Έξω από το χωριό, στη θέση Δρακόρραχη ανασκάφηκε από τον Σπ. Μαρινάτο (ΠΑΕ 1964, 89-92) θολωτός τάφος. Είναι μικρών διαστάσεων, με διάμετρο περί τα 3μ., και αμελούς κατασκευής.
Αν και βρέθηκε συλημένος, από το εσωτερικό του προέκυψαν εξαιρετικά αγγεία των ύστερων Μυκηναϊκών χρόνων, πολύ καλής διατηρήσεως. Εκτίθενται στο Μουσείο Πύλου. Ανάμεσα στο υλικό που βρίσκεται στην αποθήκη υπάρχει ένα μυκηναϊκό κωνικό κυάθιο. Χείλος πολύ λεπτό από κύπελλο Κεφτί με διακόσμηση ταινίας στο εσωτερικό. Χείλη από μικρά αγγεία, με εξαιρετικά λεπτά τοιχώματα, από εξαιρετικά καθαρό πηλό, μπεζ και πορτοκαλί. Αυτά φαίνονται πρώιμα Μυκηναϊκά και, ίσως, τοποθετούν την κατασκευή του τάφου νωρίτερα απ'ό,τι τα υπόλοιπα ευρήματα. Ας μη ξεχνάμε, ότι από τον τάφο είχαν αφαιρεθεί αγγεία. Εντοπίστηκαν λίγα όστρακα ΜΕ ή ΜΕ παραδόσεως, όπως κομμάτια από δύο πίθους και τμήμα μετρίως χονδρού κυπέλλου. Εντοπίσθηκαν, επίσης, τέσσαρα κρανία.
Η ανασκαφή του Σ. Μαρινάτου
Το χωρίον τούτο κείται εις την επαρχίαν Πυλίας, περί τα 20 χλμ. ΝΑ. της Χωράς. Εκεί ανεκαλύφθη μικρός θολωτός τάφος υπό Ευσταθίου Α. Γιάνναρη, φορτώνοντος τας ευθύνας εις τον όνον του, ου ο πούς «εβυθίσθη εντός του εδάφους αιφνιδίως». Η θέσις καλείται Δρακόρραχη, διότι «υπήρχεν οπή» ενός δράκοντος. Εισήρχετο εις αυτήν λευκός κριός και εξήρχετο μέλας εις τον Κουφιέρον, όστις είναι σπήλαιον παρά το ιστορικόν Μανιάκι, περί τα 7- 8 χλμ. κατ’ ευθείαν γραμμήν εκείθεν προς Βορράν. Εκ τινων λειψάνων εντός του αγρού του Γιάνναρη φαίνεται πιθανόν, ότι επρόκειτο περί δευτέρου θολωτού τάφου, η δε έρευνα πρέπει να εξακολουθήση εκεί. Ο ιδιοκτήτης, προφανώς σκοπίμως, ηρεύνησε το παρακείμενον ελαφρόν έξαρμα, όπερ προέδιδε τον παρόντα τάφον. Ούτος ήτο άθικτος, αλλ’ ο Γιάνναρης κατέστρεψε την κορυφήν του, εισήλθεν εντός της θόλου και ανεμόχλευσε την υπάρχουσαν ολίγην επίχωσιν. Περισυνέλεξεν ολίγα αγγεία, όσα ευρίσκοντο ακέραια εντός της θόλου, άτινα ηκρωτηρίασε δυστυχώς, χωρίς να καταστή δυνατή ύφ’ ημών η ανεύρεσις των τεμαχίων. Κατά τα λεγόμενα υπ’ αυτού η θραύσις επήλθεν υπό των περιέργων βραδύτερον, ότε επέδειξε τα αγγεία εις το χωρίον. Εύρεν ωσαύτως και δυο μικρά χαλκά μαχαίρια. Ταύτα πάντα κατέληξαν εις το Μουσείον Πύλου. Ο έφορος κ. Ν. Γιαλούρης πάνυ ευγενώς προέτεινεν εις εμέ, όπως συμπληρώσω την ανασκαφήν του τάφου, έφ’ ω και ευχαριστώ τούτον θερμώς.
Ο τάφος είναι εις των μικροτέρων υπαρχόντων και η τοιχοδομία του σχεδόν πρωτόγονος. Είχε βραχύν δρόμον προς το Β. μέρος (ένθα η κλιτός). Ηρχίσαμεν τον καθαρισμόν άνωθεν, οπόθεν είχεν εισέλθει και ο συλητής. Σωρός χώματος και λίθων έκειτο εις το κέντρον, εκεί δ’ εύρομεν ολίγα θραύσματα αγγείων και την κτένα του Γιάνναρη. Απομακρυνθέντος του φορυτού τούτου απέμειναν 25- 30 εκ. επιχώσεως, μεθ’ ο συναντάται ο φυσικός βράχος του δαπέδου της θόλου. Ταύτης η διάμετρος από της θύρας προς τον μυχόν είναι 3.10, η δε κάθετος προς αυτήν 2.92. Υπολογίζω, ότι το ύψος της θόλου θα ήτο το πολύ 2.80μ.
Η τοιχοδομία είναι ασυνήθως ακανόνιστος. Αι κατώταται και ανώτατοι στρώσεις σύγκεινται εκ πλακωτών λίθων, αλλ’ εις το μέσον (εις ύψος 80-90 έκ. από του δαπέδου) υπάρχει περίεργος ζώνη μεγάλων, ακατεργάστων λίθων, οίτινες προσηρμόσθησαν λίαν αδεξίως προς την καμπύλην της θολώσεως. Από του υπερθύρου και άνω η θόλωσις είναι λίαν απότομος.
Αι παραστάδες της θύρας δεικνύουν την αυτήν μεικτήν κατασκευήν (πίν.85δ). Μία μόνη πλαξ επικάθηται ως υπέρθυρον, λεπτή 12- 15 εκ., μήκους 1 μ. εις την πρόσοψιν, μόνον 0.72μ. εις το έσω μέρος (εικ. εν πίν.85δ), ήτις δεικνύει την θύραν εκ του εσωτερικού της θόλου).
Το βάθος ολοκλήρου του στομίου είναι 1μ., το δ’εσωτερικόν πλάτος της θύρας είναι 0.83μ. κάτω, 0.50 άνω, το δ’ ύψος από της βάσεως των παραστάδων μέχρι του ανωφλιού 1.20μ.
Φέρει όμως εσωτερικώς η θύρα λεβητοειδή κοιλότητα εις το δάπεδον, προσθέτουσαν έτερα 30 έκ. εις το ύψος της θύρας, εκείθεν δ’ ήρχιζε και η τείχισις της θύρας. (Πάντα ταύτα καλώς ορατά επί του πίν.85δ.) Το πλάτος της θύρας ευρύνεται προς τα κάτω δίκην ριπιδίου, ως συχνάκις συμβαίνει εις Μεσομυκηναϊκούς τάφους.
Κατά την αφήγησιν του συλητού, ούσαν αξιόπιστον, εις τον μυχόν της θόλου έκειτο όρθιος ο κρατήρ επι του υποκρατηρίου του (πίν.95γ). (Πράγματι, την αποκόλλησιν έκαμεν ο συγκολλητής του μουσείου Πύλου.) Παραπλεύρως εφαίνετο «κανάτα» (ή πρόχους πίν.95β). Τα άλλα αγγεία (ολίγα) τα οποία εύρεν, εκειντο «15-20 εκατοστά βαθύτερον». Πάντως δε, βεβαιοί, εφαίνετο του ενός το στόμιον.
Φιάλη εκ λευκωπού πηλού μετά δύο λαβών «διχαλωτού καρφιού» (Wish-Bone). Το αξιόλογον τούτο αγγείον (δεν ητοιμάσθη εγκαίρως διά την παρούσαν έκθεσιν) έχει απίστευτος λεπτά τοιχώματα, σχεδόν είναι σωστόν υμενόστρακον (Egg Shell Ware) κατά μίμησιν μετάλλινου προτύπου. Παρ’ αυτήν έκειντο δύο μόνωτοι κύλικες μετά ποδός. Ολίγον Ανατολικώτερον έκειτο ψευδόστομος αμφορεύς. Νοτιώτερον ανάστροφον αλάβαστρον και παρ’ αυτό μονόστομον χαλκούν μαχαίριον με δύο ήλους, μήκους 0.187μ. Έτι Νοτιώτερον έκειτο κυαθορυτόν (πίν.96α), μικρόν μόνωτον φιαλίδιον κολοβόν και το πώμα της πυξίδος (πίν.96α), ην είχεν εύρει ο Γιάνναρης (εντός αυτής υπάρχει συμφυές αλάβαστρον).
Τα χαρακτηριστικώτερα αγγεία του τάφου (δεν είναι εισέτι πάντα έτοιμα) φαίνονται επί των πιν.95 και 96α. Είναι πάντα YE III (των περιόδων Μυκ. ΙΙΙΑ-ΙΙΙΒ του Furdmark). Ο τάφος επομένως κατεσκευάσθη περί το 1400. Χαρακτηριστικός είναι ο πρώιμος σύμπυκνος ρυθμός (Close Style) της πυξίδος του πίν.96α και το εκπλήσσον γεγονός, ότι ο κρατήρ του πίν.95δ φέρει σκοπίμως φωτοσκίασιν της κυματοειδούς γραμμής δι’ αραιοτέρου και πυκνότερου χρώματος, ώστε να δίδη την εντύπωσιν του αναγλύφου.
Θολωτός τάφος Βλαχόπουλου. Μικρή πήλινη πυξίδα με πώμα και με αλάβαστρο εσωτερικά. Η πυξίδα διακοσμείται από τον πρώιμο ‘πυκνό ρυθμό’ και στο σώμα της αναπαριστώνται γεωμετρικά και φυτικά μοτίβα. |