Η Χριστιανούπολη (Χριστιάνοι) είναι ένα χωριό του νομού Μεσσηνίας, που ανήκει στο δήμο Φιλιατρών, δημοτική ενότητα πλέον του δήμου Τριφυλίας. Είναι κτισμένη στη δυτική πλαγιά του όρους Αιγάλεω σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από τα Φιλιατρά. Στο κέντρο του χωριού βρίσκεται ο ιερός ναός μεταμόρφωσης του Σωτήρος, ένα επιβλητικό βυζαντινό μνημείο του 11ου αιώνα, που η λαϊκή παράδοση ονόμασε "Αγία Σοφία" της Πελοποννήσου.
Η παράδοση αναφέρει ότι ο ναός χτίστηκε πάνω απ΄ τον αρχαίο ναό του Σωτήρος Διός, ενώ το σημερινό χωριό είναι κτισμένο πάνω σε αρχαίο οικισμό, πολλά από τα ερείπια του οποίου έχουν επισημανθεί . Ωστόσο η αρχαιολογική σκαπάνη δεν έχει βρεί στα θεμέλια τέτοια ευρήματα και κάποια αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του ναού χρονολογούνται στην Ρωμαϊκή εποχή, +1ος έως +2ος αιώνας.
Είναι δε ο μεγαλύτερος Βυζαντινός ναός του Μωριά, εξ' ού και η λαϊκή ρήση, «Αγιά Σωτήρα στο Μωριά και Αγιά Σοφιά στην Πόλη» που έλεγαν οι πιστοί, οι οποίοι ήθελαν προφανώς να κάνουν σύγκριση ως προς το μέγεθος, με τον Ιουστινειάνειο ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.
Η αρχιτεκτονική του ναού:
Το κτηριακό συγκρότημα των Χριστιάνων αποτελείται από δύο οικοδομήματα: Το ναό και το εφαπτόμενο στα δυτικά αυτού κτήριο, ημιερειπωμένο σήμερα, που χρησίμευε ως επισκοπικό μέγαρο.
Η εκκλησία, ανήκει τυπολογικά στους σύνθετους οκταγωνικούς με νάρθηκα, παρουσιάζει όμως σημαντικές διαφορές από το συνήθη οκταγωνικό τύπο. Αποτελείται από το τριμερές Ιερό, το κεντρικό τρουλαίο τμήμα και τους περιβάλλοντες αυτό χώρους.
Στον κυρίως ναό τα φορτία του κεντρικού τρούλου μεταβιβάζονται μέσω 8 σφαιρικών τριγώνων που βαίνουν σε 4 ημιχώνια και στα τόξα των 4 κεραιών. Σε αντίθεση με τα περισσότερα γνωστά παραδείγματα του τύπου αυτού, στη Μεταμόρφωση των Χριστιάνων το οκτάγωνο που δημιουργείται από τα τόξα των κεραιών κατά τα τόξα μετώπου των ημιχωνίων δεν είναι κανονικό, διότι η ανατολική κεραία που στεγάζει το Ιερό Βήμα έχει μεγαλύτερο πλάτος από τις υπόλοιπες κεραίες. Αυτό έχει ως συνέπεια την ασύμμετρη μορφή των Β.Α και Ν.Α. ημιχωνίων και τη σύμπτυξη των συνηθισμένων στους οκταγωνικούς ναούς πέντε χώρων του Ιερού σε τρεις.
Οι "σταυροί" αυτοί είναι σε χρήση κατά το β΄μισό του 11ου αιώνα. Ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος είναι περιορισμένος. Ελάχιστες οδοντωτές ταινίες περιβάλλουν τους λοβούς των ανοιγμάτων και το γείσο της στέγης. Ελάχιστα και μεμονωμένα κεραμοπλαστικά στοιχεία διακρίνονται, όπως σταυρός ανάμεσα σε εκφυλισμένα κουφίζοντα μοτίβα, πλίνθοι σε διάταξη ανάστροφου πι, διακοσμητικά σε μορφή τεθλασμένης γραμμής, λαξευμένοι πλίνθοι, δισέψιλον. Τέλος, ακτινωτά διατεταγμένοι πλίνθοι περιβάλλουν τα παράθυρα.
Μαρμάρινο ήταν και το αρχικό τέμπλο του ναού-ελάχιστα τμήματα έχουν σωθεί- το οποίο αντικαταστάθηκε από κτιστό κατά την Τουρκοκρατία. Από το ζωγραφικό διάκοσμο σώζονται ελάχιστες τοιχογραφίες και συγκεκριμένα ίχνη της Πλατυτέρας στην κόγχη, ολόσωμες μορφές Αγίων στο Διακονικό και μετάλλια με προτομές διακόνων στα εσωράχια των τόξων των θυρών του Ιερού, που χρονολογούνται στο 12ο αιώνα.Το Επισκοπείο φαίνεται ότι αρχικά ήταν διώροφο, σήμερα σώζεται μόνο τμήμα του ισογείου. Η τοιχοποιία του διαφοροποιείται από του ναού και συνίσταται σε αργολιθοδομή με πυκνή χρήση πλίνθων.
Ο ναός αυτός λειτουργούσε ανελλιπώς μέχρι το έτος 1825, οπότε τον κατέστρεψε ολοσχερώς, χωρίς να τον κατεδαφίσει, στο πέρασμά του από την Χριστιανούπολη ο Ιμπραήμ-Πασάς.
Το έτος 1886 ο ισχυρός σεισμός που συγκλόνισε την περιοχή της Τριφυλίας, είχε ως αποτέλεσμα να καταρρεύσει ο τρούλος και η νότια πλευρά του ναού και από τότε να ερημωθεί.
Το έτος 1921 κηρύχθηκε Βυζαντινό μνημείο, προστατευόμενο έκτοτε από την Πολιτεία.
Το έτος 1938 το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων αποφάσισε να αναστηλώσει τον καταστραμμένο ναό, αλλά με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διεκόπηκαν αναγκαστικά οι εργασίες, για να συνεχισθούν πάλι το 1948 και να ολοκληρωθούν το έτος 1950.
Οι ανασκαφές της 26ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, 2003:
Στο πλαίσιο της εκπόνησης από ιδιωτικό μελετητικό γραφείο της μελέτης «Αρχιτεκτονική τεκμηρίωση, αποκατάσταση και στερέωση» του μνημείου πραγματοποιήθηκαν δέκα ανασκαφικές τομές από αρχαιολόγο και εργατοτεχνικό προσωπικό του Κλιμακίου Καλαμάτας εσωτερικά και εξωτερικά του ναού και στο επισκοπείο.
Σε τομή που έγινε στο επισκοπείο και σε επαφή με τη νοτιοδυτική γωνία του ναού, διαστ. 3,40x 1,35μ., βρέθηκαν μαρμάρινο τραπεζοειδές επίθημα, μεταλλικά αντικείμενα, καθώς και γυάλινο. Σε βάθος 1,37μ. αποκαλύφθηκε τμήμα δαπέδου.
Αποκαλύφθηκαν δύο ταφές με ολόκληρους σκελετούς, διάσπαρτα οστά και πλατύ τοιχίο μεταξύ κεντρικής και βόρειας αψίδας. Βρέθηκαν χάλκινο δακτυλίδι, χάλκινο νόμισμα και πήλινο αγγείο (εικ.1, 3).
Δυτικά της κύριας εισόδου του ναού σε επαφή με το νότιο τοίχο του, αποκαλύφθηκαν μονολιθικός κίονας από κροκαλοπαγές πέτρωμα και μεγάλος πωρο λιθικός δόμος. Βρέθηκαν τμήματα γλυπτών, τμήμα λίθινου κίονα, τμήμα κιονίσκου, ορθογώνιο τμήμα μαρμάρου και πήλινο αγγείο (εικ.4).
Σε τομή στη βορειοανατολική γωνία του βόρειου πεσσού του κεντρικού κλίτους, αποκαλύφθηκε παιδική ταφή που καλυπτόταν με λίθινες πλάκες. Βρέθηκαν μεταλλικό αντικείμενο και πλατύ μεταλλικό έλασμα με διακόσμηση.
Σε τομή στη νοτιοδυτική γωνία του επισκοπείου βρέθηκε χάλκινο νόμισμα που χρονολογείται στον +2ο αιώνα. Στην πρόσθια όψη φέρει προτομή αυτοκράτορα με πιθανή επιγραφή ΚΑΙΣΑΡ ΑΔΡΙΑΝΟΣ, ενώ στην πίσω όψη εικονίζεται πτερωτός κεραυνός με πιθανή επιγραφή ΚΟΙΝΟΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ.
Το Μνημείο Σήμερα:
Οι εργασίες των τελευταίων ετών για τη στερέωση και πλήρη αποκατάσταση του ναού Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στους Χριστιάνους έχουν πια ολοκληρωθεί.
Αυτές είχαν να κάνουν με δύο βασικούς άξονες. Ο ένας από αυτούς αφορούσε τη συντήρηση όλου του κτηρίου, κυρίως της τοιχοποιίας του, με παράλληλο ανασκαφικό έργο, και ο άλλος βασικός άξονας ήταν η μεταφορά του φορτίου του τσιμεντένιου τρούλου σε ειδική μεταλλική κατασκευή ώστε να αποφορτιστεί η τοιχοποιία του κυρίως κτηρίου.
Παράλληλα έγιναν και ανασκαφές στον ναό που αποκάλυψαν εντός πίθου περίπου 1100 πρώιμα τούρκικα νομίσματα που χρονολογούνται ανάμεσα στο 1500 και 1600.
Ανασκάφτηκαν επίσης 50 τάφοι στον νάρθηκα του ναού που απέδωσαν αρκετά ευρήματα:
Κεραμικά και γυάλινα σκεύη, μεταλλικά ελάσματα καθώς και κοσμήματα. Αν και τα ευρήματα χαρακτηρίζονται φτωχικά, η μελέτη τους ωστόσο θα αποκαλύψει πτυχές της ζωής των κατοίκων της περιοχής κατά τους Βυζαντινούς χρόνους.
Επειδή είναι επισκοπικός ναός, οι αρχαιολόγοι ελπίζανε να βρούνε και μολύβδινες σφραγίδες από έγγραφα. Αν βρίσκανε τέτοια, θα ήταν πολύ σημαντικά για να καταλάβουμε την ιστορία της Μητρόπολης της Χριστιανουπόλεως που είχε έδρα την συγκεκριμένη εκκλησία, καθώς έχουμε πάρα πολλά κενά στους επισκοπικούς καταλόγους αυτής της Μητρόπολης. Είναι πολύ περιορισμένες οι γνώσεις μας για αυτή την επισκοπή που ιδρύεται από τον Αλέξιο τον Κομνηνό το 1083. Σε σχέση με την ιστορία της Αρχιεπισκοπής εξακολουθούμε να είμαστε στο σκοτάδι.
Ο μεγαλοπρεπής Βυζαντινός ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος
Ο ναός αυτός πρέπει να ανεγέρθηκε κατά την άποψη των αρχαιολόγων, προς το τέλος του τρίτου τετάρτου του 11ου αιώνα, όταν η απλή επισκοπή Χριστιανουπόλεως προήχθη σε Μητρόπολη. Έκτοτε, και κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, γνώρισε μεγάλη ακμή. Η περιοχή τότε είχε 300 ιερείς και 10000 σπίτια. Η έδρα της μητρόπολης διατηρήθηκε μέχρι το 1833 οπότε και μεταφέρθηκε στην Κυπαρισσία.
Ο ναός που είναι ένα από τα μεγαλύτερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας και πάρα πολύ σημαντικό σαν κτήριο, χτίστηκε την εποχή της δυναστείας των Κομνηνών.
Είναι δε ο μεγαλύτερος Βυζαντινός ναός του Μωριά, εξ' ού και η λαϊκή ρήση, «Αγιά Σωτήρα στο Μωριά και Αγιά Σοφιά στην Πόλη» που έλεγαν οι πιστοί, οι οποίοι ήθελαν προφανώς να κάνουν σύγκριση ως προς το μέγεθος, με τον Ιουστινειάνειο ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.
Η αρχιτεκτονική του ναού:
Το κτηριακό συγκρότημα των Χριστιάνων αποτελείται από δύο οικοδομήματα: Το ναό και το εφαπτόμενο στα δυτικά αυτού κτήριο, ημιερειπωμένο σήμερα, που χρησίμευε ως επισκοπικό μέγαρο.
Η εκκλησία, ανήκει τυπολογικά στους σύνθετους οκταγωνικούς με νάρθηκα, παρουσιάζει όμως σημαντικές διαφορές από το συνήθη οκταγωνικό τύπο. Αποτελείται από το τριμερές Ιερό, το κεντρικό τρουλαίο τμήμα και τους περιβάλλοντες αυτό χώρους.
Στον κυρίως ναό τα φορτία του κεντρικού τρούλου μεταβιβάζονται μέσω 8 σφαιρικών τριγώνων που βαίνουν σε 4 ημιχώνια και στα τόξα των 4 κεραιών. Σε αντίθεση με τα περισσότερα γνωστά παραδείγματα του τύπου αυτού, στη Μεταμόρφωση των Χριστιάνων το οκτάγωνο που δημιουργείται από τα τόξα των κεραιών κατά τα τόξα μετώπου των ημιχωνίων δεν είναι κανονικό, διότι η ανατολική κεραία που στεγάζει το Ιερό Βήμα έχει μεγαλύτερο πλάτος από τις υπόλοιπες κεραίες. Αυτό έχει ως συνέπεια την ασύμμετρη μορφή των Β.Α και Ν.Α. ημιχωνίων και τη σύμπτυξη των συνηθισμένων στους οκταγωνικούς ναούς πέντε χώρων του Ιερού σε τρεις.
Βόρεια και νότια του κεντρικού τρουλαίου τμήματος αναπτύσσονται διώροφοι πλευρικοί χώροι, που αρχικά ήταν ανεξάρτητα διαμερίσματα και στο ισόγειο έχουν περιορισμένη οπτική επαφή με τον κεντρικό χώρο. Στον όροφο σχηματίζεται υπερώο-γυναικωνίτης. Στη δυτική πλευρά του κυρίως ναού τρεις θύρες οδηγούν σε επιμήκη νάρθηκα, που δεν διαθέτει υπερώα. Στο δυτικό τοίχο του νάρθηκα, που αποτελούσε την αρχική πρόσοψη του ναού, ανοίγεται μεγάλη ορθογωνική πύλη με ιδιαίτερα περίτεχνο, μαρμάρινο περιθύρωμα, το οποίο κοσμείται με περιελισσόμενο βλαστό σε χαμηλό ανάγλυφο και ταινίες.
Το μνημείο διαθέτει πολλά και μεγάλα παράθυρα ποικίλης μορφής: δίλοβα και τρίλοβα ελεύθερης τοξοστοιχίας ή περιβαλλόμενα από ευρύτερο τόξο, με ή χωρίς υπερυψωμένο τον μεσαίο λοβό.
Η τοιχοποιία είναι ιδιαίτερα επιμελημένη και ακολουθεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δόμησης.
Στο κάτω μέρος των μακρών τοίχων σχηματίζεται σειρά σταυρών από μεγάλους δόμους πιθανόν προερχόμενους από αρχαίο κτίσμα.
Το μνημείο διαθέτει πολλά και μεγάλα παράθυρα ποικίλης μορφής: δίλοβα και τρίλοβα ελεύθερης τοξοστοιχίας ή περιβαλλόμενα από ευρύτερο τόξο, με ή χωρίς υπερυψωμένο τον μεσαίο λοβό.
Η τοιχοποιία είναι ιδιαίτερα επιμελημένη και ακολουθεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δόμησης.
Στο κάτω μέρος των μακρών τοίχων σχηματίζεται σειρά σταυρών από μεγάλους δόμους πιθανόν προερχόμενους από αρχαίο κτίσμα.
Οι "σταυροί" αυτοί είναι σε χρήση κατά το β΄μισό του 11ου αιώνα. Ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος είναι περιορισμένος. Ελάχιστες οδοντωτές ταινίες περιβάλλουν τους λοβούς των ανοιγμάτων και το γείσο της στέγης. Ελάχιστα και μεμονωμένα κεραμοπλαστικά στοιχεία διακρίνονται, όπως σταυρός ανάμεσα σε εκφυλισμένα κουφίζοντα μοτίβα, πλίνθοι σε διάταξη ανάστροφου πι, διακοσμητικά σε μορφή τεθλασμένης γραμμής, λαξευμένοι πλίνθοι, δισέψιλον. Τέλος, ακτινωτά διατεταγμένοι πλίνθοι περιβάλλουν τα παράθυρα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο γλυπτός διάκοσμος αν και χρησιμοποιείται με φειδώ. Μαρμάρινος είναι ο κοσμήτης πάνω από τη δυτική θύρα, ο οποίος διακοσμείται με σταυρό πλαισιωμένο από φύλλα άκανθας και τρίφυλλα ανθέμια. Οι ποδιές των παραθύρων του ορόφου κοσμούνται με σταυρούς, μαιάνδρους, συμπλεκόμενους κύκλους, πλοχμούς και ζώα. Μαρμάρινοι είναι και οι κιονίσκοι των δίλοβων και τρίλοβων παραθύρων που φέρουν κιονόκρανα τεκτονικού τύπου και κοσμούνται με λατινικό φυλλοφόρο σταυρό και τα συμπιλήματα ΙΣ ΧΡ.
Τμήμα επιστυλίου τέμπλου, Α΄μισό 12ου αιώνα |
Ο ναός αυτός λειτουργούσε ανελλιπώς μέχρι το έτος 1825, οπότε τον κατέστρεψε ολοσχερώς, χωρίς να τον κατεδαφίσει, στο πέρασμά του από την Χριστιανούπολη ο Ιμπραήμ-Πασάς.
Το έτος 1886 ο ισχυρός σεισμός που συγκλόνισε την περιοχή της Τριφυλίας, είχε ως αποτέλεσμα να καταρρεύσει ο τρούλος και η νότια πλευρά του ναού και από τότε να ερημωθεί.
Το έτος 1921 κηρύχθηκε Βυζαντινό μνημείο, προστατευόμενο έκτοτε από την Πολιτεία.
Το έτος 1938 το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων αποφάσισε να αναστηλώσει τον καταστραμμένο ναό, αλλά με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διεκόπηκαν αναγκαστικά οι εργασίες, για να συνεχισθούν πάλι το 1948 και να ολοκληρωθούν το έτος 1950.
Στο πλαίσιο της εκπόνησης από ιδιωτικό μελετητικό γραφείο της μελέτης «Αρχιτεκτονική τεκμηρίωση, αποκατάσταση και στερέωση» του μνημείου πραγματοποιήθηκαν δέκα ανασκαφικές τομές από αρχαιολόγο και εργατοτεχνικό προσωπικό του Κλιμακίου Καλαμάτας εσωτερικά και εξωτερικά του ναού και στο επισκοπείο.
Σε τομή που έγινε στο επισκοπείο και σε επαφή με τη νοτιοδυτική γωνία του ναού, διαστ. 3,40x 1,35μ., βρέθηκαν μαρμάρινο τραπεζοειδές επίθημα, μεταλλικά αντικείμενα, καθώς και γυάλινο. Σε βάθος 1,37μ. αποκαλύφθηκε τμήμα δαπέδου.
Αποκαλύφθηκαν δύο ταφές με ολόκληρους σκελετούς, διάσπαρτα οστά και πλατύ τοιχίο μεταξύ κεντρικής και βόρειας αψίδας. Βρέθηκαν χάλκινο δακτυλίδι, χάλκινο νόμισμα και πήλινο αγγείο (εικ.1, 3).
Σε τομή στη βόρεια πλευρά στο σημείο ένωσης ναού και επισκοπείου αποκαλύφθηκε τάφος με κάλυψη από κεραμίδες και κτιστό τοιχίο. Βρέθηκαν μεταλλική αγκράφα, πήλινο αγγείο και λίθινος σταυρός (εικ.2, 5).
Εικ. 3. αριστερά, τομή 5. Κανάτι 1. Εικ. 4. μέσον, τομή 2. Κανάτι 2. Εικ. 5. δεξιά, τομή 3. Κανάτι 3 |
Σε τομή στη βορειοανατολική γωνία του βόρειου πεσσού του κεντρικού κλίτους, αποκαλύφθηκε παιδική ταφή που καλυπτόταν με λίθινες πλάκες. Βρέθηκαν μεταλλικό αντικείμενο και πλατύ μεταλλικό έλασμα με διακόσμηση.
Σε τομή στη νοτιοδυτική γωνία του επισκοπείου βρέθηκε χάλκινο νόμισμα που χρονολογείται στον +2ο αιώνα. Στην πρόσθια όψη φέρει προτομή αυτοκράτορα με πιθανή επιγραφή ΚΑΙΣΑΡ ΑΔΡΙΑΝΟΣ, ενώ στην πίσω όψη εικονίζεται πτερωτός κεραυνός με πιθανή επιγραφή ΚΟΙΝΟΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ.
Τμήματα ανοικτών αγγείων από περισυλλογή. |
Οι εργασίες των τελευταίων ετών για τη στερέωση και πλήρη αποκατάσταση του ναού Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στους Χριστιάνους έχουν πια ολοκληρωθεί.
Αυτές είχαν να κάνουν με δύο βασικούς άξονες. Ο ένας από αυτούς αφορούσε τη συντήρηση όλου του κτηρίου, κυρίως της τοιχοποιίας του, με παράλληλο ανασκαφικό έργο, και ο άλλος βασικός άξονας ήταν η μεταφορά του φορτίου του τσιμεντένιου τρούλου σε ειδική μεταλλική κατασκευή ώστε να αποφορτιστεί η τοιχοποιία του κυρίως κτηρίου.
Παράλληλα έγιναν και ανασκαφές στον ναό που αποκάλυψαν εντός πίθου περίπου 1100 πρώιμα τούρκικα νομίσματα που χρονολογούνται ανάμεσα στο 1500 και 1600.
Ανασκάφτηκαν επίσης 50 τάφοι στον νάρθηκα του ναού που απέδωσαν αρκετά ευρήματα:
Κεραμικά και γυάλινα σκεύη, μεταλλικά ελάσματα καθώς και κοσμήματα. Αν και τα ευρήματα χαρακτηρίζονται φτωχικά, η μελέτη τους ωστόσο θα αποκαλύψει πτυχές της ζωής των κατοίκων της περιοχής κατά τους Βυζαντινούς χρόνους.
Επειδή είναι επισκοπικός ναός, οι αρχαιολόγοι ελπίζανε να βρούνε και μολύβδινες σφραγίδες από έγγραφα. Αν βρίσκανε τέτοια, θα ήταν πολύ σημαντικά για να καταλάβουμε την ιστορία της Μητρόπολης της Χριστιανουπόλεως που είχε έδρα την συγκεκριμένη εκκλησία, καθώς έχουμε πάρα πολλά κενά στους επισκοπικούς καταλόγους αυτής της Μητρόπολης. Είναι πολύ περιορισμένες οι γνώσεις μας για αυτή την επισκοπή που ιδρύεται από τον Αλέξιο τον Κομνηνό το 1083. Σε σχέση με την ιστορία της Αρχιεπισκοπής εξακολουθούμε να είμαστε στο σκοτάδι.
Η αποκατάσταση του μνημείου ολοκληρώθηκε και έχει γίνει η επανέκθεση των γλυπτών από το μαρμάρινο τέμπλο και φυσικά είναι ένας ναός που από δω και πέρα θα μπορεί να λειτουργείται. Στόχος στα επόμενα χρόνια είναι να γίνει και διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου έτσι ώστε το μνημείο να αποτελέσει ένα ολοκληρωμένο πολιτιστικό χώρο.
Μπορείτε να διαβάσετε την αναλυτική μελέτη για τον ναό του Σωτήρη Βογιατζή και της Έφης Δεληνικόλα: "Νεότερες παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία του ναού Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστιάνων Μεσσηνίας" Εδώ
Οι φωτογραφίες του μνημείου που ακολουθούν είναι από τον ιστότοπο επι- δεξιος ψάλτης
Μπορείτε να διαβάσετε την αναλυτική μελέτη για τον ναό του Σωτήρη Βογιατζή και της Έφης Δεληνικόλα: "Νεότερες παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία του ναού Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστιάνων Μεσσηνίας" Εδώ
Οι φωτογραφίες του μνημείου που ακολουθούν είναι από τον ιστότοπο επι- δεξιος ψάλτης