.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Πέμπτη 12 Οκτωβρίου 2023

Κάστρο Αετού Μεσσηνίας


Σε απόσταση περίπου 600μ. σε ευθεία γραμμή από τα τελευταία σπίτια του Αετού, προς τα Α, υψώνεται ο απότομος και κωνικός λόφος του Παλαιοκάστρου. Ο απότομος λόφος είναι φυσικά οχυρός απ΄όλες τις πλευρές εκτός από την ΝΔ όπου ενώνεται με ένα διάσελο προς το γειτονικό βουνό. Η πρόσβαση είναι πιό ομαλή από αυτήν την πλευρά αφού ένας χωματόδρομος που ξεκινάει μέσα από το χωριό του Αετού ανεβαίνει την πλαγιά του βουνού και περνάει πίσω από το Παλιόκαστρο και το διάσελο της ΝΔ πλευράς και συνεχίζει προς τα Α.


Στην κορυφή του λόφου του Παλαιοκάστρου εντοπίζεται το γνωστό μεσαιωνικό κάστρο του Αετού το οποίο περιέγραψε ο A. Bon, ο οποίος δημοσίευσε και τοπογραφικό σχεδιάγραμμά του.[1]
Την ίδια περίπου περίοδο με τον A. Bon (στο δεύτερο μισό της δεκαετία του '60) οι Αμερικανοί αρχαιολόγοι McDonald, William A. και Richard Hope Simpson επισκέφτηκαν το λόφο του Παλιοκάστρου και αναγνώρισαν Προϊστορική χρήση του χώρου.[2] Οι Αμερικανοί αναφέρουν ότι στην ίδια περίπου περιοχή όπου υπάρχει το κάστρο και σε έκταση 100μ. ΒΔ επί 80μ. ΝΑ υπάρχει πληθώρα Προϊστορικής κεραμικής:
Το μεσαιωνικό κάστρο έχει διαστάσεις 90μ.Χ 45μ. περίπου και αποτελείται από ισχυρά τείχη όπου εντοπίζονται τρείς αμυντικοί πύργοι στην Δ, Α και ΝΑ πλευρά. Οι πύργοι είναι τετράγωνοι με διαστάσεις 5Χ 5μ. περίπου. Από τους πύργος ο ΝΑ σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση.
Στο μεγαλύτερο μέρος των τειχών και των αμυντικών πύργων έχει χρησιμοποιηθεί συνδετικό κονίαμα.
Στο μέσον περίπου του κάστρου, στην κορυφή του λόφου, υπάρχει ένας πύργος διαστάσεων 5Χ 6μ. περίπου, ο οποίος περικλείετε από έναν μικρό περίβολο διαστάσεων 20Χ 30μ. περίπου.
Εντός του μικρού περιβόλου και κοντά στην βάση του κεντρικού πύργου εντοπίζεται η υδατοδεξαμενή (κινστέρνα) του κάστρου. Μιά μικρή σχετικά τρύπα υπάρχει στο πάνω μέρος ενώ στο εσωτερικό έχει καταρεύσει αρκετό υλικό και έτσι οι διαστάσεις της δύσκολα μπορούν να μετρηθούν με ακρίβεια. Φαίνεται ωστόσο καθαρά το ένα τοιχίo από το εσωτερικό της δεξαμενής όπου έχει χρησιμοποιηθεί λευκό υδραυλικό κονίαμα. Διαστάσεις κατά προσέγγιση: Πλάτος 1,5 με 2 μέτρα, άλλο τόσο βάθος ενώ μήκος 3 έως 4μ. Πρόκειται για μιά αρκετά μικρή υδατοδεξαμενή συγκρινόμενη με άλλα παραδείγματα.


Στην Α πλευρά εντοπίζεται η είσοδος του κάστρου, όπου υπάρχει μια μικρή δίοδος ανάμεσα στα τείχη. Γενικά θα λέγαμε ότι το κάστρο βρίσκεται σε σχετικά καλή κατάσταση διατήρησης. Στην περιοχή του κάστρου υπάρχει πληθώρα κεραμικών αποτμημάτων, Μεσαιωνικών αλλά και Προϊστορικών χρόνων. Σε ότι αφορά την Μεσαιωνική κεραμική, εκτός απ' αυτήν της Φράγκικης περιόδου, κάποια αποτμήματα πιθανόν να είναι των Βυζαντινών χρόνων. Επίσης οι Αμερικανοί αρχαιολόγοι αναφέρουν ότι βρήκαν κάτω από το κάστρο Βενετικό νόμισμα, Venetian soldino of Antonio Venier (1382-1400).
Στην εξωτερική ΒΔ πλευρά του κάστρου εντοπίζεται άλλος τοίχος που σχηματίζει ημικύκλιο μήκους περίπου 150μ. Ο τοίχος αυτός δεν έχει συνδετικό κονίαμα και βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση διατήρησης. Στην περιοχή του τοίχους αυτού εντοπίζεται κεραμική των Προϊστορική κυρίως χρόνων. Έτσι απ΄ότι φαίνεται η πλευρά αυτή αποτελεί το σωζόμενο μέρος της Προϊστορικής ακρόπολης, ενώ το κάστρο χτίστηκε πάνω από το υπόλοιπο μέρος της Προϊστορικής θέσης. Η Προϊστορική ακρόπολη του Παλαιοκάστρο Αετού θα πρέπει να είχε συνολική έκταση γύρω στα 8 στρέμματα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το μικρό διάσελο έκτασης περίπου 2 στρεμμάτων αμέσως ΝΔ του λόφου του κάστρου όπου παρατηρούνται αρκετά οικοδομικά κατάλοιπα καθώς και άνδηρα, ενώ στην θέση υπάρχουν και πολλά κεραμικά αποτμήματα. 
Ξεχωρίζει μιά κατασκευή στην Α πλευρά του διάσελου, στα ριζά του λόφου, την οποία ο Bon στο τοπογραφικό του χαρακτηρίζει ως ναΐσκο. Στην σημερινή του μορφή αποτελείται από δύο τοιχία σε σχήμα Γ που έχουν κατασκευαστεί από πέτρες χωρίς συνδετικό κονίαμα. Ο ένας τοίχος σώζεται σε ύψος 2μ. περίπου αλλά γενικά η κακή κατάσταση διατήρησης του κτηρίου δεν επιτρέπει κάποια συμπεράσματα. Στο διάσελο και σε κοντινή απόσταση από τον "ναΐσκο" υπάρχει ένας σωρός από πολύ παλιές κεραμίδες, που θα πρέπει να είναι των μεσαιωνικών χρόνων, πιθανόν ακόμα και Βυζαντινής εποχής. Προφανώς οι κεραμίδες αυτές θα πρέπει να προέρχονται από τον "ναΐσκο".
Στο υπόλοιπο διάσελο παρατηρούνται άνδηρα και οικοδομικό υλικό και κάποια υπολείμματα κατασκευών. Επίσης υπάρχουν και αρκετά κεραμικά αποτμήματα που  δείχνουν να είναι των Μεσαιωνικών χρόνων, ενώ κάποια κεραμικά πιθανόν να είναι Προϊστορικά. 
Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι το μικρό διάσελο αμέσως ΝΔ του κάστρου ήταν σε χρήση παράλληλα με την οχύρωση του λόφου, ίσως ακόμα από την Προϊστορική εποχή. Κάποια κεραμικά που πιθανόν να είναι Βυζαντινά αλλά η περίπτωση του ναΐσκου και των κεραμίδων, κάνουν πιθανή την υπόθεση ότι το κάστρο του Αετού ήταν σε χρήση από την Βυζαντινή ακόμα εποχή. Κατόπιν στην εποχή της Φραγκοκρατίας η θέση ενισχύθηκε επιπλέον.
Ο λόφος του Παλαιοκάστρου προσφέρει εξαιρετική θέα προς Β, Α και ΝΑ εποπτεύοντας ολόκληρη σχεδόν την πεδιάδα του Σουλιμά και ελέγχοντας την πρόσβαση από τα Α. Από την θέση του Παλαιοκάστρου είναι ορατή η Προϊστορική θέση στον απέναντι λόφο του Προφ. Ηλία ενώ υπάρχει οπτική επαφή και με τις άλλες σημαντικές Προϊστορικές ακροπόλεις στην κοιλάδα του Σουλιμά, στο Στυλιάρη, την Κόντρα και την Μάλθη.

"Αριστομένης ο Μεσσήνιος"

[1] Antoine Bon, 1969, La Morée franque. Recherches historiques, topographiques et archéologiques sur la principauté d'Achaïe (1205-1430), Editions de Boccard, pp.237, 293, 413-414, 417, 418, 429, 650
[2] Messenia III: McDonald, William A. and Richard Hope Simpson. ‘Further Explorations in Southwestern Peloponnese: 1964-1968’, American Journal of Archaeology. Vol. 73, No. 2 (Apr., 1969), pp. 123-177. Σελ: 140


Ιστορικά στοιχεία για το κάστρο του Αετού
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς κατασκευάστηκε το κάστρο και από ποιον. Αναφέρεται για πρώτη φορά από ιστορικές πηγές τον 14ο αιώνα, επί Φραγκοκρατίας, σαν φέουδο των Le Maure.
Ο Αετός ανήκε στη βαρονία της Αρκαδιάς (δηλαδή της Κυπαρισσίας) η οποία δεν ήταν μεταξύ των αρχικών 12 βαρονιών του Πριγκιπάτου της Αχαΐας καθώς η Κυπαρισσία και η περιοχή της συγκαταλέγονταν στις προσωπικές κτήσεις του Πρίγκιπα της Αχαΐας. Η βαρονία σχηματίστηκε μετά το 1261 (και την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους) και δόθηκε από τον Βιλλεαρδουίνο σαν αποζημίωση στον Γάλλο ευγενή Βιλαίν Α΄ ντ'Ωλναί (Vilain d'Aulnay). Το 1324 η Ανιέζα ντ’Ωλνέ (Agnes d’Aulnay), εγγονή του πρώτου βαρόνου, παντρεύτηκε τον αφέντη του Σαφλαούρου (Saint-Sauveur) και του Αετού, Στέφανο Λε Μωρ (Etienne Le Maure). Έτσι ο Le Maure έγινε βαρόνος της Αρκαδιάς. Φαίνεται πως ο Le Maur ήταν ήδη ιδιοκτήτης και φεουδάρχης του Αετού πριν προαχθεί -ούτως ειπείν- σε βαρόνο.
Στον κατάλογο του 1377, με τα φέουδα στο Μοριά της Jeanne I di Napoli (Ιωάννα Α’, βασίλισσα της Νάπολης) και του άντρα της Otto der Brunswick που προσφέρονταν για ενοικίαση στους ιππότες του τάγματος του Αγίου Ιωάννη, το κάστρο του Αετού αναφέρεται ότι ήταν φέουδο του signor dell’ Archadia μαζί με κάστρο του Σωτήρα (Σαφλαούρο) και το κάστρο της Αρκαδιάς. Ο signor dell’ Archadia εκείνη την εποχή ήταν ο Εράρδος Λε Μωρ(Erard III Le Maure), γιος του Στέφανου Λε Μωρ. Λίγο αργότερα, το 1387, στις διαπραγματεύσεις της Βενετίας με τους Ναβαρραίους, αυτά τα τρία κάστρα ανήκαν και πάλι στον ίδιο signor dell’ Archadia.


Στα ιστορικά έγγραφα των Φράγκων το κάστρο αναφέρεται σαν κάστρο de l’ Aigle ή della Aquila. Aigle και Aquila είναι αντίστοιχα η Γαλλική και η Ιταλική λέξη για τον «αετό».
Το 1388 τον Εράρδο διαδέχθηκε μία από τις κόρες του η οποία παντρεύτηκε τον Ανδρόνικο Ασάν-Ζαχαρία. Έτσι η βαρονία μαζί με το κάστρο του Αετού, έγινε τμήμα των εκτεταμένων κτήσεων των Ζαχαρία και από τις αρχές του 15ου αιώνα κληροδοτήθηκε στον Κεντυρίωνα Β’ Ζαχαρία που έγινε (ο τελευταίος) Πρίγκιπας της Αχαΐας.
Ο Κεντυρίων Β’ Ζαχαρίας πέθανε λίγο μετά το 1423. Η χήρα του, το 1428, σύμφωνα με το Χρονικόν του Σφραντζή, παρεχώρησε τον Αετό μαζί με άλλα κάστρα (Μεσσήνη, Καλαμάτα, Ανδρούσα, Αρχάγγελος) στον Δεσπότη του Μυστρά Κωνσταντίνο Παλαιολόγο (τον μετέπειτα αυτοκράτορα). Αυτή η πράξη ήταν το τυπικό τέλος του φράγκικου Πριγκιπάτου της Αχαΐας.
Το 1452 ο Τούρκος πολέμαρχος Τουραχάν σε μια από τις αρχικές ληστρικές επιδρομές των Οθωμανών (πριν την τελική κατάκτηση το 1460) προξένησε μεγάλες καταστροφές στην Πελοπόννησο. Ο Σφραντζής εξιστορώντας την καταστροφή εκείνη αναφέρεται ειδικά στον Αετό : «Αυτός [ο Τουραχάν] ελθών εν μέσω τόπου, τα μεν αιχμαλώτισαν, τα δε αφάνισαν, εξαιρέτως δε την Άκοβαν το Αετόν και τα Πενταχώρια».
Πάντως, τότε, το κάστρο δεν καταστράφηκε ολοσχερώς καθώς όπως αναφέρουν οι Βυζαντινοί ιστορικοί Χαλκοκονδύλης και Σφραντζής (Φραντζής), το 1454 ο Αετός βρέθηκε στο επίκεντρο μιας αποτυχημένης απόπειρας για ανασύσταση της Φράγκικης ηγεμονίας. Συγκεκριμένα ο Ιωάννης Ασάν Ζαχαρίας, νόθος γιος του τελευταίου Φράγκου ηγεμόνα Κεντυρίωνα Ζαχαρία, δραπέτευσε από τους Βυζαντινούς, των οποίων ήταν αιχμάλωτος, και αυτοανακηρύχθηκε Πρίγκιπας της Αχαΐας στο κάστρο του Αετού. Το επεισόδιο φαίνεται πως δεν είχε συνέχεια.
Επί Τουρκοκρατίας προφανώς το κάστρο εγκαταλείφθηκε και οι κάτοικοι μετακινήθηκαν στο σημερινό χωριό.

Ιστότοπος Καστρολόγος: Κάστρο Αετού Μεσσηνίας (online)

-Γιάννης Μπίρης, άρθρο στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ- Κάστρα και οχυρά της Μεσσηνίας: Ο Αετός
-Antoine Bon, 1969, La Morée franque. Recherches historiques, topographiques et archéologiques sur la principauté d'Achaïe (1205-1430), Editions de Boccard, pp.237, 293, 413-414, 417, 418, 429,650
-Παρουσίαση σε συνεργασία με τον κ. Ιωάννη Δέδε