Δεξιά του δρόμου Χώρας- Πύλου, στη διασταύρωση προς Πετροχώρι κατευθυνόμαστε προς το ομώνυμο χωριό. Λίγο πριν την είσοδό του, θα στρίψουμε πάλι αριστερά και μετά από σύντομη διαδρομή σε στενό και κατά τόπους χωμάτινο δρόμο, φθάνουμε στην αμμώδη παραλία της ομηρικής Βοϊδοκοιλιάς. Ένας κλειστός, σχεδόν κυκλικός κόλπος με κατάλευκη αμμουδιά και κατακάθαρα νερά, απλώνεται μπροστά μας. Απέναντί μας, στο αριστερό άκρο του πετάλου του κόλπου, στο ακρωτήριο Κορυφάσιο, ορθώνεται το βόρειο τμήμα του Παλαιόκαστρου, απρόσιτο σχεδόν από την πλευρά μας, λόγω της απόκρυμνης και βραχώδους πλαγιάς. Στη μέση αυτής της πλαγιάς, λίγο χαμηλότερα από τη βάση του Φράγκικου κάστρου, χαίνει η σπηλιά του Νέστορα.
Ευρύχωρο σπήλαιο (20Χ16μ) και ψηλό μέχρι 30μ., μεγαλοπρεπή τοιχώματα και τριγωνική περίπου είσοδο. Το σπήλαιο έχει ταυτισθεί:
1) Με το σπήλαιο, όπου ο νεογέννητος θεός Ερμής απέκρυψε την αγέλη που έκλεψε ο ίδιος από τον ΄Ηλιο- Απόλλωνα.
2) Με το σπήλαιο όπου διανυκτέρευαν τα κοπάδια των Νηλειδών και ιδιαίτερα του Νηλέως, του πατέρα του Νέστορα. Η σπηλιά μνημονεύεται και από τον Παυσανία (Δ.36,2).
Η περίοδος χρήσης του σπηλαίου έχει πιστοποιηθεί στρωματογραφικά από την ύστερη Νεολιθική εποχή και ειδικότερα, κατά την πρώϊμη ή και ύστατη φάση της (4η και 3η χιλιετία) και, περιοδικά, κατά την Πρωτοελλαδική, τη Μεσοελλαδική και την τρίτη Μυκηναϊκή εποχή μέχρι και τους κλασικούς χρόνους.
Το σπήλαιο είχε χρησιμοποιηθεί σ΄ όλη την έκτασή του κατά τις παλαιότερες περιόδους και αυτό πιστοποιείται και από τις εστίες των ίδιων περιόδων. Κατά τις αρχές της ύστερης Νεολιθικής ήταν σε χρήση αμαυρόχρωμη, ζωγραφισμένη και μελανή στιλβωτή κεραμική, ενώ κατά την ύστερη Νεολιθική περίοδο χρησιμοποιείτο εγχάρακτη και γραπτή κεραμική. Γενικά, η ποιότητα της Νεολιθικής κεραμικής κρίνεται εξαίρετη και εφάμιλλη της Θεσσαλικής.
Το σπήλαιο εξερευνήθηκε το 1874 από τον Ερρίκο Σλήμαν, ο οποίος προθυμοποιήθηκε να χρηματοδοτήσει ο ίδιος ανασκαφή της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, προκειμένου να εξασφαλίσει μέσω αυτής την άδεια διεξαγωγής ανασκαφής στις Μυκήνες. Επίσης έρευνες-ανασκαφές διεξήχθησαν από το Γάλλο Laucent, από ιδιώτες από τον Πειραιά, υπό την εποπτεία του Κ. Κουρουνιώτου (1912), από τους C.Blegen, W. Mc.Donald και Δ. Θεοχάρη (1953) και από τον καθ. Γ. Κορρέ δια του Α. Σάμψων (1980). Το σπήλαιο έχει ανάγκη περαιτέρω ανασκαφής και αξιοποίησης.
Η ανασκαφή Αδ. Σαμψών, 1980
Με τα σημερινά δεδομένα η νεολιθική κοτοίκηση στη Μεσσηνία δεν φαίνεται πυκνή, κι’ αυτό οφείλεται στη μη εντατική έρευνα και ίσως στην έλλειψη ενδιαφέροντος παλαιοτέρων ερευνητών για την περίοδο αυτή. Στην τοπογραφική έρευνα των R.H. Simpson και W.A. McDonald εντοπίστηκαν μερικές νεολιθικές θέσεις, οι περισσότερες με απροσδιόριστα ευρήματα. Συνολικά υπάρχουν επτά θέσεις με νεολιθική κεραμεική. Μέχρι σήμερα καμμία συστηματική ανασκαφή δεν έχει γίνει σε νεολιθική θέση, γι’ αυτό και η διαδοχή των νεολιθικών φάσεων είναι αβέβαιη. Στις ανασκαφές που διεξάγει το Πανεπιστήμιο Αθηνών με τη διεύθυνση του καθηγητή Κ. Κορρέ στην περιοχή της Βοϊδοκοιλιάς βρέθηκαν τα τελευταία χρόνια στα βαθύτερα στρώματα της ανασκαφής και μέσα σε ρωγμές του βράχου όστρακα, που διαφέρουν απ΄αυτά της Πρωτοελλαδικής ΙΙ, εποχή στην οποία ανήκουν τα κτηριακά λείψανα του οικισμού. Τα περισσότερα από αυτά τα όστρακα δεν είναι εύκολο να ταυτισθούν, γιατί δεν προέρχονται από χαρακτηριστικά μέρη του αγγείου. Μόνο από την ποιότητα του πηλού μπορούμε να τα κατατάξουμε σε μία φάση προγενέστερη της Πρωτοελλαδικής ΙΙ. Είναι καλά ψημένα και έχουν καθαρό πηλό, που στον πυρήνα πολλές φορές είναι τεφρός. Ευτυχώς ανάμεσά τους βρέθηκαν λίγα χαρακτηριστικά όστρακα με στιλβωτή διακόσμηση (Pattern Burnished Ware), που ανήκουν στην Τελική Νεολιθική και χρονολογούν και τα υπόλοιπα. Είναι ευτύχημα ότι στη δοκιμαστική ανασκαφή του σπηλαίου του Νέστορα βρέθηκαν μέσα σε αδιατάρακτο στρώμα, όστρακα, που χρονολογούνται στην Τελική Νεολιθική.
Θέση
Το λεγόμενο σπήλαιο του Νέστορα βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του λόφου Παλαιόκαστρο, που αποτελεί το νότιο σκέλος του όρμου της Βοϊδοκοιλιάς. Η είσοδός του στραμμένη προς το βοριά, είναι αρκετά ψηλή και φαρδειά, ώστε να διακρίνεται από μεγάλη απόσπαση. Τα πετρώματα της περιοχής είναι ασβεστολιθικά στα ψηλότερα και νεογενή στα χαμηλότερα.
Περιγραφή
Το σπήλαιο είναι αρκετά ευρύχωρο με πολύ ψηλή και θολωτή οροφή (ύψ. περίπου 30- 35μ.). Στην κυρίως αίθουσα υπάρχει φυσικό "οπαίον", απ΄ όπου μπαίνει αρκετό φως και ασφαλώς τα νερά της βροχής, που αποθέτουν χώματα και πέτρες στο δάπεδό της. Εκτός από την κυρίως αίθουσα, διαστάσεων 20Χ 16μ., σχηματίζονται δύο προθάλαμοι. Τα πετρώματα είναι συμπαγή ασβεστολιθικά, αλλά σε ορισμένα σημεία ο βράχος είναι λατυποπαγής και διαβρώνεται εύκολα. Το σπήλαιο έχει ελάχιστο φυσικό διάκοσμο, αλλά σε μερικά σημεία φαίνεται να δημιουργούνται καινούργιοι σταλακτίτες.
Κατά καιρούς πρέπει να έγιναν αναστατώσεις στο χώρο του σπηλαίου, όπως δείχνουν λάκκοι και υπερυψωμένα σημεία, που δημιουργήθηκαν με τη μετατόπιση των χωμάτων. Στο κέντρο της κυρίως αίθουσας υπάρχει βράχος σχεδόν στην επιφάνεια και σε όλη την έκτασή της πλήθος από πέτρες, που μάλλον προέρχονται από την διάβρωση των πετρωμάτων. Μία πρόχειρη τομή έδειξε ότι πέτρες με ελάχιστο χώμα είχαν συσσωρευτεί στη δυτική πλευρά, αφού μέσα σε αυτές υπήρχαν όστρακα όλων των εποχών, από τους νεολιθικούς μέχρι τους μεσαιωνικούς χρόνους. Λιθοσωροί υπάρχουν επίσης και στην ανατολική πλευρά, όπως φάνηκε και στην ανασκαφική τομή. Στα σημεία τα τοιχώματα κατεβαίνουν απότομα και δείχνουν ότι μάλλον σχηματίζονται βαθειά χάσματα, μέσα στα οποία κυλούσαν από τα ψηλότερα σημεία του δαπέδου της σπηλιάς χώματα και πέτρες. Το αρχικό επίπεδο πρέπει να ήταν ανώμαλο, όπως δείχνουν και οι βράχοι στο κέντρο. Την ίδια ακανόνιστη μορφή θα είχε και στους προϊστορικούς χρόνους, όπως απέδειξε η ανασκαφή, ενώ σήμερα το δάπεδο εμφανίζεται σχεδόν επίπεδο.
Οι διαταράξεις των στρωμάτων είχαν αρχίσει από την εποχή εκείνη, αλλά οι μεγάλες αναστατώσεις έγιναν σε νεώτερους χρόνους, πιθανώς για να χρησιμοποιηθεί το σπήλαιο σαν κατοικία ή μαντρί. Οι λαθρανασκαφές που έχουν γίνει κατά καιρούς δημιούργησαν μεγαλύτερη αναστάτωση. Σήμερα δεν μπορεί κανείς να καταλάβει σε ποιούς από τους λάκκους είχαν γίνει το 1953 οι δοκιμαστικές ανασκαφικές έρευνες των Δ. Θεοχάρη και W. McDonald. Γενικά η τωρινή κατάσταση του σπηλαίου είναι απογοητευτική και αφήνει να συμπεράνουμε ότι αδιατάρακτα στρώματα θα πρέπει να αναμένει κανείς σε λίγα σημεία και σε μεγάλο βάθος. Στην επιφάνεια της σπηλιάς συλλέγονται κάθε λογής όστρακα, από την νεολιθική περίοδο μέχρι τους μεσαιωνικούς χρόνους.
Η ανασκαφή
Μία δοκιμαστική τομή που ανοίχθηκε στο ΝΔ τμήμα του σπηλαίου δεν είχε επιτυχία, γιατί βρέθηκαν μέχρι βάθους 1,30μ. αποκλειστικά μικρές και μεγάλες πέτρες, που ανάμεσά τους υπήρχαν όστρακα διαφόρων εποχών. Πολλά ανήκουν σε ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, ελάχιστα είναι τα κλασσικά μελαμβαφή και τα μυκηναϊκά, ενώ τα περισσότερα ανήκουν στους νεολιθικούς χρόνους. Τα νεολιθικά όστρακα είναι άβαφα και προέρχονται από πιθάρια με σχοινοειδή ή πλαστική διακόσμηση. Σε βάθος 0,95- 1,05μ. βρέθηκα όστρακα της Νεώτερης Νεολιθικής. Γενικά πρόκειται για αστρωματογράφητα ευρήματα, που έχουν αποτεθεί κατά καιρούς στην θέση αυτή.
Με μεγάλη δυσκολία κατορθώσαμε να επιλέξουμε ένα μέρος μέσα στο σπήλαιο για ανασκαφή, επειδή παντού υπήρχαν παραβιάσεις με σωρούς από πέτρες στην επιφάνεια. Στην ΝΑ πλευρά αρχίσαμε μία δοκιμαστική τομή, πολύ κοντά σε χώρο παραβιασμένο. Οι διαστάσεις ήταν μικρές στην αρχή, αλλά αργότερα επεκτάθηκε (διαστ. 4,60Χ 3μ.). Από την αρχή φάνηκε ότι στην θέση αυτή είχαν μείνει σχεδόν αδιατάρακτα στρώματα κατοίκησης, που όμως καταλαμβάνουν περιορισμένη έκταση, γιατί στα δυτικά έχουν καταστραφεί από παλαιότερες εκσκαφές και στα βόρεια υπάρχουν ριγμένες πέτρες, που τα διακόπτουν. Κοντά στην επιφάνεια μέσα σε στρώμα τέφρας βρέθηκε εστία (1) με πολλά οστά ζώων γύρω από αυτή και χονδοειδή κεραμεική ΥΕ χρόνων. Στα επιφανειακά στρώματα υπήρχαν όστρακα κλασικώ τα στρώμαν χρόνων, μυκηναϊκά και αρκετά νεολιθικά, αλλά η εστία 1 πρέπει να ανήκει στην χαλκοκρατεία.
Σ΄ ένα μέρος της τομής προχωρεί σταλαγμίτης, που απλώνεται όσο βαθαίνει η ανασκαφή. Μία άλλη εστία (2) βρέθηκε στην ανατολική άκρη της τομής. Όπως συνήθως συμβαίνει σε σπήλαια, που δεν δέχονται επιχώσεις από έξω, τα στρώματα, που αποτελούνται από επάλληλες στρώσεις τέφρας, δεν ξεχωρίζουν μεταξύ τους και έχουν υποστεί διαταράξεις. Σε βάθος 0,60μ. διατηρείται σκληρό δάπεδο από ερυθρογή, που συνεχίζεται προς τα δυτικά, αλλά διακόπτεται στη ΒΔ γωνία, όπου συνεχίζονται σε βάθος οι ριγμένες πέτρες. Κάτω από το δάπεδο υπήρχαν πολλά ΜΕ, άβαφα και μινύεια, αλλά και αρκετά νεολιθικά. Επομένως το δάπεδο ανήκει σε χρόνους μεταγενέστερους της νεολιθικής περιόδου.
Καθαρό νεολιθικό στρώμα φάνηκε στην 8η και 9η στρώση, όπου άρχισε να διακρίνεται μιά κυκλική ακανόνιστη διαμόρφωση, που ονομάσαμε εστία 3. Υπάρχουν παχειές στρώσεις καύσης και τέφρας, που προχωρούν σ΄ όλη την έκταση της τομής στο επίπεδο της εστίας. Η κυκλική διαμόρφωση έχει στις άκρες επένδυση από άψητο κόκκινο πηλό, που σώζεται σε μερικά μόνο σημεία. Η κεραμεική ανήκει κυρίως στους χρόνους της Τελικής Νεολιθικής. Κάτω από την εστία 3 τα επάλληλα στρώματα τέφρας δεν περιέχουν παρά ελάχιστα νεολιθικά όστρακα. Μέσα σε αυτά υπήρχαν εργαλεία από πυριτόλιθο. Ο φυσικός βράχος, δηλαδή η συνέχεια του σταλαγμίτη με ένα παχύ στρώμα αποσαθρωμένου ασβεστόλιθου βρέθηκε σε βάθος 1,30μ.
Κεραμεική της Νεώτερης Νεολιθικής Ι
Η κεραμεική της περιόδου αυτής αποτελείται από μελανά στιλβωτά (Black Burnished Ware), νεολιθικά αμαυρόχρωμα (Matt- Painted) και νεολιθικά πρωτοβερνικωτά (Neolithic Urfirnis)
Κεραμεική της Τελικής Νεολιθικής
Τα όστρακα αυτής της περιόδου είναι άβαφα (αρκετά απ΄ αυτά έχουν διακόσμηση στολιδωτή πλαστική και εγχάρακτη, ενώ πλαστική διακόσμηση είναι πολύ συνηθισμένη -Relief Band Decoration) και στιλβωτά (Monochrome Burnished Ware).
Όστρακα με στιλβωτή διακόσμηση (Pattern BurnishedWare) δεν βρέθηκαν στο σπήλαιο του Νέστορος, ενώ αρκετά δείγματα έχουν βρεθεί στη Βοϊδοκοιλιά.
Λίθινα εργαλεία διάφορα.
Μέσα στο σπήλαιο δεν βρέθηκα οψιανοί παρά μόνο πυριτόλιθοι. Είναι ίσως ένδειξη έλλειψης του προϊόντος στην νεολιθική περίοδο εξ΄ αιτίας της απομόνωσης της περιοχής. Τα εργαλεία βρέθηκαν σε καθαρό νεολιθικό στρώμα κάτω από την εστία 3. Αναφέρεται επίσης οστέϊνο εργαλείο (οπέας). Σ΄ ένα όστρακο από άβαφο οικιακό σκεύος διασώθηκε το αποτύπωμα σπόρου, που μάλλον ανήκει σε κάποιο είδος κριθαριού.
Συμπεράσματα
Το σπήλαιο του Νέστορος δείχνει έντονη παρουσία του ανθρώπου από τους νεολιθικούς μέχρι και τους ρωμαϊκούς τουλάχιστον χρόνους. Εξ αιτίας της εύκολης πρόσβασης ο άνθρωπος έμπαινε σε όλες τις εποχές στο σπήλαιο. Η μεγάλη χωρητικότητά του και το γεγονός ότι φωτίζεται από την είσοδο ευνοούσε τη χρήση του σαν κατοικίας, μόνιμης ή προσωρινής ή για καταυλισμό ζώων.
Η ανασκαφική τομή έδειξε ότι αδιατάρκτα στρώματα βρίσκονται σε λίγα σημεία του σπηλαίου. Γενικά οι επιχώσεις είναι διαταραγμένες σε μεγάλο βαθμό και αποτελούνται από στρώσεις τέφρας και πέτρες. η αναταραχή αυτή των στρωμάτων είναι φαινόμενο που υπάρχει σχεδόν σε όλες τις σπηλιές και ιδίως σε αυτές που δεν μπαίνουν από την είσοδο επιχώσεις για να καλύπτουν τα διαδοχικά στρώματα κατοίκησης. τα δύο ψηλότερα δάπεδα 1 και 2, όπου βρέθηκαν οι εστίες, ανήκουν σε Μεσοελλαδικούς ή Μυκηναϊκούς χρόνους. Το δάπεδο 3 από σκληρή πατημένη ερυθρογή ανήκει πιθανώς σε Μεσοελλαδικούς χρόνους. Η εστία 3 και το δάπεδο 4 από την ενιαία κεραμεική του στρώματος φαίνεται ότι ανήκουν στην Τελική Νεολιθική. Λίγα όστρακα της Νεώτερης Νεολιθικής 1 βρέθηκα σποραδικά στις υψηλότερες στρώσεις της τομής, δεν παρουσιάζονται όμως σε ιδιαίτερο στρώμα. Καθαρά στρώματα της περιόδου αυτής ίσως βρίσκονται βαθύτερα και πιθανώς στα βόρεια και δυτικά της τομής. Σε μελλοντική επέκταση της τομής ίσως αποκαλυφθούν παλαιότερα στρώματα κατοίκησης, που δεν αποκλείεται να αρχίζει από τους προνεολιθικούς χρόνους.
Η βασική ωφέλεια από την μικρή αυτή ανασκαφή ήταν ότι γιά πρώτη φορά αποκαλύφθηκαν αμιγή νεολιθικά στρώματα στην Μεσσηνία, που αποδεικνύονται σύγχρονα με τη κεραμεική που βρέθηκε τα τελευταία χρόνια στην ανασκαφή της Βοϊδοκοιλιάς. Το κύριο οικιστικό κέντρο στην Τελική Νεολιθική πρέπει να βρισκόταν στην περιοχή της Βοϊδοκοιλιάς, σε κάποια άλλη θέση. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι η η Τελική Νεολιθική, μία φάση που χαρακτηρίζει το χώρο του Αιγαίου και την ανατολική ηπειρωτική Ελλάδα, φαίνεται ότι εξαπλώνεται και στην Δυτική Ελλάδα. Η κεραμεική με πλαστική διακόσμηση και τα Pattern Burnished δείχνουν ότι τα ευρήματα της Βοϊδοκοιλιάς και του σπηλαίου ανήκουν στο πρώιμο τμήμα της Τελικής Νεολιθικής.
ΑΔ. ΣΑΜΨΩΝ
Τριφυλιακή Εστία, Τόμος Ζ΄ (Σελ. 10- 12), Τεύχος 37- 38, Γενάρης- Μάρτης 1981.
Ευρύχωρο σπήλαιο (20Χ16μ) και ψηλό μέχρι 30μ., μεγαλοπρεπή τοιχώματα και τριγωνική περίπου είσοδο. Το σπήλαιο έχει ταυτισθεί:
1) Με το σπήλαιο, όπου ο νεογέννητος θεός Ερμής απέκρυψε την αγέλη που έκλεψε ο ίδιος από τον ΄Ηλιο- Απόλλωνα.
2) Με το σπήλαιο όπου διανυκτέρευαν τα κοπάδια των Νηλειδών και ιδιαίτερα του Νηλέως, του πατέρα του Νέστορα. Η σπηλιά μνημονεύεται και από τον Παυσανία (Δ.36,2).
Η περίοδος χρήσης του σπηλαίου έχει πιστοποιηθεί στρωματογραφικά από την ύστερη Νεολιθική εποχή και ειδικότερα, κατά την πρώϊμη ή και ύστατη φάση της (4η και 3η χιλιετία) και, περιοδικά, κατά την Πρωτοελλαδική, τη Μεσοελλαδική και την τρίτη Μυκηναϊκή εποχή μέχρι και τους κλασικούς χρόνους.
Το σπήλαιο είχε χρησιμοποιηθεί σ΄ όλη την έκτασή του κατά τις παλαιότερες περιόδους και αυτό πιστοποιείται και από τις εστίες των ίδιων περιόδων. Κατά τις αρχές της ύστερης Νεολιθικής ήταν σε χρήση αμαυρόχρωμη, ζωγραφισμένη και μελανή στιλβωτή κεραμική, ενώ κατά την ύστερη Νεολιθική περίοδο χρησιμοποιείτο εγχάρακτη και γραπτή κεραμική. Γενικά, η ποιότητα της Νεολιθικής κεραμικής κρίνεται εξαίρετη και εφάμιλλη της Θεσσαλικής.
Το σπήλαιο εξερευνήθηκε το 1874 από τον Ερρίκο Σλήμαν, ο οποίος προθυμοποιήθηκε να χρηματοδοτήσει ο ίδιος ανασκαφή της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, προκειμένου να εξασφαλίσει μέσω αυτής την άδεια διεξαγωγής ανασκαφής στις Μυκήνες. Επίσης έρευνες-ανασκαφές διεξήχθησαν από το Γάλλο Laucent, από ιδιώτες από τον Πειραιά, υπό την εποπτεία του Κ. Κουρουνιώτου (1912), από τους C.Blegen, W. Mc.Donald και Δ. Θεοχάρη (1953) και από τον καθ. Γ. Κορρέ δια του Α. Σάμψων (1980). Το σπήλαιο έχει ανάγκη περαιτέρω ανασκαφής και αξιοποίησης.
Η ανασκαφή Αδ. Σαμψών, 1980
Με τα σημερινά δεδομένα η νεολιθική κοτοίκηση στη Μεσσηνία δεν φαίνεται πυκνή, κι’ αυτό οφείλεται στη μη εντατική έρευνα και ίσως στην έλλειψη ενδιαφέροντος παλαιοτέρων ερευνητών για την περίοδο αυτή. Στην τοπογραφική έρευνα των R.H. Simpson και W.A. McDonald εντοπίστηκαν μερικές νεολιθικές θέσεις, οι περισσότερες με απροσδιόριστα ευρήματα. Συνολικά υπάρχουν επτά θέσεις με νεολιθική κεραμεική. Μέχρι σήμερα καμμία συστηματική ανασκαφή δεν έχει γίνει σε νεολιθική θέση, γι’ αυτό και η διαδοχή των νεολιθικών φάσεων είναι αβέβαιη. Στις ανασκαφές που διεξάγει το Πανεπιστήμιο Αθηνών με τη διεύθυνση του καθηγητή Κ. Κορρέ στην περιοχή της Βοϊδοκοιλιάς βρέθηκαν τα τελευταία χρόνια στα βαθύτερα στρώματα της ανασκαφής και μέσα σε ρωγμές του βράχου όστρακα, που διαφέρουν απ΄αυτά της Πρωτοελλαδικής ΙΙ, εποχή στην οποία ανήκουν τα κτηριακά λείψανα του οικισμού. Τα περισσότερα από αυτά τα όστρακα δεν είναι εύκολο να ταυτισθούν, γιατί δεν προέρχονται από χαρακτηριστικά μέρη του αγγείου. Μόνο από την ποιότητα του πηλού μπορούμε να τα κατατάξουμε σε μία φάση προγενέστερη της Πρωτοελλαδικής ΙΙ. Είναι καλά ψημένα και έχουν καθαρό πηλό, που στον πυρήνα πολλές φορές είναι τεφρός. Ευτυχώς ανάμεσά τους βρέθηκαν λίγα χαρακτηριστικά όστρακα με στιλβωτή διακόσμηση (Pattern Burnished Ware), που ανήκουν στην Τελική Νεολιθική και χρονολογούν και τα υπόλοιπα. Είναι ευτύχημα ότι στη δοκιμαστική ανασκαφή του σπηλαίου του Νέστορα βρέθηκαν μέσα σε αδιατάρακτο στρώμα, όστρακα, που χρονολογούνται στην Τελική Νεολιθική.
Θέση
Το λεγόμενο σπήλαιο του Νέστορα βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του λόφου Παλαιόκαστρο, που αποτελεί το νότιο σκέλος του όρμου της Βοϊδοκοιλιάς. Η είσοδός του στραμμένη προς το βοριά, είναι αρκετά ψηλή και φαρδειά, ώστε να διακρίνεται από μεγάλη απόσπαση. Τα πετρώματα της περιοχής είναι ασβεστολιθικά στα ψηλότερα και νεογενή στα χαμηλότερα.
Περιγραφή
Το σπήλαιο είναι αρκετά ευρύχωρο με πολύ ψηλή και θολωτή οροφή (ύψ. περίπου 30- 35μ.). Στην κυρίως αίθουσα υπάρχει φυσικό "οπαίον", απ΄ όπου μπαίνει αρκετό φως και ασφαλώς τα νερά της βροχής, που αποθέτουν χώματα και πέτρες στο δάπεδό της. Εκτός από την κυρίως αίθουσα, διαστάσεων 20Χ 16μ., σχηματίζονται δύο προθάλαμοι. Τα πετρώματα είναι συμπαγή ασβεστολιθικά, αλλά σε ορισμένα σημεία ο βράχος είναι λατυποπαγής και διαβρώνεται εύκολα. Το σπήλαιο έχει ελάχιστο φυσικό διάκοσμο, αλλά σε μερικά σημεία φαίνεται να δημιουργούνται καινούργιοι σταλακτίτες.
Κατά καιρούς πρέπει να έγιναν αναστατώσεις στο χώρο του σπηλαίου, όπως δείχνουν λάκκοι και υπερυψωμένα σημεία, που δημιουργήθηκαν με τη μετατόπιση των χωμάτων. Στο κέντρο της κυρίως αίθουσας υπάρχει βράχος σχεδόν στην επιφάνεια και σε όλη την έκτασή της πλήθος από πέτρες, που μάλλον προέρχονται από την διάβρωση των πετρωμάτων. Μία πρόχειρη τομή έδειξε ότι πέτρες με ελάχιστο χώμα είχαν συσσωρευτεί στη δυτική πλευρά, αφού μέσα σε αυτές υπήρχαν όστρακα όλων των εποχών, από τους νεολιθικούς μέχρι τους μεσαιωνικούς χρόνους. Λιθοσωροί υπάρχουν επίσης και στην ανατολική πλευρά, όπως φάνηκε και στην ανασκαφική τομή. Στα σημεία τα τοιχώματα κατεβαίνουν απότομα και δείχνουν ότι μάλλον σχηματίζονται βαθειά χάσματα, μέσα στα οποία κυλούσαν από τα ψηλότερα σημεία του δαπέδου της σπηλιάς χώματα και πέτρες. Το αρχικό επίπεδο πρέπει να ήταν ανώμαλο, όπως δείχνουν και οι βράχοι στο κέντρο. Την ίδια ακανόνιστη μορφή θα είχε και στους προϊστορικούς χρόνους, όπως απέδειξε η ανασκαφή, ενώ σήμερα το δάπεδο εμφανίζεται σχεδόν επίπεδο.
Οι διαταράξεις των στρωμάτων είχαν αρχίσει από την εποχή εκείνη, αλλά οι μεγάλες αναστατώσεις έγιναν σε νεώτερους χρόνους, πιθανώς για να χρησιμοποιηθεί το σπήλαιο σαν κατοικία ή μαντρί. Οι λαθρανασκαφές που έχουν γίνει κατά καιρούς δημιούργησαν μεγαλύτερη αναστάτωση. Σήμερα δεν μπορεί κανείς να καταλάβει σε ποιούς από τους λάκκους είχαν γίνει το 1953 οι δοκιμαστικές ανασκαφικές έρευνες των Δ. Θεοχάρη και W. McDonald. Γενικά η τωρινή κατάσταση του σπηλαίου είναι απογοητευτική και αφήνει να συμπεράνουμε ότι αδιατάρακτα στρώματα θα πρέπει να αναμένει κανείς σε λίγα σημεία και σε μεγάλο βάθος. Στην επιφάνεια της σπηλιάς συλλέγονται κάθε λογής όστρακα, από την νεολιθική περίοδο μέχρι τους μεσαιωνικούς χρόνους.
Η ανασκαφή
Μία δοκιμαστική τομή που ανοίχθηκε στο ΝΔ τμήμα του σπηλαίου δεν είχε επιτυχία, γιατί βρέθηκαν μέχρι βάθους 1,30μ. αποκλειστικά μικρές και μεγάλες πέτρες, που ανάμεσά τους υπήρχαν όστρακα διαφόρων εποχών. Πολλά ανήκουν σε ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, ελάχιστα είναι τα κλασσικά μελαμβαφή και τα μυκηναϊκά, ενώ τα περισσότερα ανήκουν στους νεολιθικούς χρόνους. Τα νεολιθικά όστρακα είναι άβαφα και προέρχονται από πιθάρια με σχοινοειδή ή πλαστική διακόσμηση. Σε βάθος 0,95- 1,05μ. βρέθηκα όστρακα της Νεώτερης Νεολιθικής. Γενικά πρόκειται για αστρωματογράφητα ευρήματα, που έχουν αποτεθεί κατά καιρούς στην θέση αυτή.
Με μεγάλη δυσκολία κατορθώσαμε να επιλέξουμε ένα μέρος μέσα στο σπήλαιο για ανασκαφή, επειδή παντού υπήρχαν παραβιάσεις με σωρούς από πέτρες στην επιφάνεια. Στην ΝΑ πλευρά αρχίσαμε μία δοκιμαστική τομή, πολύ κοντά σε χώρο παραβιασμένο. Οι διαστάσεις ήταν μικρές στην αρχή, αλλά αργότερα επεκτάθηκε (διαστ. 4,60Χ 3μ.). Από την αρχή φάνηκε ότι στην θέση αυτή είχαν μείνει σχεδόν αδιατάρακτα στρώματα κατοίκησης, που όμως καταλαμβάνουν περιορισμένη έκταση, γιατί στα δυτικά έχουν καταστραφεί από παλαιότερες εκσκαφές και στα βόρεια υπάρχουν ριγμένες πέτρες, που τα διακόπτουν. Κοντά στην επιφάνεια μέσα σε στρώμα τέφρας βρέθηκε εστία (1) με πολλά οστά ζώων γύρω από αυτή και χονδοειδή κεραμεική ΥΕ χρόνων. Στα επιφανειακά στρώματα υπήρχαν όστρακα κλασικώ τα στρώμαν χρόνων, μυκηναϊκά και αρκετά νεολιθικά, αλλά η εστία 1 πρέπει να ανήκει στην χαλκοκρατεία.
Σ΄ ένα μέρος της τομής προχωρεί σταλαγμίτης, που απλώνεται όσο βαθαίνει η ανασκαφή. Μία άλλη εστία (2) βρέθηκε στην ανατολική άκρη της τομής. Όπως συνήθως συμβαίνει σε σπήλαια, που δεν δέχονται επιχώσεις από έξω, τα στρώματα, που αποτελούνται από επάλληλες στρώσεις τέφρας, δεν ξεχωρίζουν μεταξύ τους και έχουν υποστεί διαταράξεις. Σε βάθος 0,60μ. διατηρείται σκληρό δάπεδο από ερυθρογή, που συνεχίζεται προς τα δυτικά, αλλά διακόπτεται στη ΒΔ γωνία, όπου συνεχίζονται σε βάθος οι ριγμένες πέτρες. Κάτω από το δάπεδο υπήρχαν πολλά ΜΕ, άβαφα και μινύεια, αλλά και αρκετά νεολιθικά. Επομένως το δάπεδο ανήκει σε χρόνους μεταγενέστερους της νεολιθικής περιόδου.
Καθαρό νεολιθικό στρώμα φάνηκε στην 8η και 9η στρώση, όπου άρχισε να διακρίνεται μιά κυκλική ακανόνιστη διαμόρφωση, που ονομάσαμε εστία 3. Υπάρχουν παχειές στρώσεις καύσης και τέφρας, που προχωρούν σ΄ όλη την έκταση της τομής στο επίπεδο της εστίας. Η κυκλική διαμόρφωση έχει στις άκρες επένδυση από άψητο κόκκινο πηλό, που σώζεται σε μερικά μόνο σημεία. Η κεραμεική ανήκει κυρίως στους χρόνους της Τελικής Νεολιθικής. Κάτω από την εστία 3 τα επάλληλα στρώματα τέφρας δεν περιέχουν παρά ελάχιστα νεολιθικά όστρακα. Μέσα σε αυτά υπήρχαν εργαλεία από πυριτόλιθο. Ο φυσικός βράχος, δηλαδή η συνέχεια του σταλαγμίτη με ένα παχύ στρώμα αποσαθρωμένου ασβεστόλιθου βρέθηκε σε βάθος 1,30μ.
Κεραμεική της Νεώτερης Νεολιθικής Ι
Η κεραμεική της περιόδου αυτής αποτελείται από μελανά στιλβωτά (Black Burnished Ware), νεολιθικά αμαυρόχρωμα (Matt- Painted) και νεολιθικά πρωτοβερνικωτά (Neolithic Urfirnis)
Κεραμεική της Τελικής Νεολιθικής
Τα όστρακα αυτής της περιόδου είναι άβαφα (αρκετά απ΄ αυτά έχουν διακόσμηση στολιδωτή πλαστική και εγχάρακτη, ενώ πλαστική διακόσμηση είναι πολύ συνηθισμένη -Relief Band Decoration) και στιλβωτά (Monochrome Burnished Ware).
Όστρακα με στιλβωτή διακόσμηση (Pattern BurnishedWare) δεν βρέθηκαν στο σπήλαιο του Νέστορος, ενώ αρκετά δείγματα έχουν βρεθεί στη Βοϊδοκοιλιά.
Λίθινα εργαλεία διάφορα.
Μέσα στο σπήλαιο δεν βρέθηκα οψιανοί παρά μόνο πυριτόλιθοι. Είναι ίσως ένδειξη έλλειψης του προϊόντος στην νεολιθική περίοδο εξ΄ αιτίας της απομόνωσης της περιοχής. Τα εργαλεία βρέθηκαν σε καθαρό νεολιθικό στρώμα κάτω από την εστία 3. Αναφέρεται επίσης οστέϊνο εργαλείο (οπέας). Σ΄ ένα όστρακο από άβαφο οικιακό σκεύος διασώθηκε το αποτύπωμα σπόρου, που μάλλον ανήκει σε κάποιο είδος κριθαριού.
Συμπεράσματα
Το σπήλαιο του Νέστορος δείχνει έντονη παρουσία του ανθρώπου από τους νεολιθικούς μέχρι και τους ρωμαϊκούς τουλάχιστον χρόνους. Εξ αιτίας της εύκολης πρόσβασης ο άνθρωπος έμπαινε σε όλες τις εποχές στο σπήλαιο. Η μεγάλη χωρητικότητά του και το γεγονός ότι φωτίζεται από την είσοδο ευνοούσε τη χρήση του σαν κατοικίας, μόνιμης ή προσωρινής ή για καταυλισμό ζώων.
Η ανασκαφική τομή έδειξε ότι αδιατάρκτα στρώματα βρίσκονται σε λίγα σημεία του σπηλαίου. Γενικά οι επιχώσεις είναι διαταραγμένες σε μεγάλο βαθμό και αποτελούνται από στρώσεις τέφρας και πέτρες. η αναταραχή αυτή των στρωμάτων είναι φαινόμενο που υπάρχει σχεδόν σε όλες τις σπηλιές και ιδίως σε αυτές που δεν μπαίνουν από την είσοδο επιχώσεις για να καλύπτουν τα διαδοχικά στρώματα κατοίκησης. τα δύο ψηλότερα δάπεδα 1 και 2, όπου βρέθηκαν οι εστίες, ανήκουν σε Μεσοελλαδικούς ή Μυκηναϊκούς χρόνους. Το δάπεδο 3 από σκληρή πατημένη ερυθρογή ανήκει πιθανώς σε Μεσοελλαδικούς χρόνους. Η εστία 3 και το δάπεδο 4 από την ενιαία κεραμεική του στρώματος φαίνεται ότι ανήκουν στην Τελική Νεολιθική. Λίγα όστρακα της Νεώτερης Νεολιθικής 1 βρέθηκα σποραδικά στις υψηλότερες στρώσεις της τομής, δεν παρουσιάζονται όμως σε ιδιαίτερο στρώμα. Καθαρά στρώματα της περιόδου αυτής ίσως βρίσκονται βαθύτερα και πιθανώς στα βόρεια και δυτικά της τομής. Σε μελλοντική επέκταση της τομής ίσως αποκαλυφθούν παλαιότερα στρώματα κατοίκησης, που δεν αποκλείεται να αρχίζει από τους προνεολιθικούς χρόνους.
Η βασική ωφέλεια από την μικρή αυτή ανασκαφή ήταν ότι γιά πρώτη φορά αποκαλύφθηκαν αμιγή νεολιθικά στρώματα στην Μεσσηνία, που αποδεικνύονται σύγχρονα με τη κεραμεική που βρέθηκε τα τελευταία χρόνια στην ανασκαφή της Βοϊδοκοιλιάς. Το κύριο οικιστικό κέντρο στην Τελική Νεολιθική πρέπει να βρισκόταν στην περιοχή της Βοϊδοκοιλιάς, σε κάποια άλλη θέση. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι η η Τελική Νεολιθική, μία φάση που χαρακτηρίζει το χώρο του Αιγαίου και την ανατολική ηπειρωτική Ελλάδα, φαίνεται ότι εξαπλώνεται και στην Δυτική Ελλάδα. Η κεραμεική με πλαστική διακόσμηση και τα Pattern Burnished δείχνουν ότι τα ευρήματα της Βοϊδοκοιλιάς και του σπηλαίου ανήκουν στο πρώιμο τμήμα της Τελικής Νεολιθικής.
ΑΔ. ΣΑΜΨΩΝ
Τριφυλιακή Εστία, Τόμος Ζ΄ (Σελ. 10- 12), Τεύχος 37- 38, Γενάρης- Μάρτης 1981.