.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

Πρωτοελλαδικός Οικισμός Βοϊδοκοιλιάς


Ο Πρωτοελλαδικός οικισμός της Βοϊδοκοιλιάς

 Στο βόρειο βραχίονα του όρμου της Βοϊδοκοιλιάς αναπτύχθηκε και άκμασε στους ΠΕ χρόνους ο οικισμός της θέσης που κατά τις πρόσφατες ανασκαφές (1977- 1980) απέδειξε απόλυτη πολιτιστική ταυτότητα με την υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα κατ' αυτή την περίοδο που αποκαλούμε Πρωτοελλαδική κοινή. Η Μεσσηνία Περιλάμβανε περισσότερους από 20 βέβαιους Πρωτοελλαδικούς οικισμούς και άλλους 12 αβέβαιους, οι περισσότερο των οποίων ήταν σε παραλιακές περιοχές ή κοντά σε ποτάμια.
 Η Πρωτοελλαδική Ι φάση, σαν αυτόνομη φάση, δεν φαίνεται να εκπροσωπείται στη Μεσσηνία όπως και η Πρωτοελλαδική ΙΙΙ, και φαίνεται ότι υπήρχε κενό μεταξύ της Nεoλιθικής και της Πρωτοελλαδικής ΙΙ φάσης.

Βοϊδοκοιλιά Πυλίας. Ο ΠΕ ΙΙ οικισμός, ο ΜΕ Ι τύμβος και ο ΥΕ Ι θολ. τάφος (J.W. Myers).

O οικισμός ήταν περιορισμένης έκτασης (30Χ 30μ.), διαπιστώθηκε δε συνεχής κατοίκηση στους Πρωτοελλαδικούς ΙΙ χρόνους σε 3 αλληλαδιάδοχες αρχιτεκτονικές φάσεις. Μιλάμε για οικισμό αν και υπάρχουν ακόμη δυσκολίες γιά την επιβεβαίωση του χαρακτηρισμού αυτού γιατί ο υπερκείμενος Μεσσοελλαδικός τύμβος και ο περιληφθείς Μυκηναϊκός θολωτός τάφος δεν επιτρέπουν ακόμη την κατανόηση και τη συμπλήρωση του αρχιτεκτονικού σχεδίου των οικιών των χρόνων εκείνων.
 Ότι σώζεται από τον Πρωτοελλαδικό οικισμό έρχεται σε φως έξω και γύρω από το Μεσοελλαδικό τύμβο. Γιά να ξεπεράσουμε αυτές τις δυσκολίες, επιχειρήσαμε να σκάψουμε σε βάθος τόσο στο δρόμο, το στόμιο και τον ταφικό θάλαμο του μυκηναϊκού θολωτού τάφου, όσο και σε ορισμένα σημεία κάτω από τον τύμβο και συγκεκριμένα σ' εκείνα που αφαιρέθηκαν ταφικοί πίθοι του τύμβου. Πράγματι και κεί εμφανίστηκαν τα τεκμήρια της Πρωτοελλαδικής κατοίκησης: κεραμεική, τοίχοι και τριβεία (μυλόλιθοι). Γι' αυτό το λόγο κατά τα προσεχή έτη η ανασκαφή θα συνεχισθεί και σε άλλα πρόσθετα σημεία του τύμβου, έξω δηλαδή από τόν κύριο περίβολό του, τον αναλημματικό του τοίχο.
 Το οικοδομικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε, κατά βάση σ' όλες τις υποπεριόδους της Πρωτοελλαδικής ΙΙ φάσης προέρχεται από σημεία που απέχουν λιγότερο ή περισσότερο από τον ανασκαπτόμενο οικισμό. Tο ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στα Ακοβίτικα και υποδηλώνει την ύπαρξη κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης σ' εκείνους τους χρόνους, πράγμα που προϋποθέτει κεντρική εξουσία στην τελευταία φάση των Πρωτοελλαδικών ΙΙ χρόνων.

Ο εκτός τύμβου ΝΔ τομεύς

 Η πρώτη οικοδομική φάση των Πρωτοελλαδικών ΙΙ χρόνων επισημάνθηκε στο ΒΔ Τμήμα του οικισμού, όπου εκτός από ένα μεταγενέστερο οικοδομικό χώρο (των Πρωτοελλαδικών ΙΙ χρόνων) ήλθε στο φως αψιδωτός τοίχος με πορώδεις αμφιπροσώπους λίθους, που περιορίζεται από τα δυτικά από άλλη σειρά ογκολίθων. Η ανασκαφή θα συνεχισθεί γιά να διαπιστωθεί αν ο τοίχος αυτός είναι αψιδωτός ή όχι. Πρωτοελλαδικά αψιδωτά κτίσματα υπάρχουν και σε άλλες περιοχές όπως στη Μουρτερή Κύμης Ευβοίας (Αδ. Σάμψων) και στα Πευκάκια Βόλου (Μιλότσιγιτς- Θεοχάρης). Προς Νότο υπήρχε, προφανώς, αυλή με εγκατάσταση τριβείων (13 μυλόλιθοι). Η ίδια κατάσταση με πλήθος μυλολίθων υπάρχει και στο Ανατολικό κτίσμα, όμοια, πιθανόν, σε αυλή όπως στη ΝΑ κοιλότητα.
 Γενικά οι τοίχοι που έχουν σωθεί τμηματικά γύρω από τον τύμβο, στα ακραία σημεία του οικισμού είναι και μικρού- κανονικού πάχους και έχουν διασωθεί μερικώς επειδή και μόνον έμειναν ακάλυπτοι στις επόμενες περιόδους χρήσης του χώρου, οπότε όλο το οικοδομικό υλικό του Πρωτοελλαδικού οικισμού, χρησιμοποιήθηκε για την επικάλυψη του τύμβου. Έτσι, δεν έμειναν παρά μόνο μικροί τοίχοι.
 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διπλοί τοίχοι του οικισμού στο ΒΑ και στο ΝΝΑ τμήμα. Εκτός από αυτούς υπάρχουν και παχύτατο τοίχοι πάχους 1,35μ. που ανήκουν στην τελευταία οικοδομική φάση του Πρωτοελλαδικού οικισμού. Αυτό είναι το κτίσμα το αντίστοιχο με τα μέγαρα των Ακοβίτικων και της Οικίας των Κεράμων της Λέρνας.
 Σ' αυτό το κτίσμα απουσιάζουν συχνά οι οξείες γωνίες και φαίνονται οι τοίχοι σε πλάγια-λοξή τοποθέτηση όπως πηγαίνουν προς Βορρά και χάνονται κάτω από τον τύμβο. Στο ΝΑ τμήμα υπήρχε αποθήκη με δύο αποθηκευτικούς πίθους που δεν είχαν, δυστυχώς, υπολείμματα των προϊόντων που είχαν, κάποτε, αποθηκευτεί σ' αυτούς. Στην αποθήκη είχε απορριφθεί και μεγάλος, Πρωτοελλαδικών χρόνων, πίθος με εγχαράξεις στις λαβές και μολύβδινους συνδέσμους επιδιόρθωσης, απόδειξη ότι ο πίθος είχε σπάσει και χρησιμοποιήθηκε πάλι.

Πυθμήν κοιλότητος ΒΑ τάφρου.

Στο ΒΑ τμήμα υπήρχαν ράφια και από κεί έπεσαν, την στιγμή της καταστροφής, τα Πρωτοελλαδικά ΙΙ αγγεία (ασκός, φιαλίδια και κύμβη), που χρησιμοποιούνταν τότε.
 Στο δρόμο του θολωτού τάφου έχουμε ένα τυπικό παράδειγμα από το υπέδαφος του δαπέδου ενός εσωτερικού χώρου με επικάλυψη των κοιλοτήτων με λιθάρια για να είναι στερεό το υπέδαφος του δαπέδου του δωματίου.
 Αυτός ο χώρος περιλάμβανε τους λεγόμενους βόθρους γιά διατήρηση της φωτιάς στη διάρκεια της νύκτας και γιά το ψήσιμο των φαγητών ή, ακόμη, και γιά τη διατήρηση των τροφών. Η επίχωση αυτού του χώρου περιλάμβανε ένα πυρήνα οψιανού, χονδροειδή αγγεία, φιαλίδια και, στο ψηλότερο στρώμα, όστρακα από κύμβες και το μεγάλο πιθοείδες αγγείο με την οφιοείδη πλαστική διακόσμηση. Παρόμοιοι βόθροι βρέθηκαν σε νοτιότερα σημεία του οικισμού.
 Τα προβλήματα για την οικοδομική των οικιών της Βοϊδοκοιλιάς ήταν άλυτα ως τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο του 1980, οπότε βρέθηκαν όλα τα αναγκαία στοιχεία για τη διαλεύκανση και επίλυσή τους. Σ' αυτό βοήθησε η ύπαρξη της τάφρου των αρχαιοκαπήλων του έτους 1923, που είχε μείνει ευτυχώς, στο Πρωτοελλαδικό στρώμα αδιατάραχτη. Έτσι, τον Ιούλιο βρέθηκε το 5εκ. παχύ στρώμα καταστροφής με ίχνη πυράς και ένα τεράστιο, Πρωτοελαδικών χρόνων, πίθο σ' όλη την έκταση του αναφαινόμενου χώρου. Όπως όλα τα πιθάρια, είχε και αυτό ορυκτά εγκλείσματα στον πηλό του, συγκεκριμένα, μεγάλη ποσότητα ασβεστίτη. Πάνω, ακριβώς, σ' αυτό τον πίθο υπήρχε το στόμιο μιάς κύμβης που έδινε την επιθυμητή χρονολόγηση στα μέλη της Πρωτοελλαδικής ΙΙ φάσης. Οι χρονολογήσεις όμως, της Τίρυνθας δεν μας επέτρεπαν να είμαστε βέβαιοι απόλυτα γιά την ακριβή χρονολόγηση της φάσης καταστροφής πού διαπιστώθηκε, τελικά, στη Βοϊδοκοιλιά τον Σεπτέμβριο με τη διεύρυνση της τάφρου, οπότε ήλθαν σε φώς πολλά μέρη του ίδιου πίθου, τεμάχια από την ελαφριά ξύλινη στέγη της οικίας αυτής, τεμάχια από τις ωμές πλίνθους της ανωδομής (των τοίχων) και δύο αγγεία στο ίδιο στρώμα καταστροφής, που χρονολογούν, όπως θα δούμε, την καταστροφή αυτή, τουλάχιστον, στα τέλη της Πρωτοελλαδικής φάσης.
 Του Πρωτοελλαδικού οικισμού δεν βρέθηκε το σύγχρονο νεκροταφείο, για το οποίο ο καθηγητής Γ. ΜακΝτόναλντ υποστήριξε ότι βρίσκεται Β.ΒΑ στο λόφο του Προφήτη Ηλία. Ένας σκελετός, όμως, βρέφους, από τη μέση και πάνω σωσμένος, βρέθηκε κάτω από τον οικισμό, στον ΒΑ Τομέα του οικισμού, πράγμα που γνωρίζουμε, συνήθως, από τα Μεσοελλαδικά και τα Πρωτομυκηναϊκά χρόνια.

Ο Ν-ΝΝΑ τομεύς από αέρος (J.W. Myers)

Η κεραμεική της Βοϊδοκοιλιάς εμφανίζεται πολύ ενδιαφέρουσα, με πολλές παραλλαγές και, μάλιστα, σε ποσοστό που να μην υστερεί από τις κεραμεικές τεχνικές και τις συναφείς παραλλαγές των μεγάλων κέντρων, όπως της Λέρνας, του Αγ. Κοσμά, του Ασκηταρίου κ.ο.κ. Γενικά, η τεχνική των αγγείων της Βοϊδοκοιλιάς δεν υστερεί καθόλου από τις τεχνικές των άλλων ΠΕ ΙΙ κέντρων. Το επίχρισμα που χρησιμοποιόταν, κατά περειπτώσεις, και τα επιτυχημένα σχήματα των αγγείων πείθουν γιά την καλή ποιότητα της κεραμεικής της Βοϊδοκοιλιάς.
Τα πιθοειδή αγγεία είχαν σε μεγάλη ποσότητα ορυκτά εγκλείσματα (μικρότατα χαλικίδια ασβεατίτη). Η εγχάρακτη τεχνική έχει αισθητή συμμετοχή και συχνά αποδίδονται εγχάρακτες γραμμές ή επάλληλες εμπίεστες γωνίες (σαν ιχθυάκανθα) στις διογκώσεις των αγγείων που χρησίμευαν σαν υποτυπώδεις λαβές.
Ένα σπάνιο αγγείο με διάτρητο λαιμό, καλά ψημένο στο κατώτερο ημισφαιρικό τμήμα χάρη στη συνεχή χρήση του στη φωτιά και με κατεστραμμένο το σύστημα στήριξης που ξεκίναγε από το κατώτερο σημείο του ώμου του, βρέθηκε στην κοιλότητα 11 του θολωτού Τάφου. Αυτό χρονολογείται όμοια στους ΠE IΙ χρόνους με τη βοήθεια ενός οστράκου από τον λαιμό όμοιου αγγείου, πού βρέθηκε από τον Κ. Σάμψων στο σπήλαιο του Κούρου Ευβοίας σε ανασκαφικό στρώμα καλά χρονολογημένο στους ΠE ΙΙ χρόνους.
Πιθαράκια, ή αλλιώς βόθροι, ύψους 27 εκ. με πλαστική δακτυλοπίεστης διακόσμησης ταινία βρέθηκαν στην κοιλότητα Α8 του τάφου. Ένα τετράπλευρο πήλινο σκεύος με τέσσερες οπές στα άκρα, έχει όμοιό του από την Ασέα της Αρκαδίας, πράγμα που αποδεικνύει τις επαφές ανάμεσα στην Πύλο και την Αρκαδία.
Το άωτο κυάθιο, με το ραδινό περίγραμμα, το ελαφρά έξω νεύον χείλος και με τα μελανά εγκλείσματα στον πηλό του, πού βρέθηκε κάτω από το στόμιο του θολωτού Τάφου μέσα σε κοιλότητα του βράχου, έχει όμοιά του από το Λευκαντί (όρια της ΠΕ ΙΙ- ΙΙΙ φάσης).
 Στον ΒΒΑ τομέα βρέθηκε τμήμα μιάς αρχέγονης κύμβης, που, με τα μεταγενέστερα ΠΕ ΙΙ παραδείγματα του είδους από τον οικισμό, υποδηλώνει τη διάρκεια κατοίκησης στη Βοϊδοκοιλιά.

Αεροφωτογραφία ΠΕ ΙΙ κτισμάτων ΒΔ τομέως

Χαρακτηριστικά παραδείγματα της ΠΕ κεραμεικής, όπως ένα άωτο κυάθιο και ένα φιαλίδιο από το δρόμο του θολωτού τάφου, ασκός και κύμβη, τα φιαλίδια και τα ημισφαιρικά κύπελλα με την υπερυψωμένη κοίλη βάση που βρέθηκαν στο στρώμα καταστροφής της ΒΑ τάφρου, βοηθούν εξαιρετικά στον καθορισμό της ΠΕ ΙΙ φάσης. Όμοιο κύπελλο προέρχεται από τη νήσο Σκοπά Μάνης. Υπάρχουν, όμως, και οριστικά όστρακα της «σμέαρ τέκινγκ» (επάλειψη με παχύ- πυκνό διάλυμμα επιχρίσματος), που συναντούνται στην Πρωτοελλαδική ΙΙ Λέρνα (Λέρνα 4), και το πιθοειδές αγγείο με την οφιοειδή πλαστική διακόσμηση και τις οπές εκροής κάτω, όμοιο με Πρωταθεσσαλικό ΙΙΙ πίθο από το Σέσκλο, που υποδηλώνουν ότι η ΠE ΙΙΙ φάση ήταν κιόλας «επί θύραις».
 Σ' αυτήν τη φάση καταστράφηκε η Βοϊδοκοιλιά από πυρκαγιά και, όπως και στη Λέρνα, ο οικισμός καλύφθηκε από τα ερείπια, από τα οποία πήραν, λίγο αργότερα, το απαραίτητο οικοδομικό υλικό για την κατασκευή του τύμβου του γένους που κατοίκησε στην περιοχή. Ίσως, τον τύμβο ενός από τα γένη της περιοχής, που σχημάτισε τον νέο οικισμό σε ένα άλλο σημείο, ενώ η θέση του οικισμού χρησιμοποιήθηκε ανά τους αιώνες μόνο ως νεκροταφείο.
 Με τις πρόσφατες ανασκαφές της νήσου Σκοπά στην Μάνη, από τον κ. Δεληβοριά, των Ακοβίτικων της Καλαμάτας, του κ. Θέμελη και της κ. Καράγιωργα, της Βοϊδοκοιλιάς της Αρχαιολογικής Εταιρείας, του Κόκλα από τον κ. Παπαθανασόπουλο, του Εγκλιανού, της Μάλθης και, πολύ βορειότερα, του Λεπρέου από τον κ. Κολώνα και τον κ. Ζάχο, και με τ άλλα επιφανειακά ευρήματα σε 20- 30 θέσεις της Μεσσηνίας, φαίνεται καθαρά ότι όλη αυτή η περιοχή της Ν- ΝΔ- Δ Πελοποννήσου είχε κατοικηθεί με σχετική πυκνότητα και είχε αναπτυχθεί πολιτιστικά παράλληλα με την υπόλοιπη Ελλάδα.
 Η εμπορική επικοινωνία με τις Κυκλάδες (άγνωστο είναι ακόμα αν γινόταν απευθείας ή με μεσάζοντες), αποδεικνύεται και από την ύπαρξη μεγάλου αριθμού λειπίδων οψιανού, ενός ωραίου μεγάλου επεξεργασμένου πυρήνα οψιανού και πλήθους απολεπισμάτων, που υποδηλώνουν, όπως είχε διαπιστωθεί και από τον Μαρινάτο, την επιτόπια επεξεργασία του ηφαιστειογενούς υλικού, όπως γινόταν, δηλ., στον Άγιο Κοσμά Αττικής, στην Αγία Φωτιά Σητείας, στις Αχάρνες Τεμένους και αλλού.

Τα ΠΕ δωμάτια. Ανατολική οικία (αεροφωτογραφία)

Αρχιτεκτονικές παρατηρήσεις στον Πρωτοελλαδικό οικισμό της Βοϊδοκοιλιάς

 Σαν πανεπιστημιακό μέλος των ανασκαφών της Αρχαιολογικής Eταιρείας στη Μεσσηνία είχα την ευκαιρία να κάνω μερικές παρατηρήσεις πάνω στην αρχιτεκτονική του πρωτοελλαδικού οικισμού της Βοϊδοκοιλιάς, τις οποίες και συνοψίζω σ’ αυτή τη μικρή μελέτη, συμβολή στις μεσσηνιακές σπουδές αλλά και τις αρχαιολογικές γενικώτερα.

Εικ. Α: Διπλοί τοίχοι στο ΝΔ τομέα

Ο οικισμός της Βοϊδοκοιλιάς1 έχει στοιχεία που προσδιορίζουν την ατομικότητά του, όπως εξ άλλου κάθε οικισμός, έχει όμως και στοιχεία που τα βρίσκουμε και σε άλλους οικισμούς της ίδιας εποχής στην Πελοπόννησο, αλλά και έξω απ' αυτή μέχρι και τη δυτική Μικρά Ασία.
 Ένα βασικό στοιχείο οικοδομικό είναι η ύπαρξη στη Βοϊδοκοιλιά των διπλών, ή καλύτερα εφαπτομένων τοίχων (εικ.Α). Διπλούς τοίχους συναντάμε σε πολλούς πρωτοελλαδικούς οικισμούς, στα Ακοβίτικα Μεσσηνίας, το Ασκηταριό Αττικής, τις Λιθαρές Βοιωτίας, τη Μάνικα Ευβοίας, τη Θερμή Λέσβου, και αλλού.
 Ο Δ. Θεοχάρης2 θεώρησε τους διπλούς τοίχους απλώς διαχωριστικούς των οικιών (όχι δηλαδή χώρων της ίδιας οικίας) χωρίς να δικαιολογήση το γιατί. Η Θ. Καράγεωργα3 ερμηνεύει τους εξωτερικούς τοίχους στα Ακοβίτικα σαν προστατευτικούς των κυρίων τοίχων των οικημάτων στα επικίνδυνα σημεία. Η δε Χαρά Τζαβέλλα4 τους θεωρεί γενικώς σαν ανάγκη από γεωλογικές- κλιματολογικές συνθήκες, ή κοινωνικές (χωρισμός κατά γένη). Κατά τη γνώμη μου, οι διπλοί τοίχοι κατασκευάζονταν για λόγους ανάγκης στηρίξεως της στέγης δύο γειτονικών σπιτιών ή δωματίων, όποια μορφή και αν είχε αυτή (επικλινή, δικλινή, τετρακλινή, καμπύλη) και την καλύτερη απομάκρυνση των νερών της βροχής την ίδια ανάγκη εξυπηρετούσαν οι παχείς και οι κοντινοί παράλληλοι τοίχοι. Στη περίπτωση των παχειών (πάνω από 0.80μ.) τοίχων η κατασκευή των γειτονικών χώρων θα γινόταν σύγχρονα, ενώ στη περίπτωση των παραλλήλων (εφαπτομένων ή όχι) η κατασκευή του ενός μπορεί να είναι και μεταγενέστερη. Στη κατανόηση του αρχιτεκτονικού αυτού φανομένου πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη και το γεγονός ότι η αρχιτεκτονική της εποχής εκείνης ήταν παραθετική.

Εικ. Β: Ανατολικό τμήμα ΝΔ δωματίου. Μυλόλιθος και οστά ζώων

Ένα δεύτερο στοιχείο αρκετά κοινό στους πρωτοελλαδικούς οικισμούς και στη Βοϊδοκοιλιά είναι η δόμηση των λίθων σε σχήμα ψαροκόκκαλου (herring bone) (Εικ. Β) τη συναντάμε στη Λέρνα, στην Αίγινα, στις Ζυγουριές, στο Μπερμπάτι, στον Αγιο Κοσμά, στο Ασκηταριό, στην Εύτρηση και έξω από την ηπειρωτική Ελλάδα, το βόρειο Αιγαίο (Θερμή Λέσβου) και τη δυτική Μ. Ασία (Καράτας, Τροία). Όταν κατασκευάζεται ένας τοίχος με τον τρόπο αυτό, ανυψώνεται υποχρεωτικά βουστροφηδόν, ο οικοδόμος δε, διευκολύνεται στην κατασκευή γιατί ο κάθε λίθος πατάει και στερεώνεται με δύο πλευρές, την κάτω και τη μία από τις δύο πλάγιες, όχι μόνο με τη μία, την κάτω, όπως γίνεται στην απλή συνηθισμένη δόμηση. Το κτίσιμο σε «ψαροκόκκαλο» δεν νομίζω ότι δίνει δύναμη και ασφάλεια στον τοίχο όπως γράφουν οι H. Walter- E. Felten5. 
 Σε συνδυασμό τα δύο παραπάνω αρχιτεκτονικά στοιχεία, των διπλών τοίχων, και της δομήσεως σε ψαροκόκκαλο είναι ικανά να χρονολογήσουν με σχετική βεβαιότητα τον οικισμό της Βοϊδοκοιλιάς στην πρωτοελλαδική εποχή, χωρίς τη βοήθεια της κεραμεικής και των άλλων ευρημάτων.
 Αξιοσημείωτο στοιχείο γιά τους τοίχους της Βοϊδοκοιλιάς είναι η ύπαρξη στην κορυφή της λίθινης υποδομής μικροτέρων λίθων και μάλιστα σε μια περίπτωση (νότιος τοίχος ΒΑ δωματίου, κοντά στη ΒΑ τάφρο) αυτοί είναι πολύ μικροί (διαμέτρου 5-10 εκ.). Με το στοιχείο αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε αν σώζεται ολόκληρη σε ύψος η λίθινη υποδομή ή έχη καταστραφή, όπως σε πολλούς τοίχους συμβαίνει. Ο τελευταίος αυτός μικρός δόμος (ενίοτε ψευτόδομος) με πολλή λάσπη (χώμα) δημιουργούσε ένα ομαλό και στέρεο υπόβαθρο της πλίθινης ανωδομής, απορροφούσε δε συγχρόνως και το τελευταίο λίθινο οικοδομικό υλικό, που συνήθως αποτελείται από μικρότερες πέτρες. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται στην Τίρυνθα, στον Άγιο Κοσμά, στην Αίγινα και σε άλλες θέσεις πιθανώς στην πρωτοελλαδική Λέρνα ενιαχού ο ανώτερος λίθινος δόμος αποτελείται από μεγάλους πλακερούς οριζόντια τοποθετημένους λίθους.
 Σημαντικά λείψανα της οικοδομικής δραστηριότητας των κατοίκων της τελευταίας φάσεως της πρωτοελλαδικής Βοϊδοκοιλιάς είναι οι δύο λιθόστρωτες αυλές, η «Ανατολική» και κυρίως η «Δυτική», οι οποίες αρχικά θεωρήθηκαν δρόμοι γιατί δεν είχε επεκταθή η ανασκαφή.
 Η «Ανατολική» είναι πολύ καταστραμμένη, της «Δυτικής» τμήμα προς τα δυτικά έχει καταστραφή από τους τυμβοποιούς, άλλο δε προς τα ανατολικά καλύπτεται και σήμερα από τον μεσοελλαδικό τύμβο, το νότιο πέρας της καταστράφηκε προφανώς από τους τυμβωρύχους που άνοιξαν τη ΝΔ τάφρο (το 1923;), έτσι τα όρια της Δ. αυλής είναι απροσδιόριστα, εκτός από το βορεινό που ορίζεται από τον νότιο τοίχο, όπου και η θύρα, του μεγάλου ΒΑ δωματίου το φαινόμενο τμήμα της είναι περίπου τραπεζοειδές, του οποίου οι πλευρές έχουν μήκος, 3μ. η βόρεια, 2.90μ. η ανατολική, 2.20μ. η νότια και 3,80μ. η δυτική. Η επιφάνεια δεν είναι απόλυτα ομαλή και έχει μικρή κλίση προς τα δυτικά (η ανατολική έχει αντίστοιχα κλίση προς τα ανατολικά) ακολουθώντας κάπως τη φυσική κλίση του λόφου.

Υπέδαφος κτίσματος Δ 21/23.

Μοναδική ίσως για την πρωτοελλαδική αρχιτεκτονική είναι η ποικιλία του υλικού της κατασκευής, και συγκεκριμένα, ακατέργαστοι ασβεστόλιθοι, ψαμμίτες πλακεροί ελαφρώς κατεργασμένοι μυλόλιθοι (σε αχρηστία), χαλίκι θαλασσινό (βότσαλα) και λίγο χώμα, υλικό που κατά βάση προέρχεται από παλιότερες οικοδομικές φάσεις.
 Αυλές, δρόμοι, διάδρομοι και σπανιώτερα δάπεδα δωματίων υπάρχουν σε όλους σχεδόν τους πρωτοελλαδικούς οικισμούς της Νότιας Ελλάδας, αλλά η σύνθεσή τους είναι διαφορετική, μικρές ή μεγάλες πέτρες, χαλίκια, πλάκες, άμμος, ακόμα και όστρακα αγγείων χαρακτηριστικά αναφέρουμε την περίπτωση της Εύτρησης, όπου ο J. Caskey αποκάλυψε στην Τομή Α κάτω από την οικία L πέντε δάπεδα λιθόστρωτα σε αλλεπάλληλα στρώματα της ΠΕΙ εποχής. Όσον αφορά στο υλικό της κατασκευής, οι αυλές της Βοϊδοκοιλιάς μοιάζουν με τα δάπεδα που βρέθηκαν μέσα και έξω από πρωτοελλαδικό μέγαρο (Τάφρος A) στις Λιθαρές6, τα οποία έχουν σαν υπόστρωμα λιθάρια, χαλίκια, άμμο και όστρακα αγγείων, ίσως δε και με αυλή(...) της Αγίας Μαρίνας Σπετσών (Τάφρος III)7, όπου στο σχέδιο δηλώνονται λίθοι μεγάλοι και μικροί (χαλίκι).
 Η Δυτική Αυλή ανήκει κυρίως στο μεγάλο ΒΔ δωμάτιο και είναι στο ύψος του κατωφλιού της εισόδου αυτού, το δε κατώφλι είναι τμήμα του πρώτου- θεμέλιου δόμου του δωματίου, το δάπεδο του οποίου είναι 15- 20 εκ. χαμηλότερα (του κατωφλίου και της αυλής) το γεγονός αυτό σημαίνει ότι η λιθόστρωση της αυλής έγινε μετά την κατασκευή του ΒΔ δωματίου, και μάλιστα ίσως όχι αμέσως το λιθόστρωμα προφανώς χρησίμευε για την καλύτερη απομάκρυνση των νερών της βροχής και την αποφυγή δημιουργίας λάσπης, πράγμα που δεν συνέβαινε στο δάπεδο του δωματίου, γιατί ήταν στεγασμένο εκτός αυτού το χώμα για κατοικίσιμο χώρο είναι προτιμότερο, όντας πιό ζεστό το χειμώνα (συγκριτικά με τους λίθους) και δροσερό το καλοκαίρι.

Η κοιλότης Α8.

Το παραπάνω στοιχείο, να είναι δηλαδή οι αυλές και οι δρόμοι ψηλότερα από τα δάπεδα των σπιτιών, παρατηρείται και σε άλλους πρωτοελλαδικούς οικισμούς, όπως για παράδειγμα στον Άγιο Κοσμά και την Εύτρηση, συνέβαινε δε γιατί έξω απ’ τις οικίες ρίχνονταν απορρίμματα ή λιθοστρώνονταν οι χώροι, με αποτέλεσμα να ανυψωθή η επιφάνειά τους, η οποία αρχικά ήταν κοινή για τα δωμάτια τις αυλές και τους δρόμους.
 Η διαμόρφωση των θυρών μετά τον πρώτο δόμο είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό των πρωτοελλαδικών κτισμάτων, γι' αυτό σε πολλές περιπτώσεις είναι απροσδιόριστες, αν οι τοίχοι δεν σώζωνται πάνω απ’ αυτόν (π.χ. Λιθαρές Βοιωτίας).
 Η ύπαρξη πολλών μυλολίθων σε δεύτερη χρήση, πριν αυτοί καταστούν άχρηστοι από φθορά, στις αυλές της τελευταίας φάσεως της πρωτοελλαδικής Βοϊδοκοιλιάς, σημαίνει πιθανώς μείωση του πληθυσμού, ή της παραγωγής- συλλογής σπόρων, ή ακόμη αντικατάστασή τους με τελειότερους και βελτίωση του τρόπου αλέσματος, αλλά γι' αυτό δεν έχουμε μέχρι στιγμής αρχαιολογικά δεδομένα.
 Τα μέχρι τώρα στοιχεία συσχετίζουν την αρχιτεκτονική της Βοϊδοκοιλιάς με οικισμούς της ίδιας εποχής, υπάρχουν όμως και στοιχεία που επιβιώνουν μέχρι σήμερα στη λαϊκή παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Μεσσηνίας και της Ελλάδας γενικώτερα. Ένα απ’ αυτά είναι η χρήση λίθων για την υποδομή (ύψους 0,50- 0,70μ. περίπου) και πηλού σε πλίθες ωμές για την ανωδομή των τοίχων ο λόγος και στις δύο περιπτώσεις είναι ο ίδιος, σχετική έλλειψη λίθων, δυσκολία εξαγωγής- μεταφοράς και κατεργασία αυτών, αναγκαίων όμως για την υποδομή των κτισμάτων, όπου ο κίνδυνος φθοράς από τα νερά, τα φυτά και τα ζώα είναι μεγαλύτερος.
 Στη Βοϊδοκοιλιά δεν βρέθηκε ακόμη πήλινη πλίθα στη θέση της, πεσμένη ή μετακινημένη, βρέθηκαν όμως μικρά κομμάτια πηλού ελαφρώς ψημένου από φωτιά (θερμάνσεως ή καταστροφής), τα οποία προέρχονται πιθανώτατα από την ανωδομή ή και τη στέγη. Η χρήση χόρτων στις πλίθες γιά μεγαλύτερη συνοχή και στερεότητα παρατηρείται και τότε και σήμερα, μάλιστα τα φυτικά κατάλοιπα στον πηλό της Βοϊδοκοιλιάς πρέπει να είναι από βούρλα, έτσι έδειξε η λεπτομερής μελέτη του πάχους, της υφής και της δομής αυτών -από αυτά που βλέπει κανείς και σήμερα να φυτρώνουν εκεί κοντά στις όχθες της γραφικής λιμνοθάλασσας. Βούρλα και πηλός θα χρησιμοποιήθηκαν και στις στέγες των σπιτιών, αφού δεν βρέθηκαν καθόλου πλάκες ή κέραμοι στην ανασκαφή.
 Το πάχος των τοίχων του ΒΑ δωματίου (που ανήκει στη τελευταία φάση) είναι 0,60μ., το δε άνοιγμα της θύρας του 0,90μ., διαστάσεις που επιβιώνουν μέχρι σήμερα με μικρές διαφοροποιήσεις, μας επιτρέπουν να υποθέσουμε μήπως από τότε διαμορφώθηκε μιά μονάδα μήκους 0,30μ. περίπου8, όσο δηλαδή είναι ένα φουρκί ή μιά πιθαμή και μια παλάμη μαζί αυτή η μέτρηση γίνεται (στο χέρι, τη ζώνη ή ένδυμα ασθενούς) και στη σημερινή λαϊκή μαγική θεραπευτική για το «άντεσμα» ή το «μάτιασμα», η οποία με τη σειρά της μπορεί να έχη τις ρίζες της στην εποχή εκείνη.

Η ΝΑ αποθήκη από Α.

-Ο Πρωτοελλαδικός οικισμός της Βοϊδοκοιλιάς.
Γ. Σ. ΚΟΡΡΕΣ: "Ο Πρωτοελλαδικός οικισμός της Βοϊδοκοιλιάς και η καταστροφή του στο τέλος της Πρωτοελλαδικής ΙΙ φάσης"
-Αρχιτεκτονικές παρατηρήσεις στον Πρωτοελλαδικό οικισμό της Βοϊδοκοιλιάς
Γ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ Επιστ. Βοηθού Πανεπ. Αθηνών: "Αρχιτεκτονικές παρατηρήσεις στον Πρωτοελλαδικό οικισμό της Βοϊδοκοιλιάς". Πρακτικά του Β΄ Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών, Κυπαρισσία 1982.

1. Γενικά για την ΠE Βοϊδοκοιλιά στα ΠΑΕ 1977 και εξής, (εκθέσεις Γ. Κορρέ).
2. Αρχαιολογική Εφημερις 1953-54, σ.65.
3. Αρχαιολογικόν Δελτίον 26 (1971), Xρονικά, σ.128.
4. Πρώτο Διεθνές Συνέδριο Μυκηναϊκής και Προμυκηναϊκής Πύλου, Αθήνα 1980.
5. Alt Ägina III I, σ.14.
6. Αρχαιολογικόν Δελτίον 24 (1969), Χρονικά, σ.30, σχ.1, πίν. 34β.
7. Αρχαιολογικόν Δελτίον 26 (1971), Xρονικά, σσ.77-78, σχ. 2.
8. Παρόμοια υπόθεση, για μονάδα μήκους 0,30μ. περίπου κάνει και ο Σουηδός αρχαιολόγος Gösta Salfund στο σύγγραμμα, Excavations at Berbati, σ.119.





ΝΝΔ τομέας.
Βοθρίσκοι εις «δρόμον» θολ. τάφου
 Όστρακα ΠΕ ΙΙ/ΙΙΙ πίθου μετά πλαστικής διακοσμήσεως





Printfriendly