Το Μουσείο του οχυρού συγκροτήματος των Τρουπάκηδων – Μούρτζινων στην Παλιά Καρδαμύλη του Δήμου Δυτικής Μάνης, αποτελεί το πρώτο μουσείο – ενημερωτικό σταθμό που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του έργου «Δίκτυο Μουσείων Μάνης» (Γ” Κ.Π.Σ.).
Οι Τρουπάκηδες – Μούρτζινοι, ένα από τα ισχυρότερα γένη της Μάνης, εντοπίζονται στις γραπτές πηγές από το 17ο αι. και διοίκησαν την καπετανία της Ανδρούβιστας για περισσότερα από 200 χρόνια. Οι κληρονόμοι τους, Μαρία και Ελένη Μπουκουβαλέα, παραχώρησαν το 1967 στο Ελληνικό Δημόσιο το συγκρότημα με τον όρο να γίνει Μουσείο.
Οι Τρουπάκηδες – Μούρτζινοι, ένα από τα ισχυρότερα γένη της Μάνης, εντοπίζονται στις γραπτές πηγές από το 17ο αι. και διοίκησαν την καπετανία της Ανδρούβιστας για περισσότερα από 200 χρόνια. Οι κληρονόμοι τους, Μαρία και Ελένη Μπουκουβαλέα, παραχώρησαν το 1967 στο Ελληνικό Δημόσιο το συγκρότημα με τον όρο να γίνει Μουσείο.
Το συγκρότημα αποτελείται από τρεις οχυρωματικούς περιβόλους, μέσα στους οποίους περικλείονται ο πύργος, η οχυρή κατοικία – οντάς, τα βοηθητικά κτίσματα και η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα. Εκτός από τα ίχνη μεγαλιθικής κατασκευής στη βάση των τοίχων, που μαρτυρούν μία πρωιμότερη οικοδομική φάση, ο βασικός πυρήνας του συγκροτήματος οικοδομήθηκε σε διαφορετικές φάσεις από τα τέλη του 17ου έως το 19ο αι.
Η μόνιμη έκθεση του Μουσείου στεγάζεται στην τριώροφη οχυρή κατοικία – οντά. Η έκθεση περιλαμβάνει κυρίως εποπτικό υλικό (χάρτες, γκραβούρες, σχέδια, φωτογραφίες, μακέτες) που συνοδεύεται από γενικά πληροφοριακά κείμενα στα ελληνικά και αγγλικά, σύντομες κειμενολεζάντες, χωρία εποχής, χρονολόγιο, καθώς και από μικρό αριθμό εκθεμάτων – πραγματικών αντικειμένων. Στόχος της είναι να εισάγει τον επισκέπτη της Μάνης στις κοινωνικές δομές της περιοχής και την επίδρασή τους στην ιδιαίτερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του τόπου από τους υστερορωμαϊκούς – πρώιμους βυζαντινούς ως τους νεώτερους χρόνους. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη φυσιογνωμία των οικισμών κατά τους μεταβυζαντινούς χρόνους η οποία καθορίζει μέχρι σήμερα τη φυσιογνωμία του μανιάτικου τοπίου. Από αυτήν την περίοδο σώζονται τα περισσότερα δείγματα αρχιτεκτονικής, που συνδέονται με την ιστορία του τόπου και την κοινωνική οργάνωση των Μανιατών, όπως το συγκρότημα των Τρουπάκηδων – Μούρτζινων.
Η μόνιμη έκθεση του Μουσείου στεγάζεται στην τριώροφη οχυρή κατοικία – οντά. Η έκθεση περιλαμβάνει κυρίως εποπτικό υλικό (χάρτες, γκραβούρες, σχέδια, φωτογραφίες, μακέτες) που συνοδεύεται από γενικά πληροφοριακά κείμενα στα ελληνικά και αγγλικά, σύντομες κειμενολεζάντες, χωρία εποχής, χρονολόγιο, καθώς και από μικρό αριθμό εκθεμάτων – πραγματικών αντικειμένων. Στόχος της είναι να εισάγει τον επισκέπτη της Μάνης στις κοινωνικές δομές της περιοχής και την επίδρασή τους στην ιδιαίτερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του τόπου από τους υστερορωμαϊκούς – πρώιμους βυζαντινούς ως τους νεώτερους χρόνους. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη φυσιογνωμία των οικισμών κατά τους μεταβυζαντινούς χρόνους η οποία καθορίζει μέχρι σήμερα τη φυσιογνωμία του μανιάτικου τοπίου. Από αυτήν την περίοδο σώζονται τα περισσότερα δείγματα αρχιτεκτονικής, που συνδέονται με την ιστορία του τόπου και την κοινωνική οργάνωση των Μανιατών, όπως το συγκρότημα των Τρουπάκηδων – Μούρτζινων.
Η έκθεση είναι διαρθρωμένη σε τρεις ενότητες που παρουσιάζονται στα τρία επίπεδα του πυργόσπιτου. Στο ισόγειο παρουσίαζεται εποπτικό υλικό που αφορά το οχυρό συγκρότημα: την ιστορία του, τις οικοδομικές φάσεις του, τις λειτουργίες των χώρων του, την ένταξή του στον παλιό οικισμό της Καρδαμύλης, τις εργασίες αποκατάστασης. Επίσης δίνονται πληροφορίες για την οικογένεια των Μούρτζινων.
Στον πρώτο όροφο παρουσιάζεται η οργάνωση και η φυσιογνωμία των μανιάτικων οικισμών και η εξέλιξή τους στο χρόνο από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και τα μεγαλιθικά κτίσματα μέχρι τους νεώτερους χρόνους και τις μετεπαναστατικές νεοκλασικού ύφους οικίες. Ταυτόχρονα δίδεται το ιστορικό – διοικητικό πλαίσιο της κάθε περιόδου. Επίσης παρουσιάζονται στοιχεία του ζωτικού χώρου των οικισμών (αλώνια, πεζούλες, μύλοι, στέρνες, αλυκές) και περιορισμένα εκθέματα (παλιές μανιάτικες κεραμίδες, παραδοσιακός χερόμυλος), που σχετίζονται με τις οικονομικές και επαγγελματικές δραστηριότητες των Μανιατών και τις διαδικασίες παραγωγής.
Στον πρώτο όροφο παρουσιάζεται η οργάνωση και η φυσιογνωμία των μανιάτικων οικισμών και η εξέλιξή τους στο χρόνο από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και τα μεγαλιθικά κτίσματα μέχρι τους νεώτερους χρόνους και τις μετεπαναστατικές νεοκλασικού ύφους οικίες. Ταυτόχρονα δίδεται το ιστορικό – διοικητικό πλαίσιο της κάθε περιόδου. Επίσης παρουσιάζονται στοιχεία του ζωτικού χώρου των οικισμών (αλώνια, πεζούλες, μύλοι, στέρνες, αλυκές) και περιορισμένα εκθέματα (παλιές μανιάτικες κεραμίδες, παραδοσιακός χερόμυλος), που σχετίζονται με τις οικονομικές και επαγγελματικές δραστηριότητες των Μανιατών και τις διαδικασίες παραγωγής.
Στο δεύτερο όροφο δίνονται στοιχεία για την κοινωνική δομή των Μανιατών, δηλαδή την ιδιότυπη και αυστηρή οργάνωσή τους σε γένη, τον τρόπο που αυτή επέδρασε στο οικιστικό τους περιβάλλον και τις επιμέρους τοπικές διαφορές ανάμεσα σε Βορρά και Νότο. Επίσης παρέχονται πληροφορίες για ειδικούς τύπους αρχιτεκτονημάτων (πύργοι, πυργόσπιτα, οχυρά συγκροτήματα κ.α.), αλλά και για τους δίαυλους επικοινωνίας στην κλειστή αυτή κοινωνία (τα καλντερίμια, τα λιμάνια, τις βάρδιες, τους ναούς, τις κρήνες, τις ρούγες). Τέλος, παρουσιάζονται περιορισμένα εκθέματα (έγγραφο, παλαίτυπο, λιθανάγλυφο), που συνδέονται με τους ισχυρούς καπετάνιους της περιοχής.
Εκτός από την έκθεση στον οντά, το ίδιο το συγκρότημα λειτουργεί ως έκθεμα με την ανάδειξη των χώρων του και της ιδιαίτερης λειτουργίας τους (πύργος, σιδηρουργείο, στέρνα, λαχανόκηπος, ελαιοτριβείο, οικογενειακός ναός). Η ιδιαίτερη σημασία του Μουσείου ως συνόλου έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί ένα συνδυασμό αμυντικής κατασκευής, αρχοντικής κατοικίας και παραγωγικής μονάδας.
Εκτός από την έκθεση στον οντά, το ίδιο το συγκρότημα λειτουργεί ως έκθεμα με την ανάδειξη των χώρων του και της ιδιαίτερης λειτουργίας τους (πύργος, σιδηρουργείο, στέρνα, λαχανόκηπος, ελαιοτριβείο, οικογενειακός ναός). Η ιδιαίτερη σημασία του Μουσείου ως συνόλου έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί ένα συνδυασμό αμυντικής κατασκευής, αρχοντικής κατοικίας και παραγωγικής μονάδας.