.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Η Προϊστορική Ολυμπία και οι αγώνες των Ελλήνων στα Προϊστορικά χρόνια


 Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι για ακόμη μιά φορά η μυθολογία των Ελλήνων αποδεικνύεται ιστορικά ακριβής. Η απόδοση της ίδρυσης των αγώνων στην πανάρχαια εποχή του Πέλοπα, -3000, επιβεβαιώνεται. Η συνέχιση των αγώνων από του Ηρακλείδες, -1200, επίσης επιβεβαιώνεται από τα ευρήματα. Δεν γνωρίζουμε αν οι αγώνες και τα λατρευτικά δρώμενα στην αρχαία Ολυμπία των προϊστορικών χρόνων είχαν την πανελλήνια εμβέλεια αυτών της ιστορικής εποχής, αλλά είναι σίγουρο ότι η προϊστορική Ολυμπία ήταν πανάρχαιο λατρευτικό κέντρο όπου οι Έλληνες τελούσαν και αθλητικούς αγώνες. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι η χρονολόγηση των πρώτων Ολυμπιακών αγώνων πρέπει να αναζητηθεί κοντά στο -3000.



Η ιστορία των προϊστορικών Ολυμπιακών αγώνων:
 Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι οι πρώτοι αγώνες στην Ολυμπία διοργανώθηκαν από ήρωες και θεούς. Στην πρώτη Ολυμπιακή Ωδήτου, χρονολογημένη στον -5ο αιώνα, ο Πίνδαρος κάνει αναφορά στον Πέλοπα, τον ιδρυτή των αγώνων.
Ο Πέλοπας, γιος του Ταντάλου, ήρθε από τη Μικρά Ασία για να συμμετάσχει σε μια αρματοδρομία που είχε οργανώσει ο Οινόμαος, βασιλιάς της Πίσας, στην Πελοπόννησο. Ο Οινόμαος έλαβε ένα χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο ο γάμος της κόρης του Ιπποδάμειας θα προκαλούσε το θάνατό του. Έβαλε, λοιπόν, να σκοτώσουν όλους τους μνηστήρες που ήρθαν για να πάρουν μέρος στον αγώνα. Ο Πέλοπας, όμως, με δόλο σκότωσε τον Οινόμαο κατά τη διάρκεια της αρματοδρομίας και παντρεύτηκε την Ιπποδάμεια.
  Ως βασιλιάς της περιοχής οργάνωσε πρώτος τους αγώνες για να εξαγνιστεί ή, κατά μία άλλη εκδοχή, για να ευχαριστήσει τους θεούς για τη νίκη του. Η διοργάνωση της αρματοδρομίας αποτυπώθηκε στο ανατολικό αέτωμα του ναού του Δία, τον -5ο αιώνα.
  Η Ιπποδάμεια λέγεται ότι για τους ίδιους λόγους θεσμοθέτησε τα Ηραία προς τιμήν της Ήρας. Επρόκειτο για αγώνες δρόμου που τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια με τη συμμετοχή μόνο γυναικών παρθένων.


Ο Πέλοπας κέρδισε τους αγώνες στην Πίσα με άδικο τρόπο, αφού είχε βάλει τον Μυρτίλο,τον ηνίοχο του βασιλιά Οινόμαου να βγάλει τη σφήνα από το άρμα του για να χάσει επίτηδες με αντάλλαγμα το μισό βασίλειο. Κατόπιν, όμως δεν έδωσε στον Μυρτίλο το μισό βασίλειο και τον πέταξε από ένα γκρεμό στη θάλασσα.Σύμφωνα με μία εκδοχή, το Μυρτώο Πέλαγος ονομάστηκε έτσι από τον Μυρτίλο. Πριν πεθάνει ο Μυρτίλος πρόλαβε να τον καταραστεί, αυτόν και τους απογόνους του. Εξαιτίας του πολλές κατάρες βρήκαν το λαό του και ιδίως τα δύο παιδιά του Ατρέα και Θυέστη.Ο Πέλοπας θεωρείται ο πρώτος που ίδρυσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες στη κοιλάδα του ποταμού Αλφειού. Η σύζυγος του, Ιπποδάμεια ίδρυσε τα Ηραία, αγώνες προς τιμή της θεάς Ήρας, όπου συμμετείχαν αποκλειστικά γυναίκες αθλήτριες. Η μυθική αρματοδρομία μεταξύ Οινόμαου και Πέλοπα, παριστάνεται στο ανατολικό αέτωμα του ναού του Ολυμπίου Διός στην αρχαία Ολυμπία.

 Ο Ιδαίος Ηρακλής είναι άλλη μια ηρωική φιγούρα που έχει συνδεθεί με τους πρώτους αγώνες. Ο Ηρακλής ήρθε με τους αδερφούς του, τους Κουρήτες, από την Κρήτη, καθόρισε το μήκος του Σταδίου στην Ολυμπία, οργάνωσε έναν αγώνα δρόμου και στεφάνωσε το νικητή με στεφάνι αγριελιάς. Ο Πίνδαρος επίσης καταγράφει ότι ο Θηβαίος Ηρακλής, γιος του Δία, έφερε την αγριελιά από τις υπερβόρειες χώρες, καθιέρωσε τον αγώνα δρόμου, εισήγαγε τη λατρεία του Δία και καθόρισε τα όρια της Ιερής Άλτης.
Ο ιστορικός Στράβωνας αναφέρει ότι οι αγώνες οργανώθηκαν για πρώτη φορά από τους Ηρακλείδες, μετά την κάθοδο των αιτωλοδωρικών φύλων στην Πίσα. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, τη λατρεία του Ολύμπιου Δία εισήγαγαν οι ομάδες Αιτωλών που κατέλαβαν την Πίσα υπό τον αρχηγό τους Όξυλο και εγκαταστάθηκαν εκεί κατά την Ύστερη Μυκηναϊκή περίοδο, περίπου το -1200 έως -1100. Αυτή η κατοχή οδήγησε σε συγκρούσεις με τους αυτόχθονες, όπως υποδηλώνει ο μεταγενέστερος ανταγωνισμός ανάμεσα στους Ηλείους που μετανάστευσαν από την Αιτωλία και τους Πισαίους. Σύμφωνα με ένα μύθο των Ηλείων, ο Δίας ανέλαβε τον έλεγχο του ναού και ίδρυσε τους αγώνες.
 Αργότερα αναδιοργανώθηκαν από τον Ίφιτο, που σύναψε συμφωνία (την ιερή εκεχειρία) με το βασιλιά και νομοθέτη της Σπάρτης Λυκούργο και το βασιλιά της Πίσας Κλεισθένη. Τότε λοιπόν η Ολυμπία μετατράπηκε σε πανελλήνιο κέντρο. Οι αρχαίες γραπτές πηγές αναφέρουν ως έτος έναρξης των αγώνων το -776. Από το έτος αυτό αρχίζει και ο κατάλογος των Ολυμπιονικών (που συμπληρώθηκε βέβαια πολύ αργότερα).
Οι Πισάτες διοργάνωναν τους αγώνες από το -688 έως το -572. Το -570 οι Ηλείοι κατέλαβαν την Πίσα και έθεσαν υπό τον έλεγχό τους τη διοργάνωση των αγώνων.
Τον -5ο αιώνα οι αγώνες έφτασαν στο απόγειο της δόξας τους. Στην ελληνιστική εποχή όμως, έχασαν τον αρχικό τους χαρακτήρα και μετατράπηκαν σε επαγγελματικές αθλητικές εκδηλώσεις κάτι που παγιώθηκε στη ρωμαϊκή εποχή. Τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίσθηκαν, στην πορεία των αιώνων στον ελλαδικό χώρο, είχαν τον αντίκτυπό τους στα αθλητικά ιδεώδη των Ολυμπιακών αγώνων, με αποτέλεσμα να επέλθει σταδιακή πτώση των ηθικών αξιών, που επιδεινώθηκε αισθητά από το +146, όταν η κυρίως Ελλάδα υποτάχθηκε στο ρωμαϊκό κράτος και οι Ηλείοι έχασαν την ανεξαρτησία τους. Το +2ο αιώνα, όταν παραχωρήθηκε το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, παρατηρήθηκε και μία διεθνοποίηση των αγώνων. Τελικά, καταργήθηκαν από το Θεοδόσιο Α΄ το +393 (293η Ολυμπιάδα), όταν με διάταγμά του απαγορεύθηκε η λειτουργία όλων των ειδωλολατρικών Ιερών.

Οι αγώνες στην Προϊστορική Ελλάδα:

Στη Μυκηναϊκή Ελλάδα, όπως και στη Μινωική Κρήτη, οι αθλητικοί αγώνες αποτελούσαν αναπόσπαστο στοιχείο των θρησκευτικών τελετών και των τελετών γονιμότητας. Οι Μυκηναίοι διέφεραν από τους Μινωίτες στην αγάπη τους για τον πόλεμο και την έφεσή τους στο κυνήγι, που αποτελούσε ένα είδος αγωνίσματος. Έτσι, ενώ υιοθέτησαν από την Κρήτη το κυβίστημα, τα ταυροκαθάψια, την πυγμαχία και την πάλη, πρόσθεσαν σε αυτά το δρόμο και την αρματοδρομία.
Το κυβίστημα δεν κατάφερε να γίνει ιδιαίτερα αγαπητό στη Μυκηναϊκή Ελλάδα και τα ταυροκαθάψια - όπως φαίνεται από απεικονίσεις σε σφραγιδόλιθους, τοιχογραφίες καθώς και στην πήλινη λάρνακα από την Τανάγρα- απέκτησαν το χαρακτήρα ενός ταφικού αγωνίσματος. Αντίθετα, η πυγμαχία και η πάλη αναδείχτηκαν τα πιο δημοφιλή αγωνίσματα για τους Μυκηναίους, που με τη σειρά τους τα μετέδωσαν στην Κύπρο κατά την Ύστερη Μυκηναϊκή εποχή. Ένα μυκηναϊκό αγγείο από την Κύπρο φέρει παραστάσεις πυγμαχίας, μαζί με την πρώτη αναπαράσταση αγώνα δρόμου, όπου οι δρομείς απεικονίζονται γυμνοί φορώντας κοσμήματα στο κεφάλι.




 Το άρμα αρχικά χρησιμοποιούνταν ευρέως ως μέσο επικοινωνίας από τα μέλη των ανώτερων κοινωνικά τάξεων. Στη συνέχεια, χρησιμοποιήθηκε στις πομπές διαφόρων τελετών, στο κυνήγι, στη μετάβαση πολεμιστών στα πεδία μαχών και στις αρματοδρομίες. Είναι πολύ πιθανόν ότι κατά τη Μυκηναϊκή εποχή οι αρματοδρομίες τελούνταν στο πλαίσιο θρησκευτικών και κυρίως ταφικών τελετών.



Από τις τοιχογραφίες του ανακτόρου στον
 Εγκλιανό, -1300
Για παράδειγμα, η πρωιμότερη παράσταση άρματος στη Μυκηναϊκή τέχνη βρίσκεται στις λίθινες επιτύμβιες στήλες του ταφικού κύκλου Α στις Μυκήνες, που χρονολογείται το -16ο αιώνα.  Επίσης, στη λάρνακα της Τανάγρας, σημαντικό ταφικό μνημείο του -13ου αιώνα, απεικονίζονται -εκτός από παραστάσεις πάλης και ταυροκαθαψίων- και παράσταση αρματοδρομίας.
  Η άποψη ότι οι Μυκηναίοι καθιέρωσαν τους αγώνες προς τιμήν ενός επιφανούς νεκρού, τα λεγόμενα “επιτάφια άθλα”, στηρίζεται κυρίως στην Ιλιάδα του Ομήρου, όπου τα αγωνίσματα φαίνεται να αποτελούν σημαντικό τμήμα των ταφικών εθίμων. Αυτό υποδηλώνεται από την περιγραφή των αθλητικών αγώνων που διοργανώθηκαν για να τιμηθεί ο νεκρός ήρωας Πάτροκλος.

 Τα δύο μεγάλα ομηρικά έπη, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, συνθέσεις της Γεωμετρικής περιόδου (-8ος, αρχές -7ου αι.), προσφέρουν μια πλήρη περιγραφή όλων των αθλητικών αγώνων, όπως είναι γνωστοί στην ιστορική περίοδο: αρματοδρομίες, πυγμαχία, πάλη, δρόμος, οπλομαχία, δισκοβολία, τοξοβολία και ακόντιο. Μολονότι αντικατοπτρίζουν έθιμα της Μυκηναϊκής περιόδου που είχαν διατηρηθεί από την παράδοση, τα συγκεκριμένα έπη περιγράφουν επίσης τις συνήθειες και τις αξίες των ανώτερων τάξεων της Γεωμετρικής περιόδου.
  Στην Ιλιάδα γίνεται εκτενής αναφορά στους επιτάφιους άθλους που οργάνωσε ο Αχιλλέας, για να τιμήσει το νεκρό αγαπημένο του φίλο Πάτροκλο. Στην Οδύσσεια οι αγώνες διενεργούνται σε μια τελείως διαφορετική ατμόσφαιρα, ως μέρος ενός ψυχαγωγικού θεάματος που οργάνωσαν οι Φαίακες προς τιμήν του φιλοξενούμενού τους Οδυσσέα, με την άφιξή του στο νησί τους.
Στην ομηρική κοινωνία, η αθλητική διάκριση είναι για τον ήρωα το μέσο για να επιδείξει την αρετή του και να κερδίσει την κοινωνική αναγνώριση. Με την άσκηση και το συναγωνισμό ο αθλητής δείχνει όχι μόνο τη σωματική του ρώμη, αλλά και τη γενναιότητα και την ευφυΐα του, και επομένως την αρετή του.
“Αλήθεια, ξένε, δε μου φαίνεσαι να νιώθεις απ’ αγώνες, αγωνιστής δε δείχνεις”
(Οδύσσεια, θ 159, μτφ. N. Kαζαντζάκη – I. Kακριδή)
λέει ο Ευρύαλος στον Οδυσσέα και εκείνος, θεωρώντας τα λόγια του μεγάλη ταπείνωση και προσβολή της αρετής του, επιβεβαιώνει την υπεροχή του στη δισκοβολία.
 Από πολλές απόψεις, το αθλητικό πνεύμα είναι ισοδύναμο με το ηρωικό πνεύμα. Κάθε ήρωας είναι σαν ένας αθλητής που προσπαθεί να ξεπεράσει τους άλλους και να κερδίσει.
  Η κοινωνία της εποχής περιβάλλει με μεγάλη εκτίμηση τους αθλητές που ασκούνται για την υπεροχή, όπως φαίνεται από τους Φαίακες, που επιβραβεύουν τον Οδυσσέα αναγνωρίζοντας την αξία του δημοσία. Η αρετή και η κοινωνική αναγνώριση αποτελούν τις σημαντικότερες όψεις της ταυτότητας του αθλητή στα ομηρικά χρόνια.
Οι αγώνες στην Iλιάδα και την Οδύσσεια
Στην Ιλιάδα ο Αχιλλέας οργανώνει τους επιτάφιους αγώνες, για να τιμήσει το νεκρό του φίλο Πάτροκλο. Ορίζει πρώτα τα βραβεία για τους νικητές: όμορφες σκλάβες, άλογα, βόδια, ημιόνους, τρίποδες, λέβητες, χρυσό και σίδηρο. Οι αγώνες γίνονται κοντά στον τάφο του Πατρόκλου. Το κοινό συμμετέχει ενεργά, φωνάζοντας και βάζοντας στοιχήματα υπέρ ορισμένων αθλητών. Οι πρώτες λεπτομερείς και ζωντανές περιγραφές αφορούν στην αρματοδρομία. Καταγράφονται τα ονόματα των πέντε ηνιόχων, όλοι τους Αχαιοί ήρωες που πολεμούσαν στην Τροία. Από τη συμβουλή του Νέστορα προς το γιο του Αντίλοχο μαθαίνουμε τους κανόνες, αλλά και τα μυστικά που έπρεπε να κατέχει ένας αθλητής, για να αποφεύγει τα λάθη. Με την εκκίνηση, οι ήρωες σηκώνουν ένα σύννεφο σκόνης και φωνάζουν για να παρακινήσουν τα άλογά τους να τρέξουν πιο γρήγορα, ενώ το κοινό στοιχηματίζει υπέρ του πιθανού νικητή. Ο αναγνώστης της Ιλιάδας παρακολουθεί με συγκίνηση τον καλύτερο αθλητή να χάνει την ευκαιρία, καθώς του σπάει το άρμα, αλλά και τον αντικανονικό ελιγμό του Αντιλόχου σε βάρος του Μενελάου. Ο μεταξύ τους διάλογος μετά τον αγώνα αποτελεί την πρώτη δημόσια απολογία για παράβαση κανόνων.
 Η πυγμαχία είναι ο επόμενος αγώνας. Ο Αχιλλέας ανακοινώνει τα βραβεία και παλεύουν γι’ αυτά δύο ήρωες, φορώντας δέρματα λιονταριού. Ο αγώνας τελειώνει με ένα καλό χτύπημα του νικητή, του Επειού, ο οποίος σπεύδει να σηκώσει τον αντίπαλό του αμέσως μετά τη λήξη του αγώνα. Σειρά έχει η πάλη, στην οποία συμμετέχουν ο Οδυσσέας και ο Αίαντας. Νικητής θα είναι αυτός που θα καταφέρει να ρίξει τον άλλον στο έδαφος. Περιγράφονται οι διάφορες τεχνικές για τη ρίψη του αντιπάλου, όπως το να βάζει ο ένας τα γόνατά του ανάμεσα στα πόδια του άλλου, έτσι ώστε αυτός να χάσει την ισορροπία του. Ο αγώνας διακόπτεται ξαφνικά από τον Αχιλλέα, ο οποίος αναγνωρίζει την αρετή και των δύο και τους ανακηρύσσει ισόπαλους.

  Στο αγώνισμα του δρόμου ο Οδυσσέας θα αντιμετωπίσει πάλι τον Αίαντα, αλλά και τον Αντίλοχο. Νικητής θα αναδειχτεί ο Οδυσσέας, γιατί έτρεχε πιο ανάλαφρα, σηκώνοντας τα χέρια και τα πόδια πιο ψηλά. Η οπλομαχία, το πιο επικίνδυνο από όλα τα αγωνίσματα, γίνεται μεταξύ του Αίαντα και του Διομήδη, που και οι δύο φορούν πανοπλία. Εδώ, οι θεατές επιχειρούν να παρέμβουν, όταν ο αγώνας γίνεται επικίνδυνος για τη ζωή των αθλητών. Οι αγώνες τελειώνουν με δισκοβολία, τοξοβολία με στόχο και ρίψη ακοντίου. Τελικά, ο αγώνας ακοντίου δεν πραγματοποιείται, γιατί ο Αχιλλέας αναγνωρίζει την αρετή του Αγαμέμνονα και τον ανακηρύσσει νικητή εκτός συναγωνισμού.
 Στην Οδύσσεια, ο Αλκίνοος, βασιλιάς των Φαιάκων, ανακοινώνει τους αγώνες προς τιμήν του φιλοξενούμενου του Οδυσσέα. Πριν αρχίσουν, τρώνε και πίνουν, ακούγοντας το Δημόδοκο να τραγουδάει για τις περιπέτειες του Οδυσσέα. Μετά αρχίζουν οι αγώνες του δρόμου, της πάλης, της αρματοδρομίας, της δισκοβολίας και της πυγμαχίας. Αυτή τη φορά συμμετέχουν και Φαίακες, αλλά δεν απονέμονται έπαθλα. Γίνεται μάλιστα γνωστό ότι οι Φαίακες είναι πολύ καλοί στο δρόμο, το χορό, καθώς και εξαιρετικοί ναυτικοί, υστερούν όμως στα άλλα αθλήματα. Αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί μια πιθανή ένδειξη αθλητικής εξειδίκευσης.

Επιτύμβια πλάκα με παράσταση από το θρήνο για το νεκρό Πάτροκλο, στην πάνω ζώνη, και τους αγώνες, στην κάτω ζώνη.

Οι αθλητικοί αγώνες ως ταφικό έθιμο
 Ο ταφικός χαρακτήρας της αρματοδρομίας είναι εμφανής σε παραστάσεις αγγείων του -8ου αιώνα, συχνά στις δύο ή τρεις διακοσμητικές ζώνες του ίδιου αμφορέα, όπου προσφιλές θέμα αποτελούν οι μοιρολογήτρες συνοδευόμενες από άρματα.
 Αν και αυτή την περίοδο τα αθλήματα δεν ήταν αποκλειστικά μέρος των ταφικών εθίμων, παραμένει αντικείμενο υποθέσεων το πώς συνδέθηκαν με αυτά. Οι διάφορες απόψεις που προσφέρουν εναλλακτικές ερμηνείες για την προέλευση του εθίμου εστιάζουν την προσοχή τους πρώτα στον κληρονόμο του νεκρού πολεμιστή, ο οποίος επιλεγόταν αρχικά με βάση το αποτέλεσμα των αθλητικών αγώνων.
 Τέτοιοι αγώνες, που διοργανώνονταν αμέσως μετά το θάνατο του αρχηγού, επέτρεπαν όχι μόνο την έγκυρη επιλογή του διαδόχου, μέσω του ευγενούς συναγωνισμού, αλλά και επέβαλλαν την παύση των εχθροπραξιών, δηλαδή την εκεχειρία. Ο ειρηνικός πλέον συναγωνισμός ίσως ξεπήδησε από ανάγκες που υπαγόρευε ο στρατιωτικός ανταγωνισμός.
 Επιπλέον, οι αγώνες που γίνονταν στη μνήμη των νεκρών λειτουργούσαν ως τελετές μύησης, καθορίζοντας τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ ζωντανών και νεκρών και αποκαθιστώντας τη συνοχή της κοινότητας. Κατ’ αυτή την έννοια, οι αγώνες συμβόλιζαν την αναγέννηση της ζωής.

Η Αρχαιολογική έρευνα:
Τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης δραστηριότητας στην Ολυμπία εντοπίστηκαν σε βαθιά στρώματα στην βόρεια πλευρά του Σταδίου, όπου βρέθηκαν υπολείμματα χονδροειδούς χρηστικής κεραμικής, χωρίς κτήρια, που χρονολογείται στην Τελική Νεολιθική Εποχή, -4300 έως -3100.

Νεολιθικά εργαλεία από την βόρεια πλευρά του Σταδίου.

 Η επόμενη χρονολογική περίοδος, Πρωτοελλαδική 1 (-3100 έως -2700), εκπροσωπείται από θραύσματα αγγείων τύπου "φρουτιέρας".
Η άφθονη κεραμική της Πρωτοελλαδικής 2 περιόδου, -2700 έως -2300, που παρατηρήθηκε σ΄όλη την έκταση του βόρειου αναχώματος του σταδίου, στο πρυτανείο στην Άλτι, στα βόρεια στρώματα κάτω από το Νέο Μουσείο καθώς και στη θέση Τρανή Λάκκα, 250 μέτρα ΒΑ του Μουσείου, μαρτυρά εκτεταμένη κατοίκηση και έντονη ανθρώπινη δραστηριότητα την εποχή αυτή.   Η ίδρυση του τεράστιου λατρευτικού τύμβου, που οριζόταν από έναν περίβολο φτιαγμένο με μεγάλες ποταμίσιες πέτρες και ανασκάφηκε κάτω από το Πελόπιο, χρονολογείται στο -3000, γεγονός που αποδεικνύει την μεγάλη σημασία της Ολυμπίας, όπου πιθανότατα βρισκόταν η έδρα κεντρικής εξουσίας που ήλεγχε την ευρύτερη περιοχή ήδη από την -3η χιλιετία.
 Στις αρχές της Πρωτοελλαδικής περιόδου 3, περίπου -2300, δημιουργείται στην περιοχή του Νέου Μουσείου οικισμός με αψιδωτά σπίτια, ενώ στο τέλος της περιόδου αυτής, -2100, ιδρύεται μικρότερος ταφικός τύμβος. 


Βρεφικοί ταφικοί πίθοι, -2000
Σε αυτήν την περίοδο, -2300, στην περιοχή της 'Αλτεως η κατοίκηση συνεχίζεται κοντά στον μεγάλο τύμβο, σε αψιδωτά επίσης κτήρια. Την εποχή αυτή η Ολυμπία φαίνεται να αποτελούσε σημαντικό εμπορικό κέντρο καθώς στα δάπεδα των κτηρίων αυτών βρέθηκαν μεταξύ άλλων αγγεία με εγχάρακτα σχέδια που μαρτυρούν σχέσεις με τον πολιτισμό CETINA των Δαλματικών ακτών. Χαρακρηριστικό επίσης αυτής της περιόδου είναι η συνήθεια των κατοίκων να θάβουν τα βρέφη τους σε ταφικά πιθάρια, κάτω ή δίπλα από τα σπίτια τους.
Τα τελευταία ίχνη κατοίκησης στην Άλτη χρονολογούνται περίπου στα -1800. Πρόκειται για ορθογώνια κτίσματα που κατασκευάστηκαν κατευθείαν πάνω στα ερείπια των αψιδωτών σπιτιών.

 Κατοίκηση κατά την Μυκηναϊκή περίοδο, -2000 έως -1600, υπάρχει στο βόρειο  πρανές του Σταδίου, και στον οικισμό στον λόφο του Οινομάου, σε απόσταση ενός χιλιομέτρου ανατολικά του Σταδίου. Μέχρι περίπου το -1600, όπως μαρτυρούν οι Μυκηναϊκοί τάφοι που βρέθηκαν εκεί που σήμερα έχει ανεγερθεί το Μουσείο της Ολυμπίας, κατοικούσαν στην περιοχή Μυκηναίοι.

Ευρήματα της Μυκηναϊκής περιόδου κατοίκησης της Ολυμπίας, -1400.
Το Πελόπιον
  Το Πελόπιο ήταν ταφικό μνημείο (κενοτάφιο) αφιερωμένο στον Πέλοπα. Βρίσκεται μεταξύ του ναού της Ήρας και του ναού του Διός.
  Κάτω από το Πελόπιο, σε βάθος 2,50 μ. από τη σημερινή επιφάνεια του εδάφους, βρίσκεται η αρχαιότερη κατασκευή μέσα στο ιερό της Άλτεως. Οι εκτεταμένες ανασκαφές που διενεργήθηκαν απ΄το 1987 έως το 1994 στον ευρύτερο χώρο του Πελοπίου, άλλαξαν σε μεγάλο βαθμό την εικόνα, που υπήρχε μέχρι τότε για τον τύμβο. Διαπιστώθηκε ότι η αρχική επιφάνεια του κυκλικού τύμβου αποτελείτο από αδούλευτες πέτρες λίθινες πλάκες, ενώ η συλλεγείσα κεραμική απέδειξε οτι ο τύμβος, με διάμετρο 27 μέτρα χρονολογείται κοντά στο -3000.
 Ο τύμβος κάτω από το Πελόπιο είναι το αρχαιότερο μνημείο στο ιερό της Ολυμπίας καθώς και ο μεγαλύτερος και αρχαιότερος απ΄όλους τους έως σήμερα γνωστούς μεγάλους προϊστορικούς τύμβους του ελλαδικού χώρου. Ως προς το μέγεθος θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με τον τύμβο στην Λέρνα Αργολίδας, που είχε ιδρυθεί πάνω στα ερείπια της λεγόμενης "οικίας των Κεράμων".
Επειδή στον τύμβο δεν βρέθηκε ίχνος ταφής, θεωρειται ότι χρησιμοποιήθηκε για την λατρεία κάποιας άγνωστης θεότητας, ίσως της γονιμότητας.Κατά την Πρωτοελλαδική ΙΙΙ περίοδο -2300 έως -2000, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα ανασκαφικά δεδομένα, είχε διαμορφωθεί στο χώρο της Άλτεως ένα οργανωμένο ιερό και οικισμός γύρω του, με συνεχή κατοίκηση ως την Υστεροελλαδική ΙΙΙ εποχή, -1600 έως -1100.

Μακέτα του προϊστορικού τύμβου του Πέλοπος, μουσείο Ολυμπίας

 Το υψηλότερο κέντrο του μεγάλου τύμβου εξακολουθούσε να είναι ορατό και στην πρώιμη εποχή του σιδήρου, -1050, αποτελώντας μάλλον αφορμή για την ίδρυση του πρωτογεωμετρικού Ιερού σ΄αυτήν την θέση της συμβολής του Αλφειού με τον Κλαδεό ποταμό.

 Είναι βέβαιο ότι η Ολυμπία εξακολουθούσε να είναι θρησκευτικό κέντρο και κατά την Ύστερη Μυκηναϊκή περίοδο.Η απόδοση της ίδρυσης των αγώνων σε κάποιο θεοποιημένο ήρωα ήταν συχνό φαινόμενο στη Γεωμετρική περίοδο, καθώς η λατρεία ενός ήρωα ήταν ένα από τα συνηθισμένα μέσα καθορισμού της ταυτότητας της τοπικής κοινότητας.
 Από τότε, πολλοί άνθρωποι επισκέπτονταν την περιοχή και αφιέρωναν πήλινα και χάλκινα ειδώλια στις θεότητές της. Τα αναθήματα αυτά έχουν ανασκαφεί σ' ένα εκτεταμένο στρώμα στάχτης, χρονολογημένο στο -12ο έως τον -8ο αιώνα. Μεταξύ των ευρημάτων από την Ύστερη Μυκηναϊκή περίοδο συγκαταλέγονται αγγεία, ζωόμορφα ειδώλια (ταύροι και άλογα), άρματα με δύο άλογα καθώς και ηνίοχοι, πολεμιστές με λόγχη, ασπίδα και κράνος και, τέλος, δίφροι, αντικείμενα που συνήθως απονέμονταν στους νικητές ως έπαθλα. Τα αντικείμενα αυτά βρέθηκαν μέσα σε στρώμα που είχε ισοπεδωθεί κατά τη διάρκεια του καθαρισμού και της αναδιοργάνωσης της θέσης, στις αρχές του -8ου αιώνα. Δεν είναι ξεκάθαρο εάν οι προσφορές αυτές συνδέονται αποκλειστικά με τη λατρεία του Δία, πολλές από τις οποίες μάλιστα δεν μπορούν ν' αποδοθούν σε συγκεκριμένες θεότητες. Με βάση τα παραπάνω, φαίνεται πιθανό η λατρεία του Δία να εμφανίστηκε στην Ολυμπία κάποια στιγμή μετά το -12ο αιώνα.

Το προϊστορικό κτήριο 3, Άλτις Ολυμπίας
 Νοτιοανατολικά του Ηραίου έχει ερευνηθεί ένα από τα προϊστορικά κτήρια της Ολυμπίας, το κτήριο ΙΙΙ, το οποίο βρίσκεται σε κατώτερο επίπεδο από τα κτίσματα της αρχαϊκής και κλασικής εποχής.
 Στην ίδια περιοχή έχουν ερευνηθεί συνολικά έξι προϊστορικά κτίσματα, τα οποία δεν είναι ορατά διότι έχουν καταχωθεί. Το προϊστορικό κτήριο ΙΙΙ της Ολυμπίας έχει προσανατολισμό Β-Ν και αψιδωτή κάτοψη. Από την όλη κατασκευή διατηρείται μόνο μία σειρά από τους ακατέργαστους λίθους των θεμελίων, ενώ η ανωδομή του πρέπει να ήταν από φθαρτά υλικά.
 Η μελέτη της κεραμικής, που προέρχεται από το κτήριο, έδειξε ότι αυτό χρονολογείται στο τέλος της Πρωτοελλαδικής ΙΙΙ εποχής, μεταξύ του -2200 και -2000, και ότι την περίοδο αυτή ίσως υπήρχαν επαφές με τον πολιτισμό Cetina, που αναπτύχθηκε στις Δαλματικές ακτές.
 Μαζί με τον προϊστορικό τύμβο που βρίσκεται κάτω από το παρακείμενο Πελόπιο, τα αψιδωτά κτήρια αποτελούν από τις παλαιότερες κατασκευές του ιερού.

 Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι για ακόμη μιά φορά η μυθολογία των Ελλήνων αποδεικνύεται ιστορικά ακριβής. Η απόδοση της ίδρυσης των αγώνων στην πανάρχαια εποχή του Πέλοπα, -3000, επιβεβαιώνεται. Η συνέχιση των αγώνων από του Ηρακλείδες, -1200, επίσης επιβεβαιώνεται από τα ευρήματα. Δεν γνωρίζουμε αν οι αγώνες και τα λατρευτικά δρώμενα στην αρχαία Ολυμπία των προϊστορικών χρόνων είχαν την πανελλήνια εμβέλεια αυτών της ιστορικής εποχής, αλλά είναι σίγουρο ότι η προϊστορική Ολυμπία ήταν πανάρχαιο λατρευτικό κέντρο όπου οι Έλληνες τελούσαν και αθλητικούς αγώνες. Έστι μπορούμε να πούμε ότι η χρονολόγηση των πρώτων Ολυμπιακών αγώνων πρέπει να αναζητηθεί κοντά στο -3000.

Ευρήματα της τελικής Νεολιθικής περιόδου και των Ελλαδικών περιόδων, -3100 έως -2000, από τις πλαγιές του Σταδίου και τις ανασκαφές στο Μουσείο.

Ζωγραφισμένη κεραμική από την περιοχή της Άλτις, -2300 έως -1900. Κάποια διακοσμητικά μοτίβα και σχήματα θεωρούνται ξενικές επιροές και δείχνουν τις εμπορικές σχέσεις της προϊστορικής Ολυμπίας με τον πολιτισμό CETINA στις Δαλματικές ακτές αλλά και την νότια Ιταλία, την Σικελία και την Μάλτα.

Printfriendly