.widget.ContactForm { display: none; }

Σελίδες

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2015

Ο θολωτός τάφος στον Κάμπο Αβίας

Ο θολωτός τάφος στον Κάμπο Αβίας: Ανασκαφή του Χρήστο Τσούντα, 1891

Εσαγωγή
Η παρούσα εργασία1 αποτελεί συνοπτική παρουσίαση του μυκηναϊκού θολωτού τάφου στον Κάμπο Αβίας (νομός Μεσσηνίας), το οποίο ανασκάφηκε από τον Χρήστο Τσούντα το 1891, στην ηλικία των 34 ετών.2 Στις αναφορές του και σε άλλα έγγραφα, που τώρα βρίσκονται στο Αρχείο της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, επισημαίνονται οι διαδικασίες που οδήγησαν στην ανασκαφή του τάφου, αλλά δεν περιγράφετε η ίδια η ανασκαφή. Αν και ο τάφος βρέθηκε συλημένος, ωστόσο, απέδωσε ένα μικρό αριθμό αντικειμένων, μεταξύ των οποίων και τα δύο πολύ γνωστά μολύβδινα ειδώλια μινωικής τεχνοτροπίας.

Ανακάλυψη και ανασκαφή του τάφου
"Αφού επέστρεψα χθες το βράδυ από τον Κάμπο, στο δήμο Αβίας, έχω να σας αναφέρω ότι πράγματι έχει ανακαλυφθεί ένας θολωτός τάφος εκεί, όμοιος με αυτούς των Μυκηνών και του Βαφειού και αλλού".
Με τη φράση αυτή, ο Έφορος Αρχαιοτήτων Χρήστος Τσούντας, άρχισε την έγγραφη αναφορά του από την Καλαμάτα προς τον Πρόεδρο της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας στις 10 Απριλίου 189, μετά από μια αναγνωριστική επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο. Στην προηγούμενη έκθεσή του, της 18ης Νοεμβρίου 1890, ο Χρήστος Τσούντας αναφέρει ότι οι πληροφορίες του για έναν πιθανό τάφο στον Κάμπο, που ανακαλύφθηκε το 1886, είχε επιβεβαιωθεί. 
 Κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 10η του Απριλίου 1891, όταν η ανασκαφή είχε ξεκινήσει, και μέχρι τις 24 Ιουνίου του ίδιου έτους, οι εξελίξεις έχουν καταγραφεί με τη μορφή των εκθέσεων και τηλεγραφημάτων:
-Οι διαπραγματεύσεις με τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου στο οποίο βρέθηκε ο τάφος. Στην έκθεσή του, η οποία απεστάλη στην Αρχαιολογική Εταιρεία από τις Μυκήνες στις 6 Μαΐου 1891, περιγράφει τις απαιτήσεις του ιδιοκτήτη, την πραγματική τιμή του οικοπέδου και τις επιλογές που υπήρχαν για την Εταιρεία.
-Έκδοση αδειών από το Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, στη 28 του Μάη 1891, και από την Αρχαιολογική Κοινότητα, στις 3 του Μαΐου 1891.
-Μια έκθεση που απευθύνεται στην Αρχαιολογική Εταιρία στις 12 Ιούνη 1891 όπου ο Τσούντας αναφέρει τις εξελίξεις σχετικά με την αγορά τμήματος του οικοπέδου, το αίτημά του για την μεταφορά του χρηματικού ποσού  και την έκκλησή του για δύο έμπειρους εργαζόμενους με τον ανάλογο εξοπλισμό από την ανασκαφή των Μυκηνών.
-Εμπόδια από το τοπικό αστυνομικό, ο οποίος "Άλλαξε την γνώμη του κατά τη διάρκεια της νύχτας έχοντας επηρεαστεί από κάποιους ντόπιους, οι οποίοι δεν θέλουν η εκσκαφή να πραγματοποιηθεί ", αν και προηγούμενα είχε συμφωνήσει με τον Χρ. Τσούντα για το ξεκίνημα της ανασκαφής, ενώ περίμεναν την άδεια από το κεντρικό αστυνομικό τμήμα της Λακωνίας (19 Ιουν, 1891).
Ο θολωτός τάφος βρίσκεται στην Β- ΒΑ πλαγιά ενός χαμηλού λόφου με το τοπωνύμιο Garbelia , στην ΝΔ άκρη ένος μικρού και εύφορου οροπεδίου (Κάμπος). Στην κορυφή του λόφου βρίσκονται τα ερείπια του πύργου  του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου (1815-1883), ο οποίος υπήρξε πρωθυπουργός του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους. 
Σε έναν κοντινό και υψηλότερο κωνικό λόφο, στα νότια, βρίσκεται το μεσαιωνικό κάστρο της Ζαρνάτας, που κατασκευάστηκε πάνω στα θεμέλια αρχαίων εγκαταστάσεων της Κλασικής/ Ελληνιστικής εποχής. 
Η ανασκαφή του θολωτού τάφου άρχισε στις 24 Ιουνίου 1891 και πρέπει να τελείωσε στις 2 Ιουλίου αφού τηλεγράφημα  με ημερομηνία 3 Ιουλίου προς την Αρχαιολογική Εταιρεία ανακοινώνει το τέλος της ανασκαφής. Το ποσό των 934,65 δραχμών δαπανήθηκαν για την ανασκαφή, σύμφωνα με τον ισολογισμό της Αρχαιολογικής Εταιρείας για το έτος 1891. 
Καθότι τα ημερολόγια της ανασκαφής δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την διαδικασία που ακολουθήθηκε στην ανασκαφή. 
Τα διαθέσιμα έγγραφα, με την μορφή τηλεγραφημάτων και σύντομων αναφορών αναφέρονται στα γεγονότα πριν και αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ανασκαφής. 
Από τη σύντομη ανασκαφή έγινε φανερό ότι ο θολωτός τάφος στον Κάμπο είχε λεηλατηθεί, παρά την αρχική εκτίμηση του Τσούντα. Εκτός των θολωτών τάφων των Μυκηνών, ήταν ο δεύτερος θολωτός τάφος, μετά από αυτόν στο Βαφειό, που είχε ανασκαφεί στην Πελοπόννησο.


Τα ευρήματα
Από τα υπάρχοντα ευρήματα του θολωτού τάφου του Κάμπου κάποια σήμερα είναι εκτεθειμένα στην κεντρική Μυκηναϊκή Αίθουσα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στην Αθήνα. Σύμφωνα με την άποψη του Τσούντα ο τάφος περιείχει την ταφή λίγων ατόμων. Στα ευρήματα περιλαμβάνονται:
-Τα δύο γνωστά μολύβδινα ειδώλια μινωικής έμπνευσης, ενδεχομένως προϊόντα ενός τοπικού τεχνίτη5. 
Το ένα ειδώλιο αναπαριστά μια μυώδη ανδρική φιγούρα και είναι κατασκευασμένο με εξαιρετική δεξιοτεχνία (ύψος 0.119 μ). Το ειδωλιο έχει ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως: Ως αθλητής6, ως ένας νεαρός άνδρας που παίζει7, ώς φλαουτίστας8, ώς πυγμάχος9, ως μέρος μιάς γενικής σκηνής10 ή ως άνδρα που κρατάει ένα ρυτό11. Ωστόσο, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η στάση των χεριών και η ειδική απόδοση των παλαμών αποκλείουν την ερμηνεία του φλαουτίστα, του κομιστή ρυτού και, ενδεχομένως, του πυγμάχου. 
Το άλλο ειδώλιο αναπαριστά θηλυκή μορφή (ύψος 0.085m) και είναι κατώτερης τεχνικής. Έχει ερμηνευτεί ως θεά που κρατάει φίδια12, ως χορεύτρια, είτε ως θεά με ένα αρσενικό ακόλουθο13.
Έχει συγκριθεί με τις θηλυκές μορφές στην σαρκοφάγο της Αγίας Τριάδας14 αν και οι χειρονομίες τους είναι μάλλον διαφορετικές.
Τέτοια ειδώλια, κατασκευασμένα από μόλυβδο, είναι πολύ σπάνια στην ελληνική ενδοχώρα. Δύο παραδείγματα από την ΥΕ ΙΙΙ Γ περίοδο, -1200/ -1100 προέρχονται από την Τίρυνθα15. Επίσης υπάρχει αναφορά του Σπ. Μαρινάτου για την ύπαρξη ενός μικρού γυναικείου ειδωλίου που βάση περιγραφών πιθανόν να χρονολογείται στην ΥΕΙΙΑ, -1500/ -1400. Σύμφωνα με περιγραφές το ειδώλιο βρέθηκε από χωρικούς όταν ανατίναξαν το μεγάλο υπέρθυρο του θολωτού τάφου 1 στην Περιστεριά της Τριφυλίας για να εξασφαλίσουν οικοδομικό υλικό, ενώ στην συνέχεια το ειδώλιο λιώθηκε16. Από το 1915, τα ειδώλια από τον Κάμπο βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών17.


-Ένας επιχρυσομένος φακοειδές σφραγιδόλιθος, με παράσταση δύο αγριοκάτσικων (διαμ . 1.8-1.9 cm ).18
-Επτά μικρές χρυσές χάντρες, με τη μορφή του κισσού ή κρίνου.
-Κομμάτια από φύλλα χρυσού, με τη μορφή ροδάκων και άλλα σχέδια.
-Ένα λεπτό χάλκινο τμήμα από σκουλαρίκι (μήκους 0.113 m ).
-Δεκατρεία (13) άθικτα και τέσσερα (4) τμήματα από σφαιρίδια από πάστα μπλε γυαλί πάστα, διακοσμημένα με κοχύλια και κισσούς.19
- Τριάντα επτά (37) κουμπιά από καφέ, μωβ και μαύρο στεατίτη.20
- Μία χτένα από ελεφαντόδοντο και θραύσματα από άλλα αντικείμενα επίσης κατασκευασμένα από ελεφαντόδοντο.21
- Λεπτά καλώδια μολύβδου.22
 Αν και δεν αναφέρεται η εύρεση κεραμικής στο επίσημο πρωτόκολλο και απόδειξη παραλαβής , στην τελική έκθεση της ανασκαφής που δημοσιεύθηκε στην Αρχαιολογική εφημερίδα του 1891, ο Τσούντας αναφέρεται στην εύρεση οστράκων, εκ των οποίων κάποια έφεραν γραμμική διακόσμηση.
Κατά την διάρκεια ερευνών που έγιναν αργότερα στον τάφο αναφέρετε η εύρεση οστράκων της Υστεροελλαδικής ΙΙΙ, -1400/ -1100.(βλέπε παρακάτω).
Η εύρεση οστράκων από μικρά μελαμβαφή αγγεία στην περιοχή γύρω από τον θολωτό τάφο πιθανόν να αποτελούν ενδείξεις για προγονολατρεία κατά τους Κλασσικούς και Ελληνιστικούς χρόνους.
Στην έκθεση του Χρ. Τσούντα αναφέρεται και η εύρεση μικρών θραυσμάτων από οστά που ωστόσο δεν μπορούσαν να αποδοθούν στο περιεχόμενο του τάφου.


Η αρχιτεκτονική
Η αρχιτεκτονική του θολωτού τάφου στον Κάμπο, το οποίο είναι μέχρι σήμερα το μοναδικό στην ανατολική Μεσσηνία (Μεσσηνιακή Μάνη), παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον. 
Ο κυκλικός θάλαμος , με διάμετρο 7,54 m και διατηρημένο ύψος περίπου 3 μέτρα , είναι κατασκευασμένο από λαξευτούς λίθους μεσαίου μεγέθους και με ομοιογενή εμφάνιση. 
Μια σαφής τάση προς ένα ισόδομο σύστημα μπορεί να παρατηρηθεί, αν και χρησιμοποιείται ευρέως για την πλήρωση στα διάκενα μεταξύ των πετρών λεπτότερο υλικό. 
Η είσοδος (Στόμιο), κατασκευασμένη από τιτανόλιθους και λίθους από ψαμμίτη23  έχει ύψος 2,65 m, πλάτος 1,64 m (κάτω) και 1.50 m (κορυφή) και 3.60 μέτρα βάθος. Το υπέρθυρο διαμορφώνεται από τρεις μεγάλες πλάκες, που σε μεγάλο βαθμό να υπερβαίνουν το ανώτατο πλάτος του στομίου. 
Ο εσωτερικός λίθος δεν είναι ευθύς, αλλά ακολουθεί την εξής η καμπύλη της θόλου.24 
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι οι πλάκες δεν είναι από τοπική πέτρα. Ο ανασκαφέας ήταν ο πρώτος που παρατήρησε ότι ο τιτανόλιθος που χρησιμοποιήθηκε στο υπέρθυρο δεν ήταν τοπικός αλλά εισηγμένος25, γεγονός που δείχνει ότι ο τάφος αυτός πρέπει να ήταν πολύ σημαντικός.


Ένα ανακουφιστικό τρίγωνο πάνω από το υπέρθυρο πιθανότατα να υπήρχε. Τρεις πέτρες, διατηρημένες πάνω από την εξωτερική πλάκα του υπέρθυρου, προφανώς αποτελούσαν την πρώτη (χαμηλότερη) σειρά του τείχους που περιέκλειε το ανακουφιστικό τρίγωνο. Η αρχική ύπαρξη ανακουφιστικό τρίγωνο σημειώθηκε από τον Τσούντα και κάποια στοιχεία που επαληθεύουν την ύπαρξή του φαίνεται να παρέχονται από ένα επεισόδιο που συνέβη δύο χρόνια αργότερα (βλέπε παρακάτω).
Ο δρόμος του τάφου είχε στην αρχική του μορφή μήκος 12,85 μέτρα και πλάτος 2,18 m προς τα βόρεια- βορειοανατολικά. Στις πλευρές του υπήρχαν τείχη από πέτρες και πηλό σε όλο το μήκος του. Κατά τη στιγμή της ανασκαφής μόνο ο τείχος της αριστερής πλευράς του δρόμου ήταν διατηρημένη, μέχρι το ύψος του 1,5 m περίπου. Από τότε, έχει καταστραφεί εντελώς. Στην ταξινόμηση του O. Pelon26 ο τάφος του Κάμπου αποδίδεται στην μέση κατηγορία, έχοντας πολλές ομοιότητες με τον τάφο της Παναγίας στις Μυκήνες.27
 Η ανακάλυψη του τάφου δεν φαίνεται να είχε προκαλέσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στους κατοίκους της περιοχής, ίσως εν μέρει λόγω της σύλησης του τάφου και των φτωχών ευρημάτων. Δύο χρόνια μετά την ανασκαφή του, το 1893, ο θολωτός τάφος και ένα μικρό κατεστραμμένο βυζαντινό εκκλησάκι που κάποτε βρισκόταν κοντά στο Πύργο του Κουμουνδούρου είχαν χρησιμοποιηθεί ως πηγή για τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή της νέας εκκλησίας του Κάμπου. Μια από της πέτρες του υπέρθυρου του Θολωτού τάφου φέρεται να είχε παρθεί και σφυρηλατηθεί για να σχηματίσουν την τράπεζα της νέας εκκλησίας.28

Χρονολόγηση
Η επιμελημένη «ισόδομη» κατασκευή του τάφου, σε συνδυασμό με την παρουσία των ιδιαίτερα μικρών ευρημάτων και την ύπαρξη οστράκων του τέλος της ύστερης Μυκηναϊκής εποχής υποδηλώνουν ότι τάφος μάλλον κατασκευάστηκε προς το τέλος της Μυκηναϊκής περιόδου.


Πιθανόν ο τάφος να κτίστηκε και ήταν σε χρήση από την ΥΕΙΙΒ περίοδο, -1450, έως την ΥΕΙΙΙΑ περίοδο, -1300 29 . Ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί η περίπτωση να κατασκευάστηκε και να ήταν σε χρήση στην ΥΕ ΙΙΙ (Α-Β), -1400/ -1200. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στη γενική αρχιτεκτονική εμφάνιση της θόλου και στα όστρακα που βρέθηκαν. Πιο συγκεκριμένα οι αρχαιολόγοι W. McDonald και R. Hope Simpson αναφέρουν31 ότι "ένα όστρακο από μπολ είναι της ΥΕ ΙΙ-ΙΙΙΑ περιόδου και ένα δεύτερο τμήμα βάσης αγγείου είναι της ΥΕ ΙΙΙΑ-Β". Η μονόχρωμη διακόσμηση των δύο αγγείων δείχνει προς μια μάλλον νεότερη περίοδο, δηλαδή ΥΕ ΙΙΙ Α2, -1350, ακόμη και ΥΕ III, -1300.33 
Εκτός από την κεραμική που αναφέρονται παραπάνω, επιπλέον στοιχείο για την χρονολόγηση στην ΥΕ III περίοδο παρέχεται από τα δύο ειδώλια, τα οποία μάλλον δεν συνδέονται με την Μυκηναϊκή αισθητική αλλά Μινωικές επιρροές34.

Μιά ιστορική προσέγγιση
Σύμφωνα με την παράδοση (Παυσανίας ΙΙΙ, 26, 8-11), ο Μαχάων, αδελφός του Ποδαλείριου, και γιού του Ασκληπιού αλλά και γιατρός του ομηρικού Νέστορα , συμμετείχε στην εκστρατεία της Τροίας, όπου έχασε τη ζωή του. Τα οστά του μεταφέρθηκαν και θάφτηκαν από τον Νέστορα στην Ενόπη, η οποία ονομαζόταν Γερηνία την εποχή του Παυσανία και μετείχε του Κοινού των Ελευθερολακώνων.
Η αρχαία Γερηνία ταυτίζετε κατά πάσα πιθανότητα με την σύγχρονη πόλη του Κάμπου.

Ωστόσο εκφράζονται και άλλες απόψεις.35
Υπό το πρίσμα αυτό, η απόδοση του θολωτού τάφου στον Κάμπο στον Μαχάων είναι ενδιαφέρουσα , λαμβάνοντας υπόψη τη μορφή, και την χρονολόγηση του μνημείου.



CHRISTINA MARABEA: "THE THOLOS TOMB AT KAMBOS, AVIA: EXCAVATION BY CHRISTOS TSOUNTAS, 1891"

1 The study of the tholos tomb at Kambos by the present author includes research in archives,
architectural survey and drawing, reconsideration of all finds from the tomb and interpretation of its function within the Mycenaean environment of Messenian Mani. My warmest thanks are due to the general secretary and academician Mr. Vassileios Chr. Petrakos and the Committee of the Archaeological Society at Athens for granting me permission to study and publish the tomb, as well as to Mrs. Ioanna Ninou, responsible for the Society’s Archives, for providing access to Tsountas’s documents concerning the excavation of the tomb at Kambos. The documents were photographed by Mr. Nikos Gavriil, the photographs of the monument were taken by the present author and those of the finds by Mr. Kostas Xenikakis. I also wish to thank the archaeologists Dr. Eleni Konstantinidi and Mr. Constantinos Paschalidis for multiple assistance in the storerooms of the National Archaeological Museum in Athens and Ms. Maria Kontaki for the microscopic examination of the two figurines and the verification of the metal, with the kind permission of Dr. Lena Papazoglou-Manioudaki, Director of the Prehistoric Collections. Lastly, I am grateful to Associate Professor Yannos G. Lolos of the University of Ioannina for his steady guidance und useful comments.
2 Τσούντα 1891a και 1891b.
3 Tsountas 1891b, 23.
4 There are some discrepancies between the finds reported by Tsountas in his protocol of delivery/receipt and those registered in the entry book of the National Archaeological Museum.
5 For first references see e.g. Tsountas 1893, 183. Tsountas & Manatt 1897, 8, 146, 160, 229–230.
6 Tsountas & Manatt 1897, 160.
7 Marinatos & Hirmer 1959, 125.
8 Van Hoorn cited in Sapouna-Sakellarakis 1995, 84.
9 Stais 1915, 157–158, although he was not certain of this identification.
10 See Sapouna-Sakellarakis 1995, 83–85, with bibliographical references.
11 Hope Simpson 1957, 238.
12 Stais 1915, 159.
13Hope Simpson 1957, 238.
14 Sapouna-Sakellarakis 1995, 84–85, with references.
15 Mossman 2000, 93.
16 Vermeule 1961, 119. The reference was drawn to my attention by Assoc. Prof. Yannos G. Lolos.
17 Stais 1915, 157–159
18 See also Sakellariou 1964, 295–296 (Nr. 262).
19 16 intact pieces and parts of others according to Tsountas’s catalogue and 20 according to Hope Simpson (1957, 238).
20 Tsountas reported 31 pieces, whereas Hope Simpson (1957, 238) referred to 40 examples.
21 The ivory fragments (a small disc, a comb, two pieces from a sword sheath and two “horse hooves” ) were not mentioned in Tsountas’s catalogue, with the exception of the comb. For these finds see Poursat 1977, 125. I thank C. Paschalidis for the reference.
22 Tsountas reported only a piece of lead wire.
23 According to Pelon (1976, 304), blocks cut at right angles are rather rare outside Mycenae.
24 This appears to be a rare characteristic outside Mycenae (Pelon 1976, 309). In Messenia, this feature is to be found, in addition to the tholos at Kambos, in tholos 1 at Peristeria.
25 Tsountas 1891a, col. 190.
26 1976, 187–188.
27 Hope Simpson 1957, 136. Pelon (1976, 403) agreed with Hope Simpson’s attribution highlighting the characteristics that resemble those of the second group of tholoi at Mycenae: the special formation of the lintel slabs and the curve of the interior one to meet the inclination of the tholos.
28Kougeas 1933, 275–276.
29 E.g. Hope Simpson & Dickinson 1979, 166. Hope Simpson 1981, 133. Cavanagh & Mee 1998,64, 81.
30 Compare the tholos tomb at Kambos with the other tholos tombs of medium size that were constructed in the LH III A–B period in Messenia: Tholos tomb I (6.85 m) and II (5.75 m) at Malthi, the MME tholos tomb (6.6 m) at Nichoria and the tholos tomb (6.75 m) at Dara; they all have walled dromoi and comparable masonry (Cavanagh & Mee 1998, 63; Parlama 1973– 74, 315–316).
31 McDonald & Hope Simpson 1961, 251.
32 Hope Simpson 1966, 114.
33 See e.g. Mountjoy 1999, 131, Fig. 30: 220 (monochrome stemmed bowl, LH III A 2), 351, Fig.
120: 117 (monochrome deep bowl, end of LH III B).
34 Sakellariou 1968, 250–252.
35 Kougeas (1933, 263) has compiled early references for and against the identification of Kambos (and Zarnata) with ancient Gerenia. To the first category scholars such as M. E. Puillon Boblaye, E. Curtius, Chr. Tsountas, W. Kolbe and H. Hitzig and H. Blümner may be found, whereas W. Leake, C. Bursian, H. Lolling, F. Bölte, G. Hirschfeld and J. Frazer favoured coastal Kitries as the place of ancient Gerenia, even though Pausanias specifically wrote of an inland site. N. Papachatzis (1994, 455–456), in his commentary of Pausanias’s description, supports the identification of Kambos as the site of ancient Gerenia (and Homeric Enope), after considering all the available evidence.

References
-Cavanagh, W. and C. Mee, 1998. A Private Place: Death in Prehistoric Greece.SIMA Vol. CXXV. Jonsered: Paul Åströms Förlag.
-Hope Simpson, R., 1957. ‘Identifying a Mycenaean State’ Annual of the British School at Athens 52: 231–259.
-Hope Simpson, R., 1966. ‘The Seven Cities offered by Agamemnon to Achilles’ Annual of the British School at Athens 61: 113–131.
-Hope Simpson, R., 1981. Mycenaean Greece. New Jersey: Noyes Press.
-Hope Simpson, R. and O. Dickinson, 1979. A Gazetteer of Aegean Civilisation in the Bronze Age, Vol. I: The Mainland and Islands. Göteborg: Paul Åströms Förlag.
-Kougeas, S. V., 1933. ‘Contributions to the history and topography of NW Mani’ Hellenika 6: 261–324 (in Greek).
-Marinatos, S. and M. Hirmer, 1959. Kreta und das mykenische Hellas. München: Hirmer Verlag.
-McDonald, W. A. and R. Hope Simpson, 1961. ‘Prehistoric habitation in Southwestern Peloponnese’ American Journal of Archaeology 65: 221–260.
-Mossman, S., 2000. ‘Mycenaean age lead: a fresh look at an old material’ in C. Gillis, C. Risberg and B. Sjöberg (eds.) Trade and Production in Premonetary Greece, Acquisition and Distribution of Raw Materials and Finished Products. Proceedings of the 6th International Workshop, Athens 1996: 85–119. Jonsered: Paul Åströms Förlag.
-Mountjoy, P. A., 1999. Regional Mycenaean Decorated Pottery. Rahden: Verlag Marie Leidorf.
-Papachatzis, N., 1994. Pausanias, Description of Greece, Corinth and Laconia. Athens: Ekdotike Athinon (in Greek).
-Parlama, L., 1973–74. ‘Excavations’ Archaiologikon Deltion 29, B2: 315–316 (in Greek).
-Pelon, O., 1976. Tholoi, tumuli et cercles funéraires. Paris : Bibliothèque des Écoles Françaises d’ Athènes et de Rome.
-Poursat, J.-C., 1977. Catalogue des Ivoires Mycéniens du Musée National d’ Athènes. Paris: Bibliothèque des Écoles Françaises d’ Athènes et de Rome.
-Sakellariou, A., 1964. Die Minoischen und Mykenischen Siegel des Nationalmuseums in Athen. Corpus der Minoischen und Mykenischen Siegel. Band I. Berlin: Mann.
-Sakellariou, A., 1968. ‘Three bronze Minoan figurines of the National Archaeological Museum’ in Proceedings of the 2nd International Cretological Congress, Vol. A: 247–252. Athens: ‘Chrysostomos’ Philological Society (in Greek).
-Sapouna-Sakellarakis, E., 1995. Die bronzenen Menschenfiguren auf Kreta und in der Ägäis. Prähistorische Bronzefunde I, 5. Stuttgart: Franz Steiner. Stais, V., 1915. Collection Mycénienne du Musée National. IIe Volume. Athens: Hestia.
-Tsountas, Ch., 1891a. ‘Tholos tomb at Kambos’ Archaeologike Ephemeris 1891:190–191 (in Greek).
-Tsountas, Ch., 1891b. Kambos’ Praktika tes en Athenais Archaiologikes Etaireias1891: 23 (in Greek).
-Tsountas, Ch., 1893. Mycenae and Mycenaean Civilisation. Athens: Hestia (in Greek).
-Tsountas, Ch. and J. I. Mannatt, 1897. The Mycenaean Age. A Study of the Monuments and Culture of pre-Homeric Greece. Boston and New York: Houghton, Mifflim and Co. Vermeule, E., 1961. ‘New Excavations in Western Greece’ Boston University Graduate Journal 9, No. 4: 119–127