.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

Βλαχόπουλο Μεσσηνία: Θολωτός τάφος


To Βλαχόπουλο είναι ένα χωριό στο κέντρο του Νομού Μεσσηνίας και έδρα του Δήμου Παπαφλέσσα. Το χωριό εκτείνεται στους πρόποδες του βουνού Μαγκλαβάς και βρίσκετε περίπου 20 χλμ. ΝΑ της Χώρας. Ο πληθυσμός του χωριού ανέρχεται στους 1.421 κατοίκους. Οι κάτοικοι ασχολούνται αποκλειστικά με τη γεωργία. Παράγουν (κυρίως) υψηλής ποιότητας ελαιόλαδο. Επίσης καλλιεργούν αμπέλια και Κορινθιακή σταφίδα σε μικρή έκταση σήμερα, ενώ παλαιότερα η καλλιέργεια της σταφίδας ήταν η κυριότερη ασχολία.
Έξω από το χωριό, στη θέση Δρακόρραχη ανασκάφηκε από τον Σπ. Μαρινάτο (ΠΑΕ 1964, 89-92) θολωτός τάφος. Είναι μικρών διαστάσεων, με διάμετρο περί τα 3μ., και αμελούς κατασκευής.
Αν και βρέθηκε συλημένος, από το εσωτερικό του προέκυψαν εξαιρετικά αγγεία των ύστερων Μυκηναϊκών χρόνων, πολύ καλής διατηρήσεως. Εκτίθενται στο Μουσείο Πύλου. Ανάμεσα στο υλικό που βρίσκεται στην αποθήκη υπάρχει ένα μυκηναϊκό κωνικό κυάθιο. Χείλος πολύ λεπτό από κύπελλο Κεφτί με διακόσμηση ταινίας στο εσωτερικό.  Χείλη από μικρά αγγεία, με εξαιρετικά λεπτά τοιχώματα, από εξαιρετικά καθαρό πηλό, μπεζ και πορτοκαλί. Αυτά φαίνονται πρώιμα Μυκηναϊκά και, ίσως, τοποθετούν την κατασκευή του τάφου νωρίτερα απ'ό,τι τα υπόλοιπα ευρήματα. Ας μη ξεχνάμε, ότι από τον τάφο είχαν αφαιρεθεί αγγεία. Εντοπίστηκαν λίγα όστρακα ΜΕ ή ΜΕ παραδόσεως, όπως κομμάτια από δύο πίθους και τμήμα μετρίως χονδρού κυπέλλου. Εντοπίσθηκαν, επίσης, τέσσαρα κρανία.



Η ανασκαφή του Σ. Μαρινάτου
Το χωρίον τούτο κείται εις την επαρχίαν Πυλίας, περί τα 20 χλμ. ΝΑ. της Χωράς. Εκεί ανεκαλύφθη μικρός θολωτός τάφος υπό Ευσταθίου Α. Γιάνναρη, φορτώνοντος τας ευθύνας εις τον όνον του, ου ο πούς «εβυθίσθη εντός του εδάφους αιφνιδίως». Η θέσις καλείται Δρακόρραχη, διότι «υπήρχεν οπή» ενός δράκοντος. Εισήρχετο εις αυτήν λευκός κριός και εξήρχετο μέλας εις τον Κουφιέρον, όστις είναι σπήλαιον παρά το ιστορικόν Μανιάκι, περί τα 7- 8 χλμ. κατ’ ευθείαν γραμμήν εκείθεν προς Βορράν. Εκ τινων λειψάνων εντός του αγρού του Γιάνναρη φαίνεται πιθανόν, ότι επρόκειτο περί δευτέρου θολωτού τάφου, η δε έρευνα πρέπει να εξακολουθήση εκεί. Ο ιδιοκτήτης, προφανώς σκοπίμως, ηρεύνησε το παρακείμενον ελαφρόν έξαρμα, όπερ προέδιδε τον παρόντα τάφον. Ούτος ήτο άθικτος, αλλ’ ο Γιάνναρης κατέστρεψε την κορυφήν του, εισήλθεν εντός της θόλου και ανεμόχλευσε την υπάρχουσαν ολίγην επίχωσιν. Περισυνέλεξεν ολίγα αγγεία, όσα ευρίσκοντο ακέραια εντός της θόλου, άτινα ηκρωτηρίασε δυστυχώς, χωρίς να καταστή δυνατή ύφ’ ημών η ανεύρεσις των τεμαχίων. Κατά τα λεγόμενα υπ’ αυτού η θραύσις επήλθεν υπό των περιέργων βραδύτερον, ότε επέδειξε τα αγγεία εις το χωρίον. Εύρεν ωσαύτως και δυο μικρά χαλκά μαχαίρια. Ταύτα πάντα κατέληξαν εις το Μουσείον Πύλου. Ο έφορος κ. Ν. Γιαλούρης πάνυ ευγενώς προέτεινεν εις εμέ, όπως συμπληρώσω την ανασκαφήν του τάφου, έφ’ ω και ευχαριστώ τούτον θερμώς.


Ο τάφος είναι εις των μικροτέρων υπαρχόντων και η τοιχοδομία του σχεδόν πρωτόγονος. Είχε βραχύν δρόμον προς το Β. μέρος (ένθα η κλιτός). Ηρχίσαμεν τον καθαρισμόν άνωθεν, οπόθεν είχεν εισέλθει και ο συλητής. Σωρός χώματος και λίθων έκειτο εις το κέντρον, εκεί δ’ εύρομεν ολίγα θραύσματα αγγείων και την κτένα του Γιάνναρη. Απομακρυνθέντος του φορυτού τούτου απέμειναν 25- 30 εκ. επιχώσεως, μεθ’ ο συναντάται ο φυσικός βράχος του δαπέδου της θόλου. Ταύτης η διάμετρος από της θύρας προς τον μυχόν είναι 3.10, η δε κάθετος προς αυτήν 2.92. Υπολογίζω, ότι το ύψος της θόλου θα ήτο το πολύ 2.80μ.
Η τοιχοδομία είναι ασυνήθως ακανόνιστος. Αι κατώταται και ανώτατοι στρώσεις σύγκεινται εκ πλακωτών λίθων, αλλ’ εις το μέσον (εις ύψος 80-90 έκ. από του δαπέδου) υπάρχει περίεργος ζώνη μεγάλων, ακατεργάστων λίθων, οίτινες προσηρμόσθησαν λίαν αδεξίως προς την καμπύλην της θολώσεως. Από του υπερθύρου και άνω η θόλωσις είναι λίαν απότομος.
Αι παραστάδες της θύρας δεικνύουν την αυτήν μεικτήν κατασκευήν (πίν.85δ). Μία μόνη πλαξ επικάθηται ως υπέρθυρον, λεπτή 12- 15 εκ., μήκους 1 μ. εις την πρόσοψιν, μόνον 0.72μ. εις το έσω μέρος (εικ. εν πίν.85δ), ήτις δεικνύει την θύραν εκ του εσωτερικού της θόλου). 
Το βάθος ολοκλήρου του στομίου είναι 1μ., το δ’εσωτερικόν πλάτος της θύρας είναι 0.83μ. κάτω, 0.50 άνω, το δ’ ύψος από της βάσεως των παραστάδων μέχρι του ανωφλιού 1.20μ. 
Φέρει όμως εσωτερικώς η θύρα λεβητοειδή κοιλότητα εις το δάπεδον, προσθέτουσαν έτερα 30 έκ. εις το ύψος της θύρας, εκείθεν δ’ ήρχιζε και η τείχισις της θύρας. (Πάντα ταύτα καλώς ορατά επί του πίν.85δ.) Το πλάτος της θύρας ευρύνεται προς τα κάτω δίκην ριπιδίου, ως συχνάκις συμβαίνει εις Μεσομυκηναϊκούς τάφους.
Κατά την αφήγησιν του συλητού, ούσαν αξιόπιστον, εις τον μυχόν της θόλου έκειτο όρθιος ο κρατήρ επι του υποκρατηρίου του (πίν.95γ). (Πράγματι, την αποκόλλησιν έκαμεν ο συγκολλητής του μουσείου Πύλου.) Παραπλεύρως εφαίνετο «κανάτα» (ή πρόχους πίν.95β). Τα άλλα αγγεία (ολίγα) τα οποία εύρεν, εκειντο «15-20 εκατοστά βαθύτερον». Πάντως δε, βεβαιοί, εφαίνετο του ενός το στόμιον.




Η ημετέρα συστηματική σκαφή της θολού απεκάλυψεν, ότι η επίχωσις ουδαμού υπερέβαινε τα 30 εκατοστά. Ελάχιστα λείψανα οστών και τα εξής ευρήματα εσημειώθησαν εις το ανώτερον τμήμα της επιχώσεως ταύτης, πάντα δε εις το δεξιόν (Δυτ.) ήμισυ της θόλου:
Φιάλη εκ λευκωπού πηλού μετά δύο λαβών «διχαλωτού καρφιού» (Wish-Bone). Το αξιόλογον τούτο αγγείον (δεν ητοιμάσθη εγκαίρως διά την παρούσαν έκθεσιν) έχει απίστευτος λεπτά τοιχώματα, σχεδόν είναι σωστόν υμενόστρακον (Egg Shell Ware) κατά μίμησιν μετάλλινου προτύπου. Παρ’ αυτήν έκειντο δύο μόνωτοι κύλικες μετά ποδός. Ολίγον Ανατολικώτερον έκειτο ψευδόστομος αμφορεύς. Νοτιώτερον ανάστροφον αλάβαστρον και παρ’ αυτό μονόστομον χαλκούν μαχαίριον με δύο ήλους, μήκους 0.187μ. Έτι Νοτιώτερον έκειτο κυαθορυτόν (πίν.96α), μικρόν μόνωτον φιαλίδιον κολοβόν και το πώμα της πυξίδος (πίν.96α), ην είχεν εύρει ο Γιάνναρης (εντός αυτής υπάρχει συμφυές αλάβαστρον).



Τα χαρακτηριστικώτερα αγγεία του τάφου (δεν είναι εισέτι πάντα έτοιμα) φαίνονται επί των πιν.95 και 96α. Είναι πάντα YE III (των περιόδων Μυκ. ΙΙΙΑ-ΙΙΙΒ του Furdmark). Ο τάφος επομένως κατεσκευάσθη περί το 1400. Χαρακτηριστικός είναι ο πρώιμος σύμπυκνος ρυθμός (Close Style) της πυξίδος του πίν.96α και το εκπλήσσον γεγονός, ότι ο κρατήρ του πίν.95δ φέρει σκοπίμως φωτοσκίασιν της κυματοειδούς γραμμής δι’ αραιοτέρου και πυκνότερου χρώματος, ώστε να δίδη την εντύπωσιν του αναγλύφου.

Θολωτός τάφος βλαχόπουλου Μεσσηνίας: Κρατήρας προερχόμενος από σύνολο κεραμικής αποτελούμενο από κρατήρα και υποκρατήριο (εν είδει βάσης). Ο κρατήρας διαθέτει μικρές λαβές στο ύψος των ώμων οι οποίες εφάπτονται στην άνω απόληξή τους με το χείλος του αγγείου. Στο ανώτερο τμήμα του σώματος φέρει διακόσμηση από κυματιστή γραμμή καστανού χρώματος, ενώ στο μέσον του σώματος του αγγείου εμφανίζει σειρά από ευθείες γραμμές. Οι κρατήρες, τα μεγάλα αγγεία για υγρά, κυρίως για την ανάμιξη (κράσιν) οίνου και νερού συνοδεύονταν συχνά από μια βάση, το υποκρατήριο, με τρία ή τέσσερα πόδια.
Το υποκρατήριο συνίσταται σε ένα τριποδικό πήλινο αγγείο με επίπεδα πλατιά ‘πόδια’ τα οποία διακοσμούνται από λιτά φυτικά μοτίβα. Το πάνω μέρος του υποκρατηρίου, η βάση που δέχεται τον κρατήρα, διακοσμείται από διπλή σειρά σκούρου χρώματος.
Θολωτός τάφος Βλαχόπουλου. Μικρή πήλινη πυξίδα με πώμα και με αλάβαστρο εσωτερικά. Η πυξίδα διακοσμείται από τον πρώιμο ‘πυκνό ρυθμό’ και στο σώμα της αναπαριστώνται γεωμετρικά και φυτικά μοτίβα.






Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

΄Αγιος Βασίλειος Μεθώνης


 Το βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Βασιλείου θα το βρει ο επισκέπτης στην εθνική οδό Πύλου - Μεθώνης (απέναντι από τον λόφο του Άγιου Ονούφριου, 2 χλμ πριν την Μεθώνη. Επί της εθνικής οδού χρειάζεται να στρίψετε αριστερά στο επίσης ασφαλτοστρωμένο δρόμο και μετά ξανά αριστερά στον στενό χωμάτινο δρόμο που θα δείτε μπροστά σας. Χρειάζεται προσοχή για να μην χαθείτε καθώς δεν υπάρχει σχετική ταμπέλα πάνω στην εθνική και μπορεί να προσπεράσετε την στροφή και να βρεθείτε στην είσοδο της πόλης της Μεθώνης.


 Πρόκειται για σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό που ανήκει στο λεγόμενο μεταβατικό τύπο, δηλαδή το συνδυασμό του ελεύθερου σταυρού με την τρίκλιτη τρουλαία βασιλική.
 Ο ναός είναι κτισμένος με αργολιθοδομή και φέρει οδοντωτή διακοσμητική ταινία στις κόγχες του τριμερούς ιερού. Τα παράθυρα που ανοίγονται είναι μικρά και ορθογώνια και ο τρούλος υψηλός και κυλινδρικός ενώ το καμπαναριό αποτελεί νεότερη προσθήκη.



 Υπέρ της χρονολόγησης στον 10ο ή 11ο αιώνα συνηγορούν ο υψηλός κυλινδρικός τρούλος, οι
ημικυκλικές αψίδες του ιερού, οι σχετικά χαμηλές δίοδοι μεταξύ των κεραιών του σταυρού και των δυτικών γωνιαίων διαμερισμάτων, ο μονοκάμαρος νάρθηκας και οι ελαφρώς επιμήκεις δυτικού πεσσοί.
 Μικρές δοκιμαστικές τομές που έχουν γίνει στους τοίχους του κυρίως ναού απέδειξαν την ύπαρξη τοιχογραφιών ενώ και στους χώρους του ιερού διακρίνονται τα ακόλουθα σπαράγματα: στο διακονικό ο Άγιος Ευστάθιος σε στηθάριο, στην πρόθεση, η Αγία Ειρήνη, επίσης σε στηθάριο, καθώς και τμήμα φυτικού διακόσμου.



Σε κοντινή απόσταση βρίσκεται το παλαιοχριστιανικό διάσκαφο κοιμητήριο του Αγίου Ονουφρίου, μοναδικό στο είδος του για ολόκληρη την Πελοπόννησο.
Περισσότερα: Άγιος Ονούφριος, παλαιοχριστιανικό κοιμητήριο


Πηγές:
Ιστότοπος Υπουργείου Πολιτισμού: Οδυσσεύς
Ιστότοπος: methonitv.gr





Παρασκευή 10 Ιουλίου 2015

Αλκαίος ο Μεσσήνιος




 Ο Αλκαίος ο Μεσσήνιος ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός, "ο πιο πολιτικοποιημένος από τους επιγραμματοποιούς της ελληνιστικής εποχής" κατά τον Φράνκο Μοντανάρι. Έζησε περί το -200. 
 Στην Παλατινή σώζονται γύρω στα είκοσι επιγράμματά του, τα περισσότερα πολιτικού περιεχομένου. 
 Σε ορισμένα από τα πρώτα ποιήματά του εγκωμιάζει τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο τον Ε΄ (-221/ -179), όπως στο IX 518: 
[...] "Χθων μεν δη και πόντος υπό σκήπτροισι Φιλίππου / δέδμηται· λοιπά δ' α προς Όλυμπον οδός (Στεριά και θάλασσα στο σκήπτρο υποτάχτηκαν του Φίλιππου / και μόνο η οδός που οδηγεί στον Όλυμπο απομένει)".
 Αργότερα όμως επιτέθηκε σφοδρότατα στον Μακεδόνα βασιλιά, που με τη φιλοδοξία του διευκόλυνε τη ρωμαϊκή επέκταση στην ελληνική Ανατολή. 
 Σημειώνει σχετικά ο Άλμπιν Λέσκυ: "Όταν με το τέλος του 3ου αιώνα ξεσηκώθηκε και πάλι η θέληση των Ελλήνων για την ελευθερία και η Αιτωλική συμπολιτεία με την Σπάρτη στο πλευρό της αντιμετώπισε την Μακεδονία στον συμμαχικό πόλεμο (-220/ -217), αντήχησε ξανά στην επιγραμματοποιία το εγκώμιο των σπαρτιατικών ιδανικών, της καρτερίας στην μάχη και του ηρωισμού στον θάνατο. Ο Αλκαίος από την Μεσσήνη είναι ο εκπρόσωπος μιας, μάλιστα όχι μικρής ομάδας".

Δεξιά: Σελίδα του χειρογράφου της Παλατινής Ανθολογίας. Πρώιμος 10ος αιώνας. Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης.

 Σώθηκαν στην παλατινή ανθολογία 22 επιγράμματά του από την ανθολογία (Στέφανο) του Μελεάγρου. Ο Μελέαγρος ήταν κυνικός φιλόσοφος και ποιητής. Γεννήθηκε στα Γάδαρα της Κοίλης Συρίας. Έζησε στην Τύρο και πέθανε το -60 στην Κω. Έγινε ένδοξος με την περίφημη συλλογή του «Στέφανος». Η συλλογή του "Στέφανος"  περιελάμβανε και 124 δικά του επιγράμματα, ενώ αποτέλεσε μιαν από τις σπουδαιότερες συνεισφορές στην Παλατινή Ανθολογία.
 Στον Αλκαίο τον Μεσσήνιο αποδίδονται τα επιγράμματα V 10, VI 218, VII 1, 5 (αποδιδόμενο και σε άγνωστο ποιητή), 55, 247, 412, 495, IX 518, 519, 588, ΧΙ 12, ΧΙΙ 29, 30, 64, ΧVΙ 5, 7, 8, 196, 226. Τα επιγράμματα VII 429 και 536 της Ανθολογίας αποδίδονται στον Αλκαίο τον Μυτιληναίο αλλά ο Pierre Waltz πιθανολογεί ότι πρόκειται περί εσφαλμένης γραφής του ονόματος του Μεσσήνιου.



Το πένθος για τον κιθαρωδό Πυλάδη

πᾶσά τοι οἰχομένῳ, Πυλάδη, κωκύεται Ἑλλάς
ἄπλεκτον χαίταν ἐν χροῒ κειραμένα,
αὐτὸς δ᾽ ἀτμήτοιο κόμας ἀπεθήκατο δάφνας
Φοῖβος, ἑὸν τιμῶν ᾗ θέμις ὑμνοπόλον,
Μοῦσαι δ᾽ ἐκλαύσαντο, ῥόον δ᾽ ἔστησεν ἀκούων
Ἀσωπὸς γοερῶν ἦχον ἀπὸ στομάτων,
ἔλληξεν δὲ μέλαθρα Διωνύσοιο χορείης,
εὖτε σιδηρείην οἶμον ἔβης Ἀίδεω.


Η Ελλάδα ολόκληρη, Πυλάδη1, ολοφύρεται για το χαμό σου,
κόβοντας σύρριζα την ξέπλεκή της χαίτη.
Ο ίδιος ο Φοίβος απόθεσε από την άκοπή του κόμητις δάφνες,
τιμώντας, όπως άρμοζε, τον υμνωδό του.
Οι Μούσες σε έκλαψαν, και ο Ασωπός2 κράτησε τη ροή του,
όταν άκουσε από τα στόματά τους τον γοερό θρήνο.
Στου Διονύσου τα μέλαθρα έπαψε το τραγούδι και ο χορός,
όταν βάδισες στο σιδερένιο δρόμο του Άδη. 


(μετάφραση Θ. Κ.. Στεφανόπουλος
1 Κιθαρωδός από τη Μεγαλόπολη. Γνωρίζουμε ότι το 205 π.Χ. έλαβε μέρος στα Νέμεα και τραγούδησε τους Πέρσες του ποιητή Τιμόθεου από τη Μίλητο (περ. 450-360 π.Χ.).
2 Ίσως δεν πρόκειται για τον γνωστό ποταμό της Βοιωτίας αλλά για κάποιο ομώνυμο ποταμό κοντά στη Μεγαλόπολη.


᾿Εχθαίρω τὸν ῎Ερωτα. 

᾿Εχθαίρω τὸν ῎Ερωτα. Τί γὰρ βαρὺς οὐκ ἐπὶ θῆρας ὄρνυται,
 ἀλλ᾿ ἐπ᾿ ἐμὴν ἰοβολεῖ κραδίην;
Τί πλέον, εἰ θεὸς ἄνδρα καταφλέγει;
ἢ τί τὸ σεμνὸν διηώσας ἀπ᾿ ἐμῆς ἆθλον ἔχει κεφαλῆς;

Μισώ τόν Έρωτα• ο σκληρός θεριά δέν κυνηγάει 
μα τήν δική μου μοναχά τοξεύει τήν καρδιά.
Ποιό είναι τό κέρδος γιά θεό, θνητόν άν κατακάψει ; 
τί τιμημένο τρόπαιο νά βρεί από μέ ζητά ;


Μετάφραση Φιλ. Σταθουλοπούλου
Παλατινή ανθολογία 5, 10


Υμνος εις την Ιον
 
Στη Νιο με ένα τους γρίφο που έπλεξαν οι Μούσες
οι νέοι τον Ομηρο τον ψάλτη των ηρώων ελύπησαν.
Μα οι θαλάσσιες οι Νεράιδες λούσαν το κορμί του στο νέκταρ
και νεκρό τον απίθωσαν στης ακρογιαλιάς κάτω τα βράχια,
γιατί τη Θέτη είχε δοξάσει, τον Αχιλλέα και τ΄άλλα παληκάρια
και τα μεγάλα έργα του Λαερτιάδη, του Οδυσσέα από την Ιθάκη.
Και η Νιος η πιο μακάρια στέκει νήσος στον πόντο, γιατί κρύβει,
η μικρή αυτή, το αστέρι των Μουσών και των Χαρίτων.


Μετάφραση Φιλ. Σταθουλοπούλου

Επιτάφιο επίγραμμα για τον Ησίοδο


Σε σκιερό άλσος της λοκρίδας το νεκρό του Ησιόδου 
οι Νύμφες έλουσαν με νερό απ΄τις κρήνες τους 
και τάφο του ύψωσαν. Οι γιδοβοσκοί τον έρραναν γάλα 
ανάμικτο με μέλι ξανθό 
Γιατί τέτοια φωνή απέπνεε κι ο γέροντας, 
των εννέα Μουσών που γεύτηκε τις καθαρές πηγές.



Παλατινή ανθολογία 7.55





Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

Αγία Σοφία Λαγκάδας


 Ο μονόχωρος δρομικός κοιμητηριακός ναός της Αγίας Σοφίας δεσπόζει στις δυτικές παρυφές του οικισμού της Λαγκάδας. 
 Στο μνημείο αναγνωρίζονται δύο τουλάχιστον οικοδομικές φάσεις. Βασει των στοιχείων που προέκυψαν κατά τις εργασίες αποκατάστασης φαίναται ότι αρχικά κατασκευάστηκε το ανατολικό καμαροσκέπαστο τμήμα με την ημικυκλική αψίδα του ιερού βήματος, κτισμένο με λαξευμένους πωρόλιθους συναρμοσμένους με ασβεστοκονίαμα. Μεταγενέστερο κτιστό τέμπλο διαχώριζε το ιερό βήμα από τον κυρίως ναό. Στον βόρειο τοίχο του βήματος διαμορφώνεται τυφλό αψίδωμα εγγεγραμμένο στο πάχος της τοιχοποιίας για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της πρόθεσης ενώ η νεότερη Αγία τράπεζα ήταν κτιστή και καταλάμβανε την ημικυλινδρική επιφάνεια της αψίδας.


 
 Στα τέλη του 13ου αιώνα ο ναός επεκτάθηκε προς τα δυτικά. Η προσθήκη καλύπτεται με δύο φουρνικά που βαίνουν σε ένα ενδιαφέρον σύστημα ελεύθερων και εφαπτόμενων στους πλάγιους τοίχους τόξων. Είναι διατεταγμένα κατά τον διαμήκη άξονα, στοιχείο σπάνιο στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της περιοχής. Η τοιχοποιία της δεύτερης φάσης συνίσταται από ημίεργους και αργούς λίθους συναρμοσμένους με συνδετικό κονίαμα και τεμάχια πλίνθων στο αρμολόγημα. Ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος περιορίζεται σε οδοντωτές ταινίες και ορισμένα απλά κεραμοπλαστικά κοσμήματα που εξαίρουν τα θυραία ανοίγματα. Στην ίδια φάση ανήκει και το τοξωτό δίλοβο κωδωνοστάσιο στο δυτικό πέρας του ναού, το εντυπωσιακότερο από τα σωζόμενα ανάλογα παραδείγματα στην ευρύτερη περιοχή της Μάνης. Είναι κατασκευασμένο σύμφωνα με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δομής, με πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο. Μεγάλο τμήμα της άνω απόληξής του έχει καταστραφεί.

 Τοιχογραφίες σώζονται στο τμήμα της προσθήκης με τα δύο φουρνικά, ενώ μετά τις πρόσφατες εργασίες αποκαλύφθηκαν σπαράγματα δύο στρωμάτων εντοίχιου ζωγραφικού διακόσμου και στον ημικύλινδρο της αψίδας. Η κύρια φάση τοιχογράφησης του μνημείου χρονολογείται στο α΄μισό του 14 αι. 
 Στο ανατολικό φουρνικό εικονίζεται η παράσταση της πεντηκοστής, ενώ στο δυτικό αναπτύσονται οι σκηνές της Βαϊοφόρου, της Σταύρωσης και της Ανάστασης. Δύο ακόμα σκηνές του χριστολογικού κύκλου, περιλαμβάνονται στο εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού, η Ανάσταση του Λαζάρου και η Βάπτιση. Στους πλάγιους τοίχους εικονίζονται ολόσωμοι ή στηθαίοι άγιοι, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός στο τύμπανο του βορειοδυτικού αψιδώματος. Οι τοιχογραφίες διακρίνοται από αρχαϊκό και συντηρητικό πνεύμα, ωστόσο αφομοιώνουν νεοτερικά εικονογραφικά στοιχεία του 14ου αι. όπως λ.χ. η λυποθυμία της Θεοτόκου στην παράσταση της Σταύρωσης.
 Το μνημείο αντιμετώπιζε σοβαρό στατικά προβλήματα, τόσο στον αρχικό του πυρήνα, στα ανατολικά, όπου ένα μεγάλο τμήμα της καμάρας είχε καταρρεύσει, όσο και στο δυτικό, στα φουρνικά και το κωδωνοστάσιο, ενώ το σύνολο του ζωγραφικού του διακόσμου είχε υποστεί μεγάλες φθορές.

Η αποκατάσταση του ναού υλοποιήθηκε από την 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και είχε διάρκεια 36 μήνες από 1/1/2011 έως 31/12/2013.

"Αποκατάσταση Αγίας Σοφίας Λαγκάδας", 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Καλαμάτα 2013








Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

Μεσσηνία: Χορός και μουσική από τα βάθη των αιώνων

Η ανάγκη έκφρασης μέσω του χορού και της μουσικής είναι πανάρχαιη. Τα τεκμήρια χάνονται στα βάθη της προϊστορίας. Στην Μεσσηνία οι αρχαιότερες μαρτυρίες ανάγονται στα μυκηναϊκά χρόνια (-1700/ -1100). Τελετουργικές κινήσεις του σώματος, ρυθμικός βηματισμός υπό τη συνοδεία μουσικής αντικατοπτρίζουν τέτοιες στιγμές έκφρασης. 
Για τους αρχαίους Έλληνες χορός, μουσική και ποίηση αποτελούν ένα αδιάσπαστο σύνολο, συνδεδεμένο άμεσα με τη θρησκεία τους. Μεσσηνιακοί μύθοι, τοπικές λατρείες, απεικονίσεις εκστατικών χορών, μουσικά όργανα της αρχαιότητας εντάσσονται σε αυτό το τρίπτυχο. Η μουσική και ο χορός επιδρούν στην ψυχή και την βοηθούν να εναρμονιστεί με τον εαυτό της αλλά και με ολόκληρο το σύμπαν.


Οι αρχαιότερες μαρτυρίες
Στην Μυκηναϊκή Ελλάδα υπάρχει μια διαμορφωμένη χορευτική παράδοση με επιδράσεις από την προϊστορική Κρήτη και την ευρύτερη ανατολική Μεσόγειο.
Τα γυναικεία ειδώλια που βρέθηκαν σε Μυκηναϊκούς τάφους στην Μεσσηνία, όπως και σε όλη την Μυκηναϊκή επικράτεια, έχουν ποικίλες χειρονομίες και στάσεις. Λειτουργούν ως προσφορές προς τους νεκρούς και συνδέονται με λατρευτικές πρακτικές. Οι μορφές αυτές αποδίδουν θεότητες ή λατρευτές και οι χειρονομίες τους υπονοούν "επιφάνεια" της θεότητας, επίκληση ή ευλογία.


1&2 Κάτω Εγκλιανός, θαλαμωτός τάφος Ε9: Γυναικεία ειδώλια, -1400. 3 Κεφαλόβρυσο, θαλαμωτός τάφος 2: Γυνακεία ειδώλια τύπου Φ, -1400. 4&7 Χώρα (Βολιμίδια), θαλαμωτός τάφος Λ: Γυναικεία ειδώλια τύπου Ψ, -1300. 5-6, 8-9 Άνθεια, θαλαμωτός τάφος Τσαγκλή 5: Γυναικεία ειδώλια, -1400

Συνηθισμένες στην Μυκηναϊκή τέχνη είναι οι νεκρικές πομπές κυρίως γυναικών αλλά και ανδρών, που συνοδεύονται από θρηνητικά τραγούδια.
Στα μυκηναϊκά ανάκτορα τελούνταν επίσης ορχηστρικά δρώμενα σε συνδυασμό συνήθως με μουσικά συμπόσια. Πρόκειται για επίσημες εορτές με δημόσιο χαρακτήρα, που γίνονταν σε ανοιχτούς χώρους, σε υπαίθρια ιερά ή στις αυλές των ανακτόρων. Οι πολυπρόσωπες πομπές σε τοιχογραφίες από το ανάκτορο του Νέστορα στην Πύλο συνδέονται πιθανότατα με αυτές τις τελετές, ενώ η παρουσία μουσικού υπονοεί ενδεχομένως τον ρυθμικό βηματισμό των συμμετεχόντων.

Αριστερά: Βολιμίδια: Γυναικείο λατρευτικό ειδώλιο τύπου Ψ. -13ος αιώνας Μέσον: Ανάκτορο Νέστορος. Γυναικείες μορφές από τοιχογραφία με παράσταση πομπής, -1300,. Υδατογαφία- αναπαράσταση από τον Piet de Jong . Δεξιά: Περιστεριά, θολωτός τάφος 2. Γυναικείο ειδώλιο, -1600.

Απόηχοι από το παρελθόν
Για τους αρχαίους Έλληνες τα μουσικά όργανα ήταν εφεύρεση των Θεών.
Η λύρα εφευρέθηκε από τον Ερμή. Για να την κατασκευάσει χρησιμοποίησε καύκαλο χελώνας ως σώμα αντήχησης και έντερα για χορδές. Τα έγχορδα όπως η λύρα, η κιθάρα και η άρπα είναι όργανα που συχνά παίζονται από γυναίκες στον γυναικωνίτη, κατά την διάρκεια γιορτών ή κατά τις καθημερινές ενασχολήσεις. Μουσική παιδεία δεν είχαν όλες οι γυναίκες, αλλά συνήθως οι μορφωμένες και οι εταίρες.

Αλαγονία, θέση Βόλυμνος, ιερό Αρτέμιδος
Λιμνιάτιδος. Χάλκινο κύμβαλο -8ος/ -6ος αι.
Ο Αυλός θεωρείτε εφεύρεση της Αθηνάς.Τον έφτιαξε από καλάμι για να μιμηθεί, κατά μια εκδοχή, τον ήχο που έβγαλαν τα φίδια όταν ξετυλίγονταν από το κεφάλι της Μέδουσας, όταν την αποκεφάλισε ο Περσέας. Ο αυλός συνοδεύει τον διθυραμβικό τραγούδι προς τιμήν του Διονύσου. Η παρουσία του αυλού στην μουσική εκπαίδευση του 5ου αιώνα γέννησε την έριδα εγχόρδων-πνευστών. 
Τα έγχορδα αντιπροσωπεύουν την παράδοση, ενώ ο αυλός το νεωτεριστικό στοιχείο καθώς "σφραγίζει" το στόμα και εμποδίζει την απαγγελία. Κύμβαλα, τύμπανα, σείστρα και άλλα κρουστά εμφανίζονται στις μυστηριακές και εκστατικές γιορτές προς τιμήν της Κυβέλης, της Δήμητρας, του Διονύσου και άλλων Θεών. Ο οξύς και δυνατός ήχος των κρουστών πρωταγωνιστεί επίσης και στα συμπόσια.

Μιά λύρα επιπλέει στο ποτάμι: 
Ο Θάμυρις ήταν φημισμένος μουσικός, γνωστός για το παίξιμο της λύρας. Λέγεται πως εκείνος δίδαξε τον Όμηρο μουσική. Ο Θάμυρις, όπως παραδίδει ο Όμηρος στην Ιλιάδα, έχοντας επίγνωση του ταλέντου του, τόλμησε να αμφισβητήσει τις Μούσες. Στο μουσικό αγώνα που ακολούθησε, φυσικά ηττήθηκε. Οι Μούσες για να τον τιμωρήσουν όχι μόνο του αφαίρεσαν το μουσικό ταλέντο αλλά και τον τύφλωσαν, καθώς εκείνος πορευόταν από την Οιχαλία προς το Δώριο. Τότε πέταξε την λύρα του στο ποτάμι, αφού πια του ήταν άχρηστη και έτσι ο ποταμός ονομάστηκε Βαλύρας ("βάλλω" + "λύρα"). 





























Ο "Μουσικός": Από τις τοιχογραφίες του "Ανακτόρου του Νέστορα" στην Πύλο. Ισως πρόκειται για μορφή της μυθολογίας που αποτέλεσε το πρότυπο του Απόλλωνα ή του Ορφέα. 
Θα μπορούσε να ταυτισθεί και με τον Θάμυρι, περιώνυμο μουσικό της τοπικής μυθολογίας, τον οποίο κατέστρεψαν οι Μούσες (Βλ. Ιλιάδα Β 594-600).

Χορός Μαινάδων
"Ο άνθρωπος μπορεί να αποδώσει τα μέγιστα των δυνατοτήτων του, μόνο μέσω μανίας σε δόση θεϊκά ρυθμισμένη"  - Σωκράτης
Η λέξη "μαινάς" απαντά για πρώτη φορά στον Όμηρο και συνδέεται με την μανία. Σύμφωνα με την μυθολογία οι Μαινάδες ήταν Νύμφες, τροφοί- σύντροφοι- ακόλουθοι του Διονύσου και ταυτίζονται συχνά με τις Βάκχες. Μαζί με τους σειληνούς, τους σατύρους και τον Πάνα αποτελούν τον Διονυσιακό θίασο.
Οι μαινάδες μέσα στη νύχτα, με αναμμένους θύρσους στα χέρια, ψάλλουν θρησκευτικούς ύμνους και παραδίδονται σε ξέφρενους χορούς ακολουθώντας τον αόρατο θεό μέσα στην φύση. Οργιαστική μουσική από αυλούς, κύμβαλα, κρόταλα και τύμπανα τις συνοδεύει. Ήταν τέτοια η δύναμη που αντλούσαν από τον ενθουσιασμό της λατρείας τους που συχνά εκδηλώνονταν βίαια.  Η μανία του χορού και ομαδική παράκρουση οδηγούν στην "κάθαρση". Απελευθερώνουν τον άνθρωπο από τον ίδιο του τον εαυτό για αυτό και ο Διόνυσος χαρακτηρίζεται "Ελευθέριος" και "Λύσιος". Μέσω της έκστασης θεραπεύει την ψυχή. Για τις γυναίκες, που κατά την αρχαιότητα ήταν περιορισμένες στα του οίκου τους, χωρίς ουσιαστική συμμετοχή στην δημόσια ζωή, η διονυσιακή λατρεία με τον εκστατικό της χαρακτήρα αποτελούσε ευκαιρία ελεύθερης, ξέφρενης έκφρασης.


Αριστερά και μέσον: Κάστρο Καλαμάτας, θέση Άγιος Ιωάννης Σπηλαιώδης: Τμήμα σαρκοφάγου με παράσταση μαινάδας που χορεύει. Πλάι της στέκεται Σειληνός. Πιθανόν +2ος αι. Δεξιά: Μεθώνη, ταφικό κτέρισμα. Οινοχόη με μελανόμορφη παράσταση. Εικονίζεται ο Διόνυσος καθιστός και σταφανωμένος. Πλαισιώνεται από σειληνούς που παίζουν λύρα. -530/ -480.

Ο μύθος των Κουρήτων

 Ο Πλάτων αναφέρει τρεις μεγάλες κατηγορίες χορών ανάλογα με το περιεχόμενο και τις συγκυρίες τέλεσής τους: τους πολεμικούς, τους θρησκευτικούς και τους ειρηνικούς. Ο πολεμικός χορός των Κουρήτων θεωρείτε ο αρχαιότερος.
 Σύμφωνα με τον μύθο για την γέννηση του Δία, οι Κουρήτες, καλόβουλοι δαίμονες που προστάτευαν τα μικρά παιδιά, διέσωσαν το θεϊκό βρέφος, όταν τους το εμπιστεύτηκε η μητέρα του Ρέα. Χτυπούσαν δυνατά τα πόδια τους στην γη και τα δόρατα στις ασπίδες, προκειμένου να καλύψουν το κλάμα του μωρού για να μην το ακούσει ο πατέρας το Κρόνος και το σκοτώσει. Μιά τοπική παραλλαγή του μύθου, που διασώζει ο Παυσανίας, αναφέρει ότι οι Κουρήτες μετέφεραν τον νεογέννητο Δία στην Μεσσήνη και τον παρέδωσαν στις Νύμφες Ιθώμη και Νέδα για να τον μεγαλώσουν.
Ο μύθος των Κουρήτων ίσως απηχεί τις απαρχές των ανδρικών πολεμικών χορών.
Δεξιά: Αρχαία Μεσσήνη, Γυμνάσιο: Τμήμα αναθηματικού αναγλύφου με παράσταση ανδρικής μορφής σε χορευτική κίνηση. Στα αριστερά του τμήμα γυναικείας μορφής σε μεγαλύτερο μέγεθοε, καθιστή σε θρόνο. Πιθανώς Κυβέλη και Κορύβαντας (ή Κουρήτης), -3ος αι.

Μελωδίες ειρήνης και τύμπανα πολέμου
Ο χορός, η μουσική και η ποίηση, ως ενότητα, έχουν ισχυρή παρουσία στον ιδιωτικό και τον δημόσιο βίο κατά την αρχαιότητα. Έως τον -4ο αιώνα τουλάχιστον ήταν μέρος της εκπαίδευσης των νέων και μέσω διαπαιδαγώγησης των μελλοντικών πολιτών.
Η σύνδεση με την θρησκεία είναι άμεση και διαρκής. Μουσικοί και δραματικοί αγώνες εντάσσονται στο πλαίσιο της λατρείας συγκεκριμένων θεοτήτων, όπως του Απόλλωνα και του Διονύσου. Ο Απόλλωνας, κατεξοχήν Θεός της μουσικής, μέσω της αρμονίας και του μέτρου, επενεργεί στο ήθος. Ο Διόνυσος και ο Πάνας, από την άλλη πλευρά, επιδρούν στο άλογο μέρος της ψυχής και λειτουργούν θεραπευτικά μέσω της έκστασης.
Η Μεσσηνία από τον -8ο αι. μέχρι τον -4ο αι. βιώνει μια ταραγμένη περίοδο εξαιτίας των Μεσσηνιακών πολέμων και της υποδούλωσης στους Σπαρτιάτες. Τα τεκμήρια σχετικά με την παρουσία του χορού και μουσικής παραμένουν λιγοστά για αυτήν την περίοδο. Η περιοχή αναζοωγονείται το -369 με την απελευθέρωσή της από τους Σπαρτιάτες και την ίδρυση της Μεσσήνης, της πρώτης πρωτεύουσας της ανεξάρτητης πλέον Μεσσηνίας.

Μια καινούργια εποχή με "νέα" μουσική
Υπό την επίδραση της φιλοσοφίας το παραδοσιακό τρίπτυχο μουσική- λόγος- τραγούδι σπάει στα μέσα του -5ου αιώνα. Η "νέα μουσική" αποδεσμεύεται από το ηθικοπλαστικό και εκπαιδευτικό της πλαίσιο. Αρχίζει να λειτουργεί πιο αυτόνομα μέσω της ευχαρίστησης και της κάθαρσης που προσφέρει στον θεατή.
Για πρώτη φορά κατά τον -4ο αιώνα εμφανίζονται επαγγελματίες καλλιτέχνες. Συμμετέχουν στις θρησκευτικές γιορτές, που κατά τα Ελληνιστικά χρόνια αυξάνονται θεαματικά (-323/ -31), αλλά και σε θεατρικές παραστάσεις, ιδιωτικά συμπόσια κλπ. Οι δεξιοτέχνες της μουσικής και του χορού οργανώνονται σε συντεχνίες τα "κοινά" ή τις "Συνόδους περί τον Διόνυσον τεχνιτών".
Το -4ο αιώνα η μουσική αποκτά τον δικό της οργανικό χώρο, το Ωδείο. Ωδεία, θέατρα και στάδια από την αρχή της σύλληψής τους συλλειτουργούν με την έννοια της δημοκρατίας. Υποδέχονται ισότιμα το κοινό και χρησιμοποιούνται και ως χώροι συνεδρίασης του σώματος των πολιτών. Το Ωδείο ή Εκκλησιαστήριο της αρχαίας Μεσσήνης συνδέεται με την τέλεση μουσικών, δραματικών και γυμνικών αγώνων προς τιμήν του Ασκληπιού.

Το Ωδείο ή Εκκλησιαστήριο της αρχαίας Μεσσήνης. Ύστερα από το τεράστιο αναστηλωτικό έργο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην αρχαία Μεσσήνη το Ωδείο αλλα και το Θέατρο και το Στάδιο της πόλης μπορούν να δέχονται κόσμο και να φιλοξενούν πολιτιστικά δρώμενα. ΄Εστι το τρίπτυχο μουσική, χορός και θέατρο συνεχίζει το ταξίδι του στους αιώνες από την αρχαία στην σύγχρονη Ελλάδα.

Αρχαίες "παρτιτούρες"
Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις που έχουν διασωθεί μουσικά σημεία (νότες) από τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο. Η αρχαιότερη "παρτιτούρα- λιμπρέτο" είναι ύμνοι για τον Απόλλωνα, χαραγμένοι στον νότιο τοίχο του θησαυρού των Αθηναίων στους Δελφούς. Χρονολογείται στο -128.
Κατά τις ανασκαφές στην αρχαία Μεσσήνη ήρθε στο φως ασβεστολιθική στήλη με μουσικό κείμενο σε δύο στίχους. Βρέθηκε νότια του ναού του Ασκληπιού, στο "Ιεροθύσιο" και χρονολογείται πιθανότατα στον -1ο αιώνα. Πρόκειται για γράμματα του Ιωνικού αλφαβήτου που χρησιμοποιούνται ως μουσικά σύμβολα. Έχουν μεταφερθεί στο πεντάγραμμο και δίνουν την παρακάτω μελωδία:



 
 Η θέση εύρεσης της στήλης στο "Ιεροθύσιο", δηλαδή στον χώρο των τελετουργικών γευμάτων μετά τις θυσίες, συνδέει πιθανότατα την μουσική αυτή επιγραφή με την τέλεση της λατρείας Θεών ή ηρώων. 
Πολύ συχνά χορωδίες από νεαρά άτομα έψαλλαν ύμνους κατά την διάρκεια θυσιών με την συνοδεία λυρών και αυλών.
Η χρήση της στήλης παραμένει αινιγματική. Ωστόσο οι δύο ορθογώνιοι τόρμοι που φέρει στο άνω μέρος της, ίσως συνδέονται με την ανάρτηση αντικειμένων που σχετίζονται με το μουσικό δίστιχο.

Δεξιά: Αρχαία Μεσήνη
Θέση: Ιεροθύσιο, νότια του Ασκληπείου
Ασβεστολιθική στήλη με επιγραφή μουσικών συμβόλων
Χρονολόγηση, -1ος αιώνας
Μουσείο Καλαμάτας


Τα μυστήρια της Ανδανίας
Στην Μεσσηνία διασώζονται μαρτυρίες για την τέλεση μυστηριακής λατρείας, γνωστής ως "Μυστήρια της Ανδανίας". Αναβίωσαν μετά την απελευθέρωση της Μεσσηνίας από τους Σπαρτιάτες (-369). Συνδέονται με την λατρεία της Δήμητρας, του Κάρνειου Απόλλωνα και άλλων θεοτήτων. Σε αυτά αναφέρεται ο περιηγητής Παυσανίας (+2ος αι.) αλλά και σχετική επιγραφή (-1ος/ +1ος αι.). Εκμαγείο της επιγραφής εκτίθεται στο αρχαιολογικό μουσείο Μεσσηνίας ( εικόνα κάτωθεν). Σε αυτήν καταγράφονται λεπτομερειακά οι διατάξεις σχετικά με την τέλεση των Μυστηρίων.




Κάθε τέσσερα χρόνια, η τελετουργική πομπή ξεκινά από την αρχαία Μεσσήνη και καταλήγει στο Καρνάσιο άλσος, στην περιοχή της Ανδανίας. Διασχίζει το ποτάμι του Βαλύρα μέσω της αρχαίας γέφυρας της Μαυροζούμενας. Ο αρχιερέας οδηγεί την πομπή. Θρησκευτικοί αξιωματούχοι και επιφανείς πολίτες της Μεσσήνης (που ορίζονται κάθε φορά με κλήρο) ακολουθούν. Στο τέλος της πομπής ακολουθούν τα ζώα που θα θυσιαστούν. αυλητές και κιθαριστές συνοδεύουν την πομπή και τις θυσίες. Μουσικά και θεατρικά δρώμενα εκτελούνται στην γιορτή που ακολουθεί.Το περιεχόμενο των Μυστηρίων ήταν και παραμένει άγνωστο. Ο Παυσανίας τα θεωρεί ως " τα σεβαστότερα μετά τα Ελευσίνια".
Η Καλαμάτα έχει συνδέσει το όνομά της με τον παραδοσιακό, συρτό χορό, τον καλαματιανό. Έναν κύκλιο χορό, πανελλήνιας εμβέλειας με αρχαίες καταβολές. Η ελληνική αρχαιότητα και η παράδοση άλλωστε αποτέλεσαν πηγές έμπνευσης για το σύγχρονο χορό στην Ελλάδα.

Αριστομένης ο Μεσσήνιος





Κυριακή 5 Ιουλίου 2015

Οι δρόμοι του μεταξιού και η Μεσσηνία

Το μετάξι διαδόθηκε από την Άπω Ανατολή στην Δύση μέσω των γνωστών δρόμων του μεταξιού που για αιώνες ολόκληρους δεν λειτουργούν μονάχα σαν κεντρικές αρτηρίες του παγκόσμιου εμπορίου, αλλά και σαν οδοί επικοινωνίας λαών και πολιτισμών, σαν αρτηρίες ανταλλαγής γνώσης, ιδεών, επιστημών και τεχνολογιών.
Τα μυστικά της επεξεργασίας και ύφανσης του πολύτιμου υφάσματος έγιναν γνωστά πρώτα στο Βυζάντιο ενώ μετά τον 13ο αιώνα η τεχνική ξέφυγε από τα ανάκτορα και η μεταξουργία αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό σ΄όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, που ονομάστηκε από τότε Μοριάς, εξαιτίας της καλλιέργειας της μουριάς.
Η Μεσσηνία εξελίχθηκε σε σημαντικό κέντρο παραγωγής του μεταξιού και ιδιαίτερα η πόλη της Καλαμάτας όπου η μεταξουργία άκμασε από το 18ο  μέχρι το μέσα του 20ου αιώνα.


Η ιστορία του πολιτισμού είναι συνυφασμένη με το ύφασμα και το φόρεμα. Λόγω ανεπαρκών στοιχείων δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια που και πότε ξεκίνησε για πρώτη φορά η τεχνική του υφαντού. 
Από τότε που ο άνθρωπος αντικατέστησε την προβιά του ζώου μ΄ένα κομμάτι πρωτόγονου υφαντού, επιλέγει τις υφαντικές ύλες σύμφωνα με τις γεωγραφικές και κλιματολογικές συνθήκες του περιβάλλοντος, σε συνάρτηση πάντα με την κατάκτηση της τέχνης του υφαντού. Οι ύλες χωρίζονται σε φυτικές (βαμβάκι, λινάρι, καννάβι) και σε ζωικές (μαλλί, μετάξι).
Μιλώντας για το μετάξι και τη σηροτροφία, δηλαδή την εκτροφή του μεταξοσκώληκα για την παραγωγή του κουκουλιού, είναι αδύνατο να μην αναφερθούμε στην Κίνα, την Σηρών χώραν ή Σηρική, όπως την αποκαλούσαν οι Έλληνες ιστορικοί και γεωγράφοι.

Η ανακάλυψη του μεταξιού
Η ιστορία του χάνεται στα βάθη των αιώνων και είναι συνυφασμένη με κινέζικους μύθους. Φαίνετε ότι πολλούς αιώνες πριν αρχίσει η κατεργασία του μεταξιού ο μεταξοσκώληκας ζούσε σε άγρια μορφή πάνω στα μορεόδενδρα. Σύμφωνα με τους Κινέζους συγγραφείς, η τέχνη της εκτροφής του μεταξοσκώληκα και η κατεργασία του μεταξιού ανακαλύφθηκε τυχαία από την αυτοκράτειρα Σι Λιγκ Τσι γύρω στο -2690. 

Ο Κουφούκιος στο "Χρονιά των τεσσάρων πρώτων δυναστειών" αναφέρει πως η αυτοκράτειρα Σι Λιγκ Τσι, η οποία ονομάστηκε "Θεά των μορέων και του σηρός", έκανε συστηματική εκτροφή του μεταξοσκώληκα  στα ανάκτορά της και υποχρέωνε τις Κινέζες να παρακολουθούν μαθήματα σηροτροφίας, ανεξάρτητα από την κοινωνική τάξη που ανήκε η καθεμία. Πρώτη αυτή παρασκεύασε και έβαψε σε ποικίλα χρώματα το μετάξι και κατασκεύασε μεταξωτά υφάσματα για τις ανάγκες του αυτοκράτορα και της αυλής, που θεωρούνταν ιερά πρόσωπα, όπως ιερό και απόκρυφο ήταν και το μετάξι, πριν γενικευθεί η χρήση του στην Κίνα. Οι Κινέζοι απαγόρευαν με αυστηρούς νόμους την διάδοση της σηροτροφίας εκτός κίνας, ενώ η εξαγωγή των σπόρων του μεταξοσκώληκα τιμωρούνταν με θάνατο. Επιτρεπόταν μόνο η εξαγωγή κατεργασμένων νημάτων και υφασμάτων. Η Ιαπωνία, οι Ινδίες και η Περσία ήταν κέντρα εμπορίας του εξαγόμενου μεταξιού.
Κατά τον -8ο αιώνα, παρόλες τις αυστηρές διατάξεις, η σηροτροφία διαδίδεται από την Κίνα στην Ιαπωνία και στην συνέχεια στις Ινδίες και την Περσία.

Για μιά περίοδο, -141/ -89, οι κυβερνήσεις εισπράττουν τους φόρους σε μετάξι, ενώ αργότερα, γύρω στο +280 το μετάξι παίρνει θέση νομίσματος, καθώς στην Κίνα οι μισθοί πληρώνονταν σε είδος, σε σιτάρι και μεταξωτά υφάσματα. 

Τα μεταξωτά υφάσματα στην αρχαία Ελλάδα
Από τον -9ο αιώνα οι Έλληνες, άποικοι της Μ. Ασίας γνώριζαν την ύπαρξη του μεταξιού και των μεταξωτών υφασμάτων, αλλά θεωρούσαν ότι είναι φυτική ίνα. Την εποχή των περσικών πολέμων, οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν το μετάξι και τα μεταξωτά, τα οποία αποκαλούσαν "οθόνιον ή οθόνια εσθής', "θέρματα σηρικά" (Στράβων, 15, 693). "Σηρικοδιαστάς ή σηρικοποιούς" έλεγαν τους μεταξουργούς και "σηρικοφόρους" αυτούς που φορούσαν μεταξωτά ρούχα. Από την λέξη " ο σήρ, του σηρός", όπως αποκαλούσαν το μετάξι παράγεται και η λέξη "σηροτροφία".
Με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου (-336/ -323) το μετάξι και τα μεταξωτά υφάσματα γίνονται περισσότερο γνωστά στην Δύση. Ο Αριστοτέλης, επισημαίνει ότι το μετάξι είναι ζωϊκό προϊόν και όχι φυτικό, όπως νόμιζαν τότε. Στην "Ιστορία περί τα ζώα Ε΄, ΙΘ΄" γράφει σχετικά: "Εκ δε σκώληκος μεγάλου, ος έχει οίον κέρατα και διαφέρει των άλλων, γίνεται πρώτον μεν μεταβαλόντος του σκώληκος κάμπη έπειτα βομβύλος, εκ δε τούτου νεκύδυλος. Εν εξ δε μησί μεταβάλλει ταύτας τας μορφάς πάσας. Εκ δε τούτου του ζώου και τα βομβύκια αναλύουσι των γυναικών τινές αναπηνιζόμενα, κάπειτα υφαίνουσι, πρώτη δε λέγεται υφήναι εν Κω Παμφίλη Πλάτεω θυγατήρ". Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η επεξεργασία του μεταξιού ήταν γνωστή, τουλάχιστον στην Μ. Ασία, χωρίς ωστόσο να έχει διαδοθεί στην αρχαία Ελλάδα.Ο Μέγας Αλέξανδρος μάλιστα έστειλε φούσκες στο δάσκαλό του Αριστοτέλη θέλοντας να μάθει το μυστικό της παραγωγής του μεταξιού, χωρίς όμως αποτελέσματα.

Η επέκταση των δρόμων του μεταξιού
Οι δρόμοι του μεταξιού επίσημα χρονολογούνται από την εποχή των αυτοκρατόρων της δυναστείας Χαν (-206/ -220), οι οποίοι δημιούργησαν τις πρώτες επαφές με την κεντρική Ασία. Αργότερα ξεκινάνε τα καραβάνια από τη Δυτική και Κεντρική Ασία προς την Κίνα για να αγοράσουν μεταξωτά υφάσματα. Την ίδια εποχή Εβραίοι γυρολόγοι έμποροι πηγαίνουν να εγκατασταθούν στην Κίνα και να εμπορευτούν το μετάξι. Τους ακολούθησαν οι Άραβες, οι οποίοι γίνονται διαμεσολαβητές του εμπορίου της Κίνας με την Δύση. Μετά τους Αλεξανδρινούς χρόνους, με την εξάπλωση των Ρωμαίων στην Ευρώπη, Αφρική και Ασία και την κυριαρχία τους στην επικοινωνία και το εμπόριο μεταξιού με την Άπω Ανατολή, η χρήση των μεταξωτών υιοθετείτε από τους πλούσιους Ρωμαίους.
Στα Ρωμαϊκά χρόνια συνεχίστηκαν οι εισαγωγές κατεργασμένης και ακατέργαστης σινικής κλωστής και έτοιμων υφασμάτων. Οι πηγές μαρτυρούν ότι κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια το μετάξι είχε τεράστια αξία, ίση με αυτή των πολύτιμων λίθων  και του χρυσού. Ο αυτοκράτορας φορούσε αποκλειστικά την πορφυρή μέταξα, ενώ τα μεταξωτά ενδύματα φορούσαν οι αξιωματούχοι του κράτους και οι ευκατάστατοι πολίτες.
Η πολυτέλεια των μεταξωτών αργότερα παρατηρείται και στην Χριστιανική εκκλησία, καθώς επιδιώκει την μεγαλοπρέπεια στις τελετές, γεγονός που αναγκάζονται να καυτηριάσουν από τον άμβωνα ο Χρυσόστομος και Μέγας Βασίλειος κατά τον 4ο αιώνα.

Κατά την Βυζαντινή εποχή, τα καραβάνια με τα πολύτιμα και πανάκριβα μεταξωτά ξεκινώντας από την μακρινή Κίνα διέσχιζαν χιλιάδες χιλιόμετρα και περνώντας τη Μικρά Ασία έφθαναν στην Κωνσταντινούπολη, την Βυζαντινή πρωτεύουσα, για να ταξιδέψουν από εκεί στις μητροπόλεις της Δύσης και να ντύσουν με το εκλεκτό τους φορτίο πριγκίπισσες και βασιλιάδες.




Το μετάξι στο Βυζάντιο
Σύμφωνα με την παράδοση η διάδοση της μεταξοκαλλιέργειας από την Ανατολή στη Δύση έγινε από μοναχούς του Βυζαντίου. Ο Προκόπιος αναφέρει ότι δύο Βυζαντινοί μοναχοί με εντολή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού για την μετάδοση της χριστιανικής θρησκείας περιηγήθηκαν στην Περσία και την κίνα και κατά την διέρκεια των περιηγήσεών τους μελετούσαν κάθε τι που είχε σχέση με τον μεταξοσκώληκα και την επεξεργασία του.
Έτσι στο τέλος της περιοδείας τους το +554 μετέφεραν κρυφά μέσα στις κούφιες μαγκούρες τους αυγά μεταξοσκώληκα. 
Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση μ΄αυτόν τον τρόπο περιήλθε η σηροτροφία στο Βυζάντιο, καθιστώντας έτσι πιό ασφαλή την εύρεση πρώτης ύλης, αν και τόσο το ακατέργαστο μετάξι όσο και το έτοιμο ύφασμα εξακολουθούσαν να εισάγονται.
Τα Βυζαντινά υφάσματα υψηλής ποιότητας ήταν από μετάξι, το οποίο στους πρώιμους χρόνους εισαγόταν σε ακατέργαστη μορφή από την Άπω Ανατολή σε Βυζαντινά εργαστήρια που ελέγχονταν από το κράτος. 
Η παραγωγή υφασμάτων τεκμηριώνεται σε πόλεις όπως η Κωνσταντινούπολη, η Αλεξάνδρεια, η Τύρος και η Σιδώνα.
Τα βυζαντινά μεταξωτά ήταν διακοσμημένα  με υφαντά γεωμετρικά σχέδια, ζώα, πουλιά και φυτικά μοτίβα. καθώς ήταν πολύτιμα και εύκολα στην μεταφορά, αποτελούσαν ένα ιδανικό διπλωματικό δώρο για αποστολή σε πρεσβείες στη Δύση, όπου μερικά χρησιμοποιήθηκαν για να τυλιχτούν λείψανα αγίων, κληρικών και βασιλέων. 
Η εικόνα παραγωγής υφασμάτων στο Βυζάντιο συμπληρώνεται επιπλέον από λινά και μάλλινα υφάσματα της κοπτικής Αιγύπτου. 
Μεγάλοι χρωματιστοί τάπητες κοσμούνταν με θέματα τόσο από την κοσμική όσο και από τη θρησκευτική-ειδωλολατρική ή χριστιανική-εικονογραφία.
Όπως σημειώνει ο ιστορικός Βασίλιεφ στο βιβλίο του "Η ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας", στην Κωνσταντινούπολη συναντάμε μια ανεπτυγμένη υφαντουργία μεταξωτών, ιδιαίτερα μετά την καλλιέργεια του ντόπιου μεταξιού.

Η τέχνη της υφαντικής στο Βυζάντιο θα δώσει τα καλύτερά της δείγματα, όταν την εποχή του Ιουστινιανού θα ξεκινήσει η καλλιέργεια και η παραγωγή του μεταξιού αρχικά στην Κωνσταντινούπολη και μετά θα επεκταθεί  στην ευρύτερη περιοχή της Βιθυνίας, στα ανατολικά παράλια της θάλασσας του Μαρμαρά, στην Κίο, στα Μουδανιά και τη γύρω περιοχή.
Στα "Ανέκδοτα XXV, 22" του Προκόπιου διαβάζουμε ότι την εποχή του Ιουστινιανού, το Βυζάντιο κρατάει το μονοπώλιο των μεταξωτών υφασμάτων και παίζει σημαντικό ρόλο σαν εμπορικό κέντρο, εξάγοντας μεταξωτά υφάσματα στην Δύση από την ξηρά και ιδιαίτερα από τη θάλασσα, χάρη στην αναπτυγμένη ναυτιλία του.
Στο Βυζάντιο η παραγωγή μεταξωτών υφασμάτων ήταν οργανωμένη σε συντεχνίες κατά κλάδο. Υπήρχαν η συντεχνία των παραγωγών μεταξιού, η συντεχνία των βαφέων, η συντεχνία των υφαντουργών, η συντεχνία των εμπόρων μεταξιού κ.ἁ. Κυριότερη προϋπόθεση για την αποδοχή νέου μέλους στην συντεχνία, ήταν η υψηλή επαγγελματική του κατάρτηση, πράγμα που διασφάλιζε την ποιότητα των προϊόντων.
Την εποχή των βυζαντινών στην Κωσταντινούπολη, τα πολύτιμα μεταξωτά υφάσματα με τις χρυσοκλωστές και ασημοκλωστές στεγάζονταν στον "Οίκο των Λαμπτήρων". Αργότερα, στον ίδιο χώρο, επί Οθωμανών, συνέχισε να λειτουργεί η κλειστή αγορά, το Μπεζεστένι.
Στο Βυζαντινό κρατικό μονοπώλιο ανήκα και τα λεγόμενα πορφυρά ενδύματα, τα οποία ήταν αριστοκρατικά μεταξωτά ενδύματα, βαμμένα με έντονο κόκκινο χρώμα πορφύρας: βαφή που εξάγεται από κοχύλια αλιευόμενα στα βαθιά νερά του Αιγαίου.
Σιγά σιγά όμως η τεχνική ξέφυγε από τα ανάκτορα και η μεταξουργία αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό σ΄όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, που ονομάστηκε από τότε Μοριάς, εξαιτίας της καλλιέργειας της μουριάς. 

Το μετάξι στη Δύση
 
Κατά την περίοδο των σταυροφοριών, οι Φράγκοι έπαιρνα αιχμαλώτους σηροτρόφους από το Βυζάντιο και τους μετέφεραν στις πατρίδες τους, όπου και τους χρησιμοποιούσαν για την μετάδοση της τεχνογνωσίας που κατείχαν για την βελτίωση της οργάνωσης των σηροτροφικών μονάδων που λειτουργούσαν στη Δύση.
Δύο αιώνες μετά την καλλιέργεια της σηροτροφίας από τους βυζαντινούς, οι Άραβες θα κατακτήσουν την Ισπανία και θα διαδώσουν την εκτροφή του κουκουλιού. 
Το 730 Άραβες πειρατές μετέφεραν μέσω των αιχμαλώτων τους τη σηροτροφία στη Σικελία και τη νότια Ιταλία. 
Πολύ αργότερα, μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους (1204), ο δόγης της Βενετίας Δάνδαλος θα εισάγει τη σηροτροφία στη Βενετία εκμεταλλευόμενος τους αιχμαλώτους και φυγάδες. 
 
Όταν ο πάπας Κλήμεντος Α΄ μεταθέτει την έδρα του από την Ρώμη στην Αβινιόν, στις αρχές του 14ου αιώνα, η σηροτροφία εισάγεται στη Γαλλία, όπου επί Λουδοβίκου XI (1461-1483) ιδρύονται στη Λιόν και την Τούρ τα πρώτα μεταξουργεία.
Για αιώνες ολόκληρους οι χερσαίοι και οι θαλάσσιοι δρόμοι του μεταξιού δεν λειτουργούν μονάχα σαν κεντρικές αρτηρίες του παγκόσμιου εμπορίου, αλλά και σαν οδοί επικοινωνίας λαών και πολιτισμών, σαν αρτηρίες ανταλλαγής γνώσης, ιδεών, επιστημών και τεχνολογιών.




Βιομηχανίες μεταξιού
Από τις αρχές του 16ου αιώνα η επεξεργασία του μεταξοσκώληκα και η παραγωγή μεταξιού παίρνει πλέον βιομηχανική μορφή και γνωρίζει μια συνεχή τεχνολογική ανάπτυξη κατά τον 18ο αιώνα. Το μετάξι αποτέλεσε ένα εξαιρετικό Γαλλικό προϊόν στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Η Λυών έγινε το βιομηχανικό κέντρο του μεταξιού.Τα σημαντικότερα κέντρα επεξεργασίας και εμπορίας του μεταξιού που υπήρχαν την εποχή αυτή εκτός της Λυών, η Τούρ και η Αβινιόν της Γαλλίας καθώς και η Γένοβα, η Βενετία, η Φλωρεντία και το Κόμο της Ιταλίας. Το 1822 η παρουσίαση της συνθετικής ίνας στην διεθνή εμπορική έκθεση του Παρισιού αποτέλεσε καθοριστικό γεγονός που μείωσε την παραγωγή μεταξιού στην Ευρώπη τις επόμενες δεκαετίες. Επίσης στη μείωση της παραγωγής του μεταξιού στη Γαλλία συντέλεσε και η μεγάλη επιδημία της πιπερίτιδας που έπληξε τους μεταξοσκώληκες (1820-1825).
Αρχικά το ακατέργαστο μετάξι συλλεγόταν στη νότια Γαλλία, μέχρι που σιγά σιγά το παράγγελναν από την Ιταλία, την Ισπανία, την Αυστρία, τον Καύκασο και από την Ιαπωνία. Στο 1875, από πέντε εκατομμύρια κιλά ακατέργαστου μεταξιού, υπήρχαν μόνο τετρακόσιες χιλιάδες κιλά Γαλλικού μεταξιού.
Η ύφανση μεταξιού άρχισε να αναπτύσσετε στην Ζυρίχη, όπου το Bale έγινε μεγάλο κέντρο του εμπορίου του μεταξιού. Στον Καύκασο οι Γεωργιανοί επίσης ανέπτυξαν την τέλεια εκτροφή των μεταξοσκωλήκων και την τέχνη της μετατροπής του μεταξιού σε βιομηχανικά προίόντα. Ακολούθησε η Αυστρία, και η Γερμανία όπου χτίστηκαν μεγάλα εργοστάσια μεταξιού. Στις Ηνωμένες πολιτείες έκαναν το ίδιο στο Πάτερσον. Το εμπόριο μεταξιού δεν είναι πιά Γαλλικό μονοπώλιο. Μεταξωτά φτιάχνονται στη Γερμανία, την Αυστρία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Αγγλία.
Στον Ελλαδικό χώρο, όπου ευνοείται η καλλιέργεια της μουριάς, η σηροτροφία αναπτύχθηκε από τον 16ο- 19ο αιώνα από την Λακωνία ως τη Θράκη, η χρυσή εποχή όμως ήταν η περίοδος 1920- 1940.


13ος- 18ος αιώνας
Ο Γάλλος βυζαντινολόγος Αντουάν Μπον μας πληροφορεί ότι το μετάξι ήταν βασικό προϊόν της περιοχής κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας (13ος- 14ος αιώνας). Μάλιστα σημειώνει ότι το μετάξι χρησιμοποιήθηκε και σαν ετήσιος φόρος προς τον δόγη της Βενετίας.
Ο Δημ. Ζακυνθηνός εκτιμά, επικαλούμενος χρυσόβουλο του Ανδρόνικου του Γ΄ με το οποίο επιβαλλόταν φόρος εργαστηρίων μεταξιού το "μεταξιάτικον", ότι ήδη από τον 14ο αιώνα έχουμε επεξεργασία μεταξιού στην Πελοπόννησο.
Στην Καλαμάτα, η επεξεργασία του μεταξιού φαίνεται ότι είχε αναπτυχθεί πολύ πριν την επανάσταση λόγω του πλήθους των μορεόδενδρων που υπήρχαν σε όλη την Μεσσηνία και οι ποσότητες που εξάγονταν για τις ξένες αγορές ήταν σημαντικές. Όλοι οι εμπορικοί οδηγοί των διαφόρων κρατών μιλούσαν για τα "μεταξωτά Καλαμών".
Αναφορά στα περίφημα μεταξωτά της Καλαμάτας γίνεται από τον Τούρκο περιηγητή Ελβιγιά Τσελεμπί που πραγματοποίησε ταξίδι στην Καλαμάτα το 1667. Εκτός από την περιγραφή της πόλης, δεν παραλείπει ανάμεσα στα άλλα ενδιαφέροντα να μνημονεύσει και τα περίφημα μεταξωτά της Καλαμάτας: "Έχουν λογής μεταξωτά και εμπριμέ καλύπτρες, καλύτερες από τις Αλγερινές... Τυλίγουν μ΄αυτές το κεφάλι τους  και δένουν τη μέση τους αντί ζώνης. Έχουν ολομέταξα πουκάμισα... Ένα πουκάμισο ζυγίζει 7- 8 δράμια, τόσο λεπτό είναι... Στην Ευρώπη εξάγουν χιλιάδες δέματα μετάξι...".

Αρχές 19ου αιώνα
Ενδιαφέρουσες πληροφορίες μας παρέχει ο Άγγλος περιηγητής William Gell, ο οποίος 
επισκέφτηκε την Καλαμάτα στις αρχές του 1805: "Στο υπόλοιπο της διαδρομής μας μας συνοδεύουν, χωρίς διακοπή, ελιές, μουριές, συκιές, κυπαρίσσια, πορτοκαλιές και λεμονιές".

Σύμφωνα με την μαρτυρία του ίδιου, η σηροτροφία και η επεξεργασία του μεταξιού ήταν τόσο πολύ ανεπτυγμένη, ώστε το μετάξι αποτελούσε κύριο εξαγωγικό προϊόν. κατά την επίσκεψή του στην Καλαμάτα βρήκε εργαστήρια μεταξιού στην πόλη, καθώς επίσης και ένα δωμάτιο για την σηροτροφία σχεδόν σε κάθε σπίτι. Αναφέρει επίσης ότι ήδη πριν την Γαλλική επανάσταση κατέφθαναν στην Καλαμάτα γαλλικά πλοία, για να φορτώσουν μετάξι και βαμβάκι για την Μασσαλία.
Μαρτυρίες αναφέρουν ότι και στην υπόλοιπη Μεσσηνία είχε αναπτυχθεί η παραγωγή μεταξιού. Ο σημερινός οικισμός Μεταξάδα (Σαπρίκι) ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα παραγωγής μεταξιού (εκεί οφείλει τη σημερινή του ονομασία). 
Η ονομασία του χωριού Σκάρμηγκα μάλλον προέρχεται από την κινεζική λέξη Σκάρμινξ που σημαίνει δρόμος του μεταξιού. Το μετάξι αυτό μεταφερόταν μέσα από καρόδρομο που περνούσε από το χωριό στο λιμάνι της Πύλου για την εξαγωγή του και την περαιτέρω επεξεργασία του.
Η διαδρομή Σαπρίκι- λιμάνι Πύλου με φορτωμένα άλογα και μουλάρια, ήταν διάρκεις 8 ωρών περίπου. Ξεκινούσαν το απόγευμα από το σαπρίκι, συνήθως έκαναν στάση στο Σκάρμηγκα για διανυκτέρευση και το πρωί συνέχιζαν το ταξίδι τους για την Πύλο. Κατά μήκος της διαδρομής υπήρχαν ταβέρνες και χάνια.
Επίσης η Αρτεμισία, το μεγαλύτερο χωριό του Ταϋγέτου που ανήκει σήμερα στον δήμο Καλαμάτας, ονομαζόταν μετά την κάθοδο των Σλάβων, Τσερνίτσα (περιοχή με πολλές μουριές, αφού είχε αναπτυγμένη σηροτροφία) και η παλιότερη θέση της ήταν στην Κάτω Χώρα, θέση της αρχαίας Δενθαλιάτιδας, στην οποία σήμερα βρίσκουμε μόνο κήπους και χαλάσματα.
Στη Μάνη όλα τα κινητά αντικείμενα της προίκας μεταφέρονταν με καραβάνι από μουλάρια και άλογα στο σπίτι του γαμπρού. Τα ζώα αυτά ήταν στολισμένα με μεταξωτά μαντήλια, χρωματιστά από καθαρό μετάξι, που ύφαιναν οι ίδιες οι μανιάτισσες.
Τα τελευταία χρόνια πριν την επανάσταση, επισκέφτηκαν την Καλαμάτα αρκετοί ξένοι περιηγητές, οι οποίοι μας έδωσαν αξιόλογες πληροφορίες για τα ήθη, τα έθιμα και τις ασχολίες των κατοίκων της. Από την καλαμάτα εξάγονταν μεταξωτά μαντήλια, περιζήτητα σε κάθε μέρος της Ανατολής, καθώς και ένα είδος αραχνοϋφαντου υφάσματος "που συνδυάζει τις ιδιότητες της διαφάνειας και της αντοχής", περιζήτητου σε Ελλάδα, δυτική Μικρά Ασία και Κωνσταντινούπολη, το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως για κουνουπιέρες.
Ένας από τους πιό σημαντικούς ταξιδιώτες ήταν ο Βρετανός αξιωματικός και ιστοριοδίφης William Martin Leake, ο οποίος έφτασε στην Καλαμάτα τη Μεγάλη εβδομάδα του 1805. Αναφέρεται στη σηροτροφία, τα μεταξωτά, στη διοίκηση της Καλαμάτας και το εμπόριό της: "Η Καλαμάτα με τα "καλύβια" της έχει 400 οικογένειες, από τις οποίες έξι μόνο είναι τούρκικες. Η διοίκηση βρίσκεται στα χέρια των Ελλήνων προκρίτων... 1500 οκάδες ακατέργαστο μετάξι καταναλώνεται κάθε χρόνο για μαντήλια και κουνουπιέρες, των οποίων η αξία, μετά την κατεργασία, αυξάνει εξήντα φορές".
Το 1811 επισκέφθηκε την Καλαμάτα, ο Εσθονός Otto Magnus von Stackeiberg, ο οποίος στο βιβλίο που εξέδωσε το 1825 αναφέρει: " Τα νήματα του μεταξιού, τα ξερά σύκα και τα λεπτά υφάσματα με χρυσοκλωστές, με τα οποία οι κάτοικοι διεξάγουν ένα μεγάλο εμπόριο, τους παρέχουν ασφαλώς ευπορία". Μεγάλες ποσότητες ακατέργαστου μεταξιού και μάλιστα σε τρεις ποιότητες μεταφέρουν κυρίως στις αγορές του Τορίνο, της Σμύρνης, της Χίου, της Κωνσταντινούπολης, των Σκόρδων και των Ιωαννίνων.
Ένας άλλος επισκέπτης της Καλαμάτας, στα μέσα του 19ου αι., ήταν ο Sir Thomas Wyse, πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Ελλάδα το 1849- 1862. Το 1858 περιόδευσε στην Πελοπόννησο με ειδική αποστολή, προκειμένου να συγκεντρώσει στοιχεία για τις "φυσικές πηγές πλούτου της Ελλάδας". Σε βιβλίο του, που εκδόθηκε μετά το θάνατό του, αφιερώνει αρκετές σελίδες στην Καλαμάτα και τη Μεσσηνία γενικότερα. Επισκέφτηκε την Μονή των Καλογραίων, για την οποία γράφει:"Πολύ λίγες από τις μοναστικές κοινότητες αυξάνονται στην Ελλάδα, όπως αυτή η Μονή". Εν συνεχεία ο Γουάιζ αναφέρεται στα μεταξωτά της Μονής και στον τρόπο βαφής τους: "... η κατασκευή και η σχολή για το μετάξι που ίδρυσε η μονή είναι προς την σωστή κατεύθυνση... αυτό που γίνεται από τη μονή Καλογραίων μπορεί να εξελιχθεί σε μια πρακτική βοηθητική κατάσταση για τη γενική εκπαίδευση των θηλέων, θα αποδεικνυόταν, έπειτα από μια τέτοια εκπαίδευση, επικερδής τόσο για την Καλαμάτα όσο και για παρόμοιες κοινωνίες."
Η συμβολή της μονής Καλογραίων των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στην ανάπτυξη της μεταξουργίας της Καλαμάτας ήταν σημαντική, καθώς έχουμε τη μετάβαση από την φάση της οικοτεχνίας σε μια πιό "βιομηχανική βάση" παραγωγής μεταξωτών για τα δεδομένα της εποχής.



Δημιουργία των πρώτων μεταξουργείων από "ξένους"
Η παραγωγή της μεταξοκλωστής απ΄το κουκούλι ήταν συνηθισμένη ενασχόληση των καλαματιανών νοικοκυριών ήδη από την εποχή της τουρκοκρατίας. Η  επεξεργασία του όμως τέθηκε σε ακόμα πιο οργανωμένη βάση, όταν ο Γάλλος Άλεξ Φουρναίρ, πλοίαρχος στην εκστρατεία του Μαίζονος στην Πελοπόννησο (1828), ίδρυσε στην πόλη το πρώτο μηχανοκίνητο κατάστημα αναπήνισης (επεξεργασίας) μεταξιού. Έτσι δημιούργησε μια μικρή βιομηχανία το 1837 στη συνοικία Πενταχώρι, στη σημερινή συνοικία του Αγίου Νικολάου. Είχε άμεση πρόσβαση στην αγορά της πρώτης ύλης (κουκούλι), αλλά και στους θαλάσσιους δρόμους εξαγωγής του προϊόντος.
Ο Γουάιζ που επισκέφτηκε το χώρο αυτό μας ενημερώνει για τις συνθήκες εργασίας: εργάζονταν 60 κορίτσια από 10- 15 ετών, από τις 6 το πρωί μέχρι τις 6 το απόγευμα, με διάλειμμα μιας ώρας για φαγητό. Το εργοστάσιο του Φουρναίρ ευδοκιμεί μέχρι τον θάνατό του (1875).
Το 1853 παρήχθησαν στην Καλαμάτα 30,000 οκάδες μετάξι, ενώ η συνολική παραγωγή στην Ελλάδα ήταν 150,000 οκάδες. Το 1862 ξέσπασε η επιδημία του μεταξοσκώληκα, που κατέστρεψε τη σηροτροφία και διέλυσε τα μεταξουργεία. Τα εργοστάσια έκλεισαν και η ανεργία έπληξε την πόλη.
Σχετικά με τα μεταξουργεία ο Γ. Κυριακός αναφέρει ότι κατά την περίοδο 1853- 1859 ιδρύθηκαν σταδιακά πέντε μεγάλα ατμοκίνητα μεταξουργία, με αποκορύφωμα το πολύ μεγάλο εργοστάσιο του εμπορικού οίκου Φελς & Σία. Η εταιρεία Φελς το 1859 συστήνει στην πόλη το δεύτερο αναπηνιστήριο (1859- 1883). Το μεταξουργείο αυτό αποκτά σημασία στη δεκαετία του 1870, όταν φέρνει στην πόλη την πρώτη ατμομηχανή.

Μεταξουργεία Ελλήνων
Το πετυχημένο παράδειγμα των πρωτοπόρων ξένων, αλλά και το ευνοϊκό δασμολόγιο του Μεσσήνιου πολιτικού Αλέξανδρου Κουμουνδούρου (1868), θα ωθήσει πολλά μέλη της τοπικής κοινωνίας να ασχοληθούν με την μεταξουργία, όπως οι αδελφοί Αποστολάκη, οι αδελφοί Μαρκόπουλοι, οι αδελφοί Λυμπερόπουλοι, ο μαμαλούκας, ο Ευμορφόπουλος, ο Ταβουλάρης, ο Θ. Μαραβάς, ο Ροδοκανάκης, ο Π. Ψάλτης, ο Ν. Παπαφωτεινός και άλλοι. Αρκετοί μάλιστα από αυτούς είναι έμποροι και μεγαλοεξαγωγείς, οι οποίοι επιθυμούν να προσθέσουν στο εμπορικό ενεργητικό τους και το προϊόν του μεταξιού.
Σημαντικότερη επιχείρηση, μετά από αυτή του Φελς, υπήρξε το εργοστάσιο του Θ. Μαραβά, το οποίο σύντομα θα γίνει επίσης ατμοκίνητο.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1870 η Καλαμάτα αποτελεί το πρώτο μεταξοπαραγωγικό κέντρο του κράτους. Διαθέτει 5 μεταξουργεία, με συνολική ατμοδύναμη 43 ίππων και δυνατότητα παραγωγής 40 τόνων μεταξιού όλων των ποιοτήτων. Βασική αγορά του μεταξιού είναι η Γαλλία, ενώ σημαντικό μέρος της παραγωγής καταναλώνεται από τους τοπικούς αργαλειούς. Πεντακόσιοι περίπου εργάτες, κυρίως γυναίκες, απασχολούνται στην ακμάζουσα βιομηχανία της πόλης.
Ο Κουμουνδούρος για να δώσει και νέα ώθηση στην μεταξοκαλλιέργεια, ίδρυσε το 1880 στην πόλη, σηροτροφικό σταθμό και ρύθμισε ευνοϊκά για τους σηροτρόφους τη φορολογία της μετάξης.  
Στη δεκαετία του 1880, παρά την ασθένεια του μεταξοσκώληκα (πεπερίνη) που έχει ήδη ενσκήψει στην ελληνική σηροτροφία, οι επενδύσεις στο μετάξι συνεχίζονται. Τότε (1882) ιδρύεται η "φάμπρικα" των αδελφών Στασινόπουλων από το Βυζίκιο της Αρκαδίας, επί της οδού Φαρών, στη συνοικία της Φυτειάς, κέντρο της εργατιάς στον μεσοπόλεμο. 
Στο γύρισμα του αιώνα λειτουργούν επίσης η επιχείρηση του Ι. Δανασσή, Κωνσταντινουπολίτη, στη συνοικία Αγιάννη (1885) και το παλιό εργοστάσιο του Θ. Μαραβά υπό την διεύθυνση των ανιψιών του. 
Από μια σειρά δημοσιευμάτων στην εφημερίδα "Ελευθερία" του ερευνητή Μ. Φερέτου, πληροφορούμαστε ότι το 1890 λειτουργούσαν στη Καλαμάτα τα εξής ατμοκίνητα μεταξουργεία: του Στασινόπουλου στη Φαρών (εικ. δεξιά) με 160 εργάτες, του Ι. Δανασή στον Αγιάννη με 120 εργάτριες, των αδελφών Μαραβά στην ενορία Αγίου Νικολάου με 120 εργάτριες. Λειτουργούσαν ακόμη πυροκίνητα μεταξουργεία: των αδελφών Στασινόπουλου- Σταματέα με 60 εργάτριες, του Παπαδόπουλου με 70 εργάτριες, του Μαμαλούκα με 50 εργάτριες.
Από την εφημερίδα  "Ευνομία" πληροφορούμαστε ότι το 1897 στην Ελλάδα λειτουργούσαν 12 μεταξουργεία, εκ των οποίων τα πέντε στην Καλαμάτα.


Σε όλο το 19ο αιώνα και μέχρι τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο η επεξεργασία του μεταξιού αποτελεί βασική πηγή προσπορισμού εισοδήματος για εκατοντάδες οικογένειες της πόλης. Γυναίκες, κορίτσια και παιδιά εργάζονταν 10- 12 ώρες μέσα στην ανθυγιεινή ατμόσφαιρα που προκαλούν οι αναθυμιάσεις των κουκουλιών.



Παραλία Καλαμάτας



















Τα μεταξουργεία του 20ου αιώνα

Πριν από το γύρισμα του αιώνα (1897) εμφανίζονται στην πόλη τα δύο πρώτα μεταξοϋφαντουργεία ιδιωτών, του Δ. Μαλεύρη και του Κ. Πάτσου. 
 Η διαδεδομένη πρακτική της εργασίας με το κομμάτι δίνει δουλειά σε εκατοντάδες νοικοκυριά της πόλης. Πεντακόσιοι περίπου αργαλειοί ή λάκκοι, όπως τους ονόμαζαν στην Μεσσηνία, δούλευαν με παραγγελίες από τις βιοτεχνίες και ιδιώτες. Σιγά σιγά τα υφαντήρια παίρνουν την σκυτάλη από τα παλιά μεταξουργεία, αναπηνίζοντας τα ίδια το αναγκαίο για την ύφανση μετάξι.
Στο μεσοπόλεμο λειτουργούν η επιχείρηση του Δ. μαλεύρη "Θαϊς", η βιοτεχνία του Π. Γκόνου και το μεγάλο εργοστάσιο του Αρ. χριστόπουλου. 

Ο τελευταίος θα ιδρύσει το 1934 και δεύτερο εργοστάσιο στην Αθήνα με την επωνυμία "Χρυσαλλίς".
Στις 15 Μαΐου του 1913 οι εργάτριες της φάμπρικας του Στασινόπουλου απήργησαν με αφορμή το εξαντλητικό ωράριο. Ο Στασινόπουλος αντέδρασε απεργώντας και αυτός. Ήταν ο πρώτος βιομήχανος που εφάρμοσε λοκ- άουτ. Γύρω στο 1930 η φάμπρικα των Στασινόπουλων κλείνει οριστικά και μαζί της σιγεί η "πρώτη βιομηχανία των Καλαμών'.
Τα μεταξουργεία μέσα από διάφορες δυσκολίες συνέχισαν τις εργασίες τους μέχρι και τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Σε έκδοση του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας το 1940, αναφέρονται στον κατάλογο των βιομηχανιών μεταξουργίας τα ονόματα των: Π. Γκόνου, Ι. Δραγώνα, Α. Χριστόπουλου, Δ. Μαλεύρη και φυσικά η Μονή των Καλογραιών.
Αυτό αποδεικνύει πως η Μονή από την ίδρυσή της και μετά έχει ταυτίσει την ιστορία της και την εξέλιξή της με τον πολιτισμό της Καλαμάτας εξ αιτίας της αδιάκοπης γιά 200 χρόνια παραγωγής υψηλής ποιότητας μεταξωτών.


Βιβλιογραφία
"Χορός από Μετάξι": Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Καλαμάτας

Printfriendly