Στην πρωτεύουσα της μεσσηνίας η παραγωγή έργων γλυπτικής δεν αρχίζει ούτε τελειώνει με τον μεγάλο Mεσσήνιο γλύπτη Δαμοφώντα, η ακμή του οποίου τοποθετείται μεταξύ -210 και -180 1. Τα γλυπτά που έχουν έως σήμερα έλθει στο φως με τις ανασκαφές της Αρχαιολογικής εταιρείας στην αρχαία Μεσσήνη, υπογεγραμμένα ή ανυπόγραφα, μαρτυρούν αδιάκοπη παραγωγή από τον -4ο αι. έως τα χρόνια του μεγάλου Κωνσταντίνου και των διαδόχων του. Ιδιαίτερα μεγάλη παραγωγή παρατηρείται στα ελληνιστικά και τα πρώιμα ρωμαϊκά χρόνια. Μεσσήνιοι γλύπτες του -2ου αι., όπως ο Αγίας Α´, ο γιος του Αριστομένης, ο Αγίας Β´, γιος του Αριστομένη, και ο Πυριλάμπης (ή Πυρίλαμπος), αδελφός πιθανώς του Αγία Β´, φιλοτέχνησαν χάλκινους εικονιστικούς ανδριάντες αθλητών στην Ολυμπία, όπως μαρτυρούν τα σωζόμενα στο ηλειακό ιερό ενυπόγραφα βάθρα των έργων τους2.
Ο Αγίας Α´ συνυπογράφει με τον άγνωστο από αλλού γλύπτη Δαμοχάρη ένα βάθρο ανιδρυμένο στην Aγορά της Μεσσήνης, που έφερε τον χαμένο χάλκινο ανδριάντα του μεσσήνιου δρομέα Παγκράτη Παγκράτεος, νικητή στο στάδιο και τον δίαυλο παίδων στα Πύθια (μουσείο μεσσήνης αρ. ευρ. 10829: ύψ. 0,725, μήκ. 1,14 μ.)3.
Ο γλύπτης Αριστομένης είναι ο δημιουργός ενός κολοσσιαίου χάλκινου συντάγματος με τρεις τουλάχιστον μορφές, παρατακτικά τοποθετημένες. Το ιδιαίτερα μακρόστενο ασβεστολιθικό βάθρο του συντάγματος που υπογράφει ο γλύπτης αυτός έχει αποκαλυφθεί στο βόρειο μέρος της Aγοράς στη Μεσσήνη (μουσείο Μεσσήνης αρ. ευρ. 13993: μήκ. 5,08, ύψ. 0,683, πλ. 0,741 μ.)4.
Η πρωτεύουσα της Μεσσηνίας είχε τη δυνατότητα να καλεί και γλύπτες από την Αθήνα, το Άργος, τη Μεγαλόπολη, την Αλεξάνδρεια και άλλες πόλεις, προκειμένου να κατασκευάσουν χάλκινους τιμητικούς ανδριάντες ή μαρμάρινα αγάλματα, όπως μαρτυρούν οι ενεπίγραφες βάσεις των έργων τους που έχουν έλθει στο φως στην Αγορά, το Θέατρο, το Ασκληπιείο και το Γυμνάσιο. Ο Αθηναίος γλύπτης Δημήτριος Φίλωνος από τον Δήμο της Πτελέας (έδρασε στο β΄ μισό του -2ου αι.) έχει χαράξει την υπογραφή του στην ασβεστολιθική βάση δύο χάλκινων ανδριάντων ευεργετών της πόλης, που στέκεται ανάμεσα στους κίονες της δυτικής στοάς του Γυμνασίου στη Μεσσήνη5. Ο ίδιος γλύπτης υπογράφει τα βάθρα τριών χάλκινων έργων του στην Αθήνα, το ένα από τα οποία εικόνιζε τον Αθηναίο γιατρό Ἀργαῖον Ἀργαίου, ανάθημα του ασθενούς του Βατάκη Βατάκη από τον Πειραιά, το δεύτερο τον θεατρικό ποιητή Διομήδη Ἀθηνοδώρου, ενώ το τρίτο εικόνιζε άγνωστο πρόσωπο6.
Ένα πεσσόσχημο ασβεστολιθικό βάθρο χάλκινου αγάλματος που αποκαλύφθηκε κατά χώραν στο βόρειο τμήμα της ορχήστρας του Θεάτρου της μεσσήνης, δίπλα σε λίθινο θρόνο, φέρει την εξής τρίστιχη επιγραφή (μουσείο Μεσσήνης αρ. ευρ. 14564: ύψ. 0,085, πλ. 0,64, πάχ. 0,40 μ.)7:
ΣόφωνΛυσικράτε[ος]
ἀγωνοθετήσαςΔιονυσί[οις]
vac.0,18
Καλλικράτης,Λύσωνἐποίησαν.
Ένας Αθηναίος γλύπτης με το όνομα Καλλικράτης, ο οποίος εργάστηκε στην επίδαυρο γύρω στα τέλη του -3ου με αρχές -2ου αι., ενδέχεται να ταυτίζεται με τον Καλλικράτη που φιλοτέχνησε το άγαλμα του αγωνοθέτη των Διονυσίων Σόφωνα Λυσικράτους στο Θέατρο της Μεσσήνης8. Γλύπτης με το όνομα Λύσων για πρώτη φορά μαρτυρείται. ο ίδιος πιθανώς Αθηναίος γλύπτης Καλλικράτης, σε συνεργασία με τον γλύπτη Ζεύξιππο από τη μεγαλόπολη, φιλοτέχνησε και δεύτερο άγαλμα, ανιδρυμένο στην Αγορά της Μεσσήνης. το βάθρο του φέρει της εξής επιγραφή (μουσείο Μεσσήνης αρ. ευρ. 13919)9:
Καλλικράτης, Ζεύξιππος
ἐποίησαν.
Ο μεγαλοπολίτης Ζεύξιππος (Ι) και ο γιος του Φιλέας υπογράφουν βάθρο στην Τεγέα (IG V 2, αρ. 143). Ο Φιλέας και ο γιος του Ζεύξιππος (ΙΙ) υπογράφουν ένα βάθρο αγάλματος στην Ερμιόνη10. Ασβεστολιθικό βάθρο χάλκινου ανδριάντα από την Αγορά της Μεσσήνης φέρει την υπογραφή δύο γλυπτών από το Άργος (μουσείο Μεσσήνης αρ. ευρ. 8455)11:
Ξενόφιλος Στράτω[νος]
Στράτων Ξενοφίλου
Ἀργεῖοι ἐποίησαν.
Oι Αργείοι γλύπτες Ξενόφιλος Στράτωνος και ο γιος του Στράτων Ξενοφίλου είναι γνωστοί από οκτώ τουλάχιστον ενεπίγραφα βάθρα έργων τους που έχουν έλθει στο φως σε πόλεις της Aργολιδοκορινθίας (Άργος, Kόρινθο, Eπίδαυρο, Σικυώνα και Kλεωνές), καθώς και στους Δελφούς. H δράση τους τοποθετείται στα τέλη του -2ου με αρχές -1ου αι.12.
Στην Αγορά της Μεσσήνης εργάστηκε και ο γλύπτης Ἀρχίδαμος Ἀριστάνδρου από τη Μεγαλόπολη. Η υπογραφή του βρίσκεται χαραγμένη στον ορθοστάτη ενός σύνθετου βάθρου που έφεραν στο φως οι ανασκαφές του αείμνηστου Αναστάσιου Ορλάνδου το 1962 (SEG 41, αρ. 344). Δυτικά από το ιερό του Διός Σωτήρος στη Μεγαλόπολη υπήρχε η Αριστάνδρειος λεγόμενη στοά, η οποία έκλεινε τον χώρο της αγοράς από το νότο. Ο μεγαλοπολίτης γλύπτης Αρχίδαμος ήταν πιθανότατα γιος αυτού του αρχιτέκτονα(;) Αριστάνδρου. Εκτός από την απόδοση της νότιας στοάς της Μεγαλόπολης στον Αρίστανδρο από τον Παυσανία (VIII 30,10), το όνομα Ἀριστάν[δρου] φέρουν και ενσφράγιστες κεραμίδες από τη στέγη της στοάς αυτής (IG V 2, αρ. 469,8). Συνανήκοντα θραύσματα από τον βράχο, στον οποίο στήριζε το ρόπαλό του ο Hρακλής τύπου Farnese-Caserta από το Γυμνάσιο της Μεσσήνης, φέρουν αποσπασματικά σωζόμενη έκτυπη δέλτο με την υπογραφή δύο καλλιτεχνών, πατέρα και γιου (μουσείο Μεσσήνης αρ. ευρ. 7595α-δ):
Ἀπολλ[ώ]νιος Ἑ[ ρμοδώ-]
ρου Ἀλε[ξα]νδρεὺς καὶ
Δημήτριος Ἀπολλω- νίο[υ ἐποίουν].
Οι ίδιοι αυτοί καλλιτέχνες από την Αλεξάνδρεια, τους οποίους ο Παυσανίας (IV 32,1) αποκαλεί Αἰγυπτίους και τους αποδίδει τα αγάλματα του Ερμή και του Θησέα εκτός από εκείνο του Ηρακλή, έχουν υπογράψει ένα ακόμη μη σωζόμενο έργο τους, του -1ου αι., στη Mεσσήνη (εικ. 1)13. Ο Δημήτριος Απολλωνίου υπογράφει μόνος το βάθρο ενός αγάλματος κοριτσιού στο Αρτεμίσιο του Ασκληπιείου14. ορθοστάτης από ασβεστόλιθο που ανήκει σε σύνθετο βάθρο χάλκινων ανδριάντων (ΠΑΕ 1996, 152, αρ. ευρ. 8057) ήλθε στο φως το 1996 νότια από την Κρήνη Αρσινόη:
3 [-ὁτάδε-]
ἐποίησεν vacat
vacat Διοκλῆς Ἀμμωνίου[
ἐποίησεν;]
Tο βάθρο είχε χρησιμοποιηθεί δύο τουλάχιστον φορές, τα γράμματα του ἐποίησεν είναι πρωιμότερα εκείνων του ονόματος του Διοκλέους Ἀμμωνίου που θα μπορούσαν να χρονολογηθούν στον +1ο αι. Tο Ἀμμώνιος είναι γνωστό στη Mεσσήνη (SEG 23,αρ.218) 15.
Στους αποξεσμένους δύο πρώτους στίχους της επιγραφής θα πρέπει να αναγράφονταν τα ονόματα των τιμώμενων προσώπων, καθώς και το αιτιολογικό των τιμών. ελλιπές ασβεστολιθικό βάθρο χάλκινου αγάλματος που ήλθε στο φως στην περιοχή της Παλαίστρας του Γυμνασίου το 2007 (μουσείο μεσσήνης αρ. ευρ. 15914: σωζ. ύψ. 0,25 μ.) φέρει την εξής επιγραφή:Εὐβουλίδης Εὔχειρος[
Ἀθηναῖος ἐποίησεν]
Ο ευβουλίδης (ΙΙ) εύχειρος (ΙΙ) Κρωπίδης ήταν μέλος Αθηναϊκής οικογένειας γλυπτών γνωστής από φιλολογικές και επιγραφικές μαρτυρίες (Παυσ. Ι 2,5 και VIII 14,10. Πλίν. 34,88)16. Εργάστηκε με τον πατέρα του εύχειρα (ΙΙ) ευβουλίδου (Ι) στην Αμάρυνθο της εύβοιας17. Μόνος του ο Ευβουλίδης (ΙΙ) υπογράφει ένα μεγάλο αξιόλογο σύνταγμα, ανάθημα του ίδιου στον Κεραμεικό, που εικόνιζε την Αθηνά Παιονία, τον Δία, τη Μνημοσύνη, τις Μούσες και τον Απόλλωνα (IG II2, αρ. 4298- 4301). Η ακμή του τοποθετείται γύρω στο -140.
Το εργαστήριο γλυπτικής
Η ανασκαφή στο ιερό Ήρωος, πιθανώς του Αριστομένη, βορειοδυτικά από το Γυμνάσιο της Mεσσήνης (εικ. 2), έφερε στο φως ένα σύνολο γλυπτών ριγμένων σε λάκκο-αποθέτη, τα οποία πρέπει να είναι προϊόντα τοπικού εργαστηρίου γλυπτικής (εικ. 3)18. Δεν ανήκουν σε ακρόλιθα ούτε ψευδοακρόλιθα αγάλματα, όπως αρχικά υποθέσαμε. Τα γλυπτά αυτά άλλωστε δεν είναι λατρευτικά και κυρίως δεν παρουσιάζουν κανένα από τα τεχνικά χαρακτηριστικά στήριξης, ένθεσης ή προσαρμογής σε ξύλινο ή έστω λίθινο πυρήνα, που θα μπορούσε να τα εντάξει στην κατηγορία των ακρολίθων19. Ακριβώς δίπλα στον αποθέτη των γλυπτών αποκαλύφθηκε ένας σπάνιος για τα ελληνικά δεδομένα αποταμιευτικός θησαυρός εξήντα τριών (63) αργυρών δηναρίων (εικ. 4). Τα οψιμότερα είναι επτά δηνάρια του Αυγούστου που τιμούν στον οπισθότυπο τους πρώιμα χαμένους Γάιο και Λούκιο Καίσαρα, γιους του Αγρίππα, και κόπηκαν στο Λούγδουνο μεταξύ +2 και +4 20.
Η κατανομή των εξήντα τριών δηναρίων στον χρόνο καλύπτει μεγάλο χρονικό διάστημα εκατόν τριάντα ετών, όπως παρουσιάζεται στο διάγραμμα της υπό έκδοση μελέτης του συνεργάτη μας νομισματολόγου Κλεάνθη ςιδηρόπουλου (εικ. 5). Η φθορά τους, τα Ελληνικά χαράγματα, καθώς και οι επισημάνσεις σε ορισμένα από τα δηνάρια δείχνουν, όπως σημειώνει ο Σιδηρόπουλος, ότι κυκλοφορούσαν για μακρά χρονική περίοδο μετά την κοπή τους χωρίς να χάσουν την αξία τους. Ένα παρόμοιο για παράδειγμα σύνολο δηναρίων από τις Πέτρες της Φλώρινας εμφανίζει χρονικό διάστημα εξήντα τεσσάρων ετών ανάμεσα στο πρωιμότερο και το οψιμότερο νόμισμα, γι’ αυτό και θεωρήθηκε κομπόδεμα συλλέκτη ή αποταμίευση γενεών21. Ανάλογα παραδείγματα προέρχονται από τον ωρωπό και την Πάτρα. η απόκρυψη του θησαυρού των δηναρίων της Μεσσήνης χρονολογείται μεταξύ +2 και +4, στην ύστερη δηλαδή περίοδο του Αυγούστου22. Ταυτόχρονα με την απόκρυψη των δηναρίων, την ίδια δηλαδή ακριβώς χρονική στιγμή, έλαβε χώρα και η απόκρυψη των γλυπτών, η κατασκευή κατά συνέπεια των οποίων πρέπει να τοποθετηθεί χρονικά λίγο πριν από το έτος +2 ή +4, γύρω στην τελευταία δεκαετία του -1ου αι., σύμφωνα και με τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά των κεφαλιών που αναλύονται παρακάτω. Πρόκειται για τρία μαρμάρινα άκρα χέρια (παλάμες) αυτοτελώς δουλεμένα, πέντε ζεύγη μαρμάρινων ποδιών από τις κνήμες και κάτω, καθώς και τέσσερα μαρμάρινα κεφάλια, τρία ανδρικά και ένα γυναικείο, επίσης αυτοτελώς δουλεμένα και σε φυσικό μέγεθος. Οι φυσικο-χημικές αναλύσεις του μαρμάρου δεν έχουν ολοκληρωθεί, για το λόγο αυτό αφήνουμε προς το παρόν ανοιχτό το ζητούμενο της προέλευσης.
Tα τρία άκρα χέρια παρουσιάζουν διαφορετική το καθένα κίνηση:
1. Αρ. ευρ. 12411, μήκ. 0,12 μ. (Eικ. 6). μαρμάρινο δεξί άκρο χέρι αυτοτελώς δουλεμένο από τον καρπό και κάτω, χωρίς τόρμο για γόμφωση με τον πήχυ αγάλματος. Επιφανειακές φθορές κατά τόπους κυρίως στα άκρα των δαχτύλων. Τα δάχτυλα κλείνουν χαλαρά προς το εσωτερικό της παλάμης για να συγκρατήσουν αντικείμενο που δεν δηλώνεται. Παρέχεται η εντύπωση ενός ευτραφούς και πλαδαρού γυναικείου χεριού χωρίς τη δήλωση φλεβών ή έντονων πτυχώσεων του δέρματος. Ένα στρώμα λίπους καλύπτει τη σκελετική μάζα.
2. Αρ. ευρ. 12357, μήκ. 0,153 μ. (Eικ. 7). Μαρμάρινο αριστερό άκρο χέρι αυτοτελώς δουλεμένο από τον καρπό και κάτω, χωρίς τόρμο για γόμφωση με τον πήχυ. Λείπει η πρώτη φάλαγγα του δείκτη. Κρατεί χαλαρά κοντή ράβδο, το ένα πέρας της οποίας ακουμπά στο εσωτερικό της παλάμης. Ο δείκτης του χεριού καμπυλώνεται και πιέζει ελαφρά τη ράβδο με την ακραία μόνο φάλαγγα σε ένα δυσερμήνευτο σχήμα που φέρνει στο νου το κράτημα στλεγγίδας με το αριστερό χέρι για την απόξεση του δεξιού χεριού, όπως στον Αποξυόμενο του Λυσίππου23. Το αυτοτελές της εργασίας, η απουσία γόμφωσης και η δήλωση μέρους μόνο της ράβδου οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το γλυπτό δεν προοριζόταν να τοποθετηθεί σε άγαλμα, αλλά αποτελούσε παράδειγμα ενός τύπου χεριού με ράβδο, δείγμα που χρησιμοποιούσε το εργαστήριο κατά περίπτωση ανάλογα με την παραγγελία24. Την ίδια χρήση πρέπει να είχε και το παραπάνω δεξί άκρο χέρι αρ. ευρ. 12411.3. Αρ. ευρ. 12330, μήκ. 0,25 μ. (Eικ. 8). Μαρμάρινο αριστερό άκρο χέρι αυτοτελώς δουλεμένο με τμήμα του πήχυ πάνω από τον καρπό, χωρίς τόρμο για γόμφωση με το υπόλοιπο τμήμα του πήχυ. ελαφρές φθορές στα δάκτυλα. Κρατεί χαλαρά κοντή συμφυή ράβδο που φέρεται λοξά με το πάχος της να μειώνεται προοδευτικά προς την έξοδο από τα δάκτυλα. Για τους λόγους που αναφέρονται παραπάνω (αυτοτελές της εργασίας, δήλωση μέρους μόνο της ράβδου, απουσία γόμφωσης) το γλυπτό λειτουργούσε, κατά τη γνώμη μου, ως παράδειγμα (μοντέλο) ενός τύπου χεριού με ράβδο (σκήπτρο;). τα τέσσερα ζεύγη ποδιών (τρία γυμνά και ένα με σανδάλια) είναι ανδρικά, το πέμπτο ζευγάρι μισών πελμάτων με σανδάλια ανήκει σε γυναίκα. Η διαφορά ύψους μεταξύ δεξιάς και αριστερής κνήμης που παρατηρείται σε όλα τα ανδρικά ζεύγη παραπέμπει στην ανισοϋψή εμφάνισή τους κάτω από την λοξά φερόμενη παρυφή του ενδύματος μιας υποθετικής μορφής ιματιοφόρου, όρθιας ή καθιστής:
1. Αρ. ευρ. 12255 και 12332 (Eικ. 9). Ζεύγος μαρμάρινων ανδρικών ποδιών με σανδάλια. Ύψ. δεξιού 0,15, ύψ. αριστερού 0,32, μήκ. πέλματος 0,29 μ. Είναι ακέραια και αυτοτελώς εργασμένα, το αριστερό από το μέσο της κνήμης και κάτω, ενώ το δεξί από την περιοχή των αστραγάλων και κάτω. Δεν φέρουν οπές τόρμων για γόμφωση στην άνω ή την κάτω απόληξή τους ούτε άλλα τεχνικά στοιχεία που να βεβαιώνουν ότι είχαν ποτέ ενσωματωθεί σε άγαλμα. Λειτουργούσαν επομένως και αυτά, όπως τα άκρα χέρια που εξετάσαμε παραπάνω, ως παραδείγματα, δηλαδή τύποι (μοντέλα), που χρησιμοποιούσαν οι εργαζόμενοι μαρμαρογλύπτες ως πρότυπα. Κάτω από τη φτέρνα του δεξιού ποδιού υπάρχει κυλινδρικό συμφυές τακούνι (βαθρίον), ύψ. 0,02μ., που δείχνει ότι το δεξί σκέλος του υποθετικού όρθιου ιματιοφόρου εκλαμβάνεται ως άνετο, ελαφρά ανασηκωμένο και φερόμενο προς τα πίσω. Τα σανδάλια ανήκουν στο γενικό τύπο με lingula, με γλωσσίδι δηλαδή που καλύπτει το κουντεπιέ και αναδιπλώνεται πάνω από λεπτές δερμάτινες ταινίες που εκφύονται ακτινωτά από το πρόσθιο άκρο του με την παρεμβολή θηλειάς. Μεταξύ της λεπτής σόλας και των ταινιών παρεμβάλλεται δικτυωτό δέρμα που φέρει μικρά ορθογώνια ανοίγματα (οπές) και καλύπτει ολόκληρη τη φτέρνα. Εκτός από το μικρό δάχτυλο τα υπόλοιπα εξέχουν μπροστά από τις ταινίες. Ο τύπος αυτός ήταν ευρύτατα διαδεδομένος στην Ιταλία από τα χρόνια της Δημοκρατίας και εξής και μεταφέρθηκε στον ελλαδικό χώρο από Ρωμαίους εποίκους25. Στη Μεσσήνη η παρουσία Ρωμαίων και η μόνιμη εγκατάστασή τους μαρτυρείται τουλάχιστον από τα χρόνια του Καίσαρα, ενώ η πρώτη γενιά Ρωμαίων εφήβων εμφανίζεται στους καταλόγους του Γυμνασίου στα πρώιμα χρόνια του Αυγούστου26.
2. Αρ. ευρ. 12256 και 12331 (Eικ. 10). Ζεύγος μαρμάρινων ανδρικών ποδιών. Ύψ. δεξιού 0,14, ύψ. αριστερού 0,20, σωζ. μήκ. πέλματος 0,27 μ. Σπασμένα τα τρία πρώτα δάχτυλα στο δεξί πέλμα. Λείπει τμήμα στο πίσω μέρος της κνήμης του αριστερού ποδιού. Είναι και τα δύο ακέραια και αυτοτελώς δουλεμένα, το δεξί από την περιοχή περίπου των αστραγάλων και κάτω, ενώ το αριστερό από το μέσο περίπου της κνήμης και κάτω. Δεν φέρουν οπές τόρμων για γόμφωση στην άνω ή την κάτω απόληξή τους ούτε άλλα τεχνικά στοιχεία που να βεβαιώνουν ότι μπορεί να είχαν ποτέ ενσωματωθεί σε άγαλμα. Η παρουσία συμφυούς ελλειψοειδούς τακουνιού κάτω από τη φτέρνα του αριστερού ποδιού δείχνει ότι, στην περίπτωση αυτή, το αντίστοιχο αριστερό σκέλος του υποθετικού αγάλματος εκλαμβάνεται ως άνετο, ελαφρά ανασηκωμένο και φερόμενο προς τα πίσω.
3. Αρ. ευρ. 12455 και 12329 (Eικ. 11). Ζεύγος μαρμάρινων ανδρικών ποδιών. Ύψ. δεξιού 0,16 μ., ύψ. αριστερού 0,24 μ., μήκ. πέλματος 0,29 μ. Επιφανειακά σπασίματα κατά τόπους και φθορές στα δάχτυλα. Είναι και τα δύο πόδια ακέραια και αυτοτελώς δουλεμένα, το δεξί από την περιοχή περίπου των αστραγάλων και κάτω, ενώ το αριστερό από το μέσο περίπου της κνήμης και κάτω. Δεν φέρουν οπές τόρμων για γόμφωση στην άνω ή την κάτω απόληξή τους ούτε άλλα τεχνικά στοιχεία που να βεβαιώνουν ότι είχαν ποτέ ενσωματωθεί σε άγαλμα. Η παρουσία συμφυούς ελλειψοειδούς τακουνιού κάτω από τη φτέρνα του δεξιού ποδιού δείχνει και στην περίπτωση αυτή ότι το δεξί σκέλος εκλαμβάνεται ως άνετο, ελαφρά ανασηκωμένο και φερόμενο προς τα πίσω.
4. Αρ. ευρ. 12277 και 12257 (Eικ. 12). Ζεύγος μαρμάρινων ανδρικών ποδιών. Ύψ. δεξιού 0,14 μ., ύψ. αριστερού 0,24 μ., μήκ. πέλματος 0,29 μ. σπασμένα τα τρία πρώτα δάχτυλα του αριστερού ποδιού. Είναι και τα δύο ακέραια και αυτοτελώς δουλεμένα, το δεξί από την περιοχή περίπου των αστραγάλων και κάτω, ενώ το αριστερό από το μέσο περίπου της κνήμης και κάτω. Δεν φέρουν οπές τόρμων για γόμφωση στην άνω ή την κάτω απόληξή τους ούτε άλλα τεχνικά στοιχεία που να βεβαιώνουν ότι είχαν ποτέ ενσωματωθεί σε άγαλμα. Η παρουσία συμφυούς ελλειψοειδούς τακουνιού κάτω από τη φτέρνα του δεξιού ποδιού δείχνει ότι το δεξί σκέλος εκλαμβάνεται ως άνετο και ελαφρά ανασηκωμένο.
5. Αρ. ευρ. 12355 και 12356 (εικ. 13). Πρόσθιο μέρος πελμάτων με σανδάλια. μήκ. 0,085-0,11 μ., πλ. 0,089-0,104 μ. Σπασμένο το πίσω μέρος του αριστερού πέλματος. Έχει δουλευτεί αυτοτελώς το πρόσθιο μόνο μέρος των πελμάτων με τα δάχτυλα. Φέρουν αμφότερα τόρμους στην πίσω κομμένη επιφάνεια για την ένθεση σιδερένιου γόμφου και οριζόντια σύνδεση με τα πόδια γυναικείας μορφής πού φορούσε ποδήρη χιτώνα27. Σιδερένιος γόμφος με μολυβδοχόηση σώζεται στο δεξί πέλμα. Τα σανδάλια έχουν χονδρή σόλα και παρουσιάζουν ελαφρά εσοχή στο περίγραμμά τους μπροστά, ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο δάκτυλο, σύμφωνα με τον συνήθη ελληνιστικό τύπο28.
Μέρος ιμάντα σώζεται σε επαφή με το μικρό δάχτυλο του αριστερού πέλματος.
Tα τέσσερα μαρμάρινα κεφάλια απαιτούν λεπτομερέστερη ανάλυση:
1. Αρ. ευρ. 12384, ύψ. 0,335 μ. (εικ. 14). Μαρμάρινο ανδρικό κεφάλι με κλίση προς τα δεξιά του, συμφυές με τον λαιμό. Η μύτη είναι σπασμένη. Eικονίζεται ηλικιωμένος άνδρας ξυρισμένος και με φαλακρό το μπροστινό μέρος του κρανίου του, ενώ το πίσω μέρος καλύπτεται από κοντούς, γραμμικά επεξεργασμένους βοστρύχους. Τα αφτιά του είναι μεγάλα σχετικά με το πρόσωπο και συνοπτικά δουλεμένα. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου είναι σκληρά, το πάνω χείλος φαρδύ και το πηγούνι μεγάλο και στρογγυλεμένο. Βαθιές ρυτίδες χαράζουν το μέτωπο, το οφρυϊκό τόξο, το μεγάλο σχετικά στόμα και τον άκαμπτο δυνατό λαιμό. Ιδιαίτερα έντονες είναι οι ρινοχειλικές αυλακιές που σχηματίζουν τρίγωνο. Η περιοχή γύρω από τα χείλη προεξέχει προδίδοντας προγναθισμό, ενώ ανεπαίσθητος μορφασμός προσθέτει έναν τόνο απαισιοδοξίας στη θλιμμένη γενικώς και γεμάτη κατήφεια έκφραση, χωρίς επίφαση στοχαστικότητας και τάση ωραιοποίησης. Αποτελεί χαρακτηριστικό έργο των χρόνων της ύστερης Δημοκρατίας ή της πρώιμης εποχής του Aυγούστου με έντονα ρεαλιστικό τρόπο τονισμένα τα φυσιογνωμικά στοιχεία ενός ηλικιωμένου άντρα της μεσαίας τάξης29. Μαρμάρινα αγάλματα ή Ερμαϊκές στήλες με μεταθανάτια πορτρέτα «αφηρωϊσμένων» επιφανών ανδρών της Μεσσήνης, παρόμοια με του ηλικιωμένου άνδρα αρ. ευρ. 12384, ήταν ανιδρυμένα στα ταφικά μνημεία ή στους νεκρικούς θαλάμους των εικονιζόμενων, όπως στα ταφικά κτίσματα που έχουν έλθει στο φως κατά μήκος της δυτικής στοάς του Γυμνασίου και έξω από την Αρκαδική Πύλη30.
2. Αρ. ευρ. 12256 και 12331 (Eικ. 10). Ζεύγος μαρμάρινων ανδρικών ποδιών. Ύψ. δεξιού 0,14, ύψ. αριστερού 0,20, σωζ. μήκ. πέλματος 0,27 μ. Σπασμένα τα τρία πρώτα δάχτυλα στο δεξί πέλμα. Λείπει τμήμα στο πίσω μέρος της κνήμης του αριστερού ποδιού. Είναι και τα δύο ακέραια και αυτοτελώς δουλεμένα, το δεξί από την περιοχή περίπου των αστραγάλων και κάτω, ενώ το αριστερό από το μέσο περίπου της κνήμης και κάτω. Δεν φέρουν οπές τόρμων για γόμφωση στην άνω ή την κάτω απόληξή τους ούτε άλλα τεχνικά στοιχεία που να βεβαιώνουν ότι μπορεί να είχαν ποτέ ενσωματωθεί σε άγαλμα. Η παρουσία συμφυούς ελλειψοειδούς τακουνιού κάτω από τη φτέρνα του αριστερού ποδιού δείχνει ότι, στην περίπτωση αυτή, το αντίστοιχο αριστερό σκέλος του υποθετικού αγάλματος εκλαμβάνεται ως άνετο, ελαφρά ανασηκωμένο και φερόμενο προς τα πίσω.
3. Αρ. ευρ. 12455 και 12329 (Eικ. 11). Ζεύγος μαρμάρινων ανδρικών ποδιών. Ύψ. δεξιού 0,16 μ., ύψ. αριστερού 0,24 μ., μήκ. πέλματος 0,29 μ. Επιφανειακά σπασίματα κατά τόπους και φθορές στα δάχτυλα. Είναι και τα δύο πόδια ακέραια και αυτοτελώς δουλεμένα, το δεξί από την περιοχή περίπου των αστραγάλων και κάτω, ενώ το αριστερό από το μέσο περίπου της κνήμης και κάτω. Δεν φέρουν οπές τόρμων για γόμφωση στην άνω ή την κάτω απόληξή τους ούτε άλλα τεχνικά στοιχεία που να βεβαιώνουν ότι είχαν ποτέ ενσωματωθεί σε άγαλμα. Η παρουσία συμφυούς ελλειψοειδούς τακουνιού κάτω από τη φτέρνα του δεξιού ποδιού δείχνει και στην περίπτωση αυτή ότι το δεξί σκέλος εκλαμβάνεται ως άνετο, ελαφρά ανασηκωμένο και φερόμενο προς τα πίσω.
4. Αρ. ευρ. 12277 και 12257 (Eικ. 12). Ζεύγος μαρμάρινων ανδρικών ποδιών. Ύψ. δεξιού 0,14 μ., ύψ. αριστερού 0,24 μ., μήκ. πέλματος 0,29 μ. σπασμένα τα τρία πρώτα δάχτυλα του αριστερού ποδιού. Είναι και τα δύο ακέραια και αυτοτελώς δουλεμένα, το δεξί από την περιοχή περίπου των αστραγάλων και κάτω, ενώ το αριστερό από το μέσο περίπου της κνήμης και κάτω. Δεν φέρουν οπές τόρμων για γόμφωση στην άνω ή την κάτω απόληξή τους ούτε άλλα τεχνικά στοιχεία που να βεβαιώνουν ότι είχαν ποτέ ενσωματωθεί σε άγαλμα. Η παρουσία συμφυούς ελλειψοειδούς τακουνιού κάτω από τη φτέρνα του δεξιού ποδιού δείχνει ότι το δεξί σκέλος εκλαμβάνεται ως άνετο και ελαφρά ανασηκωμένο.
5. Αρ. ευρ. 12355 και 12356 (εικ. 13). Πρόσθιο μέρος πελμάτων με σανδάλια. μήκ. 0,085-0,11 μ., πλ. 0,089-0,104 μ. Σπασμένο το πίσω μέρος του αριστερού πέλματος. Έχει δουλευτεί αυτοτελώς το πρόσθιο μόνο μέρος των πελμάτων με τα δάχτυλα. Φέρουν αμφότερα τόρμους στην πίσω κομμένη επιφάνεια για την ένθεση σιδερένιου γόμφου και οριζόντια σύνδεση με τα πόδια γυναικείας μορφής πού φορούσε ποδήρη χιτώνα27. Σιδερένιος γόμφος με μολυβδοχόηση σώζεται στο δεξί πέλμα. Τα σανδάλια έχουν χονδρή σόλα και παρουσιάζουν ελαφρά εσοχή στο περίγραμμά τους μπροστά, ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο δάκτυλο, σύμφωνα με τον συνήθη ελληνιστικό τύπο28.
Μέρος ιμάντα σώζεται σε επαφή με το μικρό δάχτυλο του αριστερού πέλματος.
Tα τέσσερα μαρμάρινα κεφάλια απαιτούν λεπτομερέστερη ανάλυση:
1. Αρ. ευρ. 12384, ύψ. 0,335 μ. (εικ. 14). Μαρμάρινο ανδρικό κεφάλι με κλίση προς τα δεξιά του, συμφυές με τον λαιμό. Η μύτη είναι σπασμένη. Eικονίζεται ηλικιωμένος άνδρας ξυρισμένος και με φαλακρό το μπροστινό μέρος του κρανίου του, ενώ το πίσω μέρος καλύπτεται από κοντούς, γραμμικά επεξεργασμένους βοστρύχους. Τα αφτιά του είναι μεγάλα σχετικά με το πρόσωπο και συνοπτικά δουλεμένα. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου είναι σκληρά, το πάνω χείλος φαρδύ και το πηγούνι μεγάλο και στρογγυλεμένο. Βαθιές ρυτίδες χαράζουν το μέτωπο, το οφρυϊκό τόξο, το μεγάλο σχετικά στόμα και τον άκαμπτο δυνατό λαιμό. Ιδιαίτερα έντονες είναι οι ρινοχειλικές αυλακιές που σχηματίζουν τρίγωνο. Η περιοχή γύρω από τα χείλη προεξέχει προδίδοντας προγναθισμό, ενώ ανεπαίσθητος μορφασμός προσθέτει έναν τόνο απαισιοδοξίας στη θλιμμένη γενικώς και γεμάτη κατήφεια έκφραση, χωρίς επίφαση στοχαστικότητας και τάση ωραιοποίησης. Αποτελεί χαρακτηριστικό έργο των χρόνων της ύστερης Δημοκρατίας ή της πρώιμης εποχής του Aυγούστου με έντονα ρεαλιστικό τρόπο τονισμένα τα φυσιογνωμικά στοιχεία ενός ηλικιωμένου άντρα της μεσαίας τάξης29. Μαρμάρινα αγάλματα ή Ερμαϊκές στήλες με μεταθανάτια πορτρέτα «αφηρωϊσμένων» επιφανών ανδρών της Μεσσήνης, παρόμοια με του ηλικιωμένου άνδρα αρ. ευρ. 12384, ήταν ανιδρυμένα στα ταφικά μνημεία ή στους νεκρικούς θαλάμους των εικονιζόμενων, όπως στα ταφικά κτίσματα που έχουν έλθει στο φως κατά μήκος της δυτικής στοάς του Γυμνασίου και έξω από την Αρκαδική Πύλη30.
2. Αρ. ευρ. 12452, ύψ. 0,39 μ. (εικ. 15). Mαρμάρινο ανδρικό κεφάλι με ανεπαίσθητη κλίση προς τα δεξιά του, συμφυές με ψηλό λαιμό, το κάτω μέρος του οποίου είναι αδρά δουλεμένο περιμετρικά για ένθεση στον κορμό μαρμάρινου αγάλματος. Λείπει το κάτω μέρος της μύτης, το αριστερό των χειλιών και η άκρη του πηγουνιού. Eικονίζεται ώριμος άνδρας με ξυρισμένο το πρόσωπο και κοντά μαλλιά, με γραμμικούς επιπεδόγλυφους βοστρύχους που σχηματίζουν διχάλα μπροστά και κατεβαίνουν έως το μέσο του τραχήλου, διευθετημένοι κατά τον συρμό της εποχής του Αυγούστου. Το στόμα του ανδρός είναι σχετικά μεγάλο με χείλη σαρκώδη και κλειστά, η μύτη επίσης μεγάλη, τα μάτια χωμένα βαθιά στις κόγχες με τονισμένα τα βλέφαρα. Η έκφραση του μακρόστενου προσώπου, που είναι εντόνως σοβαρή και στοχαστική, προδίδει πνευματικό άνδρα, όπως ορισμένα μέλη της εξελληνισμένης αριστοκρατίας των Ρωμαίων εποίκων της Μεσσήνης. Τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του προσώπου, όπου είναι εμφανής η ιδεαλιστική τάση της εποχής, παρουσιάζουν συγγένεια με πορτρέτα του ίδιου του Αυγούστου, όπως αυτό στο τηγάνι της Σάμου, ο έφιππος χάλκινος ανδριάντας του στο εθνικό μουσείο της Αθήνας ή το μαρμάρινο πορτρέτο του γαμπρού του Αυγούστου Marcus Vipsanius Agrippa στο Schloss Fa sanerie31. Οι όποιες αντιστοιχίες και συγγένειες πρέπει να αποδοθούν στο σύγχρονο των δύο έργων και στο κυρίαρχο στιλ της εποχής και όχι σε απόδοση του κεφαλιού της Μεσσήνης στον Μάρκο Βιπσάνιο Αγρίππα ή τον Αύγουστο.
Η βαριά θλιμμένη έκφραση του κεφαλιού της Μεσσήνης ενδέχεται και στην περίπτωση αυτή να σχετίζεται με τη νεκρική χρήση του αγάλματος, για την οποία προοριζόταν το πορτρέτο. Στη Μεσσήνη ήταν άλλωστε συνηθισμένη, όπως σημειώσαμε, η ανίδρυση μεταθανάτιων ανδριάντων προς τιμήν ευεργετών, μελών κατά κανόνα της τοπικής αριστοκρατίας, intra muros και μάλιστα δίπλα σε πολυσύχναστα δημόσια οικοδομήματα, όπως το Γυμνάσιο.
3. Αρ. ευρ. 12254, ύψ. 0,32 μ. (εικ. 16). Mαρμάρινο κεφάλι νέου άνδρα συμφυές με τον λαιμό που είναι οριζόντια κομμένος και λειασμένος στην κάτω επιφάνεια. Λείπουν το δεξί ρουθούνι και η άκρη της μύτης. Τα μαλλιά είναι διευθετημένα σε κοντούς ανήσυχους βοστρύχους, παρόμοιους με αυτούς του προηγούμενου πορτρέτου, αλλά ελαφρώς εντονότερα έξεργους. Παραδόξως μια λωρίδα μαλλιών στο πίσω μέρος του κρανίου δεν έχει λαξευθεί ή είχε εκ των υστέρων για κάποιον λό γο απολαξευθεί. Το πρόσωπο είναι κάπως τετράγωνο, το πηγούνι μεγάλο προτεταμένο και ιδιαίτερα δυνατό, τα χείλη σαρκώδη, ελαφρώς ανοικτά και θεληματικά, η έκφραση γενικά σοβαρή με έναν τόνο ικανοποίησης.
Δίνει την εντύπωση αθλητή βαρέων αθλημάτων, όπως της πάλης ή του παγκρατίου. Είναι σύγχρονο με το προηγούμενο πορτρέτο με παρούσα και εδώ την ιδεαλιστική τάση της εποχής του Αυγούστου και φαίνεται ότι προέρχεται πιθανότατα από το χέρι του ίδιου γλύπτη με το προηγούμενο πορτρέτο.
4. Αρ. ευρ. 12466, ύψ. 0,42 μ. (εικ. 17). Προτομή Αφροδίτης σε μέγεθος λίγο μεγαλύτερο από το φυσικό, από την οποία λείπει τμήμα από την κορυφή του μετώπου και το άκρο της μύτης. Το κεφάλι είναι συμφυές με μέρος του στέρνου, σκαμμένου από κάτω, όπως στις προτομές. Κλίνει και ταυτόχρονα στρέφει ελαφρά προς τα αριστερά της. Το άνω μέρος του κρανίου είναι λοξά κομμένo για να δεχτεί χωριστά δουλεμένο κομμάτι μαρμάρου, ενώ το κάτω μέρος του πίσω είναι κατακόρυφα κομμένο και λειασμένο και φέρει δύο μικρές οπές τορμίσκων χαμηλά για τη σύνδεση πιθανώς του ελλείποντος κρωβύλου. Έξι παρόμοιες οπές σε σειρά βρίσκονται και χαμηλότερα, στην περιοχή μετάβασης από το κρανίο στον λαιμό. Οπές για την ανάρτηση μεταλλικών ενωτίων υπάρχουν στους λωβούς των αφτιών. Κομμένη και λειασμένη είναι και η πλάτη της προτομής, όπου υπάρχει μεγάλος κυκλικός τόρμος με μέρος μεγάλου σιδερένιου οξειδωμένου γόμφου στη θέση του. Η προτομή προοριζόταν πιθανώς να προσαρμοσθεί και να συνδεθεί με την παρεμβολή του γόμφου σε ασπιδοειδές πλαίσιο ή κατακόρυφη επιφάνεια. Τα μαλλιά είναι διευθετημένα σε κυματοειδείς βοστρύχους που φέρονται προς τα πίσω και συγκρατούνταν με μεταλλική ταινία, όπως δείχνει το σωζόμενο αυλάκι υποδοχής της. Οι έξι οπές τορμίσκων στη βάση του κρανίου φαίνεται ότι δέχονταν μεταλλικούς ήλους για τη στερέωση της μεταλλικής ταινίας στο σημείο αυτό.
Στο άνω και πίσω μέρος του κεφαλιού, πάνω από τη μεταλλική ταινία, οι βόστρυχοι δεν είναι κατεργασμένοι32. Το κεφάλι της Αφροδίτης είχε παραμείνει εν μέρει ημιτελές και λειτουργούσε κατά τη γνώμη μου ως παράδειγμα για παραγγελίες, όπως και τα τρία παραπάνω κεφάλια ανδρικών τύπων. Aποτελεί παραλλαγή του τύπου της Kνιδίας Aφροδίτης του Πραξιτέλη και χρονολογείται, όπως όλα τα παραπάνω γλυπτά στα χρόνια του Aυγούστου, πριν από το +2/4 είναι προϊόν τοπικού εργαστηρίου. Ο A. Corso σημειώνει ότι η Αφροδίτη της Μεσσήνης έχει τα τυπικά μάτια με το διερευνητικό βλέμμα που απαντούν συχνά στην εικονογραφία των ύστερων Πτολεμαίων και καταλήγει ότι το έργο μπορεί κάλλιστα να αποτελεί προϊόν τοπικού εργαστηρίου, όμως είναι επηρεασμένο από την εικονογραφία της αλεξανδρινής αυλής33.
Συμπέρασμα
Tο ενδιαφέρον αυτό και μοναδικό στο είδος του εύρημα έρχεται να επιβεβαιώσει τη συνέχεια της γλυπτικής παράδοσης και την ευμάρεια της πόλης στη διάρκεια της διακυβέρνησης της αυτοκρατορίας από τον Οκταβιανό Αύγουστο. Το οργανωμένο, προφανώς και με μαθητευόμενους εργαστήριο γλυπτικής της Μεσσήνης επιδιδόταν στην κατασκευή τόσο εικονιστικών ανδριάντων όσο και αντιγράφων φημισμένων έργων της κλασικής αρχαιότητας (opera nobilia)34.
Απευθυνόταν στο αισθητήριο και το βαλάντιο μιας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, αποτελούμενης τόσο από εξελληνισμένους Ρωμαίους όσο και από Έλληνες πολίτες που είχαν ασπασθεί τα ρωμαϊκά ήθη και έθιμα. O επί κεφαλής του εργαστηρίου γλύπτης ενδέχεται να είχε προσκληθεί από τις αρχές της πόλης για να εκτελέσει συγκεκριμένη παραγγελία, όπως υποστηρίζουμε παρακάτω. Δεν αποκλείεται βέβαια να ήταν εξελληνισμένος Ρωμαίος, από αυτούς που είχαν εγκατασταθεί στη Mεσσήνη την εποχή του Καίσαρα και μετά τη ναυμαχία στο Άκτιο το -31. O θησαυρός των δηναρίων αποτελούσε μέρος των εισπράξεων της εργασίας του.
Τα γλυπτά που αποκαλύφθηκαν στον αποθέτη του Σταδίου αποτελούν παραδείγματα, μοντέλα δηλαδή τριών διαφορετικών ανδρικών τύπων, ενός ηλικιωμένου, ενός εγγράμματου μεσήλικα και ενός νέου με αδρά αθλητικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά, καθώς επίσης τριών διαφορετικών τύπων άκρων χεριών και κνημών με πέλματα γυμνά ή σανδαλοφόρα. Ήταν προφανώς φυλαγμένα τα έργα στο τοπικό εργαστήριο γλυπτικής βόρεια από το Στάδιο και λειτουργούσαν όπως σημειώσαμε, ως παραδείγματα που διευκόλυναν τους εργαζόμενους, αλλά και τους ενδεχόμενους παραγγελιοδόχους να επιλέξουν τον τύπο κεφαλιού, χεριών και ποδιών που άρμοζε στην κάθε περίπτωση35. Έτσι νομίζω ερμηνεύεται και το γεγονός ότι τοποθετήθηκαν (φυλάχτηκαν) στον αποθέτη μαζί με τα δηνάρια, ως χρήσιμα αντικείμενα του εργαστηρίου. Ο γλύπτης επιθυμούσε προφανώς να ξαναβρεί τα χρήματά του, αλλά και τα μοντέλα αυτά, όταν θα απομακρυνόταν ο κίνδυνος που τον είχε ωθήσει στην απόκρυψή τους. Όλα τα τεχνικά χαρακτηριστικά δείχνουν ότι αποκλείεται να είχαν χρησιμοποιηθεί τα κεφάλια, τα χέρια και τα πόδια αυτά σε αγάλματα, όπως τονίζεται και στην περιγραφή ενός εκάστου παραπάνω36.
Τα πολύ μεταγενέστερα σύνολα της Αφροδισιάδας περιλαμβάνουν μόνο πόδια και ορισμένα χέρια σε πρωταρχικό στάδιο επεξεργασίας και μαθητείας, τα οποία είχαν απορριφθεί ως άχρηστα και δεν είχαν αποθησαυρισθεί37. Μεμονωμένα δείγματα εργασίας μαθητευόμενων γλυπτών έχουν εντοπισθεί σε διάφορες πόλεις του Ελλαδικού χώρου. Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένα Ρωμαϊκά της Αθηναϊκής Αγοράς, όπως το σχεδίασμα ερμαϊκών στηλών σε θραύσματα προγενέστερων γλυπτών, ένα ημίεργο αγαλμάτιο Κριοφόρου και το κεφάλι μιας μικρής Ερμαϊκής στήλης38.
Κατά τη χρονική περίοδο Αυγούστου- Τιβερίου εργαζόταν στη Μεσσήνη ο μαρμαρογλύπτης Απολλώνιος Ερμοδώρου με τον γιο του Δημήτριο από την Αλεξάνδρεια, όπως αναφέρεται παραπάνω. Τρία μάλιστα σημαντικά έργα τους, ο κολοσσιαίος Ηρακλής στον τύπο Farnese-Caserta, ο Ερμής και ο Θησέας είχαν ανιδρυθεί στη δυτική πτέρυγα του Γυμνασίου, λίγα μέτρα δηλαδή νοτιότερα από τον τόπο εύρεσης του αποθέτη με τα δηνάρια και τα γλυπτά-παραδείγματα39. Δεν αποκλείεται επομένως να ανήκαν στους Αλεξανδρινούς καλλιτέχνες τόσο τα δηνάρια όσο και τα κατάλοιπα εργαστηρίου γλυπτικής που αποκαλύφθηκαν βόρεια του Γυμνασίου της Μεσσήνης.
Έτσι θα μπορούσε να δικαιολογηθεί και η Αλεξανδρινή επίδραση που διακρίνει ο Corso στο κεφάλι της Αφροδίτης. Οι Αλεξανδρινοί γλύπτες έσπευσαν να αποθέσουν τα γλυπτά παραδείγματαστον λάκκο- αποθέτη μαζί με τα δηνάρια των εισπράξεών τους, για να τα σώσουν ενδεχομένως από την απειλή μεγάλου σεισμού, ο οποίος συντάραξε τη Μεσσήνη (μεταξύ +2 και +4;) και προκάλεσε σοβαρές καταστροφές σε δημόσια οικοδομήματα. Άλλος λόγος εκτός του σεισμού που να δικαιολογεί την απόκρυψη δεν προκύπτει από τα ιστορικά τουλάχιστον δεδομένα, σε μια εποχή γενικευμένης ειρήνης και ευημερίας όχι μόνο για την πόλη της Μεσσήνης, αλλά και για ολόκληρη την provincia Achaiae.
Ακριβώς στα ύστερα χρόνια του Αυγούστου, με εισφορές είκοσι δύο εύπορων πολιτών, Ελλήνων και Ρωμαίων εξελληνισμένων, λαμβάνουν χώρα επισκευές οικοδομημάτων που είχαν υποστεί ζημιές, σύμφωνα με τη γνωστή επιγραφή από το Σεβαστείο του Ασκληπιείου40. Επισκευές με χρήματα πολιτών έγιναν τότε στην Κρήνη Αρσινόη, το εκκλησιαστήριο, τις στοές του Γυμνασίου και τα εδώλια του Σταδίου, όπως μας πληροφορούν και άλλες επιγραφές, χαραγμένες στην πλειονότητα πάνω στα ίδια τα μνημεία. Σεισμό δηλώνει και η λέξη ἄτοπα στον στίχο 41 της επιγραφής SEG41, αρ. 328 (= SEG 42, αρ. 344) του +14, η οποία ήλθε στο φως το 1988 στο Σεβαστείο του Ασκληπιείου. Αναφέρεται μεταξύ άλλων η επιγραφή στην αποστολή πρεσβείας Μεσσηνίων στον αυτοκράτορα Τιβέριο στη Ρώμη, μόλις αυτός είχε αναλάβει τα καθήκοντά του το έτος +14, αμέσως μετά τον θάνατο του θεοῦ Αυγούστου, ο οποίος ως γνωστόν δεν έτρεφε ιδιαίτερα φιλικά αισθήματα προς τους Μεσσήνιους, επειδή είχαν ταχθεί με το μέρος του Αντωνίου στο Άκτιο, αλλά ούτε και προς τον Τιβέριο, γιο της συζύγου του Λιβίας από τον πρώτο της γάμο, τον οποίο είχε αναγκασθεί να υιοθετήσει μετά τον θάνατο του Γαΐου και του Λουκίου το +2/4. Η μεσσηνιακή πρεσβεία, σύμφωνα με την επιγραφή, ζητά από τον αυτοκράτορα Τιβέριο ἔλεος, προκειμένου να προχωρήσουν οι Μεσσήνιοι στις επισκευές των οικοδομημάτων που είχαν θιγεί από τα ἄτοπα (του γαιήοχου θεού των σεισμών Ποσειδώνα) 41.
Οι επισκευές, οι προγραμματισμένες να γίνουν στα χρόνια του Αυγούστου, φαίνεται ότι δεν είχαν ολοκληρωθεί, λόγω του χαμηλού ποσού που είχε συγκεντρωθεί από τις εισφορές των Μεσσήνιων πολιτών, οπότε κρίθηκε αναγκαίο να ζητηθεί συμπληρωματική χρηματοδότηση από το αυτοκρατορικό ταμείο42. Δεν γνωρίζουμε αν οι Μεσσήνιοι πρέσβεις επέστρεψαν στην πατρίδα με άδεια χέρια ή με καλά νέα για οικονομική υποστήριξη του αυτοκράτορα Τιβέριου, τα οικοδομήματα πάντως επισκευάστηκαν, όπως αποδεικνύεται από τα ανασκαφικά δεδομένα. Οι καλλιτέχνες μας ωστόσο δεν επέστρεψαν σε αναζήτηση του «θησαυρού» των δηναρίων και των γλυπτών τους.
Πέτρος Θέμελης
Ομότιμος Καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης
Κλασική παράδοση και νεωτερικά στοιχεία στην πλαστική της ρωμαϊκής Ελλάδας
Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου Θεσσαλονίκη, 7-9 Μαΐου 2009
* Προέλευση φωτογραφιών: Π. Θέμελης, εταιρεία μεσσηνιακών Αρχαιολογικών σπουδών.
1. Π. Θέμελης, O Δαμοφών και η δραστηριότητά του στην Aρκαδία, στο: W. D. Coulson – O. Palagia (επιμ.), Sculpture from Arcadia and Laconia. Proceedings of an International Conference, Ame rican School of Classical Studies at Athens 10-14 Αpril 1992 (Oxford 1993) 99-109. P. Themelis, Damophon von Messene. Sein Werk im Lichte der neuen Ausgrabungen, AntK 36, 1993, 24-40. P. Themelis, Damophon of Messene. New Evidence, στο: K. Α. Sheedy (επιμ.), Archaeology in the Peloponnese. New Excavations and Research (Oxford 1994) 1-37. P. Themelis, Damophon, στο: O. Palagia – J. J. Pollitt (επιμ.), Personal Styles in Greek Sculpture, YaleClSt 30 (Cambridge 1996) 154-187. Π. Θέμελης, O Δαμοφών στην Kύθνο, στο: λ. Γ. Mενδώνη –A. Mαζαράκης- Αινιάν (επιμ.), Κέα – Κύθνος, ιστορία και αρχαιολογία, Πρακτικά του διεθνούς συμποσίου Κέα – Κύθνος, 22-25 Ιουνίου 1994, μελετήματα 27 (Aθήνα 1998) 437-448. μ. Sève, Le dossier épigraphique du sculpteur Damophon de Messène, Ktema 33, 2008, 117-128. G. Deligiannakis, Two Late-antique Statues from Ancient Messene, BSA 100, 2005, 387-406.
2. W. Dittenberger – K. Purgold, Die Inschriften von Olympia, Olympion (Berlin 1896) 397, 5-6· 398, 4· 399, 5· 400, 4. Παυσ. VI 3, 13· 15, 1· 16, 5. G. Lippold, Die griechische Plastik, HdArch III 1 (München 1950) 380. B. S. Ridgway, Hellenistic Sculpture II (Wisconsin 2000) 259. Mαρτυρείται και ένας ςικυώνιος γλύπτης Πυριλάμπης: G. Maddoli, Pyrilampes, dimenticato scultore di Sicione, e la cronologia di Pyrilampes di Messene, DialA 7,2, 1989, 2, 65-69. τα ονόματα Πυρίλαμπος και Αριστομένης είναι χαραγμένα (grafitti) μαζί με άλλων εφήβων σε ερμαϊκή στήλη από το Γυμνάσιο της μεσσήνης: Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2000, 94-95.
3. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1999, 79-80.
4. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2004, 35-36 εικ. 3, πίν. 15β.
5. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1992, 63-65 εικ. 2, πίν. 22β.
6. IG II2, αρ. 1746, 35· 3782, 4257 (SEG 17, αρ. 78). Πρβ. SEG 21, αρ. 793. J. Overbeck, Die antiken Schriftquellen zur Geschichte der bildenden Künste bei den Griechen (Leipzig 1868) 264 αρ. 1388-1389. Lippold ό.π. (σημ. 2) 367 σημ. 31-33. G. A. Stami res, Greek Inscriptions, Hesperia 26, 1957, 266-268 αρ. 99. Α. Stewart, Attika. Studies in Athenian Sculpture of the Hellenistic Age (Plymouth 1979) 107 αρ. 4. ο μοσχίων, γιος του Δημητρίου, αναφέρεται στην επιγραφή IG II2, αρ. 7323a, ενώ ο Δημήτριος, γιος του μοσχίωνος και εγγονός του Δημητρίου, ήταν κιθαριστής στην Πυθαΐδα του 98/97 π.Χ. (G. Colin, Inscriptions du Trésor des Athéniens, FdD III 2 [Paris 1909-1913] αρ. 48)· πρβ. M. J. Osborne, Naturalization in Athens, 3-4 (Brussels 1983) 119, PT 149. J. S. Traill, Persons of Ancient Athens 1 (Toronto 1994) αρ. 111145-111150. J. Kirchner, Prosopographia Attica 1-2 (Berlin 1901-1903) 3442.
7. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2005, 44, πίν. 25β.
8. IG IV2, αρ. 306C. Stewart ό.π. (σημ. 6) Appendix 157, Period II: 266-210 B.C.
9. Θέμελης ό.π. (σημ. 4) 34.
10. Overbeck ό.π. (σημ. 6) 1585. Lippold ό.π. (σημ. 2) 351. Για την πρακτική της συνεργασίας γλυπτών στα ελληνιστικά χρόνια βλ. V. C. Goodlett, Collaboration in Greek Sculpture: The Literary and Epigraphical Evidence (New York 1989).
11. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1997, 89.
12. J. Marcadé, Recueil des signatures des sculpteurs grecs I (Paris 1953) 110-111.
13. IGV 1, αρ. 1461. Α. ορλάνδος, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1962, 112 αρ. 4, πίν. 112α. SEG 23, αρ. 225. Chr. Habicht, Beiträge zur Prosopographie der hellenistischen Welt, Studii clasice 24, 1986, 96-97. P. Themelis, The Messene Theseus and the Ephe bes, στο: S. Buzzi κ.ά. (επιμ.), Zona Archaeologica. Festschrift für Hans Peter Isler zum 60. Geburtstag (Bonn 2001) 407-419. P. Themelis, Messene, Recent Discoveries (Sculpture), στο: M. Stamatopoulou –M. Yeroulanou (επιμ.), Excavating Classical Culture: Recent Archaeo logical Discoveries in Greece (Oxford 2002) 229- 243.
14. P. Themelis, Artemis Ortheia at Messene, the Epigraphical and the Archaeological Evidence, στο: R. Hägg (επιμ.), Ancient Greek Cult Practice from the Epigraphical Evidence. International Seminar at the Swedish Institute at Athens 22-24 November 1991 (Stockholm 1994) 101-122. Habicht ό.π. (σημ. 13) 97.
15. το όνομα Ἀμμώνιος παραπέμπει στην Αίγυπτο. Γλύπτης με το όνομα Ἀμμώνιος Φειδίου εργαζόταν τον 2ο αι. μ.Χ. στη ρώμη: CIL VI 1, αρ. 857.
16. Kirchner ό.π. (σημ. 6) 5330-5331. A Lexicon of Greek Personal Names, II: Attica (1994) s.v. Eὐβουλίδης (22). Lippold ό.π. (σημ. 2) 366.
17. IG XII 9, αρ. 140. SEG 21, αρ. 773. IG ΙΙ2, αρ. 3474, 3867, 4293-4297. G. Despinis, Studien zur hellenistischen Plastik I. Zwei Künstlerfamilien aus Athen, AM 110, 1995, 321-338.
18. Θέμελης ό.π. (σημ. 2) 86-89. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2001, 87-88. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2002, 46-48, πίν. 39α-44. Π. Θέμελης, Ήρωες και ηρώα στη μεσσήνη (Αθήνα 2000) 96-102.
19. Βλ. τη μονογραφία Γ. Δεσπίνης, Ακρόλιθα (Αθήνα 1975), καθώς και τη νέα εκτενή μελέτη του ίδιου για τα ελληνικά και ρωμαϊκά ακρόλιθα G. Despinis, Zu Akrolithstatuen griechischer und römischer Zeit, NAWG 8, 2004, 245-301· πρβ. E. Häger- Weigel, Griechische Akrolithstatuen des 5. und 4. Jhs v. Chr. (Berlin 1997). C. Marconi, Acrolith and Pseudo-acrolithic Sculpture in Archaic and Classical Greece and the Provenance of the Getty Goddess, στο: B. Gilman (επιμ.), Cult Statue of a Goddess. Summary of Proceedings from a Workshop Held at the Getty Villa, May 9, 2007 (Los Angeles 2007) 4-13· πρβ. Chr. Reusser, Der Fidestempel auf dem Kapitol in Rom und seine Ausstattung, BCom Suppl. 2 (Roma 1993) 166-173. O. Palagia, Berenike II in Athens, στο: P. Schultz – R. von den Hoff (επιμ.), Early Hellenistic Portraiture. Image, Style, Context (New York 2007) 240. H. Kyrieleis, Bildnisse der Ptolemäer, AF 2 (Berlin 1975) 130-136.
20. Για τα πορτρέτα των λουκίου και Γαΐου Καίσαρα βλ. J. Pollini, The Portraiture of Gaius and Lucius Caesar (New York 1987) 43-45, πίν. 51-54. Βλ. και τη βιβλιοκρισία του H. R. Goette, Zu den Bildnissen der Augustus-Enkel, JRA 6, 1993, 303-311. Κ. ρωμιοπούλου, ελληνορωμαϊκά γλυπτά του εθνικού Αρχαιολογικού μουσείου (Αθήνα 1997) 22-23 αρ. 10.
21. Π. Αδάμ-Βελένη, Πέτρες Φλώρινας. Περιήγηση σε μια ελληνιστική πόλη (Θεσσαλονίκη 1998) 42.
22. Kl. Sidiropoulos, A Hoard of Denarii and Early Roman Mes sene, στο: Proceedings of the XIV International Numis ma tic Congress Glasgow 2009 (31 August – 4 September) (υπό εκτύπωση).
23. Βλ. και το σχήμα της δεξιάς παλάμης της πρώτης όρθιας μούσας με διπλό αυλό στην ανάγλυφη πλάκα στο εθνικό μουσείο αρ. ευρ. 216, καθώς και του Απόλλωνα ςαυροκτόνου στο Βατικανό, Museo Pio Clementino, Galleria delle Statue αρ. ευρ. 750: Ν. Καλτσάς – Γ. Δεσπίνης (επιμ.), Πραξιτέλης. Κατάλογος έκθεσης στο εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο, 25 Ιουλίου-31 οκτωβρίου 2007 (Αθήνα 2007) 82-87 (Ν. Καλτσάς) και 126- 127 (Δ. Δαμάσκος).
24. η λέξη παράδειγμα χρησιμοποιείται με την έννοια του μοντέλου: Liddel – Scott – Jones, λ. παράδειγμα. Πλάτων, Τίμαιος 28c. Αριστοτέλης, ἈθηναίωνΠολιτεία 49, 3. IG I2, αρ. 374· 248· IG II2, αρ. 1675 στ. 23. Για τα παραδείγματα των παναθηναϊκών αμφορέων βλ. τελευταία M. Tiverios, Panathenaic Amphoras, στο: O. Palagia – A. Choremi-Spetsieri (επιμ.), The Panathenaic Games (Oxford 2007) 17 με βιβλιογραφία. Για τις έννοιες της λέξης τύπος βλ. Liddel – Scott – Jones.
25. K. D. Morrow, Greek Footwear and the Dating of Sculpture (Madison Wisconsin 1985) 141 και 145-147· πρβ. J. Mertens, The Metropolitan Museum of Art, Greece and Rome (New York 1987) 112 εικ. 82.
26. P. G. Themelis, Die Statuenfunde aus dem Gymnasion von Messene, NüBlA 15, 1998-99, 59-84. P. G. Themelis, Roman Messene: The Gymnasium,στο: O. Salomies (επιμ.), The Greek East in the Roman Context. Proceedings of a Colloquium οrga nized by the Finnish Institute at Athens, May 21 and 22, 1999 (Helsinki 2001) 119-126.
27. η προσαρμογή χωριστά δουλεμένων πελμάτων σε γυναικείες μορφές που φορούν ποδήρη χιτώνα ή πέπλο είναι συνήθης πρακτική και απαντά και στα αγάλματα κορασίδων από το Αρτεμίσιο του Ασκληπιείου της μεσσήνης που χρονολογούνται στον 1ο αι. π.Χ.: Themelis ό.π. (σημ. 14) 101-122· πρβ. Α. Claridge, Ancient τechniques of μaking Joins in μarble Statuary, στο: M. True – J. Podany (επιμ.), Art Historical and Scientific Perspectives on Ancient Sculpture, Papers Delivered at a Symposium Organized by the Departments of Antiquities and Anti - quities Couservation Held at the J. Paul Getty Museum, April 28- 30, 1988 (Malibu 1990) 135-162.
28. Morrow ό.π. (σημ. 24) 144, 15 εικ. 1.
29. V. Poulsen, Les portraits romains I. Glyptothèque Ny Carlsberg (Copenhagen 1962) 55 αρ. 20, πίν. 32. Mertens ό.π. (σημ. 24) 92 εικ. 66 (πορτρέτο ηλικιωμένου άνδρα)· βλ. και το πορτρέτο ώριμου άνδρα (Αιγύπτιου;) στο ίδιο μουσείο της Νέας υόρκης, αρ. ευρ. 21.88.14, G. M. A. Richter, Roman Portraits (New York 1948) αρ. 3. Βιβλιογραφία για τα πορτρέτα της ρεπουμπλικανικής εποχής γενικά βλ. Γ. Δεσπίνης – Θ. ςτεφανίδου-τιβερίου – εμμ. Βουτυράς, Κατάλογος γλυπτών του Αρχαιολογικού μουσείου Θεσσαλονίκης Ι (Θεσσαλονίκη 1997) 87-89 αρ. 66 σημ. 6 (εμμ. Βουτυράς). Για τα πορτρέτα της όψιμης ρεπουμπλικανικής εποχής: E. B. Harrison, Portrait Sculpture, Agora 1 (Princeton 1958) 82-90. W. R. Megow, Republikanische Bildnis-Typen (Frankfurt/Main 2005) 104-106. M. True – K. Hamma (επιμ.), A Passion for Antiquities: Ancient Art from the Collection of Barbara and Lawrence Fleischman, Paul Getty Museum and the Cleveland Museum of Art, October 13, 1994 to January 15, 1995 and February 15 to April 23, 1995 (Malibu 1994) 334- 336 αρ. 177. Βλ. και το πορτρέτο του ηλικιωμένου άνδρα από τη μεσσήνη που δημοσιεύει η Α. Καραπαναγιώτου στον παρόντα τόμο.
30. Θέμελης 2000 ό.π. (σημ. 18) 114-165.
31. ρωμιοπούλου ό.π. (σημ. 20) 28-29 αρ. 15. Α. Giuliano, La ritrattistica dell’ Asia Minore dall’ 89 a.C. al 211 d.C., RIA 8, 1959, 163 εικ. 11-12. H. von Heintze, Die antiken Porträts in Schloss Fasanerie bei Fulda (Mainz 1968) 25 αρ. 17. ο Αγρίππας, σύζυγος της κόρης του οκταβιανού Αυγούστου Ιουλίας, πατέρας των Γαΐου και λουκίου Καίσαρα και ναύαρχος του στόλου του Αυγούστου, οικοδόμησε το γνωστό ωδείο στην Αγορά της Αθήνας και τιμήθηκε ως ευεργέτης το 27 π.Χ., σύμφωνα με την επιγραφή στο επιβλητικό βάθρο μπροστά στην είσοδο της Ακρόπολης, J. μ. Camp, The Athenian Agora: Excavations in the Heart of Classical Athens (London 1986) 184.
32. Ακατέργαστοι πάνω από την ταινία έχουν παραμείνει και οι βόστρυχοι του κεφαλιού της Αφροδίτης (Φρύνης;) από τη ρωμαϊκή Aγορά των Αθηνών: Καλτσάς – Δεσπίνης ό.π. (σημ. 22) 124-125 αρ. 25 (A. Corso).
33. Θέμελης 2002 ό.π. (σημ. 18) 21-55, πίν. 44α-β. A. Corso, The Art of Praxiteles II: The Mature Years (Roma 2007) 85-86, 210 αρ. 51. A. Laronde – E. Queyrel, Un nouveau portrait de Ptolémée III à Apollonia de Cyrénaïque, CRAI 145, 2001, 737- 782. V. M. Strocka, Aphroditekopf in Brescia, JdI 82, 1967, 110- 156.
34. Για την οργάνωση των εργαστηρίων γλυπτικής στα ρωμαϊκά χρόνια βλ. D. A. Colin, The Artists of the Ara Pacis: The Process of Hellenization in Roman Relief Sculpture (Chapel Hill 1979) 31-32.
35. Για τα παραδείγματα και τους τύπους βλ. παραπάνω τη σημ. 24. μοντέλα αυτοκρατορικών πορτρέτων (κατά κανόνα γύψινα) μεταφέρονταν από τη ρώμη στα επαρχιακά κέντρα και αντιγράφονταν από τα τοπικά εργαστήρια: M. Pfanner, Über das Herstellen von Porträts: ein Beitrag zu Rationa lisie rungs - maßnahme und Produktionsmechanismen von Massenware im späten Hellenismus und in der römischen Kaiserzeit, JdI 104, 1989, 157-257. το ίδιο ίσχυε έως έναν βαθμό και για τα πορτρέτα των ιδιωτών: P. Stewart, The Social History of Roman Art (Cambridge 2008) 103.
36. Παρουσιάζουν κάποιες μακρινές αντιστοιχίες με τα είκοσι οκτώ μαρμάρινα χέρια και πόδια που έχουν βρεθεί σε διάφορα σημεία της πόλης της Αφροδισιάδας και που έχουν ερμηνευθεί ως δείγματα εργασίας μαθητευόμενων γλυπτών του 4ου-6ου αι. μ.Χ.: J. A. Van Voorhis, Apprentices’ Pieces and the Training of Sculptors at Aphrodisias, AJA 101, 1997, 175-192.
37. Βλ. σημ. 36. Για την άσκηση μαθητευόμενων τεχνιτών βλ. A. Burford, Craftsmen in Greek and Roman Society (London 1972) 82-93. Για ρωμαϊκά ανάγλυφα με απεικονίσεις εργαζόμενων γλυπτών βλ. G. Zimmer, Römische Berufsdar stellungen, AF 12 (Berlin 1982) 75-83.
38. E. B. Harrison, Αrchaic and Αrchaistic Sculpture, Agora 11 (Princeton 1965) 68, 141 αρ. 110 και 160. μια ενδιαφέρουσα ενότητα υλικού με δείγματα δουλειάς μαθητευόμενων γλυπτών προέρχεται από το εργαστήριο γλυπτικής του τούθμωση στην Tell el-Amarna: M. Waelkens (επιμ.), Pierre éternelle duNil au Rhin. Carrières et préfabrication (Brussels 1990) 215 αρ. 114-115 (μ. Waelkens). D. Arnold, στο: D. Arnold – L. Green – J. P. Allen (επιμ.), The Royal Women of Amarna: Images of Beauty in Ancient Egypt Metropolitan Museum of Art (New York 1996) 41-83.
39. Themelis, στο: Stamatopoulou – Yeroulanou ό.π. (σημ. 13) 229-243. Themelis 2001 ό.π. (σημ. 13) 407-419.
40. L. Migeotte, Réparation des monuments publics à Messène au temps d’Auguste, BCH 190, 1985, 597-607. L. Migeotte, Les souscriptions publiques dans les cités grecques, Hautes études du monde greco-romain, 17 (Genève 1992) 57-58.
41. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1988, 57-58. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1990, 87-91. C. Grand - jean, Les Messéniens de 370/369 au Ier siècle de notre ère. Monnayages et histoire, BCH Suppl. 44 (Athènes 2003) 250, η οποία υποστηρίζει ότι η πρεσβεία ζήτησε από τον τιβέριο να βοηθήσει τους μεσσήνιους στη διένεξη με τη ςπάρτη για τη συνοριακή περιοχή της Δενθελεάτιδος. η έννοια ωστόσο της λέξης ἄτοπα επιβάλλει την απόρριψη της πρότασής της, που είχα παλαιότερα υιοθετήσει· πρβ. και IGVII, αρ. 515, όπου η λέξη ἀτόπημα δηλώνει τον σεισμό που έστειλαν οι θεοί· πρβ. P. Cartledge – A. Spawforth, Hellenistic and Roman Sparta: A Tale of two Cities (London – New York 1989) 105.
42. Mαρτυρείται (IG V 1, αρ. 691 και SEG 11, αρ. 848) ότι o Βεσπασιανός ενίσχυσε τους ςπαρτιάτες οικονομικά, προκειμένου να επισκευάσουν οικοδομήματα που είχαν πάθει ζημιές επίσης από σεισμό: Cartledge – Spowforth ό.π. (σημ. 41) 105.
Η βαριά θλιμμένη έκφραση του κεφαλιού της Μεσσήνης ενδέχεται και στην περίπτωση αυτή να σχετίζεται με τη νεκρική χρήση του αγάλματος, για την οποία προοριζόταν το πορτρέτο. Στη Μεσσήνη ήταν άλλωστε συνηθισμένη, όπως σημειώσαμε, η ανίδρυση μεταθανάτιων ανδριάντων προς τιμήν ευεργετών, μελών κατά κανόνα της τοπικής αριστοκρατίας, intra muros και μάλιστα δίπλα σε πολυσύχναστα δημόσια οικοδομήματα, όπως το Γυμνάσιο.
3. Αρ. ευρ. 12254, ύψ. 0,32 μ. (εικ. 16). Mαρμάρινο κεφάλι νέου άνδρα συμφυές με τον λαιμό που είναι οριζόντια κομμένος και λειασμένος στην κάτω επιφάνεια. Λείπουν το δεξί ρουθούνι και η άκρη της μύτης. Τα μαλλιά είναι διευθετημένα σε κοντούς ανήσυχους βοστρύχους, παρόμοιους με αυτούς του προηγούμενου πορτρέτου, αλλά ελαφρώς εντονότερα έξεργους. Παραδόξως μια λωρίδα μαλλιών στο πίσω μέρος του κρανίου δεν έχει λαξευθεί ή είχε εκ των υστέρων για κάποιον λό γο απολαξευθεί. Το πρόσωπο είναι κάπως τετράγωνο, το πηγούνι μεγάλο προτεταμένο και ιδιαίτερα δυνατό, τα χείλη σαρκώδη, ελαφρώς ανοικτά και θεληματικά, η έκφραση γενικά σοβαρή με έναν τόνο ικανοποίησης.
Δίνει την εντύπωση αθλητή βαρέων αθλημάτων, όπως της πάλης ή του παγκρατίου. Είναι σύγχρονο με το προηγούμενο πορτρέτο με παρούσα και εδώ την ιδεαλιστική τάση της εποχής του Αυγούστου και φαίνεται ότι προέρχεται πιθανότατα από το χέρι του ίδιου γλύπτη με το προηγούμενο πορτρέτο.
4. Αρ. ευρ. 12466, ύψ. 0,42 μ. (εικ. 17). Προτομή Αφροδίτης σε μέγεθος λίγο μεγαλύτερο από το φυσικό, από την οποία λείπει τμήμα από την κορυφή του μετώπου και το άκρο της μύτης. Το κεφάλι είναι συμφυές με μέρος του στέρνου, σκαμμένου από κάτω, όπως στις προτομές. Κλίνει και ταυτόχρονα στρέφει ελαφρά προς τα αριστερά της. Το άνω μέρος του κρανίου είναι λοξά κομμένo για να δεχτεί χωριστά δουλεμένο κομμάτι μαρμάρου, ενώ το κάτω μέρος του πίσω είναι κατακόρυφα κομμένο και λειασμένο και φέρει δύο μικρές οπές τορμίσκων χαμηλά για τη σύνδεση πιθανώς του ελλείποντος κρωβύλου. Έξι παρόμοιες οπές σε σειρά βρίσκονται και χαμηλότερα, στην περιοχή μετάβασης από το κρανίο στον λαιμό. Οπές για την ανάρτηση μεταλλικών ενωτίων υπάρχουν στους λωβούς των αφτιών. Κομμένη και λειασμένη είναι και η πλάτη της προτομής, όπου υπάρχει μεγάλος κυκλικός τόρμος με μέρος μεγάλου σιδερένιου οξειδωμένου γόμφου στη θέση του. Η προτομή προοριζόταν πιθανώς να προσαρμοσθεί και να συνδεθεί με την παρεμβολή του γόμφου σε ασπιδοειδές πλαίσιο ή κατακόρυφη επιφάνεια. Τα μαλλιά είναι διευθετημένα σε κυματοειδείς βοστρύχους που φέρονται προς τα πίσω και συγκρατούνταν με μεταλλική ταινία, όπως δείχνει το σωζόμενο αυλάκι υποδοχής της. Οι έξι οπές τορμίσκων στη βάση του κρανίου φαίνεται ότι δέχονταν μεταλλικούς ήλους για τη στερέωση της μεταλλικής ταινίας στο σημείο αυτό.
Στο άνω και πίσω μέρος του κεφαλιού, πάνω από τη μεταλλική ταινία, οι βόστρυχοι δεν είναι κατεργασμένοι32. Το κεφάλι της Αφροδίτης είχε παραμείνει εν μέρει ημιτελές και λειτουργούσε κατά τη γνώμη μου ως παράδειγμα για παραγγελίες, όπως και τα τρία παραπάνω κεφάλια ανδρικών τύπων. Aποτελεί παραλλαγή του τύπου της Kνιδίας Aφροδίτης του Πραξιτέλη και χρονολογείται, όπως όλα τα παραπάνω γλυπτά στα χρόνια του Aυγούστου, πριν από το +2/4 είναι προϊόν τοπικού εργαστηρίου. Ο A. Corso σημειώνει ότι η Αφροδίτη της Μεσσήνης έχει τα τυπικά μάτια με το διερευνητικό βλέμμα που απαντούν συχνά στην εικονογραφία των ύστερων Πτολεμαίων και καταλήγει ότι το έργο μπορεί κάλλιστα να αποτελεί προϊόν τοπικού εργαστηρίου, όμως είναι επηρεασμένο από την εικονογραφία της αλεξανδρινής αυλής33.
Συμπέρασμα
Tο ενδιαφέρον αυτό και μοναδικό στο είδος του εύρημα έρχεται να επιβεβαιώσει τη συνέχεια της γλυπτικής παράδοσης και την ευμάρεια της πόλης στη διάρκεια της διακυβέρνησης της αυτοκρατορίας από τον Οκταβιανό Αύγουστο. Το οργανωμένο, προφανώς και με μαθητευόμενους εργαστήριο γλυπτικής της Μεσσήνης επιδιδόταν στην κατασκευή τόσο εικονιστικών ανδριάντων όσο και αντιγράφων φημισμένων έργων της κλασικής αρχαιότητας (opera nobilia)34.
Απευθυνόταν στο αισθητήριο και το βαλάντιο μιας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, αποτελούμενης τόσο από εξελληνισμένους Ρωμαίους όσο και από Έλληνες πολίτες που είχαν ασπασθεί τα ρωμαϊκά ήθη και έθιμα. O επί κεφαλής του εργαστηρίου γλύπτης ενδέχεται να είχε προσκληθεί από τις αρχές της πόλης για να εκτελέσει συγκεκριμένη παραγγελία, όπως υποστηρίζουμε παρακάτω. Δεν αποκλείεται βέβαια να ήταν εξελληνισμένος Ρωμαίος, από αυτούς που είχαν εγκατασταθεί στη Mεσσήνη την εποχή του Καίσαρα και μετά τη ναυμαχία στο Άκτιο το -31. O θησαυρός των δηναρίων αποτελούσε μέρος των εισπράξεων της εργασίας του.
Τα γλυπτά που αποκαλύφθηκαν στον αποθέτη του Σταδίου αποτελούν παραδείγματα, μοντέλα δηλαδή τριών διαφορετικών ανδρικών τύπων, ενός ηλικιωμένου, ενός εγγράμματου μεσήλικα και ενός νέου με αδρά αθλητικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά, καθώς επίσης τριών διαφορετικών τύπων άκρων χεριών και κνημών με πέλματα γυμνά ή σανδαλοφόρα. Ήταν προφανώς φυλαγμένα τα έργα στο τοπικό εργαστήριο γλυπτικής βόρεια από το Στάδιο και λειτουργούσαν όπως σημειώσαμε, ως παραδείγματα που διευκόλυναν τους εργαζόμενους, αλλά και τους ενδεχόμενους παραγγελιοδόχους να επιλέξουν τον τύπο κεφαλιού, χεριών και ποδιών που άρμοζε στην κάθε περίπτωση35. Έτσι νομίζω ερμηνεύεται και το γεγονός ότι τοποθετήθηκαν (φυλάχτηκαν) στον αποθέτη μαζί με τα δηνάρια, ως χρήσιμα αντικείμενα του εργαστηρίου. Ο γλύπτης επιθυμούσε προφανώς να ξαναβρεί τα χρήματά του, αλλά και τα μοντέλα αυτά, όταν θα απομακρυνόταν ο κίνδυνος που τον είχε ωθήσει στην απόκρυψή τους. Όλα τα τεχνικά χαρακτηριστικά δείχνουν ότι αποκλείεται να είχαν χρησιμοποιηθεί τα κεφάλια, τα χέρια και τα πόδια αυτά σε αγάλματα, όπως τονίζεται και στην περιγραφή ενός εκάστου παραπάνω36.
Τα πολύ μεταγενέστερα σύνολα της Αφροδισιάδας περιλαμβάνουν μόνο πόδια και ορισμένα χέρια σε πρωταρχικό στάδιο επεξεργασίας και μαθητείας, τα οποία είχαν απορριφθεί ως άχρηστα και δεν είχαν αποθησαυρισθεί37. Μεμονωμένα δείγματα εργασίας μαθητευόμενων γλυπτών έχουν εντοπισθεί σε διάφορες πόλεις του Ελλαδικού χώρου. Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένα Ρωμαϊκά της Αθηναϊκής Αγοράς, όπως το σχεδίασμα ερμαϊκών στηλών σε θραύσματα προγενέστερων γλυπτών, ένα ημίεργο αγαλμάτιο Κριοφόρου και το κεφάλι μιας μικρής Ερμαϊκής στήλης38.
Κατά τη χρονική περίοδο Αυγούστου- Τιβερίου εργαζόταν στη Μεσσήνη ο μαρμαρογλύπτης Απολλώνιος Ερμοδώρου με τον γιο του Δημήτριο από την Αλεξάνδρεια, όπως αναφέρεται παραπάνω. Τρία μάλιστα σημαντικά έργα τους, ο κολοσσιαίος Ηρακλής στον τύπο Farnese-Caserta, ο Ερμής και ο Θησέας είχαν ανιδρυθεί στη δυτική πτέρυγα του Γυμνασίου, λίγα μέτρα δηλαδή νοτιότερα από τον τόπο εύρεσης του αποθέτη με τα δηνάρια και τα γλυπτά-παραδείγματα39. Δεν αποκλείεται επομένως να ανήκαν στους Αλεξανδρινούς καλλιτέχνες τόσο τα δηνάρια όσο και τα κατάλοιπα εργαστηρίου γλυπτικής που αποκαλύφθηκαν βόρεια του Γυμνασίου της Μεσσήνης.
Έτσι θα μπορούσε να δικαιολογηθεί και η Αλεξανδρινή επίδραση που διακρίνει ο Corso στο κεφάλι της Αφροδίτης. Οι Αλεξανδρινοί γλύπτες έσπευσαν να αποθέσουν τα γλυπτά παραδείγματαστον λάκκο- αποθέτη μαζί με τα δηνάρια των εισπράξεών τους, για να τα σώσουν ενδεχομένως από την απειλή μεγάλου σεισμού, ο οποίος συντάραξε τη Μεσσήνη (μεταξύ +2 και +4;) και προκάλεσε σοβαρές καταστροφές σε δημόσια οικοδομήματα. Άλλος λόγος εκτός του σεισμού που να δικαιολογεί την απόκρυψη δεν προκύπτει από τα ιστορικά τουλάχιστον δεδομένα, σε μια εποχή γενικευμένης ειρήνης και ευημερίας όχι μόνο για την πόλη της Μεσσήνης, αλλά και για ολόκληρη την provincia Achaiae.
Ακριβώς στα ύστερα χρόνια του Αυγούστου, με εισφορές είκοσι δύο εύπορων πολιτών, Ελλήνων και Ρωμαίων εξελληνισμένων, λαμβάνουν χώρα επισκευές οικοδομημάτων που είχαν υποστεί ζημιές, σύμφωνα με τη γνωστή επιγραφή από το Σεβαστείο του Ασκληπιείου40. Επισκευές με χρήματα πολιτών έγιναν τότε στην Κρήνη Αρσινόη, το εκκλησιαστήριο, τις στοές του Γυμνασίου και τα εδώλια του Σταδίου, όπως μας πληροφορούν και άλλες επιγραφές, χαραγμένες στην πλειονότητα πάνω στα ίδια τα μνημεία. Σεισμό δηλώνει και η λέξη ἄτοπα στον στίχο 41 της επιγραφής SEG41, αρ. 328 (= SEG 42, αρ. 344) του +14, η οποία ήλθε στο φως το 1988 στο Σεβαστείο του Ασκληπιείου. Αναφέρεται μεταξύ άλλων η επιγραφή στην αποστολή πρεσβείας Μεσσηνίων στον αυτοκράτορα Τιβέριο στη Ρώμη, μόλις αυτός είχε αναλάβει τα καθήκοντά του το έτος +14, αμέσως μετά τον θάνατο του θεοῦ Αυγούστου, ο οποίος ως γνωστόν δεν έτρεφε ιδιαίτερα φιλικά αισθήματα προς τους Μεσσήνιους, επειδή είχαν ταχθεί με το μέρος του Αντωνίου στο Άκτιο, αλλά ούτε και προς τον Τιβέριο, γιο της συζύγου του Λιβίας από τον πρώτο της γάμο, τον οποίο είχε αναγκασθεί να υιοθετήσει μετά τον θάνατο του Γαΐου και του Λουκίου το +2/4. Η μεσσηνιακή πρεσβεία, σύμφωνα με την επιγραφή, ζητά από τον αυτοκράτορα Τιβέριο ἔλεος, προκειμένου να προχωρήσουν οι Μεσσήνιοι στις επισκευές των οικοδομημάτων που είχαν θιγεί από τα ἄτοπα (του γαιήοχου θεού των σεισμών Ποσειδώνα) 41.
Οι επισκευές, οι προγραμματισμένες να γίνουν στα χρόνια του Αυγούστου, φαίνεται ότι δεν είχαν ολοκληρωθεί, λόγω του χαμηλού ποσού που είχε συγκεντρωθεί από τις εισφορές των Μεσσήνιων πολιτών, οπότε κρίθηκε αναγκαίο να ζητηθεί συμπληρωματική χρηματοδότηση από το αυτοκρατορικό ταμείο42. Δεν γνωρίζουμε αν οι Μεσσήνιοι πρέσβεις επέστρεψαν στην πατρίδα με άδεια χέρια ή με καλά νέα για οικονομική υποστήριξη του αυτοκράτορα Τιβέριου, τα οικοδομήματα πάντως επισκευάστηκαν, όπως αποδεικνύεται από τα ανασκαφικά δεδομένα. Οι καλλιτέχνες μας ωστόσο δεν επέστρεψαν σε αναζήτηση του «θησαυρού» των δηναρίων και των γλυπτών τους.
Πέτρος Θέμελης
Ομότιμος Καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης
Κλασική παράδοση και νεωτερικά στοιχεία στην πλαστική της ρωμαϊκής Ελλάδας
Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου Θεσσαλονίκη, 7-9 Μαΐου 2009
* Προέλευση φωτογραφιών: Π. Θέμελης, εταιρεία μεσσηνιακών Αρχαιολογικών σπουδών.
1. Π. Θέμελης, O Δαμοφών και η δραστηριότητά του στην Aρκαδία, στο: W. D. Coulson – O. Palagia (επιμ.), Sculpture from Arcadia and Laconia. Proceedings of an International Conference, Ame rican School of Classical Studies at Athens 10-14 Αpril 1992 (Oxford 1993) 99-109. P. Themelis, Damophon von Messene. Sein Werk im Lichte der neuen Ausgrabungen, AntK 36, 1993, 24-40. P. Themelis, Damophon of Messene. New Evidence, στο: K. Α. Sheedy (επιμ.), Archaeology in the Peloponnese. New Excavations and Research (Oxford 1994) 1-37. P. Themelis, Damophon, στο: O. Palagia – J. J. Pollitt (επιμ.), Personal Styles in Greek Sculpture, YaleClSt 30 (Cambridge 1996) 154-187. Π. Θέμελης, O Δαμοφών στην Kύθνο, στο: λ. Γ. Mενδώνη –A. Mαζαράκης- Αινιάν (επιμ.), Κέα – Κύθνος, ιστορία και αρχαιολογία, Πρακτικά του διεθνούς συμποσίου Κέα – Κύθνος, 22-25 Ιουνίου 1994, μελετήματα 27 (Aθήνα 1998) 437-448. μ. Sève, Le dossier épigraphique du sculpteur Damophon de Messène, Ktema 33, 2008, 117-128. G. Deligiannakis, Two Late-antique Statues from Ancient Messene, BSA 100, 2005, 387-406.
2. W. Dittenberger – K. Purgold, Die Inschriften von Olympia, Olympion (Berlin 1896) 397, 5-6· 398, 4· 399, 5· 400, 4. Παυσ. VI 3, 13· 15, 1· 16, 5. G. Lippold, Die griechische Plastik, HdArch III 1 (München 1950) 380. B. S. Ridgway, Hellenistic Sculpture II (Wisconsin 2000) 259. Mαρτυρείται και ένας ςικυώνιος γλύπτης Πυριλάμπης: G. Maddoli, Pyrilampes, dimenticato scultore di Sicione, e la cronologia di Pyrilampes di Messene, DialA 7,2, 1989, 2, 65-69. τα ονόματα Πυρίλαμπος και Αριστομένης είναι χαραγμένα (grafitti) μαζί με άλλων εφήβων σε ερμαϊκή στήλη από το Γυμνάσιο της μεσσήνης: Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2000, 94-95.
3. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1999, 79-80.
4. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2004, 35-36 εικ. 3, πίν. 15β.
5. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1992, 63-65 εικ. 2, πίν. 22β.
6. IG II2, αρ. 1746, 35· 3782, 4257 (SEG 17, αρ. 78). Πρβ. SEG 21, αρ. 793. J. Overbeck, Die antiken Schriftquellen zur Geschichte der bildenden Künste bei den Griechen (Leipzig 1868) 264 αρ. 1388-1389. Lippold ό.π. (σημ. 2) 367 σημ. 31-33. G. A. Stami res, Greek Inscriptions, Hesperia 26, 1957, 266-268 αρ. 99. Α. Stewart, Attika. Studies in Athenian Sculpture of the Hellenistic Age (Plymouth 1979) 107 αρ. 4. ο μοσχίων, γιος του Δημητρίου, αναφέρεται στην επιγραφή IG II2, αρ. 7323a, ενώ ο Δημήτριος, γιος του μοσχίωνος και εγγονός του Δημητρίου, ήταν κιθαριστής στην Πυθαΐδα του 98/97 π.Χ. (G. Colin, Inscriptions du Trésor des Athéniens, FdD III 2 [Paris 1909-1913] αρ. 48)· πρβ. M. J. Osborne, Naturalization in Athens, 3-4 (Brussels 1983) 119, PT 149. J. S. Traill, Persons of Ancient Athens 1 (Toronto 1994) αρ. 111145-111150. J. Kirchner, Prosopographia Attica 1-2 (Berlin 1901-1903) 3442.
7. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2005, 44, πίν. 25β.
8. IG IV2, αρ. 306C. Stewart ό.π. (σημ. 6) Appendix 157, Period II: 266-210 B.C.
9. Θέμελης ό.π. (σημ. 4) 34.
10. Overbeck ό.π. (σημ. 6) 1585. Lippold ό.π. (σημ. 2) 351. Για την πρακτική της συνεργασίας γλυπτών στα ελληνιστικά χρόνια βλ. V. C. Goodlett, Collaboration in Greek Sculpture: The Literary and Epigraphical Evidence (New York 1989).
11. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1997, 89.
12. J. Marcadé, Recueil des signatures des sculpteurs grecs I (Paris 1953) 110-111.
13. IGV 1, αρ. 1461. Α. ορλάνδος, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1962, 112 αρ. 4, πίν. 112α. SEG 23, αρ. 225. Chr. Habicht, Beiträge zur Prosopographie der hellenistischen Welt, Studii clasice 24, 1986, 96-97. P. Themelis, The Messene Theseus and the Ephe bes, στο: S. Buzzi κ.ά. (επιμ.), Zona Archaeologica. Festschrift für Hans Peter Isler zum 60. Geburtstag (Bonn 2001) 407-419. P. Themelis, Messene, Recent Discoveries (Sculpture), στο: M. Stamatopoulou –M. Yeroulanou (επιμ.), Excavating Classical Culture: Recent Archaeo logical Discoveries in Greece (Oxford 2002) 229- 243.
14. P. Themelis, Artemis Ortheia at Messene, the Epigraphical and the Archaeological Evidence, στο: R. Hägg (επιμ.), Ancient Greek Cult Practice from the Epigraphical Evidence. International Seminar at the Swedish Institute at Athens 22-24 November 1991 (Stockholm 1994) 101-122. Habicht ό.π. (σημ. 13) 97.
15. το όνομα Ἀμμώνιος παραπέμπει στην Αίγυπτο. Γλύπτης με το όνομα Ἀμμώνιος Φειδίου εργαζόταν τον 2ο αι. μ.Χ. στη ρώμη: CIL VI 1, αρ. 857.
16. Kirchner ό.π. (σημ. 6) 5330-5331. A Lexicon of Greek Personal Names, II: Attica (1994) s.v. Eὐβουλίδης (22). Lippold ό.π. (σημ. 2) 366.
17. IG XII 9, αρ. 140. SEG 21, αρ. 773. IG ΙΙ2, αρ. 3474, 3867, 4293-4297. G. Despinis, Studien zur hellenistischen Plastik I. Zwei Künstlerfamilien aus Athen, AM 110, 1995, 321-338.
18. Θέμελης ό.π. (σημ. 2) 86-89. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2001, 87-88. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 2002, 46-48, πίν. 39α-44. Π. Θέμελης, Ήρωες και ηρώα στη μεσσήνη (Αθήνα 2000) 96-102.
19. Βλ. τη μονογραφία Γ. Δεσπίνης, Ακρόλιθα (Αθήνα 1975), καθώς και τη νέα εκτενή μελέτη του ίδιου για τα ελληνικά και ρωμαϊκά ακρόλιθα G. Despinis, Zu Akrolithstatuen griechischer und römischer Zeit, NAWG 8, 2004, 245-301· πρβ. E. Häger- Weigel, Griechische Akrolithstatuen des 5. und 4. Jhs v. Chr. (Berlin 1997). C. Marconi, Acrolith and Pseudo-acrolithic Sculpture in Archaic and Classical Greece and the Provenance of the Getty Goddess, στο: B. Gilman (επιμ.), Cult Statue of a Goddess. Summary of Proceedings from a Workshop Held at the Getty Villa, May 9, 2007 (Los Angeles 2007) 4-13· πρβ. Chr. Reusser, Der Fidestempel auf dem Kapitol in Rom und seine Ausstattung, BCom Suppl. 2 (Roma 1993) 166-173. O. Palagia, Berenike II in Athens, στο: P. Schultz – R. von den Hoff (επιμ.), Early Hellenistic Portraiture. Image, Style, Context (New York 2007) 240. H. Kyrieleis, Bildnisse der Ptolemäer, AF 2 (Berlin 1975) 130-136.
20. Για τα πορτρέτα των λουκίου και Γαΐου Καίσαρα βλ. J. Pollini, The Portraiture of Gaius and Lucius Caesar (New York 1987) 43-45, πίν. 51-54. Βλ. και τη βιβλιοκρισία του H. R. Goette, Zu den Bildnissen der Augustus-Enkel, JRA 6, 1993, 303-311. Κ. ρωμιοπούλου, ελληνορωμαϊκά γλυπτά του εθνικού Αρχαιολογικού μουσείου (Αθήνα 1997) 22-23 αρ. 10.
21. Π. Αδάμ-Βελένη, Πέτρες Φλώρινας. Περιήγηση σε μια ελληνιστική πόλη (Θεσσαλονίκη 1998) 42.
22. Kl. Sidiropoulos, A Hoard of Denarii and Early Roman Mes sene, στο: Proceedings of the XIV International Numis ma tic Congress Glasgow 2009 (31 August – 4 September) (υπό εκτύπωση).
23. Βλ. και το σχήμα της δεξιάς παλάμης της πρώτης όρθιας μούσας με διπλό αυλό στην ανάγλυφη πλάκα στο εθνικό μουσείο αρ. ευρ. 216, καθώς και του Απόλλωνα ςαυροκτόνου στο Βατικανό, Museo Pio Clementino, Galleria delle Statue αρ. ευρ. 750: Ν. Καλτσάς – Γ. Δεσπίνης (επιμ.), Πραξιτέλης. Κατάλογος έκθεσης στο εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο, 25 Ιουλίου-31 οκτωβρίου 2007 (Αθήνα 2007) 82-87 (Ν. Καλτσάς) και 126- 127 (Δ. Δαμάσκος).
24. η λέξη παράδειγμα χρησιμοποιείται με την έννοια του μοντέλου: Liddel – Scott – Jones, λ. παράδειγμα. Πλάτων, Τίμαιος 28c. Αριστοτέλης, ἈθηναίωνΠολιτεία 49, 3. IG I2, αρ. 374· 248· IG II2, αρ. 1675 στ. 23. Για τα παραδείγματα των παναθηναϊκών αμφορέων βλ. τελευταία M. Tiverios, Panathenaic Amphoras, στο: O. Palagia – A. Choremi-Spetsieri (επιμ.), The Panathenaic Games (Oxford 2007) 17 με βιβλιογραφία. Για τις έννοιες της λέξης τύπος βλ. Liddel – Scott – Jones.
25. K. D. Morrow, Greek Footwear and the Dating of Sculpture (Madison Wisconsin 1985) 141 και 145-147· πρβ. J. Mertens, The Metropolitan Museum of Art, Greece and Rome (New York 1987) 112 εικ. 82.
26. P. G. Themelis, Die Statuenfunde aus dem Gymnasion von Messene, NüBlA 15, 1998-99, 59-84. P. G. Themelis, Roman Messene: The Gymnasium,στο: O. Salomies (επιμ.), The Greek East in the Roman Context. Proceedings of a Colloquium οrga nized by the Finnish Institute at Athens, May 21 and 22, 1999 (Helsinki 2001) 119-126.
27. η προσαρμογή χωριστά δουλεμένων πελμάτων σε γυναικείες μορφές που φορούν ποδήρη χιτώνα ή πέπλο είναι συνήθης πρακτική και απαντά και στα αγάλματα κορασίδων από το Αρτεμίσιο του Ασκληπιείου της μεσσήνης που χρονολογούνται στον 1ο αι. π.Χ.: Themelis ό.π. (σημ. 14) 101-122· πρβ. Α. Claridge, Ancient τechniques of μaking Joins in μarble Statuary, στο: M. True – J. Podany (επιμ.), Art Historical and Scientific Perspectives on Ancient Sculpture, Papers Delivered at a Symposium Organized by the Departments of Antiquities and Anti - quities Couservation Held at the J. Paul Getty Museum, April 28- 30, 1988 (Malibu 1990) 135-162.
28. Morrow ό.π. (σημ. 24) 144, 15 εικ. 1.
29. V. Poulsen, Les portraits romains I. Glyptothèque Ny Carlsberg (Copenhagen 1962) 55 αρ. 20, πίν. 32. Mertens ό.π. (σημ. 24) 92 εικ. 66 (πορτρέτο ηλικιωμένου άνδρα)· βλ. και το πορτρέτο ώριμου άνδρα (Αιγύπτιου;) στο ίδιο μουσείο της Νέας υόρκης, αρ. ευρ. 21.88.14, G. M. A. Richter, Roman Portraits (New York 1948) αρ. 3. Βιβλιογραφία για τα πορτρέτα της ρεπουμπλικανικής εποχής γενικά βλ. Γ. Δεσπίνης – Θ. ςτεφανίδου-τιβερίου – εμμ. Βουτυράς, Κατάλογος γλυπτών του Αρχαιολογικού μουσείου Θεσσαλονίκης Ι (Θεσσαλονίκη 1997) 87-89 αρ. 66 σημ. 6 (εμμ. Βουτυράς). Για τα πορτρέτα της όψιμης ρεπουμπλικανικής εποχής: E. B. Harrison, Portrait Sculpture, Agora 1 (Princeton 1958) 82-90. W. R. Megow, Republikanische Bildnis-Typen (Frankfurt/Main 2005) 104-106. M. True – K. Hamma (επιμ.), A Passion for Antiquities: Ancient Art from the Collection of Barbara and Lawrence Fleischman, Paul Getty Museum and the Cleveland Museum of Art, October 13, 1994 to January 15, 1995 and February 15 to April 23, 1995 (Malibu 1994) 334- 336 αρ. 177. Βλ. και το πορτρέτο του ηλικιωμένου άνδρα από τη μεσσήνη που δημοσιεύει η Α. Καραπαναγιώτου στον παρόντα τόμο.
30. Θέμελης 2000 ό.π. (σημ. 18) 114-165.
31. ρωμιοπούλου ό.π. (σημ. 20) 28-29 αρ. 15. Α. Giuliano, La ritrattistica dell’ Asia Minore dall’ 89 a.C. al 211 d.C., RIA 8, 1959, 163 εικ. 11-12. H. von Heintze, Die antiken Porträts in Schloss Fasanerie bei Fulda (Mainz 1968) 25 αρ. 17. ο Αγρίππας, σύζυγος της κόρης του οκταβιανού Αυγούστου Ιουλίας, πατέρας των Γαΐου και λουκίου Καίσαρα και ναύαρχος του στόλου του Αυγούστου, οικοδόμησε το γνωστό ωδείο στην Αγορά της Αθήνας και τιμήθηκε ως ευεργέτης το 27 π.Χ., σύμφωνα με την επιγραφή στο επιβλητικό βάθρο μπροστά στην είσοδο της Ακρόπολης, J. μ. Camp, The Athenian Agora: Excavations in the Heart of Classical Athens (London 1986) 184.
32. Ακατέργαστοι πάνω από την ταινία έχουν παραμείνει και οι βόστρυχοι του κεφαλιού της Αφροδίτης (Φρύνης;) από τη ρωμαϊκή Aγορά των Αθηνών: Καλτσάς – Δεσπίνης ό.π. (σημ. 22) 124-125 αρ. 25 (A. Corso).
33. Θέμελης 2002 ό.π. (σημ. 18) 21-55, πίν. 44α-β. A. Corso, The Art of Praxiteles II: The Mature Years (Roma 2007) 85-86, 210 αρ. 51. A. Laronde – E. Queyrel, Un nouveau portrait de Ptolémée III à Apollonia de Cyrénaïque, CRAI 145, 2001, 737- 782. V. M. Strocka, Aphroditekopf in Brescia, JdI 82, 1967, 110- 156.
34. Για την οργάνωση των εργαστηρίων γλυπτικής στα ρωμαϊκά χρόνια βλ. D. A. Colin, The Artists of the Ara Pacis: The Process of Hellenization in Roman Relief Sculpture (Chapel Hill 1979) 31-32.
35. Για τα παραδείγματα και τους τύπους βλ. παραπάνω τη σημ. 24. μοντέλα αυτοκρατορικών πορτρέτων (κατά κανόνα γύψινα) μεταφέρονταν από τη ρώμη στα επαρχιακά κέντρα και αντιγράφονταν από τα τοπικά εργαστήρια: M. Pfanner, Über das Herstellen von Porträts: ein Beitrag zu Rationa lisie rungs - maßnahme und Produktionsmechanismen von Massenware im späten Hellenismus und in der römischen Kaiserzeit, JdI 104, 1989, 157-257. το ίδιο ίσχυε έως έναν βαθμό και για τα πορτρέτα των ιδιωτών: P. Stewart, The Social History of Roman Art (Cambridge 2008) 103.
36. Παρουσιάζουν κάποιες μακρινές αντιστοιχίες με τα είκοσι οκτώ μαρμάρινα χέρια και πόδια που έχουν βρεθεί σε διάφορα σημεία της πόλης της Αφροδισιάδας και που έχουν ερμηνευθεί ως δείγματα εργασίας μαθητευόμενων γλυπτών του 4ου-6ου αι. μ.Χ.: J. A. Van Voorhis, Apprentices’ Pieces and the Training of Sculptors at Aphrodisias, AJA 101, 1997, 175-192.
37. Βλ. σημ. 36. Για την άσκηση μαθητευόμενων τεχνιτών βλ. A. Burford, Craftsmen in Greek and Roman Society (London 1972) 82-93. Για ρωμαϊκά ανάγλυφα με απεικονίσεις εργαζόμενων γλυπτών βλ. G. Zimmer, Römische Berufsdar stellungen, AF 12 (Berlin 1982) 75-83.
38. E. B. Harrison, Αrchaic and Αrchaistic Sculpture, Agora 11 (Princeton 1965) 68, 141 αρ. 110 και 160. μια ενδιαφέρουσα ενότητα υλικού με δείγματα δουλειάς μαθητευόμενων γλυπτών προέρχεται από το εργαστήριο γλυπτικής του τούθμωση στην Tell el-Amarna: M. Waelkens (επιμ.), Pierre éternelle duNil au Rhin. Carrières et préfabrication (Brussels 1990) 215 αρ. 114-115 (μ. Waelkens). D. Arnold, στο: D. Arnold – L. Green – J. P. Allen (επιμ.), The Royal Women of Amarna: Images of Beauty in Ancient Egypt Metropolitan Museum of Art (New York 1996) 41-83.
39. Themelis, στο: Stamatopoulou – Yeroulanou ό.π. (σημ. 13) 229-243. Themelis 2001 ό.π. (σημ. 13) 407-419.
40. L. Migeotte, Réparation des monuments publics à Messène au temps d’Auguste, BCH 190, 1985, 597-607. L. Migeotte, Les souscriptions publiques dans les cités grecques, Hautes études du monde greco-romain, 17 (Genève 1992) 57-58.
41. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1988, 57-58. Π. Θέμελης, Ανασκαφή μεσσήνης, ΠΑε 1990, 87-91. C. Grand - jean, Les Messéniens de 370/369 au Ier siècle de notre ère. Monnayages et histoire, BCH Suppl. 44 (Athènes 2003) 250, η οποία υποστηρίζει ότι η πρεσβεία ζήτησε από τον τιβέριο να βοηθήσει τους μεσσήνιους στη διένεξη με τη ςπάρτη για τη συνοριακή περιοχή της Δενθελεάτιδος. η έννοια ωστόσο της λέξης ἄτοπα επιβάλλει την απόρριψη της πρότασής της, που είχα παλαιότερα υιοθετήσει· πρβ. και IGVII, αρ. 515, όπου η λέξη ἀτόπημα δηλώνει τον σεισμό που έστειλαν οι θεοί· πρβ. P. Cartledge – A. Spawforth, Hellenistic and Roman Sparta: A Tale of two Cities (London – New York 1989) 105.
42. Mαρτυρείται (IG V 1, αρ. 691 και SEG 11, αρ. 848) ότι o Βεσπασιανός ενίσχυσε τους ςπαρτιάτες οικονομικά, προκειμένου να επισκευάσουν οικοδομήματα που είχαν πάθει ζημιές επίσης από σεισμό: Cartledge – Spowforth ό.π. (σημ. 41) 105.