.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2024

Ο θολωτός τάφος 2 στο Ψάρι Μεσσηνίας

Σταμάτιος Α. Φριτζίλας- Κατερίνα Τζαμουράνη
"Ο θολωτός τάφος 2 στο Ψάρι και ο πολεμιστής της Οιχαλίας"


Στη μελέτη παρουσιάζονται τα πρώτα συμπεράσματα από τις ανασκαφές των ετών 2018- 2020 στον δεύτερο μυκηναϊκό θολωτό τάφο στο ύψωμα Μετσίκι, κοντά στο Ψάρι του Δήμου Οιχαλίας, που είναι από τους μεγαλύτερους της Μεσσηνίας και χρονολογείται στα -1500/ -1450 (ΥΕIIA)1. 
Ο θολωτός τάφος 2 του Ψαρίου βρίσκεται σε απόσταση 100μ. από τον τάφο 1, ο οποίος εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 1982. Βρίσκεται σε μια φυσικά οχυρωμένη θέση, ανάμεσα στα χωριά Πάνω (παλιό) Ψάρι και Κάτω Ψάρι της Βόρειας Μεσσηνίας, σε απόσταση 55 χλμ. περίπου από την Καλαμάτα. Η υπόδειξη της ορεινής θέσης με τους δύο θολωτούς τάφους στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και άλλων αρχαιοτήτων που εντοπίστηκαν στην περιοχή αυτή της επαρχίας Τριφυλίας έγινε το 1981 από τον κάτοικό της κ. Γ. Παπαγεωργίου, γεγονός για το οποίο έλαβε έπαινο από την Ακαδημία των Αθηνών το 19862. 
Ο πρώτος θολωτός τάφος ανασκάφτηκε από την αρχαιολόγο και ε.τ. Έφορο της πρώην Ζ΄ ΕΠΚΑ Γ. Χατζή ανάμεσα στα έτη 1982-1988. Ο θολωτός τάφος 1 χρονολογήθηκε στην προχωρημένη ΥΕΙ (γύρω στο -1500), ενώ ορισμένα από τα ευρήματά του εκτίθενται πλέον σε προθήκη του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσσηνίας3.
Η έρευνα του θολωτού τάφου 2 στο ύψωμα Μετσίκι Ψαρίου είχε ξεκινήσει το 1986 αλλά δεν συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια4. Στην επίχωση του στομίου βρέθηκαν κατά τις εργασίες των καθαρισμών πρώιμα μυκηναϊκά όστρακα5. Από τότε έγιναν διάφορες απόπειρες παράνομης παραβίασης από αρχαιοκαπήλους. Τον Ιανουάριο του1987 ανοίχτηκε τομή στην περιοχή του στομίου, το οποίο βρίσκεται στα ΝΝΑ. Στο θολωτό τάφο σημειώθηκαν κι άλλες λαθρανασκαφικές ενέργειες, όπως τα έτη 2012 και 2013. Τότε ξεκίνησε σωστική ανασκαφική έρευνα από την κ. Κ. Τζαμουράνη, αρχαιολόγο της πρώην ΛΗ΄ ΕΠΚΑ6. Λόγω των αποπειρών λαθρανασκαφής, οι ανασκαφικές εργασίες επικεντρώθηκαν στην αφαίρεση επιχώσεων από την περιοχή του δρόμου και της θόλου του τάφου7, ενώ τότε περιφράχθηκε έκταση 900 τ.μ. περίπου γύρω από το θολωτό τάφο 2. Τα έτη 2015 και 2017 έγιναν δύο νέες απόπειρες λαθρανασκαφής του θολωτού τάφου 2 στο Ψάρι Τριφυλίας. Κατά την τελευταία λαθρανασκαφή, στα τέλη Οκτωβρίου 2017, διαταράχτηκε εκ νέου η επίχωση, με μεγάλο όρυγμα που έγινε στο εσωτερικό του από αγνώστους. Η παράνομη εκσκαφή είχε διάμετρο 2 μ. και βάθος 1,5 μ. τουλάχιστον. Λόγω των ανωτέρω συνεχόμενων αποπειρών σύλησης του συγκεκριμένου τάφου, επιβλήθηκε να προχωρήσει άμεσα ο ανασκαφικός καθαρισμός έως το δάπεδο του θαλάμου του τάφου. Δεδομένου ότι η περιοχή των τάφων είναι απομονωμένη, το ζήτημα φύλαξης του περιφραγμένου και κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου ήταν εξαιρετικά κρίσιμο8.


Η ανασκαφή
Τρεις συνεχόμενες ανασκαφικές περιόδους, κατά τα έτη 2018, 2019 και 2020, διήρκεσε η έρευνα αποκάλυψης του τάφου, η οποία περιλήφθηκε στις δράσεις επειγουσών ανασκαφικών εργασιών της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας9. Για την απρόσκοπτη ανασκαφή και για την προστασία από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες κατασκευάστηκε τον Δεκέμβριο του 2018 μεταλλικό εργοταξιακό στέγαστρο προστασίας, το οποίο και παραμένει έως σήμερα10. Η επίχωση στην επιφάνεια της κατακρημνισμένης θόλου ήταν αναμοχλευμένη επιφανειακά, ιδίως στα ΝΔ, και σε ένα σημείο έφθασε σε μεγάλο βάθος. Εκεί η διατάραξη λόγω τομής φαίνεται να έφθασε σε βάθος έως 3,60μ. από την επιφάνεια. 
Από τα αναπάντεχα ευρήματα της πρώτης χρονιάς (2018) ήταν μια αδιατάρακτη ταφή της πρώιμης αρχαϊκής εποχής. Ένας σκελετός βρέθηκε μέσα στην επίχωση της πεσμένης κατά τη μυκηναϊκή εποχή θόλου. Βρέθηκαν τμήματα των κνημών, της λεκάνης, της σπονδυλικής στήλης, των πήχεων και του κρανίου του νεκρού. Προφανώς, στα μεταμυκηναϊκά χρόνια, μετά την κατάρρευση της θόλου, οι κάτοικοι της περιοχής είχαν εισχωρήσει στον τάφο, κυρίως περιμετρικά, όπου οι επιχώσεις ήταν πιο χαλαρές και χαμηλές. Η εν λόγω ταφή έγινε σε βάθος 1,80μ. και σε επαφή με τα τοιχώματα της πεσμένης θόλου, ύστερα από την πτώση των λίθων της θόλου στον κεντρικό χώρο. Τα κτερίσματα που συνόδευαν τον νεκρό ήταν μια μικρή ομάδα αγγείων αρχαϊκής εποχής, που χρονολογούνται στα τέλη -7ου και στις αρχές -6ου αι 
Πρόκειται για μια μελαμβαφή οινοχόη με τριφυλλόσχημο στόμιο και ταινιωτή λαβή11, μια χειροποίητη χυτροειδή κύλικα12, έναν κρατήρα με δύο οριζόντιες λαβές13 και ένα σκυφοειδές αγγείο με ερυθρωπό πηλό και απολεπισμένο μελανό γάνωμα (Εικ.2). Άλλα σκόρπια ευρήματα από την επίχωση της θόλου ήταν δύο χάλκινα ελάσματα14 και τμήμα χαύλιου από οδοντόφρακτο κράνος15.


Οι εργασίες της ανασκαφής συνεχίστηκαν και το 201916. Αφαιρέθηκαν οι τελευταίες μεγάλες επιχώσεις στους τέσσερις ανασκαφικούς τομείς (Τ1, Τ2, Τ3 και Τ4) της θόλου. Οι επιχώσεις ήταν άλλοτε πιο συμπαγείς κι άλλοτε πιο χαλαρές, ανάλογα με την αναμόχλευση που είχε γίνει από τους σύγχρονους λαθρανασκαφείς ή τυμβωρύχους17. Σημειώνεται πως η κεραμική από τους τομείς έρευνας ήταν σχετικά περιορισμένη18. Σε διαφορετικά βάθη εντοπίστηκαν ανθρώπινα οστά και όστρακα αγγείων19.
Την τρίτη ανασκαφική περίοδο, το 2020, η ανασκαφή συνεχίστηκε σε ένα επίπεδο κοντά στο δάπεδο του ταφικού θαλάμου και του στομίου του τάφου, που δεν ήταν φραγμένο με ξερολιθιά. Σταδιακά, σε βάθος μεγαλύτερο των 3,50μ. από την επιφάνεια του εδάφους, αποκαλύφτηκε το στρώμα με τα σκόρπια οστά των νεκρών και τα κτερίσματά τους. Επρόκειτο για πολυάριθμα μικρά ελάσματα και φύλλα χρυσού, ορισμένα κτερίσματα από ημιπολύτιμους λίθους, και λίγα μετάλλινα αντικείμενα. Στο δάπεδο του θαλάμου τα περισσότερα οστά των νεκρών βρέθηκαν θρυμματισμένα και λιωμένα και από τον όγκο των πεσμένων λίθων της θόλου. Ο αριθμός των νεκρών υπολογίζεται έως εννέα ή δέκα (νεκροί Ι–Χ)20.


Οι ταφές και τα ευρήματα
Με μία από τις ταφές του τάφου 2 της Οιχαλίας, αυτήν του νεκρού ΙV, σχετίζονται σημαντικά ευρήματα, που υποδηλώνουν την πολεμική ιδιότητα του νεκρού21. Σημαντικό εύρημα του ταφικού θαλάμου αποτέλεσε ένα οδοντόφρακτο κράνος, που εντοπίστηκε το 2020 στον χώρο απέναντι από την είσοδο του τάφου (οι περισσότεροι χαύλιοι βρέθηκαν στο δάπεδο του τάφου, σε βάθος 3,80μ. περίπου). Οι πολυάριθμοι κατεργασμένοι χαύλιοι, οι περισσότεροι εκ των οποίων έφεραν στην πίσω όψη τους δύο έως τέσσερις οπές, οργανώθηκαν σε ομάδες με βάση το μήκος τους. Το κράνος αποκαταστάθηκε με παραγναθίδες και με τρεις ζώνες χαυλίων (συνολικά 36 χαύλιοι), συγκρατούμενων με υαλόπλεγμα πάνω σε γύψινο εκμαγείο (Εικ.3)22. Τα ανασκαφικά δεδομένα από τους τάφους της Μεσσηνίας και του ελλαδικού χώρου γενικότερα έχουν καταδείξει τη σημασία του οδοντόφρακτου κράνους.
Ως γνωστόν, για την πρώτη ύλη ενός οδοντόφρακτου κράνους απαιτούνταν περισσότεροι από 30 αρσενικοί αγριόχοιροι23, των οποίων το κυνήγι ήταν εκείνη την εποχή κοπιώδες και δύσκολο, ενώ οι χαύλιοι επί του κράνους αποτελούσαν συχνά προσωπικά τρόπαια από το κυνήγι του αγριόχοιρου. Φαίνεται ότι τα δερμάτινα αυτά κράνη, με την επένδυση από κομμάτια χαύλιων αγριόχοιρου, ήταν ένα σχετικά σπάνιο απόκτημα επιφανών οικογενειών, μέρος της αμυντικής εξάρτυσης του πολεμιστή και συγχρόνως ένδειξη μεγαλοπρέπειας και σύμβολο αρχής και ανδρείας του γένους.
Στον ίδιο χώρο με το κράνος βρέθηκαν πολυάριθμες χάλκινες και λίθινες αιχμές βελών, που ανήκαν προφανώς στην πολεμική εξάρτυση του νεκρού πολεμιστή επίσης και προσέδιδαν κύρος στον κάτοχό τους. Βρέθηκαν διαφορετικά μεγέθη χάλκινων αιχμών, ανάλογα με το θήραμα ή την πολεμική περίσταση. Οι μεγαλύτερες από τις χάλκινες αιχμές έχουν μήκος σχεδόν 7 εκ. (Εικ.4)24. Προφανώς συνδυάζονταν με διαφορετικά ξύλινα τόξα, που δεν διασώθηκαν. Ο επιδέξιος χειρισμός του τόξου ήταν μια ανδρική αρετή, όπως περιγράφουν τα έπη του Ομήρου. Μερικές αιχμές διασώζουν τέσσερις οπές πρόσδεσης, προφανώς για το ξύλινο στέλεχος. Πολυάριθμες ήταν επίσης και οι λίθινες αιχμές που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη ταφή25. Ο μεγάλος αριθμός των αιχμών αποτελεί μαρτυρία για την τοξευτική ικανότητα του ανδρός και προφανώς θα χρησίμευαν και στο κυνήγι26. Τα διαφορετικά σημεία εύρεσης των αιχμών βελών ενδεχομένως υποδηλώνουν την ύπαρξη ταφής και δεύτερου πολεμιστή.


Tον νεκρό ΙV συνόδευε και καλοδιατηρημένο χάλκινο εγχειρίδιο (Εικ.5). Η οστέινη λαβή του, μήκους 17 εκ. περίπου, έφερε τρεις ήλους και οπή ανάρτησης, προφανώς για να κρεμιέται από ζώνη στη μέση27. Σε μικρή απόσταση από τον νεκρό ΙV, εντός του θολωτού τάφου 2, βρέθηκε και το μοναδικό χάλκινο ξίφος (Μ33).
Πρόκειται για κοντό αμφίστομο ξίφος28, με τρεις παράλληλες εγχαράξεις στην λεπίδα, που το έκαναν πιο αποτελεσματικό στη χρήση. Για το χαμένο τμήμα της λαβής είχε χρησιμοποιηθεί άλλο υλικό. Στη λαβή ίσως να υπήρχε επένδυση από ελεφαντόδοντο ή κέρατο. Τρεις χάλκινοι ήλοι φαίνεται να ανήκουν στο ίδιο ξίφος (Εικ.6).
Είναι πιθανό ότι το βραχύ αυτό ξίφος χρησιμοποιείτο σε συνδυασμό με το επίμηκες για διαφορετικά είδη συμπλοκής. Πιθανότατα χρησιμοποιείτο στη μάχη ως το όπλο που έδινε τη χαριστική βολή. Ίσως ανήκει στις παραξιφίδες, οι οποίες μορφολογικά ομοιάζουν με τα ξίφη αλλά είναι μικρότερες, καθώς το μήκος τους κυμαίνεται μεταξύ 0,30 έως 0,45μ.29. Το ξίφος αποτελεί πολύτιμο κτέρισμα και συμβολίζει τη στρατιωτική ανδρεία του νεκρού της Οιχαλίας και την υψηλή κοινωνική του θέση.
Δίπλα στο ξίφος βρέθηκε αμυγδαλόσχημος σφραγιδόλιθος από σάρδιο (Λ58), με παράσταση λατρευτικού σκεύους με δύο κάθετες σιγμοειδείς λαβές. Το σκεύος έχει μικρό σφαιροειδές σώμα και υψηλό λαιμό, από τον οποίο εκφύεται κλαδί, ενώ αριστερά και δεξιά περιβάλλεται από άλλους κλάδους30 (Εικ.7α). 
Ένας δεύτερος αμυγδαλόσχημος σφραγιδόλιθος από σάρδιο (Λ 59) φέρει παράσταση δύο σχηματοποιημένων ελισσόμενων ιχθύων, λεπτομέρειες των οποίων δηλώνονται στο σώμα με λεπτές εγχαράξεις και μικρούς κύκλους (Εικ.7β)31.


Παρόμοια μοτίβα υπάρχουν σε μινωικούς σφραγιδόλιθους της εποχής των ανακτόρων από την Κρήτη αλλά και στην ηπειρωτική Ελλάδα της υστεροελλαδικής περιόδου32.
Στον θολωτό τάφο 2 του Ψαρίου, σε διάφορα σημεία του δαπέδου, μεταξύ των σκόρπιων, θρυμματισμένων οστών, βρέθηκαν πολυάριθμα ψήγματα και φυλλάρια χρυσού, τσαλακωμένα, μαζί με μικρές ποσότητες χώματος ή λάσπης. Πρόκειται για μια άλλη χαρακτηριστική ομάδα κτερισμάτων, χρυσά επιρράμματα που κοσμούσαν είτε τα σάβανα των νεκρών είτε την ενδυμασία τους, και δηλώνουν την εξέχουσα κοινωνική θέση των κατόχων τους.
Ανάλογα χρυσά επιρράμματα, που χρησιμοποιήθηκαν για τη διακόσμηση ενδυμάτων, έχουν βρεθεί και σε άλλες ταφές της Μεσσηνίας, ιδίως στην Περιστεριά33. Τα ευρεθέντα φυλλάρια χρυσού ήταν κατά το μεγαλύτερο μέρος ακόσμητα, ενώ ορισμένα φέρουν εμπίεστη στιγμωτή ή σπειροειδή διακόσμηση34. Τα περισσότερα έφεραν οπές τόσο μικρές που μόνο βελόνα και νήμα ήταν δυνατόν να είχε χρησιμοποιηθεί για τη στερέωσή τους. Άλλα είχαν μικροσκοπικούς γάντζους για την ανάρτησή τους. Η μεγάλη ποσότητα χρυσού που χρησιμοποιήθηκε στις ταφές του Ψαρίου δείχνει ότι οι αρχηγοί ή τοπάρχες της περιοχής που επένδυαν σε μεγάλους και πολυδάπανους τάφους είχαν τη δυνατότητα να προμηθεύονται πολύτιμα αντικείμενα.
Στις ταφές υπάρχουν επίσης ενδείξεις για χρήση περονών, οι οποίες συγκρατούσαν την κόμη ή κάποιο βαρύ ένδυμα, μανδύα ή επίβλημα. Ανάμεσα στα ευρήματα υπήρχαν διάφορα λεπτά και μακριά χάλκινα σύρματα.
Μεμονωμένοι ή θραυσμένοι ψήφοι μαρτυρούν την ύπαρξη χαμένων περιδεραίων από ήλεκτρο (κεχριμπάρι) (Λ 87, Λ 100), όπως αυτά από άλλους θολωτούς τάφους της Μεσσηνίας, στην Περιστεριά, τον Εγκλιανό, το Μυρσινοχώρι (Ρούτσι), την Κουκουνάρα, τον Κακόβατο, αλλά και στις Μυκήνες ή την Τίρυνθα35. Ομοίως, τρεις ψήφοι από αμέθυστο μαρτυρούν την ύπαρξη ενός ακόμη περιδεραίου από αυτό το υλικό, όπως αυτά από ταφές της πρώιμης μυκηναϊκής εποχής στην Περιστεριά ή τον Άνω Εγκλιανό36. Επίσης, όσα κτερίσματα είχαν απομείνει στον τάφο φανέρωσαν ότι οι νεκροί συνοδεύονταν από αγγεία με γραπτή διακόσμηση, που ήταν δημοφιλή στον ηπειρωτικό ανακτορικό ΥΕ ΙΙΑ ρυθμό37. Χαρακτηριστικό παράδειγμα γραπτού αγγείου από το ταφικό δάπεδο του θολωτού τάφου 2 στο Ψάρι αποτελεί ένας αποσπασματικός πιθαμφορέας, που κοσμείτο με το μοτίβο του ιερού κισσού σε κατάστικτο βάθος38. Tέσσερα ελλιπή αγγεία απέδωσαν επίσης οι εργασίες συντήρησης και συγκόλλησης των γραπτών οστράκων της ίδιας εποχής (ΥΕ ΙΙΑ–Β) από το ταφικό δάπεδο του δίδυμου θολωτού τάφου 1 στο Ψάρι39. Δεν βρέθηκαν ενδείξεις για άλλα αγγεία από πολύτιμα μέταλλα.
Στη δεξιά προς τον εισερχόμενο από είσοδο πλευρά ή στο βορειοανατολικό τμήμα του τάφου βρέθηκαν συγκεντρώσεις ανθρώπινων οστών πάνω σε χαμηλό λίθινο θρανίο, με πιθανή χρήση οστεοφυλακίου, όπου οι συγγενείς των νεκρών ενδεχομένως να είχαν μαζέψει τα παλαιότερα οστά. Φαίνεται να επιβεβαιώνεται η μυκηναϊκή ταφική πρακτική ότι τα παλαιότερα οστά και οι προσφορές παραμερίζονταν για χάρη της νέας ταφής.
Οπωσδήποτε, η συγκέντρωση των οστών σε θρανίο δείχνει σεβασμό προς τους παλαιότερους νεκρούς, ιδιαίτερα εάν συνοδευόταν από κάποια τελετουργία. Δεν εντοπίστηκε στο δάπεδο του τάφου κάποιος λάκκος με συγκεντρωμένα οστά ή κτερίσματα παλαιότερων νεκρών.
Στο μέσον της θόλου, μετά την αφαίρεση του μάρτυρα στο τέλος της ανασκαφικής έρευνας, βρέθηκε σχεδόν ολόκληρος σκελετός στη θέση του (νεκρός ΙΧ) (Εικ.8). Για κανέναν άλλον από τους νεκρούς δεν έχουμε τόσο σαφή εικόνα όσο για αυτήν την κεντρική πρωτογενή ταφή. Τα περισσότερα οστά των άλλων ή προηγούμενων νεκρών βρέθηκαν μετατοπισμένα προς τα πλάγια. Είναι η μοναδική ταφή που δίνει πληροφορίες για τη στάση του νεκρού, καθώς το σώμα βρέθηκε σε ύπτια θέση με τα γόνατα και τους αγκώνες ελαφρώς λυγισμένα. Η νεκρή40 είχε τοποθετηθεί επάνω σε μια στρώση από χαλίκια, που επέτρεπε στο ανθρώπινο λείψανο να λιώσει πιο γρήγορα. Η κατάρρευση της θόλου του τάφου συνέτριψε και άφησε στη θέση τους τα υπόλοιπα οστά. Ολόγυρα βρέθηκαν κατάλοιπα από χρυσά επιρράμματα που κοσμούσαν τα ενδύματά της. Στην περιοχή του καρπού του αριστερού χεριού βρέθηκε ακέραιος χρυσός σφραγιδόλιθος, με παράσταση ταύρου στη μία πλευρά και φολιδωτό κόσμημα με ένθετη διακόσμηση πολύχρωμων λίθων σύμφωνα με την περίκλειστη τεχνική (cloisonnée) στην άλλη (Εικ.9)41.


Στα άκρα του ο σφραγιδόλιθος έχει κοκκιδωτή διακόσμηση αποτελούμενη από μικρότατα σφαιρίδια προσκολλημένα στη χρυσή επιφάνεια της ψήφου. Για την κατασκευή του κοσμήματος χρησιμοποιήθηκε δηλαδή εκτός από την τεχνική του περίκλειστου σμάλτου και η τεχνική της κοκκίδωσης, η οποία εμφανίζεται και σε δαχτυλίδι από τον θολωτό τάφο του Βαφειού της ίδιας εποχής (-1500/ -1450) και χρησιμοποιείται κατά τη μυκηναϊκή εποχή κυρίως για τη διακόσμηση μικρών κοσμημάτων42.
Δεν γνωρίζουμε εάν η γυναίκα ακολούθησε τον πολεμιστή με το οδοντόφρακτο κράνος στο θάνατο και τάφηκαν μαζί. Ενδεχομένως, πρώτα τάφηκε ο πολεμιστής και αργότερα η γυναίκα, οπότε μετακινήθηκαν τα κτερίσματα του πρώτου νεκρού για να τοποθετηθεί στο κέντρο. Πρόκειται για τον τελευταίο ενταφιασμό που πραγματοποιήθηκε στον θολωτό τάφο 2 έως τη στιγμή που έπεσε η θόλος του. Η διακοπή των ενταφιασμών και της λειτουργίας του τάφου 2 οφείλεται στην κατάρρευση της θόλου και την πτώση μεγάλων ποσοτήτων λίθων στο εσωτερικό του. Το ίδιο φαίνεται να συνέβη και στον θολωτό τάφο 2 της Περιστεριάς κατά την ίδια εποχή (ΥΕΙΙΑ)43.
Σε μικρή απόσταση από αυτή την κεντρική ταφή εντοπίστηκε ο μοναδικός σύγχρονος λάκκος λαθρανασκαφής, που έφθασε έως το δάπεδο του ταφικού θαλάμου. Αυτή η κεντρική ταφή πλησίον του μέσου του θολωτού τάφου με τα χρυσά κτερίσμα της ήταν ίσως ο στόχος των σύγχρονων αρχαιοκαπήλων και των επανειλημμένων προσπαθειών τους. Η προσπάθειά τους δεν γνωρίζουμε εάν είχε κάποια επιτυχία, καθώς δεν υπήρξαν ενδείξεις για ύπαρξη ευρημάτων στο συγκεκριμένο σημείο.
Η ανασκαφή έδειξε ότι αντικείμενα του θολωτού τάφου ενδεχομένως είχαν αφαιρεθεί και κατά την ύστερη μυκηναϊκή εποχή ή κατά τα μεταμυκηναϊκά χρόνια, καθώς η χρήση και η επίσκεψη στον τάφο συνεχίστηκε κατά την κλασική αρχαιότητα, όπως έδειξαν σκόρπια ευρήματα από τα ανώτερα σημεία της θόλου ή του δρόμου, πιθανώς για απόδοση τιμών σε προγόνους ενός ένδοξου παρελθόντος. Στοιχεία και στρώμα καύσης που εντοπίστηκαν στο τέταρτο ανασκαφικό τεταρτημόριο, πλησίον της έκτης ταφής (νεκρός VI), ίσως να υποδηλώνουν ότι ανάβονταν πυρές στον τάφο κατά τη διάρκεια των ενταφιασμών, αλλά και όταν παρουσιαζόταν η ανάγκη να ανοιχθεί και πάλι ο τάφος όσο λειτουργούσε. Δεν γνωρίζουμε εάν στην πυρά αυτή καίγονταν και κάποια κτερίσματα. Οι πυρές φαίνεται να εξυπηρετούσαν και πρακτικούς σκοπούς, καθώς εξασφάλιζαν μια σχετική υγιεινή, όταν ανοιγόταν ο τάφος και ενδεχομένως να απορροφούσαν την υγρασία που δημιουργούσε αποπνικτική ατμόσφαιρα.

Η αρχιτεκτονική του θολωτού τάφου 2
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η αρχιτεκτονική του θολωτού τάφου 2. Εκτός από τον υπόγειο κυκλικό ταφικό θάλαμο, η διάμετρος του οποίου ήταν πάνω από 9μ., αποκαλύφθηκε το μεγαλύτερο τμήμα του δρόμου, σκαμμένου οριζόντια στην κλιτύ του λόφου και με τις πλευρές του κτιστές με ακανόνιστους αργούς λίθους (Εικ.10). Η κορυφή της θόλου προεξείχε αρκετά από το έδαφος, καθώς το υπέρθυρο βρισκόταν στο ύψος της πλαγιάς. Το υπέρθυρο αποτελείται από έναν εντυπωσιακό ευθύγραμμο ογκόλιθο, που έχει μήκος 4μ. και πλάτος 1,5μ. Στη βάση του στομίου του τάφου, εντοπίστηκε η θεμελίωση της ξερολιθιάς που έφρασε τον δρόμο. Λόγω του μεγέθους του, ο τάφος ήταν εμφανής ήδη από την αρχαιότητα και για το λόγο αυτό προσβάσιμος από την οροφή ή τον δρόμο του.
Ο θολωτός τάφος 2 ανήκει στην περίοδο ακμής των πρώιμων θολωτών τάφων της Μεσσηνίας και συγκρίνεται, από αρχιτεκτονική άποψη, με ομάδα τεσσάρων μεγάλων θολωτών τάφων, που κτίστηκαν στην ΥΕ Ι, των οποίων η διάμετρος φτάνει έως τα 10 μ. Οι θολωτοί τάφοι της εποχής βρίσκονται στον Εγκλιανό (θολωτοί τάφοι ΙV, VI,VII), στην Περιστεριά (θολωτός τάφος 2) και στο Ψάρι (θολωτός τάφος 1). Ο θολωτός τάφος 2 του Ψαρίου εμφανίζει ιδιαίτερα επιμελημένη αρχιτεκτονική μορφή και τοιχοποιία υψηλής ποιότητας, όπως άλλωστε και ο παλαιότερος θολωτός τάφος 1 του Ψαρίου, ο οποίος όμως είναι ελαφρώς μικρότερος. Φαίνεται ότι κάποιος προσπάθησε να ξεπεράσει τον αρχαιότερο τάφο ως προς στο μέγεθός του. Θεωρούμε ότι η χρήση του τάφου 2 του Ψαρίου καλύπτει μέρος του 16ου και την αρχή του -15ου αι. (ΥΕ Ι και ΙΙ). Στην ΥΕ ΙΙΑ ή στην ΥΕ ΙΙΙ Α1 φαίνεται να σταματά η χρήση και του θολωτού τάφου 1 στο Ψάρι, του θολωτού τάφου στο Ρούτσι, του θολωτού τάφου V στον Εγκλιανό και του θολωτού τάφου 1 στην Κουκουνάρα, στη θέση Φυτιές44.


Σύνοψη
Ο θολωτός τάφος 2 του Ψαρίου είναι ένας ασυνήθιστα υψηλής ποιότητας και μεγάλου μεγέθους θολωτός τάφος, ο οποίος, όπως και άλλοι μεσσηνιακοί τάφοι, είχε συληθεί ήδη από την αρχαιότητα, με αποτέλεσμα να έχουν διασωθεί μόνο ελάχιστα από τα κτερίσματά του. Aρχαιομετρικές έρευνες που έγιναν πρόσφατα στον θολωτό τάφο 2 χρονολόγησαν με τη μέθοδο της φωταύγειας στρώματα από το δάπεδο του τάφου, που ανήκουν το ένα στον 10o και το άλλο στον 7ο αιώνα π.Χ., γεγονός που δείχνει ότι ο τάφος είχε ανοιχθεί κατά τη διάρκεια τόσο της μεταμυκηναϊκής όσο και της αρχαϊκής εποχής. Το ίδιο μαρτυρά άλλωστε και η κτερισμένη ταφή που βρέθηκε επί των λίθων της θόλου του τάφου. Προφανώς, στα χρόνια μετά την κατάρρευση της θόλου έγιναν παραβιάσεις σε αρκετά σημεία στο δάπεδο του τάφου, κυρίως περιμετρικά, όπου οι επιχώσεις ήταν πιο χαλαρές και χαμηλές. Κατά την ανασκαφική έρευνα βρέθηκε επίσης η θεμελίωση της ξερολιθιάς που έφρασε κάποτε την είσοδο του τάφου κάτω από το ανώφλι.
Η μνημειακή αρχιτεκτονική και το ενδιαφέρον περιεχόμενο του θολωτού τάφου 2 του Ψαρίου δηλώνουν ότι ανήκε σε εξέχοντα πρόσωπα. Στον θολωτό τάφο 2 έχουμε ενδείξεις για την ύπαρξη έως εννέα ή δέκα νεκρών από διαλυμένες ταφές. Ο μοναδικός σκελετός που ήταν ευδιάκριτος και στη θέση του ήταν η τελευταία ταφή, στο μέσο του θολωτού τάφου, που αποτελεί την κεντρική ταφή (νεκρός ΙΧ). Ενδεχομένως ο τάφος να ανήκε σε μία οικογένεια ή ένα γένος. Μπορεί να θεωρηθεί μνημειώδης τάφος προορισμένος για τον αρχηγό-πολεμιστή της εποχής του και την οικογένειά του, ένδειξη της εξέχουσας θέσης που κατείχε στην κοινωνική ιεραρχία. Το μεγαλιθικό αυτό μνημείο φαίνεται να εξυπηρέτησε τη δημιουργία μιας μνημειώδους μεταθανάτιας κατοικίας για τον ηγεμονικό οίκο, όπως και άλλοι πρώιμοι μεσσηνιακοί θολωτοί τάφοι. Ανήκει στην εποχή εδραίωσης της μυκηναϊκής δύναμης και την περίοδο όπου ο πλούτος και η μεγαλοπρέπεια των ισχυρών ανδρών δηλώνεται συχνά με τα ταφικά μνημεία, πριν από την εμφάνιση των οργανωμένων ανακτόρων. Αργότερα τα μικρότερα κέντρα ελέγχου θα πληγούν από την εξάπλωση της σφαίρας επιρροής του ανακτόρου της Πύλου.
Ο ανωτέρω μυκηναϊκός θολωτός τάφος πρέπει να βρίσκεται στην επικράτεια της μεσσηνιακής Οιχαλίας και να ανήκει σε αρχηγό της. Βρίσκεται σε επιβλητικό ύψωμα στον άνω ρου των αρχαίων ποταμών Λευκασίας και Άμφιτου45. Οι ηγεμόνες αυτής της περιοχής φαίνεται να δήλωσαν τη σπουδαιότητά τους μέσω του οικοδομικού σχεδιασμού αυτού του ζεύγους επιβλητικών θολωτών τάφων. Η πλατιά πεδιάδα που απλώνεται στους νότιους πρόποδες του όρους Τετράζι ήταν η δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή στους μυκηναϊκούς χρόνους μετά την Πυλία. Θυμίζουμε πως ο Όμηρος αναφέρει την Οιχαλία όταν οι Μούσες τύφλωσαν τον Θάμυρη τον Θράκα, καθώς εκείνος ταξίδευε από την Οιχαλία του Ευρύτου προς το Δώριο (Ιλιάς Β, 595). Το αρχαίο Δώριον (σημ. Μάλθη) είναι άλλωστε ο πλησιέστερος προς τα ταφικά αυτά μνημεία σημαντικός οικισμός της προϊστορικής εποχής46.
Σημειώνεται πως ο βασιλιάς Εύρυτος της Οιχαλίας ήταν γιός του Μελανέα, που, ως άριστος τοξότης, θεωρούνταν γιος του Απόλλωνα, του θεϊκού τοξότη. Εκτός από δεινός τοξότης, ο Μελανεύς θεωρούνταν και ιδρυτής της μεσσηνιακής Οιχαλίας, στον τόπο που του παραχώρησε ο Περιήρης47.
Σε κάθε περίπτωση, ο μνημειακός αυτός τάφος μαρτυρά τη σπουδαιότητα του παραγγελιοδότη και αντανακλά τη φιλοδοξία ισχυρών ανδρών που διεκδίκησαν τον τόπο και τη μοίρα τους με τα όπλα και τη τέχνη του πολέμου.
Μαζί με τους νεκρούς πολεμιστές τάφηκε και μια γυναίκα, στο μέσον του θολωτού τάφου. Δεν γνωρίζουμε εάν αποτελεί κορυφαία προσφορά προς τιμή του νεκρού με το μεγάλο οδοντόφρακτο κράνος και τα βέλη, άποψη που εκφράστηκε για την περίπτωση του θολωτού τάφου της Μιδέας48 ή των τάφων της βορειοδυτικής Πελοποννήσου, όπου οι πολεμιστές είχαν ταφεί μαζί με τις συντρόφους τους49. Την ίδια εποχή κτίζονται οι περισσότεροι θολωτοί τάφοι του μυκηναϊκού κόσμου και της Μεσσηνίας ειδικότερα, συχνά σε ζεύγη, με τον καθένα τους να σηματοδοτεί τον τόπο της δράσης και της αιώνιας απόθεσης των εκπροσώπων της τοπικής ηγεμονίας.

Επίμετρον
Το 2021 έγιναν εργαστηριακές αναλύσεις σε δείγματα ιζημάτων από το δάπεδο του ταφικού θαλάμου του θολωτού τάφου 2, με σκοπό την απόλυτη χρονολόγηση του τάφου. Οι αναλύσεις πραγματοποιήθηκαν από το Εργαστήριο Αρχαιομετρίας του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου υπό τη διεύθυνση του Καθηγητή †Νικολάου Ζαχαριά. Εφαρμόστηκε η τεχνική της Οπτικά Διεγερμένης Φωταύγειας (OSL) σε ένα σύνολο πέντε δειγμάτων, που περισυλλέχθηκαν από το εσωτερικό του τάφου50. Από τα ανωτέρω δείγματα κατέστη εφικτή η εξαγωγή δύο αξιόπιστων απόλυτων ηλικιών, που αναφέρονται κεντρικά η μία στον 10o και η δεύτερη στον 7ο αιώνα π.Χ., γεγονός που δείχνει ότι ο τάφος υπέστη μεγάλη διαταραχή με συλήσεις αλλά και σποραδική χρήση της θέσης του κατά τη διάρκεια της μεταμυκηναϊκής, αρχαϊκής και ελληνιστικής περιόδου, όπως έδειξαν άλλωστε και η κτερισμένη ταφή επί της θόλου του τάφου 2 (Πίνακες 1 και 2), το στόμιο που δεν ήταν πλέον φραγμένο με ξερολιθιά, καθώς και διάφορα ευρήματα της κλασικής αρχαιότητας από τον δίδυμο θολωτό τάφο 151.


Το πρώτο έγκυρο δείγμα αφορούσε ίζημα σκούρου χρώματος με υψηλή υγρασία και το δεύτερο ίζημα καφέ χρώματος, με χάλικες και υψηλή υγρασία, από το δάπεδο του ταφικού θαλάμου52. Εφαρμόστηκε η τεχνική OSL, η οποία παρέχει την ηλικία του δείγματος βασιζόμενη στην ακόλουθη σχέση: Ηλικία = Αρχαιολογική Δόση ED (Gy)/ Ρυθμός Ετήσιας Δόσης DR (Gy/a), παρέχοντας αποτελέσματα σε χρόνια πριν από σήμερα (έτος 2021) με πιθανότητα 1σ (68%). Για τον προσδιορισμό της Αρχαιολογικής Δόσης εφαρμόστηκε η τεχνική της αναγεννώμενης δόσης του ενός δισκίου53. Για την Ετήσια Δόση εφαρμόστηκε η τεχνική της καταμέτρησης της ενεργότητας των σωματίων-α54 και της Ηλεκτρονικής Μικροσκοπίας Σάρωσης (SEM). Η κοσμική ακτινοβολία εκτιμήθηκε με χρήση υπολογιστικού προγράμματος με βάση τους συντελεστές των Prescott and Hutton (1988).

Σταμάτιος Α. Φριτζίλας- Κατερίνα Τζαμουράνη
Ο θολωτός τάφος 2 στο Ψάρι και ο πολεμιστής της Οιχαλίας
Στό: Το αρχαιολογικό έργο στην Πελοπόννησο 3. Πρακτικά της Γ΄ Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης Καλαμάτα, 2–-5 Ιουνίου 2021. Σελ:87

1 Θερμές ευχαριστίες εκφράζονται για την ανασκαφική έρευνα των ετών 2018–2020 προς την Προϊσταμένη κ. Ε. Μηλίτση-Κεχαγιά και προς το προσωπικό της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας κ.κ. Ελ. Ανδριανοπούλου, Κ. Ανδριανοπούλου, Α. Γεωργακοπούλου, Κ. Φουρτούνη (ΤΔΟΥ), Α. Κατάκο (ΤΣ), Μ. Κάππα (ΤΒΜΑ), Δ. Πίκουλα (ΤΑΕΜ). Εύφημη μνεία οφείλεται στις κοπιώδεις προσπάθειες των μόνιμων εργατοτεχνιτών της ΕΦΑΜΕΣ κ.κ. Φ. Γεωργακά, Γ. Στρίγγα, Π. Σταυρόπουλου, Σ. Κουλαφέτη, Γ. Οικονομόπουλου, Η. Τζώρτζη, Κ. Κρόμπα, Τ. Χριστόπουλου, καθώς και του εποχικού προσωπικού που εργάστηκε περιοδικά για τις ανάγκες του έργου και ειδικότερα στους κ.κ. Η. Νικηφόρο, Η. Βαλτεσινιώτη, Δ. Καράμπελλα, Π. Κωνσταντόπουλο και Χ. Καγιαλάρη. Καθοριστική ήταν επίσης η συμβολή στο έργο του φύλακα αρχαιοτήτων κ. Α. Καλογερόπουλου και των κ.κ. Κ. Ηλιόπουλου, Β. Πάνου και Α. Παπαδόγκωνα από το τεχνικό τμήμα. Για την εκπόνηση των αναλογικών σχεδίων οφείλονται θερμές ευχαριστίες στις κ.κ. Ο. Αδριανοπούλου και Χ. Καγιαλάρη. Η αποτύπωση του θολωτού τάφου, ένα τρισδιάστατο μοντέλο και η εναέρια φωτογράφηση του χώρου έγινε από το γραφείο του κ. Ι. Γιαξόγλου. Για τη συντήρηση των ευρημάτων από τον θολωτό τάφο ξεχωριστή ήταν η συνδρομή της κ. Σ. Πουλημενέα και της Π. Ξηρόκωστα, οι οποίες ανέλαβαν το δύσκολο έργο καθαρισμού και αποκατάστασης των μυκηναϊκών τεχνέργων της ανασκαφής. Σε εργασίες συντήρησης και μεταφοράς των σκελετικών καταλοίπων στον θολωτό τάφο 2 Ψαρίου συμμετείχαν επίσης οι Χ. Μαρκόπουλος και Ε. Γιαννοπούλου. Θερμές ευχαριστίες εκφράζονται επίσης στον αείμνηστο καθηγητή (†) Ν. Ζαχαριά για την πραγματοποίηση εργαστηριακών μελετών από το Εργαστήριο Αρχαιομετρίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με σκοπό την απόλυτη χρονολόγηση δειγμάτων ιζήματος από τον θολωτό τάφο 2 του Ψαρίου. Χωρίς τη συνδρομή των ανωτέρω η επείγουσα ανασκαφική έρευνα δεν θα είχε αυτά τα αποτελέσματα.
2 Σήμερα η απαλλοτριωμένη έκταση των δύο θολωτών τάφων ανέρχεται σε 30.689 τ.μ. Στην περιοχή του Ψαρίου, εντοπίστηκαν για πρώτη φορά κατά τη δεκαετία του 1980 μεσοελλαδικά και υστεροελλαδικά κατάλοιπα. Bλ. Χατζή 1981, 156. Χατζή 1982, 138. Χατζή 1984, 267.
3 Πρόκειται για αγγεία, εργαλεία και άλλα ταφικά κτερίσματα.
4 Για αυτόν τον θολωτό τάφο, βλ. Χατζή 1984, 262–268. Χατζή-Σπηλιοπούλου 2014, 328–330. Ζavadil 2013, 550–553. Χατζή 2020, 265 κ.ε.
5 Χατζή 1986, 42.
6 Οι εργασίες ξεκίνησαν στις 6/6/2013 με στόχο την προστασία του μνημείου, πραγματοποιήθηκαν από το τότε τακτικό προσωπικό της Εφορείας και σταμάτησαν τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, στις 13/8/2013.
7 Η επίχωση σε όλη την επιφάνεια της θόλου ήταν αναμοχλευμένη και σε ορισμένα σημεία σε μεγάλο βάθος. Το βάθος της αποκαλυφθείσας επιχώσεως της θόλου του τάφου το 2013 έφθασε έως τα 1,42 μ. ενώ στο στόμιο του τάφου έως τα 2,57 μ. Αφαιρέθηκαν μικρές ποσότητες επιχώσεων από το κέντρο της θόλου προερχόμενες από τις τότε λαθρανασκαφές. 8 ΦΕΚ 18/Β/23-01-1991.
9 Η εκτέλεση των επειγουσών ανασκαφικών εργασιών στον αρχαιολογικό χώρο στο ύψωμα Μετσίκι Δήμου Οιχαλίας έγιναν με χρηματοδότηση από δημόσιους πόρους. Κρίθηκαν απαραίτητες οι ακόλουθες ενέργειες στις τρεις ανασκαφικές περιόδους (2018–2020): σταδιακή ανασκαφή του εσωτερικού της θόλου και του δρόμου του τάφου, αποχωματώσεις, τακτοποιήσεις διάσπαρτων λίθων, αντιστηρίξεις παρειών σκαμμάτων, μίσθωση οχήματος για τη μεταφορά του προσωπικού και αποψίλωση του απαλλοτριωμένου περιβάλλοντα χώρου του θολωτού τάφου 2. Η έρευνα ενισχύθηκε κάθε χρόνο με την πρόσληψη εποχιακών εργατοτεχνιτών για διάστημα 2–3 μηνών. Δαπάνες έγιναν επίσης για την προμήθεια εργαλείων, αναλώσιμων υλικών και υλικών συντήρησης ή αποθήκευσης των ευρημάτων. Ακόμα έγινε σχεδιαστική αποτύπωση και φωτογραφική τεκμηρίωση των εν λόγω εργασιών.
10 Η ανασκαφή ξεκίνησε ύστερα από τις επαναλαμβανόμενες ανεπιτυχείς λαθρανασκαφές και κατόπιν της έκδοσης της υπ’ αρ. ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΠΚ/ΔΙΠΚΑ/ΤΠΑΧΜΕ/3844277/275128/8522/3490/24-08-2018 απόφασης της ΓΔΑΠΚ (ΑΔΑ: ΩΟΩΝ4653P4-ΡΠΩ).
11 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. Π11409 (Π2). Ύψ. 0,10, διαμ. χείλ. 0,043, διαμ. με λαβή 0,073, διάμ. βάσης 0,049 μ.
12 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. Π11410 (Π3). Ύψ. 0,063, διαμ. χείλ. 0,118 διαμ. με λαβές 0,128, διάμ. βάσης 0,073 μ.
13 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. Π11411 (Π4). Ύψ. 0,097, διαμ. χείλ. 0,095, διαμ. με λαβές 0,148, διάμ. βάσης 0,056 μ.
14 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. Μ411413. Μεγ. σωζ. μήκος: α) 0.053 και β) 0,035 μ.
15 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. Δ. 11412.
16 Η ανασκαφή συνεχίστηκε με την υπ’ αρ. ΥΠΠΟΑ/ΓΔΟΥ/ΔΠΟΔΤΠ/ΤΚΠ/262906/16559/10464/929/05-07-2019 ΥΑ («Κατανομή
πίστωσης των συνεχιζόμενων έργων της ΣΑΕ 514-ΠΔΕ 2019 από τις διατιθέμενες πιστώσεις τους») και ύστερα από την έκδοση της υπ’ αρ. ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΠΚ/ΔΙΠΚΑ/ΤΠΑΧΜΕ/ 3844277/275128/ 8522/3490/ 24-08-2018 Απόφαση της ΓΔΑΠΚ (ΑΔΑ:ΩΟΩΝ4653P4-ΡΠΩ).
17 Ίχνη των επανειλημμένων λαθρανασκαφών του τάφου ήταν ορατά σε αρκετά σημεία των επιχώσεων της θόλου και του δρόμου. Φάνηκε πως η θόλος μετά την καταστροφή της είχε παρασύρει μέσα στον τάφο υλικό προερχόμενο από τις διάφορες ταφές των μεταγενέστερων χρόνων πλησίον του δαπέδου του τάφου.
18 Λόγω του επερχόμενου χειμώνα, του ολιγάριθμου μόνιμου προσωπικού και της έλλειψης άλλης πίστωσης δεν κατέστη δυνατό να ερευνηθεί πλήρως ο τάφος εκείνη τη χρονιά. Κατά τους δύο μήνες που κράτησε η ανασκαφή το 2019 υπήρξαν δυσκολίες λόγω της μεγάλης ποσότητας λίθων από τη θόλο του μνημείου. Με τους μόνιμους εργατοτεχνίτες της Υπηρεσίας δεν κατέστη δυνατή εκείνη τη χρονιά η ολοκλήρωση της σωστικής ανασκαφής.
19 Από την επιφάνεια του σημερινού εδάφους και σε βάθος 3,26 μ. βρέθηκαν οστά ζώου και ανθρώπινα οστά αρκετά θρυμματισμένα. Στον ανασκαφικό τομέα Τ1 (Ομ. 6) εντοπίστηκαν λίγα οστά σε βάθος 2,40 μ. Στον ίδιο τομέα εντοπίστηκαν σε επόμενη ομάδα (Ομ. 7) επίσης λίγα οστά. Επίσης, στον ανασκαφικό τομέα Τ1 (Ομ. 8) εντοπίστηκαν θραύσματα οστών σε βάθος 3,04 μ., ένα οστό κάπρου (βάθος 3,25 μ.), τμήμα οστού ανθρώπινου κρανίου (βάθος 3,40 μ.), τμήμα μικκύλου αγγείου με μελαμβαφές γάνωμα (Π7) και, σε βάθος 3,30 μ., θραύσματα οστών και δόντι κάπρου. Στον ανασκαφικό τομέα Τ4 (Ομ. 6) εντοπίστηκαν χείλος αγγείου με μελαμβαφή διακόσμηση (Π8) σε βάθος 2,56 μ., τμήμα μελαμβαφούς λαβής (Π9) σε βάθος 2,71 μ., θραύσμα αγγείου με μελανό επίχρισμα (Π10) σε βάθος 2,93μ., βάση αγγείου από κοκκινωπό πηλό (Π11) σε βάθος 2,95 μ. και λίθινο εργαλείο (βάθος 3,33μ.)
20 Η πολεμική εξάρτυση των Μυκηναίων περιελάμβανε οδοντόφρακτα κράνη, ξίφη, χάλκινες και λίθινες αιχμές βελών (pa-ta-ja) και εγχειρίδια, τα λεγόμενα φάσγανα (pa-ka-na).
21 Τα οστέινα κατάλοιπα που συνδεόνται με τον νεκρό IV ήταν πενιχρά ήταν τα σωζόμενα οστά του νεκρού ΙV. Ο μοναδικός σκελετός που είχε ευδιάκριτα τα μέλη του στη θέση τους ανήκει στην τελευταία ταφή (νεκρός ΙΧ, βλ. παρακάτω και Εικ. 8), στο μέσο του θολωτού τάφου, που αποτελεί την κεντρική πρωτογενή ταφή.
22 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. 11943. Ύψ. 28, πλάτος 20 εκ. Τα μεγάλα τεμάχια του οδοντόφρακτου κράνους είχαν μήκος 6–7 εκ., τα μεσαία 5–5,5 εκ. και τα μικρότερα 4,5–5 εκ. Μια άλλη μικρότερη ομάδα είχε μήκος από 3,5 έως 4 εκ. και προφανώς προερχόταν από τις παραγναθίδες ή το καταυχένιο του κράνους. Η συντήρηση και τοποθέτηση των χαύλιων του οδοντόφρακτου κράνους έγινε από την κ. Γ. Ξηρόκωστα υπό την επίβλεψη των κ.κ. Σ. Πουλυμενέα και Α. Κατάκου, που ανέλαβαν επίσης την κατασκευή και στήριξη του εκμαγείου. Η χρωματική απόδοση του εκμαγείου έγινε από την Ο. Θεοδωροπούλου σε συνεργασία με τον Γ. Τσαϊρη, εκ μέρους του τμήματος Συντήρησης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας
23 Βαρβαρήγος 1981, 129–135, 137–151. Χασιακού 2020, 135–153.
24 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. M11938 (μήκ. 4,6, πλ. 2 εκ.), M11941 (μήκ. 4,7, πλ. 1.9 εκ.), M11942 (μήκ. 6,9, πλ. 2,6 εκ.), M11956, M12009 (μήκ. 5, πλ. 1,8 εκ.).
25 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. Λ11931 (μήκ. 3,4, πλ. 1,6 εκ.), Λ11932 (μήκ. 3,4, πλ. 1,7 εκ.), Λ11933 (μήκ. 3,6, πλ. 1,5 εκ.), Λ11934 (μήκ. 3, πλ. 1,5 εκ.), Λ11935 (μήκ. 2,9, πλ. 1,4 εκ.), Λ11936 (μήκ. 2,8, πλ. 1,3 εκ.), Λ11937 (μήκ. 2,6, πλ. 1,4 εκ.). Για τις αιχμές σε λίθο που αποτελούσαν συνήθη κτερίσματα των θολωτών τάφων της Μεσσηνίας γενικά, βλ. Κορρές 2012, 436. Ειδικότερα για λίθινες αιχμές από τον θολωτό τάφο 1 Ψαρίου, βλ. Ματζάνας 2001–2002, 40–46. Χατζή 2020, 277, όπου η προηγούμενη βιβλιογραφία.
26 Oι χάλκινες αιχμές φέρουν συνήθως τέσσερις οπές για την πρόσδεση στο ξύλινο στέλεχος. Είναι αρκετά λεπτές, χωρίς μίσχο και ανήκουν στον τύπο V του Βuchholz. Γενικά οι αιχμές αυτές θεωρούνται μια μεταφορά στο μέταλλο των λίθινων αιχμών του τύπου ΙVα–b. O τύπος αυτός της χάλκινης αιχμής με τις οπές στερέωσης για το στέλεχος ξεκινά τη μεσοελλαδική εποχή και είναι διαδεδομένος σε όλη την υστεροελλαδική περίοδο. Βρέθηκε σε μεγάλες ποσότητες κυρίως στην Κρήτη, την Πύλο και την Αργολίδα. Οι εν λόγω χάλκινες αιχμές ανήκαν στην φαρέτρα του νεκρού πολεμιστή με το οδοντόφρακτο κράνος του θολωτού τάφου 2 (νεκρός ΙV). Για ανάλογα παραδείγματα αιχμών, βλ. Βuchholz 1962, 18 εικ. 11, 24–26. Mykene 2018, 287–288 αρ. 77 [E. Protopapadaki].
27 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. M11926. Μήκ. 17, μέγ. πλ. 1,5 εκ.
28 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. M11925. Μήκ. 39,5, μεγ. πλ. 4,5, παχ. 1 εκ.
29 Sandars 1961, 17–18. Sandars 1963, 117, εικ. 21–22. Μυλωνάς 1972, πίν. 18α.
30 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. A11927. Πλ. 2,06, ύψ. 1,31 εκ.
31 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. A11928. Πλ. 2,03, ύψ. 1,02 εκ.
32 Βλ. π.χ. Platon – Pini 1984, 308 αρ. 261, 284 αρ. 241, 334 αρ. 281, 350 αρ. 295.
33 Βλ. π.χ. Μαρινάτος 2014, 205–207 εικ. 55–56, 233–238 εικ. 85–94. Mαραμπέα 2023, 21.
34 Βλ. π.χ. Καλαμάτα, AMM. αρ. ευρ. X11930. Πλ. 4,26, ύψ. 1,5 εκ.
35 Bλ. π.χ. Κορρές 2012, 462. Mykene 2018, 277 αρ. 44 [K. Nikolentzos].
36 Ο αμέθυστος ως υλικό προέρχεται από την Αίγυπτο και χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή ψήφων και σε άλλα κέντρα της Πελοποννήσου εκτός της Περιστεριάς, βλ. π.χ. Mαρινάτος 1962, 93–98. Kορρές 2012, 462. Μαρινάτος 2014 εικ. 52. Mykene 2018, 278 αρ. 48 [B. Eder].
37 Βλ. π.χ. Mountjoy 1998, 20–28.
38 Καλαμάτα, ΑΜΜ, αρ. ευρ. 11944. Ύψ. 63,5, διαμ. χείλους 30, διαμ. λαιμού 22, διαμ. βάσης 17, υπολ. μεγ. διάμ. περ. 52 εκ. Από τα γραπτά όστρακα με φυτικό διάκοσμο κισσού της ΥΕ ΙΙΑ του ταφικού δαπέδου του θολωτού τάφου η προσεκτική εργασία συντήρησης στο Μουσείο απέδωσε 16 τουλάχιστον συνανήκοντα όστρακα ή τμήματα του μεγάλου αγγείου με επαρκή σημεία σύνδεσης, ενώ υπολογίστηκαν οι διαστάσεις και το σχήμα του.
39 Καλαμάτα, ΑΜΜ, αρ. ευρ. 4050, 4051, 4052, 4053 (Χατζή 2020, 278–280, 302–303, εικ. 22–26).
40 Το μήκος των οστών και η διαμόρφωση του σκελετού στην περιοχή της λεκάνης υποδεικνύουν ότι πρόκειται για γυναίκα. Ο σκελετός δεν συνοδευόταν από επιθετικά ή αμυντικά όπλα, ενώ βρέθηκαν κατάλοιπα από χρυσό ενώτιο.
41 Καλαμάτα, ΑΜΜ. αρ. ευρ. A11929. Πλ. 2,12, ύψ. 1,95 εκ.
42 Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. ευρ. 1804 (Βασιλικού 1995, 79–80, 136 εικ.108).
43 Κορρές 1977.
44 Ζavadil 2013 217–226.
45 Φριτζίλας 2022, 435 εικ.1.
46 Φριτζίλας κ.ά. 2021.
47 Φριτζίλας 2022, 436.
48 Για τη νεκρή στον λάκκο με τη ταφή στο θολωτό τάφο των Δενδρών, βλ. Persson 1931, 68–70.
49 Πασχαλίδης 2016, 1025.
50 Aitken 1985. Ζαχαριάς 2021.
51 Χατζή 2020, 276 εικ. 20.
52 Η δειγματοληψία έγινε στις 3/12/2021.
53 Moropoulou κ.ά. 2018.
54 Michael – Zacharias 2000.

ABSTRACT. Psari is a notable site of the Mycenaean period, situated between the villages of Upper (Old) Psari and Lower Psari in Northern Messenia. The excavation of Tholos Tomb 2 was completed during three excavation seasons, in 2018–2020. Human bones and various artifacts were found on its floor, including vessels, stone tools, weapons, such as a sword, a knife, copper and flint arrowheads, and boar tusks from a helmet. The deceased were also accompanied by vessels with painted decoration from the Late Helladic IIA period (1500–1450 BCE), seals, beads, necklaces, pins, and gold textile appliqués from garments or shrouds. The tomb also yielded later artifacts, indicating the honoring of ancestors from a glorious past during later periods. The monumental architecture and opulent content indicate that the tomb belonged to a prominent figure of the Mycenaean period. We believe that the tomb was intended for a leader-warrior and his family or clan. The tomb belongs to the period of consolidation of Mycenaean power, when the wealth and prominence of powerful men were often expressed through funerary monuments.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Aitken 1985: M. J Aitken, Thermoluminecence Dating, London.
Βαρβαρήγος 1981: Α. Βαρβαρήγος, Το οδοντόφρακτον μυκηναϊκόν κράνος (ως προς την τεχνικήν της κατασκευής του), Αθήναι.
Βασιλικού 1995: N. Βασιλικού, Ο μυκηναϊκός πολιτισμός, Βιβλιοθήκη της Eν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας 152, Αθήναι.
Buchholz 1962: H. G. Buchholz, Der Pfeilglätter aus demVI. Schachtgrab von Mykene und die helladischen Pfeilspitzen, JdI, 77,1-18.
Ζαχαριάς 2021: Ν. Ζαχαριάς, Χρονολογώντας το παρελθόν. Εφαρμογές των τεχνικών φωταύγειας, Αθήνα.
Καλογεράκου κ.ά. 2020: Π. Καλογεράκου – Α. Χασιακού – Μ. Κοσμόπουλος – Ι. Λώλος – Χ. Μαραμπέα – Ε. Πέππα-Παπαϊωάννου – Ε. Πλάτων(επιμ.), Κυδάλιμος. Τιμητικός τόμος για τον Καθηγητή Γεώργιο Στυλ. Κορρέ, τ. Ι, AURA Σειρά Μονογραφιών 4, Αθήνα.
Kορρές 1977: Γ. Κορρές, Ανασκαφαί εν Περιστεριά, ΠΑΕ, 296–356.
Koρρές 2012: Γ.Κορρές, Περιστεριά, στο: Α.Γ. Βλαχόπουλος,(επιμ.)Αρχαιολογία.Πελοπόννησος, Αθήνα.
Mαρινάτος 1962: Σ. Μαρινάτος, Ανασκαφαί Πύλου, ΠΑΕ, 90–98.
Μαρινάτος 2014: Σ. Μαρινάτος, Ανασκαφαί Μεσσηνίας 1952–1966, Βιβλιοθήκη της Eν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας 292, Αθήνα.
Μαραμπέα 2023: Χ. Μαραμπέα, Ο θολωτός τάφος και το ιερό του Μαχάονος στον Κάμπο Αβίας, Βιβλιοθήκη της Eν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας 345, Αθήνα.
Ματζάνας 2001–2002: Χ. Ε. Ματζάνας, Η μυκηναϊκή λιθοτεχνία στο Ψάρι Τριφυλίας, στο: Πρακτικά του Στ' Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Τρίπολις 24–29 Σεπτεμβρίου 2000, Πελοποννησιακά Παράρτημα 24, Αθήνα, 49–64.
Michael – Zacharias 2000: C. T. Michael – N. Zacharias, A new technique for thick-source alpha counting determination of U and Th, Nuclear Instruments and Methods, 2000, 439:1, 167–177.
Moropoulou κ.ά., 2018: A. Moropoulou – N. Zacharias – E. T. Delegou – M. Apostolopoulou – E. Palamara – A. Kolaiti, OSL Mortar dating to elucidate the construction history of the tomb chamber of the Holy Aedicule of the Holy Sepulchre in Jerusalem, JAS Reports, 19, 80–91.
Mountjoy ²1998: P. Mountjoy, Mυκηναϊκή γραπτή κεραμική. Οδηγός ταύτισης [μτφρ. Δ. Γ. Γόντικα], Αθήνα.
Μυλωνάς 1972: Γ. Μυλωνάς, Ο Ταφικός Κύκλος Β των Μυκηνών, τ. Β΄, Βιβλιοθήκη της Eν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας 73, Αθήναι.
Πασχαλίδης 2016: K. Πασχαλίδης, Η Οδύσσεια της βίας και της δύναμης. Ένα χρονικό πολέμου και εξουσίας στον πρώιμο ελληνικό κόσμο, στο: Μ. Λαγογιάννη-Γεωργακαράκου (επιμ.), Oδύσσειες, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, 3 Οκτωβρίου 2016 – 3 Οκτωβρίου 2017 [κατάλογος έκθεσης], Αθήνα, 97–106.
Mykene 2018: Mykene. Die sagenhafte Welt des Agamemnon, Badishes Landesmuseum, Schloss Karlsruhe, 1.12.2018–2.6.2019 [κατάλογος έκθεσης], München.
Persson 1931: A. W. Persson, The Royal Tombs at Dendra near Midea, Lund.
Platon – Pini 1984: N. Platon – I. Pini, Corpus de Minoischen und Mykenischen Siegel, Iraklion, Archaeologisches Museum. Teil 3, Die Siegel der Neupalaszeit, Berlin.
Prescott – Hutton 1988: J. R. Prescott – J. T. Hutton, Cosmic ray and gamma ray dosimetry for TL and ESR, Nuclear Tracks and Radiation Measurements, 14, 223–227.
Sandars 1961: N. K. Sandars, The first Aegean swords and their ancestry, AJA, 65, 17–29.
Sandars 1963: N. K. Sandars, The evolution and spread of bronze swords in the Late Aegean Bronze Age, AJA, 67:2, 117–153.
Φριτζίλας κ.ά. 2021: Σ. Φριτζίλας – Μ. Τσουλάκου – Κ. Τζαμουράνη, Mάλθη, Αρχαιολογία και Τέχνες, 137, 120–144.
Φριτζίλας 2022: Σ. Φριτζίλας, Αρχαιολογικές Έρευνες στην Άνω Μεσσηνία: η περίπτωση της αρχαίας Ανδανίας, στο : Ἴδια ἡ μνήμη γινάμενη παρὸν… To Aρχαιολογικό Έργο των Εφορειών Αρχαιοτήτων κατά τη χρονική περίοδο 2011-2019, Aθήνα, 435–443.
Χασιακού 2020: Α. Χασιακού, Το οδοντόφρακτο μυκηναϊκό κράνος στη Μεσσηνία, στο: Καλογεράκου κ.ά. 2020, 135–153.
Xατζή 1981: Γ. Xατζή, Ψάρι Τριφυλίας, ΑΔ, 36, Β΄1 Χρονικά, 156.
Χατζή 1982: Γ. Xατζή, Ψάρι Τριφυλίας, ΑΔ, 37, Β΄1 Χρονικά, 137–139.
Χατζή 1984: Γ. Χατζή, Νέα αρχαιολογική θέση στη Β. Τριφυλία, στο: Πρακτικά του Β´ Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών, Kυπαρισσία 27–29 Νοεμβρίου 1982, Πελοποννησιακά – Παράρτημα 10, Αθήνα, 262–268.
Χατζή 1986: Γ. Χατζή, Ψάρι Τριφυλίας, ΑΔ, 41, Β΄1 Χρονικά, 42.
Xατζή 2020: Oι θολωτοί τάφοι στο Ψάρι Τριφυλίας. Ι, στο: Καλογεράκου κ.ά. 2020, 265–304.
Χατζή-Σπηλιοπούλου 2014: Γ. Χατζή-Σπηλιοπούλου, Ανά την Μεσσηνίαν, στο: Πρακτικά του Δ´ Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών, Καλαμάτα 8–11 Οκτωβρίου 2010, Πελοποννησιακά – Παράρτημα 31, Αθήναι, 319–354.
Ζavadil 2013: M. Zavadil, Monumenta. Studien zu mittel- und späthelladischen Gräbern in Messenien, Österreichische Akademie der Wissenschaften, Denkschriften der phil.-hist. Klasse 450, Mykenische Studien 33, Wien.