.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Σάββατο 30 Απριλίου 2016

Ελληνιστικό ταφικό μνημείο, Πετροπηγάδα Τριφυλία


Στην  θέση Πετροπηγάδα του Δ.Δ. Μακίστου, στη νότια πλευρά του όρους Λαπίθας και σε απόσταση περίπου 2 χλμ. νοτιοδυτικά της αρχαίας οχυρωμένης ακρόπολης της Πλατιάνας (ίσως η αρχαία πόλη Τυπανέαι ή το αρχαίο Αίπυ), λαθρανασκαφική ενέργεια είχε ως αποτέλεσμα τον εντοπισμό ταφικού μνημείου 1. Η ανασκαφή που ακολούθησε έφερε στο φως την πρόσοψη του μνημείου και τρεις τάφους που βρίσκονταν διευθετημένοι πίσω από αυτήν1 (Σχέδ.2).


Το μνημείο έχει προσανατολισμό ΒΑ.- ΝΔ., με πειόσχημη κάτοψη και είναι χτισμένο με μεγάλες ορθογώνιες ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους. Η ανωδομή έχει καταπέσει άτακτα μπροστά στο μνημείο, από την πρόσοψη του οποίου σώζεται στη θέση του το κατώτερο τμήμα, αποτελούμενο από τη θεμελίωση, την ευθυντηρία, τον τοιχοβάτη και έναν ορθοστάτη. Η εξωτερική ορατή όψη των λίθων φέρει επιμελημένη περιτένεια, ενώ το πίσω μέρος τους είναι αδρά επεξεργασμένο. Το άνω μέρος του τοιχοβάτη διακοσμείται με κυμάτιο, που συμπληρώνεται από τη λεπτή γλυφή που υπάρχει στο κάτω μέρος του ορθοστάτη (Πίν.85α).
Το μήκος της πρόσοψης του μνημείου είναι 4,50 και το πλάτος της 0,54μ., ενώ από το σωζόμενο δομικό υλικό δεν είναι δυνατόν να συμπεράνουμε αν το μνημείο διέθετε αετωματική επίστεψη ή είχε ευθύγραμμη απόληξη. Από τα διαταραγμένα χώματα στην πρόσοψη του μνημείου συνελέγησαν όστρακα, ένα χάλκινο νόμισμα Ηλείων (Ν1075), που χρονολογείται στο -271/ -191, μία δακρυδόχη (Π9007) και ένας πήλινος λύχνος (Π9015).
Πίσω από την πρόσοψη του μνημείου, σε απόσταση 2,50 περίπου και σε βάθος 0,50μ. περίπου από την επιφάνεια του εδάφους, υπήρχαν τρεις κιβωτιόσχημοι τάφοι, κάθετα διευθετημένοι ως προς την πρόσοψη, κατασκευασμένοι πρόχειρα με ακατέργαστες ή ημικατεργασμένες πλάκες ασβεστόλιθου. Παρόμοιες πλάκες είχαν χρησιμοποιηθεί και ως καλυπτήριες των τάφων, ενώ μία από αυτές ήταν επιτύμβια στήλη με σπασμένη την αετωματική της απόληξη, που είχε χρησιμοποιηθεί στον τάφο 2 σε β' χρήση. Κατά την αφαίρεση της διαταραγμένης επίχωσης πάνω από τους τάφους 2 και 3, βρέθηκε ένα χρυσό δακτυλίδι (Δ957).


Τάφος 1.
Ο τάφος έχει προσανατολισμό ΒΔ.-ΝΑ. και σωζόμενες μέγιστες διαστάσεις: 1,90x 0,80 (εξωτ.) και 1,50x 0,50μ. (εσωτ.). Το βάθος του τάφου είναι 0,40μ. Η βορειοανατολική μακρά πλευρά του ήταν λιθόκτιστη επιμελώς, ενώ η άλλη ήταν λαξευμένη στο μαλακό φυσικό βράχο. Καλυπτόταν με τέσσερις πλάκες και στο εσωτερικό του περιείχε μία ταφή με το νεκρό τοποθετημένο εκτάδην και την κεφαλή προς Ν. Ως μοναδικό κτέρισμα περιείχε έναν πήλινο λύχνο (Π9016), τοποθετημένο στην αριστερή πλευρά του κρανίου.


Τάφος 2.
Βρίσκεται σε απόσταση 1,90μ. νοτιοδυτικά του τάφου 1 και έχει τον ίδιο προσανατολισμό με αυτόν. Οι μέγιστες σωζόμενες διαστάσεις του είναι: 2,50x 0,90 (εξωτ.) και 2,30x 0,70μ. (εσωτ.). Το βάθος του είναι 0,60μ. Περιείχε μία ταφή με το νεκρό τοποθετημένο εκτάδην, στα πόδια του οποίου υπήρχαν ως κτερίσματα τρεις δακρυδόχοι (Π9008, Π9009 και Π9011). Στη νότια στενή πλευρά του τάφου υπήρχε ανακομιδή δύο ή περισσότερων νεκρών, αν κρίνουμε από το πλήθος των συσσωρευμένων οστών, ανάμεσα στα οποία βρέθηκαν δύο σιδερένιες στλεγγίδες (Μ2402, Μ2410), μία χάλκινη στλεγγίδα (Μ2393), ένα σιδερένιο μαχαίρι (Μ 2401), ένας χάλκινος δίσκος κατόπτρου (Μ2391), ένα θήλαστρο (Π9019), τρεις λύχνοι (Π9014, Π9016-17), μία δακρυδόχη (Π9013), ένα γυάλινο αλάβαστρο (Δ955) και ένα ζεύγος χρυσών ενωτίων (Δ958). Ο μεγάλος αριθμός σιδερένιων καρφιών που βρέθηκαν στον τάφο πιθανώς να προέρχεται από κάποιο ξύλινο κιβώτιο.


Τάφος 3.
Αποκαλύφθηκε σε απόσταση 1μ. περίπου δυτικά του τάφου 2, με τον ίδιο προσανατολισμό και μέγιστες σωζόμενες διαστάσεις: 2,50x 0,90 (εξωτ.) και 2,20x 0,60μ. (εσωτ.). Το βάθος του τάφου είναι 0,80μ. Οι καλυπτήριες πλάκες είχαν βυθιστεί και καταπέσει στο εσωτερικό του τάφου, που περιείχε μία ταφή, με το νεκρό τοποθετημένο εκτάδην από Β.-Ν. Ως κτερίσματα υπήρχαν: ένα γυάλινο μυροδοχείο (Δ956), ένα χάλκινο νόμισμα (Ν1076), μία χάλκινη πόρπη (Μ2399), μία χάλκινη στλεγγίδα (Μ2394) και μία δακρυδόχη (Π9012). Στη νότιανοτιοανατολική στενή πλευρά του τάφου υπήρχε συσσώρευση οστών από ανακομιδές δύο ή περισσότερων νεκρών. Μεταξύ των οστών βρέθηκε μία σιδερένια στλεγγίδα (Μ 2394) και ένα σιδερένιο καρφί (Μ2412).
Κατά μια πρώτη εκτίμηση το ταφικό μνημείο 1 μπορεί να χρονολογηθεί από τα μέσα του -2ου, μέσα του -1ου αι.2.


1. Η ανασκαφή διενεργήθηκε υπό την εποπτεία του συμβασιούχου αρχαιολόγου Χρ. Ματζάνα, ο οποίος τήρησε επιμελώς το ημερολόγιο.
2. Η σχεδιαστική αποτύπωση του μνημείου έγινε από το συμβασιούχο αρχιτέκτονα της Εφορείας Η. Γραμματικό.

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ 56-59 (2001-2004) Σελ. 400