Ο Δαμοφών, γιος του Φιλίππου, προερχόταν από εύπορη οικογένεια γαιοκτημόνων της Μεσσήνης. Είναι ο πλέον γνωστός γλύπτης της ώριμης Ελληνιστικής περιόδου στη νότια Ελλάδα. Η ακμή και η δράση του τοποθετείται γύρω στα -210 έως -180.Την εποχή αυτή η γενέτειρά του Μεσσήνη βρισκόταν σε μεγάλη ακμή, πριν προσχωρήσει παρά τη θέλησή της οριστικά το -182 στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, μετά από επέμβαση της Ρώμης.
Ο Δαμοφών φιλοτέχνησε αποκλειστικά μορφές ηρώων και θεών. Δούλεψε κυρίως το μάρμαρο, αλλά και το ξύλο και τον χαλκό. Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους γνωστούς γλύπτες της περιόδου από τα τέλη του -4ου ως τα τέλη του -3ου αι και αργότερα, δεν κατασκεύασε εικονιστικούς ανδριάντες, δηλαδή αγάλματα με ατομικά χαρακτηριστικά προσωπικοτήτων της εποχής.
Ο Παυσανίας μνημονεύει 15 γλυπτικές συνθέσεις του, που είχαν ανιδρυθεί σε ιερά τεσσάρων πόλεων της Πελοποννήσου. Αναφέρει επίσης, ότι ο καλλιτέχνης είχε μεταβεί στο ιερό της Ολυμπίας, για να επισκευάσει τα ελεφάντινα μέρη του φειδιακού αγάλματος του Διός, και είχε τιμηθεί γι΄ αυτό από την Ηλειακή Βουλή. Το γεγονός συνέβη κατά την περίοδο ακμής και όχι στην αρχή της σταδιοδρομίας του γλύπτη.
Πολύτιμα στοιχεία για την προσωπικότητα του Δαμοφώντος αντλούνται από σημαντικό ενεπίγραφο μνημείο της πόλης. Πρόκειται για δωρικό κίονα από ασβεστόλιθο, ύψους 3.30μ. περίπου, που αποκαλύφθηκε νότια του Ασκληπιείου σε διαφορετικούς ανασκαφικούς χρόνους (κάτω τμήμα από τον Αναστάσιο Ορλάνδο το 1972, άνω τμήμα από τον Πέτρο Θέμελη το 1989), δίπλα στο Ηρώο Δ.
Ο κίονας αυτός του -2ου αι. π. φέρει σε δύο στήλες χαραγμένο κείμενο με ψηφίσματα επτά πόλεων της Ελλάδος, που είχαν γραφεί κατά καιρούς τιμητικά για τον καλλιτέχνη, πριν το θάνατό του. Η αρκαδική Λυκόσουρα, η Λευκάδα, η Κράνη της Κεφαλληνίας, η Μήλος, η Κύθνος, η Γερήνεια (πόλη μεταξύ Λακωνίας - Μεσσηνίας) και η Οιάνθεια (πόλη της δυτικής Λοκρίδος) εκθειάζουν τη λαμπρή προσωπικότητα του Δαμοφώντος. Εικ. δεξιά: Δύο όψεις και σχέδιο ενεπίγραφου δωρικού κίονος με ψηφίσματα Ελληνικών πόλεων προς τιμή του Δαμοφώντος. Ο κίονας ο οποίος αποκαλύφθηκε σε δύο συνανήκοντα τμήματα, έχει συγκολληθεί και έχει τοποθετειθεί στην νότια στοά του Ασκληπείου.
Τα τιμητικά ψηφίσματα μάλιστα της Λυκόσουρας, της Λευκάδας και της Κύθνου αναφέρονται ονομαστικά στη δημιουργία αγαλμάτων του για τα ιερά της Δέσποινας στη Λυκόσουρα, της Αφροδίτης στην Κύθνο και της Αφροδίτης Λιμνάτιδος στη Λευκάδα.
Ήθος, ευσέβεια προς τους θεούς, μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία και σεβασμός στα ήθη, τις παραδόσεις και τους θεσμούς της πόλης αναφέρονται στο ενεπίγραφο μνημείο ως αρετές του ανδρός. Αυτές αποτυπώνονται στον ιδεαλισμό που διαπνέει το σύνολο των έργων του Δαμοφώντος, αντίθετα με τον ρεαλισμό που χαρακτηρίζει την τέχνη της εποχής του.
Η αντιγραφή του συνόλου των ψηφισμάτων στον κίονα ως ενιαίου κειμένου αποτελεί τρανή απόδειξη του σεβασμού, που έτρεφε προς τον Δαμοφώντα η κοινωνία της Μεσσήνης. Η πόλη επέλεξε αυτόν τον τρόπο για να τιμήσει μετά θάνατον τον επιφανή, με οικονομική δύναμη και πολιτική επιρροή ευεργέτη της ανεγείροντας και ταφικό μνημείο (Ηρώο Δ) για τον ίδιο και τα μέλη της οικογένειάς του κοντά στο Ασκληπιείο, όπου κατεξοχήν εργάστηκε.
Οι θεϊκές και ηρωικές μορφές, που κατεξοχήν φιλοτέχνησε ο Μεσσήνιος γλύπτης Δαμοφών, χαρακτηρίζονται από κολοσσιαίες διαστάσεις. Στην κατασκευή των μεγάλων αυτών γλυπτών ο καλλιτέχνης χρησιμοποίησε την τεχνική του ακρόλιθου (τα αγάλματα είχαν μαρμάρινα τα γυμνά μέρη), και κυρίως την τεχνική του τεμαχισμού. Η τεχνική αυτή ήταν αναγκαία, επειδή δεν ήταν δυνατή η εξόρυξη αρκετού ενιαίου μαρμάρινου όγκου. Η Μεσσηνία, άλλωστε, δεν συγκαταλέγεται στις περιοχές με επάρκεια σε ποιοτικό μάρμαρο. Ο καλλιτέχνης συνέθετε τη μορφή του γλυπτού από πολλά κομμάτια μαρμάρου, δουλεμένα χωριστά. Τα τεμάχια συναρμολογούνταν κατόπιν με μεταλλικούς συνδέσμους και κόλλα. Τα «σημάδια» αυτής της τεχνικής του Δαμοφώντος αναγνωρίζονται στις επίπεδα κομμένες πλευρές επαφής και σύνδεσης των κομματιών, όπως και στις σκαμμένες πίσω επιφάνειές τους.
Βάσει των στοιχείων αυτών, σε συνδυασμό με την ιδεαλιστική τεχνοτροπία απόδοσης των μορφών, είναι δυνατόν να αναγνωριστεί το «χέρι» του καλλιτέχνη στα έργα της Μεσσήνης και άλλων ελληνικών πόλεων.
Ο περιηγητής Παυσανίας, κατά την εποχή που επισκέφθηκε τη Μεσσήνη (+155 έως +160), είδε και περιέγραψε τα έργα του Δαμοφώντος, τον οποίο θαυμάζει ως καλλιτέχνη. Σύμφωνα με τη δική του μαρτυρία μας είναι γνωστές δεκαπέντε τουλάχιστον γλυπτικές συνθέσεις του Μεσσήνιου γλύπτη. Πέντε από αυτές είναι πολύμορφες (συντάγματα), ανιδρυμένες σε ιερά τεσσάρων πόλεων της Πελοποννήσου.
Δύο λατρευτικές συνθέσεις υπήρχαν στο Αίγιο, έδρα της Αχαϊκής Συμπολιτείας, τρεις στην αρκαδική Μεγαλόπολη και ένα στην αρκαδική Λυκόσουρα.
Για την ίδια τη γενέτειρά του Μεσσήνη αναφέρονται εννέα λατρευτικές συνθέσεις, που είχαν ανιδρυθεί στο Ασκληπιείο και σε άλλα οικοδομήματα. Αναφέρονται τα λατρευτικά αγάλματα της θεάς Κυβέλης και της Αρτέμιδος Λαφρίας.
Στο Ασκληπιείο, που αποτελούσε σχεδόν αποκλειστικά χώρο έκθεσης αγαλμάτων και άλλων αναθημάτων, ο Παυσανίας μνημονεύει το τρίμορφο σύνταγμα του Ασκληπιού και των γιων του, το δεκάμορφο σύνταγμα του Απόλλωνα και των Μουσών, την προσωποποιημένη πόλη των Θηβαίων και τον ήρωά της Ηρακλή, αγάλματα της Τύχης και της Αρτέμιδος Φωσφόρου.
Το χάλκινο μάλιστα άγαλμα του Επαμεινώνδα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο αρχαίος περιηγητής, δεν ήταν δαμοφώντειο έργο.
Τα γλυπτά του Δαμοφώντος στο Ασκληπιείο ήταν σύγχρονα με τα οικοδομήματα του συγκροτήματος, και στέκονταν σε θέσεις ειδικά κατασκευασμένες γι΄ αυτά. Βέβαια, οι θέσεις στις οποίες βρέθηκαν τα θραύσματα των γλυπτών κατά τις ανασκαφές, δεν αποτελούν ένδειξη ότι ήταν και οι αρχικές, όπου τοποθετήθηκαν. Πολλά αποκαλύφθηκαν σε διαταραγμένες μεσαιωνικές επιχώσεις του Ασκληπιείου, ενώ άλλα χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό σε οικοδομήματα των ύστερων Ρωμαϊκών ή Πρωτοχριστιανικών χρόνων.
Ιερό Δέσποινας- Λυκόσουρα
Πολύτιμα στοιχεία για την προσωπικότητα του Δαμοφώντος αντλούνται από σημαντικό ενεπίγραφο μνημείο της πόλης. Πρόκειται για δωρικό κίονα από ασβεστόλιθο, ύψους 3.30μ. περίπου, που αποκαλύφθηκε νότια του Ασκληπιείου σε διαφορετικούς ανασκαφικούς χρόνους (κάτω τμήμα από τον Αναστάσιο Ορλάνδο το 1972, άνω τμήμα από τον Πέτρο Θέμελη το 1989), δίπλα στο Ηρώο Δ.
Ο κίονας αυτός του -2ου αι. π. φέρει σε δύο στήλες χαραγμένο κείμενο με ψηφίσματα επτά πόλεων της Ελλάδος, που είχαν γραφεί κατά καιρούς τιμητικά για τον καλλιτέχνη, πριν το θάνατό του. Η αρκαδική Λυκόσουρα, η Λευκάδα, η Κράνη της Κεφαλληνίας, η Μήλος, η Κύθνος, η Γερήνεια (πόλη μεταξύ Λακωνίας - Μεσσηνίας) και η Οιάνθεια (πόλη της δυτικής Λοκρίδος) εκθειάζουν τη λαμπρή προσωπικότητα του Δαμοφώντος. Εικ. δεξιά: Δύο όψεις και σχέδιο ενεπίγραφου δωρικού κίονος με ψηφίσματα Ελληνικών πόλεων προς τιμή του Δαμοφώντος. Ο κίονας ο οποίος αποκαλύφθηκε σε δύο συνανήκοντα τμήματα, έχει συγκολληθεί και έχει τοποθετειθεί στην νότια στοά του Ασκληπείου.
Τα τιμητικά ψηφίσματα μάλιστα της Λυκόσουρας, της Λευκάδας και της Κύθνου αναφέρονται ονομαστικά στη δημιουργία αγαλμάτων του για τα ιερά της Δέσποινας στη Λυκόσουρα, της Αφροδίτης στην Κύθνο και της Αφροδίτης Λιμνάτιδος στη Λευκάδα.
Ήθος, ευσέβεια προς τους θεούς, μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία και σεβασμός στα ήθη, τις παραδόσεις και τους θεσμούς της πόλης αναφέρονται στο ενεπίγραφο μνημείο ως αρετές του ανδρός. Αυτές αποτυπώνονται στον ιδεαλισμό που διαπνέει το σύνολο των έργων του Δαμοφώντος, αντίθετα με τον ρεαλισμό που χαρακτηρίζει την τέχνη της εποχής του.
Η αντιγραφή του συνόλου των ψηφισμάτων στον κίονα ως ενιαίου κειμένου αποτελεί τρανή απόδειξη του σεβασμού, που έτρεφε προς τον Δαμοφώντα η κοινωνία της Μεσσήνης. Η πόλη επέλεξε αυτόν τον τρόπο για να τιμήσει μετά θάνατον τον επιφανή, με οικονομική δύναμη και πολιτική επιρροή ευεργέτη της ανεγείροντας και ταφικό μνημείο (Ηρώο Δ) για τον ίδιο και τα μέλη της οικογένειάς του κοντά στο Ασκληπιείο, όπου κατεξοχήν εργάστηκε.
Οι θεϊκές και ηρωικές μορφές, που κατεξοχήν φιλοτέχνησε ο Μεσσήνιος γλύπτης Δαμοφών, χαρακτηρίζονται από κολοσσιαίες διαστάσεις. Στην κατασκευή των μεγάλων αυτών γλυπτών ο καλλιτέχνης χρησιμοποίησε την τεχνική του ακρόλιθου (τα αγάλματα είχαν μαρμάρινα τα γυμνά μέρη), και κυρίως την τεχνική του τεμαχισμού. Η τεχνική αυτή ήταν αναγκαία, επειδή δεν ήταν δυνατή η εξόρυξη αρκετού ενιαίου μαρμάρινου όγκου. Η Μεσσηνία, άλλωστε, δεν συγκαταλέγεται στις περιοχές με επάρκεια σε ποιοτικό μάρμαρο. Ο καλλιτέχνης συνέθετε τη μορφή του γλυπτού από πολλά κομμάτια μαρμάρου, δουλεμένα χωριστά. Τα τεμάχια συναρμολογούνταν κατόπιν με μεταλλικούς συνδέσμους και κόλλα. Τα «σημάδια» αυτής της τεχνικής του Δαμοφώντος αναγνωρίζονται στις επίπεδα κομμένες πλευρές επαφής και σύνδεσης των κομματιών, όπως και στις σκαμμένες πίσω επιφάνειές τους.
Βάσει των στοιχείων αυτών, σε συνδυασμό με την ιδεαλιστική τεχνοτροπία απόδοσης των μορφών, είναι δυνατόν να αναγνωριστεί το «χέρι» του καλλιτέχνη στα έργα της Μεσσήνης και άλλων ελληνικών πόλεων.
Ο περιηγητής Παυσανίας, κατά την εποχή που επισκέφθηκε τη Μεσσήνη (+155 έως +160), είδε και περιέγραψε τα έργα του Δαμοφώντος, τον οποίο θαυμάζει ως καλλιτέχνη. Σύμφωνα με τη δική του μαρτυρία μας είναι γνωστές δεκαπέντε τουλάχιστον γλυπτικές συνθέσεις του Μεσσήνιου γλύπτη. Πέντε από αυτές είναι πολύμορφες (συντάγματα), ανιδρυμένες σε ιερά τεσσάρων πόλεων της Πελοποννήσου.
Δύο λατρευτικές συνθέσεις υπήρχαν στο Αίγιο, έδρα της Αχαϊκής Συμπολιτείας, τρεις στην αρκαδική Μεγαλόπολη και ένα στην αρκαδική Λυκόσουρα.
Μαρμάρινο κεφάλι κολοσσιαίου αγάλματος του Απόλλωνος. Ανήκε στο πολύμορφο σύνταγμα τουΑπόλλωνος και των Μουσών, έργο του Δαμοφώντος |
Στο Ασκληπιείο, που αποτελούσε σχεδόν αποκλειστικά χώρο έκθεσης αγαλμάτων και άλλων αναθημάτων, ο Παυσανίας μνημονεύει το τρίμορφο σύνταγμα του Ασκληπιού και των γιων του, το δεκάμορφο σύνταγμα του Απόλλωνα και των Μουσών, την προσωποποιημένη πόλη των Θηβαίων και τον ήρωά της Ηρακλή, αγάλματα της Τύχης και της Αρτέμιδος Φωσφόρου.
Το χάλκινο μάλιστα άγαλμα του Επαμεινώνδα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο αρχαίος περιηγητής, δεν ήταν δαμοφώντειο έργο.
Τα γλυπτά του Δαμοφώντος στο Ασκληπιείο ήταν σύγχρονα με τα οικοδομήματα του συγκροτήματος, και στέκονταν σε θέσεις ειδικά κατασκευασμένες γι΄ αυτά. Βέβαια, οι θέσεις στις οποίες βρέθηκαν τα θραύσματα των γλυπτών κατά τις ανασκαφές, δεν αποτελούν ένδειξη ότι ήταν και οι αρχικές, όπου τοποθετήθηκαν. Πολλά αποκαλύφθηκαν σε διαταραγμένες μεσαιωνικές επιχώσεις του Ασκληπιείου, ενώ άλλα χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό σε οικοδομήματα των ύστερων Ρωμαϊκών ή Πρωτοχριστιανικών χρόνων.
Σχεδιαστική αναπαράσταση του Ναού της Δέσποινας, αρχαία Λυκόσουρα
Το ιερό της Δέσποινας στη Λυκόσουρα ήταν ένα σύμπλεγμα βωμών και ναών αφιερωμένων σε διάφορες θεότητες. Όμως κορυφαία ήταν ο ναός και το μέγαρο της Δέσποινας. Εκεί γίνονταν από πολύ παλιά απόκρυφη οργιαστική γιορτή, με αναπαράσταση της γέννησης του Δία, όπου λάμβαναν μέρος έφηβοι υποδυόμενοι τους Κουρήτες και Κορύβαντες, που χόρευαν με ενθουσιασμό κραδαίνοντας όπλα και βγάζοντας άναρθρες κραυγές.
Ο αρχαιολογικός χώρος περιλαμβάνει ναό, περίβολο, το "μέγαρο", μεγάλη στοά, υπολείμματα Λουτρών, και τους βωμούς της Δέσποινας, της Δήμητρας και της Μεγάλης Μητρός. Τα σωζόμενα ερείπια είναι του -2ου αι.Στο ναό της Δέσποινας υπήρχε το βάθρο του περίφημου "συντάγματος"του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντα (σύμπλεγμα των κολοσσιαίων αγαλμάτων της Αθηνάς, της Δήμητρας, της Αρτέμιδας και του τιτάνα Ανύτου) του -2ου αι.
Το μέγαρο της Δέσποινας, ένα ναόμορφο οικοδόμημα-βωμός, ήταν ένας ιερός χώρος όπου γίνονταν τελετουργίες και μυστηριακές θυσίες. ΝΔ. του μεγάρου υπάρχει κρηνικό κτίσμα από μεγάλες ορθογονισμένες πέτρες.
Το σύνταγμα (αναπαράσταση πρώτη εικόνα πάνω) είχε ύψος 6μ. και το αποτελούσαν τέσσερα αγάλματα. Η σύνθεση είναι γνωστή από την απεικόνισή του σε νόμισμα της Μεγαλόπολης που χρονολογείται στην αυτοκρατορική εποχή και από την περιγραφή του περιηγητή Παυσανία, ο οποίος επισκέφθηκε το ιερό τα μέσα του -2ου αι.
Η Δήμητρα (2η εικόνα) και η Δέσποινα παριστάνονταν στο μέσον καθιστές σε ενιαίο θρόνο. Η Δήμητρα κρατούσε δάδα στο δεξιό χέρι της, ενώ με το αριστερό ακουμπούσε την Δέσποινα στον ώμο. Η Δέσποινα κρατούσε σκήπτρο και είχε τη μυστική κίστη στα γόνατα.
Δίπλα στην Δήμητρα στεκόταν η θεά ΄Αρτεμις (συνοδευμένη από κυνηγετικό σκύλο, ενώ δίπλα η εικόνα) στην Δέσποινα στεκόταν ο τροφός της Τιτάνας ΄Ανυτος. (4η εικόνα)
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο φυλάσσονται οι κεφαλές της Δήμητρας, της Άρτεμης του Άνυτου, τμήμα του ιματίου της Δέσποινας (3η εικόνα), και τα αγαλμάτια των Τριτωνίδων (5η εικόνα) που κοσμούσαν το θρόνο των θεαινών, ενώ θραύσματα των μορφών και του θρόνου βρίσκονται στο Μουσείο της Λυκόσουρας. Την κεφαλή της θεάς σκέπαζε καλύπτρα, τμήμα της οποίας σώζεται. Τα μαλλιά της είναι χτενισμένα προς τα πίσω. Στις οπές στο επάνω μέρος της κεφαλής στερεωνόταν μετάλλινο διάδημα. Μάρμαρο πελοποννησιακό. Ύψος 0,75 μ.
ΠΗΓΕΣ:
Ιστότοπος ΛΗ΄ Ε.Π.Κ.Α.
Ιστότοπος Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο