Η Οικία των Κεράμων
Η οικία των Κεράμων είναι το μόνο συμπληρωμένο κτίριο της Πρωτοελλαδικής Περιόδου στη Λέρνα. Μικρότερες οικίες δεν βρέθηκαν πουθενά γύρω της. Πήρε το όνομά της από το μεγάλο αριθμό των πεσμένων κεραμιδιών στέγης, που ήταν από τερακότα και γαλαζοπράσινες σχιστόπλακες, και τα οποία έπεσαν μέσα στο κτίριο, όταν τελικά κατεστράφη από πυρκαϊά και κατέρρευσε. Το μήκος είναι υπερδιπλάσιο από το πλάτος (25 μ. Χ 12 μ.) με θύρες και στις τέσσερις πλευρές. Το ισόγειο αποτελείται ουσιαστικά από δύο μεγάλα ξεχωριστά δωμάτια περιβαλλόμενα από διαδρόμους.
Αυτοί οι διάδρομοι διατρέχουν όλο το μήκος του κτιρίου κι από τις δύο πλευρές. Μικρό μέρος των διαδρόμων κλείστηκε με τοίχο για να σχηματίσει μικρά δωμάτια, σε μερικά από τα οποία θα μπορούσες να μπεις μόνο απ' έξω, ή κλιμακοστάσια για το πάνω πάτωμα. Μια λεία επιφάνεια κίτρινου πηλού κάλυπτε ολόγυρα το κτίριο εξωτερικά, το δε ισόγειο και εσωτερικά. Πεζούλια (ή "θρανία") από ερυθρό πηλό στήθηκαν κατά μήκος της εξωτερικής όψης των μακρών τοίχων, βόρειου και νότιου. Η στέγη έχει μια βαθμιδωτή κλίση. Τα κεραμίδια από τερακότα (λίγο πιο χοντροφτιαγμένα απ' ότι στην πρωιμότερη περίοδο) τοποθετήθηκαν χωρίς στερεώσεις σ' ένα στρώμα πηλού και οι σχιστόπλακες χρησιμοποιήθηκαν στα γείσα, όπου το νερό έτρεχε πιο ορμητικό.
Στο εσωτερικό της Οικίας, οι τοίχοι του κάτω πατώματος επαλείφτηκαν μ' ερυθρωπό κονίαμα ή γυψομάρμαρο (στόκο) και μ' ένα χτενοειδές εργαλείο αγρίεψαν την επιφάνειά του με σκοπό να ακολουθήσει η τελική επάλειψη με λείο γύψο, πράγμα που δεν έγινε ποτέ. Οι τοίχοι ολοκληρώθηκαν μόνον επάνω από τις σκάλες. Το πιο μεγάλο διαμέρισμα (6,43 μ. Χ 8,05 μ.) προς την ανατολή και τη θάλασσα, ετοιμάστηκε με μια "σίγουρη, ισορροπημένη καλαισθησία" αναφέρει ο ανασκαφέας. Τοίχοι με επάλειψη γυψομαρμάρου έφεραν εγχαράξεις με ορθογώνια σχέδια. Οι θύρες έφεραν θυρώματα με ξύλινη επένδυση, επιφανειακά εξισωμένα με την επιφάνεια των από ωμές πλίνθους τοίχων, οι οποίοι είχαν αρκετό πάχος. Οι σκάλες ήταν ξύλινες με επένδυση πηλού, με γερά πήλινα πλατύσκαλα. Θα πρέπει να υπήρχαν παράθυρα για να φωτίζουν τα μεγάλα εσωτερικά διαμερίσματα. Το κτίριο έχει κατασκευασθεί επάνω σ' ένα στέρεο κρηπίδωμα από λίθους. Όταν κάηκε η Οικία των Κεράμων ήταν ουσιαστικά άδεια. Μόνο λίγα εμβαμματοδοχεία και σφραγίσματα δείχνουν ότι κάποτε χρησιμοποιήθηκε.
Μέσα στην Οικία των Κεράμων βρέθηκαν 124 τεμάχια, από 70 διαφορετικές σφραγίδες. Η ποικιλία που εμφανίζουν είναι εκπληκτική. Συγκρινόμενα με την ποιότητα των ΠΕ αγγείων, η αίσθηση που προκαλούν τα σχέδιά τους υπερβαίνει τις προσδοκίες μας. Γραμμικά σχέδια που σχηματίζουν γωνίες, καμπυλώσεις και οδοντώσεις, περιβάλλουν τα κεντρικά θέματα, που απεικονίζουν μονές ή διπλές θηλιές, πολύπλοκα σπειροειδή σχήματα, αγκυλωτούς σταυρούς και μαιάνδρους, τριφυλλόσχημα κι άλλα αφηρημένα φυτικά μοτίβα κι ακόμη τις πιο νατουραλιστικές μορφές αράχνης ή πρόχου. Το κάθε σχέδιο διακρίνεται σαφώς από τα υπόλοιπα, αν και μπορεί να παρουσιάζει μιαν ομοιότητα στην καταγωγή με άλλα σχέδια. Τα σφραγίσματα της Λέρνας εγγυώνται την ύπαρξη μια τοπικής σχολής Αργείων σφραγιδογλύφων των οποίων η προτίμηση στη συμμετρία και αυτοτέλεια των γεωμετρικών μορφών αντανακλάται σε μεγαλύτερη κλίμακα στην αρχιτεκτονική. Κάπου - κάπου, ένας κύλινδρος ή μια σφραγίδα χρησιμοποιείται για την αποτύπωση πάνω σε νωπό πηλό ενός σχεδίου, για να διακοσμήσει ένα αγγείο ή μια εστία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από τη Λέρνα έχει συνεχείς σπείρες και στα διάκενα ζώα, των οποίων τα περιγράμματα αποδίδονται με γωνίες. Είναι περίεργο ότι ο ίδιος κύλινδρος χρησιμοποιήθηκε και σ' ένα άλλο αγγείο που βρέθηκε στην Τίρυνθα, καθώς και σ' ένα στις Ζυγουριές. Και οι τρεις αυτές πόλεις είχαν υπό την προστασία τους το ίδιο εργαστήριο, ίσως την ίδια χρονιά.
Ο οικισμός της Μέσης Χαλκοκρατίας αντιπροσωπεύεται από τις περιόδους VA έως VII και χτίστηκε επάνω στα ερείπια ενός πολύ σημαντικού πρωτοελλαδικού οικισμού. Η μεσοελλαδική οικοδόμηση κάλυψε τον ίδιο οικιστικό χώρο με εξαίρεση τα ερείπια της Οικίας των Κεράμων, τα οποία διατηρήθηκαν ανέπαφα, ενώ επάνω τους κατασκευάστηκε ένας τεχνητός τύμβος. Στην αρχιτεκτονική των μεσοελλαδικών περιόδων αντιπροσωπεύεται τόσο ο ορθογώνιος, όσο και ο αψιδωτός τύπος κτιρίου.
Το αψιδωτό κτίριο 19 χτίστηκε σε διαδοχικές οικοδομικές φάσεις μέχρι την αντικατάστασή του από το επίσης αψιδωτό κτίριο 20. Στο κλειστό οικοδομικό συγκρότημα 21, το οποίο ανήκει στην περίοδο VA, περιλαμβάνονται το κυρίως σπίτι που είχε αψιδωτό σχήμα, ένας ξεχωριστός χώρος μαγειρείου, μια αυλή, ένας αχυρώνας και ένας αποθηκευτικός χώρος με μεγάλα πιθάρια.
Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των μεσοελλαδικών στρωμάτων της Λέρνας είναι οι τάφοι που ξεπερνούν τους 200. Πολλοί τάφοι ήταν ακτέριστοι, ενώ οι περισσότεροι περιείχαν ελάχιστες νεκρικές προσφορές. Οι υστερότεροι τάφοι ανήκουν στο λακοειδή τύπο και ήταν πλούσιοι σε κτερίσματα. Από τη μελέτη του οστεολογικού υλικού της Λέρνας έχουν προκύψει σημαντικά ανθρωπολογικά αποτελέσματα που μας διαφωτίζουν για το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων της Μεσοελλαδικής εποχής.
Κατά την περίοδο VA εμφανίστηκαν στη Λέρνα πλήρως διαμορφωμένα τα χαρακτηριστικά της μεσοελλαδικής παραγωγής, νέοι κεραμικοί ρυθμοί, νέοι τύποι εργαλείων αλλά και αρκετά εισηγμένα αντικείμενα κυκλαδικής και κρητικής προέλευσης. Οι έντονες ξένες επιδράσεις στη ντόπια παραγωγή και το αυξημένο ποσοστό των εισαγωγών εξηγούνται από τη θέση της Λέρνας κοντά στον Αργολικό κόλπο που διευκόλυνε την επικοινωνία με τα κέντρα του θαλάσσιου εμπορίου.
Από τη μελέτη της στρωματογραφίας της Λέρνας προέκυψαν δύο σημαντικά στοιχεία για το χαρακτήρα και την εξέλιξη του μεσοελλαδικού πολιτισμού. Η μετάβαση από την Πρώιμη στη Μέση Χαλκοκρατία φαίνεται ότι ήταν ομαλή και δε σηματοδοτείται από βίαιες καταστροφές., ενώ η μινυακή κεραμική, η χαρακτηριστικότερη από τις μεσοελλαδικές κατηγορίες κεραμικής, είχε εμφανιστεί εκεί ήδη από την Πρωτοελλαδική ΙΙΙ περίοδο.
Στη φάση ΙΙΙC ο οικισμός της Λέρνας ένας από τους ισχυρότερους οικισμούς της Αργολικής πεδιάδας κατά την ύστερη Πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο, προστατεύεται από οχυρωματικό περίβολο.
Ο κύριος κορμός της οχύρωσης αποτελούνταν από δύο ευθύγραμμους παράλληλους τοίχους, στο ενδιάμεσο διάστημα των οποίων σχηματιζόταν, με τη χρήση εγκάρσιων τοίχων, μικρά δωμάτια, κατάλληλα για κατοίκηση και αποθήκευση. Στο σύστημα αυτό οχύρωσης που είναι γνωστό ως "casemate walls", προεξείχαν δύο πεταλόσχημοι πύργοι. Ο ένας από αυτούς ήταν συμπαγής λίθινη κατασκευή, ενώ στον άλλον είχε δημιουργηθεί μια προστατευμένη είσοδος προς τον οικισμό. Δυτικότερα από τους πεταλόσχημους πύργους υπήρχε μια απλή δίοδος, ανοιγμένη στα ευθύγραμμα τμήματα του τείχους.