Όταν το 1976 η Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών επανεξέδιδε διά της φωτομηχανικής αναπαραγωγής την Επιτομήν της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος του Αμβροσίου Φραντζή με Εισαγωγήν του Γεωργίου Π. Κουρνούτου και μου ανετίθετο η σύνταξις γενικού αλφαβητικού ευρετηρίου και η όλη επιμέλεια της επανεκδόσεως1, η παλαιοτέρα μου από την συνήθη επιστημονικήν χρήσιν γνωριμία με το ιστορικόν έργον του πρωτοσυγκέλλου Αμβροσίου Φραντζή μετεβλήθη σε πνευματική αναστροφή και ιστορικόν διάλογον μαζί του. Ήδη, τύχη αγαθή, μου δίδεται η ευκαιρία ενώπιον του Β' Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών εδώ στην πόλιν, όπου ο πρωτοσύγκελλος έζησε και είχε την έδραν της όλης του δραστηριότητος, να προβώ εις ανακοίνωσιν, που δεν αναφέρεται μεν στον βίον και το εκκλησιαστικόν, πολεμικόν, πολιτικόν και ιστορικόν εν γένει έργον του, έχει όμως πολύ στενήν σχέσιν προς την Μεσσηνίαν, Πρό του Κουρνούτου και άλλοι ησχολήθησαν με τον Φραντζή καθόλου ή εν μέρει. Ο Κ. Καλαντζής2, ο πρωθιερεύς Ν. Παπαδόπουλος3 και ό Τ. Γριτσόπουλος4. Ο τελευταίος έχει τοποθετήσει το ιστοριογραφικόν έργον του ανδρός δι' αναλύσεως αυτού. Πρόθεσις του Φραντζή ήταν να συγγράψη γενικήν ιστορία, αλλά περιωρίσθη εις την «Επιτομήν» των αναφερομένων εις την Πελοπόννησο και πάντως δεν γράφει απομνημονεύματα, είναι δε μετριοπαθής, δίκαιος και αξιόπιστος πληροφορητής.
Δεν έχω πρόθεσιν ν’ ασχοληθώ με την μορφή ή την αξία του ιστορικού έργου του Αμβροσίου Φραντζή γενικώς ή ειδικώς, εμμέσως όμως ίσως η ανακοίνωσις συμβάλη εις την κατανόησιν του έργου. Εκείνο που ενδιαφέρει εδώ είναι να εξετάσωμε την σημασία που έχει το έργον του πρωτοσυγκέλλου Φραντζή με όσα και όπως εκθέτει για τα επαναστατικά γεγονότα της Μεσσηνίας, συγκρινόμενα ή εξεταζόμενα παραλλήλως προς όσα γράφουν οι σύγχρονοί του ιστοριογράφοι του Αγώνος και καθ’ εαυτά κρινόμενα. Προκαταβολικώς πρέπει να σημειωθή ότι το έργον του Φραντζή εξεδόθη από του 1839 μέχρι του 1841. Πρό αυτού είχαν εκδοθή τα απομνημονευτικά έργα του Π. Πατρών Γερμανού και του Χρ. Περαιβού, τα οποία και λέγει ότι ανέγνωσε ο πρωτοσύγκελλος.
Ο Φραντζής, ώς γνωστόν, στα πρώτα 6 κεφάλαια του Α' τμήματος του πρώτου τόμου της Επιτομής του δίδει εισαγωγικά πολύτιμες πληροφορίες για την εν γένει κίνησιν κατά την προεπαναστατική περίοδο στην Πελοπόννησο με την ακόλουθη διάταξι:
Κεφ. Α ́: Περί της καταστάσεως της Πελοποννήσου από της επανεγκαταστάσεως των Τούρκων.
Κεφ.Β ́-Γ ́: Περι των γεγονότων του 1770 και μάλιστα ώς προς τα επακόλουθα τής εξεγέρσεως.
Κεφ. Α ́: Καταστροφή Αλβανών.
Κεφ. Ε. Δράσις Κλεφτών.
Κεφ. ΣΤ ́: Διοίκησις Πελοποννήσου επί Βελή πασά5.
Τα τμήματα Β' και Γ' του πρώτου τόμου αφιερώνονται στην προετοιμασία του Αγώνος, την δράσι της Φιλικής Εταιρείας και τα διατρέξαντα στην Μολδοβλαχία6.
Με το Δ' τμήμα του ιδίου τόμου εκτίθενται τα συμβάντα στην Kων/πολι και στη Σμύρνη κατά την έναρξι της εξεγέρσεως7.
Τα τμήματα Ε' και ΣΤ' και τό Παράρτημα αφιερώνονται στα επαναστατικά γεγονότα της Πελοποννήσου. Ειδικώτερα με τα Κεφάλαια Α' και Β' του Ε' τμήματος εξετάζεται η Φιλική δραστηριότης και προετοιμασία στην Πελοπόννησο. Με το κεφάλαιον Γ ́ η άφιξις του Θ. Κολοκοτρώνη στη Μάνη, τα συμβάντα στην Καλαμάτα και η έναρξις της Επαναστάσεως. Το Β' κεφάλαιον περιέχει την πολιορκία του Νεοκάστρου, τον αποκλεισμό των Αρκαδίων Οθωμανών στα φρούρια Μεθώνης και Νεοκάστρου και την πτώσι του.
Το Παράρτημα αναφέρεται στην καταστροφή των Λαλαίων, την πολιορκία και παράδοσι της Μονεμβασίας, τα γεγονότα στο Λεοντάρι, Ολυμπία, Καρύταινα8.
Κατ’ αρχήν στην Μεσσηνία ανοίγει την επαναστατική αυλαία κατά την αφήγησι Φραντζή η παρουσία του Θ. Κολοκοτρώνη με τον Νικηταρά στην Μάνη και η εμφάνισις του Γρηγορίου Δικαίου- Παπαφλέσα εις Μαρδάκι- Καλαμάτα- Μάνη, από όπου αρχίζει γενική δραστηριότης9. Περί του αρχιμανδρίτου ο πρωτοσύγκελλος δεν εκφράζεται ενθουσιωδώς10, δέχεται όμως ότι ο Γρηγόριος Δικαίος με διαφόρους μωρολογίας εκίνησεν εις ενθουσιασμόν τους πάντας και ότι εφάνησαν όλα αυται αι μωρολογίαι ωφέλιμοι, διότι με αυτές εγεννήθη ενθουσιασμός και απεδέχθη και ο Π. Μαυρομιχάλης την 25 Μαρτίου ως ημέρα ενάρξεως της Επαναστάσεως11.
Μόνος ο Φραντζής πληροφορεί ότι πλοίο με πολεμοφόδια έφθασε στην Καρδαμύλη προερχόμενον από την Σμύρνη. Την 18 Μαρτίου ο Νικηταράς με 250 οπλοφόρους και 200 ζώα ανέλαβε την μεταφορά των πολεμοφοδίων στο Μαρδάκι, Μέρος του φορτίου μετεφέρετα νύκτα, αλλά διήλθε πλησίον της Καλαμάτας με το φώς της ημέρας και το πράγμα αντελήφθη ο βοεβόδας και υπώπτευε πώς κάτι προετοιμάζεται, γι' αυτό έλαβε μέτρον ν’ αναχωρήση πλέον από την Καλαμάταν με τους υπό την οδηγία του Οθωμανούς. Ειδοποιήθη ο Νικηταράς και με 200 οπλοφόρους κατέλαβε την πλησιεστέρα και στενωτέρα θέσι της εις Τριπολιτζάν απαγούσης εκείνης οδού. Ο βοεβόδας τα επληροφορήθη και παρέμεινε στην Καλαμάτα12. Η έκθεσις του Φραντζή είναι αναλυτική. Μερικά από τα συμβάντα τηλεγραφικώς περιέχουν μερικοί από τους άλλους άπομνημονευτάς.
Αυτά που άφηγείται ο Φραντζής γνωρίζει ο ίδιος από πρώτο χέρι, άν και δεν ήταν παρών σε όσα διεδραματίσθησαν στην Καλαμάτα και πέριξ αυτής μέχρι 18 ή 19 Μαρτίου. Φυσικά εξετάζονται τα συμβάντα με μεγάλη συνάρτησι πρός όσα εγίνοντο στην καρδιά τής Μάνης και προς όσα γενικώτερα ενεργούσεν ο Παπαφλέσας. Αλλά δεν είναι ανάγκη ώς πρός αυτά να προσφύγωμε στους άλλους απομνημονευτάς, που ώς επί το πλείστον έμαθαν εκ των υστέρων και πάλιν δεν επεκτείνονται. Όσα προσφέρει ο Φραντζής είναι τα σχετικώς περισσότερα και πλέον κατατοπιστικά, αδιάφορον αν θα ήθέλαμε περισσότερες λεπτομέρειες από τον άνθρωπον, που ήταν εγγύτερα πρός τα πράγματα.
Ο Φραντζής αναφέρει εν συνεχεία τον φόνον υπό του Νικηταρά του γνωστού Καλαματιανού Τούρκου Μουράτη στην ενέδρα πλησίον της Καλαμάτας, από όπου επεχείρησε ν’ αναχωρήση οικογενειακώς. Το επεισόδιον δεν χρονολογείται εδώ, αλλ' αφού την 21 Μαρτίου προκαλεί την συγκέντρωσι εν σπουδή των Οθωμανών μετά του βοεβόδα εις τα πλέον οχυρά οικήματα της Καλαμάτας, πρέπει να τοποθετηθή πιθανώτατα στην προηγουμένη (20 Μαρτίου)13. Έτσι εισερχόμεθα στο επαναστατικόν πεδίον. Ο Φραντζής βεβαιώνει ότι σε συνελεύσεις μεν στη Μάνη ενεκρίθη να γίνη η έναρξις της αποστασίας την 25 Μαρτίου, αλλά στις 22 του μηνός έφθασαν στην Καλαμάτα ο Μούρτζινος, ο Κολοκοτρώνης, ο Αναγνωσταράς, ο Δικαίος, ο Κεφάλας, οι υιοί του Π. Μαυρομιχάλη, ο Κατσής και λοιποι πρόκριτοι της Μάνης με 2.000 οπλοφόρους, εκτός των ενεδρευόντων 200 του Νικηταρά. Αλλά συμπληρώνει την είδησιν προσθέτοντας ότι μεταξύ της 22 και 23 Μαρτίου συνήχθησαν εις την Καλαμάταν περισσότεροι τών 5000 Μανιατών μετά τών αρχηγών των, τών οποίων δίδει τα ονόματα14. Οι ειδήσεις αυτές δεν προσφέρονται από άλλους απομνηνονευτάς λεπτομερώς, διά τούτο έναντι αυτών πλεονεκτεί ο Φραντζής15. Γενικώτερα παρατηρεί κανείς ότι η περιγραφή του Φραντζή είναι απλή, λιτή, αθόρυβη, όπως και φαίνεται ότι ήταν η συγκέντρωσις των οπλοφόρων με τους καπεταναίους που αναφέρονται ονομαστικώς. Δεν μνημονεύεται εδώ ο αριθμός των Τούρκων, οι οποίοι ζούν στην Καλαμάτα οικογενειακώς, και της ενόπλου φρουράς. Πάντως δεν υπήρχε τουρκικό στρατιωτικόν σώμα, ώστε να είναι ανάγκη εκστρατείας και κυκλώσεως της Καλαμάτας. Αλλού ο σ. αναγράφει 30 οικογένειες τουρκικές στην Καλαμάτα και εξ αυτών διευκρινίζει οπλοφόρους της εξουσίας παρευρεθέντας 135.16
Ο Πρωτοσύγκελος Αμβρόσιος Φραντζής, 1771- 1851 |
Διά την παράδοσι των Τούρκων της Καλαμάτας, προσθέτει ο Φραντζής την είδησιν, ότι συνεστήθη ευθύς επιτροπή 10μελής. Αυτή κατέγραψε και παρέλαβε τα όπλα και τα έπιπλά τους. Ακόμη ασφαλίσθησαν οι αποθήκες με τα γεννήματα. Οι παραδοθέντες εκλείσθηκαν σε 4 οικήματα και, όπως λέγει, τους επεφυλάχθη φιλική μεταχείρισις, με δαψίλειαν και αφθονίαν αλλά μετ' ολίγας ημέρας διά κάθε ενδεχομένην υποψία μερικοί εστάλησαν εις Μάνην και άλλοι εις Μεσσηνιακάς κώμας. Ο σ. προσθέτει ότι αυτούς και όσους ολίγους παρέμειναν στην Καλαμάτα έκ διαλειμμάτων κατέφαγε το φεγγάρι (εθανατώνοντο τη νύκτα, ώς επεξηγείται). Ακόμη προστίθεται ότι εσφραγίσθησαν οι σιταποθήκες. Από τα δημητριακά εκείνα μέρος εχρησίμευσε για διατροφή των στρατευμάτων, ενώ το επίλοιπον παρημαλώθη παρά των Μανιατών, επιστατούντος του Ιωάννου Κατζή Μαυρομιχάλη.18
Μεταφερόμεθα ήδη στον πανηγυρισμό του ιστορικού γεγονότος. Μετά την μεσημβρίαν της αυτής ημέρας (24 Μαρτίου) -περιγράφει επί λέξει ο Φραντζής- ειδοποίησαν κατά πρόσκλησιν των αρχηγών Ελλήνων τον εν Καλαμάτα ευρεθέντα κλήρον, συγκείμενον από 24 ιερείς και ιερομονάχους, οίτινες ενδεδυμένοι τάς ιερατικάς στολάς, φέροντες και τάς αγίας εικόνας συνήλθον εις το χείλος του ποταμού της πόλεως, όπου συνηθροίσθησαν και άπαντες οι Έλληνες πλέον τών 6 χιλιάδων στρατιωτικοί, πολιτικοί, έμποροι και λοιποι άνδρες, γυναίκες και παίδες. ευθύς δε εψάλη η πρός τον Ύψιστον δοξολογία και παράκλησις διά την έναρξιν του υπέρ πίστεως και πατρίδος αγώνος με δάκρυα χαράς και αγαλλιάσεως εις τους οφθαλμούς πάντων19. Ολοι στο τέλος ασπάσθηκαν με ευλάβεια τις άγιες εικόνες, επιλέγει ο Φραντζής, προφανώς αρχόμενοι από θεού και επικαλούμενοι την βοήθειά του για το μέγα εγχείρημα.
Οι διαδοχικές εικόνες είναι εκτάκτως ζωηρές. Τόσο φαίνονται εκ του φυσικού, ώστε δεν έχουν ανάγκη σχολιασμού. Ωστόσο, την γραφική εικόνα πληροφορούμεθα από τους άλλους απομνημονεύτας ώς εξής με μεγάλη συντομία: Φωτάκος: Την αυτήν ημέραν εψάλη δοξολογία από τους Καλαματιανούς ιερείς εις τον ποταμόν, Σπ. Τρικούπης: εψάλη πάνδημος δοξολογία επί τον παραρρέοντα ποταμόν και έγινε δέησις. Σπηλιάδης: Την 24 εψάλη παράκλησις εις τον θεόν διά την σωτηρίαν και ελευθερίαν της πατρίδος παρά τον Πάμισον ποταμόν. Την περιγραφήν των γεγονότων της Καλαμάτας ο Φραντζής κατακλείει με πληροφορίες για την περαιτέρω κίνησιν των οπλαρχηγών: Κολοκοτρώνης προς Σκάλα- Λοντάρι- Καρύταινα. Νικηταράς προς Πισινά χωριά και Σαμπάζικα- Λοντάρι. Ηλίας Μαυρομιχάλης κ.ά. Μανιάτες και εντόπιοι προς Τριπολιτζά. Τους τελευταίους λέγει ο σ. ότι συνήντησε ο ίδιος στη Σκάλα ερχόμενος από Κυπαρισσία και επέστρεψε αμέσως στην Αρκαδία.20
Η φάσις αυτή της αφηγήσεως Φραντζή τερματίζεται με τον διασκορπισμόν των επαναστατών στις κατευθύνσεις που υποτίθεται ότι τις προώριζε κάποιο στρατιωτικόν σχέδιον, δηλ. ο Θ. Κολοκοτρώνης την 25 Μαρτίου εκινείτο με 300 Μανιάτες πρός Σκάλα- Λοντάρι- Καρύταινα, ο Νικηταράς προς Σαμπάζικα- Λεοντάρι με 350 όπλοφόρους, οι άλλοι (ονομαστικώς μνημονευόμενοι) με 250 προς Τριπολιτζά. Τούτους συνήντησε ο σ. στη Σκάλα κ' επέστρεψε στην Αρκαδία. Το αμέσως επόμενο τμήμα έκτον ασχολείται εις μεν το Α' κεφάλαιον με την πολιορκία της Κορώνης, τα δε Β' και Γ ́ με την πολιορκία Νεοκάστρου- Μεθώνης και τα γεγονότα της Αρκαδιάς μέχρι και της πτώσεως Νεοκάστρου και Μονεμβασίας. Το κεφάλαιον Δ' ασχολείται με τους Οθωμανούς του Λεονταρίου, το Ε' με τους Φαναρίτες και άλλους και κλείνει ο τόμος. Συνοψίζομε με ταχύτητα τα κατά την Κορώνην.
Οι Έλληνες οι κατοικούντες στο Βαρούσι (προάστιον) της Κορώνης παραπλανούσαν τους Οθωμανούς, οι οποίοι την 25 Μαρτίου βιαίως εισήγαγαν στο φρούριο τον Κορώνης Γρηγόριον, Φιλικόν μη μεμυημένον, τον υπεχρέωσαν δε να προσκαλέση εκεί ιερείς και χριστιανούς. Αλλ' οι Έλληνες του Βαρουσίου απέδρασαν, ενώ ωργάνωσαν την πολιορκία της Κορώνης ο Γ. Δαρειώτης από το Νησί με 250 οπλοφόρους και ο Αντ. Μαυρομιχάλης χωρίς τους Κορωναίους, οι οποίοι δυσπιστούσαν προς τον Δαρειώτη, αλλ. από της 26 Μαρτίου η πολιορκία άρχισε να στενεύη με συμμετοχήν πολλών σωμάτων μ' εντοπίους αρχηγούς, οι οποίοι μνημονεύονται ονομαστικώς.
Εσημειώνοντο τουρκικές έξοδοι, αλλ’ απεκρούοντο οι περισσότερες. Οι πληροφορίες είναι πολλές άλλ' όχι της ιδίας αξίας και της ιδίας σημασίας (διάλογοι με πολιορκημένους, Μανιάτες λαφυραγωγούντες, ενθουσιασμός κατοίκων, συμμετοχή στον αγώνα του λαού, γεωργικές απασχολήσεις, επαφές πολεμικές και άλλες τουρκικές ενέργειες). Η πολιορκία εχρόνισε, ο επίσκοπος Κορώνης ερρίφθη από τις επάλξεις, οι πολιορκούμενοι ανεφοδιάζοντο από τον τουρκικό στόλο και με διακοπές η πολιορκία συνεχίζετο με διάφορες φάσεις, μία των οποίων τον Φεβρουάριο 1823 περιγράφεται δια μακρών. Τελικώς η Κορώνη δεν έπεσε μέχρι της αφίξεως του Ιμπραήμ. Η προσφερομένη ύλη καταλαμβάνει πολλές σελίδες21, δεν είναι όμως παντού και πάντοτε πρωτότυπη, διότι αντιστοίχως προσφέρουν ενδιαφέρουσες ειδήσεις και οι άλλοι απομνημονευταί, ώστε η έκθεσις Φραντζή συμπληρώνεται με διασταύρωσιν, πάντως οι ειδήσεις του και πλεονάζουν και υπερτερούν.
Και ο μεν Φωτάκος δεν λέγει σχεδόν τίποτε για την πολιορκία της Κορώνης. Ο Σπ. Τρικούπης και ο M. Οικονόμου το ίδιο. Λίγα αλλά περιεκτικά λόγια αφιερώνει ο Φιλήμων, ο οποίος και δίδει την σαφή εικόνα των γενομένων22. Μακρότερο λόγο κάνει ο Σπηλιάδης, ο οποίος και αναφέρει με συντομία την απομάκρυνσι των κατοίκων με ευφυές σχέδιον, περιγράφει διά περισσοτέρων την αμφίρροπη στάσιν των Ελλήνων ηγετών, την εξέγερσι, την συμπλοκή παρά τα Βουνάρια, την οποία δεν αναφέρει ο Φραντζής, την λαφυραγωγία των Μανιατών, τον διασκορπισμόν των Ελλήνων, την οργάνωσι τέλος της πολιορκίας και την τύχη του Κορώνης Γρηγορίου23. Αλλού επίσης ο Φραντζής δίδει τον αριθμό 250 τουρκικών οικογενειών της Κορώνης, εκ των οποίων 525 παρευρεθέντες οπλοφόροι24.
Ερχόμεθα τώρα στα γεγονότα της Τριφυλίας25. Εγνώριζε, λέγει, ο ίδιος ότι οι Τούρκοι της Αρκαδίας ήσαν σκληροί, ισχυροί κ' εξαγριωμένοι από όσα εμάθαιναν ή υπώπτευαν. Η Αρκαδική ηγεσία προσπαθούσε να τους καθησυχάση με κάθε τρόπο. Ο βοεβόδας Αρκαδίας Χουσεΐν σπαής Αλημπεόπουλος εζήτησε από τον πρωτοσύγκελλο δανεικά 5.000 γρόσια και τον επίεζε αρνούμενον, τον εξεβίαζε, έως ότου απέσπασε περίπου τα μισά. Πρωτοσύγκελλος, Αναστ. Κατζαρός, Μήτρος Αναστασόπουλος απειλούντο με φόνο, οι δε κάτοικοι με σφαγές, αν και η γενναιότης των Ντρέδων αποτελούσε ανάσχεσιν των τουρκικών αυτών προθέσεων.
Την 21 Μαρτίου έφθασαν φήμες τρομερές. Ανησύχησαν οι Οθωμανοί και οι Οθωμανίδες κι άρχισαν να μαζεύουν τις αποσκευές τους. Πόσοι ήσαν δεν αναφέρεται εδώ, άλλ αναφέρονται αλλού στην Κυπαρισσία, Φιλιατρά και Ζούρτσα 605 οικογένειες συνολικά, εκ των οποίων 1250 οπλοφόροι. Γιά την περιοχή ο Φραντζής26 είναι πολύτιμος πληροφορητής. Οι ιδιοκτήτες χωρίων παρήγγειλαν να τους φέρουν ζώα για μετακίνησι. Την 25 Μαρτίου ήλθαν πράγματι στην Κυπαρισσία πολλοί ίπποι και ημίονοι, για να μεταφέρουν τους Τούρκους στα φρούρια Μεθώνης και Νεοκάστρου. Το απόγευμα της ιδίας ημέρας οι Τούρκοι τρομοκρατημένοι από διαδόσεις ανέβηκαν στο φρούριο της Ακροπόλεως Κυπαρισσίας. Οι Έλληνες κάτοικοι Κυπαρισσίας (220 οικογένειες τότε) έφθασαν εις απελπισίαν, αλλ’ ηγνόουν τι να πράξουν προς θεραπείαν του κακού. Στις 24 Μαρτίου οι Τούρκαι απεφάσισαν να εγκαταλείψουν την πόλι, διεδόθη μάλιστα ότι θα έπαιρναν μαζί τους και τους ηγέτες της επαρχίας (Φραντζήν, Αναστασόπουλον, Πονηρόπουλον, Κατζαρόν) και θα εφόνευαν όσους συναντούσαν και μπορούσαν.
Κατόπιν αυτών 160 Ντρέδες εκλεκτοί κατέλαβαν το Κακόρρεμα, εν αναμονή της εξελίξεως. Πρωτεργάτες ήσαν ο πρωτοπαπάς Δημήτριος Τζώρης, ο Αλέξιος Φούτζης, Αντώνιος Δάρας, Αλέξιος από Σιδηρόκαστρο (Φιλικοί κατηχημένοι από τον πρωτοσύγκελλο). Σκοπός τους δεν ήταν να επιτεθούν κατά των Τούρκων, αλλά να ελευθερώσουν τους ηγέτες αν απήγοντο. Οι κάτοικοι Κυπαρισσίας (οι πλείστοι αμύητοι) έμφοβοι εισήλθαν στό οχυρόν κατάστημα της Μητροπόλεως. Την νύκτα της 24 Μαρτίου γράμματα από Τριπολιτζά παρήγγελλαν πρός τους αγάδες να είναι οι Τούρκοι όλοι ώπλισμένοι και ο πρωτοσύγκελλος να σταλή να συγκρατήση τους ραγιάδες μην τύχη και πάρη ο νούς των αέρα27. Εκλήθη ο πρωτοσύγκελλος στο φρούριο την νύκτα, αλλ' ευσχήμως αρνήθηκε. Ηταν σχεδόν ταμπουρωμένος στην Μητρόπολι.
Το ίδιο βράδυ (24 Μαρτίου) 100 ένοπλοι Τούρκοι έξω από την Μητρόπολι εφύλασσαν άυπνοι, άλλοι 200 στα προαύλια των δύο τζαμίων με σκοπιές στους λόφους αγρυπνούσαν μήπως εισέλθουν ελληνικά στρατεύματα. Διέρρευσε η πληροφορία, ότι οι Τούρκοι συν γυναιξί και τέκνοις επρόκειτο ν' ασφαλίσουν τις οικογένειές τους στα φρούρια Μεθώνης- Νεοκάστρου και να επιστρέψουν. Τούρκοι αξιωματούχοι εισήλθαν στην Μητρόπολι και συνωμίλησαν με τον πρωτοσύγκελλο, τον οποίον παρώτρυναν να εξέλθη στην επαρχία και να νουθετήση τους κατοίκους, ενώ αυτοί θα ασφάλιζαν τις οικογένειές τους στα κάστρα και θα ανελάμβαναν την προστασία του ραγιά στον τόπο28.
Για να εκπληρώση την εντολήν των κυριάρχων ο πρωτοσύγκελλος εβγήκε με συνοδεία ασφαλείας και ακολουθίας. Αλλά εδημιουργήθη παρεξήγησις για την αποστολή αυτή και δύο εκ των Οθωμανών, Χουσεϊνάκης και Μεχμέτης Κουσιουρής, ζορμπάδες της Κυπαρισσίας, απεφάσισαν ομού με άλλους 75 Οθωμανούς και εξήλθον τρέχοντες κατά την θέσιν Αλιμάκι και να τον επιστρέψωσιν οπίσω. Ο πρωτοσύγκελλος έδωσε εντολή στους 4 σεϊμένηδες συνοδούς τους να επιστρέψουν. Οι 75 που τον κατεδίωκαν δεν τον έφθασαν, ενώ τους είδε να πλησιάζουν στο Κακόρρεμα. Εκεί ευρίσκοντο οι 160 Ντρέδες και αυτούς παρέλαβε μαζί του στο Κεφαλάρι, πλησίον του Σουλιμά, όπου παπα-Τζώκρης, Συράκος, Φούτζης κ.ά. είχαν παρατάξει άλλους 600 Ντρέδες οπλοφόρους, παρά την οδηγία του πρωτοσυγκέλλου. Αυτός εφοβόταν μήπως δώση αφορμή στους Τούρκους για σφαγές των κατοίκων Κυπαρισσίας, Φιλιατρών, Γαργαλιάνων και κωμών του Κάμπου29. Δεξία το άγαλμα του Πρωτοσύγκελου Αμβροσίου Φραντζή που βρίσκεται στον προαύλιο χώρο του Μητροποιλιτικού ναού της Κυπαρισσίας, Αγίου Αθανασίου.
Εδώ αυτήν την ώρα τους ευρήκε η προκήρυξις από Καλαμάτα της 23 Μαρτίου Κολοκοτρώνη - Γρ. Δικαίου. Ο Πρωτοσύγκελλος σχολιάζει υποσελιδίως την προκήρυξι, με πνεύμα ανασταλτικό, επικαλούμενος έλλειψιν πολεμοφοδίων (γνώρισμα γενικόν, που λέγει ότι καθιστούσε ανοησία την εξέγερσι). Εν τούτοις έλαβε θέσιν υπέρ της εξεγέρσεως, αλλά φόνους δεν ήθελε. Γι' αυτό έγραψε στους αγάδες στην Κυπαρισσία, για να τους εξηγήση την ανησυχία των κατοίκων της υπαίθρου, ένεκα της εμφανίσεως πλήθους αρματωμένων και της αναμενομένης εμφανίσεως στρατευμάτων, και να τους συμβουλεύση να είναι επιφυλακτικοί έναντι των ραγιάδων30. Οι Τούρκοι εθορυβήθησαν, δεν εκρατούντο πλέον, έτοιμοι για αναχώρηση. Ενώ οι Έλληνες κάτοικοι της πόλεως τους παρακαλούσαν να μείνουν, έπαιρναν την διαβεβαίωσιν ότι θα επιστρέψουν και κατωχυρώνοντο με γραπτήν πιστοποίησι, ότι ήσαν πιστοί ραγιάδες για να μη πειραχθούν. Την έξοδο των Τούρκων ο Φραντζής περιγράφει σε ιδιαίτερη υποσημείωσι ως τραγική. Οι χριστιανοί φιλικώς τους κατευώδωναν. Και από τις δύο πλευρές εχύνοντο θερμά δάκρυα χωρισμού. Η έξοδος έπαιρνε την μορφήν αταξίας και απελπισίας. Στα Φιλιατρά έφθασαν το βράδυ της 26 Μαρτίου. Με την πληροφορία ότι ενεφανίσθη ελληνικόν στράτευμα 20 χιλιάδων, το πρωί της 27 Μαρτίου έφυγαν εσπευσμένως. Ο πρωτοσύγκελλος από του Σουλιμά απηγόρευε στους ενόπλους Ντρέδες να μεταβούν στην Κυπαρισσία, πριν βεβαιωθούν περί της αναχωρήσεως των Τούρκων, οπότε να σπεύσουν να τους πολιορκήσουν στα φρούρια, αφού συσκεφθούν με τους προκρίτους στην Κυπαρισσία. Όντως άνω των 3.000 ενόπλων εισήλθαν στην πόλι. Κίνησις πρώτο συγκέλλου: από Κεφαλάρι Σουλιμά 25 Μαρτίου προς Αετό πρωΐ 26ης προς Καλαμάτα με τον Γ. Γκότζη κάτω από την κώμη Μήλα Ανδρούσης στην πεδιάδα (2 ώρες μακριά) εφάνη πλήθος οπλοφόρων (Κολοκοτρώνης) προς Σκάλα (οικία Πουλοπούλου), 24 Μαρτίου ευρήκε εκεί 600 Γαρατζαίους, Ισαραίους, Ντριμπουναίους, Κραμποβίτες, είχαν φονεύσει 15 Οθωμανούς κεχαγιάδες, σπαχήδες, χαρατζήδες στα χωριά Ανδρούσης. Δεν επροχώρησε προς Καλαμάτα. Τον ευρήκε εκεί επιστολή του Γρ. Δικαίου προς Πουλιόπουλον και ο ίδιος ο Αρχιμανδρίτης το βράδι με άλλους αρχηγούς. Αντήλλαξαν γνώμες σχετικά με το ζήτημα και όλοι ανεχώρησαν γιά την Αρκαδία το πρωί της 27 Μαρτίου31. Εντελώς διαφορετικά περιγράφει τα πράγματα ο Γρηγοριάδης, ισχυριζόμενος ότι την 25 Μαρτίου αυτός εκήρυξε την επανάστασι στην Ζούρτσα και την επομένη εισήλθε στην Κυπαρισσία με 1.800 στρατιώτες υπό διαφόρους αρχηγούς, ενώ οι Τούρκοι με 4.000 γυναικόπαιδα ανεχώρησαν την 5 π.μ. της 23 Μαρτίου για τα Μεσσηνιακά φρούρια32.
Οι οπλαρχηγοί ευρίσκοντο στην Αρκαδία με 250 Ντρέδες κατά το βράδυ της 26 Μαρτίου και επεχείρησαν να καταδιώξουν τους αποχωρούντας Τούρκους πέρα των Φιλιατρών. Δεν τους επρόλαβαν κι ελεηλάτησαν ό,τι είχε απομείνει στα σπίττα των εκεί Τούρκων. Σε σύσκεψι απερρίφθη πρότασις του Γρ. Δικαίου στρατολογίας και εκστρατείας στην Τριπολιτζά, κατηρτίσθη όμως Γενική Φροντιστική Εφορεία γιά την επαρχία33. Περαιτέρω ο λόγος για τον Αθ. Γρηγοριάδη, Κ. Πελοπίδα και άλλους, οι όποιοι εκινήθησαν την 29 Μαρτίου με 800 ενόπλους προς τα φρούρια εναντίον των Τούρκων. Παραλλήλως το τμήμα Κυπαρισσίας υπό τον Γρ. Δικαίον και λοιπούς εκινήθη για το Φανάρι και απ’ εκεί προς Νεόκαστρο- Μεθώνη. Καθ’ οδόν οι πρώτοι συνήντησαν 400 Τούρκους που επέστρεφαν στην Κυπαρισσία συνωμίλησαν, συνεκρούσθησαν, εφονεύθησαν 2 Τούρκοι και αναγκάσθηκαν να επιστρέψουν προς τα φρούρια. Στο Νεόκαστρο έφθασαν άλλοι 800 Αρκάδιοι υπό τον Ν. Πονηρόπουλον και άλλους καπεταναίους. Ο Π. Ντούφας στην πολιορκία της Μεθώνης ετοποθετήθη με 300 στη θέσι Παλιοχώρι. Στις 30 Μαρτίου έφθασε εκεί ο Μεθώνης Γρηγόριος με 180 Νεοκαστρίτες και Μεθωναίους και ανεγνωρίσθη ως ανώτατος αρχηγός της πολιορκίας. Από 13 Απριλίου προσετέθησαν Μανιάτες. Έφθασε λοιπόν η διπλή πολιορκία Νεοκάστρου- Μεθώνης να αριθμή 2.000 Αρκαδίους, Νεοκαστρίτες, 150 Μεθωναίους και Μανιάτες. Η Γενική Εφορεία Κυπαρισσίας ανέλαβε την τροφοδοσίαν τους, καθώς και άλλες υπο-εφορείες, με εξεύρεσιν των εφοδίων34.
Η περαιτέρω αφήγησις, αναμονή εμφανίσεως ελληνικών πλοίων, χαλάρωσις πολιορκίας κατά την Μ. Εβδομάδα, απόπειρα εξόδου Τούρκων την 11 Απριλίου περιγραφή μάχης (Π. Ντούφας), πύκνωσις πολιορκίας, ελληνικά πλοία 18 Μαΐου, πορεία πολιορκίας, στερήσεις, ανταπόκρισις μεταξύ Μεθώνης- Νεοκάστρου, αποστολή βοηθείας, 9 Ιουλίου μεταφορικόν πλοίον καταδιωκόμενον αναγκάσθηκε να επιστρέψη στην Μεθώνη, έξοδος 125 άνδρών- γυναικών από Νεόκαστρο, αποστολή τους στην Κυπαρισσία και γύρω κώμες, θανάτωσις, έξοδος άλλων 60 στο ερημονήσι Χελωνάκι, όπου, φρικτόν ειπείν, έφαγαν οι μεν τους δέ. Οι του φρουρίου Νεοκάστρου υπόσπονδοι. Έξοδος φόνος, δικαιολογία σφαγών, λάφυρα, διαφωνίες35.
Αντιστοίχως, για το θέμα αυτό ανοίγομε τα κείμενα των απομνημονευτών. Απησχολημένος με τα διαδραματιζόμενα στο κέντρον ο Φωτάκος με λίγα λόγια πληροφορεί ότι οι αρχηγοί εχωρίσθησαν για να γενικεύσουν την επανάστασι36. Ο Ν. Σπηλιάδης έφθασε στην μαχομένη Πελοπόννησο «ολίγον πρός της εκπολιορκήσεως της Τριπολιτσάς», καθώς γράφει ο ίδιος και δεν κατέγινε εκ των υστέρων να συγκεντρώση λεπτομέρειες των συμβάντων στις άλλες επαρχίες, γι' αυτό συνοψίζει τα γεγονότα της Τριφυλίας στα πολύ γενικά, καθώς και της πολιορκίας της Μεθώνης, ενώ επεκτείνεται κάπως ώς προς τα γεγονότα της Κορώνης37. Καταθλιπτική είναι η σύμπτυξις των ειδήσεων από τον M. Οικονόμου, ο οποίος κυρίως αναφέρει τον φόβον των Τούρκων Κυπαρισσίας, την αρχική καταφυγή τους στο εκεί ερειπωμένο φρούριο και εν συνεχεία στα παραλιακά και ενώ αντλεί τα ελάχιστα αυτά από τον Φραντζή, δέχεται και αυτός τον χαρακτηρισμόν εκείνου για τους Τούρκους της Κυπαρισσίας, ότι ήσαν σφόδρα άγριοι και απειλητικοί, τέλος δε αναφέρει ότι Δικαίος και Αναγνωσταράς έφθασαν εκεί, όταν οι Τούρκοι είχαν φύγει, γι' αυτό κατευθύνθηκαν στην Καρύταινα38. Ο Σπ. Τρικούπης αντλεί μεν από τον Φραντζή μερικές ειδήσεις αλλά με όσα γράφει δεν πλησιάζει την εικόνα της Τριφυλίας και την πολιορκίαν των Μεσσηνιακών φρουρίων39.
Ο Ιωάννης Φιλήμων, ιστορικός με έργον στερεάς διατάξεως, ενώ βασικώς αντλεί και αυτός από τον Φραντζή τα γεγονότα Τριφυλίας και φρουρίων, γνωρίζει να τα αφομοιώνη, να τα αναπλάσση, να τα συμπληρώνη και να τα δίδη σε ενότητα, με πλοκή σε νέα σύνθεσι. Δημιουργεί στην έκθεσίν του υποδιαίρεσιν χωριστήν για την Τριφυλία. Δίδει εισαγωγικώς την γεωγραφική της θέσι, αναφέρει τον ελληνικό πληθυσμό (200 οικογένειες) και τον τουρκικό (600 οικογένειες), καθώς και τους ηγέτες των δύο εθνοτήτων. Η έκθεσις έχει αρχιτεκτονικήν εκκαθάρισιν των πρωτευόντων στοιχείων από τα δευτερεύοντα, κρίσεις και συσχετισμό προς τα γεγονότα των άλλων περιφερειών και κυρίως αιτιώδη σύνδεσιν των περιστατικών. Δεν παραλείπει ο Φιλήμων να γνωρίση στον αναγνώστη ότι η παλαιά της Κυπαρισσίας ακρόπολις, κυκλωμένη διά τριπλού τείχους, παρά των Ενετών κατεσκευασμένου και πολλαχού εκρημνισμένου, εφιλοξένησε τις οικογένειες των Τούρκων. Όσα γράφει ο Φραντζής ατάκτως και αφελώς, εδώ αξιολογούνται με κανονικήν τοποθέτησιν, όπου και ο πρωτοσύγκελλος έχει την θέσιν του και επαινείται κατ' αξίαν, τόσον για όσα εγίνοντο εντός της Κυπαρισσίας, όσον και πριν ή και μετά την αναχώρησαν των Τούρκων, εντός και εκτός αυτής. Μετά τα συμβάντα, καταλήγει ο Φιλήμων, έφθασαν επί κεφαλής χιλίων περίπου ενόπλων ό τε Αναγνωσταράς και Δικαίος, φορών περικεφαλαίαν αρχαίαν. Λαμπρά και πάνδημος εγένετο ή εις την πόλιν είσοδος και υποδοχή τούτων. Δοξολογίας δε γενομένης επ’ εκκλησίας, οι πάντες ητένιζον πρός τον Δικαίον κεκηρυγμένον «Πληρεξούσιον του Γενικού Επιτρόπου της Αρχής». Το πάν ηδύνατο τότε ιδέα και τίτλος τοιούτος. Συστήσας ούτος Φροντιστικήν Εφορείαν υπό την προεδρίαν του πρωτοσυγκέλλου Φραντζή, αφθόνως διένειμε μεγάλους και μικρούς στρατιωτικούς βαθμούς.40 Αλλά με αυτά ο Φιλήμων υπερβαίνει τον Φραντζή, τον συμπληρώνει και τον τοποθετεί ως δρων πρόσωπον εντός της περιφερείας του.
Νομίζω ότι κατεδείχθη ότι για τα επαναστατικά γεγονότα της Μεσσηνίας -τα προκαταρκτικά δεν εξετάζονται εδώ- ο Αμβρόσιος Φραντζής είναι ο βασικός πληροφορητής. Τι μπορεί ν' απομείνη μετά από εντατικήν βάσανον των γραφομένων του Αθ. Γρηγοριάδου, γιά συμπλήρωσι του Φραντζή, δύσκολα ημπορεί κανείς να πή μόνον για το εξεταζόμενον τμήμα. Αφού η Επιτομή του Φραντζή ετυπώθη σχεδόν πρώτη εν σχέσει με τα έργα των άλλων απομνημονευτών, φυσικόν ήταν οι άλλοι ν’ αντλήσουν απ' αυτόν. Γενικώτερα, φυσικόν ήταν ο Φραντζής ν’ αποβή κατά πρώτον λόγον πηγή πληροφοριών για τους ιστοριογράφους του Αγώνος, βεβαίως γιά όλα τα γεγονότα κατά διαμερίσματα και κατά χρονικήν σειράν.
Ειδικώτερα για τα επαναστατικά γεγονότα της περιοχής Μεσσηνίας, των πρώτων μάλιστα ημερών, ο Φραντζής είναι πληροφορητής έγκυρος. Δεν είναι ασφαλώς εις όλα αυτόπτης, αλλά κατά το πλείστον είναι γνώστης. Ο τρόπος που γράφει είναι σχεδόν χρονογραφικός κατά διαδοχήν χρονικήν και γεωγραφικήν των συμβάντων. Η προσφερομένη ύλη είναι ανεπεξέργαστη και σε μερικά σημεία συμπληρώνεται επικαίρως, παρεκβατικώς ή κατ’ επέκτασιν με υποσελίδιες υποσημειώσεις. Ο σ. κατά μέγα μέρος αφήνει ελεύθερη την πέννα να διατυπώση τα περιστατικά όπως ανακαλούνται στη μνήμη του. Ίσως χρησιμοποιεί και σημειώσεις του. Είναι κατά κανόνα φιλαλήθης και αξιόπιστος. Αφήνει όμως κενά και εις ωρισμένες περιπτώσεις σκοπίμως -σπανίως από άγνοια- αποφεύγει, δεν είναι πρόθυμος να δώση ευθέως τους χαρακτηρισμούς που θα ήθελε για ωρισμένα πρόσωπα ή γεγονότα, γι' αυτό γίνεται εφεκτικός ή ανέκφραστος κατά τρόπον κατηγορηματικόν. Συγκεκριμένως δεν φαίνεται καθαρά η θέσις του σ. έναντι της ενάρξεως της Επαναστάσεως41, ενώ ετάσσετο κι επροπαγάνδιζε υπέρ αυτής, αφού είχε ενισχύσει το έργον των Φιλικών.
Τον Γρηγόριον Δικαίον- Παπαφλέσα παρακολουθεί σε γενικές γραμμές στις κινήσεις του κατά τις παραμονές της εκρήξεως της Επαναστάσεως κ' ευθύς ως εξερράγη. Τον έχει φέρει σε πλήρη αντίθεσι με τον Μαυρομιχάλη, τον οποίον τελικώς ερυμούλκησε με μύρια ψεύδη. Από τον ηγέτην της Μάνης ο Φραντζής αφαιρεί τον φωτοστέφανον του ειλικρινούς πατριωτισμού: Ο Π. Μαυρομιχάλης πεισθείς και παραβιασθείς μάλλον εκ της δραπετεύσεως τών υιών του εξήλθεν από την Μάνη και μετέβη εις την Καλαμάταν, μάλιστα διότι και υιός αυτού Γεώργιος δεν είχε φέρει εις τόν πατέρα του καλάς ειδήσεις ούτε διά την Ηγεμονίαν του ούτε διά την αποστασίαν της Βλαχοπογδανίας.42 Γενικά για τους Μανιάτες η πέννα του Φραντζή δεν συστέλλεται. Εψεύσθησαν, λέγει, οι ελπίζοντες εταιρισταί, καθότι οι απλοί Μανιάται όχι μόνον δεν εστρατολόγουν αμισθί αλλά και στρατολογούντες ήθελαν να συνάζουν ώς λάφυρα και τα πλέον μηδαμινά...43. Μετά την παραλαβήν των τουρκικών σιταποθηκών στην Καλαμάτα, δεν διστάζει ο Φραντζής να γράψη ότι μέρος των τροφών εχρησίμευσε διά τροφάς των στρατευμάτων, το δε επίλοιπον παρηναλώθη παρά των Μανιατών, επιστατούντος του Ιωάννου Κατζή Μαυρομιχάλη44. Την έχθραν Αναγνωσταρά - Παπαφλέσα εκθέτει απεριφράστως ο Φραντζής και την γεφυρώνει με καταπληκτικήν υποσημείωσιν: ο Γρηγόριος Δικαίος ήλειψε τους τροχούς του Αναγνωσταρά με χρήματα, ένεκα τών οποίων εκατηγόρει τον Δικαίον, έως ούτω έδωκε μερίδιον εξ αυτών45.
Ασφαλώς και έχει παραλείψεις η έκθεσις Φραντζή και ως προς μεν τα γενικά περιστατικά του Αγώνος πολλές, διά δε τα Μεσσηνιακά ολίγες. Έτσι δεν αναφέρει επαναστατικά γεγονότα στο τμήμα Ανδρούσης, ενώ αναφέρει ένοπλο τμήμα Ανδρουσιάνων46. Οι Γαρατζαίοι ενθαρρυνθέντες εφόνευσαν τινας τών εν Ανδρούση Τούρκων, γράφει και ο Γενναίος Κολοκοτρώνης47, αλλ΄ επεριμέναμεν περισσότερα από τον Φραντζήν. Κάποιες ειδήσεις δίδει και ο Φιλήμων, υπολογίζοντας την εκεί τουρκική δύναμι σε 360 αξιόμαχα όπλα48. Για τις παραλείψεις ή σφάλματα του Φραντζή γενικά υπήρξαν αντιρρήσεις49, αλλ' εδώ ο λόγος εντοπίζεται σε γενικές γραμμές ως προς τα Μεσσηνιακά. Μεταξύ πολλών που θα ημπορούσε κανείς να σημειώση, ας αναφερθή πρώτον μία είδησις που δίδει ο Φωτάκος και δεν αναφέρει ο Φραντζής, ενώ είναι πολύ σημαντική, ότι ο Μαυρομιχάλης εξελέγη αρχηγός της Επαναστάσεως και μετά την δοξολογία έκαμαν οι καπεταναίοι συμβούλιον πώς να εξαπλώσουν την επανάστασιν απεφασίσθη λοιπόν άλλοι νά υπάγουν...50. Ύστερα ο Φραντζής αφήνει την αφήγησίν του ξηρά και χωρίς πολιτική ή στρατιωτική κατεύθυνσι. Μετά την τελετήν τους καπεταναίους με ανάλογες δυνάμεις μετακινεί προς διάφορες επαρχίες με σαφή αποστολήν. Πώς μετακινούνται, ποιός τους κατευθύνει, ποιός τους τροφοδοτεί, ποιός ήταν ο ιθύνων νους; Δεν λέγει ότι δεν υπήρχε νούς. Τέλος μία εντελώς ανεξήγητη παράλειψις είναι ότι δεν αναφέρεται η σύστασις της Μεσσηνιακής Γερουσίας, η σύνθεσις και η δραστηριότης της. Αυτή η σιωπή είναι σπουδαιοτάτη και έχει ανάγκην διερευνήσεως.
Ως προς τα γεγονότα της Τριφυλίας τούτο μόνον πρέπει να λεχθή, ότι πίσω από την αφήγησι υπάρχει παντού ο αφηγητής κατ’ ανάγκην, διότι και έζησε και επηρέασε με την προσωπικήν του παρουσία τα συμβάντα και επομένως τα περιγράφει βασικώς μεν σωστά, όχι όμως και χωρίς την ασυνείδητη κατεύθυνσιν του υποκειμενικού στοιχείου. Για να γίνη έλεγχος ως προς αυτά τουλάχιστον, θα έπρεπε να υπάρχη αντίλογος, να έλθουν στο φώς έγγραφα, να διασταυρωθούν οι ειδήσεις. Τούτο είναι αδύνατον. Αν πρέπη να συναγάγωμεν κάποιο συμπέρασμα από όσα αφηγείται, τούτο δεν ανάγεται στο περιεχόμενον της εκθέσεως καθ’ εαυτό. Tούτο δεχόμεθα ότι συμφωνεί με την αλήθεια. Η απορία δημιουργείται από την στάσιν που ετηρούσε η ηγεσία της Τριφυλίας, στην οποία ανήκε και ο συγγραφεύς της Επιτομής, με το να περιμένη να φύγουν ασφαλείς και με τις οικογένειές τους και τις αποσκευές τους οι Τούρκοι της Κυπαρισσίας, ενώ είχε δυνάμεις και ημπορούσε να ενεδρεύση εις ωρισμένα σημεία της οδού που θ' ακολουθούσε η κουστωδία και να της επιφέρη σοβαρά ζημία. Η γενική στάσις του Φραντζή ήταν πολύ επιφυλακτική και κατευθυνόταν από την φοβίαν, ότι εξαγριωμένοι οι Τούρκοι θα κατέληγαν σε σφαγές. Αν η στάσις αυτή ήταν δικαιολογημένη κατά τις πρώτες ημέρες της αβεβαιόητος, γιατί δεν έγινε στάσις επαναστατική την 25 ή 26 Μαρτίου; Η πορεία των Τριφυλίων Τούρκων προς Νεόκαστρον- Μεθώνη υπήρξε ανεμπόδιστη, ενώ μπορούσε να μεταβληθή σε φονική συμπλοκή. Κατακλείει την αφήγησίν του ο Φραντζής με την πληροφορίαν, ότι την 27 Μαρτίου έφθασαν στην Κυπαρισσία οι Έλληνες ηγέτες μεθ' όλου του στρατού και εύρον πολλούς εκ των κατοίκων της επαρχίας, περιμένοντας τον πρωτοσύγκελλον, διά να συσκεφθώσι και οδηγηθώσι.51 Αντιστοίχως περιγράφει ο Φιλήμων: Μετά τα συμβάντα έφθασαν επί κεφαλής χιλίων περίπου ενόπλων ό τε Αναγνωσταράς... δοξολογίας δε γενομένης. Ο Φιλήμων εργάζεται ιστορικώς, ορίζει τον αριθμό (χίλιοι ένοπλοι) και την ηγεσία (Αναγνωσταράς και Δικαίος) και μνημονεύει την δοξολογία52. Τέλος ας σημειωθή ότι, καθώς μεν γράφει ο Φραντζής, ενηργήθη να διορισθή Γενική Φροντιστική Εφορεία διά την επαρχίαν, ήτις και διδιωρίσθη ευθύς κατ’ εκλογήν ελευθέραν τών κατοίκων, με Πρόεδρον τον Αμβρόσιον Φραντζήν, καθώς όμως αναφέρει ο Φιλήμων, την Εφορεία συνέστησε ο Δικαίος ως «πληρεξούσιος του Γενικού Επιτρόπου της Αρχής», Ο Φραντζής γράφει και πληροφορεί ειλικρινώς. Σχεδόν απομνημονεύει εδώ, δηλ. κέντρον της αφηγήσεώς του τοποθετεί τον εαυτόν του και δικαίως μέσα στον τόπο του. Ο Φιλήμων είναι ιστορικός, συλλαμβάνει και εκθέτει διαφορετικά. Είναι και παραμένει πηγή πολύτιμη για τα γεγονότα της Μεσσηνίας ο πρωτοσύγκελλος Αμβρόσιος Φραντζής. Αλλά δεν ήταν δυνατόν να γράψη σαν αποξενωμένος από τα γεγονότα, μέσα στα οποία ευρίσκεται ως δρών και υπεύθυνο πρόσωπο. Και ας μή λησμονούμε ότι κυριώτατα ήταν κληρικός. Ο πόλεμος τον κατέστησε στρατιωτικόν και η ανάγκη πολιτικόν.
Ιωάννας Γιανναροπούλου
Πτυχ. Φιλ. -Δ/ντρίας της Δημοσ. Βιβλιοθήκης Δημητσάνας
"Ο Αμβρόσιος Φραντζής ως πηγή των εις Μεσσηνίαν Επαναστατικών γεγονότων"
Πρακτικά Β΄ Συνεδρίου ΜΜεσσηνιακών Σπουδών, 1982
Σημειώσεις:
1. Αμβροσιου Φραντζή, Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος, Εισαγωγή Γεωργίου Π. Κουρνούτου, Ευρετήριον- επιμέλεια Ιωάννας Γιανναροπούλου, Αθήναι 1976, τόμοι 1-4. Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών, p. 2.
2. Κώστα Καλαντζή, Ο ιστορικός Αμβρόσιος Φραντζής, ό κληρικός, ό πολεμιστής και ό διπλωμάτης, 1771-1851, Αθήναι, σσ.37.
3. Ν. Π. Παπαδοπούλου, Αμβροσίου Φραντζή βιογραφικαι σελίδες, εις τού αυτού, Κατακαημένου Μαριά σελίδες του 1821, τ. Α ́, Αθήναι 1974, σσ. 409- 444 (και αυτοτελώς),
4. Tάσου Αθ. Γριτσοπούλου, Ιστοριογραφία του Αγώνος "Μνημοσύνη", τ. Γ' (1970-71), σσ. 181-187.
5. Επιτομή, τ.A, σσ. 1-48.
6. Επιτομή, τ.A, σσ. 49-248,
7. Επιτομή, τ.Α, σσ. 249-291.
8. Επιτομή, τ.Α, σσ. 292-456.
13. Επιτομή, σ.331. Υπό του Ν. Σπηλιάδου, Απομνημονεύματα, τ.Α', Αθή νησιν 1851, σ.63, αναφέρεται το επεισόδιον με την προσθήκη ότι ό Μουράτης ήταν χειρούργος επιτήδειος. Εις 2500 άναβιβάζονται οι συγκεντρωθέντες υπό διαφόρους αρχηγούς πολεμισται υπό του Φ, Χρυσανθοπούλου- Φωτάκου, Απομνημονεύματα, φωτοτυπική επανέκδοσις, επιμέλεια- εισαγωγή- ευρετήριον Τ. Αθ. Γριτσοπούλου, τ.Α ́, Αθήναι 1974, σ.78. Παραλλαγή με επέκτασιν του επεισοδίου βλ. υπό του Δ. Χ. Α ου κά κη, Μεσσηνιακά και ιδία περί Φαρών και Καλαμάτας, εν Αθήναις 1905-1911, σσ. 220-22I, κακώς αποδιδομένη στον Φραντζή (παραπομπή Α 239),
14. Επιτομή, σσ.331-332. Υπό του Σπηλιάδου, Α.63, δίδεται επίσης ο αριθμός τών υπό τας σημαίας διαφόρων αρχηγών ενόπλων που συγκεντρώθησαν την 23 Μαρτίου και υπερέβαινε τις 5.000.
15. Στό πανηγυρικό τεύχος του Συλλόγου πρός διάδοσιν τών Γραμμάτων με τον τίτλον «Η Καλαμάτα και ή Επανάστασις του 21», 1948, σσ.29-30, εκδίδεται «ένα δοκουμέντο» του παπα-Πολυζώη Κουτουμάνου, όπου γίνεται λόγος περί συγκεντρώσεως καπεταναίων στην Βελανιδιά με πρόθεσι να παρατάξουν ένοπλα τμήματα γύρω από την Καλαμάτα την 23 Μαρτίου για την άλωσι αυτής. Τό κείμεναν εκδίδεται ασχολίαστο και τό περιεχόμενον αυτού εμφανίζεται όχι ώσάν σκέψις άλλά ώσάν συντελεσθεν γεγονός υπό του Α. Χ. Δουκάκη, Μεσσηνιακά, σσ.222-223.
16. Επιτομή, τ.Δ, σ.6.
17. Επιτομή, Α σσ. 332-335. .
18. Επιτομή, Α σσ. 335-336. Αυτά συνέβησαν την 24 Μαρτίου.
19. Δ.Χ. Δουκάκη, Μεσσηνιακά, σσ.224-225, με αναφορά στα ανέκδοτα απο
26. Επιτομή, τ.Δ, σ.6.
27. Επιτομή, τ.A, σ.363.
31. Επιτομή, τ. Α, σσ. 373-378 με μερικές λεπτομέρειες άσήμαντες για δευτερεύοντα επεισόδια.
32. Αθ. Γρηγοριάδου, Ιστορικαι αλήθειαι, εν Αθήναις 1934, σ., 90.
33. Επιτομή, τ.Α., σσ.378-379, όπου τα μέλη της Εφορείας
38.μ. Οικονόμου, Ιστορικά της Ελληνικής παλιγγενεσίας ή ο ιερός των Ελλήνων Αγών, φωτομηχανική επανέκδοσις, Επιμέλεια - Είσαγωγή - Ευρετήριον Ιωάνινας Γιανναροπούλου - Τ. Αθ. Γριτσοπούλου, Αθήναι 1976, σσ. 118-119, 160-161. Αξιομνημόνευτον είναι ότι ή είδησις αναφέρεται (ότε Αναγνωσταράς και Παπαφλέσας, με 500 δεν βρήκαν τους Αρκαδηνούς Τούρκους στην Κυπαρισσία κ' επήγαν στην Καρύταινα με 1.000) υπό του Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής φυλής, φωτομηχανική επανέκδοσις, Εισαγωγή- ευρετήριον- επιμέλεια Τ. Αθ. Γριτσοπούλου, Αθήναι 1981, σ.58.
39. Σπ. Τρικούπη, Ιστορία, τ.Α, σ.50.
40. Ιωάν. Φιλήμονος, ΔΙΕΕ, τ.Γ, σσ. 36-39.
41. Ο σ. (Επιτομή, τ.Δ, σ.9) δίδει τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις της Μεσσηνίας κατά την έναρξι του Αγώνος: Καλαμών 200, Νησίου 100, Ιμπλακίων 350, Ανδρούσης 400, Κορώνης 250, Μεθώνης 120, Νεοκάστρου 100, Τριφυλίας 1.500, Ολυμπίας 600,
42. Επιτομή, τ.A, σ.326.
43. Επιτομή, τ.Α, σ.327, υποσ.1.
44. Επιτομή, τ.Α, σ.336.
45. Επιτομή, τ.A. σ.328, υποσ.1.
46. Επιτομή, τ.Α, σ.376, όπου Γαρατζαίοι, Ισαραίοι κ.ά. Την 25 Μαρτίου περιήρχοντο διάφορα χωρία της Ανδρούσης κ' έφόνευσαν έως 15 Οθωμανούς κεχαγιάδες, σπαχήδες και χαρατζήδες.
47. Ι. Θ. Κολοκοτρώνη Ελληνικά Υπομνήματα, σ. 9.
48. Ι. Φιλήμονος, ΔΙΕΕ, τ.Γ, σ.32.
49. Βλέπε τέλος τού τ. Β τής Επιτομής και όσα έχει σημειώσει ό Γ. Κουρνούτος είσαγωγικώς στόν, τ.Α της επανεκδόσεως του έργου, σ.65 της Εισαγωγής.
Οι οπλαρχηγοί ευρίσκοντο στην Αρκαδία με 250 Ντρέδες κατά το βράδυ της 26 Μαρτίου και επεχείρησαν να καταδιώξουν τους αποχωρούντας Τούρκους πέρα των Φιλιατρών. Δεν τους επρόλαβαν κι ελεηλάτησαν ό,τι είχε απομείνει στα σπίττα των εκεί Τούρκων. Σε σύσκεψι απερρίφθη πρότασις του Γρ. Δικαίου στρατολογίας και εκστρατείας στην Τριπολιτζά, κατηρτίσθη όμως Γενική Φροντιστική Εφορεία γιά την επαρχία33. Περαιτέρω ο λόγος για τον Αθ. Γρηγοριάδη, Κ. Πελοπίδα και άλλους, οι όποιοι εκινήθησαν την 29 Μαρτίου με 800 ενόπλους προς τα φρούρια εναντίον των Τούρκων. Παραλλήλως το τμήμα Κυπαρισσίας υπό τον Γρ. Δικαίον και λοιπούς εκινήθη για το Φανάρι και απ’ εκεί προς Νεόκαστρο- Μεθώνη. Καθ’ οδόν οι πρώτοι συνήντησαν 400 Τούρκους που επέστρεφαν στην Κυπαρισσία συνωμίλησαν, συνεκρούσθησαν, εφονεύθησαν 2 Τούρκοι και αναγκάσθηκαν να επιστρέψουν προς τα φρούρια. Στο Νεόκαστρο έφθασαν άλλοι 800 Αρκάδιοι υπό τον Ν. Πονηρόπουλον και άλλους καπεταναίους. Ο Π. Ντούφας στην πολιορκία της Μεθώνης ετοποθετήθη με 300 στη θέσι Παλιοχώρι. Στις 30 Μαρτίου έφθασε εκεί ο Μεθώνης Γρηγόριος με 180 Νεοκαστρίτες και Μεθωναίους και ανεγνωρίσθη ως ανώτατος αρχηγός της πολιορκίας. Από 13 Απριλίου προσετέθησαν Μανιάτες. Έφθασε λοιπόν η διπλή πολιορκία Νεοκάστρου- Μεθώνης να αριθμή 2.000 Αρκαδίους, Νεοκαστρίτες, 150 Μεθωναίους και Μανιάτες. Η Γενική Εφορεία Κυπαρισσίας ανέλαβε την τροφοδοσίαν τους, καθώς και άλλες υπο-εφορείες, με εξεύρεσιν των εφοδίων34.
Η περαιτέρω αφήγησις, αναμονή εμφανίσεως ελληνικών πλοίων, χαλάρωσις πολιορκίας κατά την Μ. Εβδομάδα, απόπειρα εξόδου Τούρκων την 11 Απριλίου περιγραφή μάχης (Π. Ντούφας), πύκνωσις πολιορκίας, ελληνικά πλοία 18 Μαΐου, πορεία πολιορκίας, στερήσεις, ανταπόκρισις μεταξύ Μεθώνης- Νεοκάστρου, αποστολή βοηθείας, 9 Ιουλίου μεταφορικόν πλοίον καταδιωκόμενον αναγκάσθηκε να επιστρέψη στην Μεθώνη, έξοδος 125 άνδρών- γυναικών από Νεόκαστρο, αποστολή τους στην Κυπαρισσία και γύρω κώμες, θανάτωσις, έξοδος άλλων 60 στο ερημονήσι Χελωνάκι, όπου, φρικτόν ειπείν, έφαγαν οι μεν τους δέ. Οι του φρουρίου Νεοκάστρου υπόσπονδοι. Έξοδος φόνος, δικαιολογία σφαγών, λάφυρα, διαφωνίες35.
Αντιστοίχως, για το θέμα αυτό ανοίγομε τα κείμενα των απομνημονευτών. Απησχολημένος με τα διαδραματιζόμενα στο κέντρον ο Φωτάκος με λίγα λόγια πληροφορεί ότι οι αρχηγοί εχωρίσθησαν για να γενικεύσουν την επανάστασι36. Ο Ν. Σπηλιάδης έφθασε στην μαχομένη Πελοπόννησο «ολίγον πρός της εκπολιορκήσεως της Τριπολιτσάς», καθώς γράφει ο ίδιος και δεν κατέγινε εκ των υστέρων να συγκεντρώση λεπτομέρειες των συμβάντων στις άλλες επαρχίες, γι' αυτό συνοψίζει τα γεγονότα της Τριφυλίας στα πολύ γενικά, καθώς και της πολιορκίας της Μεθώνης, ενώ επεκτείνεται κάπως ώς προς τα γεγονότα της Κορώνης37. Καταθλιπτική είναι η σύμπτυξις των ειδήσεων από τον M. Οικονόμου, ο οποίος κυρίως αναφέρει τον φόβον των Τούρκων Κυπαρισσίας, την αρχική καταφυγή τους στο εκεί ερειπωμένο φρούριο και εν συνεχεία στα παραλιακά και ενώ αντλεί τα ελάχιστα αυτά από τον Φραντζή, δέχεται και αυτός τον χαρακτηρισμόν εκείνου για τους Τούρκους της Κυπαρισσίας, ότι ήσαν σφόδρα άγριοι και απειλητικοί, τέλος δε αναφέρει ότι Δικαίος και Αναγνωσταράς έφθασαν εκεί, όταν οι Τούρκοι είχαν φύγει, γι' αυτό κατευθύνθηκαν στην Καρύταινα38. Ο Σπ. Τρικούπης αντλεί μεν από τον Φραντζή μερικές ειδήσεις αλλά με όσα γράφει δεν πλησιάζει την εικόνα της Τριφυλίας και την πολιορκίαν των Μεσσηνιακών φρουρίων39.
Ο Ιωάννης Φιλήμων, ιστορικός με έργον στερεάς διατάξεως, ενώ βασικώς αντλεί και αυτός από τον Φραντζή τα γεγονότα Τριφυλίας και φρουρίων, γνωρίζει να τα αφομοιώνη, να τα αναπλάσση, να τα συμπληρώνη και να τα δίδη σε ενότητα, με πλοκή σε νέα σύνθεσι. Δημιουργεί στην έκθεσίν του υποδιαίρεσιν χωριστήν για την Τριφυλία. Δίδει εισαγωγικώς την γεωγραφική της θέσι, αναφέρει τον ελληνικό πληθυσμό (200 οικογένειες) και τον τουρκικό (600 οικογένειες), καθώς και τους ηγέτες των δύο εθνοτήτων. Η έκθεσις έχει αρχιτεκτονικήν εκκαθάρισιν των πρωτευόντων στοιχείων από τα δευτερεύοντα, κρίσεις και συσχετισμό προς τα γεγονότα των άλλων περιφερειών και κυρίως αιτιώδη σύνδεσιν των περιστατικών. Δεν παραλείπει ο Φιλήμων να γνωρίση στον αναγνώστη ότι η παλαιά της Κυπαρισσίας ακρόπολις, κυκλωμένη διά τριπλού τείχους, παρά των Ενετών κατεσκευασμένου και πολλαχού εκρημνισμένου, εφιλοξένησε τις οικογένειες των Τούρκων. Όσα γράφει ο Φραντζής ατάκτως και αφελώς, εδώ αξιολογούνται με κανονικήν τοποθέτησιν, όπου και ο πρωτοσύγκελλος έχει την θέσιν του και επαινείται κατ' αξίαν, τόσον για όσα εγίνοντο εντός της Κυπαρισσίας, όσον και πριν ή και μετά την αναχώρησαν των Τούρκων, εντός και εκτός αυτής. Μετά τα συμβάντα, καταλήγει ο Φιλήμων, έφθασαν επί κεφαλής χιλίων περίπου ενόπλων ό τε Αναγνωσταράς και Δικαίος, φορών περικεφαλαίαν αρχαίαν. Λαμπρά και πάνδημος εγένετο ή εις την πόλιν είσοδος και υποδοχή τούτων. Δοξολογίας δε γενομένης επ’ εκκλησίας, οι πάντες ητένιζον πρός τον Δικαίον κεκηρυγμένον «Πληρεξούσιον του Γενικού Επιτρόπου της Αρχής». Το πάν ηδύνατο τότε ιδέα και τίτλος τοιούτος. Συστήσας ούτος Φροντιστικήν Εφορείαν υπό την προεδρίαν του πρωτοσυγκέλλου Φραντζή, αφθόνως διένειμε μεγάλους και μικρούς στρατιωτικούς βαθμούς.40 Αλλά με αυτά ο Φιλήμων υπερβαίνει τον Φραντζή, τον συμπληρώνει και τον τοποθετεί ως δρων πρόσωπον εντός της περιφερείας του.
Νομίζω ότι κατεδείχθη ότι για τα επαναστατικά γεγονότα της Μεσσηνίας -τα προκαταρκτικά δεν εξετάζονται εδώ- ο Αμβρόσιος Φραντζής είναι ο βασικός πληροφορητής. Τι μπορεί ν' απομείνη μετά από εντατικήν βάσανον των γραφομένων του Αθ. Γρηγοριάδου, γιά συμπλήρωσι του Φραντζή, δύσκολα ημπορεί κανείς να πή μόνον για το εξεταζόμενον τμήμα. Αφού η Επιτομή του Φραντζή ετυπώθη σχεδόν πρώτη εν σχέσει με τα έργα των άλλων απομνημονευτών, φυσικόν ήταν οι άλλοι ν’ αντλήσουν απ' αυτόν. Γενικώτερα, φυσικόν ήταν ο Φραντζής ν’ αποβή κατά πρώτον λόγον πηγή πληροφοριών για τους ιστοριογράφους του Αγώνος, βεβαίως γιά όλα τα γεγονότα κατά διαμερίσματα και κατά χρονικήν σειράν.
Ειδικώτερα για τα επαναστατικά γεγονότα της περιοχής Μεσσηνίας, των πρώτων μάλιστα ημερών, ο Φραντζής είναι πληροφορητής έγκυρος. Δεν είναι ασφαλώς εις όλα αυτόπτης, αλλά κατά το πλείστον είναι γνώστης. Ο τρόπος που γράφει είναι σχεδόν χρονογραφικός κατά διαδοχήν χρονικήν και γεωγραφικήν των συμβάντων. Η προσφερομένη ύλη είναι ανεπεξέργαστη και σε μερικά σημεία συμπληρώνεται επικαίρως, παρεκβατικώς ή κατ’ επέκτασιν με υποσελίδιες υποσημειώσεις. Ο σ. κατά μέγα μέρος αφήνει ελεύθερη την πέννα να διατυπώση τα περιστατικά όπως ανακαλούνται στη μνήμη του. Ίσως χρησιμοποιεί και σημειώσεις του. Είναι κατά κανόνα φιλαλήθης και αξιόπιστος. Αφήνει όμως κενά και εις ωρισμένες περιπτώσεις σκοπίμως -σπανίως από άγνοια- αποφεύγει, δεν είναι πρόθυμος να δώση ευθέως τους χαρακτηρισμούς που θα ήθελε για ωρισμένα πρόσωπα ή γεγονότα, γι' αυτό γίνεται εφεκτικός ή ανέκφραστος κατά τρόπον κατηγορηματικόν. Συγκεκριμένως δεν φαίνεται καθαρά η θέσις του σ. έναντι της ενάρξεως της Επαναστάσεως41, ενώ ετάσσετο κι επροπαγάνδιζε υπέρ αυτής, αφού είχε ενισχύσει το έργον των Φιλικών.
Τον Γρηγόριον Δικαίον- Παπαφλέσα παρακολουθεί σε γενικές γραμμές στις κινήσεις του κατά τις παραμονές της εκρήξεως της Επαναστάσεως κ' ευθύς ως εξερράγη. Τον έχει φέρει σε πλήρη αντίθεσι με τον Μαυρομιχάλη, τον οποίον τελικώς ερυμούλκησε με μύρια ψεύδη. Από τον ηγέτην της Μάνης ο Φραντζής αφαιρεί τον φωτοστέφανον του ειλικρινούς πατριωτισμού: Ο Π. Μαυρομιχάλης πεισθείς και παραβιασθείς μάλλον εκ της δραπετεύσεως τών υιών του εξήλθεν από την Μάνη και μετέβη εις την Καλαμάταν, μάλιστα διότι και υιός αυτού Γεώργιος δεν είχε φέρει εις τόν πατέρα του καλάς ειδήσεις ούτε διά την Ηγεμονίαν του ούτε διά την αποστασίαν της Βλαχοπογδανίας.42 Γενικά για τους Μανιάτες η πέννα του Φραντζή δεν συστέλλεται. Εψεύσθησαν, λέγει, οι ελπίζοντες εταιρισταί, καθότι οι απλοί Μανιάται όχι μόνον δεν εστρατολόγουν αμισθί αλλά και στρατολογούντες ήθελαν να συνάζουν ώς λάφυρα και τα πλέον μηδαμινά...43. Μετά την παραλαβήν των τουρκικών σιταποθηκών στην Καλαμάτα, δεν διστάζει ο Φραντζής να γράψη ότι μέρος των τροφών εχρησίμευσε διά τροφάς των στρατευμάτων, το δε επίλοιπον παρηναλώθη παρά των Μανιατών, επιστατούντος του Ιωάννου Κατζή Μαυρομιχάλη44. Την έχθραν Αναγνωσταρά - Παπαφλέσα εκθέτει απεριφράστως ο Φραντζής και την γεφυρώνει με καταπληκτικήν υποσημείωσιν: ο Γρηγόριος Δικαίος ήλειψε τους τροχούς του Αναγνωσταρά με χρήματα, ένεκα τών οποίων εκατηγόρει τον Δικαίον, έως ούτω έδωκε μερίδιον εξ αυτών45.
Ασφαλώς και έχει παραλείψεις η έκθεσις Φραντζή και ως προς μεν τα γενικά περιστατικά του Αγώνος πολλές, διά δε τα Μεσσηνιακά ολίγες. Έτσι δεν αναφέρει επαναστατικά γεγονότα στο τμήμα Ανδρούσης, ενώ αναφέρει ένοπλο τμήμα Ανδρουσιάνων46. Οι Γαρατζαίοι ενθαρρυνθέντες εφόνευσαν τινας τών εν Ανδρούση Τούρκων, γράφει και ο Γενναίος Κολοκοτρώνης47, αλλ΄ επεριμέναμεν περισσότερα από τον Φραντζήν. Κάποιες ειδήσεις δίδει και ο Φιλήμων, υπολογίζοντας την εκεί τουρκική δύναμι σε 360 αξιόμαχα όπλα48. Για τις παραλείψεις ή σφάλματα του Φραντζή γενικά υπήρξαν αντιρρήσεις49, αλλ' εδώ ο λόγος εντοπίζεται σε γενικές γραμμές ως προς τα Μεσσηνιακά. Μεταξύ πολλών που θα ημπορούσε κανείς να σημειώση, ας αναφερθή πρώτον μία είδησις που δίδει ο Φωτάκος και δεν αναφέρει ο Φραντζής, ενώ είναι πολύ σημαντική, ότι ο Μαυρομιχάλης εξελέγη αρχηγός της Επαναστάσεως και μετά την δοξολογία έκαμαν οι καπεταναίοι συμβούλιον πώς να εξαπλώσουν την επανάστασιν απεφασίσθη λοιπόν άλλοι νά υπάγουν...50. Ύστερα ο Φραντζής αφήνει την αφήγησίν του ξηρά και χωρίς πολιτική ή στρατιωτική κατεύθυνσι. Μετά την τελετήν τους καπεταναίους με ανάλογες δυνάμεις μετακινεί προς διάφορες επαρχίες με σαφή αποστολήν. Πώς μετακινούνται, ποιός τους κατευθύνει, ποιός τους τροφοδοτεί, ποιός ήταν ο ιθύνων νους; Δεν λέγει ότι δεν υπήρχε νούς. Τέλος μία εντελώς ανεξήγητη παράλειψις είναι ότι δεν αναφέρεται η σύστασις της Μεσσηνιακής Γερουσίας, η σύνθεσις και η δραστηριότης της. Αυτή η σιωπή είναι σπουδαιοτάτη και έχει ανάγκην διερευνήσεως.
Ως προς τα γεγονότα της Τριφυλίας τούτο μόνον πρέπει να λεχθή, ότι πίσω από την αφήγησι υπάρχει παντού ο αφηγητής κατ’ ανάγκην, διότι και έζησε και επηρέασε με την προσωπικήν του παρουσία τα συμβάντα και επομένως τα περιγράφει βασικώς μεν σωστά, όχι όμως και χωρίς την ασυνείδητη κατεύθυνσιν του υποκειμενικού στοιχείου. Για να γίνη έλεγχος ως προς αυτά τουλάχιστον, θα έπρεπε να υπάρχη αντίλογος, να έλθουν στο φώς έγγραφα, να διασταυρωθούν οι ειδήσεις. Τούτο είναι αδύνατον. Αν πρέπη να συναγάγωμεν κάποιο συμπέρασμα από όσα αφηγείται, τούτο δεν ανάγεται στο περιεχόμενον της εκθέσεως καθ’ εαυτό. Tούτο δεχόμεθα ότι συμφωνεί με την αλήθεια. Η απορία δημιουργείται από την στάσιν που ετηρούσε η ηγεσία της Τριφυλίας, στην οποία ανήκε και ο συγγραφεύς της Επιτομής, με το να περιμένη να φύγουν ασφαλείς και με τις οικογένειές τους και τις αποσκευές τους οι Τούρκοι της Κυπαρισσίας, ενώ είχε δυνάμεις και ημπορούσε να ενεδρεύση εις ωρισμένα σημεία της οδού που θ' ακολουθούσε η κουστωδία και να της επιφέρη σοβαρά ζημία. Η γενική στάσις του Φραντζή ήταν πολύ επιφυλακτική και κατευθυνόταν από την φοβίαν, ότι εξαγριωμένοι οι Τούρκοι θα κατέληγαν σε σφαγές. Αν η στάσις αυτή ήταν δικαιολογημένη κατά τις πρώτες ημέρες της αβεβαιόητος, γιατί δεν έγινε στάσις επαναστατική την 25 ή 26 Μαρτίου; Η πορεία των Τριφυλίων Τούρκων προς Νεόκαστρον- Μεθώνη υπήρξε ανεμπόδιστη, ενώ μπορούσε να μεταβληθή σε φονική συμπλοκή. Κατακλείει την αφήγησίν του ο Φραντζής με την πληροφορίαν, ότι την 27 Μαρτίου έφθασαν στην Κυπαρισσία οι Έλληνες ηγέτες μεθ' όλου του στρατού και εύρον πολλούς εκ των κατοίκων της επαρχίας, περιμένοντας τον πρωτοσύγκελλον, διά να συσκεφθώσι και οδηγηθώσι.51 Αντιστοίχως περιγράφει ο Φιλήμων: Μετά τα συμβάντα έφθασαν επί κεφαλής χιλίων περίπου ενόπλων ό τε Αναγνωσταράς... δοξολογίας δε γενομένης. Ο Φιλήμων εργάζεται ιστορικώς, ορίζει τον αριθμό (χίλιοι ένοπλοι) και την ηγεσία (Αναγνωσταράς και Δικαίος) και μνημονεύει την δοξολογία52. Τέλος ας σημειωθή ότι, καθώς μεν γράφει ο Φραντζής, ενηργήθη να διορισθή Γενική Φροντιστική Εφορεία διά την επαρχίαν, ήτις και διδιωρίσθη ευθύς κατ’ εκλογήν ελευθέραν τών κατοίκων, με Πρόεδρον τον Αμβρόσιον Φραντζήν, καθώς όμως αναφέρει ο Φιλήμων, την Εφορεία συνέστησε ο Δικαίος ως «πληρεξούσιος του Γενικού Επιτρόπου της Αρχής», Ο Φραντζής γράφει και πληροφορεί ειλικρινώς. Σχεδόν απομνημονεύει εδώ, δηλ. κέντρον της αφηγήσεώς του τοποθετεί τον εαυτόν του και δικαίως μέσα στον τόπο του. Ο Φιλήμων είναι ιστορικός, συλλαμβάνει και εκθέτει διαφορετικά. Είναι και παραμένει πηγή πολύτιμη για τα γεγονότα της Μεσσηνίας ο πρωτοσύγκελλος Αμβρόσιος Φραντζής. Αλλά δεν ήταν δυνατόν να γράψη σαν αποξενωμένος από τα γεγονότα, μέσα στα οποία ευρίσκεται ως δρών και υπεύθυνο πρόσωπο. Και ας μή λησμονούμε ότι κυριώτατα ήταν κληρικός. Ο πόλεμος τον κατέστησε στρατιωτικόν και η ανάγκη πολιτικόν.
Ιωάννας Γιανναροπούλου
Πτυχ. Φιλ. -Δ/ντρίας της Δημοσ. Βιβλιοθήκης Δημητσάνας
"Ο Αμβρόσιος Φραντζής ως πηγή των εις Μεσσηνίαν Επαναστατικών γεγονότων"
Πρακτικά Β΄ Συνεδρίου ΜΜεσσηνιακών Σπουδών, 1982
Σημειώσεις:
1. Αμβροσιου Φραντζή, Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος, Εισαγωγή Γεωργίου Π. Κουρνούτου, Ευρετήριον- επιμέλεια Ιωάννας Γιανναροπούλου, Αθήναι 1976, τόμοι 1-4. Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών, p. 2.
2. Κώστα Καλαντζή, Ο ιστορικός Αμβρόσιος Φραντζής, ό κληρικός, ό πολεμιστής και ό διπλωμάτης, 1771-1851, Αθήναι, σσ.37.
3. Ν. Π. Παπαδοπούλου, Αμβροσίου Φραντζή βιογραφικαι σελίδες, εις τού αυτού, Κατακαημένου Μαριά σελίδες του 1821, τ. Α ́, Αθήναι 1974, σσ. 409- 444 (και αυτοτελώς),
4. Tάσου Αθ. Γριτσοπούλου, Ιστοριογραφία του Αγώνος "Μνημοσύνη", τ. Γ' (1970-71), σσ. 181-187.
5. Επιτομή, τ.A, σσ. 1-48.
6. Επιτομή, τ.A, σσ. 49-248,
7. Επιτομή, τ.Α, σσ. 249-291.
8. Επιτομή, τ.Α, σσ. 292-456.
9. Επιτομή, τ.A, σσ. 323-324.
10. Επιτομή, σ. 324 κατετάραττε συνεχώς τον εγκέφαλον τών πάντων, παριστάνων θετικώς ότι η ήμέρα της ενάρξεως είναι διωρισμένη πανταχού ή 25 του Μαρτίου..., ότι θ' αποστείλη και ή Ρωσία στρατεύματα, πλοία και χρήματα. Σελ. 325: O 11. Μαυρομιχάλης δεν έδέχετο..., αλλ' ο Γρηγόριος ικαιος (καθώς έλεγε ύστερον) αυτός τον ήπάτησεν ύπισχνούμενος αυτώ ενόρκως πολλάς επισήμους ώφελείας.
11. Επιτομή, σσ. 326-327. Ο σ. δέχεται ότι παραπεισθείς ο Πετρόμπεης ήλθε στην Καλαμάτα. Ακόμη προσθέτει ότι εχθρικώς διέκει το πρός τον Αικαίον και ό Αναγνωσταράς, άλλά μεσολάβησις του Νικηταρά έφερε και τους τρεις στήν μονή Μαρδακίου γιά συμφιλίωσι.
12. Επιτομή, σσ. 329-330.
12. Επιτομή, σσ. 329-330.
14. Επιτομή, σσ.331-332. Υπό του Σπηλιάδου, Α.63, δίδεται επίσης ο αριθμός τών υπό τας σημαίας διαφόρων αρχηγών ενόπλων που συγκεντρώθησαν την 23 Μαρτίου και υπερέβαινε τις 5.000.
15. Στό πανηγυρικό τεύχος του Συλλόγου πρός διάδοσιν τών Γραμμάτων με τον τίτλον «Η Καλαμάτα και ή Επανάστασις του 21», 1948, σσ.29-30, εκδίδεται «ένα δοκουμέντο» του παπα-Πολυζώη Κουτουμάνου, όπου γίνεται λόγος περί συγκεντρώσεως καπεταναίων στην Βελανιδιά με πρόθεσι να παρατάξουν ένοπλα τμήματα γύρω από την Καλαμάτα την 23 Μαρτίου για την άλωσι αυτής. Τό κείμεναν εκδίδεται ασχολίαστο και τό περιεχόμενον αυτού εμφανίζεται όχι ώσάν σκέψις άλλά ώσάν συντελεσθεν γεγονός υπό του Α. Χ. Δουκάκη, Μεσσηνιακά, σσ.222-223.
16. Επιτομή, τ.Δ, σ.6.
17. Επιτομή, Α σσ. 332-335. .
18. Επιτομή, Α σσ. 335-336. Αυτά συνέβησαν την 24 Μαρτίου.
19. Δ.Χ. Δουκάκη, Μεσσηνιακά, σσ.224-225, με αναφορά στα ανέκδοτα απο
μνημονεύματα Κ. Ι. Κυριακού (δωρηθέντα στην Βιβλιοθήκη του Εθνικού Παν/μίου). Γ. Ανα πλ. 1 ώ της Τό Hμερολόγιον του Αγώνας της Ελευθερίας εν Μεσσηνία (18161828), Καλαμάτα 1971, σσ. 42-43 κ.ά.
20. Επιτομή, Α' σσ. 336-337. Για τον εαυτόν του δεν επιμένει εδώ, θα μιλήση όμως παρακάτω,
21. Επιτομή, τ.Α' σσ.339-355.
22. Φιλίμονος, ΔIEE, τ.Γ, σσ.39-40.
23. Σπηλιάδης, Απομν, τ.Α, σσ.72-73, Δυνατόν να συμπορεύεται ό Σπηλιάδης με τον Φραντζή, άλλ’ έχει διασταυρώσει τις ειδήσεις και δεν φαίνεται ότι άντλεί απ' εκείνον, γενικώς τό κείμενόν του έχει εντελώς προσωπική διατύπωσι και διαφορετική σύνθεσιτών ειδήσεων,
24. Επιτομή, τ.Δ, σ.6.
25. Επιτομή, τ.Α, σσ.355 κέξ.
27. Επιτομή, τ.A, σ.363.
28. Επιτομή, τ.Α, σσ.365-366. Η αφήγησις περιλαμβάνει τους διαλόγοις με άφελή χαρακτήρα διατυπώσεως, δείγμα τής όποίας είναι τα δάκρυα προσποιήσεως του πρωτοσυγκέλλου, που παρεπονείτο ότι με την αναχώρησε τών Τούρκων θα έμεναν άνυπερά σπιστοι οι εντόπιοι να τους σκοτώσουν οι Κλέφτες.
29. Επιτομή, τ.A, σσ.367-369.
30. Επιτομή, τ.Α, σσ.371-372, όπου και ή επιστολή (25 Μαρτίου από Σουλιμά). Τέλος προσθέτει ότι αυτός μεταβαίνει στην Τριπολιτζά.
32. Αθ. Γρηγοριάδου, Ιστορικαι αλήθειαι, εν Αθήναις 1934, σ., 90.
33. Επιτομή, τ.Α., σσ.378-379, όπου τα μέλη της Εφορείας
34. Επιτομή, τ. Α, σσ. 380-385. Εδώ και επεισόδιον από την παρουσία μοναχού Μεγαλοσπηλαιώτου με άπαισιόδοξες διαδόσεις και επηρεασμόν τών κατοίκων μέχρις άπελπισίας και διασποράς.
35. Επιτομή, τ. Α, σσ. 385-404. Περαιτέρω, άπώλειες, έπαινοι- άλλες ειδήσεις περί εντοπίων αγωνιστών. Πύργος Χασάν άγά στην Κυπαρισσία. Κάτοικοι επαρχίας Αρκαδίας, ιδίως Ντρέδες. Κρίσεις περί αυτών και τής προσφοράς τους στα Δερβενάκια κ.ά. Φόνος Μέλιου, Ντούφα, Κρίσεις γιά τους καπεταναίους και τους προκρίτους (σσ. 405412).
36. Φωτάκου, Απομνηνονεύματα, τ. Α ́, σ. 72.
37. Ν. Σπηλιάδου, Απομνηνονεύματα, τ. Α', σσ. 71-72.
39. Σπ. Τρικούπη, Ιστορία, τ.Α, σ.50.
40. Ιωάν. Φιλήμονος, ΔΙΕΕ, τ.Γ, σσ. 36-39.
41. Ο σ. (Επιτομή, τ.Δ, σ.9) δίδει τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις της Μεσσηνίας κατά την έναρξι του Αγώνος: Καλαμών 200, Νησίου 100, Ιμπλακίων 350, Ανδρούσης 400, Κορώνης 250, Μεθώνης 120, Νεοκάστρου 100, Τριφυλίας 1.500, Ολυμπίας 600,
42. Επιτομή, τ.A, σ.326.
43. Επιτομή, τ.Α, σ.327, υποσ.1.
44. Επιτομή, τ.Α, σ.336.
45. Επιτομή, τ.A. σ.328, υποσ.1.
46. Επιτομή, τ.Α, σ.376, όπου Γαρατζαίοι, Ισαραίοι κ.ά. Την 25 Μαρτίου περιήρχοντο διάφορα χωρία της Ανδρούσης κ' έφόνευσαν έως 15 Οθωμανούς κεχαγιάδες, σπαχήδες και χαρατζήδες.
47. Ι. Θ. Κολοκοτρώνη Ελληνικά Υπομνήματα, σ. 9.
48. Ι. Φιλήμονος, ΔΙΕΕ, τ.Γ, σ.32.
49. Βλέπε τέλος τού τ. Β τής Επιτομής και όσα έχει σημειώσει ό Γ. Κουρνούτος είσαγωγικώς στόν, τ.Α της επανεκδόσεως του έργου, σ.65 της Εισαγωγής.
50. Φώτακου, Απομνημονεύματα, τ.Α ́, σ.78. Πρβλ. Ν. Σπηλιάδου, Απομνημονεύματα, τ.Α ́, σ.63. Ο Π. Μαυρομιχάλης έχειροτονήθη άρχιστράτηγος υπό τών παρευρεθέννων,
51. Eπιτομή, τ.A., σ.378.
52. Φιλήμονος, ΔΙΕΕ, τ.Γ, σ.39.