.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2016

Η Κρήνη της αρχαίας Φιγαλείας



 Κατ’ Ιούνιον του 1927 οι κάτοικοι του επί της θέσεως της αρχαίας Φιγαλείας κειμένου χωρίου Παύλιτσα σκάπτοντες προς τα ΝΑ. του χωρίου αύλακα προς διοχέτευσιν των υδάτων πηγής τίνος αναβρυούσης εν θέσει Ντουνα απεκάλυψαν απροσδοκήτως τμήμα αρχαίου κτιρίου ανήκοντος εις την κάτωθι περιγραφομένην κρήνην. Εμποδισθείσης της περαιτέρω εργασίας των χωρικών ειδοποιήθη σχετικώς το Υπουργείον της Παιδείας, όπερ ανέθεσε την περαιτέρω αποκάλυψιν και μελέτην της κρήνης εις τον γράφοντα και τον έφορον των αρχαιοτήτων κ. Θ. Καραχάλιον. Τα πορίσματα της κατ’ Οκτώβριον του αυτού έτους ενεργηθείσης τελειωτικής σκαψής της κρήνης εκτίθενται εν τη παρούση μελέτη.


Η κρήνη είναι κατεσκευασμένη έξω του περιβάλλοντος την πόλιν τείχουςκατά την βάσιν πετρώδους κλιτύος βλεπούσης προς ΝΑ. και καταληγούσης εις αβαθές τι ρεύμα, όπερ δύναται ίσως να ταυτισθή προς παραπόταμον της υπό του Παυσανίου (Δ,24) μνημονευόμενης Νέδας. Δεδομένου δ' ότι συχνάκις κρήναι κατεσκευάζοντο παρά τας εισόδους των πόλεων2 δεν είναι απίθανον να υπήρχε εις το γειτνιάζον τη ημετέρα κρήνη και κατεστραμμένον νυν τμήμα του τείχους της Φιγαλείας πύλη τις ανάλογος προς την κατά την Β. πλευράν του περιβόλου της πόλεως σωζομένην3.
 Ως παρατηρεί τις εκ της παρατιθέμενης κατόψεως (εικ.2) ο όπισθεν του οικοδομήματος της κρήνης ημίβραχος διατέμνεται δι’ αυλακών, δι’ ών τελείται η μάστευσις του ύδατος. Αι αύλακες αυταί διατεταγμέναι εν σχήματι τραπεζίου έχουσι πλάτος και ύψος τοιούτον, ώστε να είναι οπωσδήποτε εφικτή η εντός αυτών κυκλοφορία ενός ατόμου. Όπου όμως το ύψος του βράχου ήτο μικρόν και δεν επέτρεπε την εντός του ίδιου πετρώματος λάξευσιν της οροφής των εκαλύπτοντο αι αύλακες διά προσθέτων πλακών οριζοντίως επί των τοιχωμάτων τεθειμένων (εικ.3).
 Το ύδωρ συλλεγόμενον διά των μαστευτηρίων αυλάκων εφέρετο δι’ αυτών προς ορθογώνιον
συλλεκτήριον δεξαμενήν, εισρέον εις αυτήν διά δύο απλών ορθογωνίων οπών παρά τας εσωτερικός γωνίας του ορθογωνίου ευρισκομένων (εικ.1). H δεξαμενή, διαστάσεων 3.60X 1.33μ., έχει τον πυθμένα αυτής πλακόστρωτον και εις βάθος από μεν του επιπέδου εισροής του ύδατος 1.00μ. από δε του εδάφους της προ της κρήνης πλατείας 0.68μ. (εικ.3). 

 Τα τοιχώματα αυτής μέχρι μεν του επιπέδου εισροής του ύδατος είναι πάντα διά μεγάλων λιθοπλίνθων (Quader) κατεσκευασμένα άνωθεν όμως του ειρημενού επιπέδου αι μεν δύο στεναί πλευραί του ορθογωνίου και η μακρά οπισθία συνεχίζονται δι’ ωραίας ψευδισοδόμου τοιχοποιίας (εικ.1 και 4) δι’ ης μορφούται το κτίριον της κρήνης και άμα συγκρατούνται τα χώματα της όπισθεν κλιτύος, η δε εμπρόσθια μακρά πλευρά αντί τοίχου έφερεν ανοικτήν στοάν, ης διετηρήθη κατά χώραν o 0.31 στενός και 0.185 υψηλός στυλοβάτης φέρων εκ του αυτού λίθου λαξευμένους ταπεινότατους (0.01) σφονδύλους4 διαμέτρου 0.31, σαφώς παρέχοντας τας θέσεις των δύο κιόνων της στοάς (μεταξόνιον 1.33) (εικ.5).


  Τας προς τους κίονας τούτους αντιστοιχούσας παραστάδας εσχημάτιζον τα άκρα των τοίχων των στενών πλευρών του ορθογωνίου. Και εκ μεν των τοίχων του κτιρίου, ων το πάχος είναι 0.40, διετηρήθησαν κατά μεν το δυτικόν ήμισυ της κρήνης τέσσαρες στρώσεις εναλλάξ χαμηλαί (0.225) και υψηλαί (0.80) κατά δε το ανατολικόν τρείς (εικ.4). Εκ δε των κιόνων της στοάς, οίτινες ήσαν ασφαλώς αρράβδωτοι5, ουδέν δυστυχώς ανευρέθη τεμάχιον. Επί της άνω επιφάνειας του στυλοβάτου, ήτις ευρίσκεται εις το αυτό οριζόντιον επίπεδον έφ’ ου και ο πυθμήν των οπών εισροής, υπάρχουσι λαξευμέναι εγκαρσίως τρεις μικραί ημικυκλικαί αύλακες, μια εν τω μέσω και δύο παρά τας γωνίας διαμέτρου 0.10 και βάθους 0.09.


  Αι αύλακες αυταί εχρησίμευον προς εκροήν των εκχειλίζοντων υδάτων της δεξαμενής. Η περιγραφείσα διάταξις εμφανίζει την ημετέραν κρήνην υπό τον σύνθετον τύπον αρυκρήνης (Schöpfbrunnen) άμα και ροοκρήνης (Laufbrunnen)· διότι αφ' ενός μεν ηδύνατό τις πλησιάζων εις τον στυλοβάτην να ρίψη εντός της δεξαμενής την υδρίαν προς πλήρωσιν, αφ' ετέρου δ' όμως και δια των αυλακών, αίτινες κείνται κατά 0.32 υψηλότερον του εξωτερικού δαπέδου ηδύνατο κλίνων κατά τι το αγγείον να επιτύχη την πλήρωσιν αυτού.
 Προς προστασίαν του τε ύδατος και των πελατών της κρήνης από του ήλιου και των ατμοσφαιρικών μεταβολών κατεσκευάσθη εις απόστασιν 1.30μ. προ της στοάς δεύτερα ανοικτή στοά εκ τεσσάρων κιόνων απαρτιζόμενη, ων οι μεν δύο μέσοι ανταποκρίνονται προς τους δύο εσωτερικούς κίονας οι δε δύο άκροι προς τας παραστάδας (εικ.2). Ως δε της εσωτερικής ούτω και της εξωτερικής στοάς διετηρήθη κατά χώραν ο στυλοβάτης κείμενος κατά 0.475 χαμηλότερον του εσωτερικού και υψούμενος κατά 0.01 υπεράνω της μεταξύ των δύο κιονοστοιχιών πλακοστρώσεως6. Επί του στυλοβάτου δε τούτου διετηρήθησαν, εκ του αυτού μετά των λίθων τεμαχίου ειργασμένοι, όμοιοι το ύψος προς τους της εσωτερικής κιονοστοιχίας σφονδυλίσκοι διαμέτρου όμως κατά τι μεγαλυτέρας (0.34) ως απαιτεί το λόγω της χαμηλοτέρας θέσεως του εξωτερικού στυλοβάτου μεγαλύτερον ύψος των εξωτερικών κιόνων.


Ευτυχώς της εξωτερικής κιονοστοιχίας, ήτις εσχημάτιζε και την πρόσοψιν της κρήνης, διετηρήθη τεμάχιον δωρικού μαρμάρινου κιονοκράνου (εικ. 6) μετ’  άβακος πλευράς 0.41 και ύψους 0.067 και εχίνου σχήματος τετάρτου κύκλου φέροντος κάτωθεν αντί ιμάντων απλήν απόθεσιν, δι’ ης ενούται προς το αρράβδωτον αυτού υποτραχήλιον. Επί της κάτω επιφάνειας του υποτραχηλίου τούτου διετηρήθη ο γόμφος, όστις παρέχει εις ημάς το μήκος 0.32 της άνω διαμέτρου του κίονος ανταποκρινόμενον δι’ ελαφράς μειώσεως προς την επί του στυλοβάτου μετρουμένην κάτω διάμετρον 0.34. Πλην δε του κιονοκράνου ευρέθησαν κατά την ανασκαφήν και δύο σφηνοειδή τεμάχια (εικ.7), άτινα, ως εκ του σχήματος αυτών ασφαλώς συμπεραίνομεν, ανήκον εις το τύμπανον του αετώματος, δι’ ου εστέφετο η πρόσοψις της κρήνης.


Η κλίσις των τεμαχίων είναι 1:5.27, η εμπρόσθια επιφάνειά των είναι λεία, το δε μικρόν (0.30) πάχος των ανταποκρίνεται πλήρως προς το ελαφρόν αέτωμα του μικρού της κρήνης κτιρίου. Δυστυχώς δεν ανευρέθη τεμάχιον τι του επιστυλίου και του γείσου, άτινα μετά του επικράνου των παραστάδων συνεπληρώθησαν φανταστικώς εν τη παρατιθεμένη προοπτική αναπαραστάσει του μνημείου (εικ.8), εν τη οποία, στηριζόμενος εις παρόμοιας φύσεως και εποχής έργα, κατήργησα την εκ τριγλύφων ζωφόρον, στηρίξας το γείσον απ’ ευθείας επί του επιστυλίου.
 Δεξιά και αριστερά του κεντρικού κτιρίου της κρήνης απεκαλύφθησαν συνεχόμενα προς τας παραστάδας αναλήμματα, ων το προς δυσμάς κάμπτεται εις απόστασιν 1.52 προς ορθήν γωνίαν συνεχιζόμενον προς νότον και σχηματίζον το δυτικόν όριον της προ της κρήνης πλακόστρωτου πλατείας, ήτις προς ανατολάς έμενεν ανοικτή χάριν της άνετου προσπελάσεως. Αναφέρομεν εν τέλει ότι δεξά και αριστερά της εξωτερικής στοάς της κρήνης απεκαλύφθησαν και πύελοι λαξευμέναι εντός μεγάλων πωρολίθων προφανώς χρησιμεύουσαι ως πίστρα δια ζώα.



 Εν συγκρίσει προς τας μέχρι τούδε γνωστάς αρκαδικάς κρήνας -Λυκαίου7, Λυκοσούρας8, Λουσών9, Στυμφάλου10- η κρήνη της Φιγαλείας παρουσιάζεται κατά πολύ μνημειωδεστέρα λόγω της διπλής κιονοστοιχίας, ήτις σχηματίζει την πρόσοψίν της υπολείπεται όμως εις μεγαλοπρέπειαν και εις κλίμακα ετέρων κρηνών της αρχαϊκής και κλασσικής περιόδου -Αθηνών11, Κορίνθου12, Ρόδου13 και άλλων.
 Ως προς τον τύπον της κατόψεως αυτής η κρήνη της Φιγαλείας πλησιάζει τον υπό στοιχείον Ζ του υπ' εμού δημοσιευθέντος14 καταλόγου των επί αγγείων παριστωμένων κρηνών, με ταύτην την διαφοράν, ότι ενταύθα η εξωτερική κιονοστοιχία είναι ελευθέρα και ουχί εν παραστάσι.
Τον χρόνον της κατασκευής της εξεταζομένη κρήνης συνάγομεν:
α) Εκ του ψευδισοδόμου συστήματος τοιχοδομίας της όπερ, ως γνωστόν, είναι εν μεγάλη χρήσει κατά τους ελληνιστικούς χρόνους15. 
β) Εκ του σχήματος Π (πει) των συνδεόντων τους λίθους συνδέσμων, χρησιμοποιουμένου εν Αρκαδία από του τέλους του -4ου αιώνος16 και τέλος
γ) Εκ της μορφής του ευρεθέντος κιονοκράνου, ιδιαζούσης εις ελληνιστικών χρόνων δευτερεύοντα έργα. Κατά ταύτα η κρήνη της Φιγαλείας είναι πιθανώτατα έργον του τέλους του -4ου ή του -3ου αιώνος.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ K. ΟΡΛΑΝΔΟΣ
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ 1927 -28

1 Όρα διάγραμμα των τειχών της Φιγαλείας παρά Blouet: Expédition Scientifique de Morée Τόμ.2 πιν.1.

2. Π.χ. εν Α θήναις κατά το Δίπυλον, ένθα όμως η κρήνη εύρηται εσωτερικώς της πύλης. Όρα κάτοψιν παρά von Alten: Athenische Mitteilungen 1878 πιν.IV, c.
3. Εικών της πύλης ταυτής παρά Blouet E xpédition τόμ.2 πιν.2.
4 Όμοιους μικρότατου ύψους σφονδύλους φέρουσι επί του στυλοβάτου των και αι εκατέρωθεν της εν τω εν Τ ήνω ίερω του Ποσειδώνος και της Αμφιτρίτης εξέδρας κρήναι. Όρα εικόνα παρά Demoulin εν Bulletin de Correspondance Hellénique 1902, 408 και εν Musée Belge 1902, 440 1903, 37. 
5 Τούτο συνάγεται ου μόνον εκ των σωζομένων επί του στυλοβάτου σφονδυλίσκων αλλά και εξ άλλων συγχρόνων παραδειγμάτων κρηνών εν αίς σώζονται οι αρράβδωτοι λίθινοι σφόνδυλοι ως π. χ. του της εν Δήλω Μινόης F. Courby Exploration arch, de Délos Paris 1912, 105 και του της Τήνου.
6 Εν τη τομή της εικόνος 3 η μεταξύ των δύο κιονοστοιχιών πλακοστρωσία εσχεδιάσθη εκ παραδρομής κατά 0.10 χαμηλότερα του εξωτερικού στυλοβάτου αντί 0.01
7 Κουρουνιώτης: Πρακτικά της Άρχ. Εταιρείας 1909, 198.
8 Ορλάνδος: Άρχαιολ. Έφημ. 1911, 200-206.
9 Reichel- Wilhelm: Österreichische Jahreshefte 1901, 16.
10 Ορλάνδος: Πρακτ. Άρχ. Έταιρ. 1923, 52.
11 Gräber: Ath. Mitt. 1905, πιν.2, Antike Denkmäler II πιν. 37, 38.
12 Elderkin: Amer. Journ. of Arch. 1910,21-50 (Γλαύκη), Richardson:εα. 1902, 321-326 (Πειρήνη).
13 Maiuri-Jacopich: Clara Rhodos I 1928, 79 (Κρήνη Φιλερήμου).
14 Άρχαιολ. Έφημ. 1916, 100.
15 Παραδείγματα κτιρίων μετά ψευδισοδόμου τοιχοποιίας Ορλάνδος: Άρχ. Έφημ. 1917, 215. 115 Dickins: Annual of the Brit. School X II, 117. Π6λ. Dörpfeld: A th. M itt, 18, 221.