειο- Σπαρτιατικού πολέμου (περίπου -400) ήταν περιοικίδα πόλη των Ηλείων, η οποία κατόπιν αυτονομήθηκε. Οι αναφορές των αρχαίων πηγών στο συγκεκριμένο οικισμό κατά τον πρώιμο -4 αι. είναι εξαιρετικά λίγες, ενώ μετά το -371, οπότε και οι Ηλείοι διεκδίκησαν για μια ακόμη φορά την πόλη, εκλείπουν οριστικά. Η σημερινή θέση του Σκιλλούντα είναι, κατά πάσα πιθανότητα, στη θέση Καμπούλι, στα Μακρίσια.[1]


Ιστορικό πλαίσιο
Τον -10ο έως τον - 9ο αιώνα οι Σκιλλούντιοι χτίζουν τον πρώτο ναό που χτίστηκε στην Ολυμπία, το Ηραίον. Προς τιμή της θεάς διοργανώνονταν τα Ηραία , οι Γυναικείοι Ολυμπιακοί αγώνες.
Εκείνη την περίοδο, -1100 έως -550,την επιμέλεια και ευθύνη των Ολυμπιακών αγώνων είχαν οι Σκιλουντίοι και οι Πισσάτες.
Περίπου στά μέσα του -6ο αιώνα οι Ηλείοι, ώς σύμμαχοι των Σπαρτιατών, καταλαμβάνουν και καταστρέφουν την Σκιλλούντα και την Πίσσα και η Βόρεια Τριφυλία περνά στην κυριαρχία της Ιλιδας.
Γύρω στο -400 κυριάρχησαν οι Σπαρτιάτες οι οποίοι στη συνέχεια παραχώρησαν στον Ξενοφώντα ένα αρκετά μεγάλο τμήμα της. Ο Ξενοφών εγκαταστάθηκε εκεί και ίδρυσε το Ναό της Αρτέμιδας.
Το -240 ο Πολυσπέρχων ο Αιτωλός καταλαμβάνει την περιοχή.
Το -219 κατακτάτε από τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο το Έ που διορίζει διοικητή τον Ακάρνονα Λάδικον.
Ο Παυσανίας, κατά την περιήγησή του στα τέλη του +2ου αιώνα, βρήκε το Σκιλλούντα ερειπωμένο.

Η Προϊστορική Σκιλλουντία
Στον λόφο του "Προφήτη Ηλία", ο οποίος βρίσκεται αμέσως στα Δ. από τα  Μακρύσια, κατά πάσα πιθανότητα εντοπίζετε ο Προϊστορικός οικισμός του Σκιλλούντα.

Λόφος "Προφήτη Ηλία"
Οι ανασκαφές και οι έρευνες που έχουν διενεργηθεί στην περιοχή του Προφήτη Ηλία Μακρισίων έδειξαν ότι στον λόφο υπήρχε κατοίκηση από τους Μεσοελλαδικούς χρόνους που με την σειρά της επεκτάθηκε στην πεδινή περιοχή βόρεια της Προϊστορικής εγκατάστασης όπου πιθανόν να τοποθετείτε ο αρχαίος Σκιλλούς των ιστορικών χρόνων.
Σε όλη την επιφάνειά του λόφου του προφήτη Ηλία βρέθηκαν πολυάριθμα όστρακα και τάφοι Μεσοελλαδικής έως και Ρωμαϊκής εποχής.
Στην Θέση "Άγιος Ηλίας", εκατό μέτρα ΝΑ της εκκλησίας ανασκάφτηκε (1968) ταφικός τύμβος Υστεροελλαδικής εποχής, -1600 έως -1100, με κυκλικό περίβολο και ένα λακοειδή τάφο στο μέσον του.[2]
Τα πολυάριθμα κτερίσματα του τύμβου (χάλκινα μαχαιρίδια, εγχειρίδια, λεβητοκυάθια κ.ά.) αλλά και ανασκαφικά ευρήματα από την γύρω περιοχή (πήλινος οικίσκος, ειδώλια κ.λ.π.) εκτίθενται στο αρχαιολογικό μουσείο Ολυμπίας και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.


Θέση Κανιά. Θαλαμωτοί τάφοι
Σε κοντινή απόσταση ανασκάφηκαν δύο Μυκηναϊκοί θαλαμωτοί τάφοι στην περιοχή «Κανιά» ή «Κιβούρια» ενώ 
πιθανώς στην περιοχή να υπάρχουν και άλλα ταφικά μνημεία της αυτής χρονικής περιόδου.[3] Οι τάφοι αυτοί είναι θαλαμοειδής μετά δρόμου με προσανατολισμό Α-  Δ, σε απόσταση 14μ. ο ένας από τον άλλο, λαξευμένοι σε μαλακό βράχο, διαμέτρου 7μ. και ύψους 5μ. και απέδωσαν πλουσιότατα ευρήματα.


Η Σκιλλουντία των Ιστορικών χρόνων
Διάφορα ευρήματα δείχνουν ότι πιθανόν ο Σκιλλούς των Ιστορικών χρόνων να βρισκόταν στην πεδινή περιοχή Β. του λόφου του Προφήτη Ηλία.

Θέση Καμπούλι               
Η θέση βρίσκεται στην χαμηλή πεδιάδα αμέσως στα Βόρεια του λόφο του Προφήτη Ηλία και στα μισά περίπου της απόστασης από τον λόφο και τον Αλφειό ποταμό.[4] 
Σε κοντινή απόσταση περνάει το ποτάμι των Κρεστένων (που ονομαζόταν Σελινούς κατά την αρχαιότητα), και ο οποίος χύνεται στον Αλφειό. 
Στη θέση Καμπούλι των Μακρυσίων ανακαλύφθηκε το 1953 από τον Γιαλούρη, ένας αρχαϊκός αποθέτης. Τα ευρήματά του χρονολογούνται από τα τέλη του -6ου έως και τα τέλη του -5ου αιώνα, και παραπέμπουν ξεκάθαρα σε γυναικεία θεότητα. Αυτό είχε επισημάνει από την πρώτη δημοσίευση του αποθέτη ο ανασκαφέας, που, όμως, δεν προχώρησε στην ταύτιση της θεότητας. Ωστόσο κατά πάσα πιθανότητα ο ναός είναι ένα από τα πολλά Αρτεμίσια της περιοχής. Ο Θέμελης διατύπωσε με επιφύλαξη την άποψη ότι ο αποθέτης σχετίζεται με το Ξενοφώντιο ιερό της Εφεσίας Αρτέμιδος και ότι μάλιστα βρισκόταν εντός του κτήματος του Ξενοφώντα. Κάθε χρόνο γινόταν και γιορτή προς τιμήν της θεάς, κατά τη διάρκεια της οποίας μοιράζονταν και τρόφιμα στους παρευρισκόμενους. Επίσης, τις μέρες της γιορτής διεξαγόταν και κυνήγι μέσα στο ιερό άλσος της θεάς. Ο ναός της θεάς είχε ως πρότυπο το μεγάλο ναό της Εφέσου.
Κοντά στην θέση του αποθέτη βρέθηκαν αρκετά πώρινα αρχιτεκτονικά μέλη που είχαν χρησιμοποίηθει σε νεότερες κατασκευές.
Επί του ανατολικού πρανούς του λόφου του προφήτη Ηλία, προς την κατεύθυνσιν του χωρίου, πλησίον κρήνης, απεκαλύφθη τυχαίως ημικατεστραμμένος κεραμοσκεπής τάφος ελληνιστικών χρόνων, περιέχων μελαμβαφή κοτύλην και όλπην.[2]
Το 1969 κατά την διάρκεια σωστικής ανασκαφής στις παρυφές των Β. υψωμάτων των Μακρυσίων ήρθαν στο φως τμήματα κτηρίων και τάφοι των ιστορικών χρόνων. Επίσης βρέθηκαν άνω των εικοσιπέντε πήλινα προσωπεία, ακέραια και σε θραύσματα, σημαντικός αριθμός πήλινων ειδωλίων, αγγείων, νομισμάτων και χαλκών μικροαντικειμένων. Το σημαντικώτερο, όμως, εύρημα υπήρξε μέγα τμήμα πωρολίθου (αμμόπετρα), φέρον επί της μιας πλευράς την επιγραφήν: ΔΙΟ[Σ.]. Το όνομα του θεού, εν συνδυασμώ προς το είδος των ευρημάτων (αναθηματικά προσωπεία, μικρού μεγέθους αναθηματικά αγγεία, υδρίαι, κρατήρες, λήκυθοι κλπ., ως και χαλκά μικροαντικείμενα και νομίσματα με απεικόνισιν του Διός και της Ήρας), αποτελούν αναμφισβήτητα τεκμήρια δια την ύπαρξη ιερού του Διός.[5]


Ο αρχαιολογικός χώρος "Μπάμπες"

Αν και υπάρχουν αρκετές ενδείξεις ότι ο Σκιλλούς βρισκόταν στην περιοχή των Μακρυσίων ωστόσο τα μέχρι τώρα ευρήματα δεν επιτρέπουν τέτοια ταύτιση. Σε απόσταση 3 χλμ. στα ανατολικά των Μακρυσίων, στο οροπέδιο "Μπάμπες", ανασκάφηκε την δεκαετία ΄50 πόλισμα και ιερό. 

Ο οικισμός
Στο οροπέδιο αυτό, την δεκαετία του '50, ο Ν. Γιαλούρης διαπίστωσε την ύπαρξη οικοδομικών λειψάνων και ανέσκαψε τέσσερα κτιριακά συγκροτήματα τα οποία ερμήνευσε ως κατοικίες, τμήματα ενός μεγαλύτερου οικισμού.
Ως πιθανή χρονολόγηση των κτισμάτων πρότεινε το β' μισό του -5ου αιώνα ενώ από την πληθώρα των ευρημάτων, που έν μέρει ανάγονται ως τον -7ο αιώνα, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι ο χώρος ήταν σε χρήση τουλάχιστον από την Αρχαϊκή εποχή. Για τα ευρήματα στο σημείο αυτό ο Ν. Γιαλούρης συμπεραίνει: " Τα ως άνω πλήρως ανασκαφέντα τέσσαρα κτήρια ανήκουν εις αρχαίαν πόλιν, ήτις κατελάμβανε μεγάλην έκτασιν του οροπεδίου των Μπαμπών∙ ερείπια των οικοδομημάτων ταύτης φαίνονται πολυάριθμα εις κάθε βήμα, τα δε ευρήματα, τα οποία συνολικώς συνεκεντρώθησαν, μας πληροφορούν τόσον περί της μακράς ιστορίας της πόλεως (τουλάχιστον από της γεωμετρικής εποχής και εντεύθεν) όσον και περί της ανθηρότητός της."
Ο ανασκαφέας δεν προχωράει σε ταύτιση της αρχαίας πόλης στις "Μπάμπες", ωστόσο το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (DAI) που επισκέφτηκε τον αρχαιολογικό χώρο, στα πλαίσια ερευνών στην Τριφυλία την δεκαετία 2000/2010, θεωρεί πολύ πιθανόν ο Σκιλλούς των ιστορικών χρόνων να βρίσκεται εκεί.[6]


Ναός Διός
Το ιερό στις Μπάμπες Μακρυσίων βρίσκεται στον λόφο "Αρνοκατάραχο" και βρίσκεται ακριβώς πάνω από το οροπέδιο όπου τοποθετείτε η αρχαία πόλη.
Εδώ, κατά την διάρκεια της δεκαετίας το '50, ο τότε έφορος αρχαιοτήτων Ολυμπίας Ν. Γιαλούρης ανέσκαψε έναν σχετικά μικρό Δωρικό ναό διαστάσεων 8,36Χ 4,55.
Ο ναός δωρικού διέθετε πρόναο και σηκό και ήταν κατασκευασμένος από μογγολιάτη λίθο, με μέγιστο σωζόμενο ύψος 0,90μ.
Μέσα στο σηκό του ναού βρέθηκε ένας λίθος ακανόνιστου σχήματος από φαιό σκληρό ασβετόλιθο με την επιγραφή ΤΟDIOS που αποτελεί και την μοναδική ένδειξη για την ταύτιση της θεότητας που λατρευόταν εκεί. Σύμφωνα με το σχήμα των γραμμάτων τοποθετείτε στα τέλη του -6ου με αρχές του -5ου αιώνα.
Τα ευρήματα δείχνουν έναν πολυσύχναστο και σημαντικό ιερό.[7] Η παραλληλία, έστω και σε μικρότερη κλίμακα, των αφιερωμάτων υποδηλώνει πως στην ταραγμένη για την περιοχή εποχή του -7ου και -6ου αιώνα το ιερό στις Μπάμπες ακολουθεί κατά κάποιο τρόπου την εξέλιξη του μεγάλου ιερού της Ολυμπίας, ίσως δε να μην είναι τυχαίο ότι περίπου την ίδια εποχή, όταν στην Ολυμπία κτίζεται ο ναός του Δία από τους Ηλείους, οικοδομείται στις Μπάμπες σε περίοπτη θέση ναΐσκος που είναι αφιερωμένος στην ίδια θεότητα.
Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα του ιερού είναι ένα περιρραντήριο το οποίο σώζεται ολόκληρο. Τα περιρραντήρια ήταν κατά κύριο λόγο λατρευτικά σκεύη και ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των ιερών ή κοντά σε βωμούς και ναούς.


Ο περίφημος Ναός της Ήρας των Σκιλλουντίων στην Ολυμπία
Ο ναός της Ήρας αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα δείγματα μνημειακής ναοδομίας στην Ελλάδα. Ήταν κτισμένος στη βορειοδυτική γωνία του ιερού χώρου της Άλτεως, στους νότιους πρόποδες του Κρονίου λόφου, όπου για την προστασία του κατασκευάσθηκε ισχυρός αναλημματικός τοίχος. Αφιερώθηκε στο ιερό της Ολυμπίας από τους κατοίκους του Σκιλλούντα.
Ο Παυσανίας αναφέρει, ότι κτίσθηκε περίπου οκτώ χρόνια αφ' ότου ο Όξυλος πήρε τη βασιλεία στην Ήλιδα, δηλαδή γύρω στο -1100, όμως, η χρονολόγηση αυτή δεν συμφωνεί με τη χρονολόγηση του ναού, η οποία είναι νεότερη.
Κατά μία άποψη, ο πρώτος ναός της Ήρας κτίσθηκε γύρω στο -650, ήταν μικρός, δωρικός, και είχε μόνο σηκό και πρόναο, ενώ γύρω στο -600 προστέθηκε σε αυτόν ο οπισθόδομος και το πτερό. Ωστόσο, σήμερα, επικρατέστερη είναι η άποψη ότι ο ναός οικοδομήθηκε περίπου το -600 με ενιαίο αρχιτεκτονικό πρόγραμμα.
Κατά καιρούς υπέστη διάφορες επεμβάσεις, ενώ στα ρωμαϊκά χρόνια μετατράπηκε σε είδος μουσείου, όπου φυλάσσονταν μερικά από τα πιο πολύτιμα έργα του ιερού, ανάμεσα στα οποία και ο περίφημος Ερμής του Πραξιτέλη.
Ο ναός χαρακτηρίζεται από τις βαριές του αναλογίες, καθώς έχει ιδιαίτερα επιμήκη κάτοψη και είναι αρκετά χαμηλός σε ύψος. Έχει προσανατολισμό Α-Δ και είναι δωρικός, περίπτερος, με έξι κίονες στις στενές και δεκαέξι στις μακρές πλευρές. Οι κίονες αρχικά ήταν ξύλινοι και σταδιακά αντικαταστάθηκαν με λίθινους. Για το λόγο αυτό, τόσο οι κίονες όσο και τα κιονόκρανα, δεν είναι όμοια μεταξύ τους, αφού κάθε φορά ο νέος κίονας ακολουθούσε το ρυθμό της εποχής του, με αποτέλεσμα επάνω στο ναό να αποτυπώνεται η πλήρης εξέλιξη του δωρικού ρυθμού, από τα αρχαϊκά έως και τα ρωμαϊκά χρόνια.


Είναι αξιοσημείωτο ότι μέχρι το -2ο αιώνα, όταν ο Παυσανίας επισκέφθηκε το ιερό, ο ένας κίονας του οπισθόδομου είχε παραμείνει ξύλινος (από ξύλο δρυός). Στις αβαθείς ορθογώνιες κοιλότητες, που παρατηρούνται σε διάφορα σημεία των κιόνων, ήταν τοποθετημένες οι ζωγραφικές εικόνες των νικητριών στα Ηραία, αθλητικοί αγώνες που γίνονταν προς τιμήν της θεάς. Το κατώτερο τμήμα του ναού ήταν κατασκευασμένο από κογχυλιάτη λίθο, ενώ το ανώτερο μέρος των τοίχων ήταν από ωμές πλίνθους. Ο θριγκός ήταν ξύλινος με πήλινη επένδυση και τα κεραμίδια της στέγης επίσης πήλινα. Το κεντρικό δισκοειδές ακρωτήριο του αετώματος, διαμέτρου 2,3 μ. ήταν πήλινο, με εντυπωσιακή γραπτή διακόσμηση.
Ο ναός αποτελείται από πρόναο, σηκό και οπισθόδομο. Ο πρόναος και ο οπισθόδομος είναι δίστυλοι εν παραστάσι και η πρόσβαση στο σηκό γινόταν από τον πρόναο, μέσω μιας δίφυλλης θύρας, πλάτους 2,90 μ. Ο σηκός χωρίζεται κατά μήκος σε δύο κλίτη με δύο σειρές οκτώ δωρικών κιόνων. Ανά δύο κίονες υπήρχαν μικρά τοιχάρια εγκάρσια προς τους τοίχους του σηκού, που σχημάτιζαν πέντε μικρές κόγχες. Στο βάθος του σηκού, επάνω σε βάθρο ήταν στημένα τα λατρευτικά αγάλματα του Δία και της Ήρας, τα οποία αναφέρει ο Παυσανίας (5.17.1). Η Ήρα απεικονιζόταν καθισμένη σε θρόνο και δίπλα της στεκόταν ο Δίας. Το λίθινο αρχαϊκό κεφάλι, που βρέθηκε κοντά στο Ηραίο και σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας, αποδίδεται με κάποιες επιφυλάξεις στο άγαλμα της θεάς. Στο λατρευτικό άγαλμα απέθεταν κάθε τέσσερα χρόνια οι δεκαέξι ευγενείς Ηλείες, που οργάνωναν τα Ηραία, έναν καινούργιο πέπλο, που ύφαιναν για τη θεά. Για το εσωτερικό του ναού δεν έχουμε άλλες πληροφορίες.
Γνωρίζουμε μόνο ότι εδώ φυλασσόταν ο δίσκος του Ιφίτου, επάνω στον οποίο ήταν γραμμένη η ιερή εκεχειρία, ενώ στον οπισθόδομο βρισκόταν η λάρνακα του Κυψέλου, από ξύλο, χρυσό και ελεφαντόδοντο, διακοσμημένη με μυθολογικές παραστάσεις, καθώς και η τράπεζα του Κολώτη, πάνω στην οποία τοποθετούνταν τα στεφάνια αγριελιάς, με τα οποία στεφάνωναν τους Ολυμπιονίκες.
Σήμερα από το ναό σώζονται τα θεμέλια, οι τεράστιοι του ορθοστάτες του σηκού και το κατώτερο μέρος των κιόνων. Έχουν αναστηλωθεί 4 κίονες. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας εκτίθενται θραύσματα από την πήλινη διακόσμηση του θριγκού και το πήλινο κεντρικό ακρωτήριο του ναού.


Το Τυπαίον Όρος

Σύμφωνα με την παράδοση από το Τυπαίο όρος που περιγράφει ο Παυσανίας, και που ταυτίζεται με την ίδια περιοχή που βρίσκεται ο λόφος του «Αρνοκατάραχου», παρακολουθούσαν οι γυναίκες τους αθλητικούς αγώνες στην Ολυμπία και απ’ όπου γκρέμιζαν όσες παραβίαζαν τη σχετική απαγόρευση και περνούσαν τον Αλφειό.
Η αυστηρή απαγόρευση της συμμετοχής των γυναικών στους Ολυμπιακούς Αγώνες συνοδευόταν και από διατάξεις όπως αυτή που παραδίδει ο Παυσανίας:
"Στον δρόμο προς την Ολυμπία, πριν περάσει κανείς τον Αλφειό ποταμό πηγαίνοντας από τον Σκιλλούντα προς την Ολυμπία, υπάρχει βουνό με ψηλούς βράχους απόκρυμνο, το οποίο και λέγεται Τυπαίον όρος. Από το βουνό αυτό υπάρχει νόμος να γκρεμίζουν οι Ηλείοι τις γυναίκες, αν πιαστούν να βρίσκονται στον χώρο των Αγώνων ή και να έχουν μόνο περάσει τον Αλφειό στις απαγορευμένες για αυτές μέρες. Παραδίδουν όμως πως δεν πιάστηκε άλλη καμία εκτός από την Καλλιπάτειρα" (Παυσανίας, V 6, 7).
Ο ίδιος μαρτυρά ακόμη πως μέσα στον ιερό περίβολο, κατά τη διάρκεια των Αγώνων, επιτρέπεται η παρουσία μόνο των παρθένων και των γυναικών αυτών που έχουν ιερή αποστολή. Αυτές είναι δυνατόν να ανέβουν μέχρι το πρώτο επίπεδο του ναού του Δία, «…κρηπίδος μεν της πρώτης, προθύσεως καλουμένης…» (Παυσανίας, V 13, 9).
Πιο κάτω (Παυσανίας, VI 20, 9), ο ιστορικός αναφέρεται στη θέση της ιέρειας της Δήμητρας Χαμύνης στους Αγώνες και σημειώνει επίσης πως αυτούς είναι δυνατόν να τους παρακολουθήσουν και τα ανύπαντρα κορίτσια: "Παρθένους δε ουκ είργουσι θεάσθαι".
Τα μόνα αγωνίσματα στα οποία οι γυναίκες συμμετείχαν, έμμεσα όμως, ήταν τα ιππικά. Ο Παυσανίας, πάλι, αναφέρει πως η Κυνίσκα, κόρη του βασιλιά της Σπάρτης Αρχίδαμου, ήταν η πρώτη που έτρεφε άλογα και η πρώτη Ολυμπιονίκης. Έλαβε μέρος στους Αγώνες του -396 και του -392. Αργότερα, το παράδειγμά της ακολούθησαν και άλλες, όπως η Ευρυλεωνίς, από τη Σπάρτη επίσης, η Βελιστίχη από τη Μακεδονία, η Μνησιθέα από την Ήλιδα.


Ο Ξενοφώντας και η Σκυλλουντία
Ο Ξενοφών (-430;/ -354;) ήταν Αθηναίος ιστορικός, φιλόσοφος και στρατηγός. Είχε ευαισθησία με την τάξη και την πειθαρχία και τον γοήτευε ο τρόπος ζωής των Σπαρτιατών. Βρισκόταν διαρκώς σε δράση και απεχθανόταν την αδράνεια και την τρυφηλότητα.
Όπως γνωρίζουμε από την ιστορία, ο Ξενοφών ως στρατηγός, που εκλέχτηκε από τους αξιωματικούς των Μυρίων, διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο στην επιστροφή των Μυρίων από τα βάθη της Μ. Ασίας, τους οποίους οδήγησε κατά τρόπο υποδειγματικό μέσα από εχθρικά εδάφη και κάτω από εξαιρετικά αντίξοες και δυσχερείς συνθήκες στο Βόσπορο, με τους στρατιώτες να αναφωνούν με λαχτάρα το «θάλαττα! θάλαττα!», όταν έφτασαν στη Τραπεζούντα και αντίκρυσαν τον Εύξεινο Πόντο.
Συνδέθηκε με στενή φιλία με το βασιλιά της Σπάρτης Αγησίλαο Β΄ και στη μάχη της Κορώνειας -394, πολέμησε με τους Σπαρτιάτες κατά των Αθηναίων.
Οι Αθηναίοι για τα φιλολακωνικά του αισθήματα και διότι πολέμησε κατά την πατρίδας του, τον καταδίκασαν σε εξορία και δήμευσαν την περιουσία του.
Η Σπάρτη, αμείβοντας τις υπηρεσίες του, του παραχώρησε ένα κτήμα στο Σκιλλούντα, όπου τον έκαναν πρόξενο. Στο Σκιλλούντα ο Ξενοφών έζησε είκοσι χρόνια περίπου, ως γαιοκτήμονας, γράφοντας και ανατρέφοντας τους γιους του αυστηρά, κατά το Σπαρτιάτικο πρότυπο.
Εκεί έγραψε τα περισσότερα έργα του και, όπως έλεγαν οι κάτοικοί της στον Παυσανία, εκεί πέθανε και έδειχναν τον τάφο του. Έκτισε ναό προς τιμήν της θεάς Άρτεμης, ίδιον με το ναό της Εφέσου αλλά μικρότερου μεγέθους. Το άγαλμα της θεάς έγινε από ξύλο κυπαρισσιού, όμοιο με το άγαλμα της Εφέσου, αλλά μικρότερων διαστάσεων.
Ο ίδιος ο Ξενοφώντας μας λέει ότι πήγαινε για κυνήγι άγριων ζώων, μόνος ή μαζί με φίλους, αφού η περιοχή ήταν άφθονη σε θηράματα, τα οποία μάλιστα έφταναν μέχρι το δάσος της Φολόης. Μετά την ήττα των Σπαρτιατών στη μάχη των Λεύκτρων, -371, ο Ξενοφών εγκατέλειψε τον Σκιλλούντα και εγκαταστάθηκε στην Κόρινθο.


Βιβλιογραφία και πηγές
[1] Ιωάννης Γ. Γραμματικός: Απαρχές και εξέλιξη των πόλεων της Πελοποννήσου, από τον -8 έως τον -4 αιώνα.
[2] Πέτρος Γ. Θέμελης ΑΔ 23 (1968) Α- Μελέται, σελ. 284
[3] Ν. Γιαλούρης: ΠΑΕ 1954, 296- 298
[4] Pritchett 1989, 67 αρ. 151
[5] Γ. Α. Παπαθανασόπουλος. Α.Δ.25 (1970)
[6] Joachim Heiden: Geographische Lage, Ethnizität und historische Einbettung der triphylischen Poleis
[7] Αλίκη Ματσούκα: "Πρώιμη ανάγλυφη κεραμική από την Ηλεία"
Επίσης:
Σκιλλούς- Τύμβος Μακρυσίων, Π. Θέμελη
Ανασκαφές Ν. Γιαλούρη στα Μακρύσια και το Μάζι Τριφυλίας
Μακρύσια: Οι ανασκαφές του 1969
Ο Ναός του Διός στις Μπάμπες Τριφυλίας
Ναός Διός Μπάμπες 37.61698  21.637243
Μακρύσια Προφήτης Ηλίας  37.609019  21.598784      
Θέση Κανιά 37.620343  21.584956
   



Printfriendly