.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Η Νύμφη Νέδα και το Ιερό σπήλαιο της Ευρυνόμης

Ο ποταμός της Νέδας αποτελεί ένα τοπίο απαράμιλλου φυσικού κάλλους που χαρακτηρίζεται από συνεχή εναλλαγή τοπίου, πλούσια βλάστηση, επιβλητικούς βράχους, κατάφυτες πλαγιές, μικρούς καταρράκτες και διαυγή ανοιχτοπράσινα νερά. Πηγάζει από το Λύκαιον Όρος και αποτελεί το σύνορο Μεσσηνίας και Ηλείας. Πήρε το όνομά του από την ομώνυμη Νύμφη που υπήρξε τροφός του Διός. Στο φαράγγι που σχηματίζετε στον ρου του ποταμού υπάρχει το Ιερό σπήλαιο της Ευρυνόμης.


Η Νέδα πηγάζει από το όρος Λύκαιο, κοντά στο χωριό Πέτρα, στα ορεινά της Μεσσηνίας κοντά στα όρια με την Αρκαδία. Διανύοντας μια διαδρομή 32 χιλιομέτρων που αποτελεί φυσικό σύνορο των νομών Ηλείας και Μεσσηνίας το ποτάμι εκβάλλει στο Ιόνιο στη θέση Ελαία, λίγο έξω από την Κυπαρισσία. Η διάσχυση της αποτελεί πρόκληση και ξεχωριστή εμπειρία για τον επισκέπτη και χαρακτηρίζεται από συνεχή εναλλαγή τοπίου, πλούσια βλάστηση, επιβλητικούς βράχους και διαυγή ανοιχτοπράσινα νερά.


Ο ποταμός σε ένα μεγάλο μήκος της πορείας του διασχίζει ένα στενό φαράγγι απαράμιλλου φυσικού κάλους με κατάφυτες πλαγιές και μικρούς καταρράκτες.
Το φαράγγι της Νέδας χαρακτηρίζεται από μοναδική υδροχαρή βλάστηση, κατάφυτες πλαγιές με είδη της ευμεσογειακής βλάστησης - πλατάνια, αγριοβελανιδιές, συκιές και πουρνάρια - αλλά και με ιδιαίτερα πλούσια πανίδα, αποτελούμενη από βίδρες, σπάνια ερπετά και είδη νυχτερίδων (που υπάρχουν στο σπήλαιο του Στομίου), προσδίδουν ιδιαίτερη οικολογική αξία στην περιοχή. 
Σε διαφορετικά σημεία του ποταμού υπάρχουν τρεις καταρράκτες οι οποίοι καταλήγουν σε μικρές κολυμπήθρες, με εξαιρετική διαύγεια και τυρκουάζ χρωματισμούς του νερού. 
Αρκετά είναι τα δύσκολα σημεία με στενά περάσματα και ορμητικό ρεύμα του νερού όπου χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στη διάβαση. Λίγα χιλιόμετρα δυτικά της νέας Φιγαλείας βρίσκεται μια μεγάλη σπηλιά μοναδικής ομορφιάς, το Στόμιο, απ' όπου περνούν τα νερά του ποταμού. Στην περιοχή, κρεμασμένο σε μια πλαγιά υπάρχει το κατάλευκο εκκλησάκι της Παναγίας.


Από το σημείο αυτό υπάρχουν δύο εναλλακτικές πεζοπορικές διαδρομές εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς. Η πρώτη ακολουθεί το ποτάμι από την πλευρά της Ηλείας και μετά από 1.30' ώρα διαδρομής μέσα σε ένα άγριο πευκοδάσος φτάνει στα νερά του Ιονίου, στη θέση Πρασιδάκι.
Η δεύτερη ακολουθώντας το ποτάμι από την πλευρά της Μεσσηνίας περνά από τα χωριά Καρνιές και Φόνισσα και καταλήγει στην Ελαία. Το φαράγγι δεν υπόκειται σε κάποιο ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας



Η Νύμφη Νέδα:
Σύμφωνα με την Μυθολογία, στο όρος Λύκαιο η Ρέα γέννησε το Δία στη θέση "Κρητέα" του βουνού, κοντά στο μετέπειτα άλσος του Παρρασίου ή Πυθίου Απόλλωνα, και εμπιστεύτηκε την ανατροφή του στις νύμφες Νέδα, Θεισόα και Αγνώ (μερικοί μύθοι αναφέρουν και τη νύμφη Ιθώμη).
Στην Μυθολογία μας οι Πελασγοί Αρκάδες αναφέρονται ως αρχαιότατοι Έλληνες, ενώ στην "γέννηση" του Διός στο Λύκαιον Όρος συνηγορούν και τα πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα στο ιερό του Διός στο όρος, τα οποία αποδεικνύουν την εκεί λατρεία του Πατέρα Θεού από το -3500.
Όλοι οι γενεαλογικοί και πολλοί θρησκευτικοί μύθοι και λατρευτικά έθιμα των αρχαίων Αρκάδων έχουν την προέλευσή τους στο όρος Λύκαιο που δεσπόζει στα δυτικά της πεδιάδας της Μεγαλόπολης. Από αυτό κατάγονται και όλοι οι ιδρυτές των Αρκαδικών πόλεων με πρώτο τον βασιλιά Λυκάονα ο οποίος ίδρυσε την κοντινή Παναρχαία Λυκόσουρα.

 
Σύμφωνα με το μύθο, επειδή εκείνη την εποχή η Αρκαδία ήταν άνυδρη κι η Ρέα δεν έβρισκε νερό, χτύπησε με ένα ραβδί τη γη και έτσι δημιουργήθηκε το ποτάμι που ονομάστηκε Νέδα από τη νύμφη, ενός από τα δύο ελληνικά ποτάμια με γυναικείο όνομα (το άλλο ποτάμι είναι η Αραπίτσα στην Νάουσα). 
Οι νύμφες κράτησαν και ανέθρεψαν το θεϊκό βρέφος και το γλύτωσαν από τα δόντια του πατέρα του Κρόνου. Κατόπιν το βρέφος το πήραν οι Κούρητες για να το διασώσουν από τις ορέξεις του Κρόνου.
Οι Νύμφες κατά τον Όμηρο είναι θυγατέρες του Δία Αιγιόχου, του θεού της θύελλας. 
Φαίνεται να έχουν σχέση με τα νερά των βροχών που έρχονται από τον ουρανό, πέφτουν στην γή και αναβλύζουν από τις πηγές στην επιφάνεια. 



Υπάρχει μιά θρησκευτική συνήθεια στο βουνό Λύκιο στην Αρκαδία την οποία περιγράφει ο Παυσανίας. Στις εποχές μεγάλης ξηρασίας, ο ιερέας του Λυκαίου Διός, πήγαινε στην πηγή Αγνώ και εξευμένιζε την Νύμφη με θυσίες και προσευχές. Ύστερα έριχνε ένα κλαδί βελανιδιάς στην επιφάνεια της πηγής. Σε λίγο κανείς έβλεπε το νερό να αναβράζει, σηκώνονταν ατμοί και σχηματίζονταν ένα σύννεφο το οποίο τραβούσε κι άλλα και τελικά η βροχή ερχόταν.

Το Ιερό σπήλαιο της Ευρυνόμης: 
Η Ευρυνόμη σύμφωνα με τον πελασγικό μύθο ήταν μία από τις παλαιότερες θεές η οποία
προέκυψε από το πρωταρχικό Xάος. Eκείνη διαχώρισε τον ουρανό από τη θάλασσα κι έπλασε από το Bόρειο Άνεμο το σύζυγό της Oφίωνα με μορφή φιδιού. H Eυρυνόμη έφερε στον κόσμο ένα Aβγό, το οποίο χωρίστηκε στη μέση δημιουργώντας τον ήλιο, τη σελήνη, τα άστρα, τα βουνά, τα ποτάμια και τα ζωντανά πλάσματα. Tο ζευγάρι κυριάρχησε στον Όλυμπο μέχρι τη στιγμή που η Eυρυνόμη γκρέμισε τον Oφίωνα στα βάθη της γης και δημιούργησε τους Tιτάνες και τις Tιτανίδες και τον Πελασγό, τον πρώτο άνθρωπο, που προήλθε από τη γη της Aρκαδίας. Όταν κυριάρχησαν ο Kρόνος και η Pέα, η Eυρυνόμη αποσύρθηκε στη θάλασσα, όπου εκεί μαζί με τη Θέτιδα υποδέχτηκε τον Ήφαιστο όταν εκείνος εκδιώχθηκε από τον Όλυμπο. 
Mετά την επικράτηση των Oλύμπιων θεών παρουσιάζεται σαν κόρη του Ωκεανού και της Tηθύος. Mαζί με το Δία γέννησε τις Xάριτες (Aγλαΐα, Eυφροσύνη, Θάλεια).


Η Ευρυνόμη (αριστερά) σε αγγείο με τον Έρωτα 

Ο Παυσανίας τοποθετεί το ιερό στο σημείο της συμβολής ενός παραποτάμου (Λύμαξ) με την Νέδα, σε μέρος αρκετά δυσπρόσιτο. Είναι μια κρυφή σπηλιά κάτω από τους καταρράκτες.  Είναι ένα σημείο τόσο εμφανές και άφαντο ταυτόχρονα, που πολλοί μπορούν να περάσουν, αλλά αν δεν το ψάξουν δεν θα το βρουν. Ο Παυσανίας όμως, σε καθοδηγεί ακριβώς εκεί που οι Φιγαλείς ,λάτρευαν την αλυσοδεμένη πια Ευρυνόμη. Το μεγάλο μυστικό της Νέδας που κρατάει καλά φυλαγμένο αιώνες τώρα στα σπλάχνα της.


Υπήρχε η άποψη ότι Ευρυνόμη ήταν μια από τις προσωνυμίες της Άρτεμης. Το ιερό της Ευρυνόμης, το οποίο περιβαλλόταν από πολλά και πυκνά κυπαρίσσια, λειτουργούσε μια ορισμένη μέρα κάθε χρόνο και τότε μόνο γίνονταν οι θυσίες από τους πιστούς. Ο Παυσανίας δεν έτυχε να βρεθεί στη Φιγάλεια την ημέρα της γιορτής της θεάς, οπότε δεν μπόρεσε να δει το άγαλμα της και να μας δώσει την περιγραφή του.
Του είχαν όμως περιγράψει την ξύλινη λατρευτική εικόνα της θεάς που είχε τη μορφή γυναίκας ως τους γλουτούς ενώ το κάτω μέρος είχε τη μορφή ψαριού. 
Έτσι δικαιώνονταν αυτοί που υποστήριζαν ότι είναι κόρη του Ωκεανού. Ο Παπαχατζής αναφέρει πως η Ευρυνόμη ήταν ίσως δαιμονική ύπαρξη του κάτω κόσμου. Γι' αυτό απέφευγαν τις ιεροπραξίες οι οποίες γίνονταν μόνο μια φορά τον χρόνο , ενώ είχαν δέσει το ξόανό της με χρυσές αλυσίδες, όπως μας παραδίδει ο Παυσανίας.  

Αριστομένης ο Μεσσήνιος

Περί των ιερών σπηλαίων της Ευρυνόμης και της Δήμητρος Μέλαινας στον ποταμό της Νέδας στην Τριφυλία. Απόσπασμα από την ταινία τεκμηρίωσης "Προολύμπιες θεότητες" με τον Ισπανό Ελληνιστή και Ερευνητή ΠΕΔΡΟ ΟΛΑΓΙΑ .







Η Δήμητρα Μέλαινα

Το ιερό σπήλαιο της Δήμητρας Μέλαινας βρισκόταν στο Ελάιον όρος κοντά στην αρχαία Φιγαλεία και την Νέδα. Εδώ κατέφυγε η πενθούσα Θεά προκαλώντας ακαρπία στην γή.
Μέσα από το μύθο της Δήμητρας Μέλαινας διαγράφεται η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, από το στάδιο της αγριότητας, σ’ αυτό της καλλιέργειας και της συλλογής καρπών. Η Δήμητρα είναι η θεά που ελέγχει πλήρως αυτήν την πρόοδο.



Ο Μύθος
Ο μύθος της Δήμητρας Μέλαινας και η μετέπειτα οργή της, αναφέρονται από αρκετούς αρχαίους συγγραφείς. Ωστόσο, η πληρέστερη και εκτενέστερη αφήγηση του περιστατικού, που περιλαμβάνει τη μεταμόρφωση της θεάς και τη μιξανθρωπική απεικόνισή της, διασώζεται από τον Παυσανία. Στο 8ο βιβλίο του, ο Παυσανίας, παρουσιάζει το μύθο της περιπλάνησης της θεάς Δήμητρας, το βιασμό της από τον Ποσειδώνα, τη μεταμόρφωσή της και όλα όσα συνέβησαν μετά. Ακολουθεί η περίληψη της αφήγησης του περιηγητή.
 Η Δήμητρα, μετά την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Άδη, περιπλανήθηκε και βρέθηκε στην Αρκαδία. Εκεί την είδε ο Ποσειδώνας και προσπάθησε να έρθει σε ερωτική επαφή μαζί της. Για να γλιτώσει την επίθεση, η θεά μεταμορφώθηκε σε φοράδα και κρύφτηκε ανάμεσα στο κοπάδι των φοράδων του Ογκίου, γιού του Απόλλωνα, που έβοσκε εκεί κοντά. Ο Ποσειδώνας, κατάλαβε το κόλπο, μεταμορφώθηκε σε επιβήτορα και μ’ αυτή τη μορφή βίασε τη Δήμητρα, όσο ήταν κι εκείνη μεταμορφωμένη.
Μετά το περιστατικό η θεά πήρε πάλι την κανονική της μορφή, πήγε στον ποταμό Λάδωνα, όπου λούστηκε και πήρε την ονομασία Λουσία. Κατόπιν, οργισμένη για τις συμφορές που την είχαν βρει φόρεσε μαύρα ρούχα (εξ’ ου και ο χαρακτηρισμός Μέλαινα) και κλείστηκε σε μια σπηλιά της Αρκαδίας, στο όρος Ελάιον, στην περιοχή της Φιγαλίας. 

 Από την ένωσή της με τον Ποσειδώνα γεννήθηκαν δύο απόγονοι: ένα άλογο, ο Αρείων και μια κόρη που στη Φιγάλια την αποκαλούσαν Δέσποινα, αλλά και στη γειτονική Θελπούσα, και δεν τολμούσαν να πουν το όνομά της. Ουσιαστικά «Δέσποινα» ήταν ένας λατρευτικός τίτλος, αλλά το αληθινό της όνομα δεν το αναφέρει ο Παυσανίας, ειδικά στους αμύητους, κάτι που θυμίζει την περίπτωση της άλλης κόρης της Δήμητρας, της Περσεφόνης, που απεκαλείτο και Κόρη. Η γέννηση του Αρείωνα αναφέρεται μόνο στην εκδοχή του μύθου στη Θελπούσα, αλλά αυτό μάλλον οφείλεται στην αυξανόμενη σημασία της Δέσποινας στη Φιγάλια.
Όσο όμως η Δήμητρα έμενε κλεισμένη στη σπηλιά, στη φύση έπεσε ακαρπία και οι άνθρωποι υπέφεραν από την πείνα. Ο Πάνας αναζήτησε τη θεά, τη βρήκε και πληροφόρησε το Δία. Εκείνος με τη σειρά του έστειλε στη σπηλιά τις Μοίρες για να πείσουν τη θεά να βγει και πάλι στον κόσμο. Οι Μοίρες πέτυχαν το σκοπό τους, κι έτσι η γη έγινε πάλι εύφορη και καρποφόρησε. 

Οι κάτοικοι της περιοχής τοποθέτησαν στη σπηλιά ένα ξόανο της θεάς και του απέδιδαν τιμές. Το ξόανο απεικόνιζε τη θεά καθιστή σε βράχο, με μαύρο, ποδήρες ένδυμα. Στο ένα της χέρι κρατούσε δελφίνι και στο άλλο περιστέρι. Το κεφάλι της όμως είχε αντικατασταθεί με κεφαλή αλόγου, ενώ από τη χαίτη ξεπηδούσαν φίδια και άλλα άγρια θηρία. Ήταν δηλαδή μια μιξανθρωπική απεικόνιση της θεάς Δήμητρας.
Μετά από κάποια χρόνια, μια πυρκαγιά κατέστρεψε το ξόανο κι έτσι η λατρεία έπαψε. Η θεά, εξοργισμένη με τους κατοίκους της Αρκαδίας, τους τιμωρεί στέλνοντας ακαρπία στη γη. Ο κόσμος απειλείται εκ νέου με λιμό και καταφεύγει για βοήθεια στο μαντείο των Δελφών. Η Πυθία τους πληροφορεί ότι η μόνη λύση είναι να επαναφέρουν τη λατρεία της Δήμητρας και να δημιουργήσουν ένα νέο λατρευτικό άγαλμα, αλλιώς θα είναι τόση η πείνα, που θα καταφύγουν στον κανιβαλισμό, καθώς θα φάνε μέχρι και τα βρέφη. Οι Αρκάδες τότε, παρήγγειλαν ένα νέο χάλκινο άγαλμα της θεάς στο γλύπτη Ονάτα, που καταστράφηκε αργότερα από κατολισθήσεις. Το χάλκινο αυτό άγαλμα διαδέχθηκε ένα τρίτο, που μάλλον βρισκόταν στη σπηλιά κατά την επίσκεψη του περιηγητή.
Αυτό που είναι σημαντικό, είναι ότι ο Παυσανίας δεν είδε καμιά από τις τρεις φημολογούμενες απεικονίσεις της θεάς. Για το ξόανο, αρκέστηκε σε μια αφήγηση ενός ηλικιωμένου, ενώ δεν κάνει καμία περιγραφή του αγάλματος του Ονάτα ή αυτού που θεωρητικά θα έπρεπε να υπάρχει στη σπηλιά όταν την επισκέφτηκε. Επίσης, δεν σώζεται καμία άλλη απεικόνιση του μιξανθρωπικού ξοάνου.
Ο Παυσανίας αναφέρει επίσης ένα ναό της θεάς στην Τελφούσα, όπου υπήρχαν δύο αγάλματά της φτιαγμένα από ξύλο. Η κεφαλή, τα χέρια και τα πόδια, τους ήταν φτιαγμένα από παριανό μάρμαρο. Το ένα άγαλμα είναι της Δήμητρας Ερινύας και το άλλο της Δήμητρας Λουσίας.


Η τοποθεσία του ιερού και η λατρεία
Το ιερό της Μελαίνης Δήμητρας ήταν άντρο στο Όρος των Ελαιών (Ελάϊον όρος) νότια της Φιγαλίας. Παυσανίας VIII, 42, 1: τὸ δὲ ἕτερον τῶν ὀρῶν τὸ Ἐλάϊον ἀπωτέρω μὲν Φιγαλίας ὅσον τε σταδίοις τριάκοντά ἐστι, Δήμητρος δὲ ἄντρον αὐτόθι ἱερὸν ἐπίκλησιν Μελαίνης.
Για τη γεωγραφία και τοπολογία του χώρου ο Παυσανίας, ορών προς ανατολάς εκ της πόλεως διακριβώνει σαφέστατα, VIII, 41, 7: περιέχεται δὲ ἡ Φιγαλία ὄρεσιν, ἐν ἀριστερᾷ μὲν ὑπὸ τοῦ καλουμένου Κωτιλίου, τὰ δὲ ἐς δεξιὰν ἕτερον προβεβλημένον ἐστὶν αὐτῆς ὄρος τὸ Ἐλάϊον. 
Το προβεβλημένο όρος που περιέχει τη Φιγαλία εξ δεξιών είναι το προς νότο κείμενα υψώματα επέκεινα της Νέδας.
Το άλσος των δρυών πέριξ του σπηλαίου (το δένδρο του χθόνιου άνακτος) και η πηγή ψυχρού ύδατος (Ορφικές δέλτοι) , VIII, 42, 12: ἔστι δὲ δρυῶν τε ἄλσος περὶ τὸ σπήλαιον, καὶ ὕδωρ ψυχρὸν ἄνεισι ἐκ πηγῆς.

 Άποψη του σπηλαίου στο Ελάιον όρος κοντά στην Φιγαλεία που πιθανότατα ταυτίζεται με το ιερό σπήλαιο της Δήμητρας Μέλαινας.


Υπήρχε Ιέρεια της Δήμητρος και τρεις άρρενες Ιεροθύται. Η δε νενομισμένη θυσία προσφέρεται μεν από την Ιέρεια και τον νεώτατο των Ιεροθυτών, συνίσταται δε στην τοποθέτηση επί βωμού κειμένου προ της εισόδου του άντρου καρπών από ήμερα φυτά και δένδρα, περιλαμβανομένης της αμπέλου, από κηρία μελισσών με μέλι, από ακαθάριστα και ακατέργαστα μαλλιά προβάτου, και στην επίχυση ελαίου επί των προθεμάτων.
Ο Παυσανίας τονίζει («οὐδέν») το αναίμακτο της θυσίας: μόνο προϊόντα φυτικά γεωργικής καλλιέργειας και από την κτηνοτροφία μόνο το πρωτογενές μαλλί των προβάτων. 
Το ότι από τα ζώα το μόνο που επιτρέπεται να προσφερθεί είναι ακριβώς το μαλλί, ενώ για το μάλλινο υπάρχει τεράστιο θρησκευτικό taboo, είναι εξαιρετικά σημαντικό, «σημαίνει» και δείχνει. Το taboo συνίστατο στο ότι δεν είναι όσιο να εισέρχεται σε ναό κανείς με μάλλινο ένδυμα ή να θάπτεται με τέτοιο.

Προβλήματα απεικόνισης και σχετικά παράλληλα
Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η Δήμητρα ζευγαρώνει με τον Ποσειδώνα, ενώ είναι και οι δύο μεταμορφωμένοι σε άλογα. Από την ένωσή τους αυτή γεννιούνται δύο απόγονοι, μια κόρη κι ένα άλογο. Ένα ακόμα παράλληλο, τόσο σε επίπεδο μύθου, όσο και σε επίπεδο απεικόνισης, είναι η περίπτωση της Μέδουσας.
Η γοργόνα Μέδουσα, ήταν αρχικά μια θνητή με την οποία ζευγάρωσε ο Ποσειδώνας, ενώ ήταν και πάλι μεταμορφωμένος σε επιβήτορα. Από την ένωση αυτή γεννήθηκαν δύο απόγονοι: ένα άλογο ο Πήγασος και ένας από τους μετέπειτα γνωστούς ήρωες, ο Χρυσάωρ. Επίσης σώζονται απεικονίσεις της Μέδουσας, είτε ως Κενταύρου, είτε ως φτερωτής, γυναικείας, αλογοκέφαλης μορφής (φωτογραφία κάτω). Οι απεικονίσεις αυτές δεν είναι βέβαια λατρευτικού τύπου, όπως της Δήμητρας Μέλαινας, αλλά ενισχύουν τις πιθανότητες ύπαρξης του ξοάνου της αλογοκέφαλης θεάς.


Αριστερά: Λεπτομέρια αρχαϊκής ροδιακής κύλικας, -560 περίπου, Μουσείο Λονδίνου Δεξιά: Λεπτομέρια κυκλαδικού αναθηματικού πίθου, από τη Βοιωτία, β΄ τέταρτο -7ου αιώνα, Μουσείο Λούβρου


Ανακεφαλαιώνοντας, βρισκόμαστε μπροστά στο πρόβλημα της απεικόνισης ενός μιξανθρωπικού ξοάνου, για το οποίο σώζεται μια, κατά αρκετούς αιώνες, μεταγενέστερη αφήγηση, βασισμένη λίγο πολύ σε μια μυθολογική παράδοση. Οι ίδιοι οι τρόποι εξαφάνισης του αγάλματος και του ξοάνου εντείνουν το όλο μυστήριο γύρω από τη μορφή της Δήμητρας Μέλαινας. Ωστόσο, το παράλληλο της Μέδουσας, καθώς και η εικονογραφία του αλόγου, που είναι ιδιαίτερα σημαντικό στη λατρεία της Φιγαλίας και της Θελπούσας, καθώς και οι απεικονίσεις της κεφαλής της Δήμητρας σε νομίσματα, μαζί με άλογο στον οπισθότυπο, συνηγορούν υπέρ της απεικόνισης της θεάς σε αλογοκέφαλη μορφή.


Δήμητρα Ερινύς
Στη μορφή αυτή της Δήμητρας, που λατρεύεται στη Θελπούσα, μια περιοχή κοντά στη Φιγάλια, αντιπροσωπεύεται ιδανικά το μοτίβο της οργής της θεάς: οργή απέναντι στον Ποσειδώνα για το βιασμό της, στον Άδη για την αρπαγή της Περσεφόνης, αλλά οργή και απέναντι στους ανθρώπους για την παραμέληση της λατρείας της. Ο θυμός εκπροσωπείται εξίσου και στη μορφή της Μέλαινας, καθώς τα μαύρα ρούχα, σύμφωνα με τον τοπικό μύθο, είναι ένα μέσο προβολής του θυμού της. Η όλη μορφή της οργισμένης θεάς με τα μαύρα θυμίζει την αρκαδική λατρεία των Ευμενίδων, θεότητες παρόμοιες των Ερινυών.

Σύμφωνα με τη διήγηση του Παυσανία, όταν οι Ευμενίδες καταδιώκουν τον Ορέστη μετά το φόνο της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου, φορούν μαύρα ρούχα. Στην πορεία και μετά τον καθαρμό του από το φόνο, εμφανίζονται ντυμένες στα λευκά. Συνεπώς, τα χαρακτηριστικά της Δήμητρας Ερινύας ενσωματώνονται ουσιαστικά σ’ αυτά της Μέλαινας και οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα, ότι η Δήμητρα, σε αυτήν της τη μορφή, είναι μια θεά με οργισμένη, με εκδικητική διάθεση.
Σχετικά με την ονομασία Ερινύς, έχουν διατυπωθεί θεωρίες προϊστορικής λατρείας της θεάς στην Αρκαδία. Έχει υποστηριχθεί μάλιστα η ταύτιση της Δήμητρας με τη θεότητα e-ri-nu, των πινακίδων της Γραμμικής Β΄. Δεν γίνεται καμία αναφορά στις πινακίδες για τη Δήμητρα, οπότε μπορεί να υποτεθεί μια προϊστορική λατρεία της Ερινύας, η οποία σε μεταγενέστερους χρόνους «μετέθεσε» της ιδιότητές της στη μορφή της Ολύμπιας Δήμητρας, η λατρεία της οποίας γνώριζε μεγάλη διάδοση πανελληνίως. Η άποψη αυτή ενδυναμώνεται με τη λατρεία του Ποσειδώνα στην περιοχή της Αρκαδίας, ο οποίος μνημονεύεται στις πινακίδες και η παρουσία του αλόγου που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη λατρεία του θεού, ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή.
Η θηριομορφική Δήμητρα μπορεί να ταυτιστεί και με τη μυκηναϊκή θεότητα po-ti-ni-ja i-qe-ja (ποτνία ἳππια), καθώς τα σύμβολα που κρατάει, το περιστέρι και το δελφίνι, παραπέμπουν σε απεικονίσεις ποτνίας θηρών. Μια ακόμα σύνδεση με τη μυκηναϊκή λατρεία είναι ο χθόνιος χαρακτήρας των φιδιών που προβάλλουν από την κεφαλή της και απαντώνται από τη μυκηναϊκή εποχή. Τέλος, η Δήμητρα λατρευόταν με την ονομασία Ἱππία στη Νεστάνη της Αρκαδίας και το Αλίσιον της Πισάτιδος.


Το μοτίβο της οργής
Μέσα από την αφήγηση του μύθου της Δήμητρας Μέλαινας, γίνεται αντιληπτό ότι η εναρκτήρια και γενεσιουργός δύναμη της ιστορίας, είναι η οργή της θεάς. Είναι αυτό το στοιχείο που την χαρακτηρίζει και την ωθεί σε άγριες, καταστροφικές και απάνθρωπες συμπεριφορές. Η οργή της εκδηλώνεται σε δύο μέρη, όπου το ένα διαδέχεται χρονικά το άλλο. Στην εκδήλωση αυτή του θυμού της θεάς, μεγάλο ρόλο διαδραματίζει η απομάκρυνσή της από τον κόσμο, εκούσια ή ακούσια.
Στο πρώτο μέρος, η Δήμητρα οργισμένη από την αρπαγή της Περσεφόνης και το βιασμό της από τον Ποσειδώνα, κλείνεται σε μια σπηλιά, απομακρύνεται δηλαδή με τη θέλησή της από το φυσικό της περιβάλλον. Η απουσία της αυτή, οδηγεί σε σιτοδεία και γίνεται προσπάθεια να κατευναστεί ο θυμός της θεάς και να επανέλθει στον κόσμο. Στο δεύτερο μέρος, το μιξανθρωπικό ξόανο της θεάς, που βρισκόταν στη σπηλιά καίγεται και η απομάκρυνση αυτή είναι ακούσια. Οι άνθρωποι παύουν να τη λατρεύουν, η Δήμητρα οργίζεται, και απειλεί με λιμό. Η παύση της λατρείας, η απουσία, δηλαδή, της θεάς από τη σπηλιά, δημιουργεί την οργή και επισύρει τιμωρία.
Είναι ξεκάθαρο λοιπόν, ότι η οργή συνδέεται με την απομάκρυνση. Αρχικά, η ίδια η θεά απομακρύνεται ηθελημένα, εξαιτίας της οργής της, από τον κόσμο. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε κατάρρευση της καλλιέργειας. Για να σωθεί η ανθρωπότητα, η Δήμητρα πρέπει να εγκαταλείψει την απομόνωσή της, και να επανέλθει στο φυσικό της περιβάλλον. Όταν η θεά βγαίνει από τη σπηλιά, παραμένει εκεί το ξόανό της. Με την καταστροφή του, απομακρύνεται ακούσια η εικόνα της θεάς, ενώ παύει και η λατρεία της. Το γεγονός αυτό την εξοργίζει και η μόνη λύση είναι η επάνοδος της εικόνας της στη σπηλιά, όπου πρέπει να παραμείνει και να λατρεύεται.


Με βάση την αφήγηση του περιηγητή, έχει γίνει μια προσπάθεια απεικόνισης του αρχαϊκού ξοάνου από τη ζωγράφο Ευαγγελία Καραντινού. Η εικόνα δεξιά εικονίζει το ξόανο με υφαντή, μελανή εσθήτα, κατά την αθηναϊκή συνήθεια με τον πέπλο του ξοάνου της Αθηνάς Παρθένου, ενώ στην εικόνα αριστερά, το ξόανο εικονίζεται ολόκληρο από ξύλο.

Το άλογο
Το άλογο και στην ελληνική μυθολογία, αλλά και στην καθημερινή ζωή, είναι ένα αμφιλεγόμενο όν. Η φύση του καθορίζεται από την αλληλεπίδρασή του με τον άνθρωπο. Μπορεί να είναι εξημερωμένο, χορτοφάγο και χρήσιμο στις οικιακές εργασίες, ή να βρεθεί εκτός πλαισίου, να γίνει άγριο και σαρκοβόρο, με άλλα λόγια ένα άγριο θηρίο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της φύσης του αλόγου είναι ο μύθος του Ηρακλή και των αλόγων του Διομήδη, βασιλιά της Θράκης. Τα άλογα, αυτά έτρωγαν ανθρώπινη σάρκα και συγκεκριμένα όσους ναυαγούσαν στη χώρα του Διομήδη. Ο Ηρακλής, σύμφωνα με μια από τις εκδοχές του μύθου, κατάφερε να τα αιχμαλωτίσει και τους πρόσφερε ως τροφή τον ίδιο το Διομήδη. Κατόπιν, ο ήρωας τα έφερε στον Ευρυσθέα, ο οποίος αφού τα αφιέρωσε στην Ήρα, τα άφησε ελεύθερα στον Όλυμπο, όπου κατασπαράχθηκαν από άλλα άγρια θηρία.
Η άγρια αυτή φύση του αλόγου, ταιριάζει ιδιαίτερα στην εκδικητική μορφή της Δήμητρας Μέλαινας, καθώς είναι ενδεικτική του πόσο γρήγορα μπορεί να ανατραπεί ο ανθρώπινος πολιτισμός. Είναι η απόλυτη αγριότητα, με την οποία απειλεί η θεά τους πιστούς της.
Η πλευρά αυτή του αλόγου, δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ίππιο Ποσειδώνα. Το άλογο σε αυτή την περίπτωση, ειδικά σε συνδυασμό με το θαλάσσιο στοιχείο του θεού, είναι σύμβολο γονιμότητας.
Το ζωικό στοιχείο δεν έχει από μόνο του μια και μοναδική σημασία, αλλά εξαρτάται από το εκάστοτε τοπικό θρησκευτικό και μυθολογικό πλαίσιο. Στη μορφή της Δήμητρας Μέλαινας, όπως ειπώθηκε παραπάνω, το άλογο είναι σύμβολο καταστροφής και αγριότητας. 

Από την άλλη μεριά, σε μια άλλη μιξάνθρωπη μορφή, τον κένταυρο Χείρωνα, δεν υπάρχουν αυτά τα στοιχεία. Αντίθετα με τη Δήμητρα Μέλαινα, ο Χείρων είναι φίλος των ανθρώπων και ασχολείται με την παιδεία. Η διαφορά εδώ έγκειται στο γεγονός ότι στη μορφή της θεάς, το ζωικό μέλος είναι η κεφαλή, επομένως το μέλος που ελέγχει τη σκέψη και τη λογική, ενώ στον κένταυρο είναι ο κάτω κορμός και τα πόδια, που δεν επηρεάζουν τα ανωτέρω.
Η αντιπαράθεση των μορφών αυτών αποδεικνύει ότι ένα ζωικό είδος δεν μπορεί να έχει ένα και μοναδικό συμβολικό νόημα. Το στοιχείο του αλόγου μπορεί λοιπόν να έχει διαφορετικά νοήματα, ανάλογα με το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντοπίζεται. Αποδεικνύεται τελικά, ότι δεν μπορεί να συνταχθεί ένα ενιαίο «λεξικό» ερμηνείας των ζωικών συμβόλων με βάση της μιξάνθρωπες θεϊκές μορφές, αλλά, ο συμβολισμός κάθε μορφής πρέπει να ερευνάται με βάση το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται.


Η σημασία της τιμωρίας της Δήμητρας Μέλαινας
Η περιοχή της Αρκαδίας, έχει σημαντικό μυθολογικό παρελθόν που σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με αφηγήσεις περιστατικών κανιβαλισμού. Ένα πολύ γνωστό παράδειγμα είναι ο μύθος του Λυκάονα, ο οποίος προσφέρει στο Δία γεύμα με ανθρώπινο κρέας. Ο Ζεύς αηδιάζει και είτε σκοτώνει το Λυκάονα, είτε τον μεταμορφώνει σε λύκο. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή που αναφέρει ο Παυσανίας, ο Λυκάων πάλι, θυσιάζει ένα βρέφος στο βωμό του Λυκαίου Διός και κατόπιν μεταμορφώνεται σε λύκο. Και στις δύο αυτές εκδοχές διακρίνεται η αποδοκιμασία του θεού απέναντι σε πρακτικές ανθρωποφαγίας και ανθρωποθυσιών, οι οποίες και τιμωρούνται, στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα, μέσω της μεταμορφώσεως.
Στη Φιγάλια, η ανθρωποθυσία εμφανίζεται με τη μορφή απειλής: αν οι κάτοικοι δεν επαναφέρουν τη λατρεία της Δήμητρας Μέλαινας, εκείνη θα φέρει ακαρπία και θα αναγκαστούν να φάνε ως και τα βρέφη, όπως λέει ο χρησμός του Μαντείου των Δελφών, σύμφωνα πάντα με τον Παυσανία.
Στο μύθο της Δήμητρας Μέλαινας, το θέμα της ακαρπίας και των θυσιών σχετίζεται με την πρόοδο του ανθρώπινου πολιτισμού. Το πρώιμο στάδιο της διατροφής του ανθρώπου αντιπροσωπεύεται από τους καρπούς και συγκεκριμένα στην περίπτωση των Αρκάδων από τα βελανίδια (Ἀρκάδες βαλανηφάγοι). Βρίσκονται στη φύση και δεν απαιτούν καμία καλλιέργεια. Η δεύτερη εκδοχή πρώιμης τροφής είναι αυτή της ανθρώπινης σάρκας (Λυκάων). Όταν η φύση δεν δίνει τους καρπούς της ο άνθρωπος καταφεύγει στον κανιβαλισμό. Στην αρχική μορφή της λατρείας είναι λογικό να υποθέσουμε ότι οι προσφορές στη θεά ήταν κυρίως βελανίδια, φρούτα, μέλι και μαλλί. Όταν παύουν κι αυτές οι προσφορές, μετά την καταστροφή του ξοάνου, έρχεται στο προσκήνιο η δεύτερη εκδοχή των ανθρωποθυσιών, όπως στην περίπτωση του Λυκαίου Διός. Η λύση είναι μόνο μια: η επαναφορά της λατρείας. Οι μύθοι αυτοί της Φιγαλίας, πραγματεύονται ουσιαστικά την πορεία της ανθρώπινης κοινωνίας από την αγριότητα στον πολιτισμό, μέσω της τροφής.

Όπως έχει ήδη ειπωθεί, μέσα από αυτόν το μύθο, διαγράφεται η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, από το στάδιο της αγριότητας και της ανθρωποφαγίας, σ’ αυτό της καλλιέργειας και της συλλογής καρπών. Η Δήμητρα είναι η θεά που ελέγχει πλήρως αυτήν την πρόοδο. 
Με μια της απόφαση, μπορεί να αναιρέσει την ίδια την ανθρωπότητα. Αξιοσημείωτο είναι, πως η ίδια δεν χρειάζεται να κάνει απολύτως τίποτα, ενώ άλλοι θεοί σε περιπτώσεις τιμωρίας, προβαίνουν σε μεταμόρφωση, θανάτωση, βασανισμό και σε άλλες παρόμοιου τύπου δραστηριότητες.
Η Δήμητρα τιμωρεί δια της απραξίας. Χωρίς να ενεργήσει κατά οποιονδήποτε τρόπο, καταφέρνει να επιτύχει την πιο αποτελεσματική τιμωρία και φυσικά με το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα: τον αφανισμό της λογικής του ανθρώπου μέσω της στέρησης της τροφής, που θα τον οδηγήσει σε κτηνωδίες, χάνοντας κάθε πρόοδο και στο τέλος και την ίδια του τη ζωή. Αυτή ακριβώς τη δυνατότητα εκφράζει η προσωπικότητα της Δήμητρας Μέλαινας και ο μύθος γύρω από αυτήν, αποδεικνύει με τον πλέον κατάλληλο τρόπο, πως ο άνθρωπος όταν στερηθεί την τροφή, καταλήγει με μεγάλη ευκολία και πολύ γρήγορους ρυθμούς, στο επίπεδο των ζώων, χάνοντας ότι τον διαχωρίζει απ’ αυτά: τη λογική του.

Ο Ναός της Δέσποινας στη Λυκόσουρα
Στη γειτονική της Φιγαλίας, Λυκόσουρα, βρισκόταν το ιερό της Δέσποινας (εικ.6), όπου λατρευόταν μαζί με τη μητέρα της. Στο ναό τοποθετήθηκαν τα λατρευτικά αγάλματα της Δήμητρας, της Δέσποινας, της Άρτεμης και του τιτάνα Άνυτου, έργα του γλύπτη Δαμοφώντα.
Ο ναός ήταν δωρικός, εξάστυλος, πρόστυλος, με μεγάλο σηκό, χωρίς οπισθόδομο και οι απόψεις για τη χρονολόγησή του ποικίλλουν. Σύμφωνα με μια άποψη, ο ναός έχει τρείς φάσεις: μια στον -4ο αιώνα (τοίχοι σηκού, αρχαιότερη, χωρίς επένδυση νότια θύρα και δάπεδο προδόμου), μια τον -2ο αιώνα (βάθρο αγαλμάτων και αγάλματα, επενδεδυμένη νότια θύρα, κατώφλι ανατολικής εισόδου και δάπεδο) και η τελευταία τα ρωμαϊκά χρόνια (κίονες πρόστασης και μαρμάρινα μέρη στέγης). Η αντίθετη άποψη πρεσβεύει ότι ο ναός έχει δύο φάσεις: μετά τη θεμελίωσή του το -370. και μετά την καταστροφή του από τον Κλεομένη στα τέλη του -3ου αιώνα. Το υλικό του ναού, καθώς και των αγαλμάτων είναι τοπικό μάρμαρο από τα Δολιανά. Στο ιερό βρέθηκαν πολλά τιμητικά ψηφίσματα Μεγαλοπολιτών, οπότε εικάζεται ότι ο ναός διοικείτο από κοινού, από Μεγαλοπολίτες και Λυκοσουρίους.
Το βάθρο των αγαλμάτων αποτελείτο από ασβεστολιθικούς ορθοστάτες. Τα κολοσσικά αγάλματα, έργα του Δαμοφώντα, χρονολογούνται γύρω στο -190/-180  τα οποία λανθασμένα ο Παυσανίας αναφέρει ότι ήταν μονολιθικά. Τα αγάλματα εντάσσονται στο ρεύμα του νεοκλασικισμού. Χαρακτηρίζονται από απαλή επιφάνεια, απλότητα και ευρύτητα χαρακτηριστικών προσώπου. Η Δήμητρα θυμίζει μορφές της ζωφόρου του Παρθενώνα, ενώ ο Άνυτος βασίστηκε μάλλον στο Δία της Ολυμπίας. Η κόμμωση της Άρτεμης θυμίζει έργα του Πραξιτέλη και ίσως πιο συγκεκριμένα την Αρτέμιδα Βραυρωνία της Ακροπόλεως.
Η μη απεικόνιση της Δήμητρας ως μιξανθρωπική μορφή, αποτελεί επιλογή του Δαμοφώντα και μάλλον οφείλεται σε προσωπικό του δισταγμό, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ δραστική εικονογραφική επιλογή. Η Δήμητρα και η Δέσποινα κάθονται σε θρόνο και τις πλαισιώνουν οι μορφές της Άρτεμης και του Ανυτού. Η παρουσία της Άρτεμης δικαιολογείται όχι μόνο ως κόρη της Δήμητρας, αλλά και λόγω της χθόνιας απεικόνισής της, ενώ ο Άνυτος, εκτός από πατέρας της Δήμητρας, αντιπροσωπεύει τον παλαιότερο μυθικό κάτοικο του ιερού.


 Το σύνταγμα (αναπαράσταση εικόνα πάνω) είχε ύψος 6μ. και το αποτελούσαν τέσσερα αγάλματα. Η σύνθεση είναι γνωστή από την απεικόνισή του σε νόμισμα της Μεγαλόπολης που χρονολογείται στην αυτοκρατορική εποχή και από την περιγραφή του περιηγητή Παυσανία, ο οποίος επισκέφθηκε το ιερό τα μέσα του +2ου αι. Η Δήμητρα και η Δέσποινα παριστάνονταν στο μέσον καθιστές σε ενιαίο θρόνο. Η Δήμητρα κρατούσε δάδα στο δεξιό χέρι της, ενώ με το αριστερό ακουμπούσε την Δέσποινα στον ώμο. Η Δέσποινα κρατούσε σκήπτρο και είχε τη μυστική κίστη στα γόνατα. Δίπλα στην Δήμητρα στεκόταν η θεά ΄Αρτεμις (συνοδευμένη από κυνηγετικό σκύλο), ενώ δίπλα στην Δέσποινα στεκόταν ο τροφός της Τιτάνας ΄Ανυτος. 

Από αριστερά: Η κεφαλές της Αρτέμιδας, του Τιτάνα Άνυτου και της Δήμητρος. Από το περίφημο "σύνταγμα" του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντα (σύμπλεγμα των κολοσσιαίων αγαλμάτων της Αθηνάς, της Δήμητρας, της Αρτέμιδας και του τιτάνα Ανύτου) του -2ου αι. Ναός της Δέσποινας αρχαία Λυκόσουρα.

Από το άγαλμα της Δέσποινας σώζονται θραύσματα του πέπλου (εικόνα παραπλεύρως). Εικονίζονται μορφές που χωρίζονται μεταξύ τους από κλαδιά ελιάς, μυρτιάς και από επαναλαμβανόμενες διακοσμητικές ταινίες. Στο επάνω μέρος εικονίζονται αετοί με ανοιχτές φτερούγες. Ακολουθεί πομπή φανταστικών όντων ( Νηρηίδες, Τρίτωνες και ιππόκαμποι) και κατόπιν φτερωτές γυναικείες μορφές που κρατούν πυρσούς. Στην κατώτερη ζώνη εικονίζεται πομπή ανθρώπινων μορφών με κεφάλια, χέρια και πόδια ζώων. Οι μορφές με το κεφάλι αλόγου πρέπει να σχετίζονται με τη Δήμητρα, ενώ τα θαλάσσια όντα με τον Ποσειδώνα. Τέλος βρέθηκε μικρός αριθμός μαρμάρινων γλυπτών, που αντί για πόδια έχουν ουρές ψαριού και μάλλον αποτελούσαν διακόσμηση του θρόνου.
Στο ιερό βρέθηκαν 140 τερακότες γυναικείων μορφών με κεφαλές ζώων. Έχουν ερμηνευτεί ως λατρευτές με μάσκες ζώων, που μετείχαν σε οργιαστικά θρησκευτικά δρώμενα. Παρόμοιες μορφές έχουν βρεθεί στο ναό του Ιππίου Ποσειδώνα στο Πετροβούνι και από τον Παυσανία γνωρίζουμε ότι ο ιερέας στο ιερό της Δήμητρας Κιδαρίας τελούσε τη γιορτή της ως μασκοφόρος.

Τέλος, σύμφωνα με επιγραφικές μαρτυρίες, στο ιερό της Δέσποινας απαγορευόταν η είσοδος για συγκεκριμένο αριθμό ημερών, σε γεγονότα που προαπαιτούσαν καθαρμό. Σε άλλη επιγραφή, αναφέρεται ότι οι γυναίκες που εισέρχονται έπρεπε να μη φοράνε μαύρα ή κόκκινα ρούχα, κοσμήματα και υποδήματα, γεγονός που υποδηλώνει μια πιθανή πιο μυστηριακή λατρεία.

Καζαντζίδη Μαρία: "Η απεικόνηση της Δήμητρας Μέλαινας"

Αριστομένης ο Μεσσήνιος


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γάλλου, Κ. Χ. 2008. « Αρκαδικές θηριομορφικές λατρείες και ο Μυκηναϊκός τους απόηχος», στο: Proceedings of the International Symposium in honor of James Roy, 50 χρόνια Αρκάς (1958-2008), Στεμνίτσα 2008, 91-104.
Κουρουνιώτης, Κ. 1911. Κατάλογος του Μουσείου της Λυκόσουρας, Αθήνα.
Μπούρας, Χ. 1999. Μαθήματα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Τόμος Α, Αθήνα.
Aston, E. 2011. Mixanthropoi. Animal-Human hybrid deities in Greek religion, Λιέγη.
Avagianou, A. 1991. Sacred Marriage in the Rituals of the Greek Religion. Ζυρίχη.
Boardman, J. 2002. Ελληνική Πλαστική. Κλασσική Περίοδος. Αθήνα.
Buxton, R. 2005. Οι ελληνικοί μύθοι. Ένας ολοκληρωμένος οδηγός. Αθήνα.
Buxton, R. 2009. Forms of Astonishment. Greek Myths of Metamorphosis. Νέα Υόρκη.
Camp, M. J. 2009. Οι αρχαιότητες της Αθήνας και της Αττικής. Αθήνα.
Cavvadias, P. 1893. Fouilles de Lykosoura. Αθήνα.
Dickins, G. 1905-1906. "Damophon of Messene", BSA 22, 109-136.
Forbes-Irving, P. M. C. 1990. Metamorphosis in Greek Myth. Οξφόρδη.
Grimal, P. 1964. Παγκόσμιος Μυθολογία. Τόμος Α΄. Αθήνα.
Gruben, G. 2000. Ιερά και Ναοί των αρχαίων Ελλήνων. Αθήνα.
Kerényi, Κ. 2013. Η μυθολογία των Ελλήνων. Αθήνα.
Orlandini, A. G. 1972. "Considerazioni sul Megaro di Despoina a Licosura",
ASAtene 47-48, 343-358.
Pollitt, J. J. 1986. Art in the Hellenistic Age. Cambridge.
Richepin, J. 1953. Ελληνική Μυθολογία. Τόμος Β΄. Αθήνα.
Stewart, A. 1990. Greek sculpture. An Exploration. New Haven & Λονδίνο.
ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
Παυσανίας. 1976. Ελλάδος Περιήγησις. Βιβλίο 8. Αθήνα.
Αιλιανός. 1959. Περί ζώων. Τόμος 2, Βιβλία 6-9. Λονδίνο.
Απολλόδωρος. 1965. Βιβλιοθήκη. Έλληνες Μυθογράφοι. Τόμος 1. Stuttgard.
Καλλίμαχος. 1958. Αποσπάσματα. Λονδίνο.
Οβίδιος. 1916. Μεταμορφώσεις. Τόμος 1. Βιβλίο 6. Λονδίνο.
Φώτιος. 1962. Βιβλιοθήκη. Τόμος 3, Παρίσι.

Περί των ιερών σπηλαίων της Ευρυνόμης και της Δήμητρος Μέλαινας στον ποταμό της Νέδας στην Τριφυλία. Απόσπασμα από την ταινία τεκμηρίωσης "Προολύμπιες θεότητες" με τον Ισπανό Ελληνιστή και Ερευνητή ΠΕΔΡΟ ΟΛΑΓΙΑ.







Κυριακή 24 Μαΐου 2015

Καρδαμύλη, Μεσσηνιακή Μάνη





 Η Καρδαμύλη, έδρα του Δήμου Δυτικής Μάνης, είναι ένα παραθαλάσσιο χωριό, το οποίο απέχει 38χλμ. ΝΑ της Καλαμάτας. 
 Έχει χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους γιατί αποτελεί ένα αξιόλογο φυσικό τοπίο με πλούσια βλάστηση μέσα στο οποίο εντάσσονται χαρακτηριστικά δείγματα της εξέλιξης της μανιάτικης κατοικίας και ως ιστορικό τοπίο, λόγω της σημασίας που έχει για την ιστορία της αρχιτεκτονικής και γενικότερα για την ελληνική ιστορία, επειδή η γη της, κατοικούμενη από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα, είναι πλούσια σε μνημεία όλων των εποχών και η ιστορία της πλούσια σε γεγονότα. Λίγα μόλις μέτρα χωρίζουν την παλιά πόλη από τη νεότερη.


  
 Η Καρδαμύλη, διατηρήθηκε ως μικρή ή μεγάλη πόλη, με το πανάρχαιο όνομά της εδώ και χιλιετίες. Είναι η Καρδαμύλη η Αρχαϊκή, η Μεσσηνιακή, των Ελευθερολακώνων, των Ρωμαίων, των Βυζαντινών, η Καρδαμύλη η Μανιάτικη, των Τρουπάκηδων ή Μούρτζινων.

Ως γνωστόν ο Αγαμέμνων προσέφερε την Καρδαμύλη στον Αχιλλέα σαν προίκα για την κόρη του, αν ο βασιλιάς των Μυρμιδόνων ξανάπαιρνε μέρος στον πόλεμο της Τροίας.
"Επτά, δε ού δώσω ευναιόμενα πτολίεθρα Καρδαμύλην, Ενύπην τε και Ιρήν πιήσεον, Φηράς τε λαθέας ήδι Ανθειον βαθύλεμον καλήν τι Αίππειαν και Πήδασον Αμπελόεσσειν"
Ομήρου Ιλιάδα Ι στίχ. 149 - 151
Μτφ: " Μ' εφτά καλοκατοίκητες θα τον προικίσω χώρες με την πολύχλοη Ιρή, Ενύπην, Καρδαμύλην, με τις θεοφοβούμενες Φαρές, την Ανθείαν με πλούσια λειβάδια και την καλή την Αίπεια, την ΙΙήδασο με τα πολλά αμπέλια."

Αγγείο -2ου αιώνα, Καρδαμύλη,

Μόνον η Καρδαμύλη και η Κυπαρισσία από τις πόλεις του Μυκηναϊκού Βασιλείου του Νέστωρος έχουν κρατήσει το ίδιο όνομα στο πέρασμα των χιλιετιών!

 Ο Παυσανίας  γράφει για την Καρδαμύλη ότι στα χρόνια του ήταν το επίνειο της Αρχαίας Σπάρτης, με τα Ιερά του Νηρέα, της Αθηνάς και του Απόλλωνος. 
Παυσανίου Ελλάδος περιήγησις Λακωνικά Κεφ. 26 Εδάφ. 7:
  "Η Καρδαμύλη, που την αναφέρει ο Ομηρος εκεί που ο Αγαμέμνονας τάζει δώρα στον Αχιλλέα, είναι υπήκοος των Λακεδαιμονίων. Την έχει αποσπάσει από τους Μεσσηνίους ο αυτοκράτορας των Ρωμαίων Αύγουστος. Απέχει από τη θάλασσα, οκτώ στάδια και εξηνταοκτώ από το Λεύκτρο. Εκεί κοντά στην ακρογιαλιά υπάρχει τέμενος των θυγατέρων του Νηρέα γιατί, καθώς λένε, σ' αυτό το μέρος βγήκαν για να καμαρώσουν τον ΙΙύρρο, γιο του Αχιλλέα, όταν εκείνος πέρασε από εκεί, πηγαίνοντας στη Σπάρτη, για να παντρευτεί την Ερμιόνη. Στην πολίχνη αυτή, υπάρχει ακόμη ιερό της Αθηνάς και άγαλμα, του Καρνείου Απόλλωνα, όπως τον φαντάζονταν οι Δωριείς...."



 Ακολουθώντας το μονοπάτι πάνω από το μουσείο περνάμε ανάμεσα από τους δύο λαξευμένους στον βράχο τάφους, που η παράδοση ταυτίζει με τους τάφους των Διόσκουρων μυθικά παιδιά της βασίλισσας της Σπάρτης Λήδας, όταν ενώθηκε με τον Δία που είχε μεταμορφωθεί σε λευκό κύκνο. O Kάστορας κι ο Πολυδεύκης κυβέρνησαν από κοινού τη Σπάρτη στο αρχαϊκό της παρελθόν και ο θεσμός της διπλής βασιλείας που ίσχυε στο κράτος των Λακεδαιμονίων τα κλασικά χρόνια, ανάγεται σε αυτούς.



Κάστωρ και Πολυδεύκης
Ο λόφος πάνω από την σύγχρονη και μεσαιωνική Καρδαμύλη, δημιουργεί στην κορυφή του ένα μεγάλο πλάτωμα όπου υπάρχουν κατάλοιπα προϊστορικών εγκαταστάσεων και τειχών. Στον λόφο αυτό οι ερευνητές τοποθετούν την Ομηρική Καρδαμύλη.
 Εδώ, κατά την μυθολογία μας, ο Δίας έζησε τον έρωτά του με την Ταϋγέτη.



Οι δύο λαξευμένοι στον βράχο τάφοι που η παράδοση ταυτίζει με τους
τάφους των Διοσκούρων, Κάστορα και Πολυδεύκη
  Η μεσαιωνική Καρδαμύλη είναι κτισμένη στην πλαγιά του βουνού, πάνω από το νεότερο οικισμό. Πρόκειται για ένα οχυρωμένο σύμπλεγμα από Μανιάτικους πύργους, χτισμένα γύρω από την όμορφη εκκλησία του Aγίου Σπυρίδωνα, του 18ου αιώνα που στέκει σ΄ ένα γεμάτο κυπαρίσσια βράχο.


Άποψη της μεσαιωνικής πόλης
Άποψη της παλιάς Καρδαμύλης με τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνος ενώ στο βάθος διακρίνεται η προϊστορική ακρόπολη.

 Το φαράγγι του Βυρού και αρχαία βασιλική οδός:
Συνεχίζοντας το σύντομο οδοιπορικό στην Ιστορία, βρίσκουμε την Καρδαμύλη να 'χει ξεχωριστή θέση και ισχύ τόσο στα ρωμαϊκά χρόνια με το «κοινόν των ελευθερολακώνων», όσο και στα βυζαντινά χρόνια ως επίνειο του Μυστρά. 
  Το  φαράγγι βρίσκεται στην καρδιά της Μεσσηνιακής Μάνης και χρησιμοποιήθηκε από την αρχαιότητα ως δρόμος προς τη Λακωνία. Τη φυσική οδό του ρέματος πιστεύεται ότι ακολουθούσε η αποκαλούμενη Βασιλική οδός που συνέδεε τη Σπάρτη με την Καρδαμύλη. Το δρόμο αυτό χρησιμοποιούσαν ευρύτατα οι Σπαρτιάτες όταν όλα τα κοντινά λιμάνια είχαν αποσπαστεί από την κυριαρχία τους και ως κύριο λιμάνι είχαν μόνο την Καρδαμύλη, όταν οι ελευθερολάκωνες είχαν κυριαρχήσει στη νότια Λακωνία.


Το φαράγγι του Βυρού
   Η Βασιλική οδός, χτισμένη σε πολλά σημεία της ξεκινούσε από το Ξεροκάμπι Λακωνίας, στην αρχαία πολυγωνική γέφυρα, και κατέληγε στην Καρδαμύλη. Από τον δρόμο αυτό διέσχισε τον Ταύγετο ο γιος του Αχιλλέα Πύρρος, ανεβαίνοντας στην Σπάρτη για να παντρευτεί την αντάξια του σε ομορφιά Ερμιόνη, κόρη της 'Ωραίας Ελένης' και του Μενελάου. Την ίδια οδό χρησιμοποίησε και ο Αριστομένης για να εισβάλει στην πεδιάδα του Ευρώτα κατά τους Μεσσηνιακούς πολέμους.

Ευρήματα Καρδαμύλης, μουσείο Καλαμάτας: Αριστερά μικροσκοπικά αγγείο, αφιερώματα σε άγνωστο Ιερό, -2ος/ -1ος αι. Μέσον πάνω: Αφιερωματικό ειδώλιο ταύρου από άγνωστο Ιερό, -7ος αι. Μέσον κάτω: Αφιερωματικό ειδώλιο γυμνής γυναίκας. Βρέθηκε στα "Τσέρια", -6ος αι. Δεξιά: Ασκός και Αμφορέας, οικιακά σκεύη, -1ος/ +3ος αι.

Καρδαμύλη: Ενεπίγραφη στήλη ερυθρού μαρμάρου η οποία είχε τοποθετειθεί στο επιφανέστερο σημείο του Γυμνασίου της πόλης. Περιέχει ψήθισμα προς τιμή του Ποσείδιππου, γιού του Αττάλου, για τις υπηρεσίες και ευεργεσίες του προς την πόλη. +1ος αι.
 Η ανάγκη για έγκαιρη ειδοποίηση και προστασία των κατοίκων της ενδοχώρας κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους από τις επιδρομές των πειρατών, ανάγκασε τους πρώτους να κατασκευάσουν σε σπηλιές στα απόκρημνα κάθετα πράνη του φαραγγιού, επανδρωμένες λίθινες κατασκευές (βίγλες - παρατηρητήρια) σε θέσεις ώστε να εξασφαλίζεται η οπτική μετάδοση του σήματος από σκοπό σε σκοπό φτάνοντας έτσι μέχρι τα βάθη της ενδοχώρας. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας όπως και επί Γερμανικής κατοχής τα ίδια αυτά παρατηρητήρια χρησίμευαν σαν καταφύγια σε κυνηγημένους.Παλιότερα στην κοίτη του ποταμού λειτουργούσαν πολλοί νερόμυλοι στην τοποθεσία μυλομαχαλάς, λίγο πιο κάτω από τις πηγές Εξωχωρίου. Σήμερα υπάρχουν μόνο τα ξεχασμένα ερείπια δείγματα τεχνολογίας άλλων εποχών.
   Ο Βυρός ξενικά από τον Άγιο Παντελεήμονα που βρίσκεται σε υψόμετρο 1400m στον Ταΰγετο και περνώντας από το Δάσος Βασιλικής κατεβαίνει προς τη θάλασσα διασχίζοντας την καρδιά της Μεσσηνιακής Μάνης.

 Στα χρόνια που ακολούθησαν την πτώση της Πόλης εγκαταστάθηκαν εδώ επιφανείς αρχοντικές οικογένειες, όπως οι Παλαιολόγοι. 

 Στην παλιά πόλη δεσπόζει ο Πύργος του Τρουπάκη Μούρτζινου, (ο τελευταίος καπετάνιος Μανιάτης) κτίσμα του 1807. 

 Είναι ένα οχυρό συγκρότημα που αποτελείται από διάφορα κτίσματα. Ανάμεσα στα αξιοθέατα του συγκροτήματος είναι η μισογκρεμισμένη τοξωτή Πύλη, το Πυργόσπιτο που διαδραμάτιζε αμυντικό ρόλο, ο Πύργος, η πρόσβαση στον οποίον γινόταν μέσω μιας ξύλινης ανασυρόμενης γέφυρας, το Σιδηρουργείο, η υπόγεια Στέρνα, το Ελαιοτριβείο και ο Λαχανόκηπος που κάλυπτε τις ανάγκες της οικογένειας. Στην είσοδο του κάστρου δεσπόζει ο Ναός του Αγίου Σπυρίδωνα, οικογενειακή εκκλησία των Μουρτζίνων, έργο που φανερώνει την οικονομική ισχύ και ευρωστία της οικογένειας.











Ο Ναός του Αγίου Σπυρίδωνα, οικογενειακός ναός των Τρουπάκηδων-Μούρτζινων, βρίσκεται στο ΒΑ άκρο της Πάνω Καρδαμύλης. Η βόρεια πλευρά του ταυτίζεται με το τείχος της Πάνω Καρδαμύλης και εξωτερικό περίβολο του συγκροτήματος των Μούρτζινων. Ανήκει στον τύπο της μονόκλιτης βασιλικής με τρούλο. Στο ναό έχει ενσωματωθεί μεγάλο μέρος οικοδομικού υλικού σε δεύτερη χρήση, όπως τμήματα μαρμάρινων ανάγλυφων μελών βυζαντινών χρόνων και τμήμα επιγραφής στη στέψη της βάσης του πυργοειδούς καμπαναριού. Το υλικό σε δεύτερη χρήση συνδυάζεται με επιμελημένα λιθανάγλυφα λαξευμένα ειδικά για το μνημείο. Λαξευτοί ογκόλιθοι με ποικιλία υλικών και χρωμάτων διαμορφώνουν την κύρια, νότια όψη του μνημείου. Σύμφωνα με τα μορφολογικά και τυπολογικά του στοιχεία, ο ναός χρονολογείται στην περίοδο της Β΄ Ενετοκρατίας (1685 - 1715)

  
 Σε απόσταση 800 μέτρων από την αποβάθρα της Καρδαμύλης, βρίσκεται το γραφικό νησάκι Μερόπη. Πρόκειται για ένα καταπράσινο νησί, απέναντι από την παραλία της Καρδαμύλης. Το Υπουργείο Πολιτισμού έχει χαρακτηρίσει τον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου, που είναι ευρύτερα γνωστός ως Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου που χρονολογείται γύρω στο 1779 και το οχυρό συγκρότημα που βρίσκονται στο νησάκι Μερόπη ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, με ζώνη προστασίας όλη τη νήσο.
 Ο Ιερός Ναός είναι μονόκλιτος, θολοσκέπαστος, και λιθόκτιστος. Σε επαφή με την εκκλησία εκτείνεται – δύο ορόφων – λιθόκτιστο κτίσμα μεγάλων διαστάσεων. Η εξωτερική πλευρά του κτίσματος καθώς και η εξωτερική πλευρά του Αγίου Νικολάου αποτελούν μέρος του τείχους, το οποίο προστατεύει το νησί.Το οχυρό συγκρότημα τοποθετείται χρονολογικά στον 18ο αιώνα.


Η νήσος Μερόπη και ο μεσαιωνικός ναός 



Η είσοδος του μουσείου
 Στις μέρες του 1821 το λιμάνι της Σκαρδαμούλας γίνεται κέντρο διακινούμενων Φιλικών και πολεμικού υλικού - εδώ πηγαινοέρχονται Κολοκοτρώνης, Παπαφλέσσας, Περραιβός, Αναγνωσταράς με Νικηταρά (που φτάνουν για να παραλάβουν όπλα και πολεμοφόδια από τη Σμύρνη) κ.α.
Στην παλιά Καρδαμύλη στον πύργο του Μούρτζινου - Παναγιώτη Τρουπάκη, λίγες μέρες μετά την κήρυξη πολέμου κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας - την 17η Μαρτίου 1821, στην Τσίμοβα (Αρεόπολη), βρίσκεται σε πολεμικό συναγερμό ο Π. Μαυρομιχάλης, ο Κολοκοτρώνης κ.α. οπλαρχηγοί, για να οδεύσουν κατόπιν με τα σώματα Μανιατών προς Καλαμάτα, μπαίνοντας τροπαιούχοι στην τουρκοκρατούμενη πόλη, στις 23 Μαρτίου. Ο Αγώνας του Γένους έχει αρχίσει...

Το περίφημο μουσείο των Μούρτζινων, στην Παλιά Καρδαμύλη:
 Στεγάζεται στο οχυρό συγκρότημα των Μούρτζινων - Τρουπάκηδων σε ένα διώροφο πυργόσπιτο. Θα δείτε μεγάλες φωτογραφίες από την καθημερινή ζωή και την αρχιτεκτονική όλης της Μάνης (ελαιοτριβεία, μελισσοκομεία, αλυκές, μύλους, πύργους, καλντερίμια κ.λπ.).
 Στον δεύτερο όροφο εκτίθενται τα ζωγραφισμένα κεραμίδια που χρησιμοποιούσαν μόνο στη Μέσα Μάνη. Η έκθεση αξίζει οπωσδήποτε τον κόπο! Περισσότερα:  ΕΔΩ.




Αριστομένης ο Μεσσήνιος

VIDEO: Ένα μικρό οδοιπορικό στην παλιά πόλη της Καρδαμύλης:








Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Χωματερό Μεσσηνία

Στη βορειοδυτική πλευρά του χωριού Χωματερό και σε απόσταση 1500 μέτρων απ΄ αυτό βρίσκεται Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Παναγία η Γριβιτσιανή- Άγιοι Θεόδωροι.
 Η επιστημονική μελέτη του ναού βασισμένη στα αρχιτεκτονικά της στοιχεία οδήγησε στο συμπέρασμα ότι το καθολικό της μονής ιδρύθηκε προς το τέλος του 12ου και αρχές του 13ου αιώνα.
Ακόμα εκείνο που συμπεραίνετε από την αρχιτεκτονική και την αγιογράφηση του ναού είναι πως η μονή αυτή λειτούργησε δυο φορές. Η δεύτερη φορά πρέπει να οριστεί χρονικά προς το τέλος του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα.



Γεωγραφική θέση της Μονής

 Στη βορειοδυτική πλευρά του χωριού Χωματερό και σε απόσταση 1500 μέτρων απ΄ αυτό βρίσκεται Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Παναγία η Γριβιτσιανή - ΄Αγιοι Θεόδωροι.
 Είναι στη μέση σχεδόν του δρόμου που παλαιότερα συνέδεε το Χωματερό με το χωριό Μυστράκι Η διαδρομή είναι ένας υπέροχος περίπατος. Δεξιά και αριστερά του δρόμου απλώνονται τα χτήματα των κατοίκων του χωματερού που κάποτε τα περισσότερα απ΄ αυτά ανήκαν στη Μονή. Το μοναστήρι είναι χτισμένο στην κοιλάδα μιας χαράδρας που τη σχηματίζουν δυο προσβάσιμοι γήλοφοι δίπλα σένα μικρό ποταμάκι..



 

Χρόνος ίδρυσης της Μονής

 Μέχρι σήμερα δεν έχει ανακαλυφθεί καμιά ιστορική πηγή που να δίνει απάντηση στο ερώτημα Πότε ακριβώς και από ποιους ιδρύθηκε η ιερά μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
 Πριν από 17 χρόνια το 1990 ο τότε Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος Θέμελης ενδιαφέρθηκε να φωτίσει επιστημονικά βυζαντινούς ναούς της Μεσσηνίας που ήταν άγνωστοι μέχρι τότε. Μεταξύ αυτών ήταν και το Μοναστήρι της Παναγίας της Γριβιτσιανής Αγιοι Θεόδωροι. Ο Γεώργιος Δημητροκάλλης καθηγητής και αρχιτέκτονας Βυζαντινών μνημείων ανέλαβε να μελετήσει το καθολικό του ναού.
 Η επιστημονική μελέτη του ναού βασισμένη στα αρχιτεκτονικά της στοιχεία οδήγησε στο συμπέρασμα ότι το καθολικό της μονής ιδρύθηκε προς το τέλος του 12ου και αρχές του 13ου αιώνα. 
 Ακόμα εκείνο που συμπεραίνετε από την αρχιτεκτονική και την αγιογράφηση του ναού είναι πως η μονή αυτή λειτούργησε δυο φορές. Η δεύτερη φορά πρέπει να οριστεί χρονικά προς το τέλος του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα. Αυτό επιβεβαιώνεται και από γραπτές πηγές. Υπάρχει κείμενο που ενισχύει την άποψη για τη λειτουργία της Μονής.


Όταν οι Ενετοί κατέλαβαν για δεύτερη φορά την Κορώνη και έκαναν απογραφή όλης της περιοχής σημειώνουμε το εξής: Η επαρχία Κορώνης είχε εξήκοντα δυο κατοικουμένας και έξι κατεστραμένας κώμας και ουδέν Μοναστήριον (τέλος του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα)απογραφή εκκλησιαστικής περιουσίας και μονών. Επομένως η Ιερά μονή Παναγία η Γριβιτσιανή δεν λειτούργησε μέχρι τότε. Υπάρχει όμως και έγγραφο από τα Πατριαρχικά έγγραφα των χρόνων της Τουρκοκρατίας (1593-1798) το οποίο βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των των Παρισίων και το έφερε στο φως ο καθηγητής της Βυζαντινής Ιστορίας Του Πανεπιστημίου Αθηνών οκ. Διονύσιος Ζακυnθηνός.
Το έγγραφο αυτό είναι ένα πατριαρχικό σιγίλλιον όπου το 1744 ο Πατριάρχης Νεόφυτος ο S το έστειλε στο μοναστήρι της κοιμήσεως της Θεοτόκου Γριβιτζάνης επικαλούμενης για να επιβεβαιώσει ότι η μονή αυτή ήταν σταυροπηγιακή. Δηλ. ανήκε διοικητικά στο πατριαρχείο.
Από το περιεχόμενο το κειμένου διαφαίνεται πως η μονή υπήρχε αλλά καταστράφηκε και λεηλατήθηκε από εισβολείς που προκάλεσαν τόσα δεινά στον τόπο ώστε όχι μόνο άρπαζαν και αφαιρούσαν περιουσίες αλλά άρπαξαν και τα σιλλιγιώδη γράμματα του πατριαρχείου που υπήρχαν στο μοναστήριον 
Ακόμα η αγιογράφηση του ναού έχει στοιχεία που το κατατάσσουν στις αρχές του 17 ου αιώνα.

Ονομασία της Μονής

Από το σιγίλλιον του Πατριάρχου Νεοφύτου μαθαίνουμε πως η μονή ονομαζόταν Ιερόν Μοναστήριον της υπεραγίας ημών Θεοτόκου Γριβιτζάνης
Μελετώντας διάφορα κείμενα υπάρχουν οι εξής γραφές :
Γριβιτζάνη, Κρυβιτσιανή ή Κρυφτζανή, Κριβιτσιανή, Γριβιτσιανή ή Γρεβιτσιανή
Ποια γραφή είναι η σωστή και γιατί έχει ονομαστεί έτσι η μονή.
 Είναι αλήθεια πως υπάρχουν πολλά προσωνύμια της Παναγίας που το καθένα απ΄ αυτά και κάτι Άλλωστε δηλώνονται ιδιότητες της π.χ. Ελεήστρια, Φανερωμένη άλλοτε ο τόπος που είναι χτισμένο το μοναστήρι της π.χ. Μαλεσή, Ολυμπιώτισα ή το μέρος που έχε επιλεγεί να κτιστεί σπηλιά Σπηλιανή , κρυφό μέρος από το ρήμα κρύφτηκα-κρύβω- Κρυβιατσιανή ή Κρυφτζανή Στα χρόνια του Μεσαίωνα οι γραμματικές γνώσεις του κόσμου ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Στα μοναστήρια μια έρευνα λέει ότι μόνο το 3% των μοναχών γνώριζε ανάγνωση και γραφή. Από το 13ο λοιπόν αιώνα και μέσα από τη διαδρομή τόσων αιώνων ότι ο προφορικός λόγος διατηρεί η άγνοια το αλλοιώνει. Γριβιτζάνη έγραφε ο Ηγούμενος της Μονής το 1744. Κρυφτζάνη υπάρχει αλλού και το 1851 υπάρχει μια έκθεση του τοποτηρητή των Καλαμών Γεράσιμου Παγώνη ο οποίος αναφέρεται στην εγκαταλελειμμένη μονή και την αποκαλεί Κριβιτσιανή. Σήμερα έχει επικρατήσει να την λένε Γριβιτσιανή
 Αυτή η ονομασία ο κόσμος την έχει συνδέσει μ΄ ένα θρύλο που μεταδίδεται από στόμα σε στόμα. Κάποια κοπέλα με το όνομα Μαρία από τα Γριβιτσά (Μεσαιωνικό χωριό στην περιοχή Μεθώνης ) τη ερωτεύτηκε ένας Τούρκος και αυτή τον παντρεύτηκε. Για να εξιλεωθεί ζήτησε από τον σύζυγό της να χτίσουν το μοναστήρι. Η επιθυμία της έγινε πραγματικότητα και επειδή αυτή ήταν από τα Γριβιτσά ονόμασαν τη μονή Παναγία Γριβιτσιανή. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές πάνω σ΄αυτό το θέμα Όμως η μελέτη του ναού και ο χρόνος ίδρυσής του αποδυναμώνουν αυτή την εκδοχή. Στο τέλος του 12ου αιώνα η περιοχή της Κορώνης είναι ακόμα Βυζαντινή επαρχία και από το 13ο αιώνα Ενετοκρατείται.Οι Τούρκοι ήρθαν στην περιοχή το 1900 και από ότι μαθαίνουμε μέσα σ΄ αυτό το σιγίλλιον κατέστρεψαν και λεηλάτησαν τη μονή. Το πλέον αληθοφανές είναι η προσωνυμία Κρυβιτσιανή ή Κρυφτζανή γιατί η εκδοχή αυτή έχει και το ιστορικό υπόβαθρο στα χρόνια που ιδρύθηκε η μονή πολλοί πειρατές και ληστές λυμαίνονταν την περιοχή της Κορώνης. Η επιλογή αυτής της χαράδρας μακριά από τα μάτια τους προσέφερε ασφάλεια και ησυχία στους μοναχούς. Η μονή ήταν κρυμμένη. Αυτό το διαπιστώνει και σήμερα ο κάθε επισκέπτης.
 Σήμερα η μονή ονομάζεται Άγιοι Θεόδωροι ή Αγιοθόδωρος.



Γιατί άλλαξε το όνομα της μονής και έλαβε αυτό το όνομα;
Το βέβαιο είναι ότι μέχρι και το 1851 σύμφωνα με τη έκθεση του τοποτηρητή Καλαμών Γεράσιμου Παγώνη η μονή ονομαζόταν ακόμα Παναγία Κριβιτσιανή. Η ονομασία αλλάζει στις αρχές του 20ου αιώνα όταν στην περιοχή ήρθαν και εγκαταστάθηκαν οι έποικοι από την Αλωνίσταινα. Πληροφορίες για την ονομασία δεν υπάρχουν πουθενά γραπτά αλλά στηριζόμαστε σε όσα διηγούνται οι ηλικιωμένοι κάτοικοι του χωριού που τα έχουν ακούσει από τις γιαγιάδες και τους παππούδες τους.
 Σύμφωνα με τις διηγήσεις όταν οι Αλωνιστιώτες εγκαταστάθηκαν στο Χωματερό έφεραν μαζί τους και τα εικονοστάσιά τους. Δυο βασικές εικόνες που υπήρχαν σ αυτά ήταν της Αγίας Παρασκευής που ήταν προστάτιδα του τόπου τους και των Αγίων Θεοδώρων που ως στρατηλάτης Άγιος τους προστάτευε στα χρόνια της επανάστασης Άλλωστε το μοναστήρι των Αγίων Θεοδώρων στο Χρυσιβίτσι ήταν ονομαστό και στις δύσκολες στιγμές πολλοί Φαλανθιώτες κατέφευγαν σ αυτό. Αυτούς λοιπόν τους είχε μια Αλωνιστιώτισα στο εικονοστάσι της από την οικογένεια Κωτσάκη- Τερτίπη
 Μια βραδιά όπως η ίδια διηγιόταν είδε στον ύπνο της τους Αγίους και της ζήτησαν να τους στεγάσει σε εκκλησία Την επόμενη μέρα πήγε στον παπά του χωριού και του είπε το όνειρό της. Παπάς του χωριού ήταν ο Αθανάσιος Μπαγατέλας. Τότε σκέφτηκαν το εγκαταλελειμμένο εκκλησάκι. Θα το επισκευάσουμε είπε θα βάλουμε πόρτες το εικόνισμα του Αγίου και θα το ονομάσουμε ΄Αγιο Θεόδωρο.
 Έτσι και έγινε. Παρόλο που στην αγιογράφηση του ναού δεν υπάρχουν πουθενά οι Άγιοι Θεόδωροι ενώ υπάρχουν τόσοι άλλοι άγιο επικράτησε από τις αρχές του αιώνα η μονή να ονομάζεται Ιερά μονή Αγίων Θεοδώρων.



Ιστορικά γεγονότα που συνδέουν τη Μονή

 Απ΄ την πρώτη ίδρυση της μονής έχουμε ελάχιστες πληροφορίες γι αυτήν. Ως σταυροπηγιακό μοναστήρι δεν είχε σχέσεις διοικητικές με την επισκοπή της Κορώνης και οι Ενετοί ως κατακτητές δεν επενέβαιναν στο χώρο τους. Η ζωή των μοναχών κυλούσε ήρεμα μέχρι το 1500 που εμφανίστηκαν στην περιοχή της Κορώνης οι Τούρκοι και τα πράγματα άλλαξαν Όπως μας πληροφορεί το σιγίλλιον του 1744 έγιναν στον τόπο αυτό μεγάλες καταστροφές και λεηλασίες. Με την επαναλειτουργία της μονής στο τέλος του 16ου αιώνα οι συνθήκες στην περιοχή είναι καλές και μετά το 1715 που οι Τούρκοι ξαναπήραν την Κορώνη έχουμε οικονομική άνθηση γιατί Γάλλοι έμποροι εγκαταστάθηκαν εκεί και οι εμπορικές δραστηριότητες τους έφεραν πλούτο στην περιοχή. 
 Αυτή η κατάσταση κράτησε μέχρι το 1770.Τη χρονιά αυτή συνέβησαν τα λεγόμενα Ορλοφικά. Το επαναστατικό αυτό κίνημα που έγινε με την πρωτοβουλία των Ρώσων η η εμφάνιση των αδελφών Ορλώφ στην Κορώνη οδήγησε τον τόπο στην καταστροφή.
 Όταν απέτυχε το κίνημα οι Τούρκοι μαζί με πολλούς Αλβανούς που είχαν έρθει να τους βοηθήσουν κατευθύνθηκαν προς τη μονή Παναγία η Γριβιτσιανή γιατί πίστευαν πως οι μοναχοί γνώριζαν και υποκινούσαν την επανάσταση. Το μοναστήρι όπως φαίνεται και σήμερα περιβαλλόταν από τείχος στο οποίο υπήρχαν και πολεμίστρες μέσα απ΄ αυτό οι μοναχοί αμύνθηκαν σθανερά. Λέγεται ότι ήταν κάπου 40 καλόγηροι αλλά τελικά νικήθηκαν μετά από προδοσία κάποιου που εργαζόταν κάποτε στη μονή και γνώριζε μια κρυφή πόρτα. Η καταστροφή στο μοναστήρι ήταν ολοκληρωτική. Σκότωσαν τους μοναχούς έβαλαν φωτιά στα κελιά τους και με τα σπαθιά τους κατέστρεψαν τα μάτια όλων σχεδόν των αγίων, που εικονίζονταν στις τοιχογραφίες του ναού.
Έκτοτε δεν υπήρξε ξανά μοναστική κοινότητα στο μοναστήρι αυτό.
Μόνο όταν επισκευάστηκε και ονομάστηκε μονή των Αγίων Θεοδώρων κάποιοι μεμονωμένοι μοναχοί έφτιαξαν ένα κελί και έμειναν κατά διαστήματα στο μοναστήρι αυτό.

Το κτιριακό συγκρότημα

Ο ερειπιώνας του οικοδομικού συγκροτήματος της μονής μας δίνει αρκετές πληροφορίες.
 Η μονή ήταν κλεισμένη μέσα σ΄ ένα υψηλό τείχος που τα απομεινάρια του από την πλευρά της εισόδου δείχνουν πως μπορεί να είχε ύψος και πάνω από τέσσερα μέτρα. Κατά διαστήματα διακρίνονται μικρά ανοίγματα πολεμίστρες που χρησίμευαν για τη άμυνα των μοναχών λόγω της ερημιάς του τόπου. 
 Η πόρτα της εισόδου είναι σε σχήμα καμάρας φρουριακού τύπου. Μπαίνοντας μέσα δεξιά μέσα σε μια συνεχή σειρά είναι χτισμένα τα κελιά των μοναχών. Η χωροταξική τους διάταξη είναι σε σχήμα ημιτελούς Π. Στο κέντρο είναι χτισμένος ο ναός. Ορισμένα από τα κελιά ήταν ισόγεια κι άλλα διώροφα. Επίσης διακρίνονται ίχνη του φούρνου και του μαγειρείου.
 Το καθολικό είναι ένας τετράγωνος σταυροειδής εγγεγραμμένος δίστηλος ναός. Οι τοίχοι του όπως και όλων των χτισμάτων είναι είναι χτισμένοι με αργολιθοδομή (πέτρες απελέκητες).


Στο τέλος του 16ου αιώνα και ιδιαίτερα στις αρχές τότε 17ου άρχισαν να σταθεροποιούνται οι συνθήκες ζωής και πολλά μικρά μοναστήρια ανακαινίστηκαν. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς και ποιοι ανακαίνισαν την ιερά μονή Παναγία η Γριβιτσιανή.
 Ως προς την αρχιτεκτονική του, ενώ ήταν ένα καθαρά τετράγωνο ναός επιμηκύνθηκε στη δυτική του πλευρά. Αφού κατεδαφίστηκε η δυτική πλευρά προστέθηκε νάρθηκας. Αυτό είναι πολύ εμφανές και σήμερα ΄Έγιναν και πολλές άλλες ανακατασκευές και προσθήκες. Την εποχή αυτή έγινε και η αγιογράφηση του ναού. Ο ναός είναι αγιογραφημένος εξ ολοκλήρου.
 Αφιερωμένος όπως ήταν στην Κοίμηση της Θεοτόκου έχουν ζωγραφιστεί και οι 24 οίκοι του ακάθιστου ύμνου μάλιστα έχει καταβληθεί ιδιαίτερη προσπάθεια να δοθούν όσο το δυνατόν περισσότερες σκηνές από τη ζωή της παναγίας. Ο ζωγράφος δεν είναι γνωστός .΄Ισως να ήταν κάποιος καλλιτέχνης της κρητικής διασποράς ή κάποιος από ένα πελοποννησιακό εργαστήριο. Σήμερα ο επισκέπτης αντικρίζει ένα αποκαρδιωτικό θέαμα καταστροφών. Ο χρόνος και η αμάθεια των ανθρώπων είναι οι κύριοι αίτιοι. Η μονή βρίσκεται υπό την εποπτεία της εφορίας Βυζαντινών αρχαιοτήτων.
 Το βυζαντινό αυτό μνημείο ευτυχώς υπάρχει ακόμα. Ο παπάς της ενορίας Θεόδωρος Μπαγατέλας το φροντίζει. Τρεις φορές το χρόνο λειτουργείται. Των Αγίων Θεοδώρων, στα εννιάμερα της Παναγίας, της Μυρτιδιώτισας. Αυτός ο ναός με την ίδια θεμελίωση και αρχιτεκτονική αντιστέκεται στη φθορά εδώ και 800 χρόνια και διηγείται την ιστορία του τόπου. Είναι καθήκον όλων μας να το φροντίζουμε και να εμπνεόμαστε από την δύναμη του. Γιατι η εξαφάνιση κάθε απόδειξης της ιστορικής μας κληρονομιάς δημιουργεί ένα κενό. Μέσα σ΄ αυτό το κενό μπορούν να χωρέσουν και να συμβούν όλες οι απειλές της παγκοσμιοποίησης…

Γιώτα Κατσίβα-Μαρκάκη
Ταμίας του Πολιτιστικού Συλλόγου Χωματερού ΄΄Αγιοι Θεόδωροι΄΄

Πηγή: Ιστότοπος πολιτιστικού συλλόγου Χωματερού " Αγιοι Θεόδωροι"



Printfriendly