.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

Επιγραφές από την Αρχαία Κορώνη


Εισαγωγή
Η παρούσα μελέτη παρουσιάστηκε στο επιστημονικό δριο που οργάνωσε ο δήμος Πεταλιδίου στις 5-7 Αυγούστου 2005 με θέμα: «ΟΜΗΡΙΚΗ ΑΙΠΕΙΑ- ΑΡΧΑΙΑ ΚΟΡΩΝΗ- ΠΕΤΑΛΙΔΙ. Παρελθόν- Παρόν και Μέλλον». Θερμές ευχαριστίες απευθύνουμε στο Δήμαρχο Ηλία Κουτσοδημητρόπουλο, τον Δήμο Πεταλιδίου και τον κ. Κομματά, για την ευκαιρία που μας έδωσαν να συμμετάσχουμε στο συνέδριο.
To αντικείμενο της μελέτης είναι οι επιγραφές της Αρχαίας Κορώνης, το οποίο εντάσσεται στην ευρύτερη μελέτη των επιγραφών της Μεσσηνίας, την οποία φιλοδοξούμε να εκπονήσουμε με την υποστήριξη του καθηγητή και διευθυντή των ανασκαφών της αρχαίας Μεσσήνης, Πέτρου Θέμελη. Η μελέτη αυτή βρίσκεται στο αρχικό της στάδιο για το οποίο απαραίτητη προϋπόθεση υπήρξε η αμέριστη συμπαράσταση της Ζ’ Εφορείας Κλασικών Αρχαιοτήτων, και ιδιαιτέρως της διευθύντριας, κας Ξένης Αραπογιάννη.
Ήδη από το αρχικό στάδιο της μελέτης, μας προέκυψε ότι οι επιγραφές χρειάζονται επανεξέταση και περαιτέρω μελέτη, ώστε να αναδειχθούν ως σημαντικά μνημεία, που φωτίζουν, με μοναδικό τρόπο, την ιστορία της περιοχής. Ευελπιστούμε ότι θα μπορεσουμε να προχωρήσουμε στο έργο αυτό, με την απαραίτητη συμπαράσταση των αρμοδίων φορέων και προσώπων.
Τέλος, είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι η παρούσα εργασία έχει βασιστεί στη σχετική βιβλιογραφία και ότι δεν έχε προβεί σε αυτοψίες των λίθων και αναγνώσεις κειμένων.

Οι Επιγραφές
Ο αριθμός των επιγραφών που σώζονται και μπορούμε να αποδώσουμε στην αρχαία Κορώνη ανέρχεται στις 18. Καλύπτουν την χρονική περίοδο από τα ύστερα κλασικά χρόνια έως και τον +3ο αιώνα.
Οι περισσότερες από αυτές είναι ευρήματα του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου και δημοσιεύτηκαν από τους ερευνητές της εποχής εκείνης, όπως τον Σ.Α. Κουμανούδη, τον Αθ. Πετρίδη, τον Augustus Boeckh, τους Le Bas και Foucart, τον E.S. Foster, τον M.N. Τοd και άλλους. Η βασική βιβλιογραφική αναφορά για τις επιγραφές της αρχαίας Κορώνης αλλά και όλης της Μεσσηνίας είναι το Corpus των Inscriptiones Graecae, τόμος V1, που εκδόθηκε το 1913 από τον Gualtherus Kolbe (αρ. 1392-1401).
Μεταξύ των νεότερων αρχαιολόγων, που έχουν μελετήσει ή δημοσιεύσει επιγραφές της αρχαίας Κορώνης, αναφέρουμε τον Natan Valmin, την Ξένη Αραπογιάννη, τον Πέτρο Θέμελη, τον Γεώργιο Παπαθανασόπουλο, την Γεωργία Χατζή, τον Άγγελο Χωρέμη
Στην παρούσα μελέτη παρουσιάζονται 6 επιγραφές της αρχαίας Κορώνης, οι οποίες, κατά τη γνώμη μας, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και είναι αντιπροσωπευτικές από διαφορετικά είδη επιγραφών, δηλ. ένα ψήφισμα (αρ.1), μια αναθηματική επιγραφή (αρ.2), μια τιμητική (αρ.3), ένας κατάλογος εφήβων (αρ.4), μια επιτύμβια (αρ.5) καθώς και μια αναθηματική του -5ου αιώνα που προέρχεται από το Ιερό του Απόλλωνος Κορύθου που βρίσκεται κοντά στο Πεταλίδι (αρ. 6).


1. IG V1, 1392
Αγαθαί Τύχαι
Επί γραμματέως τών Συνέδρων Νικαγόρου
του Δ[ι]οκλείδα, έτους όγ[δ]οηκοστού ενάτου
Επεί ανακληθεί[σ...]
Η επιγραφή αυτή είναι η αρχή ενός ψηφίσματος. Ο Μ.Ν. Tod, που την είχε δει το 1905, αναφέρει ότι η επιγραφή δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1875 από τον τότε γραμματέα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας Σ.Α. Κουμανούδη στο περιοδικό "Αθήναιον". Εκεί ο Κουμανούδης (σελ. 103) περιγράφει γλαφυρά την εικόνα των αρχαιοτήτων στο Πεταλίδι της εποχής του: «Κατά τον δυτικόν μυχόν του Μεσσηνιακού κολπου κατοικείται σήμερον το Πεταλίδιον, όν εκτισμένον επί το ερειπίων της αρχαίας πόλεως Κορώνης. Καθ' άπαν τό χωρίον σώζονται θεμέλια αρχαίων οικοδομών αναμεμιγμένα μετά μεταγενεστέρων και λίθοι αρχαίοι εντετειχισμένοι εν ταις οικίαις και ερριμμένοι εν ταίς αυλαίς των οικιών τήδε κακείσε».
Για τον ακριβή τόπο εύρεσης της επιγραφής ο Κουμανούδης γράφει: «ευρέθη έν τη ακροπόλει Κορώνης και νυν είναι εντετειχισμένη εν τη βορειοδυτική γωνία της οικίας του Στεφ. Μ. Μαρκοπούλου». Ο M. Tod το 1905 είδε την επιγραφή εντοιχισμένη στη Οικία του Δ. Κουτσοδημητροπούλου και όχι του Στεφάνου Μαρκοπούλου, που αναφέρει ο Κουμανούδης. Παράλληλα, στην έκδοση της της επιγραφής στο Corpus των IG V1 του 1913 o Kolbe αναφέρει ότι η επιγραφή ήταν εντοιχισμένη στην οικία του Δ. Κουτσοδημοπούλου (προφανώς μετέγραψε λανθασμένα την πληροφορία το M. Tod).
Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, ο Δήμαρχος μας πληροφόρησεσε ότι η επιγραφή βρίσκεται εντοιχισμένη στην οικία του και ελπίζουμε κάποια στιγμή να προβούμε σε αυτοψία. Η επιγραφή αυτή είναι σημαντική, καθώς αποτελεί μαρτυρία για την ύπαρξη Συνεδρίου στην Αρχαία Κορώνη. Το Συνέδριο ήταν το πιο σημαντικό πολιτικό όργανο της πόλης για την λήψη δημοσίων αποφάσεων κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή, όπως γνωρίζουμε και από την αρχαία Μεσσήνη, από την οποία έχουμε σημαντικό αριθμό τέτοιων ψηφισμάτων που σώζονται σε πλήρη μορφή.
Στον στίχο 2-3 του ψηφίσματος σώζεται το όνομα του Γραμματέως των συνέδρων, Νικαγόρας γιος του Διοκλείδα, για τον οποποίον δεν έχουμε άλλη μαρτυρία. Στη συνέχεια αναγράφεται το έτος του ψηφίσματος: Ογδοηκοστό ένατο. Ποιο είναι όμως το έτος 89; γιά να το υπολογίσουμε, λαμβάνουμε ως αφετηρία το έτος -31, δηλαδή το έτος, κατά το οποίο ο Οκταβιανός νίκησε τον Αντώνιο στο Άκτιο. Μετά από λίγο, ο Οκταβιανός ανακηρύχθηκε ο πρώτος αυτοκράτορας της Ρώμης και πήρε τον τίτλο του Αυγούστου. Στο εξής οι ελληνικές πόλεις άρχισαν σταδιακά να χρονολογούν τις αποφάσεις τους με βάση τη νίκη του Αυγούστου στο Άκτιοκή χρονολόγηση). Αν λοιπόν αφαιρέσουμε από το έτος 89 που αναφέρει η επιγραφή μας, το έτος 31, η επιγραφή μας χρονολογείται με ακρίβεια στο έτος +58.
Το κείμενο αυτής της επιγραφής είναι ελάχιστο, οι πληροφορείες όμως που μας παρέχει είναι σημαντικές. Πρόκειται για ένα αξιόλογο μνημείο του τόπου, το οποίο ελπίζουμε να αναγνώσουμε εκ νέου, με την άδεια της Ζ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων και του δημάρχου Πεταλιδίου.


2. IG V1, 1394
[Γαΐου Καίσαρος]
[Σεβα]σ[τ]ου Γερ-
[μ]ανικού μητέρα
[Αγρι]ππείνην θυγα-
[τρι]δήν Θεού Καίσαρος
[Σεβ]αστού, γυναίκα
[Γερμ]ανικού Καίσαρος,
[...]ας Φιλοκράτους
[α]νέθηκε
Η επιγραφή αναφέρεται ως χαμένη ήδη από το 1913, όταν δημοσιεύτηκε στο corpus των IG V1. O Kolbe, εκδότης του corpus, χαρακτηριστικά αναφέρει: «nunc periiss videture». Η επιγραφή έγινε γνωστή από τον Γάλλο περιηγητή Μ. Fourmont (1690-1746), ο οποίος, ως μέλος της Ακαδημείας των επιγραφών του College de France, επισκέφθηκε την Ελλάδα, με εντολή του Λουδοβίκου 15ου, μεταξύ των ετών 1728 και 1731, με σκοπό την αντιγραφή επιγραφών. Ο Fourmont, που έκανε απόγραφο της επιγραφής, λέει στα χαρτιά του, σύμφωνα πάντα με τον Kolbe, ότι την είδε στη Λογγά, χωριό που απέχει δύο περίπου ώρες από το Πεταλίδι. Ο  Kolbe ακόμη αναφέρει ότι κάποτε η επιγραφή κάλυπτε την αγία τράπεζα στην εκκλησία των Γενεθλίων της Παναγίας.
Αυτό που δημιουργεί σύγχυση σε σχέση με τον τόπο ευρέσεως είναι ότι ο A. Boeckh, πολύ προγενέστερος του Kolbe, αναφέρει το 1828 τη θέση Λογγή (ο ίδιος έκανε και τις συμπληρώσεις στο αποσπασματικό κείμενο). Στη συνέχεια αναφέρει ότι δεν γνώριζε την τοποθεσία αυτή και κατόπιν μνημονεύει το χωριό Λόγγος, το οποίο τοποθετείται μεταξύ Βοστίτσας και Πάτρας. Προφανώς ο Εoeckh έχει κάνει λάθος στις τοπογραφικές του πληροφορίες και κατά πάσα πιθανότητα η επιγραφή προέρχεται από το χωριό Λογγά κοντά στο Πεταλίδι. Όμως ο τόπος ευρέσεως της επιγραφής θα ταυτιζόταν σωστά, αν γνωρίζαμε πού ήταν η εκκλησία των Γενεθλίων της Παναγίας. Ελπίζουμε να το μάθουμε κυρίως με τη βοήθεια των παλαιών κατοίκων της περιοχής και ότι η επιγραφή κάποτε θα βρεθεί.
Από τις περιγραφές προκύπτει ότι η επιγραφή ήταν χαραγμένη σε ορθογώνια βάση αγάλματος, που θα απεικόνιζε την Αγριππίνα (-14/ +33), κόρη του Μάρκου Αγρίππα και της Ιουλίας, κόρη, με την σειρά της, του αυτοκράτορα Αυγούστου. Η Αγριππίνα δηλαδή ήταν εγγονή του Αυγούστου, η οποία παντρεύτηκε τον Γερμανικό (πιθανόν το +5), ανηψιό του αυτοκράτορα Τιβερία με τον οποίο απέκτησε 9 παιδιά. Ο Γερμανικός πέθανε το +19 και για τον θάνατό του η Αγριππίνα υποπτευόταν ως εν μέρει υπεύθυνο, τον Τιβέριο, διάδοχο του Γερμανικού στον αυτοκρατορικό θρόνο. 
Ένας από τους γιούς της Αγριππίνας ήταν ο μετέπειτα αυτοκράτορας Γάιος Ιούλιος Καίσαρ Γερμανικός, γνωστός Καλλιγούλας (+37 έως +41). Αξίζει να σημειωθεί ότι η επιγραφή δεν παραλείπει κανένα από τα στοιχεία που συνθέτουν την αυτοκρατορική ταυτότητα της Αγριππίνας, ότι δηλαδή ήταν μητέρα το Καλλιγούλα, εγγονή του Αυγούστου και τέλος, γυναίκα του Γερμανικού.
Στους στίχους 8-9 αναφέρεται ο αναθέτης του αγάλματος Αγριππίνας, δυστυχώς όμως μόνο η κατάληξη του ονόματός του και το πατρώνυμό του σώζονται στον λίθο: -ίας Φιλοκράτους ανέθηκε. Ο λόγος για τον οποίο ο γιος του Φιλοκράτους ανέθεσε το άγαλμα της Αγριππίνας μας είναι άγνωστος. Γνωρίζουμε όμως ότι η Αγριππίνα θεοποιήθηκε μετά τον θάνατό της από τον γιο της Καλλιγούλα, όταν ο ίδιος έγινε αυτοκράτορας, επομένως η επιγραφή θα πρέπει πιθανότατα να χρονολογηθεί μετά το +37.

3. SEG 11 (1950) 985 
A πό[λις] 
ά τών Κο[ρωναίων] 
Γ[άϊον] Ασίνιον [Τουκουρι]
ανόν τό[ν εαυταίς] 
ευερ[γέταν] 
αρετάς [ένεκα].


Μαρμάρινο βάθρο (εικ. δεξιά), σπασμένο δεξιά και κάτω. Στο πάνω μέρος απολήγει σε κυμάτιο καιστην άνω επιφάνεια σώζει ορθογώνιο τόρμο, πιθανόν για την ένθεση αγάλματος. Το κείμενο της επιγραφής δεν σώζεται πλήρως. Όπου αυτό συμπληρώνεται, τίθεται σε γκύλες.
Το βάθρο δεν έχει βρεθεί στην αρχαία Κορώνη, στο σημερινό Πεταλίδι, αλλά στον Βυζαντινό Ναό της Αγίας Σοφίας, ο οποίος βρίσκεται στο κάστρο της σημερινής Κορώνης που ταυτίζεται με την αρχαία Ασίνη. Εντάσσεται όμως στη μελέτη μας, επειδή αναφέρει την πόλη των Κορωναίων και επειδή, κατά τη γνώμη μας, σχετίζεται με την προηγούμενη επιγραφή (αρ. 2).
Σύμφωνα λοιπόν με το κείμενο, η πόλη των Κορωναίων τιμά τον ευεργέτη της Γάιο Ασίνιο [Τουκουρι]ανό.

Την επιγραφή δημοσίευσε πρώτος ο Ν.S. Valmin το 1934/5 ο οποίος θεώρησε ότι η σημερινή Κορώνη θα πρέπει να ταυτιστεί με την αρχαία Κορώνη, επειδή αναφέρεται η πόλη των Κορωναίων. Η τοπογραφική ταύτιση του Valmin είναι βεβαίως λανθασμένη, εφόσον δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η αρχαία Κορώνη συμπίπτει με το σημερινό Πεταλίδι.
Από το κάστρο της σημερινής Κορώνης η επιγραφή μεταφέρθηκε στο Μουσείο του Βασιλικού Τριφυλίας και το 1966 στο Μπενάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο Καλαμάτας από τον καθηγητή Πέτρο Θέμελη, όπου φυλάσσεται έως σήμερα στην έκθεση του Μουσείου με αριθμό ευρετηρίου 410.
Ο τιμόμενος Γάιος Ασίνιος [Τουκουρι]ανός δεν ήταν Ασίνιος, όπως θα νόμιζε κανείς, αλλά Ρωμαίος. Το Ασίνιος εδώ δεν έχει καμία σχέση με την Ασίνη, τον τόπο εύρεσης της επιγραφής. Το όνομα Ασίνιος είναι γνωστό λατινικό nomen gentis (Asinius) και ανήκει στην επιφανή οικογένεια των Asinii με πρώτο σημαντικό μέλος της τον C. Asinius Pollio (-1oς/ +1ος αιώνας).
Η συμπλήρωση [Τουκουρι]ανός στον στ. 3 είναι η πιο πιθανή, με βάση τον αριθμό των γραμμάτων που λείπουν και την κατάληξη -α- νός που σώζεται στο στ. 4.
Δεν γνωρίζουμε αν ο τιμώμενος ήταν γνωστό ιστορικό πρόσωπο. Ένας Γάιος Ασίνιος Τουκουριανός μαρτυρείται ως ανθύπατος Σαρδηνίας (PIR 2, A. 1254), που ανήκε μάλλον στο δεύτερο μισό του +1ου αιώνα. Θα μπορούσε να είναι αυτός ο τιμώμενος. Όμως η μορφή των γραμμάτων χρονολογεί την επιγραφή στον +2ο αι. και όχι στον 1ο. Εξάλλου θα ήταν δύσκολο να εξηγήσει κανείς, γιατί η πόλη των Κορωναίων θα τιμούσε έναν ανθύπατο Σαρδηνίας, εκτός εάν υποτεθεί ότι ο ίδιος υπήρξε και ανθύπατος της Aχαΐας.
Αλλά και ο λόγος για τον οποίο θα μπορούσε να τιμάται από τους Κορωναίους ο Γάιος Ασίνιος Τουκουριανός, ως ευεργέτης τους, μας είναι άγνωστος. Θεωρούμε ότι η απάντηση θα μπορούσε να αναζητηθεί στην σχέση της Κορώνης με την Αγριππίνα, όπως προέκυψε από την προηγούμενη επιγραφή (αρ.2). Στα χρόνια του αυτοκράτορα Τιβερίου η οικογένεια του Asinii ήταν στενά συνδεδεμένη με τον Γερμανικό και μάλιστα η Αγριππίνα ήταν ετεροθαλής αδελφή της γυναίκας του Γάϊου Ασινίου Γάλλου, γιου του Γάιου Ασινίου Πωλλίονα. Την περίοδο εκείνη οι Asinii υπήρξαν από τις ισχυρότερες οικογένειες της Ρώμης. Όταν δε οι σχέσεις Τιβερίου και Αγριππίνας κλονίστηκαν μετά το +26, η οικογένεια των Asinii υπέστη τις δυσμενείς συνέπειες. Οι δεσμοί φιλίας όμως της οικογένειας των Asinii διατηρήθηκαν και με την Αγριππίνα την νεότερη (+15/ +59). Και όταν έγινε αυτοκράτορας o Καλλιγούλας, γιός του Γερμανικού και της Αγριππίνας, οι Asinii ανέκτησαν την δύναμή τους, ενώ στη συνέχεια επί του αυτοκράτορος Κλαυδίου (+41/ +54) οι Asinii έχασαν εκ νέου την πολιτική τους επιρροή. Αργότερα, η Αγριππίνα η νεότερη, κόρη της Αγριππίνας και του Γερμανικού και μητέρα του μετέπειτα αυτοκράτορα Νέρωνα απέκτησε μεγάλη ισχύ, ώστε οι Asinii προωθήθηκαν για ακόμη μια φορά στο πολιτικό προσκήνιο της Ρώμης.
Έτσι λοιπόν από τις δύο αυτές τιμητικές επιγραφές της Κορώνης (αρ. 2 και 3) προκύπτει ότι η Κορώνη και ίσως η ευρύτερη περιοχή είχε ιδιαίτερες σχέσεις με την Αγριππίνα και την στενά συνδεδεμένη με αυτήν οικογένεια των Asinii. Παραμένει δυσερμήνευτο το γιατί ο λίθος βρέθηκε στην Ακρόπολη της αρχαίας Ασίνης και όχι στην αρχαία Κορώνη.

4. IG V1, 1398





























































































Τρία θραύσματα αρράβδωτου κίονα, που σώζουν κατάλογο εφήβων του +3ου. Η εφηβεία ήταν πολιτικός και κοινωνικός θεσμός κατά την αρχαιότητα, μέσω του οποίου οι νέοι λάμβαναν στρατιωτική, αθλητική αλλά και φιλοσοφική εκπαίδευση. Πολλές πόλεις συνήθιζαν να αναγράφουν σε στήλες ή κίονες στα αρχαία γυμνάσια καταλόγους ονομάτων των εφήβων που αποφοιτούσαν κάθε έτος.

Ο εφηβικός κατάλογος της αρχαίας Κορώνης (εικ. δεξιά) εντοπίστηκε το 1875 από τον Π. Σταματάκη. Σύμφωνα με τη δημοσίευση του Σ.Α. Κουμανούδη (Αθήναιον 4, 1875, σελ.103-107), o Σταματάκης επισκέφθηκε το Πεταλίδι τον Ιανουάριο του 1875 κατ' εντολήν της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, προκειμένου να εντοπίσει και να αντιγράψει τις επιγραφές της περιοχής. Μεταξύ άλλων εντόπισε και την εν λόγω επιγραφή. Για την ακρίβεια, Ο Κουμανούδης αναφέρει τα εξής: «ευρεθέντα καί τά τρία (εννοεί και τα τρία θραύσματα του κίονα που φέρουν τον κατάλογο των εφήβων) πρό πολλών ετών καθαριζομένου του φρέατος, του εν τή οικία του υποστρατήγου Ν. Πιεράκου».
 Ο κίονας αρχικά θα είχε ύψος πάνω από 2μ. Από τα τρία θραύσματα τα δύο βρίσκονται στην αυλή του Μπενακείου Αρχαιολογικού Μουσείου Καλαμάτας με αριθμό ευρετηρίου 6335 και 6340, ενώ το τρίτο θραύσμα δεν έχει εντοπιστεί ακόμη.
Στον στ. 1 αναγράφεται το έτος ΣOZ που είναι ο αριθμός 277, από τον οποίο προκύπτει η χρονολόγηση της επιγραφής στο έτος +246.


Στους στ. 2-9 αναγράφονται ο Γυμνασίαρχος Γ. Κλώ(διος) Ιούλιος) Κλεόβουλος, γιος του Γάιου Ιουλίου Θεαγένη, καθώς και ο αρχέφηβος Γάιος Ιούλιος Κλεοβούλου, γιός του Γυμνασίαρχου. Ακολουθούν τα ονόματα των εφήβων που αποφοίτησαν από την εκπαίδευσή τους το έτος +246.
Ο Γυμνασίαρχος και ο γιος του ήταν μέλη επιφανούς οικογένειας της αρχαίας Κορώνης. Όπως προκύπτει από την παρούσα επιγραφή ο Γυμνασίαρχος Γάιος Κλώδιος Ιούλιος Κλεόβουλος υπήρξε και προστάτης δια βίου του Κοινού των Αχαιών. Το αξίωμα αυτό φαίνεται ότι ήταν εξέλιξη ενός προγενεστέρου αξιώματος, αυτό του αρχιερέως.
Ο ίδιος είναι επίσης γνωστός από την τιμητική επιγραφή που ίδρυσε προς τιμήν του στην Ολυμπία. Ο γιος του, Γάιος Ιούλιος Θεαγένης (Inschr. Von Olympia 452). Από την επιγραφή της Ολυμπίας προκύπτει ότι ήταν και στρατηγός του Κοινού των Αχαιών, προστάτης δια βίου των Ελλήνων καθώς και αγωνοθέτης των Μεγάλων Αντινοείων, τα οποία τελούνταν στην Μαντίνεια, όπως γνωρίζουμε από τον περιηγητή Παυσανία (VIII, 9,8).
Ο πατέρας του Γυμνασίαρχου, Γάιος Ιούλιος Θεαγένης (ομώνυμος με τον εγγονό του), πληροφορούμαστε ότι ήταν «αιώνιος πρεσβευτής και λογιστής της πόλεως» (στ. 14-18), αξίωμα αντίστοιχο του ρωμαϊκού Curator cίνίtatis. Είναι ακόμη γνωστός και ως στρατηγός του Κοινού των Αχαιών, από μια δεύτερη τιμητική επιγραφή από την Ολυμπία, που ίδρυσε ο γιος του, ο Γυμνασίαρχος Γάιος Κλώδιος Ιούλιος Κλεόβουλος, με τη συγκατάθεση της βουλής της Ολυμπίας, μετά από ψήφισμα του Κοινού των Αχαιών (Inschr. Von Olympia 451).
Τέλος, ο γιός του Γυμνασίαρχου Γάιος Ιούλιος Θεαγένης Kλɛoβούλου, Θεαγένους έκγονος, απαντά ως Αρχέφηβος στον εφηβικό κατάλογο της Κορώνης και αναθέτης του ανδριάντα του πατέρα του στην Ολυμπία.
Από τον μακρύ κατάλογο των ονομάτων των εφήβων που ακολουθεί στο κείμενο της επιγραφής (στ. 19 κ.εξ.), αξίζει να σημειωθεί ότι μεγάλος αριθμός αυτών είναι Αυρήλιοι, που σημαίνει ότι πρέπει να απέκτησαν την Ρωμαϊκή πολιτεία (το δικαίωμα του Ρωμαίου Πολίτη) το +212 με την λεγόμενη Constitutio Antoniana, σύμφωνα με την οποία ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος παραχώρησε ρωμαϊκή πολιτεία σε όλους τους κατοίκους της αυτοκρατορίας.

5. SEG 11 (1950) 990
Ρόδα Νεμερίου
Χρηστή χαίρε
Επιτύμβια αετωματική στήλη από πεντελικό μάρμαρο που φέρει ανάγλυφη παράσταση και επιγραφή. Την είδε ο Ν.S. Valmin το 1929 στο σχολείο του Πεταλιδίου. Σήμερα δεν γνωρίζουμε που βρίσκεται. Στη δημοσίευσή του ο Ν.S. Valmiη αναφέρει ότι βρέθηκε περίπου 3 χιλιόμετρα βορείως της πόλης του Πεταλιδίου, 500 μέτρα από τη θάλασσα, στο χωράφι του Ν. Καπότα.
Οι διαστάσεις της, σύμφωνα με τον Valmiη είναι: ύψος περίπου 63 εκατοστά, πλάτος 36 εκ. και πάχος 8 εκ. Τα γράμματα χρονολογούν την επιγραφή στον +2ο αι. Φέρει ανάγλυφη παράσταση καθιστής γυναίκας στα αριστερά, που δεξιώνεται έναν άντρα στα δεξιά και ανάμεσά τους απεικονίζεται ένα παιδί. Η επιγραφή είναι χαραγμένη κάτω από το ανάγλυφο. Το γυναικείο όνομα Ρόδα είναι σπάνιο στην Πελοπόννησο καθώς απαντά μια ακόμη φορά στην Ερμιόνη τον +1ο αιώνα.
 Η δημοσίευση του Valmin περιλαμβάνει και σχέδιο, το οποίο αποτελεί σημαντικό τεκμήριο έως ότου το μνημείο εντοπιστεί.


6. Αιχμή δόρατος από το Ιερό του Απόλλωνος Κορύθου 
Σε μικρή απόσταση από το Πεταλίδι, στην θέση της βυζαντινής εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα στο Λογγά, ο Φρειδερίκος Βερσάκης διενήργησε ανασκαφές, το 1916, και αποκάλυψε ιερό που ήταν αφιερωμένο, σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία, στον Απόλλωνα Κόρυθο ή Κόρυνθο. Η ανασκαφή δημοσιεύθηκε στο Αρχ. Δελτ. 2 (1916) σελ. 88-114. Σύμφωνα με τον Βερσάκη, τα ευρήματα από την ανασκαφή του ιερού μαρτυρούν ότι η λατρεία του Απόλλωνος Κορύθου ανάγεται στην πρώτη (-) χιλιετία και φτάνει μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια, γεγονός που το καθιστά από τα πλέον σημαντικά ιερά της Μεσσηνίας.
Κατά την ανασκαφή του Βερσάκη βρέθηκαν συνολικά 11 επιγραφές. Οι οποίες αυξάνουν το σύνολο των επιγραφών της ευρύτερης περιοχής του Πεταλιδίου σε 29.
Ο Απόλλων Κόρυθος είναι θεός του πολέμου, όπως μαρτυρεί το επίθετο του θεού (κόρυς -υθος= περικεφαλαία). Την πολεμική φύση του Απόλλωνος Κορύθου φανερώνουν και οι χάλκινες αιχμές από δόρατα που αφιερώθηκαν στο ιερό του και ήρθαν στο φως με τις ανασκαφές. Δύο μάλιστα φέρουν επιγραφές της αρχαϊκής εποχής και συγκεκριμένα των αρχών του -5ου αιώνα. Η πρώτη ενεπίγραφη αιχμή μας πληροφορεί ότι αφιερώνεται στο ιερό του Απόλλωνα: «Απέλλονος ιαρόν».


Η δεύτερη αιχμή δόρατος βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Φέρει επιγραφή, χαραγμένη από τα δεξιά προς τα αριστερά: «Μεθάν[ιοι]/ ανέθε[ν]/ Αθαναι[...]/ λαίδος». Είναι από τις ελάχιστες αρχαϊκές επιγραφές της Μεσσηνίας, και γι' αυτό οι δυνατότητες συμπλήρωσης των στίχων 1 και 3, όσο και η ερμηνεία του κειμένου έχουν απασχολήσει έντονα την έρευνα.
Ποιοί είναι άραγε οι Μεθάνιοι του στ. 1 που αφιερώνουν το δόρυ στο θεό Απόλλωνα και με αφορμή ποιά νίκη; Είναι οι κάτοικοι των Μεθάνων της Αργολίδας; Οι κάτοικοι της Μεθώνης της Μεσσηνίας ή μήπως οι Μεσσήνιοι (θ=σ, σσ) που νίκησαν τους Αθηναίους στον Μεσσηνιακό πόλεμο του -456/5.
H λέξη "Αθανα" τι σημαίνει; Τη Θεά Αθηνά, όπως πίστευε ο Βερσάκης, ή τους Αθηναίους που νικήθηκαν από τους Μεσσήνιους το 456/5. Την απάντηση στα ερωτήματα αυτά επιχείρησαν να δώσουν σημαντικοί ερευνητές, όπως η L. Jeffery (LSAG, σ.203-4), ο W. Pritchett (Greek State at War, vol.5 (1991), σ.77 κ.ε.), ο R. Bauslaugh (Hesperia 59, 1990, σ. 661-8) κ.ά.

Επίλογος
Στόχος της μελέτης μας ήταν η ανάδειξη της σημασίας των επιγραφικών μαρτυριών της Αρχαίας Κορώνης, ως ιστορικά κείμενα αλλά και ως αρχαιολογικά μνημεία. Επίσης επιδιώξαμε να δώσουμε έμφαση στην ανάγκη επανεξέτασης και περαιτέρω μελέτης των επιγραφών, όχι μόνο της αρχαίας Κορώνης, αλλά και της Μεσσηνίας στο σύνολό της. Το έργο αυτό φιλοδοξούμε να εκπονήσουμε με την υποστήριξη της αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων, του Διευθυντή των ανασκαφών της Αρχαίας Μεσσήνης, των τοπικών φορέων καθώς και των κατοίκων της περιοχής.

Ανδρονίκη Μακρή, Ιστορικός - Επιγραφολόγος