.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Κυριακή 12 Ιουνίου 2016

Οι Μυκηναϊκοί Θαλαμωτοί τάφοι της Άνθειας


Έντονη αρχαιοκαπηλική δράση στην περιοχή οδήγησε την ίδια Εφορεία σε σωστική έρευνα του εκτεταμένου νεκροταφείου των θαλαμοειδών μυκηναϊκών τάφων (γνωστών εν μέρει από τις αρχές του αιώνα με την ονομασία "καταφύγια") στη μακρόστενη ράχη των Ελληνικών.
Εξαίρετη αρχιτεκτονική, μνημειώδεις κατά το πλείστον διαστάσεις, αλλά και σημαντικά -παρά την εντατική σύληση- ευρήματα από τους 13 τάφους που έχουν ερευνηθεί την τελευταία δεκαετία στην ανατολική πλαγιά, φανερώνουν την εξέχουσα κοινωνική θέση των μυκηναίων της περιοχής. Μεταξύ των μυκηναϊκών ευρημάτων ξεχωρίζουν τρία σφραγιστικά χρυσά δακτυλίδια με έγγλυφες παραστάσεις. Χρονολογικά ανήκουν στην ΥΕ ΙΙΙ Α-Β περίοδο, και στους πιο πολλούς παρατηρήθηκε μεταγενέστερη χρήση ή και λατρεία (ευρήματα πρωτογεωμετρικών, κλασικών και ρωμαϊκών χρόνων).

Η εύφορη Μεσσηνιακή πεδιάδα όπως φαίνεται από την λοφοσειρά του "Ελληνικού". Εδώ υπήρχε η Άνθεια, ένα πλούσιο Μυκηναϊκό κέντρο.

Ανασκαφή 1989
Επανειλημμένες λαθρανασκαφικές ενέργειες στη χαμηλή λοφοσειρά με την ονομασία Ελληνικά, περιοχής Ανθείας Καλαμάτας, υποχρέωσαν την Εφορεία να επέμβει και πάλι σωστικώς με την έρευνα δύο ακόμα λαξευτών θαλαμωτών τάφων στην παραπάνω ιδιοκτησία, οι οποίοι πήραν τους συμβατικούς αριθμούς 2 και 3 κατά τη σειρά ανασκαφής1.
Και οι τάφοι αυτοί ανήκουν στην από τριακονταετίας γνωστή συστάδα συλημένων κατά την αρχαιότητα θαλαμωτών μυκηναϊκών τάφων, πολλοί από τους οποίους -σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής- είχαν χρησιμεύσει και ως καταφύγια σε νεότερους χρόνους.
Η συστάδα, η οποία αριθμεί περίπου εικοσιτέσσερις τάφους2, καταλαμβάνει την ανατολική πλευρά της λοφοσειράς, που βαίνει παράλληλα προς το χείμαρρο Ξερίλα (ανατολικό όριό της), ενώ δυτικά βρίσκεται ο δημόσιος δρόμος Τρίπολης- Καλαμάτας.
Βορειότερα εντοπίζονται τα εκτεταμένα ερείπια της κλασικής πόλης Θούριας, ενώ δυτικότερα των Ελληνικών υπάρχει ο αρίστης κατασκευής μυκηναϊκός θολωτός τάφος που πρόσφατα ερευνήθηκε από την Εφορεία.

Τσαγκλή τάφος 2. 
Βρίσκεται σε απόσταση 0,45μ. νότια του υπ’ αριθ. 1 τάφου και συγκαταλέγεται μεταξύ των οκτώ ορατών όμοιων τάφων του κτήματος Τσαγκλή που έχει έκταση 4 στρέμματα. Εξαιτίας της παραβίασης της οροφής του ταφικού θαλάμου προκλήθηκε διεύρυνση του μικρών ανοίγματος που υφίστατο και το οποίο δήλωνε την ύπαρξη του μνημείου. Από την ισχυρή αναμόχλευση του θαλάμου προέκυψε μεγάλος όγκος απορριφθέντων χωμάτων, κατά τον προσεκτικό έλεγχο των οποίων βρέθηκαν λείψανα ανθρώπινου κρανίου, τμήμα άβαφης πρόχου με στρογγυλό στόμιο, τμήμα μονόχρωμης κύλικας, καθώς και μικρό πήλινο γυναικείο ειδώλιο τύπου Ψ, ελλιπές κατά την κεφαλή, σωζ. ύψ. 0,045μ.3, και δύο κωνικά κομβία από στεατίτη κοινού τύπου, μαζί με κεραμική και κεραμίδες μεταγενέστερων χρόνων.
Η είσοδος του τάφου είναι προς Α., όπως και όλων των υπόλοιπων της συστάδας. Διαπιστώθηκε ότι φραζόταν από ξερολιθιά που σωζόταν σε ύψος 1μ. περίπου και της οποίας οι ανώτερες στρώσεις είχαν καταπέσει στο εσωτερικό του στομίου (προς το θάλαμο), προφανώς όταν παραβιάστηκε και συλήθηκε ο τάφος κατά την αρχαιότητα. Στη βάση της ξερολιθιάς και σε εμφανώς εξέχον σημείο σε σχέση με το μέτωπό της, είχαν σκόπιμα τοποθετηθεί σε κατακόρυφη θέση δύο ακανόνιστες πέτρες, οι οποίες αποτελούσαν προφανούς το σήμα του τάφου4 (Πίν.69α). Δίπλα σε αυτές και κάτω από τη στρώση των λίθων του μετώπου της ξερολιθιάς είχε εναποτεθεί, κατά τα έθιμα της εποχής, μόνωτη μονόχρωμη, ελάχιστα ελλιπής κύλικα γωνιώδους τύπου, η οποία από τη διαμόρφωση στελέχους- βάσης και τη γωνίωση του χείλους θα μπορούσε να χρονολογηθεί στην YE ΙΙΙΑ2 περίοδο (πρώιμη φάση) και ίσως αποτελεί το παλαιότερο αγγείο του τάφου σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα.

Πίν. 69: Ελληνικά Ανθείας: α) Ξερολιθιά και σήμα του τάφου 2, γ) Η είσοδος του τάφου 2.

Από την επίχωση του δρόμου του τάφου 2 (Πίν.69γ), που έχει συνολικό μήκος 2μ. περίπου, επικλινή προς τα άνω τοιχώματα και ελαφρά κατωφέρεια προς τη θύρα του θαλάμου, ύψ. 1,75μ., συγκεντρώθηκαν ανάμεικτα όστρακα μυκηναϊκά, ορισμένα μελαμβαφή ελληνιστικά, και κάποια που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως πρωτογεωμετρικά5, μαζί με άφθονες κεραμίδες, ελάχιστα οστά, κάτω τμήμα κορμού πήλινου μυκηναϊκού ειδωλίου και πήλινη αρύταινα που σώζεται κατά τα 2/3 περίπου.
Κατά τον καθαρισμό του ταφικού θαλάμου, που έχει ακανόνιστο, ελαφρώς ελλειπτικό σχήμα, βρέθηκαν όστρακα από μεγάλη λοξότμητη πρόχου με διακόσμηση ερυθρών ταινιών, ύψ. 0,285μ. (Πίν.69β) της YE III περιόδου6 και εντελώς απροσδόκητα ένας ακέραιος πήλινος τρίωτος μικρογραφικός πιθαμφορίσκος, ελλιπής μόνον ως προς τη μία λαβή (Πίν.69δ)7, ο οποίος διέφυγε την προσοχή των λαθρανασκαφέων, καθώς είχε ενσωματωθεί σε συμπαγή όγκο χώματος και έμοιαζε περισσότερο με πέτρα. Στη δυτική πλευρά του ταφικού θαλάμου είχε ανοιχθεί και δεύτερος, μικρών διαστάσεων, πλευρικός θάλαμος με είσοδο που φραζόταν από σύγχρονη ξερολιθιά και ήταν εντελώς κενός από ευρήματα.


Τσαγκλή τάφος 3.
Ο δεύτερος συλημένος θαλαμωτός τάφος βρίσκεται αμέσως δίπλα, δηλαδή βόρεια του τάφου 1 που είχε ερευνηθεί το 1987. Και του τάφου αυτού βρέθηκε εντελώς αναμοχλευμένος ο λαξευτός και επίσης ακανόνιστου σχήματος θάλαμος, καθώς και το δυτικό τμήμα του δρόμου του (δηλαδή το προς την κατεύθυνση του θαλάμου). Διαπιστώθηκε ότι σε παλαιότερη εποχή είχε καταστραφεί και η ξερολιθιά της θύρας του τάφου, ύψ. 1,90μ., από κτίσμα μεταγενέστερης εποχής. Η ύπαρξη του κτίσματος διαπιστώθηκε από την εύρεση τμήματος θεμέλιου τοίχου από ασβεστολιθικές πέτρες, που αποκαλύφθηκε σε ορατό μήκος 1,45μ. περίπου, εγκάρσια προς τον άξονα του δρόμου του τάφου, και φαίνεται να προχωρεί προς Ν., δηλαδή προς τον παρακείμενο θαλαμωτό τάφο 1. Το σωζόμενο ύψος του είναι 0,40 και έχει πάχος 0,40μ. περίπου.
Υποθέτουμε πως θα πρέπει να σώζεται ελάχιστο τμήμα του προς Ν., ίσιος μόνον κάτω από την επίχωση που χιορίζει τους δύο τάφους, προφανώς όμως σώζεται καλύτερα προς Β., όπου θα μπορούσε να παρακολουθηθεί μελλοντικά σε χώρο που δε φαίνεται να καταλαμβάνεται από άλλους μυκηναϊκούς τάφους. Το θεμέλιο αυτό εδράζεται πάνω σε εκτεταμένο βοτσαλωτό δάπεδο, που αποκαλύφθηκε σε συνολικό μήκος 2μ. περίπου και πλάτος 1,40μ. (Πίν.70α). Λεπτή κρούστα από κουρασάνι που κάλυπτε το δάπεδο αυτό είχε εκπέσει σε ορισμένα σημεία ίσως από πτώση κεραμίδων στέγης, θραύσματα των οποίων βρέθηκαν σε ορισμένα σημεία.

 Έτσι, συμπεραίνεται ότι σε κάποια περίοδο ύστερων ελληνικών χρόνων το πιθανότερο, όπως διαπιστώνεται και από την αποσπασματική κεραμική, διαλύθηκε σχεδόν κατά το ήμισυ ο δρόμος του μυκηναϊκού τάφου και τη θέση του κατέλαβε τμήμα της βοτσαλωτής αυλής κάποιας οικίας, της οποίας τα θεμέλια φαίνεται να σώζονται εκατέρωθεν.
 Από τον καθαρισμό της υπόλοιπης επίχωσης του δρόμου μέχρι το τελικό δάπεδο, προέκυψαν ανάμεικτα όστρακα ελληνικιυν χρόνων, κεραμίδες, ένα χάλκινο άγκιστρο και ελάχιστα μυκηναϊκά. 
 Τα μόνα κατά χώραν αγγεία της μυκηναϊκής εποχής βρέθηκαν στη βορειοανατολική γωνία, εξωτερικά του στομίου του τάφου. Πρόκειται για κύλικες, των οποίων σώζονται κυρίως οι βάσεις με τα στελέχη, και παρέχουν μια σχετική χρονολόγηση του τάφου στην YE ΙΙΙΑ2 (μέση φάση )-ΥΕ 111Β περίοδο (Πίν.70β). 

Κατά τον καθαρισμό του ταφικού θαλάμου βρέθηκε στο δάπεδο λάκκος μικρών διαστάσεων (0,75 x 0,35 και βάθ. 0,33μ.), τελείως κενός.

Πιν. 70: α) Βοτσαλωτό δάπεδο στο δρόμο του τάφου 3,γ) Η είσοδος του τάφου 3.
 
Ο δρόμος του τάφου έχει συνολικό μήκος 4,40μ. Οι παρειές του ωστόσο δεν ερευνήθηκαν, δεδομένου ότι προς Β. αφέθηκε κατά χώραν τμήμα του βοτσαλωτού δαπέδου και προς Ν. δεν καταστράφηκε το τμήμα του θεμέλιου του μεταγενέστερου κτίσματος. Και τα δύο στοιχεία διατηρήθηκαν ως «μάρτυρες» της ιστορίας του τάφου αυτού (Πίν.70γ).
Κατά τη διάρκεια της έρευνας του τάφου 3, παραδόθηκε από τον Αντ. Τσαγκλή, ιδιοκτήτη του κτήματος και κατά το 1989 εργατοφύλακα της περιοχής, πήλινο ακέραιο μυροδοχείο, πρσερχόμενο από τάφο σε απόσταση 300μ. περίπου βορειοανατολικά της συστάδας των θαλαμωτών τάφων. Στο σημείο αυτό έγινε μικρός καθαρισμός και διαπιστώθηκε η ύπαρξη ακαθόριστης μορφής και μικρών διαστάσεων τάφου, που είχε σχεδόν ολοσχερούς διαλυθεί από πτώση υπερκείμενων χωμάτων. Περισυλλέχθηκαν λίγα οστά ανθρώπινου κρανίου και σκελετού, ένα μικρογραφικό μόνωτο κύπελλο και ένα δεύτερο, ελλιπές κατά το στόμιο μυροδοχείο ραδινού επίσης τύπου. Το σύνολο των ευρημάτων χρονολογεί τον τάφο στα μέσα του -2ου αι. (Πίν.71α).
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί, ότι κατά τη διάρκεια καθαρισμοί που γίνονταν γύρω από το θαλαμωτό τάφο 2, αποκαλύφθηκαν σημεία των παρειών του δρόμου ενός ακόμα θαλαμωτού τάφου, ο οποίος αριθμήθηκε ως Τσαγκλή τάφος 4, και που έως τότε δεν ήταν ορατός μεταξύ των υπόλοιπων της ίδιας συστάδας. Την έρευνά του ανέλαβε η συνάδελφος Μ. Κουμουζέλη (βλ.παρακάτω) στα πλαίσια ενός μακροπρόθεσμου προγράμματος καθαρισμών και σωστικής έρευνας όλων των τάφων των Ελληνικιόν από το επιστημονικό προσωπικό της Εφορείας, με προοπτική την απαλλοτρίωση και την οργάνωση του χώρου ως αρχαιολογικού και επισκέψιμου.

Αριστερά, πιν.71: α) Κεραμική από τον ελληνιστικό τάφο. Δεξιά, πιν.70: δ) Πιθαμφορέας από τον τάφο 4

Στην ανατολική πλευρά του λόφου των Ελληνικιόν, 13 χλμ. βόρεια της Καλαμιίτας, ανάμεσα στους θαλαμωτούς τάφους που έχουν επισημανθεί από παλιά από τους W. McDonald and R. Hope Simpson, μερικοί από του οποίους ανασκάφηκαν από την Εφορεία τελευταία μετά από λαθρανασκαφές, βρέθηκε ακόμη ένας το Σεπτέμβριο του 1989, στη συστάδα του κτήματος Τσαγκλή. Η ανασκαφή του (16 Οκτωβρίου- 22 Δεκεμβρίου 1989) έφερε στο φως ένα επιβλητικό μνημείο μεγάλων διαστάσεων και διαφορετικού ύφους από τους παρακείμενους θαλαμοειδείς, μολονότι πρέπει εξαρχής να σημειωθεί ότι όλοι οι έως τώρα ανασκαμμένοι τάφοι της συστάδας Τσαγκλή, ακόμα και οι μικροί σε μέγεθος, χαρακτηρίζονται από μια διάθεση μνημειώδους και είναι όλοι επιμελημένοι στις αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες.

Τσαγκλή τάφος 4.
Ο νέος τάφος, Τσαγκλή 4, λαξευμένος στο φυσικό αμμόβραχο της περιοχής, με προσανατολισμό Α.- Δ., έχει μακρύ δρόμο, μήκους μεγαλύτερου των 16μ., του οποίου η ανασκαφή δεν έχει ολοκληρωθεί παρά μόνον έως το 10ο μέτρο, πρόσοψη ύψ. 3, θύρα διαστ. 2X 1,25μ. και μακρό στόμιο μήκ. 3,20μ. πριν από τον κυρίως θάλαμο.
Ο κυρίως θάλαμος είναι σχήματος τραπεζισειδούς με αετωματική οροφή, ύψ. 4,10μ., που σε πολλά σημεία είχε καταπέσει και σε άλλα παρουσίαζε ραγίσματα. Γι’ αυτό χρειάστηκε να γίνει στερέωση με ξύλινες δοκούς πριν επιχειρηθεί η ανασκαφή του θαλάμου. Η μακρύτερη πλευρά του (6,40μ.) είναι προς την είσοδο, έχει μήκος 4,40μ. και στο μέσο της στενότερης πλευράς του (5,50μ.) ανοίγεται θύρα προς ένα εσωτερικό ορθογοόνιο θάλαμο, διαστ. 2,80x 3,30μ., με οριζόντια οροφή, ύψ). 2,10μ. Κατά μήκος της βόρειας πλευράς του κυρίως θαλάμου σχηματίζεται έδρανο, πλ. 1 και ύψ. 0,45μ. Κι άλλο παρόμοιο έδρανο αλλά πολύ χαμηλότερο, ύψ. 0,16-0,18 και πλ. 0,87μ., περιθέει και τις τρεις πλευρές του εσωτερικού θαλάμου σε σχήμα Π.
Κανένα ίχνος ταφής δε βρέθηκε πάνω στα έδρανα, παρά μόνο θραύσματα μεγάλων αγγείων. Χαρακτηριστικά μάλιστα, μεγάλο μέρος του πιθαμφορέα (Πίν.70δ) που συγκολλήθηκε από όστρακα, βρέθηκε στον εσωτερικό θάλαμο, στην άκρη του μεσαίου πεζουλιού, με κύλικες κάτιυ από αυτόν. Και τόσο πάνω στα έδρανα, όσο και στο δάπεδο του κυρίως θαλάμου μπροστά από το έδρανο υπάρχουν ευδιάκριτα λαξεύματα, προφανώς για την τοποθέτηση αντικειμένων, μεγάλων αγγείων και άλλων αφιερωμάτων. Για την ταφή είχε ανοιχτεί λάκκος, μήκ. 2, πλ. 1 και βάθ. 1,40μ., στη δυτική στενότερη πλευρό/, του κυρίως θαλάμου. Βρέθηκε καλυμμένος με τη λίθινη πλάκα του και περιείχε δύο ταφές, που κι αυτές είχαν διαταραχθεί κατά τη σύληση του τάφου. Ένας δεύτερος μικρός λάκκος, μήκ. 1μ., βρέθηκε άδειος στη νοτιοανατολική γωνία του κυρίως θαλάμου. Το μισό ενός τρίτοι» κρανίου ήταν πεταμένο σε απόσταση 1μ. από αυτόν.


Παρόλο που ο τάφος βρέθηκε άδειος μετά τη σύλησή του σε πολλές και διαφορετικές εποχές, όπως δείχνουν ευρήματα από το πρόσθιο τμήμα της εισόδου και του στομίου, μερικά αντικείμενα που παρέμειναν εκεί δείχνουν τον πλούτο και την υψηλή ποιότητα των αρχικών αφιερωμάτων. Έτσι, ανάμεσα στα υπολείμματα των οστών της δεύτερης ταφής βρέθηκε χάλκινο κάτοπτρο με ελεφάντινη λαβή, μαχαιρίδιο και ο κρίκος δαχτυλιδιού από χαλκό και ασήμι, μαζί με όστρακο υψίποδης επικασσιτερωμένης κύλικας. Από τον πυθμένα του λάκκου, ανάμεσα και κάτω από τα οστά της πρώτης ταφής προέρχονται ένα χρυσό δακτυλίδι ενδιαφέρουσας τεχνικής με χρυσό σφραγιδόλιθο που φέρει παράσταση από ταυροκαθάψια, με δύο αθλητές πάνω από τη ράχη του ταύρου (εικ. πάνω), ένα δεύτερο χρυσό δακτυλίδι από εμπίεστη βέργα χρυσού, χρυσές παπυρόσχημες χάντρες (εικ. κάτω πρώτη) και άλλες σε σχήμα φύλλου κισσού, διάφορα χρυσά ελάσματα με διακόσμηση από τα ενδύματα των νεκρών (εικ. κάτω δεύτερη) και λιγοστές χάντρες από υαλόμαζα.


Από τα όστρακα συγκολλήθηκαν πιθαμφορείς με μοτίβα της YE ΙΙΙΑ1, κύλικες και μία σημαντική ομάδα επικασσιτερωμένοι αγγείων και οστράκων, σε όλα τα γνωστά σχήματα αυτής της κατηγορίας κεραμικής από την Αθήνα, την Κρήτη και τη Ρόδο, από τις μικρές άωτες φιάλες έως τις υψίποδες κύλικες με τις χαρακτηριστικές υπερυψωμένες λαβές.
Τόσο η κεραμική, όσο και τα χρυσά κοσμήματα, γνωστά επίσης από την Κρήτη, τις Μυκήνες και τα μεγάλα μυκηναϊκά κέντρα, ανήκουν στην κρητομυκηναϊκή κοινή της YE III Al περιόδου.
Γενικά, τόσο το μέγεθος του τάφου Τσαγκλή 4, όσο και η κατά άξονα διάταξη των χώρων που δεν είναι συνήθης, οι αρχιτεκτονικές ιδιαιτερότητες και η όλη φροντίδα στην εκτέλεση, οι λακκοειδείς ταφές με τη λίθινη πλάκα και τα κινητά ευρήματα συνηγορούν για την απόδοσή του σε ένα εξαιρετικά σημαίνον πρόσωπο της YE III Al στο λόφο των Ελληνικών, που δεν αποκλείεται να ήταν κάποιος τοπικός άρχοντας, εφόσον η χρονολογία του προηγείται της ενοποίησης της περιοχής κάτω από το σκήπτρο του βασιλιά της Πύλου.

Ανασκαφές 1992
Μετά από λαθρανασκαφική ενέργεια που επισημάνθηκε στο χώρο του γνωστού μυκηναϊκού νεκροταφείου των Ελληνικών, όπου εξαιτίας παρόμοιων παραβιάσεων η Εφορεία ανέσκαψε κατά καιρούς πέντε θαλαμοειδείς λαξευτούς τάφους8, διαπιστώθηκε η ύπαρξη ομοίου που έλαβε τον αριθμό 6 κατά σειράν ανασκαφής.

Τσαγκλή τάφος 6.

Ο τάφος αυτός είναι ο δεύτερος που παραβιάζεται στην ιδιοκτησία Αργ. Κουτραφούρη, μετά το 1990. Η οπή παραβιάσεως, διαστ. 1,60x 2μ. περίπου, δημιουργήθηκε σε σημείο που συναντώνται το στόμιο και ο «δρόμος» του τάφου. Εκεί έχει αναπτυχθεί η γηραιότερη και ογκωδέστερη ελιά του αγροκτήματος. Ύστερα από τριήμερο αναγνωριστικό καθαρισμό, απομάκρυνση των χωμάτων και αφαίρεση επίχωσης στην περιοχή του ορύγματος των αρχαιοκαπήλων, διαπιστώθηκε ότι ο αρχικός λάκκος οδηγούσε εν συνεχεία σε σηραγγοειδές πέρασμα (δηλαδή στα ανώτερα σημεία του στομίου του τάφου), μέσω του οποίου συρθήκαμε και εισχωρήσαμε στο θάλαμο του τάφου με το φως γεννήτριας.


Κατά τις πρώτες εκτιμήσεις βρεθήκαμε μπροστά σε μνημειώδη λαξευτό θαλαμωτό τάφο, με τον ίδιο προσανατολισμό Α.-Δ. (ο θάλαμος προς Δ.) που έχει όλη η συστάδα των τάφων στα Ελληνικά. 
Ο κεντρικός θάλαμος έχει διαστάσεις 6x 7μ. περίπου και δίρριχτη οροφή, ενώ υπάρχει και δεύτερος, πλευρικός προς Β. θάλαμος, όμοιας κατασκευής, μικρότερων διαστάσεων και σχεδόν απροσπέλαστος εξαιτίας του όγκου των χωμάτων και των λίθων που κατακλύζουν το εσωτερικό του μνημείου.
Δεξιά: Αγγείο από οφίτη λίθο με πρόσθετο λαιμό. Στο πώμα φέρει ανάγλυφη διακόσμηση σε σχήμα οκτώσχημης ασπίδας. Τελετουργικό αγγείο ή δηλωτικό του κύρους του κατόχου του. Άνθεια («Ελληνικά» – θαλαμωτό τάφος 4). -14ος αι.
Κατά την ολιγοήμερη έρευνα που έγινε συγκεντρώθηκε κεραμική μυκηναϊκών, πρωτογεωμετρικών και ελληνιστικών χρόνων, καθώς και μεγάλη ποσότητα θραυσμάτων από επιχρισμένες κεραμίδες λακωνικού τύπου, κομμάτια από χείλη μεγάλων πίθων με πλαστική διακόσμηση δακτυλίων στο σώμα, δόντια και οστά ζώων, λίγα ανθρώπινα οστά και όστρεα. 
Λόγω των διαστάσεων του μνημείου και των όγκων των επιχώσεων τόσο στους ταφικούς θαλάμους όσο και στο «δρόμο» του μνημείου, που εικάζεται ότι θα είναι αρκετά μακρύς αλλά και σχετικά βαθύς, σφραγίστηκε η οπή παραβιάσεως με πρόχειρη ξυλοκατασκευή από μαδέρια και φύλλα τσίγκου, και προγραμματίστηκε κανονική ανασκαφή του μνημείου κάτω από ευνοϊκότερες οικονομικές συνθήκες και με δυνατότητες απασχόλησης οργανωμένου συνεργείου εργατοτεχνιτών. Τέλος, αναγκαία κρίθηκε η στερέωση του τάφου ως απαραίτητη προϋπόθεση εργασίας εκ του ασφαλούς.

Ανασκαφές 1996
Εντός του κτήματος Αντωνίου Τσαγκλή ανασκάφηκε μια μεγάλη στέρνα, η οποία βρίσκεται σε απόσταση 400μ. περίπου βορειοδυτικά του γνωστού μυκηναϊκού νεκροταφείου των θαλαμοειδών τάφων. Μεγάλοι πλακοειδείς λίθοι (διαστ. 1,10x0,90 και πάχ. 0,50 μ.) κάλυπταν το στόμιο της στέρνας, η οποία είναι λαξευμένη στο φυσικό πέτρωμα της περιοχής. Το σχήμα της είναι μαστοειδές, με διάμετρο στομίου 0,90μ. Μετά από ένα είδος «λαιμού», ύψ. 1,40μ., το εσωτερικό της στέρνας διευρύνεται και αποκτά μέγιστη διάμετρο 5,15 και ελάχιστη 4,70μ. Στο κέντρο του δαπέδου της σχηματίζεται κοιλότητα για τη συγκέντρωση των ξένων σωμάτων, βάθ. 0,30 και διαμ. 1,40μ. Το ύψος της στέρνας είναι 4,10μ. Από τον καθαρισμό της στέρνας προέκυψαν κυρίως απορρίμματα και οστά ζώων, καθώς και ελάχιστη κεραμική υστερορωμαϊκών χρόνων.

Θαλαμοειδής τάφος Ελληνικά 10 ή Τσαγκλή 8. 
Ο τάφος αυτός ανήκει στη συστάδα των μυκηναϊκών θαλαμοειδών τάφων που έχουν εντοπιστεί στη θέση Ελληνικά Ανθείας και έχουν αρχίσει να ερευνώνται συστηματικά από την Εφορεία κατά την τελευταία διετία9.


Πιν. 61: ζ) Ελληνικά Ανθείας. Ο θαλαμοειδής τάφος Ελληνικά 10 ή Τσαγκλή 8.
 
Ο τάφος είναι βυθισμένος και έχει συληθεί ήδη από την αρχαιότητα (Πίν.61ζ). Ο προσανατολισμός του είναι από Α. προς Δ., όπως και των άλλων τάφων της ίδιας συστάδας. Η κάτοψη του θαλάμου είναι σχεδόν κυκλική, διαμ. 3,30-3,40μ., και το δάπεδό του επίπεδο. Το στόμιο του τάφου έχει μήκος 1,50 και πλάτος 0,85-1μ. Ο δρόμος βραχύς και στενός έχει μήκος 2,65 και πλάτος 1,85-1,40μ., παρουσιάζει δε κλίση προς την είσοδο του τάφου, όπου ένα τμήμα της ξερολιθιάς που τη φράζει έχει μείνει στη θέση της.
Το εσωτερικό του τάφου ήταν πολύ αναμοχλευμένο και τα οστά δύο νεκρών βρέθηκαν διαταραγμένα και συσσωρευμένα κοντά στο στόμιο του θαλάμου. Συνελέγησαν λιγοστά όστρακα μυκηναϊκών χρόνων, καθώς και ένα τμήμα πήλινου ειδωλίου ζώου.

Ανασκαφές 1998
Νέα απόπειρα λαθρανασκαφής στην ανασκαπτόμενη από την Εφορεία κατά περιόδους συστάδα των μυκηναϊκών θαλαμωτών τάφων έφερε στο φως το 13ο τάφο στο λόφο Ελληνικά, 11ο στην ιδιοκτησία Α. Τσαγκλή και αμέσως βόρεια του μικρού θαλαμωτού τάφου 3 στο ίδιο κτήμα10. Ο νέος τάφος έχει είσοδο προς Α., όπως και οι υπόλοιποι της συστάδας. Κατά τη λαθρανασκαφή είχε ανοιχθεί σήραγγα, μήκ. 4, ύψ. 1,20 και πλ. 0,85μ., εξωτερικά σε ψηλό σημείο του «δρόμου» με κατεύθυνση προς το εσωτερικό του μνημείου.
Η ανασκαφή του τάφου διήρκεσε από 28 Απριλίου μέχρι 9 Ιουλίου χωρίς διακοπή και ολοκληρώθηκε 26-29 Οκτωβρίου με τη συνεχή επίβλεψη της ωρομίσθιας αρχαιολόγου Ε. Μαλαπάνη. Τις αποτυπώσεις έκανε ο σχεδιαστής της Εφορείας Α. Θωμόπουλος. 

Τσαγκλή 11
Ο τάφος είναι μνημειώδης, όπως οι περισσότεροι της γνωστής συστάδας. Πλευρικός ταφικός θάλαμος ανοίγεται στη νότια πλευρά του κεντρικού. Οι οροφές των θαλάμων σώζονται ακέραιες εκτός από ελάχιστες ρωγμές και μικροαποκρούσεις. Ο δρόμος είναι ιδιαίτερα μακρύς, με έντονη κατωφέρεια προς τον ταφικό θάλαμο, και εκτείνεται σε μήκος 19,35μ. Το μέγιστο πλάτος του μπροστά στη θύρα είναι 2,40, ενώ το ελάχιστο 2,02μ. Οι παρειές του διαμορφώνονται, όπως και στους υπόλοιπους τάφους της συστάδας αυτής. Η πρόσοψη του μνημείου έχει ολικό ύψος 5,93μ. 
Πάνω από τη θύρα εμφανίζεται ένα πολύ ενδιαφέρον διακοσμητικό στοιχείο: πρόκειται για οριζόντια ταινία, ολικού μήκ. 1,80 και μέγ. πλ. 0,25μ., που κοσμείται με οκτώ ανάγλυφους δίσκους τοποθετημένους παρατακτικά σε όλο το μήκος της. Δύο όμοιοι τοποθετούνται ανά ένας κάτω από τον πρώτο της σειράς και τον τελευταίο αντίστοιχα, ώστε γίνονται συνολικά δέκα.
Η διακόσμηση μιμείται σαφώς τις απολήξεις ξυλοδοκών στέγης (Πίν.99δ, εικ. δεξιά), παραπέμποντας στην Κρητομυκηναϊκή αρχιτεκτονική μέσω συναφών τοιχογραφιών, αλλά και σε έργα μικροτεχνίας της ίδιας περιόδου κυρίως από χρυσό και ελεφαντόδοντο.
Η χρήση του θέματος στην ταφική αρχιτεκτονική δεν απαντά συχνά και πρέπει να συνδεθεί με τάφους, οι οποίοι σύμφωνα και με άλλα στοιχεία ανήκαν ίσως σε μυκηναίους με κύρος11. 
Στην περίπτωση του 13ου τάφου των Ελληνικών η δίριχτη στέγη του μνημείου και η διακοσμητική ταινία πάνω από τη θύρα του -δάνεια από την οικιστική αρχιτεκτονική- θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν τον τάφο ως πραγματικό «Οίκο Νεκρών»12.
Κεντρικός θάλαμος. Έχει αετωματική οροφή, ολικού ύψ. 4,05μ., και ορθογωνική κάτοψη με μήκος πλευρών 4,60, 4,14, 4,40, 4,16μ. Κατά μήκος της βόρειας πλευράς του υπάρχει λαξευτό έδρανο, ύψ. 0,65 και πλ. 0,85μ. Στην οριζόντια επιφάνεια του εδράνου είχαν λαξευθεί ανά ζεύγη τέσσερις αβαθείς ορθογώνιες κοιλότητες με στρογγυλεμένες γωνίες, προφανώς για να υποδεχθούν τα πόδια ξύλινης νεκρικής κλίνης, στοιχείο πολύτιμο για τα ταφικά έθιμα της εποχής, που συναντάται και στον 6ο θαλαμωτό της νεκρόπολης των Ελληνικών. Το στόμιο του τάφου έχει βάθος 1,62-1,65μ. και ήταν φραγμένο με ξερολιθιά, η οποία σωζόταν μέχρι ύψος 1,63-1,73μ. Οι κατώτερες στρώσεις των λίθων της παρέμειναν στη θέση τους, προκειμένου να μην εισέρχονται όμβρια στο μνημείο μετά το πέρας της ανασκαφής του. Η ξερολιθιά αυτή αποτελούνταν κυρίως από ποταμίσιες πέτρες μεταφερμένες προφαντός από το χείμαρρο Ξερίλα, που κυλά ανατολικά της λοφοσειράς Ελληνικά.
Κατά μήκος της νότιας πλευράς του θαλάμου και σχεδόν μπροστά στην είσοδο του πλευρικού βρέθηκε απλός λάκκος λαξευμένος κάτω από το επίπεδο του τελικού δαπέδου, με στρογγυλεμένες τις στενές πλευρές και σε βάθος 0,31μ. από το δάπεδο. Έχει μήκος 4,14 και μέγιστο πλάτος 0,85μ.
Δεν βρέθηκαν στη θέση τους καλυπτήριες πλάκες και φυσικά ήταν συλημένος, εφόσον περιείχε μόνον ένα κρανίο στραμμένο προς τον πλευρικό θάλαμο, λίγα διάσπαρτα οστά και μερικά λεπτότατα χρυσά φυλλάρια. Αξιοπρόσεκτο στοιχείο του λάκκου είναι τα λαξευμένα «προσκεφάλαια» στις δύο στενές πλευρές του, προφανώς για να ακουμπούν τα πόδια και το κεφάλι του νεκρού.
Πλευρικός θάλαμος. 
Βρίσκεται νότια του κεντρικού θαλάμου και η θύρα ανοίγεται κοντά στην νοτιοανατολική γωνία του. Έχει ακανόνιστο τετράπλευρο σχήμα (3,25 x 2,40μ.), οροφή τοξωτή, που απέχει από το δάπεδο 2,07μ. και τοιχώματα ελαφρώς κυρτά, που κατά τόπους εμφανίζουν ρωγμές, ενώ αλλού έχουν καταπέσει. Η θύρα έχει ύψος 1,84 και πλάτος 0,87- 1,19μ. Και οι δύο ταφικοί θάλαμοι βρέθηκαν συλημένοι.
Με την ανασκαφή και του τάφου αυτού των Ελληνικών διαπιστώνεται ακόμη μια φορά ότι οι τάφοι της συστάδας Τσαγκλή και Κουτραφούρη ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους της Μεσσηνίας ως προς την κατασκευή για τις κατά κανόνα μεγάλες διαστάσεις, τη μνημειώδη αρχιτεκτονική μορφή και αξιοπρόσεκτες ιδιομορφίες στην όλη δομή τους, όπως οι δίριχτες οροφές, οι πλευρικοί θάλαμοι (αριστερά, δεξιά ή και πίσω από τον κεντρικό θάλαμο), τα λαξευτά «θρανία» που καταλαμβάνουν μία ή περισσότερες πλευρές των θαλάμων, η ύπαρξη ιχνών-αποτυπωμάτων που υποδηλώνουν την πιθανότατη χρήση ξύλινων ταφικών κλινών κατά τον ενταφιασμό των νεκροόν (τάφοι 6 και 13), και στην περίπτωση του 13ου τάφου η διακοσμημένη πρόσοψη13.


Θαλαμωτοί τάφοι στα Ελληνικά

Ανασκαφή 2002
Στη γνωστή συστάδα των θαλαμωτών μυκηναϊκών τάφων στα Ελληνικά Ανθείας, αποκαλύφθηκε κατόπιν λαθρανασκαφικής ενέργειας, ένας ακόμη θαλαμωτός τάφος, ο οποίος ονομάστηκε Ελληνικά 16 ή Τσαγκλή 13. Ο τάφος βρίσκεται σε απόσταση 5,50μ. περίπου, βόρεια του θαλαμωτού τάφου Ελληνικά 13 ή Τσαγκλή 11 (εικ. κάτω).


Τσαγκλή 13. 

Κατά την ανασκαφή, που διήρκεσε από τις 11 έως τις 28 Μαρτίου 2002, αποκαλύφθηκε ολόκληρος ο τάφος που είχε είσοδο προς Α. σύμφωνα με τον προσανατολισμό και των άλλων τάφων της ίδιας συστάδας.
Ο θάλαμος έχει κάτοψη ελλειψοειδή, ακανόνιστη, με μέγιστη διάμετρο 3,75 (Β.-Ν.) και ελάχιστη 2,80μ. (Α.-Δ.). 
Το στόμιο του τάφου, μήκ. 0,90 και πλ. 0,80-1μ., έφραζε ξερολιθιά, από την οποία σώζεται μόνο το εξωτερικό κατώτερο τμήμα της. Το άνω τμήμα της θύρας και η πρόσοψη του τάφου έχουν καταστραφεί από τους λαθρανασκαφείς. Το συνολικό μέγιστο σωζόμενο ύψος του θαλάμου είναι 1,90μ.
Ο δρόμος παρουσιάζει κατωφέρεια προς την είσοδο του τάφου και έχει συνολικό μήκος 8,90, πλάτος 1,70 στο στόμιο του τάφου και 1,10μ. στο ανατολικό του άκρο. 
Το μέγιστο ύψος του δρόμου φθάνει τα 2,30-2,20μ.
 Ο τάφος ήταν συλημένος ήδη κατά την αρχαιότητα, ενώ η επίχωσή του βρέθηκε διαταραγμένη και από την πρόσφατη λαθρανασκαφή. 
Στη βορειοδυτική πλευρά του ταφικού θαλάμου, πάνω στο δάπεδο, βρέθηκε μια αδιατάρακτη ταφή με το νεκρό, τοποθετημένο σε στάση συνεσταλμένη και το κρανίο προς ΝΑ. 

Δεξιά: α) Ελληνικά Ανθείας. Θαλαμωτός τάφος Ελληνικά 16 ή Τσαγκλή 13


Δεύτερη ταφή αποκαλύφθηκε στη βορειοανατολική πλευρά του θαλάμου, με το νεκρό, σωζόμενο κατά το ήμισυ, τοποθετημένο σε ύπτια στάση. Στο στόμιο του τάφου, βρέθηκαν θρυμματισμένα οστά, θραύσματα κρανίων και τμήμα ραμφόστομης πρόχου. Κατά τον καθαρισμό της σωζόμενης ξερολιθιάς βρέθηκαν δύο αποσπασματικά σωζόμενες άβαφες κύλικες, από τις οποίες η μία φέρει κάτω από τη λαβή διάτρητη οπή. Προς το ανατολικό άκρο του δρόμου, σε απόσταση 6,40 μ. από τη θύρα του τάφου, βρέθηκε λάκκος ανακομιδής, διαστ. 0,90x0,60 και βάθ. 0,23μ., ο οποίος περιείχε θρυμματισμένα οστά, δύο κρανία και τμήματα μεγάλου κλειστού άβαφου αγγείου από ερυθρωπό πηλό.

Γυναικεία ειδώλια και ένα ομοίωμα σκεύους ή άνθους. Άνθεια («Ελληνικά» – θαλαμωτοί τάφοι). -14ος/ 13ος αι.
Αριστερά: Επικασσιτερωμένη κύλικα, αγγείο πόσεως . Άνθεια: Θαλαμωτοί τάφοι -14ος αι. Δεξιά: Οπισθότμητη πρόχους, αγγείο για τη μεταφορά υγρών. Άνθεια: Θαλαμωτοί τάφοι -14ος αι.


Βιβλιογραφία και Πηγές:
-
Γ. Χατζή-Σπηλιοπούλου, Μαργαρίτα Κουμουζέλη. ΑΔ44 (1989)- Χρον. Σελ.:108
-Γ. Χατζή-Σπηλιοπούλου, ΑΔ47 (1992) Σελ. 121
-Ξένη Αραπογιάννη, ΑΔ51 (1996) Σελ. 190
-Γ. Χατζή-Σπηλιοπούλου, ΑΔ53 (1998) Σελ. 234
-ΑΔ56-59 (2001-2004) Σελ. 418
- Γ. Χατζή-Σπηλιοπούλου, Ο 6ος θαλαμοειδής τάφος Ελληνικών Ανθείας στη Μεσσηνία, Mitsopoulos-Leon (επιμ.), ό.π. (υποσημ. 11), σ.285- 298, πίν.29,1.
-Ιστότοπος Υπουργείου Πολιτισμού: Οδυσσεύς
-Ιστότοπος Δ. Σταματόπουλου: Η Μυκηναϊκή Άνθεια και η Δωρική Θουρία 
-Ιστότοπος: Ιστορία αρχαίας Θουρίας

1. Ως υπ’ αριθ. 1 τάφος Τσαγκλή χαρακτηρίστηκε ο θαλαμωτός που ερευνήθηκε πρώτος το 1987 από τη συνάδελφο Νικ. Κοκκοτάκη.
2. Βλ. σχετικά R. Hope Simpson, Mycenaean Greece, 1981, σ.129-130, εικ.12, όπου σχετική βιβλιογραφία και άλλες μνείες για την τοπογραφία της θέσης και την αρχαιολογική της σπουδαιότητα.
3. Για τον τύπο και τη χρονολόγησή του, πρβλ. BSA 66 (1971), σ.209, εικ. 1 και ιδιαίτερα πίν. 2 la, αριθ.6, που είναι ο πλησιέστερος προς το εύρημα από τα Ελληνικά.
4. Για την ταφική αυτή συνήθεια, που ενίοτε απαντά στην τοιχισμένη με ξερολιθιά θύρα των μυκηναϊκών θαλαμωτών τάφων, βλ. σποραδικά, Lord William Taylour. The Mycenaeans, London 1990 (Revised and enlarged edition), σ.84, εικ.70.
5. Για την κατοίκηση του λόφου κατά την περίοδο των «Σκοτεινών Χρόνων», βλ. σύντομα R. Hope Simpson, ό.π., σ. 130. Λεπτομερέστερη αναφορά σε αρχαιολογικό υλικό της περιόδου από την Άνθεια, βλ. W. D. Ε. Coulson, The Dark Age Pottery of Messenia, Göteborg 1986, σ.31-35 και ιδιαίτερα τα όστρακα στον πίν.6 (αριθ. 40-42) από την Άνθεια, τα οποία είναι όμοια με τα προερχόμενα από τον τάφο Τσαγκλή 2 των Ελληνικών.
6. Πρβλ. A. Furumark, Mycenaean Pottery, I, Stockholm 1972, FS, α. 136, εικ.6.
7. Για τον τύπο και τη διακόσμηση, πρβλ. R. A. Mountjoy, Mycenaean Decorated Pottery. A Guide to Identification, SIMA LXXIII, Göteborg 1986, σ.98, εικ. 116/3, όπου το αγγείο χρονολογείται στην YE ΙΙΙΒ1 περίοδο.
8. ΑΔ 44 (1989): Χρονικά, σ. 108 κ.έ.
9. ΑΔ 50 (1995): Χρονικά, σ. 178 κ.ε. Η ανασκαφή της στέρνας καθώς και του μυκηναϊκού τάφου Τσαγκλή 8 έγινε υπό την επίβλεψη της συμβασιούχου αρχαιολόγου της Εφορείας Ευαγγελίας Μαλαπάνη.
10.ΑΔ 44 (1989): Χρονικά, σ.109-110, Πίν.70α-γ.
11. Chr. Tsountas - J. Irving Mannat, The Mycenaean Age, London 1897, σ.133-134, εικ. 49-50. G. Mylonas, Mycenae and the Mycenaean Age, 1966, εικ. 114.
12. Πρβλ. ΠΑΕ1955, σ.254, όπου ο Σπ. Μαρινάτος χαρακτηρίζει το πεταλόσχημο κτίσμα του τύμβου Αγίου Ιωάννου Παπουλίων στη Μεσσηνία ως «...κενοτάφιον εν σχήματι οικίας, κοινή κατοικία πάντων των νεκρών τού τύμβου».
13. Γ. Χατζή-Σπηλιοπούλου, Ο 6ος θαλαμοειδής τάφος Ελληνικών Ανθείας στη Μεσσηνία, Mitsopoulos-Leon (επιμ.), ό.π. (υποσημ.11), σ.285- 298, πίν. 29,1.