Αφορμή για αυτή την ανακοίνωση αποτέλεσε η τυχαία ανακάλυψη από τον αρχαιοφύλακα του αρχαιολογικού χώρου Νιχωρίων, κ. Κων/νο Σαμπαζιώτη, ενός ταφικού πίθου, σε μικρή απόσταση ΝΑ του οικισμού των Νιχωρίων1.
Ο αρχαιολογικός χώρος των Νιχωρίων βρίσκεται στο πλάτωμα επιμήκους λοφοσειράς, η οποία δεσπόζει πάνω από το χωριό Ριζόμυλος, στη συμβολή των επαρχιακών οδών Καλαμάτας- Πύλου και Καλαμάτας- Κορώνης. Ο ταφικός πίθος βρέθηκε στην παρειά του αγροκτήματος του κ. Αντώνη Δελμούζου, 500μ. περίπου ΝΑ του οικισμού (χάρτης δεξιά).
Η ανασκαφική έρευνα, που ακολούθησε, έφερε στο φως έναν πίθο μικρών διαστάσεων, ύψους 1μ. και διαμέτρου 0.80μ., τον ώμο του οποίου περιτρέχουν δύο ανάγλυφες ταινίες, παράλληλες μεταξύ τους, εκ των οποίων η μία φέρει γραμμίδια και η άλλη αποτυπώματα δακτύλων. Μία τρίτη ανάγλυφη ταινία διακοσμημένη με γραμμίδια, περιτρέχει το ύψος της κοιλιάς του. Το κατώτερο τμήμα του πίθου καταλήγει σε αιχμηρή βάση2.
Ο πίθος ήταν λοξά τοποθετημένος στην παρειά του κτήματος και στερεωμένος στο ύψος της κοιλιάς του με δύο πλακοειδείς ορθογωνίου σχήματος λίθους. Είχε προσανατολισμό ΝΑ Β.Δ. ενώ το στόμιό του έβλεπε NA (φωτ.2). Στο εσωτερικό του, που ήταν γεμάτο με χώμα, βρέθηκαν θρυμματισμένα οστά ανηλίκου, χάλκινος σφηκωτήρας (φωτ.3), θραύσματα χάλκινων δακτυλιδιών και πέντε μικρά πήλινα αγγεία, γεγονός που υποδηλώνει και το χαρακτήρα της παιδικής ταφής.
Τα παραπάνω αγγεία, σύμφωνα με τη διαίρεση του W. Coulson, χρονολογούνται στην δεύτερη φάση των ΠΓ χρόνων στη Μεσσηνία, η οποία καλύπτει τη χρονική περίοδο (-975/ -850)3. Πρόκειται γιά:
Μόνωτη φλάσκη, αρ. ευρ.Π6598, (φωτ. & σχέδιο κάτω), διακοσμημένη με ομόκεντρους κύκλους και στις δύο πλευρές του σώματος. Είναι σπάνιο σχήμα και έχει μυκηναϊκή καταγωγή. Αντίστοιχο σχήμα έχει βρεθεί στον Κεραμικό, στην Ιθάκη και στην Αιτωλοακαρνανία, ενώ το μοτίβο των ομόκεντρων κύκλων απαντά στην κεντρική Ελλάδα και στο Αιγαίο.
Τριφυλλόστομη πρόχους, αρ. ευρ.Π6599, (φωτ. & σχέδιο κάτω). Στον ώμο φέρει ομάδες ομόκεντρων ημικυκλίων σχεδιασμένων με διαβήτη. Στη μία πλευρά του ώμου κάθετη ταινία διακοσμημένη με γωνιώδη ελιγμό. Κάτω από τη διακοσμητική ζώνη ομάδα τριών οριζόντιων γραμμών, ενώ η υπόλοιπη επιφάνεια του αγγείου είναι χρωματισμένη. Η βαφή στο αγγείο δεν είναι καλά διατηρημένη, λόγω της μεγάλης ποσότητας αλκαλίων στον πηλό. Το σχήμα είναι μυκηναϊκό, ενώ η διακόσμηση Πρωτογεωμετρική. Τα ομόκεντρα ημικύκλια αποτελούν αγαπητό διακοσμητικό μοτίβο των ΠΓ αγγείων των Νιχωρίων και εντάσσονται στην τοπική κεραμική παράδοση.
Προχοΐσκη με στρογγυλό στόμιο, αρ. ευρ, Π6600, (φωτ. & σχέδιο κάτω). Στον ώμο ομάδες ομόκεντρων ημικυκλίων, το υπόλοιπο σώμα χρωματισμένο. Η βαφή είναι ιδιαίτερα απολεπισμένη, φθαρμένη. Το σχήμα έχει μυκηναϊκή καταγωγή, ενώ η διακόσμηση είναι Π.Γ.
Σκυφοειδής κρατηρίσκος, αρ. ευρ.Π6601, (φωτ. & σχέδιο κάτω). Στο ύψος των λαβών διακοσμείται, και στις δύο όψεις, με σειρές οριζοντίων τεθλασμένων γραμμών, αμελώς σχεδιασμένων. Ολόδαφος εσωτερικά και εξωτερικά.
Σκυφοειδής κρατηρίσκος, αρ. ευρ. Π6602 (φωτ. & σχέδιο κάτω). Στο ύψος των λαβών οριζόντια διακοσμητική ζώνη με οδοντωτό κόσμημα. Πρόκειται για διακοσμητικό μοτίβο, το οποίο προέρχεται από την περιοχή της Δ. Ελλάδας (Ιθάκη), αλλά ταυτόχρονα απαντά συχνά και στο Λακωνικό Πρωτογεωμετρικό ρεπερτόριο.
Τα κτερίσματα του ταφικού πίθου χαρακτηρίζουν σε γενικές γραμμές αντίστοιχες ΠΓ ταφες στα νεκροταφεία του ΠΓ οικισμού των Νιχωρίων. Υποδηλώνουν δε σαφέστατα την ύπαρξη ανθρώπινης δραστηριότητας στην περιοχή κατά την ΠΓ περίοδο.
Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι η ΠΓ περίοδος στα Νιχώρια διαρκεί περισσότερο σε σχέση με τις άλλες περιοχές της κεντρικής Ελλάδας και κυρίως της Αττικής. Αρχίζει στις αρχές περίπου του -11ου και φθάνει μέχρι τα μέσα του -8ο αι.
Από την μέχρι τώρα έρευνα, η οποία διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο της Minessota των Η.Π.Α και από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία, φαίνεται ότι μιά ακμάζουσα και δυναμικά αναπτυσσόμενη κοινότητα ή κοινότητες υπήρχε στην ευρύτερη περιοχή της λοφοσειράς των Νιχωρίων, Φαίνεται επίσης ότι η μυκηναϊκή παράδοση ήταν ισχυρή στη συνείδηση των κατοίκων του οικισμού, οι οποίοι όμως πρέπει να είχαν έλθει σε επαφή και με ομάδες ανθρώπων που είχαν παράδοση και κουλτούρα μη μυκηναϊκή. Πρέπει επίσης να γνώριζαν εν μέρει τις εξελίξεις που συντελούνταν στον κόσμο του Αιγαίου.
Ένα επιπλέον στοιχείο, που δείχνει επαφές και πιθανότατα διείσδυση νέων κατοίκων στον οικισμό των Νιχωρίων στο τέλος της ΥΕIIII (αρχές -11ου αι.), είναι ο τύπος ταφής σε πίθους. Το έθιμο αυτό δεν είναι άγνωστο στη Μεσσηνία καθώς απαντά στη Μέση Εποχή του Χαλκού στις ταφές σε τύμβο, όπως στον τύμβο των Παπουλίων4 και της Βοϊδοκοιλιάς5. Επανεμφανίζεται στην ΠΓ και γεωμετρική εποχή ως ανεξάρτητη ταφική πρακτική και μαζί με τους κιβωτιόσχημους πεταλοειδείς τάφους, τους οποίους θα εξετάσουμε στη συνέχεια, υποδηλώνει την υιοθεσία της ατομικής ταφής και μαζί με αυτήν την αντίστοιχη απόρριψη της πολλαπλής, ταφικό έθιμο που αποτελούσε τον κανόνα κατά την μυκηναϊκή περίοδο. Ίσως να υποδηλώνει επίσης την ειρηνική εγκατάσταση μη γηγενών στοιχείων στην περιοχή καθώς και την ομαλή συμβίωσή τους με τον εναπομείναντα μυκηναϊκό πληθυσμό.
Ενταφιασμοί σε πίθους με ΠΓ κεραμική έχουν ήδη αναφερθεί στο Πρωτογεωμετρικό νεκροταφείο της Καρποφόρας, στη θέση Λακκούλες, 700μ. περίπου ΒΔ της ράχης τών Νιχωρίων6. Ταφικός πίθος των πρώϊμων ΠΓ χρόνων (-11ος αι.) βρέθηκε στο δρόμο του μυκηναϊκού θολωτού τάφου Νικητ. 6, στο μυκηναϊκό νεκροταφείο του οικισμού των Νιχωρίων, στα Τουρκοκίδουρα7.
Στη θέση Ρίζες λίγα χιλιόμετρα βόρεια της Κυπαρισσίας, βρέθηκε τυχαία το 1965 το κάτω τμήμα ταφικού πιθαριού με αιχμηρή βάση8. Περιείχε επτά μικρά αγγεία, από τα οποία τα τρία είναι τροχήλατα κύπελλα με μεγάλη κοιλιά και επίπεδη δάση, ολόβαφα, εκτός από την περιοχή αμέσως κάτω από το χείλος, που σε μιά περίπτωση είχε αφεθεί ακόσμητο, στις άλλες δύο είναι διακοσμημένο με πρόχειρο γωνιώδη ελιγμό (οδοντωτό κόσμημα), και τα μόνα συγκρίσιμα αγγεία φαίνεται να είναι αγγεία που βρέθηκαν στην Ιθάκη. Τα υπόλοιπα τέσσερα αγγεία είναι μικρές χειροποίητες πρόχοι παράλληλα των οποίων μπορούν να βρεθούν στην Κεφαλονιά τον -12ο αι.
Πρόσφατα στο Ρωμανό Πυλίας, και κατά τη διάρκεια των ανασκαφών για τις ανάγκες της ΠΟΤΑ Πυλίας εντοπίσθηκε μεγάλος ταφικός πίθος με ΠΓ αγγεία, γεγονός που μαρτυρεί την ύπαρξη οικισμού των πρωτογεωμετρικών χρόνων στην περιοχή9.
Ταφές σε πίθους, οι οποίες εμφανίζονται με τον ερχομό νέων φύλων από την ΒΔ Ελλάδα, έχουν ήδη βρεθεί στην Αιτωλοακαρνανία, στην Αχαία και στην Ηλεία, γεγονός που υποδηλώνει το πέρασμα των ΒΔ Ελλήνων και από αυτές τις περιοχές. Οι ενταφιασμοί σε πίθους σε συνδυασμό με κάποια κοινά στοιχεία, που παρατηρούνται στους κεραμικούς ρυθμούς ανάμεσα σε αυτές τις περιοχές και τη Μεσσηνία, υποδηλώνει σημεία επαφής μεταξύ τους καθώς και έναν ευρύτερο πολιτισμικό δεσμό, που χαρακτηρίζεται στην κεραμική με τον όρο κοινή κεραμική δυτικής Ελλάδος10.
Εκτός από τις ατομικές ταφές σε πίθους, φαίνεται ότι στα Νιχώρια συνεχίστηκε παράλληλα και το έθιμο των πολλαπλών ταφών σε θολωτούς τάφους, το οποίο αποτελεί γνήσια επιβίωση της παλαιάς μυκηναϊκής συνήθειας. Στο νότιο εσωτερικό τμήμα του μυκηναϊκού θολωτού τάφου Νικητόπουλου 6, στα Τουρκοκίβουρα, εντοπίσθηκε λακκοειδής ταφή με κτερίσματα, που ανήκουν στην πρώϊμη ΠΓ περίοδο (-11ος αι.)11.
Παράλληλα όμως με τη χρήση των μυκηναϊκών θολωτών τάφων, την ίδια περίοδο κατασκευάζονται και χρησιμοποιούνται και νέοι μικροί θολωτοί τάφοι, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το θολωτός τάφος που ερεύνησε ο Άγγελος Χωρέμης το 1967 στη θέση Λακκούλες Καρποφόρας12. Ο τάφος (εικ. πάνω), ο όποιος παρουσιάζει νεωτεριστικά στοιχεία τόσο στην μορφή όσο και στα ταφικά έθιμα, κατασκευάστηκε τον -10ο αι. και είναι πολύ μικρών διαστάσεων. Ο δρόμος του είναι σχεδόν ανύπαρκτος, στεγασμένος και το δάπεδο τού Ταφικού θαλάμου επιστρωμένο με πλακοειδείς λίθους. Στην αριστερή παραστάδα της εισόδου αφέθηκε ειδικός χώρος σε σχήμα «πεζουλίου» για τις προσφορές προς τους νεκρούς (παρουσίας θυσίας πτηνού). Νεωτεριστικό στοιχείο αποτελεί, επίσης, το γεγονός ότι στο εσωτερικό του τάφου συνυπάρχουν δύο τρόποι ταφής, ο απλός ενταφιασμός και η καύση, έθιμο ταφής άγνωστο μέχρι τώρα στη Μεσσηνία, γνωστό όμως στο Αιγαίο από τους ύστερους ήδη μυκηναϊκούς χρόνους.
Ένας δεύτερος θολωτός τάφος διαμέτρου 2μ., παρόμοιος και ακριβώς δίπλα σε αυτόν που έσκαψε ο Α. Χωρέμης, ήλθε στο φως το χειμώνα του 2004, ύστερα από λαθρασκαφική ενέργεια13. Η μανία των αρχαιοκαπήλων ήταν τόση μεγάλη που κυριολεκτικά ξήλωσαν τις πλακοειδείς πέτρες, με τις οποίες είχε κτιστεί ο τάφος. Η έρευνα, που ακολούθησε τη λαθρασκαφική ενέργεια, έδειξε ότι ο τάφος ήταν συλημένος ήδη από την αρχαιότητα και ό,τι είχε απομείνει της σύλησης, διασκορπίστηκε και καταστράφηκε από τους αρχαιοκάπηλους (φωτ.9).
Στα κτερίσματα του τάφου συμπεριλαμβάνονται τέσσερα χάλκινα δακτυλίδια (φωτ.10), ένα ακέραιο μικρών διαστάσεων καλαθόσχημο αγγείο, αποσπασματική κεραμική και τμήμα ραμβοειδούς στελέχους κύλικας (φωτ.11) καθώς και τεμάχια από σιδερένιο μαχαίρι, γεγονός που υποδηλώνει την πρώιμη χρήση και γνώση της κατεργασίας του σιδήρου στην περιοχή. Ο τάφος, σύμφωνα με την κεραμική, στην οποία συνυπάρχουν στοιχεία της ΒΔ μεταβατικής κεραμικής με στοιχεία τοπικά υπομυκηναϊκά, χρονολογείται στα τέλη -11ου αι. και δείχνει συνέχεια από την ΥΕ ΙΙΙΓ.
Η σημασία της ανακάλυψης του τάφου, παρά τη μεγάλη διαταραχή στο εσωτερικό του, είναι πολυ σημαντική, γιατί μας δίνει επιπλέον στοιχεία, που αφορούν στη διάδοση και χρήση των θολωτών τάφων και κατά τους Πρωτογεωμετρικούς χρόνους. Εκτός από τα Νιχώρια, ΠΓ θολωτός τάφος έχει ερευνηθεί και στη θέση Κοκκέβη στον Εγκλιανό14.
Πιθανόν και ο μικρός θολωτός τάφος στη θέση Γενίτσαρη του Δήμου Χιλιοχωρίων να ανήκει στην ίδια περίοδο15. Το έθιμο ενταφιασμού σε θολωτούς τάφους κατά την ΠΓ εποχή απαντά στη Κρήτη και στη Μαρμάριανη Θεσσαλίας16.
Μία άλλη μορφή ταφικού μνημείου, που κατασκευάζεται στην περιοχή των Νιχωρίων και συνδέεται με την πολυπλοκότητα και την ποικιλομορφία των ταφικών εθίμων της περιοχής, είναι μία ομάδα κτιστών πεταλοειδών τάφων με εκφορικά τοιχώματα. Έξι από αυτούς που ερευνήθηκαν το 1960 στο κτήμα Λαμπρόπουλου στις Λακκούλες σχετίζονται με ΠΓ ταφές17.
Κτιστοί κιβωτιόσχημοι τάφοι με αψιδωτή τη μιά στενή πλευρά και είσοδο στην άλλη στενή πλευρά βρέθηκαν και στο μυκηναϊκό νεκροταφείο του οικισμού στα Τουρκοκίβουρα.
Κτιστοί κιβωτιόσχημοι τάφοι με αψιδωτή τη μιά στενή πλευρά και είσοδο στην άλλη στενή πλευρά βρέθηκαν και στο μυκηναϊκό νεκροταφείο του οικισμού στα Τουρκοκίβουρα.
Τα κτερίσματα των φτωχά κτερισμένων τάφων ανήκουν στην πρώϊμη ΠΓ περίοδο (-1075/ -975). Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι ανάμεσα στους δύο τάφους διαπιστώθηκε χώρος εναπόθεσης προσφορών προς τους νεκρούς.
Η Λ. Παρλαμά ερεύνησε σ’ ένα μικρό τύμβο στις Ακόνες, ΒΔ του οικισμού των Νιχωρίων, ένα παιδικό κιβωτιόσχημο και δύο αψιδωτούς τάφους, τους οποίους χρονολογεί στη μυκηναϊκή περίοδο (YEII)19. Πιστεύει δε ότι αυτοί οι τάφοι, καθώς και ο τάφος Νικητόπουλου 2 της ΥΕΙΙΙΑ-Β στα Τουρκοκίδουρα, είναι πρόγονοι των πεταλοειδών τάφων, που κτίζονται στα νεκροταφεία της Καρποφόρας κατά την Πρωτογεωμετρική Εποχή. Το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτών των τάφων είναι η κάτοψη σε σχήμα πετάλου, τα εκφορικά τοιχώματα, που απολήγουν σε επίμηκες άνοιγμα, το οποίο καλύπτεται με επίπεδες πλάκες και η χωρίς δρόμο είσοδος στην ευθύγραμμη στενή πλευρά τους.
Έχουμε λοιπόν, κατά την κ. Λ. Παρλαμά, μέσα στο ίδιο νεκροταφείο της Καρποφόρας τα μυκηναϊκά πρότυπα των Πρωτογεωμετρικών κτιστών πεταλοειδών τάφων20. Άλλωστε οι αψιδωτές κατασκευές δεν είναι άγνωστες στη Μεσσηνία. Χαρακτηριστικά αναφέρεται η κατασκευή αψιδωτών οικιών κατά τη ME περίοδο αλλά και η ευρύτατη παρουσία τους μέσα στον ίδιο τον οικισμό των Νιχωρίων κατά την ΠΓ περίοδο. Ωστόσο, ως ταφικό σχήμα δεν είναι ευρύτατα διαδεδομένο στη Μεσσηνία, απαντά σπάνια και το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πεταλοειδούς σχήματος κατασκευή στο κέντρο του ME τύμβου των Παπουλίων21. Οστεοφυλάκιο με τη μορφή λίθινης αψιδωτής κατασκευής βρέθηκε, επίσης, στο δάπεδο του θολωτού τάφου, στη θέση Λιθαρόλακκα στο Αμπελόφυτο Τριφυλίας22.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω στοιχείων, η παρουσία αψιδωτών τάφων στο μυκηναϊκό νεκροταφείο της Καρποφόρας, πλησίον του οικισμού των Νιχωρίων, αλλά και η παρουσία τους στο ΠΓ νεκροταφείο στις Λακκούλες μαζί με άλλους τύπους τάφων (θολωτούς, ταφές σε πίθους) πιθανόν να υποδηλώνει τη συνέχεια και την αναβίωση του τύπου από την μυκηναϊκή περίοδο.
Η ποικιλία των ταφικών εθίμων στην κοινότητα ή στις κοινότητες της περιοχής των Νιχωρίων πιστοποιεί ότι στην ευρύτερη περιοχή είχε αναπτυχθεί και ακμάσει από τις αρχές του -11ου μέχρι τα μέσα περίπου του -8ου αι. ένας πολιτισμός, που αντλούσε στοιχεία από το ένδοξο μυκηναϊκό παρελθόν, αλλά ταυτόχρονα ήταν ανοικτός στους πειραματισμούς και στις νέες ιδέες. Υποδηλώνει επίσης ότι στην περιοχή είχαν εγκατασταθεί νέοι κάτοικοι (Δωριείς), οι οποίοι είχαν ενσωματωθεί στον ντόπιο μυκηναϊκό πληθυσμό και ζούσαν ειρηνικά μαζί του.
Η συστηματική αρχαιολογική έρευνα, που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο της Minnesota των Ηνωμένων Πολιτειών την περίοδο 1967-1973 στη ράχη των Νιχωρίων, έφερε στο φως πολλά στοιχεία για την κατοίκηση του λόφου και κατά την περίοδο των Πρωτογεωμετρικών-Γεωμετρικών χρόνων (-11ος έως μέσα -8ο αι.). Βρέθηκαν λείψανα αψιδωτών ΠΓ οικιών της δεύτερης και της τρίτης περιόδου. Στο κέντρο του οικισμού βρέθηκε μεγάλο αψιδωτό κτήριο, πιθανότατα δημόσιου και θρησκευτικού χαρακτήρα23.
Η οικονομία του ΠΓ οικισμού, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα ανασκαφικά δεδομένα, στηριζόταν κατά πρώτο λόγο στην εκτροφή βοοειδών και κατά δεύτερο στη γεωργία. Οι κάτοικοι του οικισμού, όπως φαίνεται από τις ανασκαφικές μαρτυρίες, ήταν γνώστες της επεξεργασίας του σιδήρου, που εισάγεται εκείνη την περίοδο και για πρώτη φορά στον Ελληνικό κόσμο.
Η πορεία του οικισμού, που πρέπει κατά την περίοδο της ακμής του, τον -9ο αι., να αριθμούσε γύρω στις 200 ψυχές διακόπηκε βίαια γύρω στο -750, λόγω εξωτερικής επίθεσης, που τον κατέστρεψε ολοκληρωτικά. Η επίθεση αυτή σύμφωνα με τις γραπτές πηγές (Παυσανίας) ταυτίζεται με την πρώτη εισβολή της Σπάρτης εναντίον της Μεσσηνίας, η οποία έλαβε χώρα στα μέσα του -8ου αι. Επικεφαλής των Σπαρτιατών ήταν ο βασιλιάς Τήλεκλος, ενώ των Μεσσηνίων ο βασιλιάς Φίντας.
Μαρτυρίες για την κατοίκηση του λόφου και μετά την ολοκληρωτική καταστροφή του, έχουμε από τον ταφικό πίθο του πολεμιστή (εικ. δεξιά), που βρέθηκε σε αβαθή λάκκο και σε περίοπτη θέση στην ανατολική πλευρά του πλατώματος, εκεί όπου παλαιότερα είχε αναπτυχθεί ο μυκηναϊκός οικισμός24.
Ο πίθος, ύψους περίπου 1,71μ. περιείχε ένα σιδερένιο σπαθί, ένα σιδερένιο δόρυ, ένα χάλκινο δακτυλίδι δύο χάλκινα πινάκια και τρία πήλινα αγγεία των ύστερων Γεωμετρικών χρόνων (-750/ -700), τα δύο εκ των οποίων μαρτυρούν επίδραση ή καταγωγή από την Αργολίδα.
Το σχήμα του ταφικού πίθου μαρτυρεί πρότυπα προηγούμενης περιόδου (η αιχμηρή του βάση θυμίζει τόσο τον ταφικό πίθο στο αγρόκτημα Δελμούζου όσο και τον ταφικό πίθο στις Ρίζες Κυπαρισσίας).
Μαρτυρίες επίσης γιά την κατοίκηση της ράχης και κατά την ΥΓ περίοδο έχουμε και από τα ευρήματα του θαλαμωτού τάφου στη θέση Βαθύρεμα, στη νότια πλευρά της Ράχης25. Πρόκειται για θάλαμο αψιδωτού σχήματος, διαστάσεων 6X 3,7μ., ο οποίος πιθανότατα είχε κατασκευασθεί στην μυκηναϊκή περίοδο. Καθαρίσθηκε και στη συνέχεια ξαναχρησιμοποιήθηκε στην ΥΓ περίοδο.
Ο ταφικός θάλαμος, που σώζει τμήμα του δαπέδου επιστρωμένο με λίθινες πλάκες, είχε δεχτεί δύο ενταφιασμούς, οι όποιοι σύμφωνα με τα ευρήματα δύο χάλκινες περόνες και έξι αγγεία, χρονολογούνται μεταξύ του -745/ -725. Και εδώ, όπως στον τάφο του πολεμιστή, τα αγγεία υποδηλώνουν επιδράσεις και εισαγωγές από την Αθήνα, το Άργος, την Κόρινθο, αλλά και τη Λακωνία. Οι επιδράσεις αυτές αποδεικνύουν ότι αυτή την περίοδο η περιοχή των Νιχωρίων δεν ήταν απομονωμένη, όπως στο παρελθόν, αλλά είχε αναπτύξει εμπορικές και πολιτισμικές επαφές με τον έξω κόσμο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στον τάφο βρέθηκαν αγγεία, η χρονολόγηση των οποίων φθάνει μέχρι τους κλασικούς χρόνους. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει άσκηση προγονολατρείας, η οποία άρχισε στην Ύστερη Γεωμετρική περίοδο και σταμάτησε κάποια στιγμή στους κλασικούς χρόνους.
Ο χώρος, που οι κάτοικοι ζούσαν στους ύστερους γεωμετρικούς χρόνους δεν έχει ακόμη εντοπισθεί. Ωστόσο, οι δύο ΥΓ τάφοι, που ήδη αναφέρθηκαν αποδεικνύουν ότι υπήρχε ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή της ράχης και υποδηλώνουν ότι κάπου εκεί κοντά θα πρέπει να υπήρχε και το ΥΓ χωριό, οι κάτοικοι του οποίου, σύμφωνα με τα ευρήματα, θα πρέπει να ήταν αρκετά εύποροι. Απομένει στη μελλοντική έρευνα να αποκαλύψει την πραγματική θέση του.
"Ταφικές πρακτικές στην περιοχή των Νιχωρίων κατά τους Πρωτογεωμετρικούς και Γεωμετρικούς χρόνους υπό το φως νέων αρχαιολογικών δεδομένων."
Πρακτικά Δ΄ Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών, 2010.
1. Ευχαριστώ θερμά την Έφορο Αρχαιοτήτων Ξ. Αραπογιάννη γιά την παραχώρηση του δικαιώματος δημοσίευσης του υλικού καθώς και τον Απόστολο Θωμόπουλο γιά τη σχεδίαση των αγγείων και την αποτύπωση τού χώρου, όπου βρέθηκε ο πίθος. Επίσης ευχαριστώ το συνάδελφο Δημοσθένη Κοσμόπουλο για τη φωτογράφηση των αγγείων. Οι αριθμοί ευρετηρίου όλων των αντικειμένων αναφέρονται στον κατάλογο του Μουσείου Καλαμάτας. Η κλίμακα στα σχέδια των αγγείων είναι 1:1.
2. AΔ 2004, (υπό έκδοση),
3. W. Coulson. The Dark Age Pottery of Messenia. Goteborg 1986, 9-11 (στο εξής Coulson 1986),
4. Σ. Μαρινάτου, «Ανασκαφαί εν Πύλω» ΠΑΕ 1954, 311-316,
5. Γ. Κορρέ, «Εργασίαι, έρευναι και ανασκαφαι ανά την Πυλίαν», ΠΑΕ 1977, 242-295.
6. W. A. MacDonald, W. D. E. Coulson and J. Rosser (eds), Excavations at Nichoria in South west Creece, Volume III. Mineapolis 1986, 268-270 (στο εξής Nichoria III 1986).
7. Α. Χωρέμη, «Μυκηναϊκοί και Πρωτογεωμετρικοί τάφοι εις Καρποφόρα Μεσσηνίας», ΑΕ 1973 45-49 (στο εξής Χωρέμης 1973).
8. Σ. Μαρινά του. «Ανασκαφαι εν Πύλω» ΠΑΕ 1965, 111 και Πίν, 121.
9. Jörk Rambach, «Οι ανασκαφές στην θέση Π.O.T.A. Ρωμανού- Costa Navarino-Navarino Dunes 2007-2010». OPION τεύχος 27, Καλαμάτα Φεβρ. 2011, 36-43.
10. Coulson 1986, 55-56.
11. Χωρέμης 1973, 45-49.
12. Χωρέμης 1973, 62-70.
13. AΔ 2004. (υπό έκδοση).
14, C. W. B1egen , M. Rawson, W. Taylour and W. P. Donovan, The Palace of Nestor at Pylos in Western. Messenia, Volume III. Acropolis and lower town tholoi, grave circle and chambers tombs discoveries outside the citadel, Princeton university Press 1973. 237-241.
16. R. V. D'A. Desborough 1995, Οι Ελληνικοί Σκοτεινοί Αιώνες, Αθήνα 1995, 309-319.
17. Nichoria III, 268-270,
18. Χωρέμης 1973, 70-74.
19. Λ. Παρλαμά, «Καρποφόρα», AΔ27 (1972), Xρονικά 262-264, Σχέδ.3 και πιν.198-200,
20. Α. Παρλαμά, «Αψιδωτοί μυκηναϊκοί τάφοι, στη Μεσσηνία», ΑΑΑ τεύχος 2, Αθήνα IX 1976, 252-257.
21. Σ. Μαρινάτου. «Ανασκαφαί εν Πύλω , ΠΑΕ 1955, 254-255 και Πίν, 97β.
22. AΔ 2005. (υπό έκδοση).
23. Nichoria III 1986, 9-60.
24. Nichoria III 1986, 260- 264.
25. N. Γιαλούρη, Μεσσηνία AΔ16 (1960), Xρονικά 108