Β’ και τελευταίο ΜΕΡΟΣ
Περί Αλός
Αντώνιος Παπαδόπουλος
Αρχαιολόγος, Μεταπτυχιακός Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Χαϊδελβέρης
Η παρούσα μελέτη είναι σεμιναριακή εργασία (Εθνικό και
Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών) και αναρτάται στο
Περί Αλός με την έγκριση του συγγραφέως Α. Παπαδόπουλου
Συνέχεια από το Α’ ΜΕΡΟΣ
Ναυμαχία μεταξύ Ραμσή Γ' και Λαών Θαλάσσης . Σχέδιο του Nelson (1930)
από το Ναό του Ραμσή Γ΄ στο Medinet Habu.
ΦΩΤΟ: The Age of the Galley, Conway Maritime Press 1985
|
ΚΥΠΡΟΣ
Η Κύπρος είναι ένα νησί με πλούσιο υλικό σχετικά με το θέμα μας.Συγκεκριμένα παρατηρούνται πολλές αλλαγές κατά τη μετάβαση από την ΥΚ ΙΙΓ στην ΥΚ ΙΙΙΑ, στις αρχές του 12ου αιώνα. Έχουμε την εμφάνιση οπλισμού αιγαιακής και ευρωπαϊκής τεχνοτροπίας, με χαρακτηριστικότερο δείγμα τα ξίφη τύπου Naue II (εικ. 7), οπότε πιθανόν να έγιναν αλλαγές στον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου [51]. Μια άλλη σχετική καινοτομία είναι τα λεγόμενα “κυκλώπεια τείχη” [52].
ΕΙΚΟΝΑ 7 ΦΩΤΟ: http://www.locusdanielis.eu/CACasEun.html |
Εντοπίζουμε επίσης πιθανές αλλαγές στην ένδυση λόγω της ανεύρεσης βιολόσχημων πορπών [53] αλλά και υφαντικών βαρών αιγαιακού τύπου, τα οποία μας δείχνουν ότι ένα ποσοστό των υφασμάτων παραγόταν με αιγιακή τεχνοτροπία [54].
Επίσης παρατηρούμε θρησκευτικές αλλαγές με την εισαγωγή των κεράτων καθοσιώσεως και αιγαιακών ειδωλίων [55].Φυσικά η σημαντικότερη καινοτομία είναι η μαζική και τοπική παραγωγή διακοσμημένης ΥΕ ΙΙΙΓ κεραμικής [56]μαζί με την εμφάνιση αιγαιακών μαγειρικών σκευών [57]τα οποία μας παραπέμπουν και στη χρήση ενός άλλου αιγαιακού χαρακτηριστικού της εστίας, την οποία συναντάμε στο κέντρο μεγαροϊδών κτηρίων [58]. Επιπλέον έχουμε την εμφάνιση μιας νέας κεραμικής παράδοσης, του Χειροποίητου Έντριπτου Ρυθμού, που είναι γνωστός και ως “Βαρβαρικός Ρυθμός” [59] (εικ. 8).
ΕΙΚΟΝΑ 8 ΦΩΤΟ: Β. Καραγιώργης, 2002, Κύπρος, Το Σταυροδρόμι της Ανατολικής Μεσογείου, 1600-500 π. Χ., σ. 79, εικ. 154 |
Ακόμα πολύ σημαντική είναι η ύπαρξη δύο οικισμών-καταφυγίων, στις θέσεις Μάα-Παλαιόκαστρο[60] και Πύλα-Κοκκινόκρεμος[61], οι οποίοι εκτός του ότικατοικούνται μόνο για μερικές δεκαετίες κατά τη διάρκεια του 12ου αιώνα και μετά εγκαταλείπονται, έχουν τόσα πολλά αιγαιακά στοιχεία που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν αιγαιακές αποικίες με μικρή παρουσία του ντόπιου πληθυσμού [62].
Τέλος ένα επίσης πολύ σημαντικό στοιχείο είναι η ύπαρξη απεικονίσεων πολεμιστών που μοιάζουν ιδιαίτερα με αυτούς που χαρακτηρίζονται ως Φιλισταίοι στα ανάγλυφα του Medinet Habu [63] (εικ. 9).
Η Κύπρος όμως είναι πλούσια και σε παραδόσεις σχετικά με τον αποικισμό της από Αχαιούς μετά τον Τρωικό πόλεμο με σημαντικότερες αυτές που αναφέρουν την ίδρυση της Σαλαμίνας από τον Τεύκρο τον Τελαμώνιο και την ίδρυση της Πάφου από τον Αγαπήνορα από την Τεγέα [64]. Στην περίπτωση του Τεύκρου έχουμε την πιθανή ταύτισή του με τους Tjeker των Αιγυπτίων, οι οποίοι επίσης συνδέονται με τους Τεύκρους της Μυσίας [65] και στην περίπτωση του Αγαπήνορα έχουμε την επιβεβαίωση του αρκαδικού αποικισμού από μια επιγραφή στα αρκαδικά στο κυπριακό συλλαβάριο [66].
ΕΙΚΟΝΑ 9 ΦΩΤΟ: http://www.salimbeti.com/micenei/chariots.htm |
ΒΟΡΕΙΑ ΣΥΡΙΑ
Στην περιοχή του Amuq παρατηρείται η ίδια κατάσταση με την Κιλικία, δηλαδή η εμφάνιση διαφόρων αιγαιακών χαρακτηριστικών για τα οποία όμως δεν έχουμε πολλές πληροφορίες επειδή δεν έχουν γίνει ακόμα εκτεταμένες ανασκαφές [67].Τα μέχρι τώρα ευρήματα όμως δείχνουν σαφώς την ξαφνική τοπική παραγωγή ΥΕ ΙΙΙΓ κεραμικής [68]. Όσον αφορά τις επιγραφικές μαρτυρίες, μια επιγραφή που βρέθηκε στο Aleppo και χρονολογείται στον 11ο αιώνα αναφέρεται στον Taitas “τον ήρωα και τον βασιλιά της χώρας Palastin” [69], όπου το Palastin συνδέεται άμεσα με τους Peleset των Αιγυπτίων [70], ειδικά αν θυμηθούμε το στρατόπεδο που έστησαν οι Λαοί της Θάλασσας στο Amor.
Η πόλη της Ουγκαρίτ είναι το καλύτερο παράδειγμα που έχουμε για να τεκμηριώσουμε την πορεία της μετανάστευσης. Εκτός από τις δραματικές επιστολές που ζητούν βοήθεια βλέποντας τον εχθρό προ των πυλών έχουμε και την καταστροφή η οποία χρονολογείται ανάμεσα στο 1190-1180 και μαζί με τις αιχμές των βελών που βρέθηκαν στους δρόμους της πόλης πιστοποιούν το βίαιο τέλος της [71]. Το λιμάνι της πόλης, το Ras Ibn Hani, εκκενώθηκε και κάηκε στις αρχές του 12ου αιώνα [72].Πάνω στα ερείπιά του στήθηκε ένας πιο ταπεινός οικισμός σε σχέση με τον προηγούμενο [73], στον οποίο βρέθηκαν μεγάλες ποσότητες ΥΕ ΙΙΙΓ 1β κεραμικής η οποία είχε παραχθεί τοπικά [74].
Τέλος έχουμε την περίπτωση του Tell Kazel, το οποίο ταυτίζεται με την Sumur του βασιλείου του Amurru [75].Αυτή η ευημερούσα περιοχή εγκαταλείφθηκε κατά την τελευταία φάση της Ύστερης Εποχής του Χαλκού [76]. Η επόμενη φάση της εγκατάστασης χαρακτηρίζεται από την μεγαλύτερη συγκέντρωση Χειροποίητης Έντριπτης Κεραμικής σε όλη τη Συροπαλαιστίνη [77]. Πολλά από τα σχήματα αυτής της κεραμικής έχουν πολλά παράλληλα στην Κύπρο και το Αιγαίο [78] αλλά οι αναλύσεις δείχνουν ότι έχουν παραχθεί τοπικά [79]. Η εξαίρεση που παρατηρείται σε αυτή τη θέση είναι το πολύ μικρό ποσοστό ΥΕ ΙΙΙΓ κεραμικής [80]. Κρίνοντας όμως από την ξαφνική εμφάνιση του Χειροποίητου Έντριπτου Ρυθμού στην περιοχή [81] και συγκρίνοντας τα παραδείγματά του από την Ανατολία μπορούμε να μιλάμε για μία ειρηνική εγκατάσταση μιας ομάδας από τους Λαούς της Θάλασσας οι οποίοι μάλλον προέρχονταν κυρίως από τη Μικρά Ασία[82].
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ
Δεν έχουμε απτά στοιχεία για να επιχειρηματολογήσουμε αν η μάχη ανάμεσα στους Λαούς της Θάλασσας και στο στρατό του Ραμσή ΙΙΙ έγινε στην Χαναάν ή στο δέλτα του Νείλου [83]. Ούτε μπορούμε να πούμε πιο δρόμο ακολούθησαν οι εισβολείς για να φτάσουν στην Αίγυπτο[84]. Και φυσικά αυτή η μαζική σύγκρουση θα μπορούσε να είναι αιγυπτιακή προπαγάνδα [85]. Το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι έναν αιώνα αργότερα βρίσκουμε τους Φιλισταίους εγκατεστημένους στην Παλαιστίνη [86] πιθανότατα με πρωτοβουλία του Ραμσή ΙΙΙ. Πριν ασχοληθούμε όμως με την εκεί εγκατάστασή τους μπορούμε να προσθέσουμε την ιστορία του Μενελάου, η οποία πιστεύω ότι έχει σχέση με τα γεγονότα που εξιστορούνται στο Medinet Habu.Στην Οδύσσεια ο Μενέλαος διηγείται πως πέρασε οχτώ χρόνια περιπλανώμενος στην Κύπρο, στη Φοινίκη, στην Αίγυπτο, στους Αιθίοπες, στους Σιδωνίους, στους Ερεμβούς και στη Λιβύη [87]. Μας πληροφορεί επίσης ότι κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης συγκέντρωσε πολλά πλούτη τα οποία ήταν δώρα των ηγεμόνων που επισκέφθηκε. Η υπόθεση ότι υπηρέτησε ως μισθοφόρος, ακολουθώντας μια μακρόχρονη παράδοση [88], υπό τις διαταγές κάποιου φαραώ είναι πολύ πιθανή.
ΕΙΚΟΝΑ 10 ΦΩΤΟ: A. E. Killebrew, 2006, Biblical Peoples and Ethnicity, σελ. 198, σχεδ. 5.1 |
ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ
Είναι μάλλον γνωστό ότι η Παλαιστίνη πήρε το όνομά της από τους Φιλισταίους, τους Peleset. Χωρίς να ασχοληθούμε με λεπτομερή ζητήματα όπως από ποια ακριβώς περιοχή προέρχονται ή πότε ακριβώς εγκαταστάθηκαν εκεί, καθώς η έρευνα δεν έχει καταλήξει[89], θα αναλύσουμε την πιο αξιόπιστη περίπτωση που αποδεικνύει τη μετανάστευση αιγαιακών πληθυσμών μέσα στα χρονικά πλαίσια αυτής της μεταβατικής περιόδου.Η εγκατάσταση των Φιλισταίων (εικ. 10) λοιπόν τοποθετείται από την εποχή που ο Ραμσής ΙΙΙ νίκησε τους Λαούς της Θάλασσας, περίπου το 1176 π. Χ. [90], μέχρι το τέλος της βασιλείας του Ραμσή VI , περίπου το 1130 π. Χ.[91], οπότε και τερματίστηκε οριστικά η αιγυπτιακή κυριαρχία στην νότια Χαναάν [92]. Επίσης οι παραδοσιακές οπτικές είναι ότι είτε εγκαταστάθηκαν εκεί βίαια μετά την ήττα τους από τους Αιγυπτίους, είτε τους εγκατέστησε εκεί ο Ραμσής ΙΙΙ ως φύλακες των συνόρων και σταδιακά ανεξαρτητοποιήθηκαν [93].
Ας εξετάσουμε όμως τα αρχαιολογικά δεδομένα. Ξεκινώντας από την Ashdod παρατηρούμε ότι πραγματοποιήθηκαν μικρής κλίμακας καταστροφές στο στρώμα XIV [94], αυτό της μετάβασης από τον 13ο στον 12ο αιώνα και ότι το μέγεθος της πόλης δεν άλλαξε, κάτι που συνέβη μόλις τον 11ο αιώνα [95]. Παράλληλα παρατηρείται μία απότομη αλλαγή στον υλικό πολιτισμό στα στρώματα XIV και ΧΙΙΙ, στα οποία εμπεριέχονται πολλά αιγαιακά χαρακτηριστικά [96]. Στην Tel Miqne/Ekron τα στρώματα ΙΧ και VII έδειξαν ότι η χαναανιτική πόλη της ΥΕΧ καταστράφηκε βίαια από πυρκαγιά [97]. Μία πόλη μεγαλύτερη από την προηγούμενη χτίστηκε πάνω στα ερείπια και περιβλήθηκε από τείχος [98]. Και εδώ διαπιστώνουμε μία τομή στον υλικό πολιτισμό με πολλά αιγαιακά χαρακτηριστικά στα στρώματα VΙΙΙ και VIΙ [99]. Τα διαθέσιμα στοιχεία στην Ashkelon για τη μετάβαση από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου δεν είναι αυτά που θα περίμενε κάποιος που έχει συνδέσει τους Φιλισταίους με βίαιες καταστροφές [100]. Η ανασκαφή έδειξε ότι ή φάση 20b, που συνοδεύεται από αιγιακή κεραμική που παράχθηκε τοπικά, δεν χτίστηκε στα αποκαΐδια της χαναανιτικής πόλης αλλά κοντά σ' ένα
εγκαταλελειμμένο αιγυπτιακό οχυρό του Merneptah [101].Τέλος έχουμε τη θέση του Tell es-Safi/Gath στην οποία έχουν βρεθεί μερικά σημάδια καταστροφής πουσχετίζονται με την Ύστερη Εποχή του Χαλκού άλλα η ανασκαφή δεν έχει φτάσει ακόμα σε αυτά τα στρώματα και δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι [102] και τηντελευταία πόλη της φιλισταϊκής Πεντάπολης, τη Gaza, στην οποία δεν έχουν διενεργηθεί ανασκαφές από την εποχή του Macalister [103] εξαιτίας της τεταμένης κατάστασης.Τώρα θα αναλύσουμε τα αιγαιακά χαρακτηριστικά που αναφέρθηκαν παραπάνω, κυρίως από την Ashdod και την Tel Miqne/Ekron, οι οποίες έχουν ανασκαφεί συστηματικά και μέρος από τα ευρήματα έχει εκδοθεί [104]. Τα αιγαιακά μαγειρικά σκεύη βρίσκονται σε όλες τις σημαντικές τοποθεσίες παράλληλα με τα τοπικά χαναανιτικά σκεύη [105] με τα οποία έχουν ομοιότητες[106]. Η χρήση και των δύο τύπων μαγειρικών σκευών κατανοείται από την ύπαρξη δύο διαφορετικών μαγειρικών εγκαταστάσεων: η εστία, που αντιπροσωπεύει μια αιγιακή παράδοση, και το tabun, που αντιπροσωπεύει την τοπική χαναανιτική [107]. Η χρήση της εστίας είναι ένα ξένο χαρακτηριστικό που αρκετοί έχουν σχολιάσει[108].
ΕΙΚΟΝΑ 11 ΦΩΤΟ: http://larryavisbrown.homestead.com/files/OT_history/unit2/Unit2b_conquest.htm |
Η ΥΕ ΙΙΙΓ κεραμική (εικ. 11) έχει τραβήξει γενικά αρκετή προσοχή και έχουν διατυπωθεί διαφορετικές θεωρίες για την προέλευσή της [109]. Αρκετοί αρχαιολόγοι βλέπουν αυτή την κεραμική ως το αποτέλεσμα κάποιας μορφής μετανάστευσης από το Αιγαίο [110]. Μερικοί όμως υποστηρίζουν ότι η ζήτηση για αιγιακή διακοσμημένη κεραμική στην Κύπρο και στη Συροπαλαιστίνη οδήγησε σε ένα τοπικό δίκτυο παραγωγής και εμπορίου της ΥΕ ΙΙΙΓ 1β[111]. Τέλος υπάρχει και η άποψη ότι η μετανάστευση δεν πραγματοποιήθηκε απευθείας από το Αιγαίο, αλλά οι Αιγαιάτες που μετανάστευσαν έζησαν για αρκετά χρόνια στην Κύπρο και την Κιλικία και από εκεί πέρασαν στη Συροπαλαιστίνη [112]. Συγκρίνοντας όλους τους τύπους της ΥΕ ΙΙΙΓ κεραμικής από την Πεντάπολη με αυτούς της εισηγμένης ΥΕ ΙΙΙΒ στην Συροπαλαιστίνη γίνεται φανερό ότι τα ευρήματα από την Tel Miqne/Ekron και την Ashkelon αντιπροσωπεύουν λιγότερο ή περισσότερο ΥΕ ΙΙΙΓ σύνολα παρά τοπικές απομιμήσεις εισηγμένων αγαθών [113].Άλλωστε δεν εντοπίζουμε ιδιαίτερες εισαγωγές κατά τον 12ο αιώνα στη Φιλιστιαία, ειδικά από την Κύπρο, ώστε να δικαιολογείται κάποιου είδους επιρροή [114].
Στενά συνδεδεμένες με τις αλλαγές στην κεραμική είναι και μερικές αλλαγές που σχετίζονται με την κεραμική τεχνολογία. Οι κλίβανοι που βρέθηκαν στην Tel Miqne/Ekron στα στρώματα VII και VI δε φέρουν καμία ομοιότητα με κάποιον γνωστό συροπαλαιστηνιακό τύπο, και χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή μιας ποικιλίας τοπικά κατασκευασμένων ΥΕ ΙΙΙΓ τύπων κεραμικής [115].
Καινοτομία επίσης αποτελεί η εμφάνιση αγνύθων αιγαιακής τεχνοτροπίας στην Tel Miqne/Ekron, στην Ashkelon και στην Ashdod και με μια πρώτη ματιά είναι περίεργο καθώς αυτός ο τύπος αγνύθας δεν προσφέρει κανένα πρακτικό πλεονέκτημα αλλά μάλλον δυσχεραίνει τη διαδικασία της ύφανσης [116].
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επίσης έχουν μερικά στοιχεία για την οικονομία και κατά συνέπεια για τη διατροφή των κατοίκων της Πεντάπολης. Παρατηρούμε λοιπόν μια μαζική αύξηση στα υπολείμματα χοίρων στην Tel Miqne/Ekron και στην Ashkelon κατά τη μετάβαση από τον 13ο στον 12ο αιώνα. Επίσης αυξάνονται τα βοοειδή ενώ μειώνονται τα αιγοπρόβατα [117]. Οι ομοιότητες ανάμεσα στην κτηνοτροφία στον ελλαδικό και τον φιλισταϊκό χώρο συνηγορούν για μια αιγιακή προέλευση των χοίρων [118].
Αν και σε θρησκευτικό επίπεδο δεν έχουμε πολλές γνώσεις πασίγνωστη είναι η ύπαρξη των “Ashdoda” (εικ. 12), των θηλυκών ειδωλίων που έχουν βρεθεί κυρίως στην Ashdod[119] (από όπου προέρχεται και το όνομα) και τα οποία έχουν αρκετές τυπολογικές ομοιότητες με τα μυκηναϊκά ειδώλια τύπου Ψ [120]. Ένα στοιχείο που πιθανόν συνδέεται με αυτή τη θηλυκή θεότητα είναι το όνομα που βρέθηκε σε μια αφιερωματική επιγραφή του 7ου αιώνα στην Tel Miqne/Ekron, η οποία αναφέρει ότι ο Ikausu έχτισε ένα ναό στην προστάτιδα-θέα του την Ptgyh [121]. Το όνομα του αναθέτη διαβάζεται ως Αχαιός [122] και το όνομα της θεάς ως Πυθώ – Γαία [123] ή ως Πότ[ν]ια – Γαία[124]. Σε αυτή την περίπτωση η σύνδεση με το Αιγαίο και το ελληνικό πάνθεον είναι αναπόφευκτη.
ΕΙΚΟΝΑ 12 ΦΩΤΟ: http://biblicalpaths.wordpress.com/2009/07/10/ashdod-archaeology-museum-expands/ |
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η συνολική εικόνα που αποκομίζουμε είναι ότι κατά τις αρχές του 12ου αιώνα συναντάμε πολλά στοιχεία αιγαιακού υλικού πολιτισμού σε διάφορα σημεία της λεκάνης της ανατολικής Μεσογείου χωρίς να είναι εισηγμένα από εμπορική δραστηριότητα. Η διασπορά τους σε γενικές γραμμές συμφωνεί με την πορεία των Λαών της Θάλασσας που μας παραδίδουν οι αιγυπτιακές πηγές. Τι μπορούμε να συμπεράνουμε λοιπόν για την καταγωγή αυτών των Λαών της Θάλασσας;Οι Lukka είναι πλέον αποδεκτό ότι ταυτίζονται με τους Lukka των χεττιτικών πηγών που γεωγραφικά τοποθετούνται περίπου στην κλασσική Λυκία [125].
Οι Sherden υπηρετούσαν ως μισθοφόροι στον αιγυπτιακό στρατό ήδη από τον 14o αι. Ως πιθανές περιοχές προέλευσής τους έχουν προταθεί η Σαρδηνία και οιΣάρδεις [126].
Οι Denyen συνδέονται με την περιοχή της Κιλικίας αλλά φαίνεται ότι εγκαταστάθηκαν εκεί κατά την περίοδο που εξετάζουμε και μάλλον ταυτίζονται με τους Tanaja των Αιγυπτίων και τους Δαναούς του Ομήρου [127].
Οι Tjeker συνδέονται μερικές φορές με τους Τεύκρους [128]της Μυσίας και μπορούμε να ανακαλέσουμε εδώ και την ίδρυση της Σαλαμίνας στην Κύπρο από τον Τεύκρο τον αδερφό του Αίαντα.
Οι Peleset ταυτίζονται με τους Φιλισταίους της Βίβλου οι οποίοι είναι οι μόνοι από τους Λαούς της Θάλασσας που ανιχνεύονται και αρχαιολογικά [129]. Οι ανασκαφές στην Πεντάπολη, στις πέντε σημαντικές πόλεις που κατοικούσαν, η Gaza, η Ashkelon, η Ashdod, η Tel Miqne/Ekron και η Tell es-Safi/Gath, έχουν φέρει στο φως πολλά αιγαιακά στοιχεία του πολιτισμού τους με χαρακτηριστικότερο την κεραμική τους η οποία ξεκινά ως ΥΕ ΙΙΙΓ 1β, η οποία αποτελεί εξέλιξη της ΥΕ ΙΙΙΓ, για να μετασχηματισθεί στη λεγόμενη φιλισταϊκή κεραμική η οποία φέρει και αιγαιακά αλλά και χαναανιτικά χαρακτηριστικά.
Οι Teresh συνηθίζεται να συνδέονται με τους Τυρρηνούς των Ελλήνων, δηλαδή τους Ετρούσκους [130]. Αν και εδώ δεν γίνεται να αναφερθώ στην προέλευση των Ετρούσκων[131] θα ήθελα να προτείνω μια ταύτιση με τους Τρώες.
Οι Shekelesh ή Shikalayu τοποθετούνται είτε στη Σικελία είτε στη Σαγαλασσό της Πισιδίας [132].
Οι Ekwesh ή Akaiwasha ταυτίζονται με τους Ahhiyawa των χεττιτικών πηγών και με τους Αχαιούς του Ομήρου [133].
Τέλος οι Weshesh είναι αυτοί για τους οποίους δεν ξέρουμε κάτι συγκεκριμένο [134] και έτσι μερικές φορές συνδέονται με τις βόρειες επιρροές από τον πολιτισμό Urnfield της Κεντρικής Ευρώπης [135].
Πειραματική ανακατασκευή πανοπλίας οπλίτη των «Λαών της Θάλασσας» όπως αυτή αποτυπώνεται στις τοιχογραφίες του Αιγυπτιακού ναού ΜedinetHabu κατασκευασμένο από τον Φαράω Ραμσή ΙΙΙ. Η πανοπλία είναι ορειχάλκινη , αρθρωτού τύπου και ενσωματώνει ιδιαίτερα ανατομικά και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά. Η οπλοσκευή του οπλίτη περιλαμβάνει: ένα ζεύγος περικνημίδες, δύο ημιθωράκια για την προστασία του κορμού, ευμεγέθης επωμίδες, ξύλινη ασπίδα στρογγυλής διατομής ενισχυμένη με ορειχάλκινους ομφαλούς . Ως επιθετικά όπλα ο οπλίτης φέρει πολεμικό πέλεκυ της περιόδου.
Η πανοπλία παρουσιάστηκε επισήμως από το Σύλλογο Ιστορικών Μελετών Κορύβαντες (www.koryvantes.org) στο Αρχαιολογικό Φεστιβάλ “Gallo Romain Days” που έλαβε χώρα στην Γαλλική πόλη Vienne, (Rhone-Alpes) τον Ιούνιο του 2012 .
Έρευνα -αποκατάσταση : Κατσίκης Δημήτριος (www.hellenicarmors.gr )
|
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Καταλήγοντας, διαπιστώνουμε ότι οι Χετταίοι είναι οι πρώτοι που διαταράσσουν το εμπόριο με την επιβολή εμπάργκο ανάμεσα στην Ασσυρία και την Ahhiyawa, άρα έχουμε τουλάχιστον μερική διακοπή του εμπορίου πριν τηνκατάρρευση. Οπότε, αυτό συνδυασμένο με τον αποκλεισμό της Ahhiyawa από τα μικρασιατικά παράλια, δηλαδή την απώλεια της Millawanda, θα μπορούσε ναεξωθήσει σε πολεμικές συγκρούσεις μεγάλου μεγέθους όπως αποτυπώνονται στην Ιλιάδα και τις οποίες ανιχνεύουμε από τις συνεχείς εκστρατείες των Χετταίων προς τα δυτικά. Στη συνέχεια αυτός ο πόλεμος επεκτάθηκε καθώς οι Χετταίοι δεν κατάφεραν να αναχαιτίσουν τους αντιπάλους τους, έχοντας ανοιχτό και το ασσυριακό μέτωπο στα ανατολικά.
Επίσης υπήρχε και ο μόνιμος κίνδυνος των Kaska, οι οποίοι από ότι φαίνεται έδωσαν το τελειωτικό χτύπημα στη Hattusas εκμεταλλευόμενοι τις εσωτερικές έριδες [136]. Εν προκειμένω πρέπει να θυμηθούμε ότι οι Χετταίοι απλά ηγούνταν μιας ομοσπονδίας και δεν ήταν αυτοκρατορία. Μια σημαντική αποτυχία μπορούσε εύκολα να προκαλέσει τριγμούς σε αυτό το σύστημα όπως και πιθανόν έγινε. Με τους Χετταίους εξουδετερωμένους μπορούμε να φανταστούμε το χάος που επακολούθησε καθώς το φόβητρο του Χετταίου βασιλιά είχε εκλείψει αλλά και πόσο μεγάλος ήταν ο πειρασμός για ένοπλες ομάδες να λεηλατήσουν και να κατακτήσουν τεράστιες εκτάσεις.
Έτσι θεωρώ ότι οι Λαοί της Θάλασσας έπαιξαν ουσιώδη ρόλο στην κατάρρευση της κοινωνίας της Εποχής του Χαλκού. Κατάρρευση η οποία άλλαξε μια για πάντα τη Μεσόγειο και την οδήγησε στην εποχή του κλασσικού πνεύματος και της δημοκρατίας.
http://perialos.blogspot.gr/2012/10/blog-post_3.html
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
51 Karageorghis 2000: 260, 265; Pilides 1994: 99-103, 106
52 Karageorghis 1994:3
53 Karageorghis 2000: 260; Pilides 1994: 103-106
54 Bunimovitz 1998: 105; Karageorghis 2000: 263; Bunimovitz – Yasur-Landau 2002
55 Karageorghis 2000: 258-261
56 Kling 1989; Karageorghis 2000: 256-257
57 Bunimovitz 1998: 105; Bunimovitz – Yasur-Landau 2002
58 Karageorghis 1998; Bunimovitz – Yasur-Landau 2002
59 Karageorghis 2000: 257; Pilides 1994
60 Karageorghis – Demas 1984
61 Karageorghis – Demas 1988
62 Karageorghis 1990
63 Karageorghis 1982: 84; Porada 1971: 801-802; Yasur-Landau 2010: 152-153
64 Karageorghis 2002: 115
65 Sandars 1985: 158, 170; Cline – O'Connor 2003: 114-115
66 Masson – Masson 1983: 411-415
67 Yener – Edens – Harrison – Verstraete – Wilkinson 2000
68 Janeway 2006-7
69 Harrison 2006-7: 173-174
70 Yasur-Landau 2010: 163
71 Yon 1992
72 Caubet 1992: 124; Lagarce – Lagarce 1988: 140-141
73 Lagarce – Lagarce 1987: 13
74 Lagarce – Lagarce 1988: 143
75 Singer 1991: 138
76 Badre 2006: 69
77 Badre 2003: 95
78 Guzowska – Yasur-Landau 2007
79 Badre – Boileau – Jung – Mommsen 2005:35
80 Jung 2007
81 Badre 2006: 92
83 Yasur-Landau 2010: 174
84 Yasur-Landau 2010: 173
85 O'Connor 2000: 86-94; Redford 2000: 11-12; Cline – O'Connor 2003: 120
86 Gardiner 1947: 190-191; Dothan 1982: 3-4; Singer 1993: 296; Yasur-Landau 2010: 283
87 Όμηρος, Οδύσσεια δ, 83-85
88 Cline 1995: 266
89 Yasur-Landau 2010: 218-219
90 Dothan 1989; Mazar 1985; Stager 1995
91 Finkelstein 1998; Ussishkin 1998
92 Yasur-Landau 2010: 220
93 Yasur-Landau 2010: 218
94 Dothan 1971: 25; Yasur-Landau 2010: 221
95 Dothan 1993: 98; Yasur-Landau 2010: 222
96 Dothan 1993: 96; Dothan – Porath 1993: 11-12; Dothan – Ben-Shlomo 2005
97 Dothan 1998: 151
98 Killebrew 1998
99 Killebrew 1998
100 Yasur-Landau 2010: 225-226
101 Master 2005; Cross – Stager 2006; Yasur-Landau 2010: 226
102 Maeir 2008; Yasur-Landau 2010: 226
103 Macalister 1914
104 Yasur-Landau 2010: 227
105 Dothan – Zukerman 2004: 34; Yasur-Landau 2005: 180-183; Ben-Shlomo – Shai – Zukerman – Maeir 2008
106 Stager – Schloen – Master – Press 2008
107 Yasur-Landau 2010: 234
108 Mazar 1988: 257-260; Stager 1995: 347; Dothan 1998; Karageorghis 1998
109 Yasur-Landau 2010: 241
110 Dothan – Zukerman 2004; Stager 1995; Bunimovitz – Yasur-Landau 1996
111 Sherratt 1992
112 Killebrew 2006: 231
113 Yasur-Landau 2010: 243
114 Yasur-Landau 2010: 300-301; Barako 2000
115 Killebrew 1998: 391-397
116 Yasur-Landau 2010: 267-268
117 Hesse 1986; Hesse – Wapnish 1997
118 Yasur-Landau 2010: 295-299
119 Dothan 1982: 234-249
120 Yasur-Landau 2001, 2010: 305-306; Press 2007: 234
121 Gitin – Dothan – Naveh 1997
122 Naveh 1998
123 Schäfer-Lichtenberger 1998: 72-73, 2000: 89-91
124 Yasur-Landau 2010: 306
125 Bryce 1974, 1977, 1992, 2006: 144-150
126 Cline – O'Connor 2003: 112-113
127Cline – O'Connor 2003: 115; Drews 2000
128 Cline – O'Connor 2003: 114-115
129 Cline – O'Connor 2003: 116
130 Cline – O'Connor 2003: 113
131 Beekes 2002
132 Cline – O'Connor 2003: 113-114
133 Cline – O'Connor 2003: 114
134 Cline – O'Connor 2003: 116
135 Woudhuizen 2006: 115-116
136 Bryce 2005: 345