Εντοπισμός των Ρωμαϊκών λουτρών το 1981
Η θεμελίωση μεγάλου κτιρίου ρωμαϊκών χρόνων, πιθανότατα βαλανείου, εντοπίστηκε στον αγρό ιδιοκτησίας Παναγ. Παναγόπουλου, στην παράκτια θέση Λουτρά, και σε απόσταση 1 χλμ. βόρεια του Πεταλιδίου.
Η λιθοδομή, από οπτόπλινθους με συνδετικό υλικό το υδραυλικό κονίαμα, σώζεται σε ορισμένα σημεία μέχρι ύψους 1μ.
Σε επαφή με το κτίριο βρίσκεται πεσμένος αρράβδωτος κίονας, ενώ διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη διακρίνονται στο χώρο, όπως βάση κίονα, στρεπτός κιονίσκος και κιονόκρανο διακοσμημένο με ανάγλυφα λογχωτά φύλλα από μάρμαρο (Πίν.98β).
Ευρήματα του 1989
Στη θέση Λουτρά, στον αγρό Δημ. Παν. Παναγόπουλου, όπου είχε εντοπιστεί το 1981 1 ρωμαϊκό βαλανείο, έγινε επιφανειακός καθαρισμός του μνημείου προκειμένου να διατυπωθεί πρόταση απαλλοτρίωσης του τμήματος του εκτεταμένου αγροκτήματος.
Πρόκειται για μεγάλο κτιριακό συγκρότημα, ορθογώνιο σε κάτοψη με κόγχες και στοά σε συνεχόμενο χώρο, το τρίτο που εντοπίζεται στην περιοχή (της αρχαίας Κορώνης).
Από τη διάλυση των ανώτερων τμημάτων του μνημείου κατά τη διάρκεια διαμορφώσεων την τελευταία τριετία, αποκαλύφθηκαν ακέφαλο μαρμάρινο άγαλμα ενδεδυμένου άνδρα, σωζ. ύψ. 0,58μ., ακέφαλο μαρμάρινο αγαλμάτιο γυναίκας (εικ. κάτω) και άλλα αντικείμενα που φυλάσσονται στο Μουσείο Καλαμάτας. Κατά το φετεινό καθαρισμό συγκεντρώθηκαν όστρακα αγγείων και λύχνων του -3ου αι., διαλυμένα κομμάτια ψηφιδωτού δαπέδου και ελάχιστα νομίσματα.
Οι ανασκαφές του 1996
Σε απόσταση 1,5 χλμ. βορείως του Κάστρου του Πεταλιδίου (όπου εντοπίζεται η ακρόπολη της αρχαίας Κορώνης) πλησίον της θάλασσας και εντός της ιδιοκτησίας του Δ. Παναγόπουλου είχε επισημανθεί διάσπαρτο αρχαίο οικοδομικό υλικό, το οποίο ανήκε σε μεγάλο λουτρικό συγκρότημα.
Την περασμένη δεκαετία από διάφορες εργασίες ήλθαν στο φως τμήματα κτιρίων, ένα μαρμάρινο γυναικείο άγαλμα και ένα μαρμάρινο άγαλμα ανδρός ιματιοφόρου των ρωμαϊκών χρόνων, τα οποία εκτίθενται στο Μουσείο Καλαμάτας2.
Το καλοκαίρι του 1996 άρχισε η ανασκαφική έρευνα (προκειμένου να οριοθετηθεί ο προς απαλλοτρίωση χώρος), η οποία αποκάλυψε τμήμα μεγάλου ρωμαϊκού βαλανείου. Το λουτρικό συγκρότημα επεκτείνεται σε τρία διαφορετικά επίπεδα. Η ανασκαφική έρευνα άρχισε από το κατώτερο επίπεδο και το καλύτερα διατηρημένο κτίριο.
Ανασκάφηκαν συνολικά τέσσερις λειτουργικοί χώροι του πρώτου κτιρίου (εικ. πάνω), οι οποίοι περιγράφονται παρακάτω με τη σειρά που ερευνήθηκαν:
Χώρος I.
Είναι το καλύτερα διατηρημένο κτίριο και σώζεται σε ύψος 2,10μ. περίπου. Έχει ορθογώνια κάτοψη (διαστ. 4Χ 4μ.) και από μία κόγχη στις τρεις πλευρές του.
Πιθανότατα ήταν ο χώρος ψυχρού λουτρού (frigidarium). Εσωτερικά οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με ορθομαρμάρωση από γκριζοπράσινο και ερυθρωπό μάρμαρο που διατηρήθηκε σε λίγα μόνο σημεία. Το δάπεδο ήταν στρωμένο με μεγάλες τετράγωνες πήλινες πλάκες. Στη νοτιοανατολική γωνία του ένας πήλινος αγωγός μετέφερε τα νερά εκτός του κτιρίου.
Χώρος II.
Ο χώρος I επικοινωνούσε με έναν άλλο ορθογώνιο (χώρος II), διαστ. 5 x 5,50 μ. Σε διάφορα σημεία των τοίχων του διατηρήθηκε η ορθομαρμάρωση, ενώ το αρχικό δάπεδο, όπου τουλάχιστον αυτό σώζεται, αποτελούνταν από μικρές κεραμίδες «κολυμπητές» σε ασβεστοκονίαμα. Αργότερα το δάπεδο αυτό επιστρώθηκε με πλάκες μαρμάρου. Τμήμα του δεύτερου αυτού δαπέδου σώζεται κατά μήκος του βόρειου τοίχου.
Χώρος III.
Ο τρίτος χώρος νοτίως των δύο πρώτων, διαστ. 10x 4,50μ., σώθηκε σε ύψος 1,20μ. Στο νότιο τοίχο υπήρχε και η είσοδος του λουτρού.
Χώρος IV.
Ανατολικά των χώρων αυτών υπάρχουν τα θερμά διαμερίσματα του λουτρού (caldarium), από τα οποία σώζεται μόνο το υπόγειο θερμαινόμενο δάπεδο, διαστ. 10,50x 4,50μ. Χωρίζεται σε τρεις μικρότερους χώρους, εκ των οποίων ο κεντρικός είναι και ο μεγαλύτερος.
Το δάπεδο είναι κατασκευασμένο από μεγάλες πήλινες πλάκες και πάνω σε αυτές έχουν τοποθετηθεί πήλινοι πεσσίσκοι σε σειρές, αποτελούμενοι από τετράγωνες οπτοπλίνθους. Πάνω στους πεσσίσκους είχαν τοποθετηθεί μεγάλες τετράγωνες οπτόπλινθοι, οι οποίες αποτελούσαν το δάπεδο των υπερκείμενων αιθουσών.
Εξωτερικά του χώρου I και του χώρου των θερμών διαμερισμάτων υπάρχουν δύο ημικυκλικοί λουτήρες. Στο εσωτερικό έφεραν επίχρισμα από παχύ στρώμα υδραυλικού κονιάματος. Οι τοίχοι του λουτρού έχουν πάχος 0,60 μ. και είναι χτισμένοι με αργολιθοδομή και συνδετικό κονίαμα (κουρασάνι). Οι παρειές των τοίχων στο εσωτερικό τους, όπου δεν είχαν ορθομαρμάρωση, έφεραν επίχρισμα από παχύ στρώμα ασβεστοκονιάματος. Επειδή δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί το λουτρό στο σύνολό του, είναι δύσκολο προς το παρόν να γίνει ασφαλής ταύτιση της χρήσης των χώρων.
Τα κινητά ευρήματα, που προήλθαν από την ανασκαφή των χώρων αυτών, ήταν λίγα. Βρέθηκαν τμήματα μεγάλων αμφορέων, όστρακα από πολλά αγγεία, λίγα χάλκινα νομίσματα, αρκετά κομμάτια από λυχνάρια και πολλά τμήματα από γυάλινα αγγεία. Τα ευρήματα αυτά χρονολογούν το βαλανείο στους ύστερους ρωμαϊκούς έως τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους (+2ος/ +6ος αι.), ενώ μερικοί δόμοι πωρόλιθου, που προέρχονται από το χώρο που δεν έχει προς το παρόν ανασκαφεί, πιθανότατα ανήκουν σε πρωιμότερη φάση του λουτρού.
Οι ανασκαφές του 1997
Συνεχίστηκε για δεύτερη χρονιά η ανασκαφή του ρωμαϊκού βαλανείου στη θέση Λουτρό και εντός της ιδιοκτησίας Δ. Παναγόπουλου. Κατά την περσινή ανασκαφική περίοδο3, είχαν αποκαλυφθεί τέσσερις λειτουργικοί χώροι του λουτρού (κτίριο 1). Η ανασκαφή συνεχίστηκε προς Ν. και Δ. του ερευνημένου χώρου, όπου ήλθαν στο φως τρεις ακόμη χώροι ενός δεύτερου κτιρίου και μία μεγάλη έπαυλη.
Κτίριο 2.
Σε ψηλότερο επίπεδο από εκείνο του ερευνημένου λουτρού βρέθηκε ένα δεύτερο κτίριο, το οποίο ήταν αρκετά κατεστραμμένο. Στο χώρο αυτό είχαν γίνει μεγάλες διαμορφώσεις κατά το παρελθόν με αποτέλεσμα να έχει διατηρηθεί μόνον η θεμελίωση.
Από το δεύτερο κτίριο διατηρήθηκαν τρεις χώροι (V, VI, VII).
Ο χώρος V έχει κάτοψη ορθογώνιου σχήματος, διαστ. 4,50Χ 3,30μ. Κάτω από το δάπεδό του βρέθηκε ένα καμίνι (εσωτ. διαμ. 0,90 μ.), το οποίο προφανώς συνδέεται με το παρακείμενο λουτρό.
Ο χώρος VI είναι τετράγωνου σχήματος, διαστ. 6,80Χ 6,80 μ. Το δάπεδο του δωματίου αυτού είχε διατηρηθεί μόνον κατά μήκος του νότιου τοίχου (ενδιάμεσος τοίχος με το δωμάτιο VII) και διακοσμούνταν με ψηφιδωτό. Το τμήμα του ψηφιδωτού που σώθηκε, διαστ. 2,80Χ 1,20 μ., αποτελείται από τετράγωνα με τετράφυλλα, τα οποία περιβάλλονται από πλαίσιο αποτελούμενο από πλοχμό, μαίανδρο, κισσόφυλλα και σταφύλια (εικ. κάτω). Τμήμα του ψηφιδωτού διατηρήθηκε και στο διπλανό χώρο, τον VII, κατά μήκος του μεσότοιχου που χώριζε τα δύο δωμάτια.
Τέλος, από το διπλανό χώρο VII σώζεται μόνον τμήμα του ανατολικού και του νότιου τοίχου. Οι υπόλοιποι χώροι του κτιρίου 2 που εκτείνονταν προς Ν. έχουν καταστραφεί εντελώς.
Κτίριο 3.
Δυτικά του δεύτερου κτιρίου ερευνήθηκε ένα τρίτο αρκετά μεγάλο, διαστ. 25,60Χ 12,50μ., αποτελούμενο από δέκα δωμάτια (εικ. κάτω). Και από το κτίριο αυτό διατηρήθηκε μόνον η θεμελίωση. Η είσοδός του ήταν από τη δυτική πλευρά, όπου υπήρχαν τρία ανοίγματα, που οδηγούσαν σε ένα μεγάλο μακρόστενο χώρο (χώρος I, διαστ. 7,50Χ 3,40μ.). Ο χώρος αυτός επικοινωνούσε προς Α. με έναν άλλο λίγο πιο μεγάλο (χώρος II, διαστ. 7,50Χ 6μ.).
Βόρεια και νότια αυτών των δύο χώρων είχαν κατασκευαστεί τέσσερα δωμάτια τετράγωνης κάτοψης (3,50Χ 3,50μ.), τα οποία επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Μερικές από τις εισόδους των μικρότερων δωματίων είχαν χτιστεί, γεγονός που μαρτυρεί την ύπαρξη μιας δεύτερης φάσης.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες του ιδιοκτήτη κατά το παρελθόν είχε χτιστεί πάνω στο κτίριο αυτό ένα σπίτι. Ό ταν γκρεμίστηκε το σπίτι, καταστράφηκε και μεγάλο τμήμα του αρχαίου κτιρίου.
Επειδή οι μεσότοιχοι των δωματίων συνεχίζονταν προς Α., δηλαδή προς το κτίριο II, είναι φανερό ότι τα δύο κτίρια επικοινωνούσαν μεταξύ τους.
Πιθανότατα το κτίριο III ήταν μία πλούσια κατοικία (έπαυλη), όπου υπήρχαν μεγάλοι και άνετοι ημιυπαίθριοι χώροι (κτίριο II), οι οποίοι διακοσμούνταν με ψηφιδωτά δάπεδα και αγάλματα (να σημειωθεί ότι τα γλυπτά που εκτίθενται στο Μουσείο Καλαμάτας και προέρχονται από τη θέση αυτή βρέθηκαν στο δεύτερο κτίριο4) και ένα πολυτελές λουτρό.
Τα κινητά ευρήματα ήταν ελάχιστα. Πρόκειται κυρίως για τμήματα από μεγάλους αμφορείς, όστρακα από μικρότερα αγγεία και λυχνάρια, καθώς και τμήματα από γυάλινα αγγεία και λίγα χάλκινα φθαρμένα νομίσματα. Επίσης στο χώρο VI του κτιρίου 2 βρέθηκε επιφανειακά μία χάλκινη πόρπη άριστης διατήρησης, η οποία διακοσμείται με εγχάρακτους κύκλους.
Το λουτρό και τα κτίρια που ερευνήθηκαν ήταν σε χρήση καθ’ όλη τη διάρκεια της ρωμαϊκής εποχής, αλλά και μετά το τέλος της.
Αεροφωτογραφία της αρχαιολογικής θέσης “Λουτρό” στο Πεταλίδι |
Στο Πεταλίδι, στη θέση “Λουτρό”, που πήρε το όνομά του από τις θέρμες υστερορωμαϊκής περιόδου που ανακαλύφθηκαν εκεί, εντοπίστηκαν επίσης εργαστήρια ρωμαϊκής περιόδου και άλλα έργα υποδομής. |
ΟΛΥΜΠΙΑ ΒΙΚΑΤΟΥ
1. ΑΔ 36 (1981): Χρονικά, σ. 156, Πίν. 98 β.
2. ΑΔ 44 (1989): Χρονικά, σ. 108,116.
3. ΑΔ 50 (1995): Χρονικά, σ. 172.
3. ΑΔ 51 (1996): Χρονικά, σ. 191.
4. ΑΔ 52 (1997): Σελ 259