Η αρχαία Είρα αναφέρετε στην εξιστόρηση των γεγονότων του 2ου Μεσσηνιακού πολέμου από τον περιηγητή Παυσανία. Η άγρια εκμετάλλευση των Σπαρτιατών επί του σκλαβωμένου πληθυσμού και η ωμή βία προς όλους τους είλωτες, ιδίως τους Μεσσήνιους, που ακολούθησε μετά τον 1ο Μεσσηνιακό πόλεμο πρέπει να υποθέσουμε πως προκαλούσαν διαρκείς εξεγέρσεις, από τις οποίες μια μεγάλη χαρακτηρίστηκε ως δεύτερος μεσσηνιακός πόλεμος.
Ο Παυσανίας χρονολογεί την αρχή του «δεύτερου» πολέμου στο 4ο έτος της 23ης Ολυμπιάδας (-685), ενώ το τέλος του στο 1ο έτος της 28ης Ολυμπιάδας (-668). Σύμφωνα με τον Παυσανία αρχηγός των επαναστατημένων Μεσσήνιων ήταν ο θρυλικός Αριστομένης. Ακολουθώντας τακτική ανταρτοπόλεμου επέδραμε κατά των αντιπάλων από τα όροι της βόρειας Μεσσηνίας, τόσο προς τα πεδινά της Μεσσηνίας αλλά ακόμα προς την ίδια την Σπάρτη. Για πολλά έτη είχε φέρει σε δύσκολη θέση τους Σπαρτιάτες οι οποίοι τελικά μπόρεσαν να τον περιορίσουν και να τον αναγκάσουν να οχυρωθεί μαζί με τους υπόλοιπους επαναστατημένους Μεσσήνιους στο οχυρό της Είρας. Στην Είρα οι Μεσσήνιοι πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση για 11 ολόκληρα χρόνια μέχρι τελικά οι Σπαρτιάτες να καταλάβουν το οχυρό και να νικήσουν τους επαναστάτες.
Ωστόσο η σύγχρονη έρευνα θεωρεί λαθεμένη την χρονολόγηση του Παυσανία και τοποθετεί τον 2ο Μεσσηνιακό πόλεμο κοντά στο τέλος του 7ου αι. (μέχρι το -600). Εκείνο όμως που παραμένει πρόβλημα δύσλυτο είναι η δράση του ήρωα των Μεσσηνίων Αριστομένη. Όχι μόνο στην εποχή του Παυσανία, αλλά και στον -3 αι., όταν έγραφαν ο Μύρων και ο Ριανός, η μορφή του Αριστομένη είχε γίνει θρύλος και είχε χάσει κάθε δεσμό με την ιστορική πραγματικότητα. Ο πατριωτισμός των Μεσσηνίων, οι οποίοι μετά τα Λεύκτρα είχαν ξαναβρεί την αυτονομία και την ανεξαρτησία τους ύψωσε σε σύμβολα της εθνικής τους ζωτικότητας τους ήρωες των απελευθερωτικών τους αγώνων.
Σήμερα, μολονότι ο λεγόμενος Β μεσσηνιακός πόλεμος θεωρείται γεγονός μάλλον του τέλους του 7ου αι. πιστεύεται πως υπάρχει και μια άλλη, μακρά σειρά εχθροπραξιών μεταξύ Μεσσηνίων και Λακεδαιμονίων εκατό χρόνια αργότερα (περί τα -500), η οποία, επειδή δεν ήταν εξέγερση καθολική, πέρασε σα μια από τις συνηθισμένες κατά της σπαρτιατικής τυραννίας ανταρσία θερμόαιμων πατριωτών, οι οποίοι στο τέλος αναγκάστηκαν να υποκύψουν και να εκπατριστούν. Στην περίοδο αυτή είναι ενδεχόμενο να έδρασε ο Αριστομένης και ως οργανωτής τακτικού στρατού των επαναστατημένων Μεσσηνίων, αλλά περισσότερο ως αρχηγός ατάκτων, οι οποίοι επί πολλά χρόνια ενόχλησαν και κάποτε έφεραν σε δύσκολη θέση τη Σπάρτη, προτού πολιορκηθούν από τους Σπαρτιάτες στην Είρα.
Αν κανείς ήθελε, παραμένοντας μέσα σε αυστηρά ιστορικά πλαίσια, να δώσει σε γενικές γραμμές μια εικόνα των περιπετειών και των εξεγέρσεων των Μεσσηνίων ως τον -5 αιώνα, θα μπορούσε να ξεχωρίσει τέσσερες μεγαλύτερους πολέμους και περισσότερες μικρότερες εξεγέρσεις των ηττημένων και επιθέσεις με ομάδες ατάκτων. Ο πρώτος από τους μεγαλύτερους πολέμους είναι του όγδοου αιώνα (χρονολογούμενος από τον Παυσανία στα -743/ -724), ο δεύτερος θα μπορούσε να χρονολογηθεί λίγο πριν από τα -600, ο τρίτος (ο θρυλικός ανταρτοπόλεμος του Αριστομένη) στα -500/ -490 ως απόληξη αποτυχημένου τακτικού πολέμου και ο τέταρτος στα -464 έως -460 (της Ιθώμης) που κατέληξε στην αποχώρηση των Μεσσηνίων και την εγκατάστασή τους στη Ναύπακτο. Τους Μεσσήνιους της Ναυπάκτου τους ξεσπίτωσαν και από εκεί στα -399 οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι είχαν νικήσει τους Αθηναίους στον πελοποννησιακό πόλεμο. Έτσι μετά μακρά αλυσίδα περιπετειών μπόρεσε τρείς μόνο δεκαετίες αργότερα, με την ίδρυση της Μεσσήνης στους πρόποδες της Ιθώμης από τον Eπαμεινώνδα (369), να ξαναβρεί την ανεξαρτησία του ο ατίθασος και πολυπαθής λαός της Μεσσηνίας.
Με βάση την περιγραφή του Παυσανία, οι περισσότεροι ερευνητές και αρχαιολόγοι αναζήτησαν την αρχαία Είρα στον ορεινό όγκο στις βόρειες εσχατιές της Μεσσηνίας, κοντά στα σύνορα με την Αρκαδία και τον ποταμό της Νέδας.
Αρχαιολογική έρευνα και ταύτιση
Ο W. M. Leake πρώτος εντοπίζει (1806/7) τις αρχαιότητες στο βουνό του Κακαλετρίου, και ενώ σημειώνει[2] ότι πρόκειται για σημείο στρατηγικής σημασίας για την άμυνα απέναντι σε ισχυρότερους αντιπάλους, ωστόσο αποκλείει να ανήκουν οι οχυρώσεις αυτές στην αρχαία Είρα γιατί πιστεύει ότι η περιοχή αυτή θα πρέπει να ανήκε στους Αρκάδες, θεωρώντας ποιό πιθανή την θέση της Είρας προς την περιοχή του Σιδεροκάστρου.
Οι πρώτοι που φαίνεται να ταυτίζουν τις αρχαιότητες του Κακαλετρίου με την αρχαία Είρα είναι η Γαλλική επιστημονική αποστολή του 1829 (Expédition scientifique de Morée). Αναφέρουν[3] ότι τα ερείπια της πόλης, καλύπτουν την κορυφή του βουνού του Κακαλετρίου που συνδέεται με το Τετράζιο όρος, μεταξύ του Στασίμου και του Κακαλετρίου. Κατεβαίνουν δυτικά μέχρι τη συμβολή του χείμαρρου του Στασιμιού και της Νέδας και τελειώνουν σ΄άλλη ακρόπολη σε χαμηλότερο επίπεδο, που περιβάλλεται από τείχη, ενώ αξιοσημείωτη είναι η αναφορά για ύπαρξη ιερού στην ακρόπολη. Ο κ. Blouet έκανε την σχεδιαστική αποτύπωση των αρχαιολογικών χώρων.
Ο Ludwig Ross επισκέφτηκε το Κακαλέτρι το 1833/4. Αναφέρει[4] ότι δεν έχει καμιά αμφιβολία ότι η ακρόπολη του αγ. Αθανασίου στην κορυφή του δύσβατου βουνού του Κακαλετρίου είναι η αρχαία Είρα. Αναφέρει πως τα τείχη της ακρόπολης σώζονται σε ύψος 2-4 δόμων και υπάρχουν αμυντικοί πύργοι στις γωνίες. Στην ανατολική πλευρά αναφέρει την ύπαρξη μεσαιωνικού πύργου κατασκευασμένο με αρχαίο οικοδομικό υλικό. Στο εσωτερικό υπάρχουν αρκετά κτήρια που δείχνουν να έχουν κατασκευαστεί πρόχειρα και βιαστικά. Στα δυτικά και σε χαμηλότερο σημείο του βουνού του Κακαλετρίου ο Ludwig Ross εντοπίζει την ακρόπολη της αγ. Παρασκευής. Αναφέρει την ύπαρξη πολλών αμυντικών πύργων που χρονολογικά όμως δείχνουν νεότερες κατασκευές από την ακρόπολη του αγ, Αθανασίου. Υποθέτει ότι οι Μεσσήνιοι πιθανόν να έχτισαν αυτήν την ακρόπολη μετά την απελευθέρωσή τους από τους Σπαρτιάτες το -369.
Ο E. Curtius επισκέφτηκε της αρχαιότητες του Κακαλετρίου το 1840 και τις ταυτίζει και αυτός με την αρχαία Είρα, συμφωνώντας με τα γενικά συμπεράσματα του L. Ross.[5]Το 1910 επισκέφτηκε το Κακαλέτρι γερμανική αρχαιολογική αποστολή με επικεφαλής τους Friedrich Freiherr Hiller Von Gaertringen και Heinrich Lattermann. Η γερμανική αποστολή προχώρησε σε τοπογραφική αποτύπωση των αρχαιοτήτων και διενήργησε επιφανειακή αρχαιολογική έρευνα. Μελέτησε τα τείχη και κάποια κινητά ευρήματα και καταλήγει και αυτή στο συμπέρασμα ότι το Κακαλέτρι σχεδόν με σιγουριά θα πρέπει να ταυτιστεί με την αρχαία Είρα. Η εργασία των Γερμανών δημοσιεύθηκε το 1911 με τίτλο Hira und Andania[6], και αποτελεί μέχρι σήμερα την μοναδική συστηματική αρχαιολογική έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί για τις αρχαιότητες στο Κακαλέτρι.
Με την ταύτιση Κακαλετρίου και Είρας, αλλά και τα γενικότερα συμπεράσματα των Γερμανών φαίνεται να συμφωνεί και ο M.N. Valmin.[7]
Γενικά μέχρι και σήμερα το σύνολο των αρχαιολόγων και ερευνητών, πλην λίγων εξαιρέσεων[8], συμφωνεί ότι η αρχαία Είρα την οποία περιγράφει ο Παυσανίας και στην οποία οι Μεσσήνιοι πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση κατά των Σπαρτιατών κατακτητών, ταυτίζεται με τις αρχαιότητες στο βουνό του Κακαλετρίου.
Η λαϊκή παράδοση Η λαϊκή μας παράδοση φαίνεται να έχει διατηρήσει, με τον δικό της μοναδικό τρόπο, την ανάμνηση των γεγονότων στο βουνό του Κακαλετρίου. Ο πατέρας της Ελληνικής λαογραφίας, ο Μεσσήνιος Νικόλαος Πολίτης παραθέτει[9] μιά αφήγηση κατοίκου της Φειγαλείας:
" 'ς τον καιρό των Ελλήνων γίνηκε ένας πόλεμος μεγάλος και φονικός. Άλλοι απ' αυτούς είχανε καστρωμένα τα βουνά της Μάνης. άλλοι τα βουνά της Μεσσένιας και μερικοί απ' αυτούς είχαν πιάση το βουνό το Κακαλετραίικό, που ναι'ς το Κακαλέτρι από πάνου. Γινόταν ο πόλεμος με βράχους και με τουλούπαις από ξύγγι μπολιωμένο και καυτερό. Αυτοί πούχανε το βουνό και το Κακαλέτρι εφτειάσανε και τα ακατανόητα τα χτίρια τα Ελληνικά, που φαίνονται κεί πάνου.»
Ο ίδιος ο Πολίτης σχολιάζει: "το βουνό το Κακαλετραίικο που ναι και το Κακαλέτρι αποπάνου είναι η Ειρα, ή ακριβέστερον η παρώρεια αυτής όπου μέχρι του νυν διασώζονται λείψανα των τειχών της αρχαίας μεσσηνιακής πόλεως Είρας (Βλ. Bursian Geogr. ν. Griech. σελ. 162...). Αλλ' η παράδοσις δεν περισώζει βεβαίως ανάμνησίν τινα των μεσσηνιακών πολέμων ή άλλου τινός ιστορικού γεγονότος, αλλ' ο πόλεμος ον αναφέρει είναι μυθικόν πλάσμα, παραλλαγή τις των περί γιγαντομαχίας αρχαίων μύθων και των σημερινών παραδόσεων περί πάλης των στοιχειών. Οι μαχόμενοι βάλλουσιν αλλήλους διά βράχων, ώς οι αρχαίοι γίγαντες, ή διά σφαιρών στέατος, ως τα στοιχειά."
Το βουνό του Κακαλετρίου
Το όρος και η αρχαία Είρα του Παυσανία ταυτίζετε με το βουνό του Κακαλετρίου. Το βουνό υψώνεται αμέσως βόρεια του χωριού του Κακαλετρίου ενώ στα νότια υπάρχει το χωριό Στάσιμο. Το βουνό ύψους 864μ. αποτελεί παραφυάδα του Τετραζίου όρους (1400μ.) που βρίσκεται στα ανατολικά. Στά βόρεια ριζά του βουνού ρέει ο ποταμός της Νέδας, το φυσικό σύνορο Μεσσηνίας και Αρκαδίας, ενώ στα νότια ριζά ρέει το ρέμα του Στασίμου. Στα δυτικά το βουνό σχηματίζει μια παραφυάδα ύψους περίπου 650 μέτρων όπου σχηματίζετε ένα διάσελο που καταλήγει σε ένα μικρό ύψωμα. Από τα 650 μέτρα και πάνω το βουνό είναι σχεδόν κωνικό μέχρι την κορυφή με μόνη κάπως ποιό ομαλή πρόσβαση από τα ανατολικά. Σε εποχές χωρίς σύγχρονους δρόμους η πρόσβαση στην κορυφή θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη, γεγονός που θα την καθιστούσε στρατηγικό σημείο ειδικά γιά άμυνα απέναντι σε ισχυρό αντίπαλο.
Οι αρχαιολογικοί χώροι
Οι κύριοι αρχαιολογικοί χώροι του Κακαλετρίου βρίσκονται σε τρία σημεία:
Α) Η ακρόπολη του αγ. Αθανασίου ή Παλαιόκαστρο που βρίσκεται στην κορυφή του βουνού.
Β) Το πλάτωμα κοντά στην στην κορυφή του βουνού
Γ) Η ακρόπολη της αγ. Παρασκευής που βρίσκεται στην κορυφή της δυτικής παραφυάδας.
Τα περισσότερα στοιχεία για τις δύο ακροπόλεις αντλούνται από την εργασία Hira und Andania[6], που όπως ήδη αναφέρθηκε είναι η μοναδική συστηματική αρχαιολογική έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί για τις αρχαιότητες στο Κακαλέτρι. Η γερμανική αρχαιολογική αποστολή με επικεφαλής τους Friedrich Freiherr Hiller Von Gaertringen και Heinrich Lattermann κατέφθασε στο Κακαλέτρι τον Μάϊο του 1910 και τις πρώτες μέρες ασχολήθηκε με τοπογραφικές μετρήσεις για να εκπονήσει στην συνέχεια ακριβή τοπογραφικά σχεδιαγράμματα της ευρύτερης περιοχής αλλά και των δύο ακροπόλεων.
Ακρόπολη Αγίου Αθανασίου- Παλιόκαστρο
Η ακρόπολη του αγ. Αθανασίου ή παλαιόκαστρο βρίσκεται στην κορυφή του βουνού του Κακαλετρίου σε ύψος 864μ. Τα εξωτερικά τείχη έχουν το σχήμα σχεδόν ορθογώνιου παραλληλόγραμμου με κατεύθυνση ΝΑ- ΒΔ. Οι μακριές πλευρές έχουν μήκος 360μ. ενώ ο πλάτος της ακρόπολης κυμαίνεται στα 130μ. Το συνολικό μήκος των τειχών είναι 960μ. και η συνολική έκταση της ακρόπολης υπολογίζεται περίπου στα 44 στρέμματα. Η θέση των τειχών, είναι ευδιάκριτη, εκτός από λίγα σημεία, με καλύτερη κατάσταση διατήρησης την ΝΔ μακριά πλευρά όπου το πάχος τους υπολογίζεται στα 2,18μ.
Ένας μόνον αμυντικός πύργος εντοπίζεται στην ΝΑ, πιο ευάλωτη αμυντικά, πλευρά της ακρόπολης. Η μπροστινή του πλευρά έχει πλάτος 6.25μ. και οι πλαϊνές 5.20μ. και 4.15μ. Σώζεται σε ύψος δύο δόμων και κατασκευή του, που έχει γίνει με πέτρες διαφόρων μεγεθών, δείχνει επιμελής. Ο Ludwig Ross που αναφέρει την ύπαρξη και άλλων αμυντικών πύργων στις γωνίες της ακρόπολης, λανθάνει σύμφωνα με τους Γερμανούς, αφού στα σημεία αυτά εντοπίζονται οι πύλες εισόδου της ακρόπολης.
Δύο πύλες εισόδου εντοπίζονται στην ακρόπολη, μία στην ΒΔ και μία στην ΝΑ γωνία (βλέπε πύλη α και πύλη β στο τοπογραφικό σχεδιάγραμμα). Οι πύλες εισόδου έχουν κατασκευαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργείτε ένας στενός διάδρομος με τείχη και από τις δύο πλευρές. Ο λόγος για μιά τέτοια κατασκευή είναι φυσικά στρατηγικός αφού με την ύπαρξη του στενού αυτού διαδρόμου απέτρεπαν την προσβολή των εισόδων από μεγάλο αριθμό αντιπάλων.
Εντός της ακροπόλεως, και σχεδόν σε όλη την έκτασή της, υπάρχει μεγάλος αριθμός κτηρίων με καλύτερη διατήρηση προς την ΝΔ πλευρά. Τα κτήρια αυτά έχουν τοίχους πλάτους 50- 70 εκ. και φαίνεται να έχουν κατασκευαστεί την ίδια χρονική περίοδο με τα τείχη. Στο μέσον περίπου της ακρόπολης υπάρχει ο ναΐσκος του αγ. Αθανασίου τον οποίον οι πρώτοι περιηγητές περιγράφουν ότι βρισκόταν σε ερειπιώδη κατάσταση. Οι Γερμανοί αναφέρουν ότι ο ναΐσκος που βρήκαν ήταν μάλλον καινούργια κατασκευή, η οποία είχε γίνει με την χρησιμοποίηση αρχαίου οικοδομικού υλικού.
Τα τείχη της ακροπόλεως διατηρούνται σε κάπως καλή κατάσταση σε αρκετά σημεία. Στην ΒΔ γωνία (σημ. 4 στον τοπογρ. χάρτη) οι Γερμανοί περιγράφουν την ύπαρξη μεγάλων πέτρινων δόμων, ένας εκ ων οποίων με διαστάσεις 2.41 μηκ., 1.20 ύψ. και 0.50 πάχους. Ίσως το πιό εντυπωσιακό σημείο των τειχών, τουλάχιστον όπως παρουσιάζονται στην σημερινή τους κατάσταση, βρίσκεται στο μέσον περίπου της ΝΔ μακριάς πλευράς της ακρόπολης (σημ. 1 τοπογρ. χάρτη). Στο σημείο αυτό το τείχος διατηρείτε σε ύψος τριών δόμων και δείχνει ισχυρή κατασκευή. Έχει κατασκευαστεί επιμελώς με το πολυγωνικό σύστημα δόμησης, χαρακτηριστικός της αρχαϊκής εποχής.
Τα τείχη και οι περισσότερες κατασκευές εντός της ακρόπολης οικοδομήθηκαν στην ίδια χρονική περίοδο. Ο στρατηγικός σχεδιασμός της ακρόπολης και η επιμελής κατασκευή δείχνουν ότι οικοδομήθηκε πριν την πολιορκία των Σπαρτιατών.
Υπάρχουν σημεία στην ακρόπολη που δείχνουν βιαστικές και πρόχειρες κατασκευές, ενώ κάποια άλλα σημεία δείχνουν μεταγενέστερα χρήση. Η ύπαρξη μεγάλου μεσαιωνικού πύργου στην Α πλευρά της ακρόπολης δείχνει ότι η ακρόπολη χρησιμοποιούνταν και σ΄αυτήν την περίοδο, ενώ φαίνεται πιθανή η χρήση της και στα χρόνια της Ελληνικής επαναστάσεως.
Λίγα είναι τα κινητά ευρήματα που βρήκαν οι Γερμανοί και που θα τους βοηθούσαν στην χρονολόγηση της ακρόπολης. Κάποια θραύσματα από αγγεία χρονολογούνται στον -5ο/ -4ο αι. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εύρεση ενός χάλκινου αγαλματιδίου που οι Γερμανοί αγόρασαν από κάτοικο του Κακαλετρίου. Το αγαλματίδιο ύψους 3εκ. μοιάζει με τον Πλούτο και ίσως να ανήκε σε μεγαλύτερη σύνθεση Ειρήνης- Πλούτου.[10]
Η χρονολόγηση που προτείνουν οι Γερμανοί γιά την κατασκευή της ακρόπολης του αγ. Αθανασίου είναι ο -7ος/ -6ος αι. Η χρονολόγηση αυτή συμπίπτει με την χρονολόγηση των γεγονότων της αρχαίας Είρας που περιγράφει ο Παυσανίας, είτε αυτά συνέβησαν στα -600 είτε στα -500, όπως αποφαίνεται η σύγχρονη έρευνα.
Πολύ σημαντική είναι η διαπίστωση των Γερμανών ότι υπάρχουν κατασκευές στην ακρόπολη που είναι παλαιότερες και που προϋπήρχαν της κατασκευής του οχυρού. Αυτό σημαίνει ότι η ακρόπολη ήταν σε χρήση και πριν πόλεμο του Αριστομένη και των Μεσσήνιων που περιγράφει ο Παυσανίας.
Πλάτωμα κοντά στην κορυφή του βουνού του Κακαλετρίου
Το πλάτωμα βρίσκεται λίγο πιό χαμηλά (στα 800μ. περίπου) και στα Β από την ακρόπολη του αγ. Αθανασίου. Το πλάτωμα είναι μακρόστενο με ίδιες περίπου διαστάσεις με την ακρόπολη, ενώ περιβάλλεται από απότομες πλαγιές, γεγονός που το καθιστά δύσκολα προσβάσιμο καί φυσικά οχυρή θέση. Ολόκληρο το πλάτωμα παρουσιάζει την μορφή ενός τεράστιου ερειπιώνα.
Εδώ λογικά πρέπει να υπήρχε το πόλισμα της Είρας, αφού και ο Παυσανίας εκτός της ακροπόλεως μιλά ξεκάθαρα και για πόλη.[11] Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των επαναστατημένων Μεσσήνιων, αλλά εκτός από τους ένοπλους άντρες υπήρχαν και γυναικόπαιδα. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι οι Μεσσήνιοι είχαν εγκατασταθεί σε όλη την έκταση από το φρούριο μέχρι τον ποταμό της Νέδας, οπότε ο αριθμός τους δεν θα ήταν και μικρός.
Σε ολόκληρο το πλάτωμα υπάρχουν μεγάλοι σωροί με οικοδομικό υλικό. Στην νότια πλευρά, κοντά στην πλαγιά του βουνού, υπάρχουν τμήματα τειχών που φαίνεται να βρίσκονται στην αρχική τους θέση. Παρατηρώντας το πλάτωμα από την ακρόπολη, που βρίσκεται ψηλότερα, εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει τα θεμέλια πολλών κτισμάτων αλλά και τειχών, κυρίως προς την δυτική πλευρά.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιες κατασκευές που υπάρχουν δεξιά του χωματόδρομου που οδηγεί προς την ακρόπολη. Σε μικρή απόσταση συναντάμε ένα τείχος μήκους περίπου 20μ. και ύψους 2.5μ. Το τείχος έχει μεγάλο πάχος ενώ ανοίγονται σ΄αυτό κάποιες τρύπες σαν πολεμοθυρίδες. Έχει ομοιότητες με κάποια κτίσματα που συναντάμε στην περίοδο της ελληνικής επαναστάσεως, όπως το τοίχος της Βέργας, αν και αυτό είναι αρκετά πιό χαμηλό. Σε μικρή απόσταση από το τείχος, στα Δ, υπάρχει ένας τεράστιος λιθοσωρός. Πρόκειται για ένα μεγάλο παραλληλόγραμμο κτίσμα που έχει καταπέσει. Φαίνεται να έχει δύο εισόδους, μιά στα δυτικά και μιά στα ανατολικά, ενώ στο εσωτερικό υπάρχουν πολλά κεραμικά αποτμήματα. Σε ότι αφορά την μορφή, χρήση αλλά και χρονολόγηση αυτών των κτισμάτων, μόνον η αρχαιολογική έρευνα θα μπορούσε να μας δώσει κάποιες απαντήσεις.
Κατεβαίνοντας το βουνό συναντάμε άλλο ένα μεγάλο πλάτωμα (στα 700μ. υψόμετρο), όπου υπάρχουν πολλές κατασκευές και σωροί οικοδομικού υλικού. Κάποια κτίσματα, όπως πέτρινα σπίτια, αλώνια και άνδηρα, σίγουρα ανήκουν σε νεότερους χρόνους. Υπάρχουν και τμήματα τειχών που σε κάποιες περιπτώσεις φτάνουν τα 2 μέτρα πάχος.
Όπως ήδη σημειώσαμε, ο Παυσανίας αναφέρει ότι οι επαναστατημένοι Μεσσήνιοι είχαν εγκατασταθεί σε όλη την περιοχή από το φρούριο της Είρας μέχρι τον ποταμό της Νέδας, περιγραφή που ταιριάζει απόλυτα με την εικόνα που παρουσιάζει μέχρι και σήμερα όλη η βόρια πλευρά του βουνού του Κακαλετρίου.
Εδώ λογικά πρέπει να υπήρχε το πόλισμα της Είρας, αφού και ο Παυσανίας εκτός της ακροπόλεως μιλά ξεκάθαρα και για πόλη.[11] Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των επαναστατημένων Μεσσήνιων, αλλά εκτός από τους ένοπλους άντρες υπήρχαν και γυναικόπαιδα. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι οι Μεσσήνιοι είχαν εγκατασταθεί σε όλη την έκταση από το φρούριο μέχρι τον ποταμό της Νέδας, οπότε ο αριθμός τους δεν θα ήταν και μικρός.
Σε ολόκληρο το πλάτωμα υπάρχουν μεγάλοι σωροί με οικοδομικό υλικό. Στην νότια πλευρά, κοντά στην πλαγιά του βουνού, υπάρχουν τμήματα τειχών που φαίνεται να βρίσκονται στην αρχική τους θέση. Παρατηρώντας το πλάτωμα από την ακρόπολη, που βρίσκεται ψηλότερα, εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει τα θεμέλια πολλών κτισμάτων αλλά και τειχών, κυρίως προς την δυτική πλευρά.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιες κατασκευές που υπάρχουν δεξιά του χωματόδρομου που οδηγεί προς την ακρόπολη. Σε μικρή απόσταση συναντάμε ένα τείχος μήκους περίπου 20μ. και ύψους 2.5μ. Το τείχος έχει μεγάλο πάχος ενώ ανοίγονται σ΄αυτό κάποιες τρύπες σαν πολεμοθυρίδες. Έχει ομοιότητες με κάποια κτίσματα που συναντάμε στην περίοδο της ελληνικής επαναστάσεως, όπως το τοίχος της Βέργας, αν και αυτό είναι αρκετά πιό χαμηλό. Σε μικρή απόσταση από το τείχος, στα Δ, υπάρχει ένας τεράστιος λιθοσωρός. Πρόκειται για ένα μεγάλο παραλληλόγραμμο κτίσμα που έχει καταπέσει. Φαίνεται να έχει δύο εισόδους, μιά στα δυτικά και μιά στα ανατολικά, ενώ στο εσωτερικό υπάρχουν πολλά κεραμικά αποτμήματα. Σε ότι αφορά την μορφή, χρήση αλλά και χρονολόγηση αυτών των κτισμάτων, μόνον η αρχαιολογική έρευνα θα μπορούσε να μας δώσει κάποιες απαντήσεις.
Κατεβαίνοντας το βουνό συναντάμε άλλο ένα μεγάλο πλάτωμα (στα 700μ. υψόμετρο), όπου υπάρχουν πολλές κατασκευές και σωροί οικοδομικού υλικού. Κάποια κτίσματα, όπως πέτρινα σπίτια, αλώνια και άνδηρα, σίγουρα ανήκουν σε νεότερους χρόνους. Υπάρχουν και τμήματα τειχών που σε κάποιες περιπτώσεις φτάνουν τα 2 μέτρα πάχος.
Όπως ήδη σημειώσαμε, ο Παυσανίας αναφέρει ότι οι επαναστατημένοι Μεσσήνιοι είχαν εγκατασταθεί σε όλη την περιοχή από το φρούριο της Είρας μέχρι τον ποταμό της Νέδας, περιγραφή που ταιριάζει απόλυτα με την εικόνα που παρουσιάζει μέχρι και σήμερα όλη η βόρια πλευρά του βουνού του Κακαλετρίου.
Ακρόπολη Αγίας Παρασκευής
Η ακρόπολη της αγ. Παρασκευής βρίσκεται στο ύψωμα της δυτικής παραφυάδας του βουνού του Κακαλετρίου. Έχει πολυγωνικό σχήμα και είναι αρκετά πιό μικρή από την ακρόπολη του αγ. Αθανασίου, με έκταση περίπου τα 17 στρέμματα.
Στην ακρόπολη εντοπίζονται 4 αμυντικοί πύργοι και ένας μεγάλος προμαχώνας στην ανατολική πλευρά. Ο προμαχώνας στην ανατολική πλευρά έχει ισχυρή κατασκευή με πλάτος 24μ. και βάθος 13μ. Στον προμαχώνα εντοπίζεται ένα μικρό κτήριο που η Γαλλική επιστημονική αποστολή του 1829 (Expédition scientifique de Morée) χαρακτηρίζει ώς ιερό. Το μικρό ιερό έχει πλάτος μόνο 3,35 μέτρα και μήκος 6 μέτρα, με πάχος τοιχώματος 60 έως 70 εκατοστά. Είναι φτιαγμένο από μεγάλες και μικρές ασβεστολιθικές πέτρες με καλή ένωση. Στα δεξιά υπάρχει είσοδος με ένα πέτρινο κατώφλι μήκους 1 μέτρου.
Εντός της ακροπόλεως και λίγα μέτρα δυτικά του Α. προμαχώνα εντοπίζεται ένα μεγάλο μακρόστενο κτήριο μήκους 32.56μ. και πλάτους 9.80μ. Σώζονται τα θεμέλιά του που φαίνεται να είναι στιβαρής κατασκευής, ενώ διατηρείται σε καλή κατάσταση η ΒΔ πλευρά του κτηρίου που σώζεται σε ύψος 2,55μ.
Στην ακρόπολη εντοπίζονται τέσσερις αμυντικοί πύργοι, τρείς τετράγωνοι και ένας κυκλικός.
Ο τετράγωνος πύργος 1 (βλέπε τοπογραφικό σχ.) βρίσκεται στην βόρεια πλευρά της ακρόπολης όπου η κατάσταση διατήρησης των τειχών είναι αρκετά εντυπωσιακή. Έχει πλάτος 5.10μ. και οι πλευρές στα 3,5μ. Στο σημείο αυτό το τείχος και ο πύργος σώζονται σε ύψος περίπου 7 δόμων (περίπου στα 2.5μ.). Τα τείχη είναι κατασκευασμένα με μακρόστενους πέτρινους δόμους διαφόρων μεγεθών.
Λίγα μέτρα προς τα δυτικά υπάρχει ο κυκλικός πύργος 2, ο οποίος εκτείνεται 1,7μ. ευθεία και μετά γίνεται κυκλικός με διάμετρο 4.17μ. Η μπροστινή πλευρά του κυκλικού πύργου βρίσκεται σε κακή κατάσταση και κινδυνεύει με κατάρρευση.
Μετά τον κυκλικό πύργο τα τείχη διατηρούνται σε ικανό ύψος αλλά φαίνεται η κατασκευή τους να είναι διαφορετική. Εδώ υπάρχουν μεγάλες πέτρες διαφόρων σχημάτων και μεγεθών, ενώ σε ένα αρκετά μεγάλο σημείο φαίνεται τα τείχη να έχουν επισκευαστεί με μικρότερες πέτρες.
Στην ΒΔ γωνία οι Γερμανοί εντόπισαν τον τετράγωνο πύργο 3 σε κακή κατάσταση διατήρησης. Η Β πλευρά έχει 6,25μ. μήκος και η Δ 5,80μ., ενώ όπως υποθέτουν οι Γερμανοί πιθανόν στο σημείο αυτό να υπήρχε και η είσοδος της ακροπόλεως.
Τα τείχη της νότιας πλευράς δεν διατηρούνται, παρά μόνο σε λίγα σημεία. Στην ΝΑ γωνία εντοπίστηκε ο τετράγωνος πύργος 4, με πλάτος 6,25μ. και πλευρές 2,5 περ.
Η ακρόπολη της αγ. Παρασκευής βρίσκεται στο ύψωμα της δυτικής παραφυάδας του βουνού του Κακαλετρίου. Έχει πολυγωνικό σχήμα και είναι αρκετά πιό μικρή από την ακρόπολη του αγ. Αθανασίου, με έκταση περίπου τα 17 στρέμματα.
Στην ακρόπολη εντοπίζονται 4 αμυντικοί πύργοι και ένας μεγάλος προμαχώνας στην ανατολική πλευρά. Ο προμαχώνας στην ανατολική πλευρά έχει ισχυρή κατασκευή με πλάτος 24μ. και βάθος 13μ. Στον προμαχώνα εντοπίζεται ένα μικρό κτήριο που η Γαλλική επιστημονική αποστολή του 1829 (Expédition scientifique de Morée) χαρακτηρίζει ώς ιερό. Το μικρό ιερό έχει πλάτος μόνο 3,35 μέτρα και μήκος 6 μέτρα, με πάχος τοιχώματος 60 έως 70 εκατοστά. Είναι φτιαγμένο από μεγάλες και μικρές ασβεστολιθικές πέτρες με καλή ένωση. Στα δεξιά υπάρχει είσοδος με ένα πέτρινο κατώφλι μήκους 1 μέτρου.
Εντός της ακροπόλεως και λίγα μέτρα δυτικά του Α. προμαχώνα εντοπίζεται ένα μεγάλο μακρόστενο κτήριο μήκους 32.56μ. και πλάτους 9.80μ. Σώζονται τα θεμέλιά του που φαίνεται να είναι στιβαρής κατασκευής, ενώ διατηρείται σε καλή κατάσταση η ΒΔ πλευρά του κτηρίου που σώζεται σε ύψος 2,55μ.
Ο τετράγωνος πύργος 1 (βλέπε τοπογραφικό σχ.) βρίσκεται στην βόρεια πλευρά της ακρόπολης όπου η κατάσταση διατήρησης των τειχών είναι αρκετά εντυπωσιακή. Έχει πλάτος 5.10μ. και οι πλευρές στα 3,5μ. Στο σημείο αυτό το τείχος και ο πύργος σώζονται σε ύψος περίπου 7 δόμων (περίπου στα 2.5μ.). Τα τείχη είναι κατασκευασμένα με μακρόστενους πέτρινους δόμους διαφόρων μεγεθών.
Λίγα μέτρα προς τα δυτικά υπάρχει ο κυκλικός πύργος 2, ο οποίος εκτείνεται 1,7μ. ευθεία και μετά γίνεται κυκλικός με διάμετρο 4.17μ. Η μπροστινή πλευρά του κυκλικού πύργου βρίσκεται σε κακή κατάσταση και κινδυνεύει με κατάρρευση.
Μετά τον κυκλικό πύργο τα τείχη διατηρούνται σε ικανό ύψος αλλά φαίνεται η κατασκευή τους να είναι διαφορετική. Εδώ υπάρχουν μεγάλες πέτρες διαφόρων σχημάτων και μεγεθών, ενώ σε ένα αρκετά μεγάλο σημείο φαίνεται τα τείχη να έχουν επισκευαστεί με μικρότερες πέτρες.
Στην ΒΔ γωνία οι Γερμανοί εντόπισαν τον τετράγωνο πύργο 3 σε κακή κατάσταση διατήρησης. Η Β πλευρά έχει 6,25μ. μήκος και η Δ 5,80μ., ενώ όπως υποθέτουν οι Γερμανοί πιθανόν στο σημείο αυτό να υπήρχε και η είσοδος της ακροπόλεως.
Τα τείχη της νότιας πλευράς δεν διατηρούνται, παρά μόνο σε λίγα σημεία. Στην ΝΑ γωνία εντοπίστηκε ο τετράγωνος πύργος 4, με πλάτος 6,25μ. και πλευρές 2,5 περ.
Οι Γερμανοί θεωρούν πιθανή την χρονολόγηση της ακρόπολης της αγ. Παρασκευής μετά την απελευθέρωση της Μεσσηνίας από τους Σπαρτιάτες το -369, γιατί υποθέτουν ότι μετά την πτώση της ακρόπολης του αγ. Αθανασίου δεν θα πρέπει να υπήρξε δραστηριότητα στην περιοχή. Επίσης αναφέρουν ότι αγόρασαν αρκετά νομίσματα από κατοίκους του Κακαλετρίου που χρονολογούνται από τον -4ο έως τον -2ο αι. Ανάμεσά τους δεν βρέθηκαν της Ρωμαϊκής εποχής, ενώ τα νομίσματα παραδόθηκαν στο νομισματικό μουσείο.
Ωστόσο τα τείχη φαίνεται να είναι παλαιότερα. Τα τείχη της αγ. Παρασκευής είναι κατασκευασμένα με μακρόστενους πέτρινους δόμους διαφόρων μεγεθών ενώ σε άλλα σημεία έχουν επισκευαστεί και δεν θυμίζουν τα ισοδομικά τείχη που συνήθως συναντάμε μετά το -369, όπως π.χ στην αρχαία Μεσσήνη.
Παλαιότερη χρονολόγηση δείχνει και η κεραμεική που συλλέξανε οι Γερμανοί από την ακρόπολη. Τα κεραμεικά αποτμήματα μελέτησε ο Kurt Muller. Κάποια ανήκαν σε μελανόμορφα αγγεία Αττικού τύπου και χρονολογούνται πιθανότατα στον -6ο αι., κάποια σε καλά βερνικωμένα αγγεία του -5ου/ -4ου αι. και κάποια άλλα σε αγγεία "Μεγαρικού" τύπου του -4ου/ -3ου αι. Ο Kurt Muller δηλώνει χαρακτηριστικά: "Κάποιος μπορεί να συμπεράνει ότι ο τόπος αυτός κατοικήθηκε τουλάχιστον από τον -6ο αιώνα και εξακολουθούσε να υπάρχει στις αρχές των Ελληνιστικών χρόνων".
Στους Α. πρόποδες του υψώματος Παλιόκαστρο, 500μ. περίπου προς Β. της κοινότητος Στασίμου, εργασίες λατομεύσεως, για την κατασκευήν οδού προς Κακαλέτρι, κατέστρεψαν εν μέρει συστάδα κιβωτιοσχήμων τάφων. Περισυνελέγησαν αρυβαλλοειδής λήκυθος και δύο φιαλίδια μελαμβαφή, Κλασσικών χρόνων.[12]
Επίλογος
Παλαιότερη χρονολόγηση δείχνει και η κεραμεική που συλλέξανε οι Γερμανοί από την ακρόπολη. Τα κεραμεικά αποτμήματα μελέτησε ο Kurt Muller. Κάποια ανήκαν σε μελανόμορφα αγγεία Αττικού τύπου και χρονολογούνται πιθανότατα στον -6ο αι., κάποια σε καλά βερνικωμένα αγγεία του -5ου/ -4ου αι. και κάποια άλλα σε αγγεία "Μεγαρικού" τύπου του -4ου/ -3ου αι. Ο Kurt Muller δηλώνει χαρακτηριστικά: "Κάποιος μπορεί να συμπεράνει ότι ο τόπος αυτός κατοικήθηκε τουλάχιστον από τον -6ο αιώνα και εξακολουθούσε να υπάρχει στις αρχές των Ελληνιστικών χρόνων".
Στους Α. πρόποδες του υψώματος Παλιόκαστρο, 500μ. περίπου προς Β. της κοινότητος Στασίμου, εργασίες λατομεύσεως, για την κατασκευήν οδού προς Κακαλέτρι, κατέστρεψαν εν μέρει συστάδα κιβωτιοσχήμων τάφων. Περισυνελέγησαν αρυβαλλοειδής λήκυθος και δύο φιαλίδια μελαμβαφή, Κλασσικών χρόνων.[12]
Επίλογος
Η ταύτιση του Κακαλετρίου με την αρχαία Είρα φαίνεται να είναι πολύ ισχυρή. Ωστόσο εντύπωση προκαλούν κάποια από τα ευρήματα της Γερμανικής αποστολής του 1910. Φαίνεται πολύ πιθανόν η ακρόπολη του αγ. Αθανασίου να ήταν σε χρήση και πριν από τον πόλεμο του Αριστομένη και επίσης είναι πιθανόν η ακρόπολη της αγ. Παρασκευής να χρησιμοποιήθηκε και μετά από αυτόν. Γνωρίζουμε ότι η πάλη των Μεσσήνιων με τους Σπαρτιάτες ήταν διαρκής και μόνον οι ποιό σημαντικές από αυτές τις συγκρούσεις ονομάστηκαν "Μεσσηνιακοί πόλεμοι". Δεν αποκλείεται λοιπόν οι Μεσσήνιοι να χρησιμοποίησαν τις οχυρώσεις του Κακαλετρίου και σε άλλες χρονικές περιόδους. Η ασφάλεια που πρόσφερε το κακοτράχαλο βουνό, με το άφθονο οικοδομικό υλικό στις εσχατιές της Μεσσηνίας, θα υπήρξε τόπος που οι επαναστατημένοι Μεσσήνιοι θα μπορούσαν διαχρονικά να καταφύγουν αναζητώντας "τόπο να σταθούν" και από εκεί να αναδιοργανωθούν ή και να διαφύγουν προς τα φίλια Αρκαδικά εδάφη.
Βέβαια τα παραπάνω είναι υποθέσεις, ενώ είναι αρκετά τα ερωτήματα που δημιουργούνται αφού απ΄ότι φαίνεται το Κακαλέτρι[13] έχει ακόμα πολλά κρυμμένα μυστικά. Περισσότερα στοιχεία μόνο η συστηματική αρχαιολογική έρευνα θα μπορούσε να μας δώσει, που δυστυχώς απ΄ότι γνωρίζουμε δεν έχει πραγματοποιηθεί μετά την έρευνα των Γερμανών το 1910. Ο λόγος γι΄αυτό ίσως έχει να κάνει με το γεγονός ότι μέχρι πριν κάποια χρόνια η πρόσβαση ειδικά στην ακρόπολη του αγ. Αθανασίου θα πρέπει ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Ωστόσο αυτό φαίνεται πως έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Μετά τα τελευταία σπίτια στην ανατολική πλευρά του Κακαλετρίου υπάρχει δρόμος που ανεβαίνει προς το βουνό. Μέχρι ένα σημείο είναι στρωμένος με τσιμέντο ενώ μετά συνεχίζει χωματόδρομος που βρίσκεται σε καλή κατάσταση, ενώ απ΄ότι φαίνεται στο τελευταίο κομμάτι που ανεβαίνει στην ακρόπολη έχει γίνει διαπλάτυνση. Ο δρόμος λοιπόν είναι αρκετά βατός, ενώ η αρχαία Είρα, το θρυλικό οχυρό των Μεσσήνιων θα αποζημιώσει και τον ποιό απαιτητικό επισκέπτη με την ένδοξη ιστορία της και την απαράμιλλη θέα που διαθέτει.
Βέβαια τα παραπάνω είναι υποθέσεις, ενώ είναι αρκετά τα ερωτήματα που δημιουργούνται αφού απ΄ότι φαίνεται το Κακαλέτρι[13] έχει ακόμα πολλά κρυμμένα μυστικά. Περισσότερα στοιχεία μόνο η συστηματική αρχαιολογική έρευνα θα μπορούσε να μας δώσει, που δυστυχώς απ΄ότι γνωρίζουμε δεν έχει πραγματοποιηθεί μετά την έρευνα των Γερμανών το 1910. Ο λόγος γι΄αυτό ίσως έχει να κάνει με το γεγονός ότι μέχρι πριν κάποια χρόνια η πρόσβαση ειδικά στην ακρόπολη του αγ. Αθανασίου θα πρέπει ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Ωστόσο αυτό φαίνεται πως έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Μετά τα τελευταία σπίτια στην ανατολική πλευρά του Κακαλετρίου υπάρχει δρόμος που ανεβαίνει προς το βουνό. Μέχρι ένα σημείο είναι στρωμένος με τσιμέντο ενώ μετά συνεχίζει χωματόδρομος που βρίσκεται σε καλή κατάσταση, ενώ απ΄ότι φαίνεται στο τελευταίο κομμάτι που ανεβαίνει στην ακρόπολη έχει γίνει διαπλάτυνση. Ο δρόμος λοιπόν είναι αρκετά βατός, ενώ η αρχαία Είρα, το θρυλικό οχυρό των Μεσσήνιων θα αποζημιώσει και τον ποιό απαιτητικό επισκέπτη με την ένδοξη ιστορία της και την απαράμιλλη θέα που διαθέτει.
Σημειώσεις:
[1] Νίκος Παπαχατζής: Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Μεσσηνιακά
[2]W. M. Leake, Travels in the Morea I/II 1830, σελ: 486
[3] Expedition scientifique de Moree II 1833. Τόμος 5, σελ.:110. Χάρτης, χρονολογία έκδοσης 1831-1838 Έκδοση Blouet, Guillaume-Abel. Expédition scientifique de Morée.
[4] L. Ross, Reisen und Reiserouten durch Griechenland. I. Teil: Reisen im Peloponnes. 1841. Ο Λουδοβίκος Ρος (Ludwig Ross, 1806 - 1859), ήταν Γερμανός ελληνιστής και ο πρώτος καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παρέμεινε στην Ελλάδα από το 1833 μέχρι το 1843 και διετέλεσε γενικός έφορος αρχαιοτήτων στην Αθήνα, όταν αυτή ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους.
[5] E. Curtius, Peloponnesos II 1852 und sein „Lebensbild in Briefen“ von F. Curtius 1903. Ο Ερνέστος Κούρτιος (Ernst Curtius) (Λίμπεκ 1814 - Βερολίνο 1896) ήταν Γερμανός ιστορικός και αρχαιολόγος, ο οποίος έζησε επί πολλά χρόνια στην Ελλάδα, εκπονώντας σπουδαίο αρχαιολογικό έργο.
[6] Hira und Andania, Friedrich Freiherr Hiller Von Gaertringen- Heinrich Lattermann, Berlin 1911 (online).
[7] M.N. Valmin, Études topographiques sur la Messénie ancienne (Λούντ 1930) 123-124·
[8] Σωκράτης Σ. Κουρσούμης: Ἐν ∆έραις καλουμέναις τῆς σφετέρας: Αναζητώντας μία αρχαία θέση και ένα ιερό στην βόρεια Μεσσηνία. Σημ. 4. "Από την πλευρά του ο Nino Luraghi αμφισβητεί την ιστορική ακρίβεια των αναφορών του Παυσανία για εχθροπραξίες μεταξύ Μεσσηνίων– Σπαρτιατών στα αρκαδομεσσηνιακά σύνορα (Luraghi, Messenians [βλ. σημ. 2] 85-86, 133). Την άποψη αυτή, όπως και την ταύτιση του Κακαλετρίου με την ακρόπολη της Είρας, συζητάει ο James Roy σε σχετικό άρθρο του (J. Roy, «Arkadian Religion without Pausanias: The Sanctuary at Berekla», στο P. Carlier και C. Lerouge-Cohen [επιμ.], Paysage et Religion en Grèce antique. Mélanges offerts à Madeleine Jost [Παρίσι 2010] 55-65)." Επίσης στο ίδιο: Για την χρονολόγηση των Μεσσηνιακών Πολέμων βλ.: K.J. Beloch, Griechische Geschichte, v.I. Die Zeit vor der Perserkriegen (Στρασβούργο 1912-1913) 268/ F. Kiechle, Messenische Studien: Untersuchungen zur Geschichte der Messenischen Kriege und der Auswanderung der Messenier (Kallmünz 1959) 22/ Παπαχατζής, Μεσσηνιακά (βλ. σημ.2) 3-7, 65 σημ. 1, 66 σημ. 1/ V. Parker, «The Dates of the Messenian Wars», Chiron 21 (1991) 25-27/ N. Richer, Les Éphores. Études sur l’histoire et l’image de Sparte (VIII- IIIesiècles avant J.-C.) (Παρίσι 1998) 76-83, 538-541/ D. Ogden, Aristomenes of Messene (Llandysul, Credigion Ουαλία 2004) 2-3, 129-133/ M. Casevitz και J. Auberger (επιμ.), Pausanias, Description de la Grèce. Tome IV. Livre IV. La Messénie (Παρίσι 2005) XXII-XXVI/ Luraghi, Messenians (βλ. σημ.2) 96-99
[9] Ν. Γ. Πολίτης, Παραδόσεις Ι 1904, 56, 102: Ο μεγάλος πόλεμος (παρά Νίκου Βέη, 1903).
[10] Ειρήνη και Πλούτος ονομάζεται μαρμάρινο άγαλμα των αρχών του -4ου αιώνα που αναπαριστά τη θεά Ειρήνη να κρατά στην αγκαλιά της τον Πλούτο ως βρέφος. Δημιουργός του θεωρείται ο Κηφισόδοτος, πατέρας του Πραξιτέλη (ή αδελφός του σύμφωνα με άλλες πηγές). Θεωρείται ως ένα θαυμάσιο έργο, τόσο στην έκφραση, όσο και στην τεχνική παρουσίαση του ενδύματος της Ειρήνης, το οποίο θυμίζει το στυλ των χρόνων του Φειδία. Σήμερα φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα. (el.wikipedia.org)
[11] Παυσανίας, "Μεσσηνιακά", 20.5-6.
[12] Α.Δ.27 (1972): Χρονικά, σελ. 264: "Εις τους Α. πρόποδας του υψώματος Παλιόκαστρο, 500μ. περίπου προς Β. της κοινότητος Στασίμου Τριφυλίας, εργασίαι λατομεύσεως, δια την κατασκευήν οδού προς Κακαλέτρι, κατέστρεψαν εν μέρει συστάδα κιβωτιοσχήμων τάφων. Περισυνελέγησαν αρυβαλλοειδής λήκυθος και δύο φιαλίδια μελαμβαφή, Κλασσικών χρόνων. Το Παλιόκαστρο ταυτίζεται προς την Είραν, το καταφύγιον του Αριστομένους κατά το τέλος του δευτέρου μεσσηνιακού πολέμου. Επί της κορυφής σώζονται τμήματα τείχους και θεμέλια κτηρίων. Υπολείμματα ομοίου τείχους υπάρχουν και επί του γειτονικού υψώματος, ΒΑ. του Παλιοκάστρου, εις την ετέραν πλευράν της υπό κατασκευήν οδού."
[2]W. M. Leake, Travels in the Morea I/II 1830, σελ: 486
[3] Expedition scientifique de Moree II 1833. Τόμος 5, σελ.:110. Χάρτης, χρονολογία έκδοσης 1831-1838 Έκδοση Blouet, Guillaume-Abel. Expédition scientifique de Morée.
[4] L. Ross, Reisen und Reiserouten durch Griechenland. I. Teil: Reisen im Peloponnes. 1841. Ο Λουδοβίκος Ρος (Ludwig Ross, 1806 - 1859), ήταν Γερμανός ελληνιστής και ο πρώτος καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παρέμεινε στην Ελλάδα από το 1833 μέχρι το 1843 και διετέλεσε γενικός έφορος αρχαιοτήτων στην Αθήνα, όταν αυτή ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους.
[5] E. Curtius, Peloponnesos II 1852 und sein „Lebensbild in Briefen“ von F. Curtius 1903. Ο Ερνέστος Κούρτιος (Ernst Curtius) (Λίμπεκ 1814 - Βερολίνο 1896) ήταν Γερμανός ιστορικός και αρχαιολόγος, ο οποίος έζησε επί πολλά χρόνια στην Ελλάδα, εκπονώντας σπουδαίο αρχαιολογικό έργο.
[6] Hira und Andania, Friedrich Freiherr Hiller Von Gaertringen- Heinrich Lattermann, Berlin 1911 (online).
[7] M.N. Valmin, Études topographiques sur la Messénie ancienne (Λούντ 1930) 123-124·
[8] Σωκράτης Σ. Κουρσούμης: Ἐν ∆έραις καλουμέναις τῆς σφετέρας: Αναζητώντας μία αρχαία θέση και ένα ιερό στην βόρεια Μεσσηνία. Σημ. 4. "Από την πλευρά του ο Nino Luraghi αμφισβητεί την ιστορική ακρίβεια των αναφορών του Παυσανία για εχθροπραξίες μεταξύ Μεσσηνίων– Σπαρτιατών στα αρκαδομεσσηνιακά σύνορα (Luraghi, Messenians [βλ. σημ. 2] 85-86, 133). Την άποψη αυτή, όπως και την ταύτιση του Κακαλετρίου με την ακρόπολη της Είρας, συζητάει ο James Roy σε σχετικό άρθρο του (J. Roy, «Arkadian Religion without Pausanias: The Sanctuary at Berekla», στο P. Carlier και C. Lerouge-Cohen [επιμ.], Paysage et Religion en Grèce antique. Mélanges offerts à Madeleine Jost [Παρίσι 2010] 55-65)." Επίσης στο ίδιο: Για την χρονολόγηση των Μεσσηνιακών Πολέμων βλ.: K.J. Beloch, Griechische Geschichte, v.I. Die Zeit vor der Perserkriegen (Στρασβούργο 1912-1913) 268/ F. Kiechle, Messenische Studien: Untersuchungen zur Geschichte der Messenischen Kriege und der Auswanderung der Messenier (Kallmünz 1959) 22/ Παπαχατζής, Μεσσηνιακά (βλ. σημ.2) 3-7, 65 σημ. 1, 66 σημ. 1/ V. Parker, «The Dates of the Messenian Wars», Chiron 21 (1991) 25-27/ N. Richer, Les Éphores. Études sur l’histoire et l’image de Sparte (VIII- IIIesiècles avant J.-C.) (Παρίσι 1998) 76-83, 538-541/ D. Ogden, Aristomenes of Messene (Llandysul, Credigion Ουαλία 2004) 2-3, 129-133/ M. Casevitz και J. Auberger (επιμ.), Pausanias, Description de la Grèce. Tome IV. Livre IV. La Messénie (Παρίσι 2005) XXII-XXVI/ Luraghi, Messenians (βλ. σημ.2) 96-99
[9] Ν. Γ. Πολίτης, Παραδόσεις Ι 1904, 56, 102: Ο μεγάλος πόλεμος (παρά Νίκου Βέη, 1903).
[10] Ειρήνη και Πλούτος ονομάζεται μαρμάρινο άγαλμα των αρχών του -4ου αιώνα που αναπαριστά τη θεά Ειρήνη να κρατά στην αγκαλιά της τον Πλούτο ως βρέφος. Δημιουργός του θεωρείται ο Κηφισόδοτος, πατέρας του Πραξιτέλη (ή αδελφός του σύμφωνα με άλλες πηγές). Θεωρείται ως ένα θαυμάσιο έργο, τόσο στην έκφραση, όσο και στην τεχνική παρουσίαση του ενδύματος της Ειρήνης, το οποίο θυμίζει το στυλ των χρόνων του Φειδία. Σήμερα φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα. (el.wikipedia.org)
[11] Παυσανίας, "Μεσσηνιακά", 20.5-6.
[12] Α.Δ.27 (1972): Χρονικά, σελ. 264: "Εις τους Α. πρόποδας του υψώματος Παλιόκαστρο, 500μ. περίπου προς Β. της κοινότητος Στασίμου Τριφυλίας, εργασίαι λατομεύσεως, δια την κατασκευήν οδού προς Κακαλέτρι, κατέστρεψαν εν μέρει συστάδα κιβωτιοσχήμων τάφων. Περισυνελέγησαν αρυβαλλοειδής λήκυθος και δύο φιαλίδια μελαμβαφή, Κλασσικών χρόνων. Το Παλιόκαστρο ταυτίζεται προς την Είραν, το καταφύγιον του Αριστομένους κατά το τέλος του δευτέρου μεσσηνιακού πολέμου. Επί της κορυφής σώζονται τμήματα τείχους και θεμέλια κτηρίων. Υπολείμματα ομοίου τείχους υπάρχουν και επί του γειτονικού υψώματος, ΒΑ. του Παλιοκάστρου, εις την ετέραν πλευράν της υπό κατασκευήν οδού."
[13] ΥΑ ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/47151/2482/18-10-1994 - ΦΕΚ 848/Β/15-11-1994. Τίτλος ΦΕΚ Κήρυξη αρχαίας Ακρόπολης στο Κακαλέτρι επαρχίας Τριφυλίας Ν. Μεσσηνίας ως αρχ/κού χώρου. Κείμενο: "Αποφασίζουμε: Για λόγους αποτελεσματικότερης προστασίας των αρχαιοτήτων της περιοχής κηρύσσουμε ως αρχαιολογικό χώρο την αρχαία ακρόπολη στο Κακαλέτρι επαρχίας Τριφυλίας, Ν. Μεσσηνίας, όπου έχουν εντοπισθεί λείψανα αρχαίας οχύρωσης και συνοικισμού. Σε χαμηλότερο λοφίσκο δυτικά της οχυρωμένης ακρόπολης σώζονται λείψανα μεγάλου τείχους κτισμένου ισοδομικά, καθώς και θεμέλια μνημειωδών κτιρίων. Μεταξύ του Κακαλετρίου και του γειτονικού χωριού Στάσιμου υπάρχουν αρχαίες εγκαταστάσεις, ενώ στο λόφο Ξεροβούνι του Στάσιμου σώζονται τα λείψανα αρχαίου οχυρωματικού τείχους.