Κλεφτοκαπετάνιος και αγωνιστής του ’21 από τη Μεσσηνία. Είναι περισσότερο γνωστός ως Μητροπέτροβας. Ο Μήτρος Πέτροβας γεννήθηκε το 1745 (κατ’ άλλες πηγές το 1738) στη Γαράντζα (σημερινή Μέλπεια) της Μεσσηνίας. Ήταν, πιθανώς, γιος του Αγγελή Πέτροβα, αρχηγού ομάδας Κλεφτών επί Ενετοκρατίας (1685-1715).
Συντάχθηκε εξαρχής με τους Κολοκοτρωναίους, με τους οποίους συνδεόταν με δεσμούς αδελφοποιίας, όπως και όλη του η οικογένια. Πήρε μέρος στα Ορλωφικά (1770) και στη συνέχεια εξακολούθησε τον αγώνα του κατά των Τούρκων και Τουρκαλβανών της Πελοποννήσου, στο πλευρό του Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνη. Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνη (1785), ο Μητροπέτροβας ανέλαβε την κηδεμονία του νεαρού γιου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και υπήρξε ο πρώτος του δάσκαλος στην πολεμική τέχνη.
Με την έναρξη της Επανάστασης, ο γηραιός Μητροπέτροβας συμμετείχε με δικό του στρατιωτικό σώμα στην απελευθέρωση της Καλαμάτας (23 Μαρτίου 1821) και στη συνέχεια προέλασε στη βόρεια Μεσσηνία, όπου κατέλυσε τις Οθωμανικές αρχές.
Εν συνεχεία, ακολούθησε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη κι έλαβε μέρος στη Μάχη του Βαλτετσίου (12-13 Μαΐου 1821), όπου διακρίθηκε όλως ιδιαιτέρως, παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, ενώ συμμετείχε και στις επιχειρήσεις για την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821).
Ο Μητροπέτροβας ήταν όχι μόνο ένας από τους γενναιότερους οπλαρχηγούς, αλλά και ο πιο συνετός, ο Νέστωρ του Αγώνα. Ο Κολοκοτρώνης τον τιμούσε και τον σεβόταν και τον αποκαλούσε πάντα “Μπάρμπα” και ζητούσε τη γνώμη του σε κάθε κρίσιμη περίσταση. Και ο γηραιός οπλαρχηγός ήταν αφοσιωμένος μέχρι θανάτου στον μαθητή του και τον ακολουθούσε παντού. Ακόμη και στη φυλακή, όταν πήρε το μέρος του στις εμφύλιες διαμάχες του 1824-1825.
Μετά την απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο τον Φεβρουάριο του 1925 και τον κίνδυνο που διέτρεχε η επανάσταση, η κυβέρνηση Κουντουριώτη απελευθέρωσε τους αντικυβερνητικούς, μεταξύ αυτών και τον Μητροπέτροβα, που τον είχε υπό περιορισμό στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα. Με το βαθμό του στρατηγού, ο μεσσήνιος οπλαρχηγός έλαβε ενεργό μέρος στον πόλεμο φθοράς που εξαπέλυσε ο Κολοκοτρώνης εναντίον του Αιγύπτιου πασά στην Πελοπόννησο.
Μετά την απελευθέρωση υποστήριξε τον Ιωάννη Καποδίστρια, όπως και ο Κολοκοτρώνης. Κατά τη διάρκεια της Βαυαροκρατίας, ο Μητροπέτροβας στασίασε κατά της Αντιβασιλείας, μετά την καταδίκη σε θάνατο του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα (22 Μαΐου 1834). Με τη βοήθεια των παλαιών οπλαρχηγών Γκρίτζαλη, Κόλια Πλαπούτα και Τζαμαλή, που όλοι τους ανήκαν στο ρωσόφιλο κόμμα των Ναπαίων, ξεσήκωσε τη Μεσσηνία τον Αύγουστο του 1834 και κατέλυσε τις αρχές στην Καλαμάτα και το Νησίον (σημερινή Μεσσήνη). Στη συνέχεια θέλησε να βαδίσει κατά της Αρκαδίας, αλλά τον πρόλαβαν τα κυβερνητικά στρατεύματα υπό τον βαυαρό αξιωματικό Κρίστιαν Σμαλτς στη Φρουτζάλα (σημερινή Θουρία Μεσσηνίας). Στη μάχη που συνήφθηκε, συνελήφθη αιχμάλωτος και φυλακίστηκε στο Νεόκαστρο της Πύλου.
Εν τω μεταξύ, τα κυβερνητικά στρατεύματα κατόρθωσαν να καταστείλουν την εξέγερση και να συλλάβουν τους αρχηγούς της. Στη δίκη που ακολούθησε, οι Γκρίτζαλης και Τζαμαλής καταδικάσθηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν, ενώ ο Μητροπέτροβας, αν και πρωταίτιος της εξέγερσης, καταδικάστηκε σε κάθειρξη 15 ετών, λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του και των μεγάλων υπηρεσιών του προς την πατρίδα κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Δύο χρόνια αργότερα αποφυλακίστηκε, με χάρη που του έδωσε ο βασιλιάς Όθων.
Ο Μητροπέτροβας πέθανε πλήρης ημερών, στις 12 Μαρτίου του 1838, αφήνοντας στη ζωή δύο γιους, τον Αντώνιο (1775-1855) και τον Πέτρο.
Ένας άπο τους κυρίους συντελεστάς της μάχης του Βαλτετσίου, η οποία εγένετο την 11 και 12 Μαΐου του 1821 και θεωρείται η πρώτη νίκη πού εστερέωσε την ελληνικήν επανάστασιν του 1821, είναι ο οπλαρχηγός Μήτρος Πέτροβας.
Ό Μήτρος Πέτροβας ή Γερο Μητροπέτροβας κατήγετο από την Γαράτζαν της Μεσσηνίας και ήτο ηλικίας 80 ετών περίπου, όταν εκηρύχθη η επανάστασις του 1821. Ήτο παλαιός κλέφτης, με παρελθόν μεγάλης δράσεως εις τα χρόνια της κλεφτουριάς. Είχε κατορθώσει να διασωθή κατά τον μεγάλον κατατρεγμόν της κλεφτουριάς του 1806. Εκρύβετο από το1806 εως το 1821 και με μεγάλην χαράν ήκουσε το μυστικόν της Φιλικής Εταιρείας. Επί κεφαλής τών συμπατριωτών του Γαρατζαίων έλαβεν εκ τών πρώτων μέρος εις τήν επανάστασιν. Ήτο γέρων κοντός και αδύνατος, με μεγάλην γενειάδα. Τα μάτια του εφαίνοντο ότι πετούσαν σπίθες. Ήτο άφοβος, σταθερός καί γερός πολεμιστής. Ήτο και δεινός σκοπευτής.
Ό υπασπιστής του Θεοδ. Κολοκοτρώνη Φωτάκος γράφει χαρακτηριστικούς ότι, ήτο «το καλύτερο ντουφέκι της Μεσσηνίας». Ό Κολοκοτρώνης τον εσέβετο καί ήκουε τήν γνώμην του με προσοχήν. Τον απεκάλει δέ «Μπάρμπα Μήτρο». Άλλα καί ο Πέτροβας εξετίμα καί εθαύμαζε τον Κολοκοτρώνην.
Ό στρατηγικός νους του Κολοκοτρώνη διεκρίθη εις τήν μάχην του Βαλτετσίου. Υπελόγισεν ότι, οί κλεισμένοι Τούρκοι εις τήν Τρίπολιν θα έκαναν γιουρούσι δια να σπάσουν τον κλοιόν πού τους έφτιανε πέριξ καί έκρινεν ότι ένα μέρος τών επαναστατών έπρεπε να οχυρωθή εις κλειστά ταμπούρια εις το Βαλτέτσι καί από εκεί να πολεμήση, ενώ αυτός θα ήτο άπ' εξω με άλλην δύναμιν επαναστατών δια να τους κτυπήση καί έτσι να βάλουν τους Τούρκους εις το μέσον. Δυσκόλως οί άλλοι οπλαρχηγοί εδέχοντο το σχέδιόν του. Τότε ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος είχεν εμπιστοσύνην εις τον γερο Μητροπέτροβαν, είπεν εις τούτον να πιάση το πρώτον ταμπούρι. Καί ο Μητροπέτροβας έτρεξε με τους Γαρατζαίους και κατέλαβε το πρώτο ταμπούρι.
Μέ την εξόρμησιν πού κάνει ο γέρο Μητρός να πιάση το ταμπούρι το περισσότερον αδύνατον, φιλοτιμώνται και οί άλλοι και πιάνουν τα άλλα τρία ταμπούρια πού είναι υψηλότερα, καθώς και το καμπαναριό της εκκλησίας του χωρίου. Εντός ολίγου επιτίθενται οί Τούρκοι. Ενα σώμα οί Μπαρδουνιώτες, γεροί πολεμισταί, μέ αρχηγόν τον Ρουμπή, τρέχουν να κτυπήσουν το πρώτο ταμπούρι του γερο Μήτρου, να τό καταστρέψουν και να πάρουν την τιμήν πώς πρώτοι ετσάκισαν τους επαναστάτες ραγιάδες. Ακολούθως έρχονται οί Αρβανίτες του Κεχαγιάμπεη, ονομαστοί πολεμισταί και αυτοί, πού άφησαν τους Μπαρδουνιώτες να κτυπήσουν πρώτοι και εάν δεν τα κατάφερναν να καταλάβουν αυτοί τα ταμπούρια. Μετά από αυτούς έρχονται οί άλλοι Τούρκοι, πλήθος μεγάλο. Το πρώτο ταμπούρι του γερο Μήτρου, το όποιον ήτο χαμηλά, δέχεται όλην την μανίαν τών Μπαρδουνιωτών, οί οποίοι κατά κύματα επιτίθενται. Μέσα όμως εις τό ταμπούρι ευρίσκεται ό ηρωικός Πέτροβας. Αεικίνητος τρέχει δεξιά και αριστερά, επάνω κάτω, εμψυχώνει τα παλληκάρια πού αμύνονται, πυροβολεί μέ τό αλάθευτο ντουφέκι του και ξαπλώνει κάποιον Τούρκον νεκρόν, σπεύδει εις άλλο σημείον επικίνδυνον, πυροβολεί πάλιν και φονεύει ένα Τούρκον επίσημον. Πυροβολεί έκ νέου και φονεύει άλλον Τούρκον.
Τα παλληκάρια ζητωκραυγάζουν. Σταματούν οί Τούρκοι ολίγον και ξαναεπιτίθενται μέ μανίαν. Ό γερο Μητρός αγρυπνά. Καταλαμβάνει τό ευπαθέστερον σημείον του ταμπουριού και ζητά από δύο τρία παλληκάρια να του γεμίσουν το όπλον. Στέκεται όρθιος ο γερο Μητρός
και μέ τα καρυοφύλλια που του δίνουν γεμάτα τα παλληκάρια φονεύει 10 Τούρκους, οί οποίοι πήγαιναν πρώτοι από τους άλλους να πέσουν εις τό ταμπούρι. Τήν στιγμήν αυτήν μία φωνή δυνατή και βροντερή ακούεται επάνω ψηλά από τό βουνό: «Βάστα Μπάρμπα Μήτρο λίγο ακόμα και έρχεται ο Κολοκοτρώνης». Ακούουν οί πολεμισταί μέσα εις τό ταμπούρι τήν φωνήν του Κολοκοτρώνη και συνεχίζουν τήν μάχην. Δειλιάζουν οί Τούρκοι. Αλλά και οί Έλληνες εκουράσθησαν, είναι νηστικοί και έχουν σώσει τα μπαρουτόβολα.
Και ενώ αμηχανούν, ακούουν μίαν δυνατήν φωνήν πλησίον «εγώ είμαι ο Κολοκοτρώνης». Βλέπουν τους Τούρκους να ανοίγουν και να εισέρχεται ό Κολοκοτρώνης μέ φορτώματα ψωμί, κρασί και μπαρουτόβολα.
Αγκαλιάζει τον γερο Μήτρο ό Κολοκοτρώνης και τον φιλεί. «Θα κράτησης άλλο μπάρμπα Μήτρο;» τον ερωτά. Και ο γέρων και πολύπειρος πολεμιστής άπαντα «θα κρατήσω». Να πάς απόξω να χτυπήσετε όλοι εσείς απόξω και μείς από μέσα. Θα τους τσακίσουμε».
Ήκουσεν ο Κολοκοτρώνης τήν συμβουλήν του γερο Μήτρου, παίρνει τους δικούς του και βγαίνουν ξανά από τό ταμπούρι. Τήν άλλην ημέραν αρχίζουν ξανά οι Τούρκοι να επιτίθενται. Μα η νίκη τώρα έκλινεν προς τους Έλληνας. Κτυπούν τους Τούρκους οί Έλληνες και από τα ταμπούρια και άπ' εξω. Τρέπονται εις φυγήν οί Τούρκοι. Εξέρχονται οί Έλληνες από τα ταμπούρια και τους κυνηγούν εις την ρεματιάν. Από εκεί μέ μεγάλας απώλειας τρέχουν να κλειστούν εις την Τρίπολιν. Και έτσι ενίκησαν οί Έλληνες εις το Βαλτέτσι, ένας δε από τους μεγαλύτερους συντελεστάς της νίκης αυτής θεωρείται ο Μήτρος Πέτροβας.
Μέ την εξόρμησιν πού κάνει ο γέρο Μητρός να πιάση το ταμπούρι το περισσότερον αδύνατον, φιλοτιμώνται και οί άλλοι και πιάνουν τα άλλα τρία ταμπούρια πού είναι υψηλότερα, καθώς και το καμπαναριό της εκκλησίας του χωρίου. Εντός ολίγου επιτίθενται οί Τούρκοι. Ενα σώμα οί Μπαρδουνιώτες, γεροί πολεμισταί, μέ αρχηγόν τον Ρουμπή, τρέχουν να κτυπήσουν το πρώτο ταμπούρι του γερο Μήτρου, να τό καταστρέψουν και να πάρουν την τιμήν πώς πρώτοι ετσάκισαν τους επαναστάτες ραγιάδες. Ακολούθως έρχονται οί Αρβανίτες του Κεχαγιάμπεη, ονομαστοί πολεμισταί και αυτοί, πού άφησαν τους Μπαρδουνιώτες να κτυπήσουν πρώτοι και εάν δεν τα κατάφερναν να καταλάβουν αυτοί τα ταμπούρια. Μετά από αυτούς έρχονται οί άλλοι Τούρκοι, πλήθος μεγάλο. Το πρώτο ταμπούρι του γερο Μήτρου, το όποιον ήτο χαμηλά, δέχεται όλην την μανίαν τών Μπαρδουνιωτών, οί οποίοι κατά κύματα επιτίθενται. Μέσα όμως εις τό ταμπούρι ευρίσκεται ό ηρωικός Πέτροβας. Αεικίνητος τρέχει δεξιά και αριστερά, επάνω κάτω, εμψυχώνει τα παλληκάρια πού αμύνονται, πυροβολεί μέ τό αλάθευτο ντουφέκι του και ξαπλώνει κάποιον Τούρκον νεκρόν, σπεύδει εις άλλο σημείον επικίνδυνον, πυροβολεί πάλιν και φονεύει ένα Τούρκον επίσημον. Πυροβολεί έκ νέου και φονεύει άλλον Τούρκον.
Τα παλληκάρια ζητωκραυγάζουν. Σταματούν οί Τούρκοι ολίγον και ξαναεπιτίθενται μέ μανίαν. Ό γερο Μητρός αγρυπνά. Καταλαμβάνει τό ευπαθέστερον σημείον του ταμπουριού και ζητά από δύο τρία παλληκάρια να του γεμίσουν το όπλον. Στέκεται όρθιος ο γερο Μητρός
και μέ τα καρυοφύλλια που του δίνουν γεμάτα τα παλληκάρια φονεύει 10 Τούρκους, οί οποίοι πήγαιναν πρώτοι από τους άλλους να πέσουν εις τό ταμπούρι. Τήν στιγμήν αυτήν μία φωνή δυνατή και βροντερή ακούεται επάνω ψηλά από τό βουνό: «Βάστα Μπάρμπα Μήτρο λίγο ακόμα και έρχεται ο Κολοκοτρώνης». Ακούουν οί πολεμισταί μέσα εις τό ταμπούρι τήν φωνήν του Κολοκοτρώνη και συνεχίζουν τήν μάχην. Δειλιάζουν οί Τούρκοι. Αλλά και οί Έλληνες εκουράσθησαν, είναι νηστικοί και έχουν σώσει τα μπαρουτόβολα.
Και ενώ αμηχανούν, ακούουν μίαν δυνατήν φωνήν πλησίον «εγώ είμαι ο Κολοκοτρώνης». Βλέπουν τους Τούρκους να ανοίγουν και να εισέρχεται ό Κολοκοτρώνης μέ φορτώματα ψωμί, κρασί και μπαρουτόβολα.
Αγκαλιάζει τον γερο Μήτρο ό Κολοκοτρώνης και τον φιλεί. «Θα κράτησης άλλο μπάρμπα Μήτρο;» τον ερωτά. Και ο γέρων και πολύπειρος πολεμιστής άπαντα «θα κρατήσω». Να πάς απόξω να χτυπήσετε όλοι εσείς απόξω και μείς από μέσα. Θα τους τσακίσουμε».
Ήκουσεν ο Κολοκοτρώνης τήν συμβουλήν του γερο Μήτρου, παίρνει τους δικούς του και βγαίνουν ξανά από τό ταμπούρι. Τήν άλλην ημέραν αρχίζουν ξανά οι Τούρκοι να επιτίθενται. Μα η νίκη τώρα έκλινεν προς τους Έλληνας. Κτυπούν τους Τούρκους οί Έλληνες και από τα ταμπούρια και άπ' εξω. Τρέπονται εις φυγήν οί Τούρκοι. Εξέρχονται οί Έλληνες από τα ταμπούρια και τους κυνηγούν εις την ρεματιάν. Από εκεί μέ μεγάλας απώλειας τρέχουν να κλειστούν εις την Τρίπολιν. Και έτσι ενίκησαν οί Έλληνες εις το Βαλτέτσι, ένας δε από τους μεγαλύτερους συντελεστάς της νίκης αυτής θεωρείται ο Μήτρος Πέτροβας.
(1) Πηγή: Ιστότοπος sansimera.gr
(2) ΙΩΑΝΝΟΥ ΕΡ. ΖΕΓΚΙΝΗ Εισαγγελέως Εφετών