Με πιθανή αφετηρία τον όρμο της Βοϊδοκοιλιάς στην Πύλο ή κάποια άλλη Νεολιθική θέση του Μεσσηνιακού κόλπου, μια ομάδα νεολιθικών ναυτικών που παρέπλεε τη λακωνική ακτογραμμή του Μεσσηνιακού κόλπου, στο δρόμο του οψιανού από ή προς τη Μήλο, προσορμίστηκε στον Διρό, όπου ανακάλυψε το πολύτιμο πόσιμο νερό, και σταδιακά οργανώθηκε στο μικρό κόλπο ναυτικός εμπορικός σταθμός.
Με ψηλές κατακόρυφες, απρόσιτες βραχώδεις απολήξεις στις πλευρές του και με δύο μικρές φιλόξενες παραλίες στο μυχό του, ο βαθύς απάνεμος κόλπος του Διρού, ανοιχτός προς τη Δύση, οδηγεί στο σπήλαιο Αλεπότρυπα, όπου διασώθηκαν και αποκαλύπτονται πλούσια κατάλοιπα από την εγκατάσταση εκεί μιας πολυάνθρωπης νεολιθικής κοινότητας που ευημερούσε κατά τη διάρκεια της Νεότερης Νεολιθικής και της Τελικής Νεολιθικής, -5300 έως -3200.
Στο μυχό του κόλπου δεσπόζει ένα επίμηκες επικλινές έξαρμα του εδάφους, που εισχωρεί στη θάλασσα με απότομες βραχώδεις πλευρές, χωρίζοντας στα δύο την παραλία, στην οποία καταλήγουν δύο οφιοειδείς χείμαρροι διασχίζοντας παχύ στρώμα αποθέσεων ερυθρογής του Τεταρτογενούς (Terra Rossa).
Το σπήλαιο Αλεπότρυπα κατοικείται τουλάχιστον από την αρχή της Νεότερης Νεολιθικής, -5300, όπως προκύπτει από τα ανασκαφικά δεδομένα και τις ραδιοχρονολογήσεις των στρωματολογικών επιχώσεων.
Αντίθετα από ότι συμβαίνει στους γνώριμους καμπίσιους νεολιθικούς οικισμούς της Θεσσαλικής και της μακεδονικής ενδοχώρας, στον Διρό δεν υπάρχουν πεδιάδες με πλούσια βλάστηση, ούτε απέραντες εκτάσεις εύφορης καλλιεργήσιμης γης ή ποτάμια και πηγές με άφθονο νερό. Εδώ, οι απόκρημνες βραχώδεις ακτές, τα επικλινή μικρά πετρώδη επίπεδα, οι χείμαρροι και οι βαθιές αυλακώσεις που τέμνουν τη γη, τα ψηλά γυμνά βουνά και οι χαμηλές λεπτόκορμες ελιές συνθέτουν τη σκληρή φύση της Μάνης, που δεν θα πρέπει να ήταν και πολύ διαφορετική στο μακρινό νεολιθικό παρελθόν της.
Ο βαθύς απάνεμος κόλπος με τις αμμώδεις παραλίες στο μυχό του, η θέση του σε καίριο σημείο της ναυσιπλοΐας στο νότιο παράπλου της Πελοποννήσου, η ύπαρξη άφθονου πόσιμου νερού μέσα στη σπηλιά, που η είσοδός της είναι πολύ κοντά στην παραλία, καθώς και το μέγεθος και η οριζόντια σχεδόν διάταξη των μεγάλων χώρων της, δημιουργούν τη δυναμική του γεωφυσικού παράγοντα που οδήγησε τους πρώτους ναυτικούς εποίκους στην επιλογή της θέσης για εγκατάσταση και παραμονή τουλάχιστον για 2.000 χρόνια.
Η πυκνή νεολιθική κατοίκηση σε πολλές θέσεις στην παραθαλάσσια ζώνη γύρω από τον κόλπο της Πύλου κατά τη Νεότερη Νεολιθική περίοδο (σπήλαιο Νέστορος, Βοϊδοκοιλιά, Προφήτης Ηλίας, Κουκουνάρα κ.τ.λ.) οδηγεί στη σκέψη ότι ο κόλπος της Πύλου είναι η πιθανότερη αφετηρία του στολίσκου των νεολιθικών ναυτικών που εντόπισαν τον Διρό, χωρίς φυσικά να αποκλείεται το ξεκίνημα να έγινε από νεολιθική θέση του Μεσσηνιακού κόλπου.
Με πιθανή, επομένως αφετηρία τον όρμο της Βοϊδοκοιλιάς στην Πύλο, μια ομάδα νεολιθικών ναυτικών που παρέπλεε τη λακωνική ακτογραμμή του Μεσσηνιακού κόλπου, στο δρόμο του οψιανού από ή προς τη Μήλο, για λόγους που δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε - ίσως κακοκαιρία - προσορμίστηκε στον Διρό, όπου ανακάλυψε το πολύτιμο πόσιμο νερό, και σταδιακά οργανώθηκε στο μικρό κόλπο ναυτικός εμπορικός σταθμός.
Η Αλεπότρυπα, με αερισμό και σταθερή θερμοκρασία 18 βαθμούς Κελσίου είναι μεγάλο επίμηκες σπήλαιο στον άξονα Ανατολή-Δύση. Το σπήλαιο έχει ευρύχωρες επίπεδες αίθουσες που διαδέχονται η μία την άλλη, με ελάχιστη υψομετρική διαφορά μεταξύ τους, πράγμα που διευκολύνει τις μετακινήσεις των αγαθών και εξασφαλίζει τη σχετικά απρόσκοπτη επικοινωνία των μελών της κοινότητας.
Τα φυσικά αυτά χαρακτηριστικά του Διρού τον καθιστούν μία από τις πιο ευνοημένες και ιδανικές τοποθεσίες, όπου βρήκαν πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης η ναυσιπλοΐα και το εμπόριο, η ανώτερη δηλαδή βαθμίδα παραγωγικών σχέσεων της οικονομίας πέρα από τη γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή.
Η σημερινή είσοδος του σπηλαίου βρίσκεται σε απόσταση 50μ. από την ακτή και σε επίπεδο 16μ. ψηλότερα από τη στάθμη της θάλασσας. Το σπήλαιο. με πολυδαίδαλους διαδρόμους και πολλά μικρά και μεγάλα διαμερίσματα, έχει μήκος 280μ. Στο βάθος της μεγαλύτερης αίθουσας (μέγ. μήκος 100μ., μέγ. πλάτος 60μ. και μέγ. ύφος 40μ.), βρίσκεται η λίμνη με το καθαρό πόσιμο νερό (μέγ. βάθος 14μ).
Το σπήλαιο εντοπίστηκε το 1958 από το ζεύγος των σπηλαιολόγων Γιάννη και Άννα Πετροχείλου. Η αρχαιολογική αξία του σπηλαίου έγινε αντιληπτή από την αρχή. Ένα πρόγραμμα όμως εργασιών επέμβασης για την τουριστική εκμετάλλευσή του, που πραγματοποιήθηκε στη δεκαετία του '60 με την κατασκευή τσιμεντένιων δαπέδων και διαδρόμων, τσιμεντένιων και σιδερένιων κλιμάκων και με εκβραχισμούς και εκσκαφές για τη διευθέτηση του χώρου και την τοποθέτηση ηλεκτρολογικής εγκατάστασης, είχε δυστυχώς ως αποτέλεσμα την καταστροφή και απώλεια σε μεγάλη έκταση σημαντικών ανθρωπογενών επιχώσεων μεγάλου πάχους.
Η αρχαιολογική ανασκαφική έρευνα στην Αλεπότρυπα άρχισε το καλοκαίρι του 1970.
Το εσωτερικό του σπηλαίου, παρά τις καταστροφές και τις εκτεταμένες αποχωματώσεις, διατηρεί μεγάλου πάχους ανθρωπογενείς επιχώσεις, οι οποίες καλύπτονται ως επί το πλείστον από στρώμα διάχυτου σταλαγμιτικού υλικού και σταλαγμίτες.
Η εικόνα του σπηλαίου συμπληρώνεται με τους όγκους και τα συντρίμματα των βράχων που κατακρημνίστηκαν σε μεγάλη έκταση από τις οροφές και τα πλευρικά τοιχώματα, πράγμα που οφείλεται σε σεισμική δόνηση τρομακτικής έντασης. Το γεωλογικό αυτό φαινόμενο, που τοποθετείται στο τέλος της Τελικής Νεολιθικής (-3200), έφραξε και την είσοδο του σπηλαίου και έτσι, όσοι κάτοικοι επέζησαν, πέθαναν λίγο αργότερα από πείνα. Ήταν η ύστατη στιγμή της ζωής στο σπήλαιο. Μόνον έτσι είναι δυνατό να ερμηνευθεί και η εικόνα την οποία παρουσίασε το σπήλαιο, όταν μπήκαν για πρώτη φορά από την "αλεπότρυπα" οι σπηλαιολόγοι και αντίκρισαν στο δάπεδο των επιχώσεων τους διάσπαρτους σκελετούς των άταφων νεκρών. Μετά την καταστροφή του το σπήλαιο δεν χρησιμοποιήθηκε πάλι.
Οι δραστηριότητες της νεολιθικής κοινότητας του Διρού πραγματοποιούνταν σε τρεις χώρους:
1. Στη χερσαία, γύρω από τον κόλπο αμφιθεατρική περιοχή, όπου αναπτύσσονται οι γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες, και στο γύρω από αυτή ευρύτερο χώρο, όπου οι Νεολιθικοί θηρεύουν. Μετά την εγκατάσταση των πρώτων εποίκων στον Διρό το γεωγραφικό ανάγλυφό της γύρω από την Αλεπότρυπα περιοχής διαμορφώνει σταδιακά και την εικόνα της χωροταξικής οργάνωσης του νεολιθικού Διρού.
Κύρια γνωρίσματα του τοπίου είναι τα περιορισμένης έκτασης χωράφια που τα συγκρατούν πεζούλες και ανάμεσά τους οι στάνες και οι διάσπαρτες, μεμονωμένες και σε συστάδες καλύβες των αγροτών και των κτηνοτροφών, σε μια έκταση 1.000 περίπου στρεμμάτων γύρω από τον κόλπο, αν κρίνει κανείς από την παρουσία στην επιφάνεια χαρακτηριστικών οστράκων και λεπίδων οψιανού που μαρτυρούν τη χρήση του χώρου, ο οποίος όμως μέχρι στιγμής μόνον επιφανειακά έχει ερευνηθεί.
Το πλήθος των οστών- υπολειμμάτων τροφής από αιγοπρόβατα και βοοειδή, που βρέθηκαν διάσπαρτα σε όλα τα στρώματα των ανθρωπογενών επιχώσεων της σπηλιάς, μας πληροφορούν για την εκτεταμένη άσκηση κτηνοτροφίας στην περιοχή. Παράλληλα, οστά από ελάφια και αγριόχοιρους, και αυτά υπολείμματα τροφών, καθώς και αιχμές δοράτων και βελών από οψιανό και πυριτόλιθο που βρέθηκαν στην Αλεπότρυπα, βεβαιώνουν ότι ο πληθυσμός ασχολείται δραστήρια και με το κυνήγι άγριων ζώων.
2. Ο άλλος χώρος δραστηριότητας του νεολιθικού ανθρώπου είναι ο κόλπος του Διρού.
Ο σημαντικός αριθμός σπονδύλων από μικρά και μεγάλα ψάρια, που βρέθηκαν στις ανθρωπογενείς επιχώσεις της Αλεπότρυπας, αποδεικνύει την αλιευτική δεινότητα των ψαράδων της νεολιθικής κοινότητας και, παράλληλα, το πλήθος των πεταλίδων που μάζευαν από τα βράχια του κόλπου και βρέθηκαν στις επιχώσεις φανερώνει ότι ο πληθυσμός εκτός από τα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα κατανάλωνε και σημαντικές ποσότητες αλιευμάτων.
Ο απάνεμος κόλπος του Διρού έπαιζε σημαντικό και αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη του θαλάσσιου εμπορίου, των ανταλλαγών και της επικοινωνίας με τα άλλα παράκτια κέντρα, με τα οποία ο νεολιθικός άνθρωπος ερχόταν σε επαφή.
Τη φυσιογνωμία του θαλάσσιου και χερσαίου νεολιθικού τοπίου του Διρού πρέπει να συμπλήρωναν τα αραγμένα στη θάλασσα και τα τραβηγμένα στην αμμουδιά μικρά και μεγάλα σκάφη των ψαράδων και των ναυτικών στη θέση «Πορταράκια», ακριβώς κάτω από την είσοδο της σπηλιάς. Η παραλία αυτή αποτελούσε το σημείο αποχαιρετισμού και φυσικά υποδοχής των ναυτικών που έλειπαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα ταξιδεύοντας, το σημείο ναυπήγησης των σκαφών και το σημείο συνάντησης και επαφής των συναλλασσομένων. Τέτοια εικόνα θα πρέπει να έδιναν όλοι οι παράκτιοι νεολιθικοί οικισμοί της παραθαλάσσιας ζώνης. Η παραλία στα «Πορταράκια» ήταν η φυσική προκυμαία, ο ταρσανάς, το εμπορικό λιμάνι, «η νεολιθική αγορά» του Διρού.
3. Ο τρίτος χώρος, αιτία της δημιουργίας των δύο προηγούμενων, ήταν το ίδιο το σπήλαιο, η Αλεπότρυπα.
Το ευρήματα των ανασκαφών μαρτυρούν ότι το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία, αποθήκη αγαθών, εργαστήριο οικοτεχνικής δραστηριότητας, νεκροταφείο και τόπος λατρείας.
Η χωροοργόνωση στην Αλεπότρυπα προσαρμόστηκε σταδιακά στη φυσική διάταξη των αιθουσών σε συνάρτηση με τις ανάγκες του καθημερινού βίου.
Στις πολλές μικρές και μεγαλύτερες φυσικές κόγχες που βρίσκονται η μία δίπλα στην άλλη και από τις δύο πλευρές του κεντρικού διαδρόμου του σπηλαίου που οδηγεί στην Αίθουσα των Λιμνών, επικεντρώνονται όλες σχεδόν οι οικοτεχνικές δραστηριότητες των ενοίκων της σπηλιάς.
Ο μεγάλος αριθμός λίθινων και οστέινων εργαλείων. όπως και άλλα σχετικά ευρήματα που εντοπίστηκαν σε όλα τα στρώματα στο εσωτερικό της Αλεπότρυπας, βεβαιώνουν για τη συστηματική άσκηση μιας σειράς εργασιών και δραστηριοτήτων του καθημερινού βίου, όπως της υφαντικής, της κεντητικής, της κοσμητικής, της καλαθοπλεκτικής, της κατασκευής λίθινων όπλων και εργαλείων και της μεταλλοτεχνίας, δραστηριότητες της χειροτεχνικής εξειδίκευσης που θα μπορούσαν να γίνονται και στον εκτός της σπηλιάς χώρο, στο φως της ημέρας, όπου αποκλειστικά εργάζονταν οι αγγειοπλάστες και αγγειογράφοι του Διρού.
Το κύτταρο της νεολιθικής κοινωνίας, η οικογένεια, επέλεξε ως ενδιαίτημά της, τις μικρές πλευρικές κόγχες, τους «κευθμούς» του σπηλαίου για παραμονή, απομόνωση και προστασία.
Εδώ ο νεολιθικός άνθρωπος κάλυπτε το χωμάτινο ή λιθόστρωτο δάπεδο με ψάθες και δέρματα για τον ύπνο του έχοντας κοντά του αγγεία με τροφές και νερό, θα μπορούσε να διατυπωθεί η άποψη ότι στα ενδιαιτήματα αυτά αναγνωρίζουμε αποκλειστικότητα χρήσης, ένα είδος ιδιοκτησίας για όση περίοδο χρησιμοποιούνται από την ίδια οικογένεια, σε αντίθεση με τους μεγάλους, βαθείς, ευρύστομους, πηλεπένδυτους και λιθοπερίκλειστους λάκκους- αποθηκευτικούς βόθρους, τις μεγάλες κυκλοτερείς, επίσης λιθοπερίκλειστες, εστίες και τους τρεις μικρούς ιπνούς, που πρέπει να ήταν κατασκευές για κοινή χρήση. Πλευρικές κόγχες της σπηλιάς επελέγησαν επίσης για καύση νεκρών και για δευτερογενείς ταφές.
Από την πρώτη εξέταση μέρους του ανθρώπινου οστεολογικού υλικού της Αλεπότρυπας (Οστεοφυλάκιο II του τέλους της ΝΝ περιόδου), προκύπτει ότι για μια τόσο μακρόβια παραμονή του ανθρώπου στο σπήλαιο, για 2.000 χρόνια τουλάχιστον, το σπηλαιο- περιβάλλον θα επηρέασε τη φυσική κατάσταση του οργανισμού των κατοίκων του. Βεβαιώνεται μια σειρά από παθολογικά συμπτώματα, όπως αναιμία, αρθρίτιδα, ελονοσία, καθώς και τερηδόνα και υποπλασία των δοντιών. Επίσης διαπιστώνεται μεγάλη παιδική θνησιμότητα, μικρό μέσο ύψος του ανθρώπου και χαμηλός μέσος όρος ζωής, που δεν ξεπερνάει τα 35 χρόνια.
Οι διαπιστώσεις αυτές δηλώνουν τις δυσμενείς για τον ανθρώπινο οργανισμό συνθήκες διαβίωσης μέσα στη σπηλιά καθώς και την περιορισμένη χρήση ορισμένων ειδών διατροφής.
Από το είδος και το πλήθος των ευρημάτων προκύπτει ότι στον Διρό ήδη από τα μέσα της ΝΝ και κατά τη διάρκεια της ΤΝ έχει διαμορφωθεί μια οικονομικά και πολιτικά ισχυρή κοινωνική τάξη.
Είναι οι ναυτικοί που ναυπηγούν και κατέχουν τα πλοία και οι οποίοι ταξιδεύοντας και στα ανοικτά πελάγη, πραγματοποιούν και πρέπει να ελέγχουν τις θαλάσσιες μεταφορές και κυρίως το εμπόριο του οψιανού της Μήλου στη νότια Πελοπόννησο. Η τάξη των ναυτικών, επομένως, ελέγχει σε μεγάλο βαθμό και τη γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή του Διρού, αφού εμπορεύεται τα προϊόντα της, ασκώντας παράλληλα και διοικητικές εξουσίες ασφαλώς σε ιεραρχική οργάνωση της τοπικής κοινωνίας.
Η προνομιούχος αυτή τάξη των ναυτικών του Διρού πρέπει να δεχθούμε ότι είχε στην κυριότητά της τα εκατοντάδες μεγάλα στολισμένα με ανάγλυφες διακοσμήσεις αποθηκευτικά πιθάρια, όπως και το πλήθος των μεγάλων σφαιρικών τετράωτων αμφορέων για τη φύλαξη, τη χρήση και μεταφορά υγρών και συντηρημένων τροφών, θα πρέπει να δεχθούμε ακόμη ότι άτομα αυτής της τάξης της κοινότητας ήταν κάτοχοι των πανάκριβων για την εποχή, μη χρηστικών, γραπτών αγγείων της Αλεπότρυπας τα οποία πρόσφεραν σε μεγάλες ποσότητες σε τιμώμενους προσφιλείς νεκρούς.
Σε άτομα της ίδιας τάξης ανήκαν προφανώς και τα αργυρά κοσμήματα, τα βραχιόλια από όστρεο Spondylus gaederopus και το «σκήπτρο» από το ίδιο όστρεο, δείγματα όλα πλούτου και κοινωνικού γοήτρου, ασφαλή τεκμήρια συγχρόνως ναυτικών εμπορικών ανταλλαγών.
Τα άριστης κατασκευής εργαλεία και όπλα από οψιανό, από λίθο και κόκαλο, αλλά και από χαλκό, η εξαίρετη ακόσμητη, ανάγλυφη και γραπτή κεραμική, τα χαρακτηριστικά σύνεργα υφαντικής, οι οστέινες βελόνες και τα πήλινα σφοντύλια, τα λεπτοκαμωμένα, οστέινα λίθινα αλλά και από άργυρο κοσμήματα, τα κομψά πήλινα και μαρμάρινα ειδώλια, αλλά και το άφθονο σκελετικό υλικό των θηραμάτων, των βοδιών, των αιγοπροβάτων και των ψαριών καθώς και των μαλακίων, μαζί με τις πυρές, τις εστίες, τους ιπνούς, τους λάκκους-βόθρους αποθήκευσης τροφίμων, αλλά και τις διάφορες λιθόκτιστες κατασκευές δηλώνουν τον πλούτο, την έκταση, την πυκνότητα, τη ζωντάνια και το υψηλό επίπεδο ζωής της νεολιθικής κοινότητας του Διρού. Όλα αυτά καθιστούν την Αλεπότρυπα μοναδικού επιστημονικού ενδιαφέροντος και σπουδαιότητας αρχαιολογικό χώρο του Νεολιθικού κόσμου.
Τα ευρήματα της Αλεπότρυπας εκτίθενται στο Νεολιθικό Μουσείο του Διρού, παραπλεύρως της εισόδου του σπηλαίου, όπου ο επισκέπτης αποκτά μια ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής του Νεολιθικού ανθρώπου.
Του Δρ. Γιώργου Α. Παπαθανασόπουλου, Επίτιμου Εφόρου Αρχαιοτήτων
Τα άριστης κατασκευής εργαλεία και όπλα από οψιανό, από λίθο και κόκαλο, αλλά και από χαλκό, η εξαίρετη ακόσμητη, ανάγλυφη και γραπτή κεραμική, τα χαρακτηριστικά σύνεργα υφαντικής, οι οστέινες βελόνες και τα πήλινα σφοντύλια, τα λεπτοκαμωμένα, οστέινα λίθινα αλλά και από άργυρο κοσμήματα, τα κομψά πήλινα και μαρμάρινα ειδώλια, αλλά και το άφθονο σκελετικό υλικό των θηραμάτων, των βοδιών, των αιγοπροβάτων και των ψαριών καθώς και των μαλακίων, μαζί με τις πυρές, τις εστίες, τους ιπνούς, τους λάκκους-βόθρους αποθήκευσης τροφίμων, αλλά και τις διάφορες λιθόκτιστες κατασκευές δηλώνουν τον πλούτο, την έκταση, την πυκνότητα, τη ζωντάνια και το υψηλό επίπεδο ζωής της νεολιθικής κοινότητας του Διρού. Όλα αυτά καθιστούν την Αλεπότρυπα μοναδικού επιστημονικού ενδιαφέροντος και σπουδαιότητας αρχαιολογικό χώρο του Νεολιθικού κόσμου.
Στο μυχό του κόλπου δεσπόζει ένα επίμηκες επικλινές έξαρμα του εδάφους, που εισχωρεί στη θάλασσα με απότομες βραχώδεις πλευρές, χωρίζοντας στα δύο την παραλία, στην οποία καταλήγουν δύο οφιοειδείς χείμαρροι διασχίζοντας παχύ στρώμα αποθέσεων ερυθρογής του Τεταρτογενούς (Terra Rossa).
Το σπήλαιο Αλεπότρυπα κατοικείται τουλάχιστον από την αρχή της Νεότερης Νεολιθικής, -5300, όπως προκύπτει από τα ανασκαφικά δεδομένα και τις ραδιοχρονολογήσεις των στρωματολογικών επιχώσεων.
Γενική άποψη του σπηλαίου της Αλεπότρυπας |
Αντίθετα από ότι συμβαίνει στους γνώριμους καμπίσιους νεολιθικούς οικισμούς της Θεσσαλικής και της μακεδονικής ενδοχώρας, στον Διρό δεν υπάρχουν πεδιάδες με πλούσια βλάστηση, ούτε απέραντες εκτάσεις εύφορης καλλιεργήσιμης γης ή ποτάμια και πηγές με άφθονο νερό. Εδώ, οι απόκρημνες βραχώδεις ακτές, τα επικλινή μικρά πετρώδη επίπεδα, οι χείμαρροι και οι βαθιές αυλακώσεις που τέμνουν τη γη, τα ψηλά γυμνά βουνά και οι χαμηλές λεπτόκορμες ελιές συνθέτουν τη σκληρή φύση της Μάνης, που δεν θα πρέπει να ήταν και πολύ διαφορετική στο μακρινό νεολιθικό παρελθόν της.
Ο βαθύς απάνεμος κόλπος με τις αμμώδεις παραλίες στο μυχό του, η θέση του σε καίριο σημείο της ναυσιπλοΐας στο νότιο παράπλου της Πελοποννήσου, η ύπαρξη άφθονου πόσιμου νερού μέσα στη σπηλιά, που η είσοδός της είναι πολύ κοντά στην παραλία, καθώς και το μέγεθος και η οριζόντια σχεδόν διάταξη των μεγάλων χώρων της, δημιουργούν τη δυναμική του γεωφυσικού παράγοντα που οδήγησε τους πρώτους ναυτικούς εποίκους στην επιλογή της θέσης για εγκατάσταση και παραμονή τουλάχιστον για 2.000 χρόνια.
Η πυκνή νεολιθική κατοίκηση σε πολλές θέσεις στην παραθαλάσσια ζώνη γύρω από τον κόλπο της Πύλου κατά τη Νεότερη Νεολιθική περίοδο (σπήλαιο Νέστορος, Βοϊδοκοιλιά, Προφήτης Ηλίας, Κουκουνάρα κ.τ.λ.) οδηγεί στη σκέψη ότι ο κόλπος της Πύλου είναι η πιθανότερη αφετηρία του στολίσκου των νεολιθικών ναυτικών που εντόπισαν τον Διρό, χωρίς φυσικά να αποκλείεται το ξεκίνημα να έγινε από νεολιθική θέση του Μεσσηνιακού κόλπου.
Με πιθανή, επομένως αφετηρία τον όρμο της Βοϊδοκοιλιάς στην Πύλο, μια ομάδα νεολιθικών ναυτικών που παρέπλεε τη λακωνική ακτογραμμή του Μεσσηνιακού κόλπου, στο δρόμο του οψιανού από ή προς τη Μήλο, για λόγους που δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε - ίσως κακοκαιρία - προσορμίστηκε στον Διρό, όπου ανακάλυψε το πολύτιμο πόσιμο νερό, και σταδιακά οργανώθηκε στο μικρό κόλπο ναυτικός εμπορικός σταθμός.
Η Αλεπότρυπα, με αερισμό και σταθερή θερμοκρασία 18 βαθμούς Κελσίου είναι μεγάλο επίμηκες σπήλαιο στον άξονα Ανατολή-Δύση. Το σπήλαιο έχει ευρύχωρες επίπεδες αίθουσες που διαδέχονται η μία την άλλη, με ελάχιστη υψομετρική διαφορά μεταξύ τους, πράγμα που διευκολύνει τις μετακινήσεις των αγαθών και εξασφαλίζει τη σχετικά απρόσκοπτη επικοινωνία των μελών της κοινότητας.
Τα φυσικά αυτά χαρακτηριστικά του Διρού τον καθιστούν μία από τις πιο ευνοημένες και ιδανικές τοποθεσίες, όπου βρήκαν πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης η ναυσιπλοΐα και το εμπόριο, η ανώτερη δηλαδή βαθμίδα παραγωγικών σχέσεων της οικονομίας πέρα από τη γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή.
Η σημερινή είσοδος του σπηλαίου βρίσκεται σε απόσταση 50μ. από την ακτή και σε επίπεδο 16μ. ψηλότερα από τη στάθμη της θάλασσας. Το σπήλαιο. με πολυδαίδαλους διαδρόμους και πολλά μικρά και μεγάλα διαμερίσματα, έχει μήκος 280μ. Στο βάθος της μεγαλύτερης αίθουσας (μέγ. μήκος 100μ., μέγ. πλάτος 60μ. και μέγ. ύφος 40μ.), βρίσκεται η λίμνη με το καθαρό πόσιμο νερό (μέγ. βάθος 14μ).
Το σπήλαιο εντοπίστηκε το 1958 από το ζεύγος των σπηλαιολόγων Γιάννη και Άννα Πετροχείλου. Η αρχαιολογική αξία του σπηλαίου έγινε αντιληπτή από την αρχή. Ένα πρόγραμμα όμως εργασιών επέμβασης για την τουριστική εκμετάλλευσή του, που πραγματοποιήθηκε στη δεκαετία του '60 με την κατασκευή τσιμεντένιων δαπέδων και διαδρόμων, τσιμεντένιων και σιδερένιων κλιμάκων και με εκβραχισμούς και εκσκαφές για τη διευθέτηση του χώρου και την τοποθέτηση ηλεκτρολογικής εγκατάστασης, είχε δυστυχώς ως αποτέλεσμα την καταστροφή και απώλεια σε μεγάλη έκταση σημαντικών ανθρωπογενών επιχώσεων μεγάλου πάχους.
Η αρχαιολογική ανασκαφική έρευνα στην Αλεπότρυπα άρχισε το καλοκαίρι του 1970.
Το εσωτερικό του σπηλαίου, παρά τις καταστροφές και τις εκτεταμένες αποχωματώσεις, διατηρεί μεγάλου πάχους ανθρωπογενείς επιχώσεις, οι οποίες καλύπτονται ως επί το πλείστον από στρώμα διάχυτου σταλαγμιτικού υλικού και σταλαγμίτες.
Η εικόνα του σπηλαίου συμπληρώνεται με τους όγκους και τα συντρίμματα των βράχων που κατακρημνίστηκαν σε μεγάλη έκταση από τις οροφές και τα πλευρικά τοιχώματα, πράγμα που οφείλεται σε σεισμική δόνηση τρομακτικής έντασης. Το γεωλογικό αυτό φαινόμενο, που τοποθετείται στο τέλος της Τελικής Νεολιθικής (-3200), έφραξε και την είσοδο του σπηλαίου και έτσι, όσοι κάτοικοι επέζησαν, πέθαναν λίγο αργότερα από πείνα. Ήταν η ύστατη στιγμή της ζωής στο σπήλαιο. Μόνον έτσι είναι δυνατό να ερμηνευθεί και η εικόνα την οποία παρουσίασε το σπήλαιο, όταν μπήκαν για πρώτη φορά από την "αλεπότρυπα" οι σπηλαιολόγοι και αντίκρισαν στο δάπεδο των επιχώσεων τους διάσπαρτους σκελετούς των άταφων νεκρών. Μετά την καταστροφή του το σπήλαιο δεν χρησιμοποιήθηκε πάλι.
Οι δραστηριότητες της νεολιθικής κοινότητας του Διρού πραγματοποιούνταν σε τρεις χώρους:
1. Στη χερσαία, γύρω από τον κόλπο αμφιθεατρική περιοχή, όπου αναπτύσσονται οι γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες, και στο γύρω από αυτή ευρύτερο χώρο, όπου οι Νεολιθικοί θηρεύουν. Μετά την εγκατάσταση των πρώτων εποίκων στον Διρό το γεωγραφικό ανάγλυφό της γύρω από την Αλεπότρυπα περιοχής διαμορφώνει σταδιακά και την εικόνα της χωροταξικής οργάνωσης του νεολιθικού Διρού.
Κύρια γνωρίσματα του τοπίου είναι τα περιορισμένης έκτασης χωράφια που τα συγκρατούν πεζούλες και ανάμεσά τους οι στάνες και οι διάσπαρτες, μεμονωμένες και σε συστάδες καλύβες των αγροτών και των κτηνοτροφών, σε μια έκταση 1.000 περίπου στρεμμάτων γύρω από τον κόλπο, αν κρίνει κανείς από την παρουσία στην επιφάνεια χαρακτηριστικών οστράκων και λεπίδων οψιανού που μαρτυρούν τη χρήση του χώρου, ο οποίος όμως μέχρι στιγμής μόνον επιφανειακά έχει ερευνηθεί.
Το πλήθος των οστών- υπολειμμάτων τροφής από αιγοπρόβατα και βοοειδή, που βρέθηκαν διάσπαρτα σε όλα τα στρώματα των ανθρωπογενών επιχώσεων της σπηλιάς, μας πληροφορούν για την εκτεταμένη άσκηση κτηνοτροφίας στην περιοχή. Παράλληλα, οστά από ελάφια και αγριόχοιρους, και αυτά υπολείμματα τροφών, καθώς και αιχμές δοράτων και βελών από οψιανό και πυριτόλιθο που βρέθηκαν στην Αλεπότρυπα, βεβαιώνουν ότι ο πληθυσμός ασχολείται δραστήρια και με το κυνήγι άγριων ζώων.
Αριστερά: Σκήπτρο από spondylus gaederopus. Μέσον: Διάφορα Ειδώλια. Δεξιά: Εργαλεία και αγγεία, πολλά από τα οποία με διάκοσμο |
Ο σημαντικός αριθμός σπονδύλων από μικρά και μεγάλα ψάρια, που βρέθηκαν στις ανθρωπογενείς επιχώσεις της Αλεπότρυπας, αποδεικνύει την αλιευτική δεινότητα των ψαράδων της νεολιθικής κοινότητας και, παράλληλα, το πλήθος των πεταλίδων που μάζευαν από τα βράχια του κόλπου και βρέθηκαν στις επιχώσεις φανερώνει ότι ο πληθυσμός εκτός από τα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα κατανάλωνε και σημαντικές ποσότητες αλιευμάτων.
Ο απάνεμος κόλπος του Διρού έπαιζε σημαντικό και αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη του θαλάσσιου εμπορίου, των ανταλλαγών και της επικοινωνίας με τα άλλα παράκτια κέντρα, με τα οποία ο νεολιθικός άνθρωπος ερχόταν σε επαφή.
Τη φυσιογνωμία του θαλάσσιου και χερσαίου νεολιθικού τοπίου του Διρού πρέπει να συμπλήρωναν τα αραγμένα στη θάλασσα και τα τραβηγμένα στην αμμουδιά μικρά και μεγάλα σκάφη των ψαράδων και των ναυτικών στη θέση «Πορταράκια», ακριβώς κάτω από την είσοδο της σπηλιάς. Η παραλία αυτή αποτελούσε το σημείο αποχαιρετισμού και φυσικά υποδοχής των ναυτικών που έλειπαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα ταξιδεύοντας, το σημείο ναυπήγησης των σκαφών και το σημείο συνάντησης και επαφής των συναλλασσομένων. Τέτοια εικόνα θα πρέπει να έδιναν όλοι οι παράκτιοι νεολιθικοί οικισμοί της παραθαλάσσιας ζώνης. Η παραλία στα «Πορταράκια» ήταν η φυσική προκυμαία, ο ταρσανάς, το εμπορικό λιμάνι, «η νεολιθική αγορά» του Διρού.
Λίθινα εργαλεία και όπλα |
Το ευρήματα των ανασκαφών μαρτυρούν ότι το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία, αποθήκη αγαθών, εργαστήριο οικοτεχνικής δραστηριότητας, νεκροταφείο και τόπος λατρείας.
Η χωροοργόνωση στην Αλεπότρυπα προσαρμόστηκε σταδιακά στη φυσική διάταξη των αιθουσών σε συνάρτηση με τις ανάγκες του καθημερινού βίου.
Στις πολλές μικρές και μεγαλύτερες φυσικές κόγχες που βρίσκονται η μία δίπλα στην άλλη και από τις δύο πλευρές του κεντρικού διαδρόμου του σπηλαίου που οδηγεί στην Αίθουσα των Λιμνών, επικεντρώνονται όλες σχεδόν οι οικοτεχνικές δραστηριότητες των ενοίκων της σπηλιάς.
Ο μεγάλος αριθμός λίθινων και οστέινων εργαλείων. όπως και άλλα σχετικά ευρήματα που εντοπίστηκαν σε όλα τα στρώματα στο εσωτερικό της Αλεπότρυπας, βεβαιώνουν για τη συστηματική άσκηση μιας σειράς εργασιών και δραστηριοτήτων του καθημερινού βίου, όπως της υφαντικής, της κεντητικής, της κοσμητικής, της καλαθοπλεκτικής, της κατασκευής λίθινων όπλων και εργαλείων και της μεταλλοτεχνίας, δραστηριότητες της χειροτεχνικής εξειδίκευσης που θα μπορούσαν να γίνονται και στον εκτός της σπηλιάς χώρο, στο φως της ημέρας, όπου αποκλειστικά εργάζονταν οι αγγειοπλάστες και αγγειογράφοι του Διρού.
Διάφορα αγγεία και οστέινα εργαλεία |
Εδώ ο νεολιθικός άνθρωπος κάλυπτε το χωμάτινο ή λιθόστρωτο δάπεδο με ψάθες και δέρματα για τον ύπνο του έχοντας κοντά του αγγεία με τροφές και νερό, θα μπορούσε να διατυπωθεί η άποψη ότι στα ενδιαιτήματα αυτά αναγνωρίζουμε αποκλειστικότητα χρήσης, ένα είδος ιδιοκτησίας για όση περίοδο χρησιμοποιούνται από την ίδια οικογένεια, σε αντίθεση με τους μεγάλους, βαθείς, ευρύστομους, πηλεπένδυτους και λιθοπερίκλειστους λάκκους- αποθηκευτικούς βόθρους, τις μεγάλες κυκλοτερείς, επίσης λιθοπερίκλειστες, εστίες και τους τρεις μικρούς ιπνούς, που πρέπει να ήταν κατασκευές για κοινή χρήση. Πλευρικές κόγχες της σπηλιάς επελέγησαν επίσης για καύση νεκρών και για δευτερογενείς ταφές.
Από την πρώτη εξέταση μέρους του ανθρώπινου οστεολογικού υλικού της Αλεπότρυπας (Οστεοφυλάκιο II του τέλους της ΝΝ περιόδου), προκύπτει ότι για μια τόσο μακρόβια παραμονή του ανθρώπου στο σπήλαιο, για 2.000 χρόνια τουλάχιστον, το σπηλαιο- περιβάλλον θα επηρέασε τη φυσική κατάσταση του οργανισμού των κατοίκων του. Βεβαιώνεται μια σειρά από παθολογικά συμπτώματα, όπως αναιμία, αρθρίτιδα, ελονοσία, καθώς και τερηδόνα και υποπλασία των δοντιών. Επίσης διαπιστώνεται μεγάλη παιδική θνησιμότητα, μικρό μέσο ύψος του ανθρώπου και χαμηλός μέσος όρος ζωής, που δεν ξεπερνάει τα 35 χρόνια.
Οι διαπιστώσεις αυτές δηλώνουν τις δυσμενείς για τον ανθρώπινο οργανισμό συνθήκες διαβίωσης μέσα στη σπηλιά καθώς και την περιορισμένη χρήση ορισμένων ειδών διατροφής.
Από το είδος και το πλήθος των ευρημάτων προκύπτει ότι στον Διρό ήδη από τα μέσα της ΝΝ και κατά τη διάρκεια της ΤΝ έχει διαμορφωθεί μια οικονομικά και πολιτικά ισχυρή κοινωνική τάξη.
Είναι οι ναυτικοί που ναυπηγούν και κατέχουν τα πλοία και οι οποίοι ταξιδεύοντας και στα ανοικτά πελάγη, πραγματοποιούν και πρέπει να ελέγχουν τις θαλάσσιες μεταφορές και κυρίως το εμπόριο του οψιανού της Μήλου στη νότια Πελοπόννησο. Η τάξη των ναυτικών, επομένως, ελέγχει σε μεγάλο βαθμό και τη γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή του Διρού, αφού εμπορεύεται τα προϊόντα της, ασκώντας παράλληλα και διοικητικές εξουσίες ασφαλώς σε ιεραρχική οργάνωση της τοπικής κοινωνίας.
Η προνομιούχος αυτή τάξη των ναυτικών του Διρού πρέπει να δεχθούμε ότι είχε στην κυριότητά της τα εκατοντάδες μεγάλα στολισμένα με ανάγλυφες διακοσμήσεις αποθηκευτικά πιθάρια, όπως και το πλήθος των μεγάλων σφαιρικών τετράωτων αμφορέων για τη φύλαξη, τη χρήση και μεταφορά υγρών και συντηρημένων τροφών, θα πρέπει να δεχθούμε ακόμη ότι άτομα αυτής της τάξης της κοινότητας ήταν κάτοχοι των πανάκριβων για την εποχή, μη χρηστικών, γραπτών αγγείων της Αλεπότρυπας τα οποία πρόσφεραν σε μεγάλες ποσότητες σε τιμώμενους προσφιλείς νεκρούς.
Σε άτομα της ίδιας τάξης ανήκαν προφανώς και τα αργυρά κοσμήματα, τα βραχιόλια από όστρεο Spondylus gaederopus και το «σκήπτρο» από το ίδιο όστρεο, δείγματα όλα πλούτου και κοινωνικού γοήτρου, ασφαλή τεκμήρια συγχρόνως ναυτικών εμπορικών ανταλλαγών.
Αριστερά: Διάφορα αγγεία. Δεξιά: Αμφορέας με πώμα. Στην φωτογραφία στον τοίχο του μουσείου φαίνεται η θέση που βρέθηκε στη σπηλιά. |
Τα ευρήματα της Αλεπότρυπας εκτίθενται στο Νεολιθικό Μουσείο του Διρού, παραπλεύρως της εισόδου του σπηλαίου, όπου ο επισκέπτης αποκτά μια ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής του Νεολιθικού ανθρώπου.
Του Δρ. Γιώργου Α. Παπαθανασόπουλου, Επίτιμου Εφόρου Αρχαιοτήτων