.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2015

Η λατρεία της Σύριας θεάς στην αρχαία Θουρία



"Θουριάται δε εκ της πόλεως εν μετεώρω το αρχαίον οικουμένης ές το πεδίον κατελθόντες οικούσιν, ου μην πάντα πασίγε ουδέ την οίκο πόλιν εκλελοίπασιν αλλά και τείχους ερείπια και ιερόν εστί αυτόθι ονομαζόμενον θεού Συρίας την δε εν τω πεδίω πόλιν ποταμός καλούμενος Άρις παρέξεισι."
Παυσανίας Μεσσηνιακά



 Η λατρεία της Συρίας θεάς κυριαρχούσε στην αρχαία Θουρία την εποχή του Παυσανία. Στη Συρία η θεά ονομαζόταν Ατάργατις ή Δερκετώ. Ταυτιζόταν με την ‘ Ηρα ή την Αφροδίτη Ασσυρία. Το λατρευτικό της κέντρο ήταν η πόλη, που οι Σύριοι αποκαλούσαν «Mabog ή Maambuki» και οι Μακεδόνες Βαμβύκη. Ήταν κτισμένη στη δεξιά όχθη του Άνω Ευφράτη στη βόρεια Συρία (Αραμαία), επάνω στον κύριο εμπορικό δρόμο, που συνέδεε την Αντιόχεια με τη Μεσοποταμία. Μετά την αναδιοργάνωση του ιερού της από τους Σελευκίδες (γύρω στο -300) μετονομάστηκε σε Ιεράπολη.



Αριστερά: Προτομή της Συρίας Θεάς σε έντονο ανάγλυφο σε λευκό ογκόλιθο. Έχει κυματιστά μαλλιά όπως το νερό , τεράστια μάτια σαν ψάρι και ένα πέπλο που ολοκληρώνεται από δύο ψάρια. Από το ναό Ναβαταίων στην Υπεριορδανία. Χρονολογείται στα τέλη του -1ου αιώνα. Δεξιά: Η Θεά φορώντας μια εντυπωσιακή κορώνα ενω πλαισιώνεται από περιστέρια. Από το ναό του Άδωνη

 Εδώ η θεά λατρευόταν με τον άρρενα πάρεδρο της Hadad και τον ‘Αδωνη. Είχε μεγάλο και πλούσιο ιερό στο κέντρο της πόλης, κοντά στο οποίο υπήρχε τεχνητή λίμνη με μεγάλα ψάρια, που περιγράφει ο Λουκιανός (Περί της Σοριης θεοϋ). Η παλιότερη παράσταση της θεάς χρονολογείται στο τέλος της -2ης χιλιετίας, εποχή των Χαναναίων, επομένως η λατρεία της είναι αρχαιότατη.
 Στο εξωτερικό ως θεά της διασποράς αποκαλούνταν Συρία Θεά Παρθένος, Παρθένος, Συρία Αφροδίτη, Ατάργατις, Ατάργατις Σώτειρα, Παρθένος Βαμβυκία, Διάσυρος Θεά, Dea «Syria -και συνεκδοχικά «Diasyria (Διασύρια) ή Iasura ή Suria». Ήταν δηλαδή μια θεά που καταγόταν, από τη Συρία, πού η λατρεία της μεταφέρθηκε στα παράλια της Μ. Ασίας, στην Αίγυπτο (Μάγδολα και Φιλαδέλφεια), στα νησιά του Αιγαίου, στην Εύβοια, στην Πελοπόννησο, στην Αιτωλία, στη Θεσσαλία, στη Μακεδονία και στη Θράκη. Αργότερα μεταφέρθηκε στη Σικελία, στη Ρώμη και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο μέχρι την Αγγλία.
 Κατά κύριο λόγο ήταν μια θεά της γονιμότητας, αλλά, ως προστάτιδα της πόλης και των ανθρώπων της, ήταν επίσης υπεύθυνη για την προστασία τους και την ευημερία. Επιβλητικό ιερό της βρισκόταν στην Ιεράπολη. Συχνά και ευρέως περιγράφοταν ως η γοργόνα-θεά.



Σύζυγος της είναι συνήθως Hadad. Τα περιστέρια και τα ψάρια θεωρούνται ιερά από αυτήν, τα περιστέρια ως έμβλημα της Αγάπης, και τα ψάρια ως σύμβολα της γονιμότητας και της ζωής των υδάτων.
 Το όνομα Ατάργατις προκύπτει από την ένωση του θείου ονόματος Αταρ. Το δεύτερο μέρος ( gatis ) μπορεί να σχετίζεται με την ελληνική γάδος «ψάρι» . Για παράδειγμα , το ελληνικό όνομα για το «θαλάσσιο τέρας τη φάλαινα» είναι ο συγγενής όρος κήτος . Έτσι Ατάργατις μπορεί απλά να σημαίνει η θεά ψάρι.
 Ως συνέπεια του πρώτου μισού του ονόματος ( Ατάρ γατις) πολύ συχνά, αν και λανθασμέναμπερδεύεται η Συρία Θεά με την Αστάρτη. 

 Οι δύο θεότητες ήταν πιθανώς ς κοινής καταγωγής και έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά , αλλά οι λατρείες τους είναι ιστορικά διακριτές. Για παράδειγμα σε ναούς της Συρίας Θεάς στο Ascalon,την Ιεράπολη, την Bambyce και την Έδεσσα, υπήρχαν λίμνες με ψάρια που μόνο οι ιερείς της μπορούσαν να αγγίξουν.
 Στην Αρχαία Θουρία λόγω του ποταμού Άρι, η λατρεία της θεάς είχε εισαχθεί ήδη από τον -3ο αι. από εμπόρους της Θουρίας, από τους Μακεδόνες και εξελληνισμένους Σύριους εμπόρους ,από Σύριους δούλους, αλλά και από αγύρτες ιερείς. Η λατρεία της γενικά συναντάται σε νησιά, σε παραλιακές πόλεις, όπου υπήρχαν συντεχνίες εμπόρων, ψαράδων, ή Σύριοι έμποροι και δούλοι, αλλά και στην ενδοχώρα της κυρίως Ελλάδας, όπου υπήρχαν μεγάλες πηγές, λίμνες ή ποτάμια. Κατά τις ετήσιες γιορτές της Συρίας Θεάς οι κάτοικοι των πόλεων και κωμών γύρω από τα ιερά της πραγματοποιούσαν καταβάσεις στη θάλασσα στις λίμνες ή στα ποτάμια
 Η θεά δεν είχε πουθενά καθολική λατρεία, αλλά μόνο από θιάσους,- δηλαδή από συλλόγους που δημιουργούνταν χάριν της λατρείας, όπως γίνονταν και με τις άλλες ξενόφερτες λατρείες.

 Η Συρία Θεά, η μητέρα του Ιχθύος, πολλές φορές παριστάνεται ως ωραία γυναίκα, με χιτώνα και ιμάτιο, με πύργο στο κεφάλι, άλλοτε όρθια επάνω σε θαλάσσιο κήτος, άλλοτε καθιστή με γυναικείο τρόπο σ’ αυτό. Σύμφωνα με τις φιλολογικές πηγές αρχικά παριστανόταν ως ψάρι με γυναικείο κεφάλι ή με ψαρίσιο το κάτω μέρος του σώματος της, δηλαδή όπως και η Γοργόνα, η αδελφή του Μέγα Αλεξάνδρου. Το ψάρι, όπως το λιοντάρι και το περιστέρι, ήταν τα ιερά της ζώα. Ήταν θεά της γονιμότητας των ανθρώπων, των ζώων, των ψαριών και των πουλιών, αλλά ταυτόχρονα και θεά του θανάτου. Γι’ αυτό με τη διάδοση της λατρείας της σε διάφορους τόπους και λαούς σταδιακά συγκέντρωσε εικονογραφικά χαρακτηριστικά και λατρευτικές υποστάσεις πολλών θεοτήτων, όπως της Αφροδίτης, της Ήρας, της Δήμητρας, της Άρτεμης, της Ρέας-Κυβέλης, της Ίσιδας, της Σελήνης, της Νέμεσης, της Τύχης και των Μοιρών. Σύμφωνα με τις φιλολογικές πηγές και την εικονογραφία τα εμβλήματα της ήταν η άτρακτος, το πηδάλιο, το σκήπτρο, η φιάλη, το κέρας και η δέσμη από στάχυα στα χέρια, ο πύργος, καθώς και ο μηνίσκος και οι ακτίνες στο κεφάλι.
Οι πρώτες γνωστές ιστορίες για γοργόνες εμφανίστηκαν στην Ασσυριακή μυθολογία το -1000. Η θεά Αταργάτις, μητέρα της Ασσύριας βασίλισσας Σεμίραμις, αγάπησε έναν θνητό βοσκό και ακούσια τον σκότωσε. Ντροπιασμένη έπεσε μέσα σε μια λίμνη για να πάρει τη μορφή ενός ψαριού, αλλά τα νερά δεν κρύψανε τη θεϊκή της ομορφιά. Συνεπώς πήρε τη μορφή μιας γοργόνας, – άνθρωπος επάνω από τη μέση και ψάρι κάτω από αυτήν.

 Σύμφωνα με μια άλλη ιστορία από τον Λατίνο Hyginus, ένα αυγό έπεσε από τον ουρανό μέσα στον Ευφράτη, βγήκε στο έδαφος από τα ψάρια και τα περιστέρια εγκαταστάθηκαν σε αυτό και να εκκολαφθεί. Έτσι γεννήθηκε η Συρία Θεά.
Οι Έλληνες αναφέρονταν στην Αταργάτις υπό την ονομασία Δερκετώ.
Πριν από το -546, ο Μιλήσιος φιλόσοφος Αναξίμανδρος πρότεινε ότι το ανθρώπινο γένος είχε ξεπηδήσει από υδρόβια είδη ζώων. Πίστευε ότι οι άνθρωποι, με την εκτεταμένη παιδική ηλικία τους, δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν διαφορετικά.
Κατά τον Αθηναίο (346d-e), κάθε μέρα οι ιερείς έφερναν στη θεά ψάρι που ζούσε στη λίμνη, κοντά στο ιερό της και το τοποθετούσαν σε τράπεζα, μπροστά στο άγαλμα της μέσα στο ναό, ωραία μαγειρεμένο, πρώτα βρασμένο και μετά ψημένο.’ Στη συνέχεια οι ιερείς έτρωγαν το ψάρι, που ήταν ιερό ζώο της θεάς, γιατί τρωγόταν σε θυτήριο γεύμα ενώπιον της.

 Το ψάρι πιθανότατα προσφερόταν ως τροφή σε ειδικές μυστηριακές τελετές, οπότε οι ιερείς και οι μύστες που τα έτρωγαν έφερναν τη θεά μέσα τους και αναγεννώνταν. Η μύηση κατά τις τελετές της Συρίας Θεάς θα είχε έτσι εσχατολογικές επαγγελίες. Σύμφωνα με τον Παυσανία (VII, 26, 7;), όσοι μετείχαν στη λατρεία της Συρίας Θεάς , έπρεπε την καθορισμένη μέρα της μυστηριακής τελετής να είναι «καθαροί», παραμένοντας εγκρατείς και νηστεύοντας. 
 Ο ίδιος περιηγητής (IV, 31, 2) αναφέρει ιερό της Συρίας Θεάς στην Άνω πόλη της Θουρίας της Μεσσηνίας, που πιθανότατα είχε ιδρυθεί στα ελληνιστικά χρόνια. Αργότερα κτίστηκε στην Κάτω πόλη ναός, όπου στήνονταν τα ψηφίσματα της Θουρίας. 

 Στην Αρχαία Θουρία η μύηση γινόταν μετά την επίσημη πομπή, με μυστηριακή τελετή σε ειδικό χώρο, όπου παρευρίσκονταν πολλοί, με τα τιμώμενα πρόσωπα επικεφαλής. Συνήθως η λατρεία της θεάς στην υπόλοιπη Ελλάδα γινόταν σε «οίκους», όπως αρχικά στη Δήλο, δηλαδή σε ειδικούς χώρους για μύηση, γιατί οι συνηθισμένοι ναοί των ελληνικών θεών ήταν ακατάλληλοι για τις ιδιόμορφες αυτές λατρείες. Όπως προαναφέρθηκε, η Συρία Θεά λατρευόταν κυρίως από δούλους, από ψαράδες και εμπόρους, κοντά σε ποτάμια, λίμνες ή στη θάλασσα και θεωρούνταν προστάτιδα τους.
 Η έντονη και ιδιόμορφη λατρεία της ιχθυόμορφης αυτής θεάς στη Βοττιαία, (την καρδιά του μακεδόνικου κράτους, που στα χρόνια του Λουκιανού (δεύτερο μισό του +2ου αι.) χαρακτηριζόταν ως επιχώρια θεός δαίμων και που επιγραφικά μαρτυρείται με την τοπική προσωνυμία Γυρβιάτισσα, καθώς και η έντονη λαϊκή ανάμνηση των δολοφονιών από τους διαδόχους του μακεδονικού θρόνου των παιδιών του Μ. Αλεξάνδρου (του Ηρακλή και του Αλεξάνδρου Δ’), καθώς και των γυναικών, που σχετίζονταν με το μεγάλο στρατηλάτη (της μητέρας του Ολυμπιάδας, των αδελφών του Κλεοπάτρας και Θεσσαλονίκης, των συζύγων του Ρωξάνης και Βαρσίνης), μπορεί να οδήγησαν στη δημιουργία του αρχικού πυρήνα του μύθου της ιχθυόμορφης-σειρηνόμορφης εναλίας δαίμονος Γοργόνας, της ωραίας κόρης ή αδελφής του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος μας παραδίδεται σχετικά αργά στις πηγές [Ψευδο-Καλλισθένης (+300/ +350)]. Μπορεί να υποστηριχτεί δηλαδή, πρώτον, ότι ο μύθος της Γοργόνας στη Μακεδονία έχει τις ρίζες του στα ελληνιστικά χρόνια και δεύτερον, ότι ο μύθος μπορεί να σχετιστεί με τη λατρεία της Συρίας Θεάς, που διαδόθηκε από τη Συρία, κυρίως μετά την αναδιοργάνωση του ιερού της.

Αριστερά:Η οπίσθια όψη ενός νομίσματος από την Κυρρηστική που απεικονίζει την Ατάργατις καβάλα σ ένα λιοντάρι, φορώντας στέμμα και κρατώντας σκήπτρο Δεξιά: Η οπίσθια όψη ενός νομίσματος του Δημητρίου III απεικονίζει τα ψάρινο σώμα της Ατάργατις, με πέπλο, κρατώντας λουλούδια, ενω πλαισιώνεται από στελέχη κριθαριού.

 Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι ένας άλλος μύθος του ρομάντζου του Μ. Αλεξάνδρου («Διήγησις περί του Μ. Αλεξάνδρου δια την Σεμίραμιν») έχει πρωταγωνιστές τον Αλέξανδρο και τη Σεμίραμη, βασίλισσα της Βαβυλώνας, η οποία είχε κατακτήσει τις ίδιες περιοχές, που αργότερα κατέλαβε ο Μακεδόνας βασιλιάς. Το ενδιαφέρον είναι ότι η Σεμίραμη θεωρείτο κόρη της Συρίας Θεάς και συλλατρευόταν μ’ αυτήν στα μεγάλα ιερά της στην Ανατολή.


Παύλος Χρυσοστόμου : Αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και Θράκη κατα το έτος 1989. ‘Εκδοση του ΤΑΠ . Τρίτος Τόμος.

Πηγές: matrifocus WIKIPEDIA Κείμενα Αταργάτιδος ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
-P. Lambrechts – P. Noven, Nouvelle Clio 6,-1954, 258-277
-W. Drijvers, «Die Dea. Syria und andere svrisohe Gottheiten im Imperium Rom’anum»
-Απουλήιο, Μεταμορφώσεις, VII, 24-30, IX,. 1. 4. 8-10
-Rh. Bruneau, Recherches sur les Cultes de Dilos a I’epoque hellenistique et a I’epoque imperiale (1970)
-F. J. Doelger, IX0TC, II, Der heilige Fisch in den antiken Religionen und in Christentum (1922)
-Λουκιανός, «Περί της Συρίης θεού 14»

ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΟΥ: Ιστορία Αρχαίας Θουρίας- Μυκηναϊκής Άνθειας