.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2016

Χαροκοπιό: Ο Θολωτός Τάφος


Ήταν χαρακτηριστική η διήγηση του ιδιοκτήτη σταφιδαμπέλου (500μ. βορειοδυτικά από το κέντρο του Χαροκοπιού), του Παν. Γιαννούκου, προς τον Σπύρο Μαρινάτο, που, συνοδευόμενος από τον διακρινόμενο τότε από φιλάρχαιον θερμόν ζήλον δημοδιδάσκαλος Αρβανίτην, επεσκέφθη το καλοκαίρι του 1958 την περιοχή και ανεύρε τον άριστα κτισμένο αλλά μερικώς σωζόμενα μικρό θολωτό τάφο: Εδώ είναι το αλώνι μου και εξήρανα τη σταφίδα μου. Ο τάφος αυτός που λέτε, διειηρείτο τελείως άθικτος μέχρις ότου, περίπου το 1946, ξύνοντας λίγο-λίγο το αλώνι, φάνηκε η ψηλότερη πέτρα. Την έβγαλα και είδα κάτω την "τούρκικη κρυψώνα", όπως αποκαλούσαν αυτά τα κενά μέσα στην γη. Κατέβηκα με σκοινί και ηύρα μόνον δύο πράγματα: ένα χάλκινο κάδο και ένα σπαθί, που τα (το) παρέδωσα περί το 1953. Με τις πέτρες έκτισα ένα σπίτι".
Ό,τι ηύρε ο ιδιοκτήτης του αμπελώνα Παν. Γιαννούκος, ήταν το κλειδί του θόλου, ο ανώτερος λίθος του κυψελοειδούς οχήματος του θόλου του ταφικού θαλάμου του μικρού θολωτού τάφου. Αυτόν τον λίθο, που κρατούσε σε ισορροπία όλο το θόλο του τάφου, αποκαλούμε και αρμονία, διότι ήτο ο βασικός και απαραίτητος λίθος στην κορυφή του θόλου, για να διατηρείται ακέραιος ο θόλος. Αυτό, πράγματι, επετεύχθη από τον εμπειρικό τοπικό αρχιτέκτονα αυτής της περιοχής και ο θολωτός τάφος παρέμεινε ακέραιος επί -1300 έως +1946 έτη, συνολικώς, περίπου, 3250 χρόνια.


Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το σύνολον της μυκηναϊκής γης καλύπτεται από τρομακτικά μεγάλο σε σύγκριση προς τις υπόλοιπες επαρχίες του μυκηναϊκού κόσμου- αριθμό θολωτών τάφων, αλλά και ομοίως θαλαμωτών τάφων, που ελαξεύοντο αναλόγως προς την απαραίτητη σκληρότητα του πετρώματος ανά την Μεσσηνία, μυκηναϊκής εποχής, όπως και τύμβων προμυκηναϊκής περιόδου, που υποδηλούν με τον όγκο τους και τα ταφικά έθιμα την μακραίωνα παρουσία του Ελληνισμού σε όλην την έκταση της ΝΔ-Δ Πελοποννήσου, τουλάχιστον, από τον Κάμπο Αβίας μέχρι τον Κακόβατο Ηλείας ήδη σε αυτήν την πρώιμη περίοδο (-2α χιλιετία). Η μεγάλη ευφορία της περιοχής Κορώνης - Ριζομύλου, τυπική για το σύνολον της Δυτ. (Πελοποννήσου, επέτρεψε την δημιουργία πλουσίων πολισμάτων σε όλην αυτήν την περιοχή και μάρτυρες είναι και παραμένουν αυτοί οι θολωτοί τάφοι, όπως αυτός του Χαροκοπιού.
Ατυχία, βεβαίως, απετέλεσε το γεγονός ότι ο τάφος κατεστράφη σε σημαντικό ποσοστό από τον ιδιοκτήτη του, που χρειαζόταν οικοδομικό υλικό, όπως, δηλ., συνέβη και με άλλους θολωτούς τάφους εις Κορυφάσιον, Επάνω και κάτω Eγκλιανόν, Περιστεριών και Άνθειαν, ενώ όλα αυτά τα ταφικά μνημεία είχαν διασωθή ικανοποιητικά μέχρι και των αρχών του 20ού αι. ή και του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ακόμη, αλλά, λόγω οικιστικών αναγκών, έπεσαν θύματα ελλείψει αναγκαίας/ειδικευμένης πληροφόρησης.
Ο θολωτός τάφος του Χαροκοπιού ανεκαλύφθη μεταξύ των ετών 1944 και 1947 τυχαίως σε απόσταση 120μ. ΒΔ του τότε νέου Δημοτικού Σχολείου, που ανηγέρθη στην κορυφή του λοφίσκου. Πάντως, κατά την ανέγερση του Σχολείου δεν διεπιστώθησαν αρχαία ερείπια, αλλά ευθύς προς Νότο. Το ταφικό τούτο μνημείο εσώζετο πλήρως, αλλά κατεστράφη το πρόσθιό του τμήμα με το προς Β στραμμένο στόμιο. Κατά την πρόχειρη έρευνα του ιδιοκτήτου βρέθηκε ευμεγέθης χάλκινος λέβης και τμήμα ξίφους (και τα δύο) μυκηναϊκής εποχής, όπως, δηλ., στους θολωτούς τάφους Επάνω Εγκλιανού, Τραγάνας και Χανδρινού, δείγμα του πλούτου των ταφέντων εις αυτούς Μυκηναίων Μεσσηνίων.


Ο τάφος ανήκει εις τους μικράς διαμέτρου θολωτούς τάφους της Μεσσηνίας- Πυλίας, ο θόλος του δε έχει οριζόντιες στρώσεις μικρών πλακωτών λίθων με παχειά, σχετικώς, την θόλο, που φαίνεται να έχη στενώτερα θεμέλια, όπως και όλοι οι μικροί θολωτοί τάφοι της Πυλίας. Κατά τον Μαρινάτον η περιοχή αντιστοιχεί προς το τοπωνύμιο Ρίον των πινακίδων γραμμικής γραφής Β του ανακτόρου του Επάνω Εγκλιανού. Ο Μαρινάτος επανήλθε το 1959 με τον Σπ. Ιακωβίδη, που σε άρθρο του απεικόνισε τον τάφο, άλλως άγνωστον στο σύνολον της σχετικής βιβλιογραφίας. Ομοίως επεσκέφθησαν το Χαροκοπιό στο πλαίσιον της έρευνάς τους επιφανείας οι καθηγ. William A. McDonald και Richard Hope Simpson, που περιέλαβαν στα έργα τους κατ' επανάληψιν το Χαροκοπιό.
Πάντως, υπολογίζεται ότι ο θολωτός τάφος εχρησιμοποιήθηκε κατά τον -14ο αι. ως οικογενειακός τάφος του μεγαλοκτηματίου της περιοχής, όπως υποδηλώνεται από τα υπολειφθέντα κτερίσματα (χάλκινος λέβης και ξίφος), ενώ δεν είναι γνωστόν πόσοι νεκροί ετάφησαν στο εσωτερικό του. Πήλινα αγγεία και όστρακα δεν ανευρέθησαν και δεν ημπορούμε να γνωρίζωμε κατά πoία περίοδο συνολικώς εχρησιμοποιήθηκε. Ίσως, αυτό διαπιστωθή από το ταίρι του, μια και στην Μεσσηνία συχνά οι θολωτοί τάφοι κάθε οικογένειας εκτίζοντο ζευγάρια, δύο-δύο σε μικρά απόσταση ο ένας από τον άλλο και σε αυτήν την περίπτωσι πιθανολογείται και του δεύτερου θολωτού τάφου η ύπαρξη. Τέλος, υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτή η μείζων περιοχή είχε κατοικηθή κατά την κλασσική, Έλληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο. Κατά τις μαρτυρίες των ντόπιων οι έρευνες και η τύχη κατά την εκτέλεση διαφόρων αγροτικών εργασιών έφεραν στο φώς τα πολλά μνημεία.
Συμπερασματικά, με την ετισήμανση αυτού του θολωτού τάφου και με την ανασκαφή του πρώτου θολωτού τάφου στην συστάδα που έχει επισημανθή στην θέση Βίγλα Καπλανίου, κατεδείχθη ότι η κατοίκηση κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους εξαπλωνόταν στο σύνολον της Πυλίας και, κατά ταύτα, "ο δρόμος των θολωτών τάφων", όπως προσφυώς απεκλήθη από τον πρώην Υπουργό Πολιτισμού κ. Σταύρο Μπένο, κατελάμβανε όλη την χερσόνησο της Μεσσηνίας (ΝΔ Πελοπόννησος).
Η πλουσία βιβλιογραφία για το μνημείο υποδηλώνει και την ηυξημένη σημασία του. Εις το πλαίσιον της ευθύνης των Ανασκαφών Πύλου-Μεσσηνίας της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας προβλέπεται συνέχισις έρευνας για την πλήρη αποτύπωση του μνημείου και ευελπιστείται ότι θα περιληφθή στο σύνολον των θολωτών τάφων της Μεσσηνίας που θα μελετηθούν για να αναδειχθούν εις το πλαίσιον των προβλεπομένων έργων και προγραμμάτων του Γ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης.


Γεωργίου Στυλιανού Κορρέ
Καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών