.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Νήσος Σαπιέντζα


Η Σαπιέντζα είναι το δεύτερο μεγαλύτερο νησί των Μεσσηνιακών Οινουσσών μετά την Σχίζα. Βρίσκεται στ' ανοιχτά των νοτιοδυτικών ακτών της Μεσσηνίας, απέναντι από τη Μεθώνη και είναι ένα κατάφυτο νησί με σπάνια χλωρίδα. Έχει έκταση 9 τ. χλμ. και σύμφωνα με την απογραφή του 2001, έχει πληθυσμό 7 κατοίκους.
Κοντά στο νησί βρίσκονται δύο περίφημα ναυάγια της Ρωμαϊκής εποχής τα οποία προορίζονται να λειτουργήσουν ως ο επισκέψιμος ενάλιος αρχαιολογικός χώρος.



Διοικητικά ανήκει στον Δήμο- Πύλου Νέστορος ενώ την περίοδο 1999 -2010 ανήκε στον Δήμο Μεθώνης. Νοτιοδυτικά της Σαπιέντζας βρίσκεται το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου γνωστό ως τάφρος ή φρέαρ των Οινουσσών, με βάθος 5.121μ. Το υψηλότερο σημείο του νησιού είναι 219μ. Η πρόσβαση στο νησί πραγματοποιείται με τουριστικά πλοιάρια που αναχωρούν από τη Μεθώνη.

Το λιμανάκι της νήσου

Η Σαπιέντζα βρίσκεται πάνω στον σημαντικό ναυτικό δρόμο που συνδέει την Ιταλία με την Μέση Ανατολή Στις ακτές της έχουν σημειωθεί αρκετά ναυάγια, ορισμένα απ’ τα οποία μετέφεραν ιδιαίτερα σημαντικό φορτίο, με μεγάλη αξία σήμερα για την αρχαιολογία.
Πρωτοεντόπισαν τα αρχαία ναυάγια γύρω στο 1920. Εκεί ναυάγησε ένα πλοίο με κλεμμένο φορτίο, τις γρανιτένιες κολόνες που πιθανολογείται ότι προέρχονταν από το Μεγάλο Περιστύλιο του Ηρώδη στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, +1ος αιώνας. 
Εκεί επίσης βρίσκεται και το επονομαζόμενο «ναυάγιο των σαρκοφάγων», καθώς το φορτίο ήταν ρωμαϊκές σαρκοφάγοι από τιτανιούχο λίθο.

Ναυάγιο Κιόνων

Τα αρχαιολογικά ευρήματα στο βυθό κοντά στο βόρειο ακρωτήριο της Σαπιέντζας (ακρωτήριο Καρσί) απέναντι από τη Μεθώνη, έχουν πρωτοεντοπισθεί από ντόπιους ψαράδες, γύρω στο 1920.
Το 1925, ο ιστοριοδίφης δικηγόρος Διονύσιος Πόταρης (1860-1932), με την υπόδειξη των ψαράδων, εντόπισε αλλά και κατέγραψε τα "μάρμαρα", σε απόσταση 50-60 μέτρα από τη βόρεια ακτή της Σαπιέντζας και σε βάθος 6- 7 μέτρων. Τότε σχημάτισε την ορθή γνώμη ότι επρόκειτο για ναυάγιο πλοίου, που μετέφερε αρχαιότητες.
Το ναυάγιο των κιόνων βρίσκεται σε βάθος περί τα 10 μ., πλησίον του ακρωτηρίου Σπίθα. Οι κίονες είναι διασκορπισμένοι σε έκταση 30 περίπου τ.μ. και απέχει 10 μ. από την άκρη του ακρωτηρίου. 


Μέρος του αριθμού των κιόνων είναι τοποθετημένοι στο βυθό ο ένας δίπλα στον άλλο, όπως πιθανόν θα ήταν στο βυθισμένο πλοίο, ενώ άλλα τεμάχια είναι διάσπαρτα στο βυθό. Εντοπίσθηκαν 34 τμήματα τεμαχισμένων μονολίθων αρράβδωτων κιόνων, εκ των οποίων ο ένας μόνο είναι ακέραιος και έχει ύψος 8 μ. και διάμετρο 0,90 μ. Από τα 34 τεμάχια τα 28 είναι συγκεντρωμένα και τα 6 βρίσκονται σε απόσταση 60 μ. από τα υπόλοιπα.

Σαπιέντζα: Το Ρωμαϊκό ναυάγιο των κιόνων

Οι κίονες είναι κατασκευασμένοι από ερυθρωπό γρανίτη της ίδιας ποιότητας με αυτόν του κίονα που βρίσκεται εντός του Φρουρίου της Μεθώνης και στήθηκε το 1493/4 από το ναύαρχο Francesco Bebo σε ανάμνηση της επανακτήσεως του Κάστρου από τους Ενετούς, τοποθετώντας τη βύθιση του πλοίου σε προγενέστερους χρόνους. Ο γρανίτης αυτός συναντάται μόνο στην Αίγυπτο, την Ξάνθη, την Καβάλα και τη Μύκονο.
Η μελέτη του τεμαχίων, αλλά και του σχεδίου των κιόνων δείχνει ότι προέρχονται από ένα οικοδόμημα που κατεδαφίστηκε ή κατέρρευσε και περιλάμβανε συνολικά 16 κίονες. Το βυθισμένο πλοίο μετέφερε μέρος μόνο του συνόλου των κιόνων και εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι τα τεμάχια είναι ανωμάλως θραυσμένα και δεν συναρμολογούνται μεταξύ τους. Μερικοί κίονες έχουν κυκλικές κεφαλές σα να έχουν χρησιμοποιηθεί για δέσιμο πλοίων πλησίον «μώλου». 
Ο χώρος του ναυαγίου προορίζεται να λειτουργήσει ως ο επισκέψιμος ενάλιος αρχαιολογικός χώρος.

Ναυάγιο Σαρκοφάγων



Βόρεια της νήσου Σαπιέντζα και σε σχετικά μικρή απόσταση από το ναυάγιο των κιόνων, ένα δεύτερο ναυάγιο εντοπίστηκε σε βάθος 15 μ. Το φορτίο του αποτελείται από λίθινες σαρκοφάγους με τα καλύμματά τους. Εκτός από μία που τεμαχίστηκε πιθανώς κατά τη βύθιση του πλοίου και τη συντριβή της στον βράχο, οι υπόλοιπες είναι άθικτες, με διαστάσεις 2,20x 0,80μ. 
Φέρουν ανάγλυφη απλή διακόσμηση από φυτικά μοτίβα, βουκράνια και τύμπανα, ενώ τα καλύμματα είναι σαμαρωτά, με υποτυπώδη σχηματοποιημένη διακόσμηση μόνο στκό πρόγραμμα από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Bologna και τον Kαθηγητή A. Nanneti στα ναυάγια των σαρκοφάγων και των κιόνων. Αξίζει να αναφέρουμε πως παρόμοια ναυάγια σαρκοφάγων έχουν εντοπιστεί στην Σύρο αλλά και στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Άνδρου και Τήνου, όπου διακρίνονται τουλάχιστον 20 σαρκοφάγοι δυο μεγεθών και δυο τύπων, του απλού ορθογώνιου και του τύπου « ληνός ». Το ναυάγιο αυτό χρονολογείται στον +3ο αιώνα. 

Η συστηματική ανασκαφική έρευνα ξεκίνησε από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ενώ το 2010 πραγματοποιήθηκε εκπαιδευτικό πρόγραμμα από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Bologna και τον Kαθηγητή A. Nanneti στα ναυάγια των σαρκοφάγων και των κιόνων. Αξίζει να αναφέρουμε πως παρόμοια ναυάγια σαρκοφάγων έχουν εντοπιστεί στην Σύρο αλλά και στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Άνδρου και Τήνου, όπου διακρίνονται τουλάχιστον 20 σαρκοφάγοι δυο μεγεθών και δυο τύπων, του απλού ορθογώνιου και του τύπου « ληνός » (μακρόστενη με αποστρογγυλεμένες τις γωνίες) 


Βυζαντινή περίοδος
Στη βορειοδυτική ακτή της Σαπιέντζας βρίσκεται το γνωστό ναυάγιο των σαρκοφάγων από γρανίτη, που τεκμηριώνει τη χρήση του θαλάσσιου δρόμου στους αυτοκρατορικούς χρόνους (+1ος αι.).
Στη χερσαία περιοχή που γειτονεύει με το ναυάγιο υπάρχουν κτιριακά κατάλοιπα σε επίπεδο θεμελίων και αφθονία οστράκων κυρίως των πρωτοβυζαντινών χρόνων. 
Σε τμήμα αυτής της περιοχής που διαβρώνεται από την θάλασσα διατηρείται δάπεδο από φερτό ψαμμίτη που χαρακτηρίζεται από όστρακα 6ου- 7ου αιώνα, ενώ σε ανώτερο επίπεδο υπάρχει μεταγενέστερο οικοδόμημα κτισμένο αποκλειστικά από ασβεστόλιθο και ισχυρό ασβεστοκονίαμα, ίσως μεσοβυζαντινών χρόνων. 
Στην ίδια περιοχή, σε νεότερους χρόνους, κατασκευάστηκαν ασβεστοκάμινοι, μία από τις οποίες μέσα στο μεσοβυζαντινό κτίριο με μερική χρήση του βόρειου και του ανατολικού τοίχου του.


Στην είσοδο του νησιού βρίσκονται τα Δύο Αδέρφια. Eτσι λέγονται τα δυο νησάκια που το ένα από ψηλά μοιάζει να έχει σχήμα καρδιάς. 


Ο Φάρος της Σαπιέντζας: 
Στο ένα βρίσκεται και ο φάρος του νησιού. Σήμερα δεν έχει φαροφύλακα και φωτοβολταϊκά συστήματα τον ηλεκτροδοτούν όλο τον χρόνο. Χτίστηκε το 1886 με διαταγή της βασίλισσας Βικτωρίας της Αγγλίας, η οποία επιστράτευσε τους καλύτερους αρχιτέκτονες μηχανικούς της εποχής για να τον κατασκευάσουν. 
Ο φάρος ήταν ο δυνατότερος της Μεσογείου, αφού η εμβέλειά του έφτανε γύρω στα 50-55 ναυτικά μίλια. Κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, οι πρώτοι που ανέβηκαν στο νησί ήταν οι Ιταλοί κατακτητές, οι οποίοι για να ξεγελάσουν τις νηοπομπές μείωσαν την εμβέλειά του. Σήμερα ο φάρος πραγματοποιεί τρεις αναλαμπές στα 17 δευτερόλεπτα.



Η Σαπιέντζα διαθέτει μία παραλία στο βόρειο τμήμα της, απέναντι από τη Μεθώνη, η οποία ονομάζεται Άμμος.


Το όνομα Σαπιέντζα είναι Ιταλικής προέλευσης και σημαίνει σοφία.«Navigare con Sapienza». Αυτή ήταν η συμβουλή («πλεύσε με σοφία») στους ναυτικούς του ύστερου Μεσαίωνα αποτυπωμένη σε χάρτες από τους Ενετούς.
Από το 1209 το νησί πέρασε στον έλεγχο των Βενετών όπως και ολόκληρη η νότια ακτογραμμή της Μεσσηνίας. Κατά τη διάρκεια του 3ου Βενετοτουρκικού πολέμου αποτελούσε αγκυροβόλιο του Τουρκικού και του Βενετικού στόλου. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας αποτέλεσε ελληνικό έδαφος. Αμφισβητήθηκε όμως από την Αγγλία κατά την διάρκεια των Παρκερικών όταν οι σχέσεις Ελλάδας και Αγγλίας οξύνθηκαν. Η Αγγλία διεκδίκησε κατά το διάστημα αυτό το νησί ως τμήμα των Ιονίων νήσων τα οποία εκείνη την περίοδο της ανήκαν. Το νησί παραμένει σχεδόν ακατοίκητο τις τελευταίες δεκαετίες παρουσίαζοντας όμως έναν πολύ μικρό πληθυσμό στις τελευταίες απογραφές.  

Το δάσος της Κουμαριάς, μοναδικό στη Μεσόγειο.

Το νησί περιλαμβάνει σπάνια δάση αείφυλλών πλατύφυλλων. Θαμνώδη μεσογειακά φυτά, όπως κουμαριές ή σχίνα στην Σαπιέντζα συναντώνται με δενδρώδη μορφή και σχηματίζουν πυκνό δάσος. Μία έκταση 240 στρεμμάτων του δάσους της Σαπιέντζας έχει ανακηρυχθεί επίσημα διατηρητέο μνημείο της φύσης. Επίσης η Σαπιέντζα είναι ενταγμένη στο δίκτυο Natura 2000 μαζί με την γειτονική νήσο Σχίζα και την περιοχή του ακρωτηρίου Ακρίτας. Στο νησί ζει σημαντικός πληθυσμός κρητικών αίγαγρων, των γνωστών κρι-κρι.