.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Τρίτη 31 Μαΐου 2016

Περιστεριά: Οι ανασκαφές Κορρέ, 1976



Οι ανασκαφές Πύλου συνεχίστηκαν στον επιβλητικό λόφο της Περιστεριάς (ΒΑ. της Κυπαρισσίας), επειδή δεν ήταν δυνατό να συνεχιστεί η ανασκαφή της Κουκουνάρας -ελλείψει σχετικών πιστώσεων δεν απαλλοτριώθηκε η έκταση Γουβαλάρη. Στην Περιστεριά είχαν διεξαχθεί παλαιότερα ανασκαφές της Εταιρείας από τον Σπ. Μαρινάτο κατά τις ανασκαφικές περιόδους 1960-1962, 1964-1965, οι οποίες είχαν φέρει στo φως το πλουσιότερο κέντρο της Δυτικής Πελοποννήσου κατά την πρώτη μυκηναϊκή περίοδο, τις «Μυκήνες» της Δ. Πελοποννήσου. Η εφετινή ανασκαφή είχε σαφώς συμπληρωματικό χαρακτήρα και συνεχίστηκε στους εξής τομείς:
1) δυτικά του θολωτού τάφου 1
2) στο εσωτερικό του θολωτού τάφου 1
3) στη νοτιοανατολική οικία
4) στο νοτιοανατολικό τμήμα του «Κύκλου»
5) στην είσοδο του θολωτού τάφου 3 και στο νοτιοδυτικό-νότιο τμήμα του «Κύκλου».
Τέλος, βρέθηκε και ανασκάφηκε και τέταρτος θολωτός τάφος στα νότια του λόφου της Περιστεριάς, που ανήκε στο νεκροταφείο του πληθυσμού της περιοχής. Ο τάφος αυτός ονομάστηκε νότιος θολωτός 1 της Περιστεριάς. Σε πρώτη φάση καθαρίστηκαν τα αντικείμενα που περισυνέλεξε ο επιστάτης της Περιστεριάς κ. Γ. Παναγίτσας από το 1965 ως το 1976, πριν από την έναρξη της ανασκαφής. Πρόκειται, κατά το πλείστον, για επιφανειακά ευρήματα, τα όποια στη συνέχεια συγκολλήθηκαν, μελετήθηκαν, καταγράφηκαν και φωτογραφήθηκαν. Τα υπόλοιπα από αυτά προέρχονται από τα απορριφθέντα χώματα των επιχώσεων των θολωτών τάφων 1,2,3 (όστρακα αμαυρόχρωμων αγγείων, πιθαμφορέων ανακτορικού ρυθμού, κυπέλλων Κεφτί, όστρακο αδριατικής κεραμικής, τρία τμήματα πήλινων ειδωλίων ζώων κ.ά.), από τη νοτιοανατολική οικία (χάλκινα νομίσματα) κτλ.
 Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα ευρήματα του Γ. Παναγίτσα το 1970 από τον αναστηλούμενο θολωτό τάφο 1: σκαραβαίος από αμέθυστο, λεπίδα από οψιανό, λίθινα σφονδύλια, πέντε σφαιρικές ψήφοι αμεθύστου και κομμάτια από τέσσερα, τουλάχιστον, χρυσά ελάσματα σε σχήμα waz με έκκρουστη διακόσμηση, ψήγματα χρυσού (κατάλοιπα ελασμάτων) και δύο χρυσά ελάσματα, από τα οποία το δεύτερο έχει διακόσμηση foliate band και ρόδακα. Στα χώματα του θολωτού τάφου 3 βρέθηκε χρυσό έλασμα με μορφή γλαυκός σε οπή προσραφής στο μέσο του μετώπου.



Θολωτός τάφος 1
Η ανασκαφή του ταφικού θαλάμου δεν είχε ολοκληρωθεί λόγω της πτώσεως της θόλου κατά την ανασκαφική ερευνά (1960-65). Τα άσκαφα σημεία ήταν δύο: το βόρειο-βορειοδυτικό απέναντι από την είσοδο και το νότιο- νοτιοανατολικό. Πρώτα καθαρίστηκε το δάπεδο, το οποίο είχε εγκαταλειφθεί με όλα τα κατάλοιπα της αναστηλωτικής εργασίας, και στη συνέχεια ερευνήθηκε η περιφέρεια του δαπέδου στο βορειοδυτικό τόξο για ανεύρεση οστράκων από τους πιθαμφορείς ανακτορικού ρυθμού του τάφου. Με την ευκαιρία μετρήθηκε και η διάμετρος του δαπέδου που ανέρχεται σε 12,03- 12,04μ.
Ο νότιο-νοτιοανατολικός όγκος είχε θεωρηθεί από τον Μαρινάτο ότι αποτελούσε βωμό. Είχε μέγιστο ύψος 0,83μ. Ο βόρειο-βορειοδυτικός όγκος χωμάτων, και λίθων, ήταν ο μόνος που ερευνήθηκε φέτος. Είχε ύψος 0,97μ. και στα κατώτερα σημεία του παρουσίαζε κάποια αναμόχλευση. Σε ύψος 0,50μ. από το δάπεδο βρέθηκαν δύο μικρά συμπιεσμένα φυλλάρια χρυσού που θα ανήκαν, αναμφισβήτητα, στο μυκηναϊκό στρώμα του δαπέδου. Μαζί βρέθηκαν και ίχνη από κάρβουνα, παράλληλα δε και μελαμβαφή όστρακα μέχρις αμέσως επάνω από το δάπεδο του ταφικού θαλάμου. Η αναμόχλευση παρατηρήθηκε και στο μυκηναϊκό στρώμα. Στα μεταγενέστερα στρώματα, μαζί με τα μελαμβαφή όστρακα υπήρχε μεγάλος αριθμός ολοτρόχων λίθων. Στο αρχικό μυκηναϊκό στρώμα βρέθηκαν πολλά όστρακα πιθαμφορέων ανακτορικού ρυθμού, που ανήκαν, κατά βάση, σε δύο αγγεία.
Από την τελική μελέτη της στρωματογραφίας προέκυψε ότι η μυκηναϊκή επίχωση του τάφου στο σημείο αυτό, τουλάχιστον, έφθανε σε ύψος 0,25μ. από το αρχικό δάπεδο. Στο στρώμα του δαπέδου βρέθηκαν ορισμένα φυλλάρια και ψήγματα χρυσού. Με το σκάψιμο σε βάθος κάτω από το δάπεδο, κατά μήκος του δυτικού- βορειοδυτικού τόξου της περιφέρειας του ταφικού θαλάμου, επιβεβαιώθηκε η αρχική υπόθεσή μας ότι για τη θεμελίωση της θόλου είχε σκαφτεί κυκλικός δακτύλιος, στην κοίτη του οποίου τοποθετήθηκαν οι θεμέλιοι λίθοι της θόλου. Στο νότιο- νοτιοανατολικό όγκο αφαιρέθηκε το ανώτερο στρώμα, που περιελάμβανε μεταγενέστερα όστρακα, οστά γνάθου ζώου, κάρβουνο κτλ. Κάτω από αυτό φάνηκαν λίθοι, κατά το πλείστον, κανονικά τοποθετημένοι. Ο όγκος δικαιολογούσε ως ένα σημείο την άποψη του Μαρινάτου για βωμό. Η απουσία, όμως, τέφρας από το αμέσως επόμενο στρώμα, η ύπαρξη μεγάλων ποσοτήτων χώματος ενδιάμεσα, οδηγούν στη σκέψη ότι πρόκειται για μεταγενέστερο κτίσμα. Από τη σε βάθος ανασκαφή του δαπέδου του τάφου προέκυψε ότι τα παλαιότερα όστρακά του ανάγονται στις αρχές της δεύτερης μυκηναϊκής περιόδου. Έτσι, Ο τάφος πρέπει να θεωρηθεί νεότερος από τον 3.


Πιν.68: α. Ο περίβολος του θολωτού τάφου 1.

Περίβολος θολωτού τάφου 1
Δύο μεγάλοι λίθοι στα δυτικά του δρόμου του θ.τ.1, από τους όποιους ο ένας αμυγδαλίτης, ορατού μήκους 1μ. περίπου, οδήγησαν στην ανακάλυψη ενός λιθοσωρού.
Για τις μεγάλες πέτρες του λιθοσωρού και τις μικρότερες πλακωτές είναι δυνατό να υποστηριχθεί η άποψη ότι είναι κατάλοιπα του οικοδομικού υλικού του τάφου 1. Ο επιμήκης λιθοσωρός εκτείνεται προς Β. και κάμπτεται προς τα ΒΑ. έτσι, δημιουργεί ένα ανθεκτικό αντιστήριγμα για τα χώματα του τύμβου, που υπήρχε γύρω από τον τάφο 1: πρόκειται για τον περίβολο του μεγαλύτερου ταφικού μνημείου της Περιστεριάς. Πρόβλημα, όμως, αποτελεί η φύση του περιβόλου αυτού. Πρόκειται για αναλημματικό τοίχο ή για όριο; Η πρόκειται για περίβολο που εκπληρώνει και τους δύο αυτούς σκοπούς; την απάντηση θα δώσει μάλλον το μέλλον, όταν θα αποκαλυφθεί ο περίβολος στο σύνολό του (Πίν.68α). Το ανασκαμμένο μήκος του περιβόλου είναι 27,10μ.

ΜΕ- YE I τάφος
Αφορμή για την ανασκαφή του παλαιοτέρου, ως τώρα, τάφου της Περιστεριάς έδωσε ο αμυγδαλίτης λίθος που διακρινόταν στην επιφάνεια του εδάφους. Αρχικά διαπιστώθηκε ότι βορειοδυτικά του αμυγδαλίτη βρέθηκαν σε αταξία τεμάχια ανθρώπινων οστών, πιο πέρα δε τμήμα ταινίας από χρυσό έλασμα, ένα χάλκινο μονόστομο μαχαιρίδιο, σε κακή κατάσταση διατηρούμενο, πέντε ψήγματα χρυσού, πέντε τεμάχια χαλκού, δύο κομμάτια αργυρού μικροαντικειμένου, όστρακο πίθου και διάφορα όστρακα. Τα ευρήματα προέρχονται, ως επί το πλείστον, από το νοτιοδυτικό τμήμα του τάφου, και μάλιστα από τα ανώτερα στρώματα, και η ύπαρξή τους ερμηνεύεται από την αναμόχλευση του σημείου. Η έρευνα του νοτιοδυτικού τάφου απέδωσε χάλκινη σμίλη, χρυσή κυλινδρική ψήφο από συμπαγή χρυσό, πήλινο σφονδύλιο, κομμάτια χαλκού κ.ά.
Στο δυτικό τμήμα του τάφου αυτού σώζονταν μόνο ορισμένοι από τους λίθους των θεμελίων. Συγκεκριμένα σώζονταν μόνο οι λίθοι της βορειοδυτικής και της νοτιοδυτικής γωνίας και απουσίαζαν λίθοι της δυτικής πλευράς, ίσως λόγω κατωφέρειας του εδάφους ή λόγω καλλιέργειας. Ομοίως, βρέθηκαν στη θέση τους και οι λεπτές καλυπτήριες πλάκες του νοτιοδυτικού τμήματος του τάφου.

Πιν.68: β. Ο ΜΕ τάφος.

Το ανθρωπολογικό υλικό συνίσταται από συγκεντρωμένα οστά ανακομιδών στη νοτιοδυτική γωνία του τάφου και αμέσως βορειότερα. Κοντά τους βρέθηκαν τμήματα δύο χάλκινων αγγείων. Οι ανακομιδές είχαν τοποθετηθεί πάνω στο από χαλίκια δάπεδο του τάφου. Οι λεπτές ασβεστολιθικές καλυπτήριες πλάκες του τάφου είχαν πέσει και βρίσκονταν αμέσως πάνω από το δάπεδο (Πίν.68β). Από τις πλάκες αυτές αφαιρέθηκαν δύο στο βορειοδυτικό τμήμα του τάφου, με αποτέλεσμα να βρεθούν αμέσως η λαβή ενός από τα χάλκινα αγγεία, μια οστέινη περόνη, 22 χρυσοί ρόδακες και χάλκινο λογχοειδές αντικείμενο. Οι ρόδακες είχαν σχήμα δισκοειδές από φύλλο χρυσού με συμφυή σωληνίσκο για ανάρτηση και με έκκρουστη διακόσμηση, η όποια είχε στο κέντρο οφθαλμό μέσα σε στικτό κύκλο και γύρω από αυτόν άλλους μικρότερους ανάγλυφους οφθαλμούς, περιβαλλόμενους όμοια από στικτούς κύκλους (Πίν.69α). Μαζί με τους 22 ρόδακες βρέθηκαν και 6 ατρακτοειδείς ταινίες από λεπτό έλασμα χρυσού (Πίν.69γ). Το τμήμα του τάφου που ανασκάφηκε περιελάμβανε τέσσερις ομάδες ανακομιδών. Όλα τα οστά και οι θόλοι των κρανίων είχαν πληγεί από την κατάρρευση του καλυπτήριου συστήματος και λόγω ελλείψεως επιχώσεως μέσα στον τάφο.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η άνευρεση δύο οστράκων ύστατης ΜΕ εποχής αγγείων, τμήματα των οποίων βρέθηκαν και σε άλλα σημεία του τάφου. Το γεγονός αυτό, μαζί με την ανεύρεση και άλλων χρυσών ροδάκων σε άλλα σημεία του τάφου, υποδηλώνει την αναμόχλευση που είχε υποστεί ο τάφος και η οποία, ως ένα σημείο, μπορεί να οφείλεται στην κατάρρευση της στέγης και στην άροση της περιοχής. Στις δυτικές ανακομιδές ανήκαν και δύο χάλκινα αγγεία που βρέθηκαν, το ένα με λαβές υπερυψωμένες και το άλλο με φυλλοσχήμους.


Πιν.69: α-δ) Κτερίσματα από το ΜE τάφο.
 
Η συνέχιση της ανασκαφής ανατολικότερα εμφάνισε την ίδια εικόνα. Φάνηκε, όμως, και το σχήμα του τάφου με όλες τις λεπτομέρειές του. Επρόκειτο για επιφανειακό αβαθή λακκοειδή τάφο, τετραπλεύρου σχήματος με στρογγυλεμένες τις εσωτερικές γωνίες, χτισμένο από πλακωτούς λίθους, ο οποίος έφερε λεπτές καλυπτήριες πλάκες και είχε δάπεδο γεμάτο από ποταμίσια και μη βότσαλα.
Στους λίθους της βορειοανατολικής γωνίας και πλευράς διακρίνεται μια μετακίνηση, που παραλλάσσει το σχήμα του τάφου και που οφείλεται σε ώθηση των λίθων του περιβόλου. Οι λίγες στρώσεις των χρισμένων πλευρικών λίθων δείχνουν το μικρό βάθος του τάφου που είχε χτιστεί αμέσως κάτω από την επιφάνεια. Οι καλυπτήριες πλάκες του ανατολικού και του κεντρικού τμήματος του τάφου ήταν σε παράλληλη διάταξη από Β. προς Ν. και απουσίαζαν από το βορειοανατολικό το νοτιοανατολικό τμήμα και από τη δυτική πλευρά.
Μια ταφή είχε τοποθετηθεί πάνω στις κεντρικές καλυπτήριες πλάκες του τάφου και σώζονταν από αυτήν το σύνολο των άκρων. Η θέση της υποδηλώνει μεταγενέστερη ταφή, που έγινε μετά από την κατάρρευση των καλυπτήριων πλακών του τάφου. Η περίοδος αυτή νοείται είτε η ύστατη ΥΕΙ είτε η πρώιμος YE II.
Από τα ευρήματα που σημειώθηκαν πάνω στις καλυπτήριες πλάκες αναφέρονται δύο όστρακα αδριατικής κεραμικής, άλλο όστρακο ΜΕ/ΥΕ I περιόδου και όστρακο με ζεύγος μαστοειδών αποφύσεων, χαρακτηριστικό της YE I, το αργότερο, περιόδου. Επίσης αιχμή βέλους από πυριτόλιθο. Αντίθετα προς τις ανακομιδές που είχαν τοποθετηθεί κατά μήκος της δυτικής, βόρειας και ανατολικής πλευράς, αιχμές βελών βρέθηκαν κατάσπαρτες σε διάφορα σημεία του τάφου. Ως προς τον προορισμό του τάφου δημιουργείται η εντύπωση ότι πρόκειται, ουσιαστικά, για οστεοφυλάκειο και όχι για τάφο κοινό, έστω οικογενειακό. Την εντύπωση αυτή επιτείνει η ανεύρεση (πέρα του πλήθους των ροδάκων και των ταινιών των τοποθετημένων αρχικά μάλλον μέσα σε ξύλινο κυβωτίδιο) και άλλων χρυσών κτερισμάτων μέσα σε μικρό πήλινο αγγείο.
Στο βορειοδυτικό τμήμα του τάφου και μέσα στο βοτσαλωτό δάπεδο ήρθε στο φως μικρό δίωτο κανθαροειδές πήλινο αγγείο, υψ. 0,0586 μ., το όποιο περιείχε τέσσερις ατρακτοειδείς ταινίες από παχύ χρυσό έλασμα με έκκρουστη διακόσμηση και δίωτο χρυσό αγγείο (Πίν.69β,δ). Το αγγείο, δίωτο κανθαροειδές κύπελλο ή σκύφος, θυμίζει μινύειο ή αμυρόχρωμο κατά την τεχνική και μαρτυρεί για την κατοίκηση του χώρου από Μυκηναίους, όπως διαπιστώνεται από τα όμοια αγγεία τα προερχόμενα από τις Μυκήνες. Το κύπελλο κατασκευάστηκε από αρκετά παχύ έλασμα, με χείλος προς τα έξω και λαβές διακοσμημένες με την έκκρουστη τεχνική.


Περιστεριά: Το χρυσό δίωτο κανθαροειδές κύπελλο από τις ανασκαφές Κορρέ, Μουσείο Καλαμάτας.

Είκοσι διμερείς (κοιλόκυρτοι) κρινοειδείς ψήφοι από χρυσό βρέθηκαν κατάσπαρτες σε διάφορα σημεία του δαπέδου. Βρέθηκαν ακόμη δύο ψήφοι από σάρδιο.
Σ’ αυτό το σημείο διακόπηκε η ανασκαφή του παλαιότερου από τους τάφους της Περιστεριάς, ενώ στο μεταξύ συντηρήθηκαν τα χάλκινα σκεύη του δυτικού τμήματος του τάφου. Τα ευρήματα του νέου τάφου ανάγονται, ακριβώς, στα τέλη της ΜΕ (και στις αρχές της πρωτομυκηναϊκής) περιόδου. Τα χρυσά αντικείμενα πιστοποιούν την ακμή σ’ όλη τη διάρκεια της YE I περιόδου του ελάχιστα κατά τα λοιπά γνωστού σε μας πρωτομυκηναϊκού οικισμού της Περιστεριάς.
Η χρήση του τάφου διακόπηκε κατά την πρώτη ΥΕ περίοδο. Ως σύνολο ο τάφος είναι δυνατό να θεωρηθεί λίγο παλαιότερος από την «Ανατολική» οικία της Περιστεριάς.
Ο ΜΕ-ΥΕ I τάφος της Περιστεριάς χρησιμοποιήθηκε για πρώτες ταφές, όπως δείχνει η αλλοίωση του χώματος σε ορισμένα σημεία του. Ως την εποχή μας έφθασαν μόνο οι ανακομιδές του δίνοντας ένα σημαντικό στοιχείο: ότι τα πολύτιμα χρυσά κτερίσματα των ταφών παρέμεναν στον τάφο και μετά την ανακομιδή των ταφών.

Λιθοσωρός 2
Δυτικά και βορειοδυτικά του περιβόλου του θολωτού τάφου 1 ήρθε στο φως επιφανειακός λιθοσωρός άγνωστης χρήσεως, ο οποίος κάλυπτε, με τα σημερινά δεδομένα, από Β. ως Ν., έκταση 11,40μ. και χωριζόταν με κενό χώρο από τον περίβολο του τάφου 1. Οι λίθοι του ήταν κατά βάση αργοί ή μερικώς πλακωτοί και ορισμένοι ολότροχοι.
Στην ουσία, επρόκειτο για δύο σειρές λίθων, που βρίσκονταν ανάμεσα σε περισσότερους, και οι όποιοι είχαν τοποθετηθεί κανονικά πάνω στο έδαφος για υποδήλωση άγνωστο ποιας κατασκευής. Δυτικά του λιθοσωρού αποκαλύφθηκε τοιχιθεμελίωση σε σχήμα Π, με τις πλευρές του να συνεχίζουν προς ΒΔ. το οικοδομικό υλικό, σ’ αυτή την περίπτωση, είναι ανομοιογενές.

Νότιος θολωτός τάφος
Η ανασκαφική δραστηριότητα στράφηκε και σε μια άλλη περιοχή του λόφου, τη νότια. Αφορμή γι’ αυτό έδωσε η ύπαρξη σωρού λίθων σε κάποιο σημείο και η μαρτυρία των ντόπιων ότι σε μικρό βάθος υπήρχε πλήθος λίθων. Μετά τη διάνοιξη δύο δοκιμαστικών τομών, ήρθε στο φως τοξοειδές τοιχίο, το όποιο διαπιστώθηκε ότι συνεχιζόταν και ότι αποτελούσε το θεμέλιο θόλου εσωτερικής διαμέτρου 5,08μ.
Τα στοιχεία που έδωσε η ανασκαφή είναι: 
α) η θόλος είχε πέσει και οι λίθοι της αποτελούσαν την ανώτερη επίχωση του εσωτερικού του τάφου, 
β) το θεμέλιο της θόλου αποτελούνταν από στρογγυλεμένους λίθους σε ομαλό σχηματισμό, 
γ) άλλοι τύποι λίθων και η θέση που βρέθηκαν στην εσωτερική λίθινη επίχωση του τάφου βεβαιώνουν ότι επάνω από το θεμέλιο υπήρχαν οι συνηθισμένοι πλακωτοί και από πάνω τους άλλοι αμμόλιθοι, που, σαν ελαφρότεροι, είχαν επιλεγεί για τα ανώτερα σημεία του τάφου.
Η ποσότητα των λίθων που βρέθηκαν δεν επιτρέπει την ανασύσταση πλήρους θόλου. Πιθανότατα, η θόλος συμπληρωνόταν κανονικά και οι ανώτεροι λίθοι αφαιρέθηκαν, γιατί προεξείχαν, για οικοδομικές ανάγκες της περιοχής και, κυρίως, για να διευκολυνθεί η καλλιέργεια του αγρού μέσα στον όποιο βρίσκεται ο τάφος.
Η επικάλυψη-στεγανοποίηση του τάφου πρέπει να γινόταν με στρώμα μάζας πηλού, όπως προκύπτει από την ανεύρεση επάνω από τον τάφο, έξω από αυτόν και ανάμεσα στους πεσμένους λίθους, πλήθους τεμαχίων πηλού.


Πιν.70: α) Νότιος θολωτός τάφος 1, ταφές κάτω από το δάπεδο

Ο τάφος είχε χρησιμοποιηθεί για πρώτες ταφές και για ανακομιδές. Οι πρώτες ταφές είχαν μετακινηθεί από το κέντρο προς την περιφέρεια, ενώ ορισμένα κρανία είχαν μείνει μετά την ανακομιδή των οστών στη θέση τους, για τις ανακομιδές χρησιμοποιήθηκαν και τρεις πίθοι. Οι νεότερες ταφές έμειναν αμετακίνητες στο κέντρο του δαπέδου του τάφου. Πρόκειται για δύο γυναικείες ταφές που πλαισιώνουν μια ανδρική, και οι τρεις εκτάδην (Πίν.70α). Τα πρώτα δείγματα αγγείων που εμφανίστηκαν κάλυπταν το σύνολο της δεύτερης μυκηναϊκής περιόδου (-15ος αί.), όπως το διακοσμημένο με κατακόρυφες ταινίες YE IIΑ ρυτό του ανατολικού τμήματος του τάφου.
Γενικώς, τα αγγεία-κτερίσματα βρέθηκαν κατά ομάδες, όλα θρυμματισμένα κοντά στα τοιχώματα της θόλου. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά ένα τετράωτο πιεσμένο αγγείο με τις δύο λαβές του σε οριζόντια και τις δύο άλλες σε κάθετη τοποθέτηση. Σε υψηλότερο σημείο βρέθηκε κύπελλο κεφτί με πλαστικό δακτύλιο και ευρεία βάση, αδιακόσμητο. Μια από τις παλιότερες ανακομιδές φαίνεται ότι συνόδευε μόνωτο κύλικα με δύο προχοές. Το αγγείο αυτό ανεβάζει τη χρονολόγηση του τάφου στην πρώιμη πρώτη μυκηναϊκή περίοδο.
Από τις τρεις εκτάδην ταφές του κέντρου του δαπέδου του τάφου η ύπ’ αριθ. 39 είχε κτεριστεί με αλάβαστρο της YE ΙΙΒ φάσεως. Πάνω, όμως, από τα πόδια του νεκρού είχαν τοποθετηθεί μεταγενέστερα ορισμένα αγγεία:
α) ραμφύστομος πρόχους με μαστοειδή απόφυση κάτω από τη λαβή και διακόσμηση κατ’ ενώπιον
β) ομοίωμα τρίωτου πιθαμφορέα χωρίς σωζόμενη διακόσμηση,
γ) δίωτη κύλικα. Χρονολογούνται γύρω στο -1.400 ή και λίγο προηγουμένως.
Από αυτά γνωρίζουμε ότι και μετά από την τελευταία ταφή έγινε μια κατάθεση αγγείων προς τιμή του ή των προγόνων των κατοίκων της Περιστεριάς, η οποία είχε χάσει πιά τον παλιό της πλούτο και το μεγαλείο, όπως αυτός δηλωνόταν από τα παλιότερα ταφικά μνημεία.
Από τα κτερίσματά του ο νότιος θολωτός τάφος της Περιστεριάς φαίνεται να είναι ένας οικογενειακός τάφος, που ανήκε στο νεκροταφείο της περιοχής. Ο τάφος αυτός, ο οποίος με τα ταφικά του έθιμα υποδεικνύει ότι και ο τάφος του Βαγενά δεν ήταν ταφικός κύκλος, είχε χτισθεί σε χώρο που είχε χρησιμοποιηθεί παλαιότερα.

Πίν.70: β) Νοτιοανατολικό άκρο του «κύκλου».

Ο «Κύκλος» και οι θολωτοί τάφοι 2 και 3
Ο λεγόμενος «Κύκλος» είχε αρχικά χαρακτηρισθεί από τον Μαρινάτο «πεταλοειδές κτίσμα», αλλά το 1962, και στη συνέχεια το 1965, διαπιστώθηκε, ακριβέστερα, το ημικυκλικό του σχήμα. Στις φετινές ανασκαφές η έρευνα προχώρησε ακόμη περισσότερο: ο «Κύκλος» δεν ήταν παρά μόνο δύο τόξα, των όποιων το διαφορετικό υλικό κατασκευής δείχνει μάλλον και τη σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα κατασκευή τους.
Στο νοτιοανατολικό σημείο του «Κύκλου» την πορεία της ανασκαφής ανέκοψαν διάφορα λιθολογήματα που ήρθαν στο φως σε διάφορα επίπεδα (Πίν.70β) Τα λιθολογήματα αυτά αποκαλύφθηκαν στην προσπάθειά μας να διευρύνουμε το στενό όρυγμα που είχε ανοιχθεί μπροστά από τον κύκλο κατά τις προηγούμενες ανασκαφές. Τα λιθολογήματα του νοτιοανατολικού- νότιου νοτιοανατολικού σημείου, τα υπολείμματα πλήθους αναστραμμένων κυλικών και ενός πήλινου ειδωλίου στο νοτιοδυτικό τμήμα και, τέλος, το οικοδόμημα (Δυτική Οικία) μπροστά από το δυτικό τμήμα του «Κύκλου» κατέδειξαν την ανάγκη της καθολικής αποχωμάτωσης που πρέπει να γίνει, για να απομακρυνθεί το ανάχωμα με τις επιχώσεις που δημιούργησαν οι προηγούμενες ανασκαφικές περίοδοι στην Περιστεριά, πάνω σε μεταγενέστερα από τον κύκλο, προφανώς, κτίσματα.

 
Τα ευρήματα που σημειώθηκαν στο νοτιοανατολικό σημείο του «Κύκλου» είναι ένας φακοειδής σφραγιδόλιθος από στεατίτη με παράσταση ελάφου (Πίν.71α)., τεμάχια πίθων με ανάγλυφη διακόσμηση, όστρακα αγγείων της τρίτης, κυρίως, μυκηναϊκής περιόδου, τεμάχια αγγείων οικιακής χρήσεως, γυναικείο ειδώλιο και ζώδιο.
 Η διεύρυνση του ορύγματος μπροστά από τον «Κύκλο» συνεχίστηκε σ’ όλο το μήκος του ως τη βορειοδυτική απόληξή του. 
 Συγχρόνως επιδιώχτηκε η παρακολούθηση της κατασκευής του «Κύκλου» σ' όλο το μήκος του, για ν’ αποδειχθεί ότι ο λεγόμενος «Κύκλος» ή ημικύκλιο ήταν μύθος και ότι αποτελείται από δύο ανεξάρτητα τόξα, που απέχουν μεταξύ τους πολλά μέτρα (Πίν.71β) και τα οποία βρίσκονται πάνω στην ίδια περίπου περιφέρεια.
 Δεξιά: Πίν.71. α) Σφραγιδόλιθος από στεατίτη


Το πρώτο, βορειοδυτικό-νοτιοδυτικό, τμήμα αποτελείται από μεγάλους κατεργασμένους λίθους στην εξωτερική όψη του τόξου και από μικρότερους στην εσωτερική. Αντιθέτως, το νότιο-νοτιοανατολικό τόξο είναι κατασκευασμένο από μικρούς πλακωτούς λίθους. Πέρα από τα υλικά δομής, τα δύο τόξα διαφέρουν και ως προς την τεχνική και ως προς την εποχή που κατασκευάστηκε το καθένα. Η χρονική αλληλοδιαδοχή στην κατασκευή των τόξων είναι σύμφωνη και με τη νέα σειρά ιδρύσεως που δίνουμε στους θολωτούς τάφους 3 και 2. Σύμφωνα μ' αυτήν, ο μικρότερος θολωτός τάφος 3, λόγω των παλαιότερων οστράκων της επιχώσεώς του και των υπόλοιπων ευρημάτων, πρέπει να θεωρηθεί παλαιότερος του μεγαλυτέρου τάφου 2.

Πίν.71: β) Νοτιοδυτικό τμήμα μεταξύ δύο τμημάτων του «κύκλου»

Το σημαντικό δε συμπέρασμα μετά από την ανασκαφή του στομίου του θολωτού τάφου 3 είναι ότι, λόγω της απουσίας των ανώτερων τμημάτων του στομίου και μάλιστα των ανωφλίων, πρέπει να δεχθούμε ότι το νοτιο- δυτικό-δυτικό-βορειοδυτικό τόξο, το οποίο στο δυτικό τμήμα έχει κατασκευαστεί πάνω στο στόμιο του θολωτού τάφου, πρέπει να ιδρύθηκε μετά την καταστροφή του θολωτού τάφου 3. Γιατί, αν ο θολωτός τάφος υφίστατο όταν ιδρύθηκε το τόξο, θα υφίστατο και το ανώτερο τμήμα του στομίου.

Θολωτός τάφος 3
Η ανασκαφή του είχε αρχίσει το 1965 αλλά δεν είχε ολοκληρωθεί (Πίν.71γ-δ). Στο εσωτερικό του τάφου ερευνήθηκαν εφέτος ορισμένα σημεία μετά από την αφαίρεση της σύγχρονης επιχώσεως. Στο δάπεδο του πεταλοειδούς σκάμματος βρέθηκαν μικρότατα ψήγματα φυλλαρίων χρυσού σ’ όλο το μήκος του μέσα στη θόλο. Μπροστά από το «βωμό» που είχε αφεθεί στο νοτιοανατολικό τμήμα του δαπέδου ήρθαν στο φως τα πρώτα μικρών διαστάσεων οστά ζώου και ανθρώπου κατά τη διαπίστωση του καθηγητή Ε. Βreitinger. Τα μικρά αυτά οστά φυσικά δεν επαρκούν για να καλύψουν το κενό κάποιας ταφής που ποτέ δε βρέθηκε μέσα στον τάφο. Γεγονός, πάντως, είναι ότι το μεγαλύτερο τμήμα του τάφου «ξυρίστηκε» κυριολεκτικά στα τέλη της YE I ή κατά την πρώιμο YE II περίοδο και απομακρύνθηκαν τα πάντα από το δάπεδο. Το ότι ο τάφος χρησιμοποιήθηκε για ταφές αποδεικνύεται από τη διπλή ανακομιδή που βρέθηκε στην εσωτερική πλευρά του στομίου και από το θησαυρό των χρυσών κτερισμάτων μέσα στο βαθύ πεταλοειδές σκάμμα.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα ευρήματα, η επίχωση του νοτιοδυτικού τμήματος της θόλου, που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη κλίση του κροκαλοπαγούς δαπέδου ως τα θεμέλια της θολού, είναι διπλάσιο από ότι είχε αρχικά υποτεθεί, είναι δηλ. 0,60μ. Στηριζόμενοι στην άποψη ότι ο τάφος «ξυρίστηκε» μετά την καταστροφή του στα τέλη της πρωτομυκηναϊκής φάσεως, ότι δηλ., αφαιρέθηκαν όλοι οι μικροί πλακωτοί λίθοι της θόλου που είχε πέσει για να χρησιμεύσουν ως οικοδομικό υλικό σε άλλα κοσμικά η ταφικά κτίσματα της Περιστεριάς, πιστεύουμε ότι το μεγαλύτερο τμήμα (ΝΔ.-Δ.-ΒΔ.-Β.) του τάφου καλύφθηκε με χώματα και ο δυτικός «Κύκλος» είχε πιά ως επίπεδο εδράσεως το ανώτατο επιφανειακό στρώμα αυτής της επιχώσεως.

Πίν.71: γ). Δυτικό τμήμα του «κύκλου» και ο θολωτός τάφος 3.

Κατά τις εφετινές ανασκαφές βρέθηκε η είσοδος του θολωτού τάφου (Πίν.71δ) προς τα δυτικά, όπως έδειχνε η ύπαρξη του πεταλοειδούς σκάμματος και παρακολουθήθηκε στα ελεύθερα σημεία του το στόμιο του τάφου, που είχε επικαλυφθεί από τους λίθους του βορειοδυτικού-δυτικού τμήματος του «Κύκλου», ενώ το ή τα ανώφλια δεν υπάρχουν πιά. Το γεγονός αυτό αποτελεί την τελική απόδειξη ότι ο τάφος είχε ήδη καταστραφεί όταν χτίστηκε το πρώτο αυτό τόξο. Επειδή δε στο υλικό του τόξου αυτού του «Κύκλου» χρησιμοποιήθηκαν και αμυγδαλίτες, πρέπει να διαπιστωθεί αν αυτοί προέρχονταν από το ανώφλι του τάφου. Έτσι αβίαστα προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο «Κύκλος» δεν ήταν αναλημματικός τοίχος για τον τύμβο των τάφων 2 και 3, και, βεβαίως, ουδέποτε υπήρξε κοινός τύμβος πάνω από έναν τάφο ήδη καταστραμμένο και πάνω από έναν υφιστάμενο. Επίσης, εξάγεται το συμπέρασμα ότι εφόσον το βορειοδυτικό-δυτικό τμήμα του «Κύκλου» χτίστηκε πάνω στο στόμιο ενός καταστραμμένου θολωτού τάφου, ο «Κύκλος» δεν «περιέβαλλε λακκοειδείς τάφους και παλαιότερους τάφους». Η ύπαρξη του τόξου του «Κύκλου» μόνο σ’ αυτήν την πλευρά του τάφου, όπου διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν σε μικρή απόσταση κοσμικά κτίρια, οδηγεί στη σκέψη ότι ο δυτικός «Κύκλος» χτίστηκε για να δημιουργηθεί «εν άβατον τέμενος», για να διαχωριστούν τα κοσμικά κτίρια από τα ταφικά κτίσματα.
Ήδη στο σημείο στα δυτικά του στομίου του τάφου 3 βρέθηκαν, σε απόσταση 2μ. περίπου, οι τοίχοι του οικοδομήματος που ονομάστηκε Δυτική Οικία και που χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙΙΑ περίοδο και ίσως λίγο πριν. Το στόμιο του τάφου έχει μεγάλο μήκος: 3,90μ. Η νότια πλευρά και 3,70μ. η βόρεια. Η διαφορά στο μήκος των δύο πλευρών εξηγείται από το επικλινές του εδάφους.


Πίν.71: δ). Δυτικό τμήμα του «κύκλου» και ο θολωτός τάφος 3.

Η πρόσοψη του στομίου είναι ιδιότυπης κατασκευής, γιατί δε φθάνει ως το δάπεδο της εισόδου του τάφου, δηλ. μέχρι το φυσικό πέτρωμα της περιοχής, το όποιο παρακολουθείται από το εξωτερικό αυτό σημείο να αποτελεί το δάπεδο και του πεταλοειδούς σκάμματος του τάφου. Έτσι το πεταλοειδές σκάμμα εμφανίζεται να έχει μήκος τουλάχιστον 8,40μ. Στο εξωτερικό αυτό σημείο το βάθος του σκάμματος βρίσκεται 0,31μ. βαθύτερα από το δάπεδο του σκάμματος, ακριβώς μέσα από τον «Κύκλο» στο σημείο της αργολιθοδομής δηλ. η όποια συμπληρώνει την περιφέρεια της θόλου.
Η πρόσοψη του τάφου δίνει την εικόνα που είναι γνωστή από το θολωτό τάφο 2 του Ρούτση. Οι παραστάδες είναι χτισμένες με πλακωτούς λίθους, ειδικά δε η κατώτερη πλάκα που χρησιμεύει σαν βάση βρίσκεται σε σημαντικό ύψος από το δάπεδο του σκάμματος, 0,60 και 0,65μ. Επειδή το σωζόμενο ύψος των παραστάδων είναι μικρό, είναι σαφές ότι σώθηκαν μόνο τα κατώτερα μέρη τους. Ο δρόμος του τάφου δεν είχε πλευρές με επένδυση, αλλά δεν ήταν δυνατό να παρακολουθηθεί λόγω της υπάρξεως τοίχων οικοδομήματος, το όποιο ονομάστηκε Δυτική Οικία. Η άνευρεση της εισόδου του τάφου επιβεβαίωσε την παλαιότητά του σε σχέση με τους θολωτούς τάφους.

Θολωτός τάφος 2
Καθαρίστηκε ο τάφος. Οι καταστροφές τις όποιες έχει υποστεί το μνημείο από την έκθεσή του στις καιρικές συνθήκες επιβάλλουν τη στέγασή του. Η έρευνα σε μικρό τμήμα των χωμάτων που βρίσκονται μπροστά (νότια) από τον τάφο και προέρχονται από τις παλιότερες ανασκαφές του απέδειξε ότι το χώμα χρειάζεται κοσκίνισμα. Εφέτος διαπιστώθηκε το ακριβώς αίτιο της δημιουργίας του οχετού σ’ αυτό το ταφικό μνημείο: από σημείο του βορειοανατολικού τεταρτοκυκλίου του δαπέδου του τάφου αναβλύζει νερό για μεγάλο χρονικό διάστημα του έτους. 

Δυτική Οικία
Το τμήμα του οικοδομήματος που ήρθε στο φως αντιστοιχεί, περίπου, στο πλάτος του δρόμου του τάφου 3. Ο δρόμος αυτός επιχώθηκε, πιθανόν, κατά τα τέλη της ΥΕ II φάσεως και ιδρύθηκε η «Δυτική Οικία», η όποια ανανεώθηκε σε μεταγενέστερη φάση όπως δείχνουν δύο εφαπτόμενοι τοίχοι.


Πίν.71: α) Περιστέρια. Νοτιοανατολική οικία, δωμάτιο Μ 1

Νοτιοανατολική Οικία
Το 1965 ο Μαρινάτος είχε βρει πολλούς χώρους δύο κτισμάτων, από τα όποια το παλαιότερο -μια οικία της ΥΕ ΠΙΑ φάσεως το αργότερο- βρισκόταν κάτω από μεταγενέστερο κτίσμα αγνώστου προορισμού του +1ου αι. (εποχής του Νέρωνος). Όγκοι κεραμικής, προερχόμενοι από την οικία, που φυλάσσονταν έξω από το φυλάκειο της Περιστεριάς, ερευνήθηκαν εν μέρει και έδωσαν σημαντικό αριθμό ειδωλίων και οστράκων της ΥΕ ΙΙΙΑ φάσεως.
Κατά την έρευνα του χώρου απομακρύνθηκε η επίχωση της τελευταίας δεκαετίας, αρχικά, και συνεχίστηκε η ανασκαφή (Πίν.72α) στο μυκηναϊκό δωμάτιο 1 (Μ1), άρχισε η έρευνα στο ανατολικό δωμάτιο (Μ2) και έγινε η πρώτη γνωριμία με το δωμάτιο Μ3. Στο μέλλον θα μετακινηθεί η υπερκείμενη ρωμαϊκή οικία με ειδική κατασκευή και θα ανασκαφεί το σύνολον της νοτιοανατολικής οικίας των μυκηναϊκών χρόνων.

Γ. ΣΤ. ΚΟΡΡΕΣ- ΑΔ 31 1976 σελ. 81