.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Οι Μεσοελλαδικοί Τύμβοι της Βοϊδοκοιλιάς



1. BOΪΔOKOIΛIA

Ταφικός χώρος:
Δύο τύμβοι έχουν ερευνηθεί στην άμεση περιοχή του όρμου της Βοϊδοκοιλιάς. Ο πρώτος τύμβος, με κτιστή, λίθινη κρηπίδα είναι κτισμένος στα ερείπια κατεστραμμένου ΠE II οικισμού, ενώ ένας θολωτός τάφος κατασκευάστηκε στο κέντρο του κατά την ΥΕΙ. Ο τύμβος είναι κτισμένος σε χαμηλό, ασβεστολιθικό ύψωμα πάνω από το κόλπο της Βοϊδοκοιλιάς, που του εξασφαλίζει την εποπτεία σε μία ευρύτατη περιοχή κυρίως από τα ΒΑ. έως τα ΝΑ. και τα Δ.
Ο δεύτερος τύμβος, είναι κτισμένος σε μικρή απόσταση από το πρώτο, σε πιο προφανές σημείο, στη κορυφή μικρού, λόφου και έχει καταστραφεί πλήρως από την εκεί κείμενη εκκλησία του προφήτη Ηλία. Αποτελείτο πιθανώς μόνο από συσσώρευση χώματος καθώς δεν εντοπίστηκαν ίχνη κρηπίδας ή περιβόλου. Υπάρχει μία σαφής αλληλοθέαση των δύο μνημείων.
Ο σύγχρονος των τύμβων οικισμός βρισκόταν είτε σε μία ευμεγέθη, επίπεδη περιοχή μεταξύ τους, είτε ελαφρώς ανατολικότερα, στο βόρειο άκρο της σημερινής λιμνοθάλασσας του Διβαρίου.

Βοϊδοκοιλιά Πυλίας. Ο ΠΕ ΙΙ οικισμός, ο ΜΕ Ι τύμβος και ο ΥΕ Ι θολ. τάφος (J.W. Myers).

Ταφικά αγγεία:
Στη περιοχή του τύμβου Α, βρέθηκαν συνολικά εννέα ταφικοί πίθοι. Οκτώ εξ αυτών ήταν τοποθετημένοι οριζόντια και ακτινωτά στη κρηπίδα του τύμβου και ένας (ΝΑ- 6), επίσης οριζόντιος, εκτός και ελαφρώς νοτιότερα του τύμβου. Όλοι οι πίθοι είναι μεγάλου μεγέθους, ωοειδείς και άωτοι, αμελούς όπτησης, με ωχρή/φαιή επιφάνεια. Πέντε εξ αυτών φέρουν σχοινοειδή διακόσμηση στον ώμο. Πλακοειδείς λίθοι έφρασσαν το στόμιο τεσσάρων πίθων.
Στον δεύτερο τύμβο βρέθηκε μόνον ένας ακόσμητος, ημικατεστραμμένος ταφικός πίθος μεγάλου μεγέθους. Ήταν τοποθετημένος οριζόντια. Πώμα δε βρέθηκε. Η παρουσία οστράκων πίθων στην τοιχοδομία του ναού του Προφήτη Ηλία, συνιστούν την αρχική παρουσία περαιτέρω εγχυτρισμών.

Ταφές:
Επτά εκ των εννέα αγγείων του τύμβου Α περιείχαν μονές ταφές ενηλίκων. Διπλές ταφές, μία πρωτογενή και μία ανακομιδή περιείχαν οι πίθοι ΝΑ- 6 και Β- 4. Πλείστοι των νεκρών είχαν τοποθετηθεί στα ταφικά αγγεία σε συνεσταλμένη στάση και με την κεφαλή προς το πυθμένα. Εξαιρέσεις αποτελούν οι νεκροί του πίθου 6, που είχαν τη κεφαλή προς το στόμιο και ο δεύτερος νεκρός του πίθου Β- 4, που είχε τοποθετηθεί εγκάρσια προς το μήκος του οριζόντια τοποθετημένου πίθου. Ένα στρώμα θαλάσσιων βοτσάλων, που βρέθηκε εντός του πίθου 6 αποτελεί το μοναδικό είδος εσωτερικής διαρρύθμισης που βρέθηκε στους πίθους του τύμβου Α.
Μία συνεσταλμένη, μονή ταφή ενηλίκου βρέθηκε στον μοναδικό σωθέντα πίθο του τύμβου Β.



Κτερίσματα:
Έξι πίθοι του τύμβου Α ήταν κτερισμένοι. Τα κτερίσματα του τύμβου συνίστανται από πέντε μελανούς, μινυακούς κανθάρους, τρεις απιόσχημες φλάσκες, ένα κυάθιο, δύο χάλκινα μαχαίρια και έναν αργυρό σφηκωτήρα. Δύο επιπλέον αγγεία βρέθηκαν σε εντελώς αποσπασματική κατάσταση και δεν ήταν εφικτή η αναγνώρισή τους.
Η διασωθείσα ταφή του δεύτερου τύμβου ήταν ακτέριστη.

Χρονολόγηση: 
Η περίοδος χρήσης του πρώτου τύμβου έχει αποδοθεί από τον ανασκαφέα στη ΜΕ Ι περίοδο, χρονολόγηση που προκύπτει από μία σειρά μελανών μινυακών οστράκων στο ΝΑ. τομέα και άλλα μέρη του τύμβου, όσο και από μέρος της κτέρισης των εγχυτρισμών που περιελάμβανε1. Τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα κεραμικής από τους τάφους του τύμβου είναι οι μελανοί μινυακοί κάνθαροι και οι απιόσχημες φλάσκες των πίθων 1, 5, 7, 10 και 11, που μπορούν να χρονολογηθούν με βεβαιότητα στους πρωϊμότερους χρόνους της ME περιόδου λόγω της ταύτισής τους με παρόμοια αγγεία από την πρωϊμότερη ΜΕ φάση της Λέρνας2.
Σαφή χρονολογικά τεκμήρια για τον δεύτερο τύμβο δεν υπάρχουν και μπορεί γενικά να αποδοθεί στη ME περίοδο. Η παρουσία του στην ίδια, άμεση περιοχή του τύμβου Α, ίσως συνιστά μία ανάλογη χρονολόγηση.


2. ΔIBAPI

Ταφικός χώρος.
Πιθανός τύμβος. Ήταν κατασκευασμένος στη ΒΔ πλευρά της λιμνοθάλασσας του Διβαρίου (Οσμάν αγά) κοντά στην ακτή, περιοχή με την οποία η κοντινή θέση της Βοϊδοκοιλιάς έχει άμεση θέαση. Ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για νεκροταφείο και κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, στους οποίους πιθανότατα ανήκει και ένας τραπεζιόσχημος περίβολος.

Ταφικά αγγεία:
Άωτος, ωοειδής πίθος, σχετικά μεγάλου μεγέθους, με πλαστική, διακοσμητική ταινία στο μέσον περίπου της κοιλίας. Είχε τοποθετηθεί οριζόντια εντός λάκκου και το στόμιό του έκλειναν δύο σχιστολιθικές πλάκες.




Ταφές:
Ο πίθος περιείχε μία πρωτογενή ταφή, πιθανώς ενηλίκου, λίαν αποσαθρωμένη.

Κτερίσματα:
Εντός του πίθου βρέθηκε μία ακόσμητη, μόνωτη, χειροποίητη προχοΐσκη, χονδροειδούς κατασκευής, με πιεσμένο σφαιρικό σώμα, αμφίκοιλο λαιμό, έξω νεύον χείλος και ελαφρώς στιλβωμένη κιτρινωπή επιφάνεια (εικ.1.1, 1.51).

Χρονολόγηση:
Λόγω του χονδροειδούς, οικιακού χαρακτήρα της προχοίσκης, που συνόδευε την ταφή, ο εντοπισμός ενός ακριβούς παραλλήλου δεν είναι ασφαλής. Η κιτρινωπή, στιλβωμένη επιφάνειά της παραπέμπει σε ομάδες κεραμικής από τον Άνω Εγκλιανό και τα Βολιμίδια, ύστερης μεσοελλαδικής χρονολόγησης3, ενώ σημαντική είναι η ομοιότητα της κατασκευής της με τα πρωιμότερα δείγματα κίτρινης μινυακής κεραμικής από την Εύτρηση4, επομένως μία χρονολόγηση στην ME II- ΙΙΙ περίοδο μοιάζει αρκετά πιθανή για την ταφή αυτή. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει μία μικρή ομάδα κεραμικής, από την επίχωση αμέσως άνωθεν του ταφικού πίθου (εικ.1.2) αποκλειστικής, ή σχεδόν αποκλειστικής ελληνιστικής χρονολόγησης5. Η παρουσία των οστράκων αυτών στη συγκεκριμένη επίχωση δείχνει ότι, είτε η διαμόρφωση του ελληνιστικού νεκροταφείου εξάλειψε κάθε ίχνος ενός προγενέστερου ME τύμβου (πλην του εγχυτρισμού), είτε τέτοιου είδους μνημείο δεν υπήρξε ποτέ στο σημείο και η εν λόγω ταφή εντασσόταν σε άλλου είδους ταφικό χώρο στο ίδιο σημείο.
Δεξιά ο Τάφος 22 του Νεκροταφείου του Διβαρίου (ανασκαφή Καλτσά 1982): Η ταφή αυτή αποκαλύφθηκε λίγο πιο βαθιά από το επίπεδο των άλλων τάφων. Η ταφή ήταν σε πιθάρι με ανάγλυφο ζωνάρι στην κοιλιά. Το στόμιο του πιθαριού έφραζαν ερμητικά μια σχιστόπλακα και μπροστά από αυτή μια μεγάλη πέτρα (Πίν.40ε). Περιείχε ταφή κτερισμένη με μία προχοΐσκη. 

Η ανακάλυψη της ταφής με τους υπόλοιπους τάφους ήταν πραγματικά μια έκπληξη. Τόσο το ίδιο το πιθάρι όσο και η προχοΐσκη χρονολογούνται στη μεσοελλαδική εποχή. Ήταν, ωστόσο, το μοναδικό εύρημα μιας τόσο παρωχημένης εποχής που συντρόφευε τους μεταγενέστερους νεκρούς της ελληνιστικής εποχής.
Κτερίσματα: ΑΕ ΜΠΥ 1780 (Πίν.40γ). Άβαφη, χειροποίητη προχοΐσκη. Λείπει η λαβή και τμήμα του χείλους. Πηλός γκρίζος-μαύρος, ακάθαρτος. Ύψ. 0,10, διάμ. βάσης 0,04, διάμ. χείλους 0,06μ.

Αγγελετόπουλος Ιπποκράτης
"Οι Εγχυτρισμοί της Εποχής του Χαλκού στην Κεντρική και Νότια Ηπειρωτική Ελλάδα"

Σημειώσεις:
1. Κορρές 1977,278-279, 286, 1978, 357, 1979, 143.
2 Zerner 1978: pl. XV:10, XVIII:3, XIX:11-13.
3. Τις πληροφορίες αυτές οφείλω στην Λέκτορα του Παν/μίου Αθηνών κ. Αφροδίτη Χασιακού.
4. Goldman 1931, 162. Περαιτέρω παρατηρήσεις γύρω από την κίτρινη μινυακή κεραμική της Εύτρησης προέκυψαν και από την προσωπική εξέταση του υλικού των ανασκαφών της Goldman, στις αποθήκες της Θ ́ ΕΠΚΑ Θηβών.
5. Φέρει την ένδειξη: "λαβή αγγείου και όστρακα από την επίχωση πάνω από το πιθάρι Τ22". Από την εν λόγω ομάδα κεραμικής, στην ME περίοδο ανήκει πιθανώς μόνο το πώμα, πρβλ. Touchais 2007, 92,
Βιβλιογραφία:
Βοϊδοκοιλιά: Mc Donald & H. Simpson 1961, 243∙ 1964, 232-233 1969, 149-150 Kορρές 1977, 267-293 1978, 347-359 1979, 143-149 1980, 174 Müller 1989, 20 Boyd 2002, 126-131∙ Χασιακού και Κορρές 2006, 695-707.
Διβάρι: Καλτσάς 1982, 137 1983, 24∙ Boyd 2002, 153.

Βοϊδοκοιλιά Τύμβος Α: Οι πίθοι 1 και 5 άνωθεν.
Βοϊδοκοιλιά Τύμβος Α: Ανατολικός ΜΕ τάφος.
Βοϊδοκοιλιά Τύβος Α: Ο πίθος 9.
Βοϊδοκοιλιά Τύμβος Α: Ο ΜΕ περίκλειστος τάφος.
Βοϊδοκοιλιά Τύμβος Α: Αριστερά: ΜΕ αδριατικόν διάτρητον αγγείον. Δεξιά:  Ύστατον ΠΕ ΙΙ άωτον κύπελλον.
Βοϊδοκοιλιά Τύμβος Α. Η δεξιά παραστάς, οι πίθοι 1 και 5, το δέπας επί του ΠΕ τοίχου και ο τύμβος.
Βοϊδοκοιλιά Τύμβος Α: Ο ταφικός πίθος ΝΑ-6.
Βοϊδοκοιλιά Τύμβος Α: Δέπας αφικύπελλον.




Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2016

Πύλα- Βίγλιες: Μεσοελλαδικός τύμβος



Τυμβοειδές έξαρμα, εντοπισθέν κατά την διάρκεια των επιφανειακών ερευνών του πανεπιστημίου της Minesota. Βρίσκεται στην κορυφή και άκρο επιμήκους λοφίσκου, ακριβώς στο Α. όριο της μικρής πεδιάδας της Γιάλοβας περίπου 1,5 χλμ. ανατολικά της ομώνυμης κωμόπολης1, θέση, που του εξασφαλίζει ευρύτατη θέαση των άμεσων καλλιεργούμενων σήμερα εκτάσεων.


 Στα Δ. είναι ορατός ο όρμος της Βοϊδοκοιλιάς, στα ΝΔ η Πύλος, ενώ προς τα Α. η θέαση φτάνει έως και τον λόφο του προφήτη Ηλία Χανδρινού. Ο τύμβος έχει υποστεί εκτεταμένη διάβρωση από την συστηματική καλλιέργεια. Το σωζόμενο ύψος του δεν υπερβαίνει σήμερα το 1μ. ενώ η ορατή διάμετρός του είναι αρκετά μεγάλη και υπερβαίνει τα 10μ. (εικ.1.16). 
 Η σωζόμενη υλική μαρτυρία του τύμβου, περιορίζεται πλέον στο νότιο τμήμα του2. Στο σημείο αυτό επισήμανα, κατά την επίσκεψή μου στο μνημείο, έναν μετρίου μεγέθους πλακοειδή λίθο και τμήμα οστού να εξέχουν της πλευράς του (εικ.1.17- 18). Το σημαντικότερο ωστόσο στοιχείο που παρατηρήθηκε στο συγκεκριμένο μνημείο είναι τα κατά περίπτωση ευμεγέθη και μεγάλου πάχους όστρακα πίθων (εικ.1.19), γκρίζου και λίαν ακάθαρτου πηλού, με ερυθρές εξωτερικές επιφάνειες, κάτι που τους καθιστά όμοιους ως προς την τεχνολογία της κατασκευής τους με τους ταφικούς πίθους από τον τύμβο Αγίου Ιωάννη. 


Με βάση τα παραπάνω δεδομένα η παρουσία ενός κατεστραμμένου πλέον μεσοελλαδικού τύμβου με εγχυτρισμούς στη θέση αυτή θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη.
Ταφικά αγγεία: Πίθοι
Χρονολόγηση: Μεσοελλαδική περίοδος.

Αγγελετόπουλος Ιπποκράτης
"Οι Εγχυτρισμοί της Εποχής του Χαλκού στην Κεντρική και Νότια Ηπειρωτική Ελλάδα"

Σημειώσεις:
1. Ο καλύτερος τρόπος εντοπισμού του μνημείου είναι μέσω Γιάλοβας, πρβλ. Boyd 2002, 104. “ 
2. Αυτή εντοπίστηκε κυρίως κατά την επίσκεψη μου το 2008, ενώ το 2009 το μεγαλύτερο μέρος της είχε εξαφανιστεί λόγω του συστηματικού οργώματος του αγρού, στον οποίο βρίσκεται ο τύμβος.
Βιβλιογραφία:
McDonald & Hope Simpson 1969, 149 Boyd 2002, 104.





Πλάτανος- Κιθαριστές: Μεσοελλαδικός Τύμβος



 Δύο τυμβοειδή εξάρματα εντοπίστηκαν κατά τις παλαιότερες επιφανειακές έρευνες του πανεπιστημίου της Minessota στην ευρύτερη περιοχή δυτικά του Πλατάνου. Ένα εξ αυτών (προφανώς ο υπ. αρ.2), εντοπίσιμος και σήμερα, βρίσκεται περίπου 1 χλμ δυτικά του Πλατάνου, στα δεξιά του σύγχρονου δρόμου1, στο εσωτερικό μίας ιδιαίτερα οξείας στροφής.


 Το έξαρμα είναι ωοειδές, σώζεται σε ύψος περίπου 2μ. ενώ η ορατή διάμετρός του ανέρχεται περίπου στα 15μ. Μία περιορισμένης έκτασης αποκοπή του μνημείου στο δυτικό τμήμα του2, διαμόρφωσε μία μικρού ύψους τομή, που δείχνει μία ελαφρώς διαφορετική σύσταση εδάφους του μνημείου σε σχέση με τον περιβάλλοντα χώρο, υποδεικνύοντας έτσι ανθρωπογενή κατασκευή (εικ.1.14). Μία σημαντική ποσότητα ευμεγεθών λίθων, είναι παρούσα, κυρίως στη κορυφή του μνημείου, ανάμεσα στους οποίους και ολιγάριθμοι πλακοειδείς. Αν και το συχνότερο κινητό εύρημα, που εντοπίζεται στο χώρο του τύμβου είναι σύγχρονοι, αποσπασματικοί κέραμοι (κυρίως στην κορυφή), σε διάφορα σημεία των πλευρών του και κυρίως στο δυτικό του ήμισυ, επισήμανα την παρουσία ολιγάριθμων οστράκων, μερικά εκ των οποίων χονδροειδούς κατασκευής, ορισμένα εκ των οποίων έχουν χαρακτηρισθεί στο παρελθόν ως μεσοελλαδικά3. 



 Η σημαντικότερη συγκέντρωση αποσπασματικής κεραμικής του μνημείου εντοπίστηκε στη ΒΔ πλευρά του, όπου ανάμεσα σε άλλα επισημάνθηκαν τουλάχιστον δύο όστρακα πίθων (εικ.1.15). Ελάχιστα τμήματα οστών είναι ορατά τη κορυφή του μνημείου, πρόκειται ωστόσο πιθανότατα για οστά ζώων και θα πρέπει να θεωρηθούν μάλλον σύγχρονα.
 Τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με την ίδια την φύση του μνημείου, την τοπογραφική του θέση αλλά και η εγγύτητά του με τον γνωστό τύμβο του Αγίου Ιωάννη καθιστά αρκετά πιθανή την παρουσία ταφών και ειδικότερα εγχυτρισμών στην θέση αυτή.

Ταφικά αγγεία: Πίθοι
Χρονολόγηση: Μεσοελλαδική περίοδος.

Αγγελετόπουλος Ιπποκράτης
"Οι Εγχυτρισμοί της Εποχής του Χαλκού στην Κεντρική και Νότια Ηπειρωτική Ελλάδα"

Σημειώσεις:
1. Mε κίνηση προς τον Πλάτανο. Αρκετά σαφείς οδηγίες για τον εντοπισμό του μνημείου μπορούν να βρεθούν στο Boyd 2002, 124.
2. Η επέμβαση αυτή ήταν εξαιρετικά πρόσφατη κατά το Νοέμβριο του 2008.
3. Boyd 2002, 124, σημ. 69.
Βιβλιογραφία:
McDonald & Hope Simpson 1961, 241∙ Koρρές 1982, 230∙ Boyd 2002, 124.




Μυρσινοχώρι: Ο Μεσοελλαδικός τύμβος Καλογεροπούλου


Ταφικός χώρος.
Τύμβος αποτελούμενος από συσσώρευση χώματος, χωρίς λιθόκτιστο περίβολο ή κρηπίδα. Είναι κατασκευασμένος σε χαμηλό, φυσικό ύψωμα εν μέσω επίπεδης και ιδιαίτερα εύφορης (καλλιεργούμενης σήμερα) έκτασης της οποίας έχει την άμεση εποπτεία. Προς ανατολικά κείται το όρος Μαγκλαβάς ενώ προς βορρά ο τύμβος έχει άμεση θέαση της κορυφής "Αμυγδαλίτσα" του όρους Αιγάλεω. Στα νοτιοδυτικά, και σε αρκετή απόσταση είναι ορατή η θάλασσα Πύλου- Γιάλοβας- Βοϊδοκοιλιάς και η Σφακτηρία. Ένας ακόμη ταφικός τύμβος έχει αναφερθεί στη περιοχή. Εντός του τύμβου βρέθηκαν δύο εγχυτρισμοί, ένας κιβωτιόσχημος τάφος και μία πεταλόσχημη λιθοσειρά.



Ταφικά αγγεία:

Δύο ταφικοί πίθοι βρέθηκαν εντός του τύμβου σε δύο διαφορετικές ανασκαφικές περιόδους. Ο πρώτος ανήκει τυπολογικά στην κατηγορία του άωτου, ωοειδούς πίθου, που απαντάται στη πλειονότητα των τύμβων της περιοχής. Το ύψος του προσέγγιζε τα 2μ. και ήταν τοποθετημένος οριζόντια. Το στόμιό του, που είχε περιβληθεί ένθεν κι ένθεν από κτιστό τοιχάριο, ήταν στραμμένο προς την περιφέρεια του μνημείου. Ένας αμφικωνικός, άωτος και ακόσμητος πίθος, μικρού σχετικά μεγέθους (περ. 1μ. ύψος) σήμερα ευρισκόμενος στην έκθεση του μουσείου της Χώρας, αποτελεί τον έτερο ταφικό πίθο του μνημείου1.
Ταφές:
Μία πρωτογενής ταφή ενηλίκου με τη κεφαλή προς το πυθμένα βρέθηκε εντός του δεύτερου πίθου. Πληροφορίες για τη ταφή του πρώτου αγγείου δεν υπάρχουν.
Κτερίσματα:
Κανένα κτέρισμα. Προ της εισόδου του πεταλόσχημου λάκκου, βρέθηκαν μία πρόχους, ένας δίδυμος κύαθος ("δέπας αμφικύπελλον") και ένας ηθμωτός, βαθύς κύαθος.



Χρονολόγηση:
Τουλάχιστον δύο εκ των τριών αγγείων, που βρέθηκαν στην είσοδο της πεταλόσχημηςλιθοσειράς έχουν παράλληλα, προερχόμενα από όψιμα μεσοελλαδικά ταφικά σύνολα της Μεσσηνίας. Ειδικότερα, έξι διπλοί κύαθοι ("δέπας αμφικύπελλον"), βρέθηκαν εντός του τάφου "Κεφαλόβρυσο 1"
Βολιμιδίων2, ενώ ένας σχεδόν πανομοιότυπος κύαθος με αυτόν από την υπό εξέταση θέση3, προέρχεται από τον μικρό ME/YE I τάφο της Περιστεριάς4. 
 Ενδεικτική μίας όψιμης μεσοελλαδικής χρονολόγησης του μνημείου και των ταφών του, αποτελεί πιθανώς και η διαρρύθμιση του στομίου του πίθου 2, το μοναδικό ασφαλές παράλληλο της οποίας το βρίσκουμε στον ομοίως ύστερο μεσοελλαδικό πίθο 19 από των τύμβο του Αγίου Ιωάννη Παπουλίων5. 
 Πέραν όμως των παραπάνω, υπάρχουν δύο σημαντικοί παράγοντες που δεν θα πρέπει να παραβλέπονται. Ο πρώτος παράγοντας είναι ότι δεν έχει διαπιστωθεί με ασφάλεια ο χρονολογικός συσχετισμός ανάμεσα στον πεταλόσχημο λάκκο και τις ταφές του μνημείου καθώς, αφενός οι δεύτεροι ήταν ακτέριστοι και αφετέρου η θέση δημιουργίας του λάκκου στο μνημείο είναι άσχετη προς αυτήν των ταφών και έτσι δεν καθίσταται προφανής, αρχιτεκτονικά τουλάχιστον, η ιστορία χρήσης του τύμβου. 
Η μη διαπίστωση χρονολογικού συσχετισμού σημαίνει ότι η όποια χρονολόγηση του λάκκου δεν είναι δεσμευτική και για τις ταφές του μνημείου. 
Ο δεύτερος παράγοντας περιστρέφεται γύρω από την τελετουργική χρήση των αγγείων του πεταλόσχημου λάκκου, κάτι που ενδεχομένως δείχνει μία πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής και χρήσης των συγκεκριμένων σχημάτων6 και αφήνει ανοικτή τη δυνατότητα θεώρησης των παραλλήλων από Βολιμίδια και Περιστεριά, ως μεταγενέστερες επιβιώσεις ενός πρωιμότερου είδους αγγείου που απαντάται εδώ.


Αγγελετόπουλος Ιπποκράτης
"Οι Εγχυτρισμοί της Εποχής του Χαλκού στην Κεντρική και Νότια Ηπειρωτική Ελλάδα"

Σημειώσεις:
1. Όπως μου επιβεβαίωσε η λέκτωρ του Παν/μιου Αθηνών κ. Αφροδίτη Χασιακού. Ο πίθος έχει την ένδειξη "Ταφικός πίθος από το Ρούτση".
2. Μαρινάτος 1964,87, 88-89, πιν 90β- δ.
3. Κορρές 1996, 23, εικόνα στα δεξιά. 
4. Κορρές 1976, 500, πιν. 264α. Το αγγείο αυτό δεν είναι ηθμωτό όπως το παράδειγμα από το Ρούτση.
5. Πρβλ. θέση 1-10.
6. Κορρές 1996, 24.
Βιβλιογραφία:
Μαρινάτος 1953,250∙ McDonald & H. Simpson 1961,240∙ Pelon 1976,75-76∙ Πετράκος 1989, 26- 30 Κορρές 1996, 24∙ Boyd 2002, 154, 155.






Printfriendly