.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Η Ολυμπία της ύστερης αρχαιότητας



 ΕΚΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΣΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑ ΤΗΣ ΥΣΤΕΡΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ

Ulrich Sinn

 Η συστηματική διερεύνηση της Ολυμπίας άρχισε, όπως είναι γνωστό, ήδη τον περασμένο αιώνα. Το 1874 υπογράφηκε μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας το συμβόλαιο για τις ανασκαφές στην Ολυμπία. Τον επόμενο χρόνο άρχισαν οι εργασίες υπό τη διεύθυνση του Ernst Curtius. Οι ανασκαφείς ήλπιζαν ακόμη ότι θα βρουν πολλά από τα χάλκινα αγάλματα που αναφέρει ο Παυσανίας στην περιγραφή του ιεροΰ. Αυτός ο στόχος δεν επιτεύχθηκε. Παρ' όλα αυτά, η Ολυμπία αποδείχθηκε ένας πολύ αποδοτικός χώρος για πολλούς τομείς του ελληνικού πολιτισμού. 
 Πέρασε όμως πολύς καιρός έως ότου αναγνωριστεί ο σημαντικός ρόλος που έπαιζε ακόμη και στην πρώιμη βυζαντινή περίοδο. Ας παρακολουθήσουμε λίγο την ιστορία της ανασκαφής μέχρι τη στιγμή που άρχισε το δικό μας ερευνητικό πρόγραμμα, το οποίο θέλω να σας παρουσιάσω εν συντομία.
 Η πρώτη ανασκαφική περίοδος διήρκεσε από το 1875 ως το 1881. Σε αυτό το εντυπωσιακά σύντομο χρονικό διάστημα αποκαλύφθηκε ολόκληρο το κέντρο του ιερού. Τα κατάλοιπα των οικοδομή μάτων και χιλιάδες ευρήματα επέτρεψαν την ανασυγκρότηση της ιστορίας του ιερού και την αναπαράσταση της εξωτερικής μορφής του στα βασικά της χαρακτηριστικά. Από τους πρωτεργάτες των ερευνών στην Ολυμπία θα αναφέρω μόνο μερικά σημαντικά ονόματα: Ernst Curtius, Adolf Furtwängler, Friedrich Adler, Carl Purgold και Wilhelm Dörpfeld.
 Ο Wilhelm Dörpfeld ανέλαβε και την πρωτοβουλία για τη δεύτερη ανασκαφική περίοδο στην Ολυμπία. Υπό την καθοδήγηση του έγιναν μεταξύ των ετών 1906 και 1929 διάφορες έρευνες για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα πότε άρχισε η λατρεία στην Ολυμπία. Ο Dörpfeld ήθελε να αποδείξει ότι η Ολυμπία ήταν ένας σημαντικός λατρευτικός χώρος ήδη από τα μυκηναϊκά χρόνια.
 Η τρίτη ανασκαφική περίοδος, που διήρκεσε από το 1936 ως το 1966, αφού διακόπηκε από τον καταστρεπτικό πόλεμο, συνδέθηκε με το όνομα του Emil Kunze. Σε αυτόν οφείλεται κατά κύριο λόγο η αποκάλυψη περαιτέρω τομέων του ιερού - υπενθυμίζω ενδεικτικά το στάδιο. Το όνομα του Kunze συνδέεται κυρίως με την εύρεση αναρίθμητων χάλκινων αναθημάτων. Στην ομάδα του Emil Kunze ανήκαν, μεταξύ πολλών άλλων, ο Hans Schleif, ο Richard Eilmann, ο Hans-Volkmar Herrmann, ο Wolfgang Schiering και ο Alfred Mallwitz.

 Οι δύο επόμενες δεκαετίες, από το 1966 ως το 1984, σημαδεύτηκαν αποφασιστικά από τον Alfred Mallwitz. Στο επίκεντρο των εργασιών βρισκόταν η δημοσίευση των μνημείων και των ευρημάτων. Στο δημιουργικό αυτό διάλειμμα εκδόθηκαν πολυάριθμες μονογραφίες στη σειρά Olympische Forschungen και έγιναν σημαντικές εργασίες συντήρησης των οικοδομημάτων, όπου προσέφεραν πολύτιμες υπηρεσίες ιδιαίτερα ο Klaus Herrmann και ο Wolf Koenigs.
To 1985 με κάλεσε ο Helmut Kyrieleis να ξαναρχίσω μαζί του, για άλλη μια φορά, τις ανασκαφές στην Ολυμπία. Παρά την έρευνα που διαρκούσε περισσότερα από εκατό χρόνια, η Ολυμπία έθετε ακόμη πολλά ερωτήματα. Δεν είχε κυρίως διευκρινιστεί το παλαιό ζήτημα της έναρξης της λατρείας. Η θέση του Wilhelm Dörpfeld δεν είχε βέβαια αμφισβητηθεί σοβαρά. Ήταν, ωστόσο, προφανές ότι τα επιχειρήματα του Dörpfeld δεν αρκούσαν για να υποστηριχθεί πειστικά αυτή η θέση. Ο Helmut Kyrieleis στράφηκε προς αυτό το ερώτημα ανασκάπτοντας το Πελόπιο. Συνεργάτης του ήταν ο προϊστορικός αρχαιολόγος Jörg Rambach. Τα πρωιμότερα ευρήματα που μπορούν να συνδεθούν με μια λατρεία στην Ολυμπία προέρχονται από τα υστερομυκηναϊκά χρόνια.
Εγώ επωφελήθηκα από την πρόσκληση του Helmut Kyrieleis για να ξανασχοληθώ με ένα ερώτημα που με είχε ήδη απασχολήσει παλαιότερα, στη διάρκεια των κοινών μας ανασκαφών στη Σάμο. Με ενδιέφερε η εξέλιξη του ιεροΰ στους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους. 
 Ερευνήσαμε οικοδομήματα αυτής της φάσης στα βόρεια του Πρυτανείου και στα νότια του Λεωνιδαίου (εικ. 1, αρ. 19,23 και 24). Αυτή η συγκέντρωση της προσοχής πάνω στα ρωμαϊκά οικοδομήματα δεν ήταν αυτονόητη. Φυσικά είχαν γίνει και στις παλαιότερες ανασκαφές παρατηρήσεις γι' αυτή την εποχή. Όλα έδειχναν ότι για την Ολυμπία οι ρωμαϊκοί αυτοκρατορικοί χρόνοι υπήρξαν μια εποχή συνεχούς παρακμής, έως ότου η λατρεία σταμάτησε τελείως με το διάταγμα του Θεοδοσίου Α' το +391.
 Φαινόταν αδιαμφισβήτητο ότι η εξέλιξη είχε λάβει χώρα ως εξής: 
 Εκτός από τις γενικές πολιτικές εξελίξεις των υστεροελληνιστικών χρόνων -αναφέρω μόνο το όνομα Σΰλλας-, για την παρακμή της Ολυμπίας θεωρήθηκαν υπεύθυνοι κυρίως οι αθλητές. 
 Η παραμονή του Νέρωνα το +66 στην Ολυμπία έχει περάσει ως μια ιδιαίτερα παρακμιακή περίοδος στην ιστορία της. Στην αναξιοπρεπή συμπεριφορά αυτού του αυτοκράτορα «χρέωσαν» οι ανασκαφείς το μεγάλο οικοδόμημα νοτιοανατολικά από την Άλτι, τη λεγόμενη «βίλα του Νέρωνα». Θεώρησαν ότι ο Νέρωνας, με την ανέγερση της ιδιωτικής του κατοικίας ακριβώς απέναντι από την πρόσοψη του ναού του Δία και με την άπρεπη συμμετοχή του στους αγώνες, γελοιοποίησε την Ολυμπία.

Το μεγάλο κτηριακό συγκρότημα, που έχει αποδοθεί στο Ρωμαίο αυτοκράτορα Νέρωνα, βρίσκεται νοτιοανατολικά της Άλτεως, στη θέση όπου στην κλασική εποχή υπήρχε το ιερό της Εστίας και άλλα κτίσματα, τα οποία κατεδαφίστηκαν. Ένας μολύβδινος υδαταγωγός με την επιγραφή NERONIS: AUG., καθώς και άλλες ενδείξεις, οδήγησαν τους μελετητές να ταυτίσουν το κτήριο με την οικία του αυτοκράτορα, που οικοδομήθηκε κατά τα έτη +65/67, όταν ο Νέρων κατέλυσε στο ιερό προκειμένου να λάβει μέρος ο ίδιος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του έτους +67. Στα χρόνια που ακολούθησαν, μέχρι και τον +3ο αι., στο συγκρότημα έγιναν διάφορες επεκτάσεις και μετατροπές.

 Ένα χτύπημα από το οποίο το ιερό δεν μπόρεσε ποτέ να συνέλθει υπήρξε η ληστρική επιδρομή των Ερούλων το -267. Η Ολυμπία προστατευόταν από ένα δυνατό τείχος. Για να βρεθεί το αναγκαίο οικοδομικό υλικό γι' αυτό δεν δίστασαν να γκρεμίσουν παλαιά οικοδομήματα του ιερού. Στον τελευταίο αιώνα της ύπαρξης της, η Ολυμπία έδινε την εντύπωση ενός τόπου γεμάτου ερείπια, όπου γίνονταν μόνον οι πολύ απαραίτητες επισκευές.
 Σε αυτό το χρονικό διάστημα η έρευνα ξεχώρισε μόνο λίγα θετικά σημεία. Την πρώτη θέση κατέχει φυσικά η μορφή του αυτοκράτορα Αδριανού. Στα φιλελληνικά του αισθήματα αποδόθηκε το γεγονός ότι η Ολυμπία ξανακέρδισε κάτι από την παλιά της λάμψη. Η μετασκευή του Λεωνιδαίου θεωρήθηκε ως ορατό σημάδι αυτής της τελευταίας περιόδου ακμής της Ολυμπίας.
 Οι διάδοχοι του Αδριανού, ο Αντωνίνος Πίος και ο Μάρκος Αυρήλιος, χαίρουν επίσης εκτιμήσεως. Η Ελλάδα ανήκει αναμφισβήτητα στους τόπους που επωφελήθηκαν από την πολιτική τους.
 Η ελληνορωμαϊκή οικογένεια του Ηρώδη του Αττικού θεωρείται σύμβολο αυτής της εποχής. Το Νυμφαίο, όμως, που έχτισε η γυναίκα του, η Ρηγίλλα, αποτελεί στα μάτια των περισσότερων αρχαιολόγων μια αναξιοπρεπή εκδήλωση πολυτέλειας. Το Νυμφαίο, κτίσμα των μέσων του +2ου αιώνα, θεωρείται γι' αυτούς απόδειξη της συνεχούς απώλειας του λατρευτικού χαρακτήρα της Ολυμπίας κάτω από την επιρροή των Ρωμαίων.

Το υδραγωγείο του Ηρώδη του Αττικού ήταν από τις πιο πλούσιες και εντυπωσιακές κατασκευές που κοσμούσαν την ιερά Άλτι. Βρίσκεται ανάμεσα στο ναό της Ήρας και στο άνδηρο των θησαυρών και είναι γνωστό ως Νυμφαίο ή εξέδρα του Ηρώδη του Αττικού. Ήταν μεγάλη μνημειακή κρήνη, αλλά και δεξαμενή για το νερό, που ερχόταν από πηγές στα ανατολικά του ιερού και διοχετευόταν με πυκνό σύστημα αγωγών σε διάφορα σημεία του, μέσα και έξω από την Άλτι. Το Νυμφαίο κατασκευάσθηκε το -160 και ήταν προσφορά εξαιρετικής σημασίας για το ιερό, αν σκεφθεί κανείς ότι μέχρι τότε υπήρχε μεγάλο πρόβλημα λειψυδρίας και η ύδρευση γινόταν αποκλειστικά από τα πολυάριθμα πηγάδια, που υπήρχαν σε διάφορα σημεία του ιερού. Το πρόβλημα γινόταν πολύ πιο έντονο κατά τη διάρκεια τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων, οπότε χιλιάδες επισκέπτες κατέκλυζαν τον χώρο.

  Η αξιολόγηση της Ολυμπίας των ρωμαϊκών χρόνων, όπως σύντομα εξέθεσα, δεν δίνει όντως κανένα κίνητρο για μια πιο εντατική ενασχόληση με αυτή την εποχή. Όμως αυτή η αρνητική αξιολόγηση της Ολυμπίας για την περίοδο των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων δεν είναι παρά αποτέλεσμα της ευρύτατα διαδεδομένης άποψης ότι η Ελλάδα, ως επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας υπέφερε κάτω από τη ρωμαϊκή κυριαρχία. Πρόκειται για μια τελείως αβάσιμη προκατάληψη που με εξόργιζε από παλιά. Όταν, λοιπόν, ο Helmut Kyrieleis μου πρότεινε να κάνω έρευνες στην Ολυμπία, βρήκα την ευκαιρία να αναζητήσω την πραγματικότητα μέσα από τη συστηματική έρευνα. Πρέπει να εκθέσω πώς προέκυψε να είναι τώρα η Ολυμπία ένα από τα μέρη της Ελλάδας όπου η ενασχόληση με την πρώιμη βυζαντινή περίοδο παίζει κεντρικό ρόλο.
 Στη ρωμαϊκή εγκατάσταση που αποκαλύψαμε στα βόρεια του Πρυτανείου (εικ. 1, αρ. 19) συναντήσαμε σε πολλά σημεία ίχνη της πρώιμης βυζαντινής εποχής της Ολυμπίας. Όσο η Ολυμπία ήταν ένας λατρευτικός χώρος, το κτίριο που βρισκόταν σε αυτή τη θέση χρησίμευε για την περιποίηση των φιλοξενουμένων. Ήταν ένα καπηλείον (καπηλιό). Μπορούσε κανείς εδώ να φάει και να πλυθεί. Μετά το κλείσιμο του ιεροΰ οι κάτοικοι του οικισμού μετέτρεψαν τη λειτουργία του κτιρίου: ένας αμπελουργός εγκατέστησε στο ερείπιο ένα πατητήρι.
 Οι αλλαγές που επήλθαν στο πρώην καπηλείον στη διάρκεια της πρώιμης βυζαντινής περιόδου υπήρξαν ωστόσο ποικίλες: εκτός από τον αμπελουργό εγκαταστάθηκε εδώ και ένας κεραμέας. Κατ' αρχάς ανακαλύψαμε τις λεκάνες όπου ετοίμαζε τον πηλό για το εργαστήριο του, για την παραγωγή του οποίου θα μιλήσει η Christa Schauer. 
 Με μια άλλη ευκαιρία, παλαιότερα, είχε μιλήσει η Christa Schauer για την παραγωγή πήλινων λύχνων, που πρέπει να τοποθετηθεί πολύ κοντά στην προκείμενη εγκατάσταση. Δεν βρήκαμε βέβαια τον απαραίτητο κλίβανο, αλλά πολυάριθμες μήτρες και έτοιμους λύχνους. Πρόκειται για μια τοπική παραλλαγή του τύπου των λύχνων που ήταν διαδεδομένος στο χώρο της Μεσογείου κατά τον +6ο αιώνα και είχε παλαιότερα λανθασμένα χαρακτηριστεί ως «σικελικός». Το γεγονός ότι ο οικισμός πάνω από το πρώην ιερό ταυτίστηκε ως θέση ενός ανθηρού εργαστηρίου παραγωγής υπήρξε μια απρόσμενη ανακάλυψη.
Τα αποτελέσματα αυτά των ανασκαφών μάς οδήγησαν σε μια διεύρυνση του προγράμματος μας. Τώρα μας ενδιέφερε η τύχη της Ολυμπίας και μετά τη λήξη της λατρείας. Αρχίσαμε να ερευνάμε συστηματικά τόσο τα οικοδομήματα όσο και τα ευρήματα του πρώιμου βυζαντινού οικισμού. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιήσαμε ότι έπρεπε να λάβουμε σοβαρά υπόψη τις παρατηρήσεις των πρώτων ανασκαφέων του περασμένου αιώνα. Καθώς χρησιμοποιούσαμε αυτές τις παλαιότερες από έναν αιώνα σημειώσεις, διαπιστώναμε συνέχεια με έκπληξη πόσο προσεκτικά είχαν κάνει ο Georg Treu, ο Carl Purgold, ο Adolf Furtwängler και οι συνάδελφοι τους τις πάμπολλες παρατηρήσεις τους πάνω στον πρώιμο βυζαντινό οικισμό. Στο ημερολόγιο της ανασκαφής έχουν σχεδιαστεί εργαλεία και αγγεία της πρώιμης βυζαντινής εποχής στη θέση εύρεσης τους.
Η διεύρυνση της έρευνας στην πρώιμη βυζαντινή εποχή δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη συμβολή νέων ειδικών. Εδώ πρέπει να αναφέρω κατ' αρχάς τον Thomas Veiling. Ασχολείται με τα ευρήματα της πρώιμης βυζαντινής εποχής από τις παλαιές ανασκαφές, τα οποία σχεδόν χωρίς εξαίρεση είχαν μείνει αδημοσίευτα. Ο Thomas Völling θα αναφερθεί ο ίδιος σε μερικά από τα αποτελέσματα της δουλειάς του.
 Στο πεδίο του ενδιαφέροντος μας πέρασε, φυσικά, και το πιο εξέχον κτίριο της πρώιμης βυζαντινής περιόδου: η εκκλησία. Ο Franz Alto Bauer, ο οποίος ανέλαβε το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας της εκκλησίας, μπόρεσε να αποδείξει ότι αυτός ο χώρος συνάθροισης των χριστιανών κατοίκων της Ολυμπίας χτίστηκε το νωρίτερο στα μέσα του +5ου αιώνα και ότι ίσως στη διάρκεια του +6ου αιώνα έγιναν κάποιες αλλαγές.


Μεταξύ +435 και +451, πάνω στους ορθοστάτες του αρχαίου κτιρίου του εργαστηρίου του Φειδία οικοδομήθηκε η παλαιοχριστιανική βασιλική. Ήταν ξυλόστεγη, τρίκλιτη και το ιερό της σχηματίσθηκε με την προσθήκη αψίδας στα ανατολικά, εκεί που βρισκόταν η είσοδος του εργαστηρίου. Το ιερό χωριζόταν από το σηκό με μαρμάρινα χαμηλά θωράκια, που διατηρούνται στη θέση τους έως σήμερα. Οι τοίχοι ήταν κτισμένοι με οπτοπλίνθους και το δάπεδο ήταν στρωμένο με μαρμάρινες πλάκες, που αφαιρέθηκαν κατά την ανασκαφή, για να μελετηθεί το παλαιότερο δάπεδο του εργαστηρίου. Η είσοδος της εκκλησίας είναι στη νότια πλευρά του νάρθηκα. Στο νάρθηκα βρέθηκαν χριστιανικές επιγραφές που μας δίνουν πληροφορίες σχετικά με τη μαρμαρόστρωση του δαπέδου, καθώς και στοιχεία για τα επαγγέλματα της εποχής. Η βασιλική της Ολυμπίας είναι η αρχαιότερη γνωστή παλαιοχριστιανική εκκλησία της Ηλείας και καταστράφηκε από το σεισμό του +551. Το μνημείο καθαρίσθηκε αρχικά το 1829 από μέλη της γαλλικής αποστολής και από τότε υπήρχε η πεποίθηση ότι εκεί βρισκόταν και το εργαστήριο του Φειδία, η αποκάλυψη και μελέτη του οποίου ολοκληρώθηκε μεταπολεμικά, με τις γερμανικές ανασκαφές.
 Παράλληλα με τη διερεύνηση της εκκλησίας ασχοληθήκαμε και με την τύχη του ναού του Δία. Γιατί δεν έφτιαξαν οι χριστιανοί τον λατρευτικό τους χώρο στο εσωτερικό του ειδωλολατρικού ναού, όπως είναι ο κανόνας στα άλλα ελληνικά ιερά; Είναι πολύ πιθανό ότι ο ναός δεν βρισκόταν στη διάθεση των κατοίκων του οικισμού, γιατί αποτελούσε τμήμα της οχύρωσης. Το περιστύλιο του ναού εντάσσεται στα βόρεια και στα δυτικά του τείχους. Ποιο σκοπό εξυπηρετούσε το τείχος; Τι θα προστάτευε; Με το ερώτημα αυτό ασχολήθηκε ο Martin Miller. Τα αποτελέσματα του συμφωνούν σε γενικές γραμμές με τις σκέψεις των πρώτων ανασκαφέων: το τείχος χτίστηκε στα πρώιμα βυζαντινά χρόνια, στο πρώτο μισό του +6ου αιώνα. Η μικρή οχύρωση ήταν μια στρατιωτική βάση γι' αυτούς που θα προστάτευαν τα γειτονικά δυτικά όρια της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στη μελέτη του ο Martin Miller κατέδειξε ότι στην πρώιμη βυζαντινή περίοδο ήταν συνηθισμένο να μην εγκαθίστανται οι φρουρές ακριβώς στα σύνορα αλλά στους αντίστοιχους γειτονικούς οικισμούς.
 Βρισκόμαστε λίγο πριν από το τέλος του ερευνητικού μας προγράμματος, που είχε αρχικά στόχο τη διερεύνηση της Ολυμπίας έως την εποχή του Θεοδόσιου. Μου ήταν φυσικά γνωστό κατά το σχεδιασμό του προγράμματος ότι μια τέτοια χρονολογική τομή δεν ήταν ιστορικά αναγκαία. Παρασύρθηκα, ωστόσο, από την παραδοσιακή άποψη της Κλασικής Αρχαιολογίας που θέλει την ελληνική αρχαιότητα να τελειώνει το αργότερο με τον Θεοδόσιο Ä. Οι εργασίες όμως στην Ολυμπία μάς έσπρωξαν πολύ γρήγορα και πολύ έντονα έως την πρώιμη βυζαντινή εποχή. 
 Η διεπιστημονική δουλειά μας μου έδειξε τελείως ξεκάθαρα ότι το παραδοσιακό όριο χρονολόγησης της Κλασικής Αρχαιολογίας στον ύστερο +4ο αιώνα δεν είναι μόνον ανιστορικο αλλά αποτελεί φραγμό για την πρόσβαση στην ιστορική πραγματικότητα. Εύχομαι να συμβάλουμε με την έρευνα μας στην Ολυμπία στην κατάργηση, επιτέλους, των τεχνητών ορίων που στήθηκαν στη διάρκεια του περασμένου αιώνα για τη μελέτη της αρχαιότητας.






Printfriendly