.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Σφακτηρία: Τα μνημεία των φιλλελλήνων πεσόντων της ναυμαχίας του Ναυαρίνου

H νήσος Σφακτηρία, φυσικό οχυρό του όρμου, φιλοξενεί τα μνημεία των πεσόντων φιλελλήνων κατά την ιστορική ναυμαχία του Ναυαρίνου



ΣAN μια μεγάλη χορδή τόξου προστατεύει από τα δυτικά το λιμάνι της Πύλου η Σφακτηρία. Tο ονομά της βρίσκεται γραμμένο στις πήλινες πινακίδες του ανακτόρου του Nέστορος. Φαίνεται ότι Σφακτηρία ονομαζόταν όλη η περιοχή γύρω από το λιμάνι, αλλά με τον καιρό το όνομα περιορίστηκε μόνο στο νησί. H λέξη,σύμφωνα με μια ερμηνεία προέρχεται από το ρήμα σφάζω (θυσιάζω),προφανώς γιατί εδώ θυσιάζονταν πολλά ζώα στον Ποσειδώνα, τον οποίο μάλιστα θεωρούσαν πατέρα του Nηλέα. Στην κλασική εποχή το νησί ονομάζεται και Σφαγία. Mια δεύτερη ερμηνεία συνδέει το όνομα Σφαγία με τη λέξη σφάκος (το φυτό ασφάκα, που φύεται άφθονο στην περιοχή).

Στο βόρειο άκρο της Σφακτηρίας, που είναι και το υψηλότερο μέρος της, διεξήχθη η τελική φάση της μάχης μεταξύ Aθηναίων και Σπαρτιατών το -425. Στο μέρος αυτό υπήρχε τότε παλαιό οχυρό Γεωμετρικής εποχής, το οποίο οι Σπαρτιάτες διάλεξαν ως τελευταία γραμμή της άμυνάς τους.Στο νότιο άκρο της Σφακτηρίας βρίσκεται το νησάκι Tσιχλή–μπαμπαή Φανάρι (λόγω του φάρου). H αψιδωτή «στοά» που το διαπερνά από το ένα μέρος της θάλασσας στο άλλο είναι το Tρυπητό, που κατά την παράδοση, αν το περάσει έγκυος γυναίκα, θα γεννήσει σερνικό παιδί. Eκατόν σαράντα σκαλοπάτια οδηγούν στην κορυφή του, όπου βρίσκεται το μνημείο των Γάλλων πεσόντων κατά τη ναυμαχία και κατά τη διάρκεια της γαλλικής αποστολής στην Πελοπόννησο (1828–1830). 



Πάνω στη Σφακτηρία βρίσκονται τα εξής μνημεία:

Το μνημείο των Ελλήνων:
Tο μνημείο των Eλλήνων που έπεσαν στη μάχη της Σφακτηρίας εναντίον των Aράβων του Iμπραήμ τον Aπρίλιο του 1825.

Στη Σφακτηρία έγινε μάχη μεταξύ των Ελλήνων και των Φιλελλήνων από τη μία μεριά και των Τουρκοαιγυπτίων από την άλλη, όταν στις 16 Απριλίου 1825 ο Ιμπραήμ ήρθε εναντίον του νησιού που το υπερασπιζόταν ο Μαυροκορδάτος με το Σαχτούρη, τον Τσαμαδό και χίλιους άνδρες. Η άνιση μάχη έληξε με ήττα των Ελληνικών δυνάμεων. Σκοτώθηκαν ο Τσαμαδός κι ο φιλέλληνας Ιταλός Σανταρόζα. Ο Μαυροκορδάτος κι ο Σαχτούρης κατάφεραν να διαφύγουν με το πλοίο του Τσαμαδού, τον Άρη, ο οποίος διέσχισε τον αιγυπτιακό στόλο και κατάφερε να διαφύγει διάτρητος από τις σφαίρες, χωρίς κατάρτια και με λίγες απώλειες.
 

Μνημείο Σανταρόζα:
Tο μνημείο του Σανταρόζα, του μεγάλου Iταλού φιλέλληνα που σκοτώθηκε πολεμώντας για την Eλλάδα,στη μάχη της Σφακτηρίας τον Aπρίλιο του 1825. Tο μνημείο είναι στημένο πάνω σε μικρό βράχο, στον μικρό κόλπο, όπου κατά την παράδοση βρέθηκε να επιπλέει νεκρός.

Ο Κόμης Santore Santaroza (1783-1825), ήταν Ιταλός στρατιωτικός, επαναστάτης, τιτλούχος και σπουδαίος φιλέλληνας, που σκοτώθηκε στην Ελληνική Επανάσταση. Γεννήθηκε (1783) στο Savigliano στο Πεδεμόντιο (Piedmont, Β. Ιταλία). Ολοκληρώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές του ακολούθησε το στρατιωτικό επάγγελμα όπου και έλαβε μέρος σχεδόν σε όλες τις κατά του Ναπολέοντα μάχες στην Ιταλία. Τελικά μετά την κατάληψη του Πεδεμοντίου παραιτήθηκε από τις τάξεις του στρατού. Μετά όμως την πτώση του Ναπολέοντα ο Santaroza επανήλθε στο στρατό και έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Γκρενόμπλ όπου διαπνεόμενος με πατριωτικά και φιλελεύθερα αισθήματα υποκίνησε σε επανάσταση το Πεδεμόντιο κατά της αυστριακής κατοχής αναλαμβάνοντας Υπουργός των Στρατιωτικών της επαναστατικής κυβέρνησης. Αποτυγχάνοντας όμως της γενικής επανάστασης κατέφυγε στη Γαλλία και από εκεί στην Ελβετία απ’ όπου κατέληξε στο Λονδίνο. 
Τότε Έλληνες απεσταλμένοι του εκεί συγκροτημένου φιλελληνικού κομιτάτου τον κάλεσαν αν ήθελε να συμμετάσχει στον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. 


Εκείνος με ενθουσιασμό αποδέχθηκε την πρόσκληση και έφθασε (Δεκέμβριος 1824) στο Ναύπλιο. Από εκεί αρχικά μετέβη σε Επίδαυρο, Αίγινα και Αθήνα προς επίσκεψη των αρχαιοτήτων που είχε μέχρι τότε ακουστά και θαύμαζε. Κατά τις επισκέψεις του όμως αυτές δεν έπαυε να βγάζει φλογερούς πατριωτικούς λόγους ξεσηκώνοντας τους κατοίκους των περιοχών αυτών. Ως απλός αγωνιστής με το όνομα De' Rossi ακολούθησε τον Γ. Κουντουριώτη και τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο στην προς Πυλία εκστρατεία τους και κατάφερε και εισήλθε (20/04/1825) στο φρούριο Νεόκαστρο της Πύλου. Ως παλαίμαχος στρατιωτικός έδωσε εντολή για άμεση επισκευή διαφόρων τμημάτων του, όμως δεν εισακούσθηκε. 
Όταν πριν λίγες ημέρες ο αγωνιζόμενος από τη νήσο Σφακτηρία Αναγνωσταράς ζήτησε βοήθεια-ενισχύσεις από το έναντι αυτής Νεόκαστρο, μεταξύ των 100 περίπου αγωνιστών που εστάλησαν ήταν και ο De' Rossi (07/03). 
Όταν ξεκίνησε (08/05) την επίθεση κατά της Σφακτηρίας ο Αιγύπτιος στρατηγός Ιμπραήμ Πασάς, ο De' Rossi τραυματίσθηκε βαριά, αρνούμενος όμως να παραδοθεί ένας Αιγύπτιος στρατιώτης τον φόνευσε και στη συνέχεια του αφαίρεσε από τα ρούχα του κάποια χρήματα και μία σφραγίδα από την οποία και πληροφορήθηκε περί της τύχης του ένας φίλος του Santaroza που υπηρετούσε στον αιγυπτιακό στόλο όπως έγραψε αργότερα στο ημερολόγιό του. 
Προς τιμή του ηρωικά μαχόμενου και πεσόντα φιλέλληνα Santaroza, με τη συμπλήρωση των 100 ετών από το θάνατό του (Απρίλιος 1925), τελέστηκε επίσημο μνημόσυνο επί της Σφακτηρίας όπου και ανεγέρθη μνημείο του. Ο Δήμος Αθηναίων έδωσε το όνομά του σε μία από τις οδούς της πόλης. Και στη γενέτειρά του υψώθηκε μαρμάρινος ανδριάντας του όπου και τιμάται ως εθνικός ήρωας.

 
Στο κέντρο περίπου του νησιού θα συναντήσετε την προβλήτα που δένουν τα καραβάκια. Θα αποβιβαστείτε και θα περπατήσετε λίγα μέτρα, θα δείτε μπροστά σας μια στήλη με την ιστορία του νησιού. Αν προχωρήσετε λίγο στο μονοπάτι, θα συναντήσετε στο αριστερό σας χέρι την Παναγούλα, ένα μικρό εκκλησάκι, όχι και τόσο καλά διατηρημένο, με εμφανή τα σημάδια του χρόνου πάνω του.

 Μνημείο Ρώσων
Δίπλα του ακριβώς, στέκει η ξύλινη εκκλησία του Αγίου Νικολάου (εικόνα δεξιά), που χτίστηκε το 1897 από τους Ρώσους και είναι αφιερωμένη στους δικούς τους νεκρούς της ναυμαχίας.
Tο μνημείο των Pώσων πεσόντων κατά τη ναυμαχία του Nαβαρίνου είναι στημένο δίπλα στο εκκλησάκι «Παναγούλα». Tο εκκλησάκι «της Aναλήψεως» ή «Παναγούλα», χτίσθηκε κατά την παράδοση, για πρώτη φορά κατά τους βυζαντινούς χρόνους (εποχή Kομνηνών) από κάποια μοναχή. Kατά τα γεγονότα του 1825 καταστράφηκε και ξανακτίστηκε μετά την απελευθέρωση. 
Αξέχαστα παραμένουν τα κατορθώματα του πληρώματος της ρωσικής ναυαρχίδας "Αζόφ", υπό την εξαιρετικής ναυτικής τέχνης διοίκηση του Κυβερνήτη της - Πλοίαρχου 1ης τάξεως Μ. Π. Λάζαρεφ, που κατέστρεψε τρεις φρεγάτες, μια κορβέτα και ένα πλοίο με 80 κανόνια, και μαζί με το αγγλικό πλοίο γραμμής "Ασία" βύθισε τη ναυαρχίδα του αιγυπτιακού στόλου. 
Με το Διάταγμα της 17ης Δεκεμβρίου 1827 ο Νικόλαος Α', αποχαιρέτησε με ευχές τη Ρωσική Ναυτική Μοίρα κατά τον απόπλου της για τη μακρινή εκστρατεία με τα εξής λόγια: "...Ελπίζω στην περίπτωση πολεμικών επιχειρήσεων να φερθείτε στον εχθρό σαν Ρώσοι!..." και αργότερα βράβευσε το πλοίο "Αζόφ" για πρώτη φόρα στην ιστορία του Ρωσικού Στόλου με την πρυμναία σημαία του Αγίου Γεωργίου - " σε αναγνώριση των αξιέπαινων πράξεων των επικεφαλής, της γενναιότητας και θάρρους των Αξιωματικών και της ανδρείας των χαμηλότερων βαθμών...". 
Το μνημείο αυτό επισκέπτονται τα πληρώματα των ρωσικών πολεμικών πλοίων κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους στην Ελλάδα και αποδίδουν χρέος τιμής στους πεσόντες. Ανακαινίζουν το συγκρότημα και πληρώνουν στους ντόπιους για τη συντήρησή του
Το 1960 κοντά στη μαρμάρινη πλάκα τοποθετήθηκε και η στήλη, στην οποία απεικονίζεται η άγκυρα και το εθνόσημο της Σοβιετικής Ένωσης. 
Η επιγραφή πάνω στη στήλη γράφει ότι αυτή τοποθετήθηκε "...προς τιμή των Ρώσων ναυτών που απωλέστηκαν ηρωικά στη ναυμαχία του Ναβαρίνου". 


Άποψη του μνημείου των πεσόντων Ρώσων ναυτικών, οι οποίοι συμμετείχαν στη ναυμαχία του Ναυαρίνου (1827). Πρωτότυπος τίτλος Sphactérie. – Tombe des marins russes (Bataille de Navarin, 1827) Χρονολογία έκδοσης 1932 Έκδοση PUAUX, René. Grèce, Terre aimée des Dieux, Παρίσι [G. de Maleherbe], MCMXXXII [=1932].

Δύο ακόμη μνημεία θα δει ο επισκέπτης στα ενδότερα της Σφακτηρίας. Το πρώτο, είναι αφιερωμένο στον Αλέξη Μάλλε. Πρόκειται για αξιωματικό του γαλλικού σώματος του Μαιζώνος, ο οποίος σκοτώθηκε σε μια αψιμαχία. Στη Σφακτηρία υπάρχει ακόμα ένα μνημείο για τον Παύλο Μαρία Βοναπάρτη, ανιψιό του Γάλλου στρατηλάτη.

Άποψη του μνημείου του Αλέξη Μαλλέ (Alexis Mallet) στη Σφακτηρία. Πρωτότυπος τίτλοςSphactérie. – Le monument d’Alexis Mallet Χρονολογία έκδοσης 1932 Έκδοση PUAUX, René. Grèce, Terre aimée des Dieux, Παρίσι [G. de Maleherbe], MCMXXXII [=1932].

O τάφος του Παύλου Bοναπάρτη, ανεψιού του Mεγάλου Nαπολέοντα. 
O Bοναπάρτης είχε καταταγεί εθελοντής δόκιμος στη φρεγάτα EΛΛAΣ του ναυάρχου Kόχραν, σκοτώθηκε όμως το Σεπτέμβρη του 1827 από εκπυρσοκρότηση του όπλου του. Tο πτώμα του νεαρού φιλέλληνα μετά από πολλές περιπέτειες θα ταφεί εδώ πέντε χρόνια αργότερα (1832).
Γάλλος φοιτητής, ανιψιός του Μεγάλου Ναπολέοντα και θερμός φιλέλληνας. Το καλοκαίρι του 1827 κατήλθε στην Ελλάδα για να λάβει μέρος στον Αγώνα, αλλά ένα απρόοπτο δυστύχημα του έκοψε το νήμα της ζωής.
Ο Παύλος Μαρία Βοναπάρτης (Paul Marie Bonaparte) γεννήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 1808 στο Κανίνο της Ιταλίας και ήταν το ένατο από τα δεκατέσσερα παιδιά του Λουκιανού Βοναπάρτη (Lucien Bonaparte), αδελφού του Μεγάλου Ναπολέοντα.
Σε ηλικία 18 ετών ξεκίνησε σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βολωνίας (Μπολόνια), αλλά τον Μάρτιο του 1827 έφυγε κρυφά από την πόλη και με ψεύτικο όνομα έφθασε πρώτα στα Ιόνια νησιά και στη συνέχεια στο Ναύπλιο, για να λάβει μέρος στην Ελληνική Επανάσταση (24 Αυγούστου / 5 Σεπτεμβρίου 1827). Στην πρωτεύουσα των επαναστατημένων Ελλήνων τον υποδέχθηκε ο άγγλος ναύαρχος Κόχραν, διοικητής του ελληνικού στόλου.
Ο υψηλός επισκέπτης, που έμοιαζε πολύ με τον διάσημο θείο του, εντάχθηκε αμέσως στο πλήρωμα της φρεγάτας «Ελλάς», της ναυαρχίδας του ελληνικού στόλου. Όμως, στις 25 Αυγούστου / 6 Σεπτεμβρίου, καθώς καθάριζε το όπλο του, τραυματίσθηκε σοβαρά από αδέξιο χειρισμό και την επομένη άφησε την τελευταία του πνοή. Ήταν μόλις 19 ετώνΣτο Ναύπλιο δεν άργησαν να κυκλοφορήσουν φήμες ότι ο θάνατος του νεαρού Βοναπάρτη δεν ήταν τυχαίος, εφόσον μάλιστα προήλθε στο πλοίο του Κόχραν, τον οποίον οι Έλληνες υποπτεύονταν ότι εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Μεγάλης Βρετανίας. Πάντως, ο αμερικανός φιλέλληνας Σάμιουελ Χάου, που ήταν αυτόπτης των γεγονότων, διαβεβαιώνει ότι μόλις ο Κόχραν έμαθε ότι το τραύμα ήταν θανατηφόρο «ήρχισε να βηματίζη εις την καμπίνα του κλαίων ως παιδίον…».
 Καθώς λέγεται, η σορός του νεαρού Βοναπάρτη διατηρήθηκε επί τριετία σ’ ένα βαρέλι με ρούμι στη Μονή Αγίου Νικολάου Σπετσών, μέχρις ότου την παρέλαβε το Γαλλικό Ναυτικό. Μετά την απελευθέρωση, το 1832, το ταριχευμένο σώμα του Παύλου Μαρία Βοναπάρτη ενταφιάστηκε σε μαυσωλείο στο νησί της Σφακτηρίας, κοντά στους Γάλλους ναύτες που έπεσαν στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου.



Μνημείο Γάλλων 

Δίπλα από την Σφακτηρία υπάρχει η βραχονησίδα του Τσιχλή-Μπαμπά όπου βρίσκεται ο φάρος. Από το σημείο προσέγγισης στην βραχονησίδα 144 σκαλιά οδηγούν στην κορυφή της όπου βρίσκετε το μνημείο των Γάλλων μαχητών της ναυμαχίας αλλά και του Γαλλικού εκστρατευτικού σώματος.Εικόνα άνωθεν: Άποψη της νησίδας Τσιχλή- Μπαμά με το μνημείο των Γάλλων στην κορυφή
Δεξιά: Το μνημείο των Γάλλων πεσόντων της ναυμαχίας του Ναυαρίνου στην βραχονησίδα Τσιχλή- Μπαμπά
Εκστρατεία του Μοριά (expédition de Morée) ονομάζεται η αποστολή Γαλλικού εκστρατευτικού σώματος 13.000-15.000 ανδρών υπό την αρχηγία του Νικολάου - Ιωσήφ Μαιζώνος στην Πελοπόννησο μεταξύ των ετών 1828 και 1833, με σκοπό την υλοποίηση της εφαρμογής της Συνθήκη του Λονδίνου του 1827, συμφωνίας σύμφωνα με την οποία οι Έλληνες θα μπορούσαν να έχουν κράτος. Μέρος της αποστολής ήταν 17 επιστήμονες, η «επιστημονική αποστολή του Μοριά» (Mission scientifique de Morée), οι οποίοι χαρτογράφησαν την Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου, μελέτησαν τα αρχαία μνημεία και περιέγραψαν τα αποτελέσματα των ερευνών τους σε βιβλία που δίνουν σημαντικές πληροφορίες για την εποχή.

Η αποστολή αποφασίστηκε από τον βασιλιά Κάρολο Ι΄ της Γαλλίας και είχε σα σκοπό την απομάκρυνση των αιγυπτιακών στρατευμάτων του Ιμπραήμ από την Πελοπόννησο. Τα πλοία αναχώρησαν από την Τουλόν στις 17, στις 19 Αυγούστου και στις 3 Σεπτεμβρίου 1828 με 10-15.000 άνδρες. Η χρήση βίας αποτελούσε το έσχατο μέσο για την απομάκρυνση των Αιγυπτιακών στρατευμάτων. Λίγες ημέρες πριν από την πλεύση της αποστολής είχε προηγηθεί η συμφωνία της 6ης Αυγούστου του Ναυάρχου Κοδριγκτώνα με τον πατέρα του Ιμπραήμ Μωχάμετ Αλή της Αιγύπτου για την αποχώρηση του αιγυπτιακού στρατού από την Πελοπόννησο.

Το νησάκι Χελωνάκι στον όρμο του Ναυαρίνου όπου βρίσκετε το μνημείο των Άγγλων πεσόντων της ναυμαχίας του Ναυαρίνου
Αγγλικό μνημείο
Mέσα στο λιμάνι βρίσκεται και το μικρό ξερόνησο Xελωνάκι. Στο νησάκι υπάρχει μικρή προβλήτα και ένας μικρός φάρος για το νυχτερινό σινιάλο στα σκάφη που κινούνται τις βραδινές ώρες. Eδώ έχει στηθεί το μνημείο των Aγγλων που έπεσαν κατά τη ναυμαχία του Nαβαρίνου
Η ναυμαχία του Ναβαρίνου είναι η τελευταία μεγάλη σύγκρουση στόλων με την χρήση ιστιοφόρων πλοίων. Νικητές της ναυμαχίες ήταν οι σύμμαχοι οι οποίοι συνέτριψαν τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο παρόλο που αυτός υπερτερούσε αριθμητικά και είχε την ενίσχυση κανονιών από τα φρούρια στην ακτή. Οι σύμμαχοι βύθισαν 60 πλοία, με τους Τουρκοαιγυπτίους να έχουν παραπάνω από 6000 νεκρούς. Από τις φίλιες δυνάμεις σκοτώθηκαν 272 Άγγλοι, 198 Ρώσοι και 185 Γάλλοι.

Πηγές:
Xαρ. A. Mπάλτα: "Η νήσος Σφακτηρία"
Ιστότοπος: Pylos Travel in history
Ιστότοπος: Travelogues- Ίδρυμα Αικ. Λασκαρίδη
Ιστότοπος: Kynourianet.gr






Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

Άνω Εγκλιανός: Προϊστορικός οικισμός και τάφοι

Ο λόφος του Άνω Εγκλιανού είναι κυρίως γνωστός για το περίφημο "ανάκτορο του Νέστορα" που υπήρξε σημαντικό κεντρικό μέγαρο της Ύστερης Ελλαδικής Εποχής. Εκτός όμως του ανακτόρου στον λόφο υπάρχει προϊστορικός οικισμός και ένα σύνολο θολωτών και θαλαμωτών τάφων.
Η κατοίκηση στον Άνω Εγκλιανό ανιχνεύεται από την Πρωτοελλαδική εποχή, -2600, ενώ στην Μεσοελλαδική εποχή οργανώνεται οικισμός. Στην Μυκηναϊκή εποχή ο οικισμός επεκτείνετε και οχυρώνετε ενώ στην Υστερομυκηναϊκή εποχή μετατρέπετε στο γνωστό μεγάλο διοικητικό κέντρο της περιοχής.


Πρωτοελλαδικός οικισμός Άνω Εγκλιανου
Το 1958 ο Αμερικανός αρχαιολόγος Ουίλλιαμ Τέϋλορ ανέσκαψε τα υπολείμματα ενός μικρού Πρωτοελλαδικού οικισμού στην θέση "Αλώνι του Δεριζιώτη" στο υψίπεδο του Άνω Εγκλιανού κοντά στο ανάκτορο του Νέστορα.

Ο προϊστορικός οικισμός του "Αλωνιού" βρίσκεται 500 μέτρα ΝΔ του ανακτόρου και φαίνεται να κατοικήθηκε για μικρό σχετικά διάστημα στα τέλη της -3ης χιλιετίας. Τα δύο αψιδωτά κτήρια που ήρθαν στο φώς, και είναι από τα παλαιότερα του είδους τους στην Μεσσηνία, αλλά και η πρώιμη κεραμεική της ανασκαφής τοποθετούν χρονολογικά τον οικισμό στην Πρωτοελλαδική 3 περίοδο, -2300 έως -2000.
Κάτω από το δάπεδο του κτηρίου ΑΒ βρέθηκαν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα αλλά και τμήματα κεραμεικής που ανήκαν σε ακόμα παλαιότερη εποχή κατοίκησης, προφανώς της Πρωτοελλαδικής 2 περιόδου, -2600 έως -2300
Ο οικισμός στο "Αλώνι του Δεριζιώτη" φαίνεται να εγκαταλείπετε γύρω στα -1900 καθώς δημιουργείτε ο μεγαλύτερος και ενιαίος οικισμός του Άνω Εγκλιανού στην Μεσοελλαδική περίοδο, -1900 έως -1600. 
Αργότερα προς τα τέλη της Μυκηναϊκής εποχής, -1400 έως -1200, ο Εγκλιανός θα γίνει το γνωστό μεγάλο διοικητικό κέντρο που θα δέσποζε την ευρύτερη περιοχή.
Περισσότερα για τον Πρωτοελλαδικό οικισμό στον σύνδεσμο: Πρωτοελλαδικός οικισμός Εγκλιανού

Ο Πρωτοελλαδικός οικισμός στο "Αλώνι του Δεριζιώτη" στον Άνω Εγκλιανό, -2300 έως -1900. Οι φωτογραφίες είναι από την ανασκαφή του Αμερικανού αρχαιολόγου Τέϋλορ το 1958
Ο Μεσοελλαδικός- Μυκηναϊκός οικισμός του Άνω Εγκλιανού
Η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε ότι ο λόφος του ανακτόρου του Εγκλιανού καταλαμβανόταν κατά τη Μέση Εποχή του Χαλκού από ένα οικισμό με μία τάση εξάπλωσης προς χαμηλότερα. Η κατοίκηση του λόφου συνεχίστηκε κατά την ΥΕ Ι και II περίοδο. Αν υπήρχε κατοικία ηγεμόνα, αυτή μάλλον θα βρισκόταν κάτω από το ανάκτορο του Νέστορα. Το μεγαλύτερο μέρος των οικιών αυτών ξυρίστηκε και καταστράφηκε κατά τη διάρκεια των διαμορφώσεων που έγιναν στην κορυφή του λόφου, προκειμένου να κατασκευασθεί το ανάκτορο της YE III περιόδου.

Η Οχύρωση του οικισμού
Στο ΒΑ άκρο του λόφου του Εγλιανού βρέθηκαν σκαλιά και πλακοστρωμένος δρόμος, πλάτους περίπου 3.60μ., που περνούσε μέσα από μία Πύλη με πύργους στις δύο της πλευρές. Ο δρόμος αυτός μάλλον αποτελεί συνέχεια εκείνου, που ακολουθούσε τον υδαταγωγό από την περιοχή έξω από τη ΒΑ θύρα του Κυρίως Κτιρίου του ανακτόρου μέχρι το άκρο του λόφου. 
Η στρωματογραφία της Πύλης δεν ήταν κανονική -υπήρχαν ακόμη και μεσαιωνικά όστρακα, όμως στα χαμηλότερα στρώματα κυριαρχούσε η πρώιμη Μυκηναϊκή κεραμεική, με «μερικά κομμάτια αμαυρόχρωμης κεραμεικής» Οι ανασκαφείς θεωρούν, ότι η Πύλη κατασκευάστηκε στην ΥΕ Ι περίοδο.
Η ύπαρξη Πύλης αποτελεί έμμεση ένδειξη για ύπαρξη τείχους. Πράγματι, στα ΒΔ της Πύλης, βρέθηκε τείχος σε μήκος περί τα 10 μέτρα, σωζόμενο σε ύψος τεσσάρων δόμων και με ελάχιστο πάχος 1.40 μ. Κατάλοιπα παρόμοιου τείχους στο απέναντι άκρο της ακρόπολης, που παρακολουθήθηκε σε ένα μήκος περί τα 25 μέτρα, καταδεικνύουν, ότι υπήρχε περιφερικό τείχος. 
Το τείχος, σύμφωνα με τις ενδείξεις της κεραμεικής μπορεί να χρονολογηθεί στην Υστεροελλαδική Ι ή νωρίτερα, -1600. 
Κατά την εποχή του ανακτόρου, -1300, δεν φαίνεται να κατασκευάστηκε τείχος, εκτός και αν βρισκόταν χαμηλότερα, περιλαμβάνοντας και την Κάτω Πόλη.
Μία σειρά από τομές περιφεριακά, στην άκρη του πλατώματος του λόφου, αποκάλυψε σε πολλά σημεία μεγάλες πέτρες, που, πιθανόν, αποτελούσαν μέρος ενός περιφερικού τείχους, ίσως αμυντικού χαρακτήρα. Η κατάσταση δεν είναι πολύ σαφής, γιατί η διάβρωση στις απότομες πλευρές του λόφου έχει προκαλέσει πολλές καταστροφές.


Κάτω από το Ανάκτορο:

Κάτω από το δάπεδο του προθαλάμου της Αποθήκης, στο Δωμάτιο 104, σε δοκιμαστική τομή (1958) βρέθηκε ένας μεγάλος τοίχος. Στα βαθύτερα στρώματα κατά μήκος του τοίχου βρέθηκαν μια αιχμή βέλους, κομματάκια πυριτόλιθου, πολλά οστά ζώων και ΜΕ όστρακα. Ο τοίχος πρέπει πιθανώς να αναχθεί στη ΜΕ περίοδο. Από πάνω του βρέθηκαν πρώιμα και ύστερα Μυκηναϊκά όστρακα. Ίσως το χώμα συσσωρεύθηκε εκεί όταν κτιζόταν η αποθήκη του ΥΕ HIB ανακτόρου.
Σε μικρή δοκιμαστική τομή (1958) ανάμεσα στον ΝΔ τοίχο της Αποθήκης Οίνου και τον ΒΑ τοίχο του Κυρίως Κτιρίου, κατά μήκος του Δωματίου 27, βρέθηκαν ανάλογα με τα παραπάνω στρώματα, ανάμεικτα, με κεραμεική από Μυκηναϊκή IMA μέχρι Μεσοελλαδική.
Σε δοκιμαστικές τομές Κάτω από τον Διάδρομο 26 (1960) βρέθηκε μεγάλος τοίχος, που, ως προς την κατασκευή, μοιάζει με άλλους ΥΕ Ι. Στα βαθύτερα στρώματα της επίχωσης βρέθηκε σχεδόν αποκλειστικά Μεσοελλαδική κεραμεική, που περιελάμβανε αμαυρόχρωμα, χονδροειδή εγχάρακτα, αργεία και γκρι μινύεια.
Σε δοκιμαστικές τομές Κάτω από το Δάπεδο του Διαδρόμου 25 έγιναν δοκιμαστικές τομές (1957), στις οποίες δεν βρέθηκαν τοίχοι. Σε βάθος περί το 1.15μ. υπήρχαν ΥΕ Ι όστρακα και λίγα Μεσοελλαδικά, αλλά, κάτω από αυτό, και μέχρι το stereo, υπήρχε ένα σχεδόν καθαρό Μεσοελλαδικό στρώμα, στο οποίο αντιπροσωπεύονταν η γκρι μινύεια, η αμαυρόχρωμη και η χονδροειδής κεραμεική.
Έξω από τον ΒΔ τοίχο του Δωματίου 24, στο χαμηλότερο στρώμα μίας βαθειάς τομής (1955), βρέθηκε κεραμεική αμαυρόχρωμη, γκρι και μελανή μινύεια, μαζί με ποσότητες οστών ζώων.
Οι περαιτέρω έρευνες έδωσαν πάμπολλους αποσπασματικούς τοίχους, χωρίς, όμως, σαφή δάπεδα ή εισόδους ή σχηματισμούς δωματίων, έτσι που οι ανασκαφείς υπέθεσαν ότι πρόκειται μάλλον για τα υπόβαθρα πλίνθινων τοίχων. Πάντως, αναγνωρίσθηκαν οκτώ στρώματα, με όστρακα των Μεσοελλαδικών και όλων των Μυκηναϊκών περιόδων.

Η κάτω πόλη
Κάτω από την ακρόπολη, όπου βρισκόταν το ανάκτορο, έγιναν διερευνητικές τομές οι οποίες αποκάλυψαν άφθονα κατάλοιπα ενός αρκετά μεγάλου οικισμού, που θα μπορούσε να μπει στην κατηγορία του σημαντικού κέντρου. Οι τομές έγιναν προς τα Β, ΒΔ, ΝΔ και ΝΑ του λόφου του ανακτόρου.
Στην  βορειοδυτική κλιτύ της ακροπόλεως οι τομές εδώ αποκάλυψαν, ότι τα σπίτια της Κάτω Πόλης είχαν κτιστεί στην απότομη, σχεδόν κάθετη πλαγιά του λόφου. Στα ανώτερα στρώματα υπήρχαν τα κατάλοιπα των σπιτιών της ύστερης Μυκηναϊκής περιόδου, ενώ, στα κατώτερα στρώματα, υπήρχε άφθονη Μεσοελλαδική κεραμεική που μπορεί να θεωρηθεί, ότι χρονολογεί την αρχή του οικισμού.
Στα  νοτιοδυτικά (1959) αποκαλύφθηκαν πολλοί τοίχοι σε διαφορετικά επίπεδα και προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Στα χαμηλότερα τμήματα των τοίχων 14 και 15 βρέθηκαν μερικά κομμάτια μινυακής και πολλά κομμάτια αμαυρόχρωμης κεραμεικής, μαζί με πρώιμα μυκηναϊκά. 
Είναι φανερό, ότι η ΝΔ πλαγιά κάτω από την ακρόπολη κατοικείτο ήδη πριν το τέλος της Μεσοελλαδικής περιόδου.
Κάτω από την απότομη ΒΔ κλιτύ, κοντά στο ΒΑ άκρο της ακρόπολης, στο αλώνι Γ.Πετροπούλου ανασκάφηκε (1959) ένα στρώμα πολύ μαύρης γης, διαταραγμένο, που περιείχε μυκηναϊκά, αλλά και Γεωμετρικά όστρακα.
Δεξιά τοπογραφικό διάγραμμα του ανακτορικού λόφου του Εγκλιανού και της γύρω περιοχής (κατά Blegen 1973). Σημειώνονται, εκτός των άλλων, οι Θέσεις του Ανακτόρου του Νέστορος, του αναστηλωμένου Θολωτού Τάφου TV, του Θολωτού Τάφου Βαγενά ("Grave Circle"), των λαξευτών Θαλαμοειδών Τάφων (Ε 1-10, Κ1), καθώς και η κατεύθυνση προς τον Θολωτό Τάφο III (Κάτω Εγκλιανού).

Στα βόρεια της ακρόπολης ήρθαν στο φως τρεις τοίχοι σε διαφορετικά επίπεδα. Στο ψηλότερο στρώμα βρέθηκε ένα σπίτι ή δωμάτιο, πάνω στο δάπεδο του οποίου βρέθηκαν 85 όστρακα μη χαρακτηριστικά, αλλά Μεσοελλαδικής εποχής, γνωστά από τη Λέρνα της Περιόδου 5. Στο επόμενο, χαμηλότερο επίπεδο, αποκαλύφθηκε ένας καλά κτισμένος τοίχος, αλλά όχι δάπεδο. Κατά μήκος του τοίχου η κεραμεική ήταν αποκλειστικά Μεσοελλαδική.
 Το βαθύτερο και πρωιμότερο κτίσμα ήταν ένας τοίχος από μικρές πέτρες, που συνοδευόταν από όστρακα, που ήταν όλα πρώιμα Μεσοελλαδικά
Από αυτά τα ευρήματα γίνεται φανερό, ότι Κάτω Πόλη υπήρχε και γύρω από το ΒΑ άκρο της ακρόπολης, και, μάλιστα, από την αρχική περίοδο του οικισμού.

Α) Θολωτός Τάφος ΙΙΙ (Κάτω Εγκλιανού)


Ο τάφος αυτός είναι ορατός πλησίον μικρού παλαιού αγροτικού κτίσματος, 35 μ. περίπου
ΒΔ. του δρόμου Χώρας – Πύλου, σε σημείο το οποίο ευρίσκεται 1 χλμ. περίπου ΝΔ. του λόφου του Εγκλιανού. Απεκαλύφθη το έτος 1939 από την Elizabeth Pierce-Blegen και περιλαμβάνεται στον τρίτο τόμο της τελικής δημοσιεύσεως των ανασκαφών στην ευρύτερη περιοχή του Εγκλιανού. Ο τάφος έχει δρόμο μήκους 8,10 μ., είσοδο ύψους 3,10 μ. και ταφικό θάλαμο διαμέτρου 7,66 μ. Τα τοιχώματα του θαλάμου είχαν κατασκευασθεί με σχετικώς μικρές πέτρες, άλλες επίπεδες και άλλες ακανόνιστου σχήματος. Οι κατώτερες δύο σειρές είχαν ενισχυθεί με την χρήση μεγαλυτέρων και στοιχειωδώς τετραγωνισμένων λίθων.

Κάτω Εγκλιανός, Θολωτός Τάφος III. Δεξιά κάτοψη και τομή (κατά Blegen κ. ά. 1973).
Η θόλος του τάφου είχε καταρρεύσει και το περιεχόμενο του θαλάμου ανευρέθη πλήρως διαταραγμένο. Υπολογίζεται ότι περιείχε τουλάχιστον δέκα έξ (16) ταφές. 
Αν και συστηματικώς συλημένος, ο τάφος απέδωσε πολλά αξιόλογα ευρήματα, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται χρυσά κοσμήματα, τρίεδρος σφραγιδόλιθος από ίασπι και παραστάσεις λέοντος και αιγάγρου, ψήφοι και άλλα μικροαντικείμενα από φαγεντιανή και υαλόμαζα. Από την επίχωση της εισόδου προήλθαν ολίγα σχετικώς αντικείμενα, όπως θραύσματα χρυσού φύλλου και ρόδακος, χάλκινη περόνη, τμήμα αιχμής βέλους, πήλινο σφονδύλιον και όστρακα, μεταξύ των οποίων και μερικά της πρώϊμης μυκηναϊκής εποχής.
Στρωματογραφική διάκριση δεν ήταν δυνατόν να επιτευχθεί εξ αιτίας της διαταράξεως της επιχώσεως, εκτός ίσως από το γεγονός ότι στο κατώτατο στρώμα ανευρέθησαν μερικά όστρακα της ΥΕ ΙΙ περιόδου.
Η χρονική περίοδος ανεγέρσεως και αρχικής χρήσεως του τάφου δύναται να προσδιορισθεί, επί τη βάσει της κεραμεικής, η οποία ανευρέθη στο δάπεδο της θόλου και η οποία χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙ περίοδο. Οι ανασκαφείς αναφέρουν ότι τα συγκεκριμένα θραύσματα ήταν διακοσμημένα με τον «Ανακτορικό Ρυθμό», δηλαδή ανήκαν στην ΥΕ ΙΙΑ φάση. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στην διαπίστωση, ότι εάν τα αγγεία αυτά δεν αποτελούσαν αντικείμενα, τα οποία μεταβιβάζονταν από γενεά σε γενεά και επομένως δεν αποτέθηκαν στον τάφο σε μία μεταγενέστερη φάση ως είδος κληρονομιάς, τότε ο θολωτός τάφος πρέπει να κτίσθηκε και να χρησιμοποιήθηκε για ταφές ήδη από τα μέσα του -15 ου αι.
Άλλα διάσπαρτα γραπτά όστρακα ανήκαν σε μεταγενέστερη περίοδο, στην ΥΕ ΙΙΙΑ και ΥΕ ΙΙΙΒ.

Κάτω Εγκλιανός, Θολωτός Τάφος III. Σφραγίδα από ίασπι με τρεις όψεις και παραστάσεις λέοντα και αγριοκάτσικου (κατά Blegen κ.ά. 1973, σχέδιο του Ε.Gillieron). Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Γίνεται επομένως φανερό, ότι η έναρξη χρήσεως του τάφου τοποθετείται μεταξύ του -1500 και -1450 και η χρήση του συνεχίζεται έως τα μέσα ή τα τέλη του -13ου αι., δηλαδή έως την εποχή καταστροφής του ανακτόρου του Επάνω Εγκλιανού, στα τέλη της ΥΕ ΙΙΙΒ φάσεως. 


Β) Θολωτός τάφος IV (Επάνω Εγκλιανού)


Ο τάφος αυτός ευρίσκεται σε απόσταση 145μ. περίπου ΒΑ του Ανακτόρου, 70μ. περίπου από τον λόφο, στην άκρη ελαιώνα. Ερευνήθηκε το 1953 και δημοσιεύθηκε το από τον Λόρδο William Taylour.
Η θόλος του είχε καταπέσει, αλλά αναστηλώθηκε το 1957, από την Διεύθυνση Αναστηλώσεως του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας. 
Ο δρόμος του έχει μήκος 10,50 μ. και πλάτος 4,40 μ. Το στόμιό του έχει ύψος 4,55 μ. και βάθος 4,62 μ. και η διάμετρος του θαλάμου του είναι 9,35 μ. Το ύψος της θόλου υπολογίζεται ότι ήταν περίπου το ίδιο με την διάμετρό της.




Στο δάπεδο του θαλάμου αποκαλύφθηκε μεγάλος ημικυκλικός λάκκος προορισμένος για ταφές (ανακομιδές) καθώς και κιβωτιόσχημος τάφος, κτισμένος από πωρόλιθους. Υπολογίζεται ότι στον θάλαμο είχαν ενταφιασθεί τουλάχιστον δέκα επτά (17) άτομα. Ο ταφικός θάλαμος είχε συληθεί ήδη κατά την αρχαιότητα και για τον λόγο αυτό τα πάντα στο εσωτερικό του ευρέθησαν αναμοχλευμένα.

Τα πολυάριθμα πολύτιμα αντικείμενα, τα οποία διασώθηκαν από τον τάφο μαρτυρούν τον αρχικό πλούτο του. Περιλαμβάνουν σημαντικό αριθμό κοσμημάτων και άλλων αντικειμένων από χρυσό, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν την εποχή των λακκοειδών τάφων των Μυκηνών και την επομένη πρώϊμη μυκηναϊκή περίοδο. 
Ιδιαιτέρως, μνημονεύομε τέσσαρες χρυσές γλαύκες, χρυσή σφραγίδα με παράσταση πτερωτού γρύπα εμβληματικού χαρακτήρα και χρυσό σφραγιστικό δακτυλίδι με λατρευτική σκηνή σε ιερό κορυφής μινωικού τύπου


Οι περίφημες χρυσές Γλαύκες. Ίδιες Γλαύκες της ίδιας χρονικής περιόδου, -16ος αι., βρέθηκαν στην Περιστεριά και τον Κακόβατο. Ο Σ. Μαρινάτος εξέφρασε την άποψη ότι αποτελούσαν έμβλημα του Βασιλείου του Νέστορα
Το τελευταίο εύρημα αποτελεί αναμφισβητήτως, μινωική εισαγωγή. Επίσης, δύο λίθινοι λύχνοι πιθανόν της ΥΜ Ι εποχής, αποτελούν σαφώς μινωικές εισαγωγές.
Ανευρέθησαν, επί πλέον, τέσσαρες σφραγιδόλιθοι, εκατοντάδες ψήφοι από αμέθυστο και ήλεκτρο, όπως επίσης και πλήθος μικροαντικειμένων από διάφορα υλικά. Η ύπαρξη κατεργασμένων χαυλίων κάπρου προερχομένων από οδοντόφρακτο κράνος, καθώς και η ανεύρεση αιχμών βελών και τμημάτων χάλκινου ξίφους υποδηλώνουν την ταφή ενός τουλάχιστον σημαντικού πολεμιστή.

χρυσή σφραγίδα με παράσταση πτερωτού γρύπα 
Στο ΝΔ. τμήμα του θαλάμου, προσεγγίζοντας τον φυσικό βράχο,αποκαλύφθηκαν θραύσματα διώτου ωοειδούς πιθαμφορέα με διακόσμηση ταινιών σε ελαφρώς στιλπνή βαφή. Ο ανασκαφέας χρονολόγησε το αγγείο αυτό στην μεταβατική ΜΕ/ΥΕ Ι περίοδο και αναλόγως υποστήριξε ότι η ανέγερση του τάφου πραγματοποιήθηκε επίσης την ίδια μεταβατική περίοδο, συμπληρώνοντας ότι πρέπει να ήταν σε χρήση τουλάχιστον για ακόμη διακόσια πεντήκοντα (250) έτη μετά την ανέγερσή του. Από την επίχωση του δρόμου, του στομίου και του θαλάμου προήλθε κεραμεική ανάμεικτου χαρακτήρα, ανάμεσα στην οποία σημαντική ποσότητα ΜΕ κεραμεικής, μινυακής, αμαυρόχρωμης και εγχάρακτης, καθώς και όστρακα της ΥΕ Ι έως ΥΕ ΙΙΙ περιόδου. Η ύπαρξη ΜΕ κεραμεικής αποδόθηκε από τον ανασκαφέα στο γεγονός ότι για την εξωτερική στήριξη της θόλου, δηλαδή τον σχηματισμό περιβάλλοντος τύμβου, χρησιμοποιήθηκε υλικό από προγενέστερο παρακείμενο οικισμό.

Η χρονική περίοδος ανεγέρσεως του τάφου τοποθετείται από ωρισμένους μελετητές στην έναρξη της ΥΕ Ι, -1600, περιόδου ή αλλιώς, ότι ο τάφος ήταν σε χρήση ήδη πριν το τέλος της ΥΕ Ι. 
 Επάνω Εγκλιανός, Θολωτός Τάφος IV.
Σχέδιο αποτυπώματος σφραγίδας από αμέθυστο:
Ανδρας εναντίον λέαινας, Blegen  1973, σχέδιο Piet de Jong

O Pelon, επί τη βάσει αρχιτεκτονικών μορφολογικών χαρακτηριστικών, μεταθέτει την κατασκευή του τάφου στην ΥΕ ΙΙ περίοδο. Το βέβαιον πάντως είναι ότι ο τάφος ήταν σε χρήση κατά την ΥΕ ΙΙ περίοδο, κρίνοντας από την ανεύρεση θραυσμάτων ανακτορικού ρυθμού στον δρόμο και τον θάλαμο, ενώ ταφές πραγματοποιήθηκαν στο εσωτερικό του μέχρι και τα μέσα της ΥΕ ΙΙΙ περιόδου.

Σε τομές που έγιναν περαιτέρω προς τα ΒΑ μέχρι τον θολωτό τάφο IV, δεν βρέθηκαν ίχνη οικιών, ή άλλων κτιρίων.
 Γύρω από τον τάφο βρέθηκαν σκορπισμένες κύλικες, που μάλλον έχουν να κάνουν με τα ταφικά έθιμα.


Γ) Θολωτός τάφος V ή Θολωτός τάφος Βαγενά (“Ταφικός κύκλος”)

Ο τάφος αυτός ευρίσκεται σε απόσταση περ. 145μ. νοτίως του λόφου του Εγκλιανού, στο αλώνι Βαγενά. Από τον τάφο είχε διατηρηθεί μόνον τόξο της περιφέρειας του θαλάμου του (διαμ. περ. 5,50μ.), το οποίο αποτελείτο από καμπύλο τοίχο θεμελίωσης. Η θεμελίωσις εσχημάτιζε σχεδόν ημικύκλιο και είχε κτισθεί από μικρούς πλακωτούς λίθους σε μία ή δύο σειρές.
Στην προκαταρκτική έκθεση η κατασκευή αυτή αναφέρεται ως θολωτός τάφος. Παρά το γεγονός αυτό, με την πρόοδο της ανασκαφής, σειρά διαπιστώσεων οδήγησε τον Lord William Taylour στην αναθεώρηση της αρχικής του απόψεως.
Τα στοιχεία αυτά ήταν τα εξής: 
1) η παντελής απουσία δρόμου και στομίου (εισόδου), 
2) οι ελάχιστες ενδείξεις για την παρουσία ανωδομής ή θόλου, καθώς οι λίθοι, οι οποίοι σώζονταν, δεν επαρκούσαν για την ανασύσταση πλήρους θόλου, 
3) τα λεπτότατα τοιχώματα της θεμελιώσεως, τα οποία δεν ήταν ικανά, κατά την άποψή του, να στηρίξουν την ανωδομή θόλου, 
4) η ύπαρξη πίθων για ταφές, η χρήση των οποίων αν και συχνή στους ΜΕ τύμβους, δεν συνηθιζόταν στους θολωτούς τάφους της πρώτης περιόδου.
Επί τη βάσει των ανωτέρω στοιχείων, στην τελική δημοσίευση το μνημείο αναφέρεται ως «ταφικός κύκλος» («Grave cirlce»).
Ο Dickinson, αρχικώς, κάνει λόγο για έναν «πρωτο-θόλο», καθώς η κατασκευή αυτή δεν ηδύνατο να είναι τύμβος, σίγουρα όμως ούτε και κανονικός θολωτός τάφος. Ο ίδιος, επανερχόμενος στο θέμα, θεωρεί ότι το μνημείο αυτό ανήκει σε μεγάλη κατηγορία «ασυνήθιστων» Μεσσηνιακών τάφων, οι οποίοι ίσως να έχουν σχέση τόσο με τους θολωτούς τάφους, όσο και με τους τύμβους, και ίσως θα ήταν δυνατόν να θεωρηθούν ως πιθανές απομιμήσεις των θολωτών τάφων ή ακόμα ως στάδια της εξέλιξής τους.


Θολωτός τάφος V: Αριστερά: Ρομφόστομη πρόχους (Υδατογραφία Piet de Jong)
Δεξιά: Περιδέραιο από υαλόμαζα, -1500/ -1400 Περιδέραιο αποτελούμενο από επτά μικρά οκτώσχημα στελέχη-χάντρες και από ένα κεντρικό μεγαλύτερο κυκλικό. Eίναι φιλοτεχνημένο με χρήση των μεθόδων της εγχάραξης και φέρει έκτυπη διακόσμηση ενώ αποτελείται από σπάνιο και εξωτικό υλικό, υαλόμαζα, και υποδεικνύει ότι η ιδιοκτήτριά του ανήκε στην ανώτερη τάξη. Το κεντρικό στέλεχος σώζεται ακέραιο, από τα πλευρικά οκτώσχημα στελέχη λείπει τουλάχιστον ένα. Ενδέχεται το περιδέραιο να ήταν επικαλυμμένο με φύλλο χρυσού, σύμφωνα με μια τεχνική που αναπτύχθηκε στην ΥΕ περίοδο


Σύμφωνα με τους Κορρέ και Pelon, το μνημείο αποτελεί πρώιμη μορφή θόλου. Μάλιστα ο Κορρές διατυπώνει αναλυτικώς επιχειρήματα, με τα οποία αποκρούει τις ανωτέρω διαπιστώσεις του Taylour, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το μνημείο εντάσσεται στην κατηγορία των θολωτών τάφων. Τα επιχειρήματα αυτά είναι τα εξής:

1) Είναι γνωστά παραδείγματα ταφών σε πίθους εντός θολωτών τάφων στην περιοχή της Μεσσηνίας, ως αναβίωση παλαιοτέρας ΜΕ παραδόσεως. Οι τάφοι αυτοί χρονολογούνται από τα τέλη της ΜΕ εποχής, όταν κτίζεται και ο συγκεκριμένος θολωτός τάφος Βαγενά, ενώ η χρήσις πίθων στο εσωτερικό τους διαρκεί έως την ΥΕ ΙΙ περίοδο, όπως συμβαίνει, επί παραδείγματι, στον Νότιο θολωτό τάφο 1 της Περιστεριάς, όπου έχομε τρεις ταφικούς πίθους της ΥΕ ΙΙ περιόδου, για ανακομιδές.
2) Η απουσία επαρκούς ποσότητας λίθων για την ανασύσταση της ανωδομής της θόλου, δύναται να αιτιολογηθεί από το γεγονός ότι παλαιότερα οι ντόπιοι απεμάκρυναν πλήθος λίθων, προερχόμενων προφανώς από την θόλο, η οποία είχε καταρρεύσει, τους οποίους χρησιμοποίησαν για την κατασκευή παρακείμενου αγροτικού οικίσκου. Ακόμη και ο ίδιος ο ανασκαφέας αναφέρει ότι πολλοί λίθοι είχαν μετακινηθεί από την περιοχή.
3) Η ύπαρξη λεπτών τοιχωμάτων στα θεμέλια παρατηρείται και σε άλλους θολωτούς τάφους της υστάτης ΜΕ και πρώιμης ΥΕ εποχής, στην Μεσσηνία.
4) Εξ αιτίας των μικρών του διαστάσεων, ο τάφος αυτός δεν είναι δυνατόν να συγκριθεί προς τους ταφικούς κύκλους με περίβολο.
5) Σημαντική εξ’ άλλου είναι η παρατήρησις ότι οι λίθοι του σωζομένου ημικυκλίου του τάφου έχουν τοποθετηθεί κατά τρόπον ώστε η «κυρία όψις» τους να είναι στραμμένη προς το εσωτερικό του κύκλου και έτσι η εσωτερική, ομαλή πρόσοψή τους να σχηματίζει συνεχόμενη γραμμή. Μία τέτοια τοποθέτηση είναι αναμενόμενη στους θολωτούς τάφους.

Τέλος, και ο ίδιος ο ανασκαφέας του τάφου, Λόρδος William Taylour είχε αναθεωρήσει την άποψή του περί ταφικού κύκλου και έτσι σε μεταγενέστερη δημοσίευση αναγνώρισε το μνημείο αυτό ως θολωτό τάφο.

Άνω Εγκλιανός: Θολωτός τάφος V (Βαγγενά): Αριστερά: Τρίωτος πιθαμφορεύς. Μέσον: Πίθος με προχόη Δεξιά: Πεπιεσμένη πρόχους

Ο θολωτός τάφος Βαγενά περιείχε σειρά ταφών, από τις οποίες οι περισσότερες είναι ανακομιδές, σε λάκκους και σε τέσσαρες μεγάλους πίθους, εκ των οποίων ο ένας, ο οποίοςφέρει προχοή, θεωρείται μινωικής εμπνεύσεως, αν όχι προελεύσεως, ενώ οι υπόλοιποι τρεις είναι τοπικής κατασκευής. Οι δύο πίθοι με το ωοειδές-κωνικό σώμα χρονολογούνται στα τέλη της ΜΕ εποχής ή την μεταβατική ΜΕ/ΥΕ Ι περίοδο. Ο μινωικής έμπνευσης ταφικός πίθος χρονολογείται πιθανώτατα στην ΥΕ Ι/ΥΜ ΙΑ περίοδο, ενώ ο πιθαμφορέας ανακτορικού ρυθμού, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε σε δευτέρα φάση, επίσης για ταφή, ανήκει στην ΥΕ ΙΙΑ περίοδο. Οι πρωιμώτερες ταφές σε αυτόν τον τάφο θεωρούνται ότι είναι σύγχρονες με τους πρωιμώτερους λακκοειδείς τάφους του Ταφικού κύκλου Α των Μυκηνών. Σύμφωνα με τον Κορρέ, ο τάφος χρησιμοποιήθηκε από το -1650/ -1630 έως το -1400 περίπου, δηλαδή από τα τέλη της ΜΕ εποχής έως και την ΥΕ ΙΙΒ φάση, ως οικογενειακός τάφος για είκοσι επτά (27) ταφές.

Πολυάριθμα ήταν τα ευρήματα του τάφου, όπως χρυσά και ασημένια κοσμήματα, χρυσό διάδημα, τεμάχια, θεωρούμενου ατυχώς, ασημένιου κυπέλλου, χάλκινα ξίφη και εγχειρίδια, χάλκινο κάτοπτρο, χάλκινοι λέβητες, χάλκινοι δίσκοι ζυγού (ψυχοστασίας), ψήφοι από αμέθυστο και ήλεκτρο, σφραγιδόλιθοι, πήλινο γυναικείο ειδώλιο (κουροτρόφος), ίσως από τα πρωϊμώτερα γνωστά, ελεφάντινες περόνες, αιχμές βελών από πυριτόλιθο και τρεις ακέραιοι κατειργασμένοι χαύλιοι κάπρου από οδοντόφρακτο κράνος.
Δεξιά: Μικρός χάλκινος ζυγός από τον θολωτό τάφο Βαγενά. Ενδέχεται να τοποθετήθηκε στον τάφο εν είδει ζυγού ψυχοστασίας, που ζύγιζε τις πράξεις του νεκρού
Άνω Εγκλιανός: Θολωτός τάφος V (Βαγγενά) Αριστερά: Ασκός. Μέσον: Ημισφαιρικός κύαθος. Δεξιά: Κυλινδρικός κύαθος
Χάλκινο “κεκαμμένο” ξίφος, -1300/ -1240.  Κτέρισμα  Τάφου Βαγενά.
Xάλκινo ξίφoς από μια ομάδα ομοειδών αντικειμένων, που φέρουν διακόσμηση, η οποία συνίσταται σε έκτυπα και εμπίεστα μοτίβα σπειρών, κοίλων και κυρτών γραμμών. Το συγκεκριμένο φέρει σπειροειδή διακόσμηση. Όλα αυτά τα εντυπωσιακά ξίφη βρέθηκαν “κεκαμμένα”, δηλαδή σκοπίμως κυρτωμένα και συνεπώς αχρηστευμένα, εφόσον ο κύριος τους πλέον δεν βρισκόταν εν ζωή και δεν θα μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει. Πρόκειται για διαδεδομένο ταφικό έθιμο που απαντά στην περίοδο αυτή αλλά και σε μεταγενέστερες εποχές σε πολλές θέσεις της ηπειρωτικής και νησιωτικής χώρας.


Το νεκροταφείο των μυκηναϊκών χρόνων επισημάνθηκε 250-500μ. Δ. – ΝΔ. του ανακτόρου. Εντοπίσθηκαν ίχνη δέκα τριών (13) δρόμων θαλαμωτών τάφων ενώ δειγματοληπτικώς, ανεσκάφησαν οκτώ θαλαμωτοί τάφοι, λαξευμένοι σε ασβεστολιθικό πέτρωμα.

Όλοι οι θαλαμωτοί τάφοι είχαν το στόμιον προς Νότον. Χρησιμοποιήθηκαν ως οικογενειακοί, από την ΥΕ ΙΙΑ έως την ΥΕ ΙΙΙΒ ή πιθανόν τις αρχές της ΥΕ ΙΙΙΓ φάσεως και κάθε φορά τοιχιζόταν το στόμιο, αφού πρώτα γεμιζόταν με χώμα ο δρόμος. Στον ταφικό θάλαμο οι ταφές γίνονταν εκτάδην και οι ανακομιδές, με σκοπό την δημιουργία χώρου για μεταγενέστερες ταφές, είτε γίνονταν στο δάπεδο, είτε σε ειδικές κόγχες και λάκκους. Όλοι οι τάφοι ήταν σχετικώς πτωχοί σε κτερίσματα.




Άνω Εγκλιανός
Αριστερά ένας εκ των 13 θαλαμωτών τάφων της Κάτω πόλης

Δεξιά, θαλαμοειδής Τάφος Κ-1. Κάτοψη του θαλάμου με τα υπολείμματα των ταφών και τα αγγεία (κατά Blegen κ.ά. 1973).











Θαλαμωτός Τάφος Ε-8 (τάφος Τσάκαλη)


Είναι ένας από τους πολλούς τάφους όμοιου τύπου, οι οποίοι αποκαλύφθηκαν σε ελαιώνα στην ΒΔ. πλευρά του λόφου Τσάκαλη. Συγκεκριμένως, ο τάφος Ε-8, ο οποίος έχει και τον μεγαλύτερο δρόμο από όλους τους άλλους, ευρίσκεται περίπου 16 μ. δυτικώς του τάφου Ε-6.
Ο δρόμος του τάφου έχει μήκος 7 μ. και κατεύθυνση από νότια προς βόρεια, ενώ το πλάτος του ποικίλλει από 1,36 μ. στα νότια έως 1,67 μ. στα βόρεια. Το συνολικό ύψος του στομίου είναι 1,95 μ., το πλάτος του από 0,87 έως 1,25 μ. και το βάθος του 1 μ. Ο θάλαμος, περίπου ωοειδούς κάτοψης, έχει διαστάσεις 3,50 μ. από νότια προς βόρεια και 3,75 μ. από ανατολικά προς δυτικά.
Η ανευρεθείσα κεραμεική αντιπροσωπεύει, σύμφωνα με τον ανασκαφέα W.P.Donovan, σχεδόν όλες τις φάσεις της ΥΕ περιόδου, από την ΥΕ Ι έως την πρώιμη ΥΕ ΙΙΙΓ1. Επί τη βάσει των κεραμεικών ευρημάτων, ο τάφος παρουσιάζει την πλέον μακρόχρονη χρήση σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους θαλαμωτούς τάφους της περιοχής. 
Δεξιά: Κωνικό Ρυτό από τον θαλαμωτό τάφο 8
Επίσης, κατά την διάρκεια της χρήσης του δεν παρατηρείται διαφοροποίηση ως προς τον τρόπο ταφής, καθώς οι πρωϊμώτερες ταφές έχουν πραγματοποιηθεί με τον ίδιο τρόπο, όπως και οι μεταγενέστερες. Τα κτερίσματα, όπως και στους άλλους θαλαμωτούς, ήταν περιωρισμένα, τόσο σε ποσότητα, όσο και σε πλούτο. Ανευρέθησαν χάλκινα εγχειρίδια, ψήφοι υαλόμαζας και πήλινα σφονδύλια.

Τάφος Τσάκαλη: Σύνολο από αγνύθες και σφονδύλια. Η υφαντουργία αποτελεί μία από τις σημαντικές εκφάνσεις της καθημερινής ζωής των γυναικών στην Εποχή του Χαλκού και μάλιστα ήταν και μέρος της παραγωγής του ανακτόρου. -14ος αιώνας.

Άνω Εγκλιανός, θαλαμωτός τάφος 8 (Τσάκαλη): Αριστερά ψευδόστομος αμφορέας. Μέσον: Κύπελλο "Κεφτί". Δεξιά: ψευδόστομος αμφορέας

Θαλαμοειδής τάφος 6, Τσάκαλη

Θήλαστρο- Μικρός ασκός Πιθανότατα τοπικό εργαστήριο -1400/ -1200. Κτέρισμα Θαλαμοειδής τάφος 6, Τσάκαλη, Άνω Εγκλιανός. Κεραμεικό θήλαστρο ακέραια σωζόμενο. Το σώμα του είναι σφαιρικό πεπιεσμένο και καταλήγει σε δακτυλιόσχημη βάση. Φέρει τοξωτή λαβή κάθετη στο χείλος (κατά τη διάμετρο) και κυλινδρική προχοή στο ύψος του ώμου. Ο λαιμός και η προχοή είναι ολόβαφα, ενώ στο κάτω τμήμα του σώματος και στη λαβή φέρει διακόσμηση από επάλληλες οριζόντιες γραμμές με κοκκινωπό χρώμα. Περιμετρικά του λαιμού σχηματίζεται διάκοσμος από κυματοειδές μοτίβο.



Θολωτός Τάφος Κοκκέβη
Μικρός, κατεστραμμένος πλέον, θολωτός τάφος κτήματος Ιωάννη Κοκκέβη σε απόσταση 3 χλμ. περίπου νοτίως του ανακτορικού λόφου.

Σκυφοειδής κρατήρας, ημισφαιρικού σώματος με υποτυπώδες πόδι και παχύ επίπεδο χείλος, που φέρει ταινιόσχημες λαβές στο ύψος του ώμου. Πρόκειται για το πιο αξιόλογο εύρημα κεραμεικής ΥΕ ΙΙΙ Γ στο δρόμου του τάφου Κοκκέβη. Εσωτερικά είναι μονόχρωμο, ενώ εξωτερικά φέρει διάκοσμο από μαυροκάστανη βαφή, που όμως δύσκολα ερμηνεύεται. Απεικονίζεται παράσταση αφηγηματικού χαρακτήρα, ίσως μία σκηνή κυνηγιού, καθώς διακρίνονται ζώα όπως αρσενικό ελάφι, λιοντάρι(;) και δύο σκύλοι να τα κυνηγούν. Αποδίδεται επίσης, ένας κυνηγός που φέρει περικεφαλαία πανομοιότυπη με αυτές που εικονίζονται στον «Κρατήρα των Πολεμιστών» από την Ακρόπολη των Μυκηνών.


Χάλκινο αγγείο με κοκκιδωτή διακόσμηση Υστεροελλαδική ΙΙΙ Β-Γ (-1.200/ -1.100) Κτέρισμα Θολωτός Τάφος Κοκκέβη. Στη ΝΔ γωνία του θαλάμου του θολωτού τάφου Κοκκέβη βρέθηκε αυτό το ρηχό χάλκινο αγγείο με τρεις χάλκινες λαβές παραλληλόγραμμης διατομής φιλοτεχνημένες από σύρμα σε συστροφή. Το αγγείο εμφανίζει λεπτεπίλεπτη διακόσμηση με έκτυπα και εγχάρακτα σχέδια: το κέντρο του διακοσμείται από ρόδακα με 6 φύλα, έκτυπο από την πίσω πλευρά και το υπόλοιπο σώμα του αγγείου έχει κοκκιδωτή διακόσμηση, με 3 ταινίες ακόσμητες ή με κύκλους μεταξύ ρόδακα και χείλους. Το χείλος φέρει ασυνήθιστη διακόσμηση: εμφανίζονται επιμήκεις διπλές σπείρες σε μορφή S που ακολουθούν η μια την άλλη σε όλο το χείλος, κάποιες σε αντιθετικό μοτίβο. Δεν υπάρχει κάποιο Μυκηναϊκό παράλληλο, μόνο ο ρόδακας. Το επαναλαμβανόμενο μοτίβο στο χείλος απαντά στην Κω και ανήκει στην ΥΕ ΙΙΙ Γ περίοδο. Παραδείγματα συστροφής ταινιών χαλκού εμφανίζονται και στην Κρήτη

Τάφος Κ- 2, Γιάννη Κοκκέβη

Πήλινο κύπελλο με πόδι Πιθανώς τοπικό εργαστήριο, -1200/ -1100 π.Χ. Τάφος Κ- 2, Γιάννη Κοκκέβη. Κύπελλο με πόδι με οριζόντιες κυλινδρικές λαβές που εκφύονται λίγο κάτω από το χείλος. Το κωνικό σώμα φέρει γραπτή διακόσμηση λευκού χρώματος σε ερυθρωπό βάθος. Το χείλος κοσμείται με πέντε δέσμες λευκών κάθετων (ως προς τη διατομή του χείλους) γραμμιδίων που οργανώνονται περιμετρικά του σκεύους. Στο εσωτερικό η διακόσμηση αποτελείται από ζεύγη ομόκεντρων κυκλικών γραμμών διαφορετικής ακτίνας, τα οποία διαμορφώνουν μία φαρδιά ζώνη με δικτυωτό κόσμημα περίπου στο μέσον του αγγείου. Στον τάφο K-2 αποκαλύφθηκαν δεκατρείς ταφές και είκοσι-έξι κεραμεικά. Ο τάφος ήταν σε διαρκή χρήση κατά τη διάρκεια του β’ μισού της ΥΕ ΙΙΙ Β και ολόκληρης της ΥΕ ΙΙΙ Γ.


Βιβλιογραφία και πηγές
Pylos Regional Archaelogical Project, DERIZIOTSI ALONI: A SMALL BRONZE AGE SITE IN MESSENIA
Μαρία Αντωνίου: "Οι σχέσεις της ΝΔ Πελοποννήσου με την Μινωϊκή Κρήτη"
Ιστότοπος: Δήμου Πύλου Νέστορος




Τετάρτη 24 Ιουνίου 2015

Ίκλαινα: Σημαντικό Μυκηναϊκό κέντρο της Μεσσηνίας

Τοποθετημένη σε στρατηγική θέση και έχοντας μια πανοραμική άποψη του Ιονίου, η Ίκλαινα εμφανίζεται να είναι μία από της σημαντικότερες πρωτεύουσες της περιοχής την Εποχή του Χαλκού, και αναφέρεται ακόμη και στα βασιλικά αρχεία της Πύλου, τα οποία είναι γραμμένα σε γραμμική Β.
Στην Ίκλαινα ανακαλύφθηκε, το καλοκαίρι του 2010, πήλινη πινακίδα με πρώιμη γραμμική Β'. Η πινακίδα θεωρείται η αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικης Β' στην Ευρώπη και χρονολογείται πριν απο 3.500 χρόνια.


Η Ίκλαινα είναι ένα ιστορικό χωριό στο Δήμο Πύλου του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται περίπου 14 χλμ βόρειοανατολικά της σύγχρονης πόλης της Πύλου και 2 χλμ Νοτιοανατολικά της εθνικής Πύργου - Κυπαρισσίας - Πύλου -Μεθώνης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 190 μέτρων.
Στην περιοχή έχουν παρουσιαστεί στο φως σημαντικά αρχαιολογικά υπολείμματα της Εποχής του Χαλκού, περίπου -1600/ -1100, μέσω των ανασκαφών και της επιφανειακής έρευνας από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και το πανεπιστήμιο του Μισσούρι-ST Louis υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Μιχάλη Κοσμόπουλου. 
 Τοποθετημένη σε στρατηγική θέση και έχοντας μια πανοραμική άποψη του Ιονίου, η Ίκλαινα εμφανίζεται να είναι μία από της σημαντικότερες πρωτεύουσες της περιοχής την Εποχή του Χαλκού, και αναφέρεται ακόμη και στα βασιλικά αρχεία της Πύλου, τα οποία είναι γραμμένα σε γραμμική Β.
Στην περιοχή ανακαλύφθηκε, το καλοκαίρι του 2010, πήλινη πινακίδα με πρώιμη γραμμική Β'. Η πινακίδα θεωρείται η αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικης Β' στην Ευρώπη και χρονολογείται πριν απο 3.500 χρόνια.


Η περιοχή φαίνεται να ήταν ένα μεγάλο κέντρο εμπορίου στο οποίο άκμασε η επεξεργασία κ το εμπόριο του χαλκού. Άλλες περίοδοι, από τις οποίες έχουν ανασκαφεί ευρήματα, είναι τα τέλη της Κλασικής εποχής και τα Βυζαντινά χρόνια.
Σήμερα το ομώνυμο χωριό βρίσκεται στο υψίπεδο μιας δύσβατης κοιλάδας, περιτριγυρισμένο από βουνά καλυμμένα από πυκνό ελαιόδασος. Στη μια άκρη του βρίσκεται η εκκλησία και το δημοτικό σχολείο, το οποίο έχει σταματήσει να λειτουργεί. Λέγεται ότι πήρε το όνομά της από την κόρη του βασιλιά Νέστορα, Νίγκλαινας, η οποία είχε τα λουτρά της στην περιοχή. Με την πάροδο των χρόνων το όνομα από Νίγκλαινα έγινε Ίκλαινα και είναι από τα λίγα χωριά της περιοχής που διατήρησαν το όνομά τους επί τουρκοκρατίας. και Ελληνοπρεπές.


Βρέθηκε στην Ίκλαινα η αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικής Β΄
Στην Ελλάδα η αρχαιότερη αναγνώσιμη γραφή της Ευρώπης Πήλινη πινακίδα που βρέθηκε στην Ελλάδα φέρει το παλαιότερο αναγνώσιμο κείμενο στην Ευρώπη.
Θεωρούμενη ως “μαγική ή μυστηριώδης” στην εποχή της, η γραφή στην πινακίδα αυτή επιβίωσε μόνο και μόνο επειδή πήρε φωτιά ένας σωρός σκουπίδια περίπου 3.500 χρόνια πριν, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Η πινακίδα, η οποία ανακαλύφθηκε σε έναν ελαιώνα στην περιοχή που τώρα βρίσκεται το χωριό Ίκλαινα, δημιουργήθηκε από μυκηναίο γραφέα που μιλούσε την ελληνική γλώσσα, μεταξύ του -1450 και -1350, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους. Οι Μυκηναίοι, οι οποίοι έγιναν θρύλος εν μέρει από την Ιλιάδα του Ομήρου, κυριάρχησαν μεγάλο μέρος της Ελλάδας από το -1600 έως το -1100.
Μέχρι σήμερα, οι ανασκαφές στην Ίκλαινα έφεραν στο φως ένα πρώιμο μυκηναϊκό ανάκτορο, με γιγάντιους αναλημματικούς τοίχους, τοιχογραφίες, καθώς και ένα εκπληκτικά προηγμένο αποχετευτικό σύστημα, σύμφωνα με τον διευθύνοντα των ανασκαφών, Μιχάλη Κοσμόπουλο καθηγητή αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο St.Louis του Μιζούρι. Ωστόσο, η πινακίδα που βρέθηκε το περασμένο καλοκαίρι, αποτελεί τη μεγαλύτερη έκπληξη του πολυετούς προγράμματος, είπε ο κ. Κοσμόπουλος και συνέχισε:
“Σύμφωνα με όσα γνωρίζαμε, η πινακίδα αυτή δεν θα έπρεπε να βρίσκεται εκεί. Πρώτον, διότι οι μυκηναϊκές πινακίδες δεν θεωρούνταν ότι είχαν δημιουργηθεί τόσο νωρίς. Δεύτερον, μέχρι τώρα, επιγραφές είχαν βρεθεί μόνο σε ελάχιστα μεγάλα παλάτια, συμπεριλαμβανομένης και της προηγούμενης επιγραφής που κατείχε το ρεκόρ, και η οποία βρέθηκε στα ερείπια παλατιού σε αυτό που ήταν η πόλη των Μυκηνών. Αν και ο αρχαιολογικός τόπος της Ίκλαινας είχε να επιδείξει ένα παλάτι κατά την πρώιμη Μυκηναϊκή εποχή, την περίοδο που δημιουργήθηκε η πινακίδα ο οικισμός είχε καταστεί ένας μικρός δορυφόρος της πόλης της Πύλου, έδρα του βασιλιά Νέστορα, βασικού χαρακτήρα της Ιλιάδας. Πρόκειται για μια σπάνια περίπτωση όπου η αρχαιολογία συναντά τα αρχαία κείμενα και την ελληνική μυθολογία.”



Η πινακίδα διατηρήθηκε από τη φωτιά

Οι σημάνσεις επί του θραύσματος της πινακίδας – η οποία έχει ύψος περίπου 1 ίντσα (2,5 εκατοστά) και 1,5 ίντσα (4 εκατοστά) πλάτος – αποτελούν πρώιμα δείγματα του συστήματος γραφής που είναι γνωστό ως Γραμμική Β. Χρησιμοποιούμενη για μια πολύ αρχαία μορφή της ελληνικής, η Γραμμική Β αποτελείτο από περίπου 87 σημεία, που το κάθε ένα αντιπροσώπευε μία συλλαβή. Οι Μυκηναίοι φαίνεται ότι χρησιμοποίησαν τη Γραμμική Β για να καταγράφουν μόνο τα οικονομικά θέματα που ενδιέφεραν την κυβερνώσα ελίτ.
 Τα σημεία στην πρόσοψη της πινακίδας φαίνεται να σχηματίζουν ένα ρήμα που σχετίζεται με τις κατασκευές, λένε οι ερευνητές. Η πίσω πλευρά έχει έναν κατάλογο ονομάτων μαζί με αριθμούς – πιθανώς ένας κατάλογος ιδιοκτησίας.
“Επειδή αυτά τα αρχεία έτειναν να αποθηκεύονται μόνο για ένα οικονομικό έτος, ο πηλός δεν φτιαχνόταν για να διαρκεί,” συνέχισε ο κ. Κοσμόπουλος, του οποίου η εργασία χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από την Επιτροπή της National Geographic Society για την Έρευνα και την Εξερεύνηση.
“Εκείνες οι επιγραφές δεν ψήνοντας, παρά μόνο αποξηραίνονταν στον ήλιο και ήταν, συνεπώς, πολύ εύθραυστες.. Βασικά κάποιος τότε πέταξε την πινακίδα στον λάκκο και στη συνέχεια έκαψε τα σκουπίδια του. Αυτή η φωτιά σκλήρυνε και διατήρησε την πινακίδα.”


Μαγική, μυστηριώδης γραφή
Η πινακίδα της Ίκλαινας αποτελεί ένα μοναδικό εύρημα, δήλωσε ο Tom Palaima, ειδικός στις Μυκηναϊκές πινακίδες, και διοικητικό στέλεχος στο Πανεπιστήμιο του Όστιν, Τέξας. Εκτός από την ηλικία του, το χειροποίητο αντικείμενο θα μπορούσε να προσφέρει πληροφορίες για τον τρόπο οργάνωσης και διοίκησης των αρχαίων Ελληνικών βασιλείων, πρόσθεσε. Για παράδειγμα, οι αρχαιολόγοι παλαιότερα θεωρούσαν ότι οι ταμπλέτες αυτές κατασκευάζονταν και φυλάσσονταν αποκλειστικά στις μεγάλες πρωτεύουσες, ή τα “ανακτορικά κέντρα”, όπως η Πύλος και οι Μυκήνες.
Η πινακίδα της Ίκλαινας, η οποία βρέθηκε στα ερείπια μιας πόλης β’ κατηγορίας θα μπορούσε να υποδεικνύει ότι η παιδεία και η γραφειοκρατία κατά τα τέλη της Μυκηναϊκής περιόδου ήταν λιγότερο κεντροποιημένη από ό, τι εθεωρείτο μέχρι σήμερα. Ο Palaima πρόσθεσε ότι η ικανότητα ανάγνωσης και γραφής ήταν εξαιρετικά περιορισμένη κατά τη Μυκηναϊκή περίοδο και θεωρούνταν από τους περισσότερους ανθρώπους ως μαγική ή μυστηριώδης. Πέρασαν 400 με 600 χρόνια πριν απομυθοποιηθεί ο γραπτός λόγος στην Ελλάδα, καθώς το αρχαίο ελληνικό αλφάβητο προσπέρασε τη Γραμμική Β και τελικά εξελίχθηκε στα 26 γράμματα που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτή τη σελίδα.



Oι ανασκαφές της αρχαιολογικής εταιρείας στην Ίκλαινα 
Μιχ. Β. Κοσμόπουλος


Εισαγωγή
Από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία που οι πινακίδες Γραμμικής Β από το Ανάκτορο του Νέστορα μας φανερώνουν είναι η διοικητική οργάνωση του μυκηναϊκού βασιλείου της Πύλου. 
Οι περισσότεροι ερευνητές πιστεύουν ότι το βασίλειο ήταν διηρημένο σε δύο μεγάλες επαρχίες, την Δεύρο (ΔΕ) και την Πέρα (ΠΕ), (αντίστοιχα δυτικά και ανατολικά του όρους Αἰγαλέον). Κάθε επαρχία ήταν διηρημένη σε νομούς και κάθε νομός διοικούνταν από την πρωτεύουσά του που είχε το ίδιο όνομα --είναι σαν να λέμε Νομός Ρεθύμνου με πρωτεύουσα το Ρέθυμνο. 
Συνολικά 9 νομοί και πρωτεύουσες αναφέρονται στην ΔΕ και 7 στην ΠΕ, των οποίων τα ονόματα σώζονται. Από τους 9 νομούς της ΔΕ και τους 7 της ΠΕ, ένας προσφέρεται πιο πολύ για τέτοια έρευνα, ο a-pu2. Ο a-pu2 αναφέρεται σε αρκετές πινακίδες και ως όνομα νομού και ως πρωτεύουσα του νομού. Δεν είμαστε σίγουροι πως θα προφερόταν το όνομα, αλλά για συντομία μπορούμε να την αποκαλούμε Αφύ. Άλλες πιθανές παραλλαγές είναι Αφύ, Αλφύ, ή Αρφύ.

Το Αφύ έχει ταυτισθεί από τους Richard Hope Simpson και John Bennet με τη θέση της Ίκλαινας. Τον Ιούλιο του 1954, ο Σπ. Μαρινάτος ήρθε στην Ίκλαινα και κατά τη διάρκεια σύντομης τετραήμερης ανασκαφής ανακάλυψε τμήματα μεγάλου κτηρίου. Μετά δεν επέστρεψε ξανά στην Ίκλαινα, και μέχρι τη δεκαετία του 1990 η θέση έμεινε ανεξερεύνητη. 
Ο καθηγητής κος. Γ. Κορρές ενέταξε την Ίκλαινα στον κατάλογο των θέσεων που χρήζουν περαιτέρω έρευνας και μου συνέστησε να συνεχίσω την ανασκαφή του Μαρινάτου. 
Το Συμβούλιο της Αρχαιολογικής Εταιρείας ευγενώς ενέκρινε τη σχετική άδεια και έτσι ιδρύθηκε το 1998 η Αρχαιολογική Έρευνα Ίκλαινας.

Μετά από χρόνια επιφανειακής έρευνας, η επίσημη έναρξη της ανασκαφής έγινε το 2006. Πριν την ανασκαφή έγινε αγιασμός του χώρου από τον πατέρα Ιερεμία σε γιορταστική ατμοσφαιρα με τη συμμετοχή πολλών Ικλαινάιων. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να εξάρω τη φιλοξενία το και τη ζεστασιά με την οποία το χωριό μας υποδέχθηκε και για την οποία όλα τα μέλη της ανασκαφής εκφράζουμε τις ευχαριστίες μας.

Αποτελέσματα της ανασκαφής

Η πρώτη φάση της θέσης ορίζεται από μικρό στρώμα καταστροφής, μάλλον ένα σπίτι, που περιορίζεται μέχρι στιγμής στο κεντρικό τμήμα της ανασκαφής και που χρονολογείται στα τέλη της ΜΕ/αρχές ΥΕ περιόδου, περ. -1700 -1600.
Μετά την καταστροφή του σπιτιού αυτού άλλα σπίτια κτίσθηκαν στα βόρεια του σπιτιού αυτού στην ΥΕ Ι/ΙΙ περίοδο. Πέντε σπίτια της περιόδου αυτής εντοπίσθηκαν, εκ των οποίων η Οικία Α σώζεται αρκετά καλά. Πρόκειται για οικία που χρησιμοποιήθηκε κατά την ΥΕ ΙΙΒ/ΙΙΙΑ1 (περ. -1480/ -1390) περίοδο. Από την οικία αυτή σώζονται τουλάχιστον 3 δωμάτια και το δάπεδο, επί του οποίου βρέθηκε κατά χώρα μαγειρικό τριποδικό αγγείο.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα, από αρχιτεκτονικής απόψεως, στοιχεία του οικισμού είναι ο μακρύς τοίχος που ξεκινά από την Οικία Α και κατευθύνεται προς τα νότια/ νοτιοδυτικά, προς τον τύμβο, που σκεπαζόταν από πυκνή βλάστηση. Όταν καθαρίσθηκε πια η βλάστηση, φάνηκε ότι οι ογκόλιθοι σχημάτιζαν μεγάλο οικοδόμημα κατασκευασμένο με τον κυκλώπειο τρόπο. Το οικοδόμημα αυτό είναι ένα άνδηρο (πλατφόρμα), συνολικού μήκους 23 μ. και πλάτους 8μ.
Όσον αφορά τη χρήση του, χτίσθηκε για να δημιουργήσει επίπεδη επέκταση του ισοπέδου που εκτείνεται προς τα νότια. Ο λόγος για τον οποίο χρειάσθηκε επέκταση του ισοπέδου ήταν για να δημιουργηθεί αρκετά μεγάλη επιφάνεια για την ανέγερση κτιριακού συγκροτήματος που, εάν κρίνει κανείς από το πάχος του ανδήρου, θα έπρεπε να ήταν διώροφο. Η πτέρυγα του συγκροτήματος που υψωνόταν στο σημείο εκείνο έχει χαθεί για πάντα. Ευτυχώς όμως, το συγκρότημα αυτό συνεχιζόταν στο ισόπεδο προς τα νότια. Το συγκρότημα αυτό χτίσθηκε γύρω από (πιθανώς) ορθογώνια αυλή και είχε 3 πτέρυγες.

 Είναι σημαντικό ότι κανένα ΥΕ ΙΙΙΑ2 (-1390/ -1330/15) ή υστερώτερο όστρακο δεν βρέθηκε εδώ. Η έκπληξη σημειώθηκε, όμως, από τη ανασκαφή των χώρων Τ1/Τ3, όπου από το 2009 άρχισαν να έρχονται στο φως θραύσματα από τοιχογραφίες. 
 Συνολικά πάνω από 2500 θραύσματα τοιχογραφιών, τα περισσότερα μικρα, αλλά ορισμένα αρκετά μεγάλα για να φανούν οι παραστάσεις που απεικόνιζαν. Ανάμεσα στις παραστάσεις ξεχωρίζει παράσταση πλοίου με τρείς ανθρώπινες μορφές και δύο δελφίνια.( Εικόνα δεξιά)
 Ο τύπος του πλοίου που απεικονίζεται βρίσκει παράλληλα σε απεικονίσεις της τελικής ΜΕ και πρώιμης μυκηναικής περιόδου, αλλά οι μορφές και τα δελφίνια παραπέμπουν σε αντίστοιχες τοιχογραφίες της Θήρας και της Κέας. Άλλα θραύσματα απεικονίζουν γυναικείες μορφές, μάλλον σε πομπή, τα οποία βρίσκουν παράλληλα όχι τόσο στις θηραικες. αλλά σε πρώιμες ελλαδικές τοιχογραφίες, όπως εκείνες από την Καδμεία της Θήβας και την Οικία της Ράμπας στις Μυκήνες.


Το Κτιριακό Συγκρότημα του Κυκλωπείου Ανδήρου, καθώς και τα σύγχρονα προς αυτό σπίτια στον οικισμό καταστρέφονται κάπου στα τέλη της ΥΕ ΙΙΙΑ1. Η όλη περιοχή του Ανδήρου εγκαταλείπεται και δεν πρόκειται να ξαναχτισθεί ποτέ. Την καταστροφή του συγκροτήματος του Κυκλώπειου Ανδήρου ακολουθεί νέα οικοδομική δραστηριότητα, αυτή τη φορά στο βόρειο τμήμα του οικισμού. Για να χτισθούν τα νέα κτίσματα ισοπεδώνεται η περιοχή και καλύπτονται τα σύγχρονα με το Κυκλώπειο συγκρότημα σπίτια που ήδη υπήρχαν στο σημείο αυτό (συμπεριλαμβανομένης και της Οικίας Α και του Κτιρίου Β), και τα όστρακα από την ισοπέδωση αυτή ρίχνονται σε λάκκους.
Τα νέα κτίσματα που εγείρονται στον οικισμό κατά την ΥΕ ΙΙΙΑ2 (μετά το -1390) έχουν διαφορετικό προσανατολισμό από τα προηγούμενα. Τα πρώιμα μυκηναϊκά κτίρια είναι προσανατολισμένα βδ-να. Τα ύστερα μυκηναϊκά κτίρια όχι μόνο έχουν διαφορετικό προσανατολισμό β-ν, αλλά αγνοούν τελείως τα παλαιότερα.
Το νέο οικοδομικο συγκρότημα που εγείρεται κατά την ΥΕ ΙΙΙΑ2 (μετά το -1390) περιλαμβάνει μεγαροειδές κτίριο με τουλάχιστον τρία δωμάτια και προστώο, το οποίο ονομάσαμε Μέγαρο Γ.



Όπως ανασκάπταμε το δωμάτιο, φάνηκε σιγά σιγά εστία περιβαλλόμενη από τέσσερεις επίπεδες πλάκες που χρησίμευαν ως βάσεις για στύλους που υποβάσταζαν τη σκεπή, όπως συμβαίνει και σε άλλα παρόμοια κτίρια. Στην επόμενη φάση το δάπεδο του κεντρικού δωματίου σκεπάζεται και διαχωρίζεται σε μικρότερα τμήματα με τους πράσινους τοίχους, ενώ στα νότια χτίζεται σειρά δωματίων, εκ των οποίων τα Γ4- Γ7 ήταν αποθηκευτικά.
Στην ίδια φάση χρονολογούνται και νέα κτίσματα που εγείρονται στα νότια του Μεγάρου Γ
Το χαρακτηριστικό των κτισμάτων αυτών είναι ότι από το εσωτερικό τους ξεκινούν υπόνομοι, που φαίνονται καθαρά στη φωτογραφία. Οι υπόνομοι αυτοί είναι μεγάλοι και κτιστοί, καλυμμένοι με μεγάλες επίπεδες πλακες. Συνολικά πέντε υπόνομοι εντοπίσθηκαν, εκ των οποίων ο ένας, ο μεγαλύτερος, είναι ο κεντρικός, τον οποίο τροφοδοτούν οι μικρότεροι. Η κεραμική από τα δάπεδα των δωματίων καθώς και από τα θεμέλια των τοίχων είναι ΥΕ ΙΙΙΑ2-ΙΙΙΒ, στην οποία χρονολογείται η φάση αυτή της ζωής του οικισμού.
Η μεγαλύτερη έκπληξη, όμως, ήρθε από έναν αποθέτη πλάι στον κεντρικό υπόνομο, ο οποίος περιείχε καμμένα απορρίματα και μπάζα. Μέσα στο καμμένο χώμα βρέθηκε θραύσμα πινακίδας Γραμμικής Β. Η πινακίδα αυτή είναι οπισθογραφική δηλ. έχει επιγραφές και στις δύο πλευρές που δεν είναι πολύ συνηθισμένο. Το σημαντικό είναι ότι χρονολογείται στην ΥΕΙΙΒ -ΙΙΙΑ1 περίοδο, το οποίο την καθιστά την αρχαιότερη μυκηναϊκή στρωματογραφημένη πινακίδα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Φαίνεται ότι οι εργαστηριακές εγκαταστάσεις χρησιμοποιούνται κατά την ΙΙΙΑ2- και μέχρι το τέλος της ΙΙΙΒ. Γύρω στα -1200, ο οικισμός καταστρέφεται, αυτή τη φορά οριστικά. Σε ορισμένα σημεία η καταστροφή σημαδεύεται από φωτιά, σε άλλα από εκτεταμένο γκρέμισμα των τοιχων.



Συμπεράσματα
Τα αρχαιολογικά δεδομένα μας επιτρέπουν την ακόλουθη ανασύνθεση της ιστορίας της Ίκλαινας. Ο ΥΕ ΙΙΒ/ΙΙΙΑ1 ηγεμόνας (15ος- αρχές 14ου αι.) φαίνεται ότι γίνεται τόσο ισχυρός που χτίζει μεγάλο κτιριακό συγκρότημα πάνω στο κυκλωπειο άνδηρο, με ισόδομη κατασκευή και ορθοστάτες, χτισμένο γύρω από αυλή και διακοσμημένο με μινωικής έμπνευσης τοιχογραφίες. Ο συνδυασμός των στοιχείων αυτών είναι συμβατός με τη χρήση του συγκροτήματος αυτού ως διοικητικού κέντρου της περιοχής. Με βάση αυτά, η υπόθεση η οποία διαμορφώνεται σιγά-σιγά είναι ότι κατά την πρώιμη μυκηναϊκή περίοδο η Ίκλαινα αποτέλεσε πρωτεύουσα πρώιμου κρατιδίου, με πρωτο-ανάκτορο. 

Είναι αξιοσημείωτο ότι στον ίδιο τον Εγκλιανό σημειώνεται ήδη από το -1600 έντονη οικοδομικη δραστηριοτητα, με 2 ή 3 μνημειωδη κτιρια στη νδ. και βα. άκρη του πλατώματος, κάτω από το ανάκτορο, με το χώρο ανάμεσά τους να ενώνεται με ανοικτη αυλη και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά που περιλαμβάνουν ορθοστάτες και ισοδομική κατασκευή.
Η καταστροφή της Ίκλαινας, η οριστική εγκατάλειψη του Κυκλωπείου συγκροτήματος, και η ριζική αλλαγή στον πολεοδομικό ιστό της πόλης γύρω στα τέλη της ΥΕ ΙΙΙΑ1 είναι συμβατή με την εγκαθίδρυση νέας πολιτικής ηγεσίας που δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από τον Εγκλινό. Πιστεύω ότι ήταν αποτέλεσμα σύγκρουσης με τον ηγεμόνα του Άνω Εγκλιανού, μίας σύγκρουσης στην οποία ο Εγκλιανός νίκησε και ενσωμάτωσε την Ίκλαινα στο κρατίδιό του. Μετά την ενσωμάτωση αυτή, η Ίκλαινα υποβιβάζεται σε μία πρωτεύουσα νομού με σημαντικές διοικητικές αρμοδιότητες και οικονομική ανάπτυξη ως βιοτεχνικό κέντρο εξαρτώμενο από τον Εγκλιανό (όπως φανερώνουν και οι πινακίδες), μέχρι την οριστική κατάρρευση του κρατιδίου της Πύλου στα τέλη της ΥΕ ΙΙΙΒ.


Πηγή: Iklaina Archaeological Project








Printfriendly