Σε μικρή απόσταση από τη ΒΑ γωνία του ναού της Μεσσήνης, στο νότιο τμήμα της αγοράς αποκαλύφθηκαν τα κατάλοιπα ενός μεγάλου βάθρου. Σώζεται η ευθυντηρία και δύο μόνο από τους τέσσερις συνολικά ασβεστολιθικούς ορθοστάτες που το συγκροτούσαν, αυτοί της δυτικής πλάγιας και της νότιας πρόσθιας πλευράς (εικ. 1-2). Η στέψη λείπει. Στον ορθοστάτη της πρόσθιας νότιας πλευράς, ύψ. 0.967μ., μήκ. 1.915μ. (κάτω) και 1.910μ. (πάνω), πάχ. 0.34μ., είναι χαραγμένη μακροσκελής επιγραφή 190 στίχων, οργανωμένων σε τέσσερις παράλληλες στήλες (columnae) σε μορφή ανοιχτού ειληταρίου παπύρου. Λείπει η κάτω αριστερή γωνία της πλάκας του ορθοστάτη με μέρος του κειμένου της πρώτης στήλης, ενώ μεταξύ της συγκολλημένης άνω αριστερής γωνίας και της πλάκας του ορθοστάτη παραμένει μικρό κενό (εικ. 3).
Το κείμενο χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες- κεφάλαια:
Το πρώτο μεγάλο κεφάλαιο, που φέρει τον τίτλο ΨΑΦΙΣΜΑ, καταλαμβάνει τις στήλες Ι και ΙΙ της επιγραφής με 53 και 47 στίχους αντίστοιχα, δηλαδή 101 συνολικά στίχους. Στο τέλος της στήλης ΙΙ και του πρώτου αντίστοιχα κεφαλαίου, υπάρχει κενό πέντε στίχων περίπου.
Το δεύτερο κεφάλαιο, που έχει τίτλο ΠΡΟΚΛΗΣΙΣ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΤΑΝ καταλαμβάνει ολόκληρη τη στήλη ΙΙΙ με 55 στίχους, καθώς και το πάνω μέρος της στήλης IV με 9 στίχους, ήτοι συνολικά 64 στίχους.
Το τρίτο μικρότερο κεφάλαιο, που φέρει τον τίτλο ΖΑΜΙΑ, καταλαμβάνει 16 στίχους στη στήλη IV, ενώ το τελευταίο κεφάλαιο με τίτλο ΚΡΙΜΑ αποτελείται από 7 μόνο στίχους. Έχουμε δηλαδή συνολικά 186 στίχους με το κυρίως κείμενο και τέσσερις με τους τίτλους των κεφαλαίων, δηλαδή συνολικά 190.
Αρ. ευρ. 13910+13196. Ύψ. γραμμάτων 0.012μ.-0.017μ., των τίτλων ύψ. 0.02-0.023μ. Διάστιχα μεταξύ των στίχων δεν έχουν αφεθεί. Ο χαράκτης αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες, προκειμένου να καταφέρει να γράψει το εκτενές κείμενο στον κατακόρυφο ορθοστάτη του βάθρου των ιππέων. Στην τελευταία μάλιστα στήλη η χάραξη είναι ιδιαίτερα αμελής, τα γράμματα ακανόνιστα και εντόνως ανισομεγέθη χωρίς να ακολουθούν τις οριζόντιες κατευθύνσεις των λοιπών στίχων.
Παραθέτουμε το κείμενο του ψαφίσματος1. Αμέσως μετά το -182.
Ψάφι[σμ]α
επειδή κατασ[χόν]των των Αχβαιών Ενδανίαν καί [Πυλ]άναν, τας δέ πόλεος αποκατασ[ταθείσ]ας εις τάν συνπολι-5 τείαν τώ[ν Αχαιών], το μέν πρώτον ηθέλησαν Μεγ[αλοπολίτ]αι δια τών Αχαιών αφελέ-[σθαι αμίν τά]ς τε πόλεις καί τάν χώραν τάν [Ενδανίκαν κ]αί Πυλανίκαν πασαν αίτηνα [- - ο. 10 - -]ο τούς Αχαιούς, τών δέ Αχαι-10 [ών α]υτοίς π[ρο]ειπάντων μ< κα περιθέμεν [Με]γαλοπολίταις τάν Μεσσανίων, πάλιν[ ]φαν εν ται εν Άλει συνόδωι θέλειν κριθή- [μεν μ]έν ποθ’ άμέ, περί τε τας πρότερον χώρας αντελέγοσαν αμίν καί περί τας Ενδανίκας 15 καί Πυλανίκας καί αμών συνελομένων κριτήριον ποτ' αυτούς ο καί αυτοί συνευδόκησαν τούς αγεμόνας, Απολλωνίδαν Ετεάρχου, Αλέξανδρον Αλεξάνδρου, Κλέανδρον Κλεάνδρου Σικυωνίους, Άρχωνα Φιλο-20 κλέος, Εξαίνετον Έξαινέτου Αίγιράτας, Φάλακρον Φαινολάου, Λαφείδη Ιενοκλέος, Στιάπυρον Στιαπύρου, Δαμόξενον Κλεοξένου, Άντανδρον Δαμοξένου Αιγιείς, Άντανδρον Υπερβίου Δυμαίον, Έπικράτη Καμ-25 ψία, Γοργίδαν Νικίδα Άρκαδίωνα Λέοντος Φαραιείς, Καλλικράτη Θεοξένου Λεοντήσιον, Νικόδρομον Φιλιστίδα, Φίλωνα Σατύρου Αλείους, καί περί τούτων ενστάλου γενομένου αμίν, αποδόν- 30 τες οί Μεγαλοπολίται ορούς Απολλωνίδαι τωι στραταγωι τας τε Ενδανίκας καί Πυλανίκας καί τας Ακρειάτιος καί Βιπειάτιος, καί άμων αποδόντων τούς περιέχοντας ορους από Νεδας αχρι Κλε-35 ολαίας, καθώς εστι αμίν ά χώρα, παραγενομένων των δικασταν εις το Καρνειάσιον καί αποδειξάντων άμων εκατέρων τάν χώραν καθώς καί τούς ο-[ρο]υς άπεδώκαμες, καί γενομένας 40 [εν] τωι Καρνειασίωι δικαιολογίας επί [τρεις ά]μέρας μεθ' ύδατος, άπο μέν τας [Ακρειά]τιος καί Βιπειάτιος αποστάντων [των Με]γαλοπολιταν, τούς δέ Καλιά-[τας ού πα]υσάντων αντιποιήσασθαι 45 [αμίν καί] άλλο κριτήριον μεταλα- [βόντων των Κ]αλιαταν πάλιν κρίνωνται [- - -]ν ποθ' αμέ, άμων δέ συ-[- -]σιν ποτί τε Καλιάτας [καί Μεγαλοπολίτ]ας περί τας Ακρειάτιος 50 [καί Βιπειάτιος συ]νελομένων δικασ- [τήριον τάν πόλιν τω]ν Αιγιέων καί δικαι-[ολογίας γενομένας] Μεγαλοπολιταν [ ...15...οτι] Ακρειάτις καί Βιπειατις Αρκαδία ε[ϊη καί] Με-55 γαλοπολίτις, άμων δέ δι[δ]ασκόντων οτι Μεσσανία ειη, όντων εκατόν τεσσαράκοντα επτά των κρινόντων καί ταυταν μεταλαβόντων Καλιαταν καί Μεγαλοπολιταν ψάφους 60 επτά, άμων δέ εκατόν τεσσαράκοντα, κρινάντων Μεσσανίαν ειμεν τάν χώραν τάν Ακρειατιν καί Βιπειατιν κατά τούς ορους ους απεδώκαμες τοίς κοινοίς δαμιοργοίς, 65 ύστερον, επεί υπεγραψάμεθα περί των καρπών των εκ ταύτας τας χώρας ται πόλει των Μεγαλοπολιταν ταλάντου διπλάσιου, επεί λαβούσα μεσόκοινους τούς καρπούς ούκ απεδίδου, καί κεκριμενων άμων περί τας χώρας πάλιν άμε προεκαλεσατο ά πόλις των Μεγαλοπολιταν περί τας Ακρειάτιος χώρας ώς κριτήριον συνελώμεθα ώς ού κεκριμενων ποθ’ άμε, των δε κοινών δαμιοργων επακολουθησάντων αύται καί ζαμίαν αμίν επιβαλόντων ότι ού συναιρούμεθα κριτήριον καί είσαγαγόντων εις το δικαστήριον των Μιλησίων ενικάσαμεν πάσαις ταίς ψάφοις καθότι ε’ίημεν κεκριμενοι περί τε ταύτας τας χώρας καί τας Βιπειάτιος ποτί Μεγαλοπολίτας· όπως ουν υπόμναμα ει καί εις τον ύστερον χρόνον ότι περί τε τας Ακρειάτιος καί Βιπειάτιος κρίμασιν ενικάσαμες τούς Μεγαλοπολίτας καί περί τε τας ζαμίας ας εζαμίωσαν άμε οι δαμιοργοί ενικάσαμες δεδόχθαι τωι δάμωι· αναγράψαι εις το ιερόν τας Μεσσάνας εις τό βάθρον τό παρά τό Βουλείον ή οι ιππείς εντί τάν τε πρόκλησιν τάν γενομεναν υπό των Μεγαλοπολιταν καί τάν ζαμίαν τάν από των δαμιοργών γενομεναν επί Αινητίδα καί τάν κρίσιν τάν γενομεναν ύπό τού δικαστηρίου των Μιλησίων Βίωνος, Βάβωνος, Αίσχρου, Ηραγόρα, Φιλίσκου, Αρτεμωνος, ομοίως δε και τό ψηφισμα τούτο... (5 στίχων)
Σχόλια
Όπως προκύπτει αβίαστα ήδη από τους τέσσερις πρώτους στίχους, βρισκόμαστε ακριβώς στη χρονική περίοδο αμέσως μετά τα τραγικά γεγονότα της σύλληψης και της δολοφονίας του στρατηγού Φιλοποίμενα του Μεγαλοπολίτη από τον Μεσσήνιο στρατηγό Δεινοκράτη και τους ομοϊδεάτες του, την υποταγή και την αναγκαστική τελικά ένταξη της Μεσσήνης στην Αχαϊκή Συμπολιτεία το -183/2 (τας δέ πόλεος άποκατασ[ταθείσ]ας εις τάν συμπολιτείαν τω[ν Αχαιών]). Οι βόρειες μεσσηνιακές πόλεις Ένδανία (=Ανδανία) και Πυλάνα τέθηκαν υπό κατοχή από τη Συμπολιτεία. Η απώλεια της Ανδανίας με το σεβάσμιο πανάρχαιο μεσσηνιακό ιερό του Κάρνειου Απόλλωνα τραυμάτισε τότε βαθειά τη θρησκευτική ζωή της Μεσσήνης και μείωσε δραματικά το κύρος του μεσσηνιακού κράτους2. Μόνο μετά το -146, μετά την κατάκτηση δηλαδή της Ελλάδος από τους Ρωμαίους, φαίνεται ότι κατάφεραν οι Μεσσήνιοι να πάρουν πίσω την Ανδανία με την περιοχή της άνω πεδιάδας προς τα σύνορα με τη Μεγαλόπολη, καθώς και τη Δενθελιάτιδα, τη συνοριακή περιοχή στα ΝΑ της χώρας, που διεκδικούσαν κατά καιρούς οι Λακεδαιμόνιοι3.
Οι Μεγαλοπολίτες άρπαξαν την ευκαιρία της υποταγής της Μεσσήνης στη Συμπολιτεία και της αποδυνάμωσής της και έσπευσαν να ζητήσουν από τη Συμπολιτεία να τους αποδοθούν όχι μόνο οι δύο παραπάνω πόλεις, αλλά και οι περιοχές γύρω από τις πόλεις αυτές. Οι περιοχές αναφέρονται με τα άγνωστα ως σήμερα τοπωνύμια Ένδανίκα, που αφορά προφανώς στην περιοχή της Ανδανίας4, και Πυλανίκα, η περιοχή δηλαδή της Πυλάνας, που περιελάμβανε πιθανώς και τα στενά ορεινά περάσματα της Τσακώνας- Δερβενίου, που διασχίζει σήμερα ο δρόμος από τη Μεσσηνία προς τη Μεγαλοπολίτιδα χώρα5.
Ο Adolph Wilhelm6, και οι μετά από αυτόν ερευνητές, χρονολόγησε την επιγραφή των Μυστηρίων το -92/1 (IG VΙ,1390 και Syll.3 736) και υποστήριξε παράλληλα ότι ο Μνασίστρατος της επιγραφής αυτής, καθώς επίσης της επιγραφής του χρησμού των Αργείων (Syll.3 735) και του καταλόγου εισφορών της Ανδανίας (IG V1,1532) είναι το ίδιο και το αυτό πρόσωπο. Ειδική βαρύτητα για τη χρονολόγηση και την ενδεχόμενη σχέση των τριών αυτών επιγραφών έχει, πιστεύω, η επιγραφή IG V1,1532 (Επιγραφικό Μουσείο Αθηνών αρ. ευρ. 12461), που βρέθηκε το 1905 στη συνοριακή περιοχή Μεσσηνίας - Αρκαδίας7. Ο Tod την αποσυνδέει από τις δύο άλλες και, το σημαντικότερο, διαβάζει στον στίχο 23 της πρώτης στήλης το όνομα μιας πόλης ([π]όλις Πυλανέων)8. Η Πυλάνα περιλαμβάνεται στις κώμες της Μεσσήνης στις επιγραφές των εισφορών του +1ου αι. που σχετίζονται με την οκτώβολο. Κώμες της Μεσσήνης, συμπεριλαμβανομένης της Ανδανίας, αναφέρονται στην επιγραφή της οκτωβόλου (IG V 1 1432, 1433, 1433α, 1434), καθώς και στα θραύσματα μιας επί πλέον ή και περισσότερων επιγραφών (αρ. ευρ. 125,145,3541+6635 και 13192), που ήλθαν στο φως στα ανατολικά της αίθουσας ΓΓ, στη δυτική πτέρυγα του Ασκληπιείου. Στην αίθουσα αυτή στεγαζόταν πιθανότατα το αρχείο του Γραμματέως των Συνέδρων9.
Οι εκπρόσωποι της Συμπολιτείας αρνήθηκαν αρχικά να εξετάσουν το θέμα, μη θέλοντας να στερήσουν τους αποδυναμωμένους ήδη Μεσσήνιους από ένα ζωτικό γι’ αυτούς χώρο. Οι Μεγαλοπολίτες εντούτοις κατάφεραν να προβάλουν και πάλι τις εδαφικές απαιτήσεις τους στη σύνοδο της Συμπολιτείας, η οποία συγκλήθηκε στην Ήλιδα. Διεκδικούσαν αυτή τη φορά όχι μόνο την Ενδανίκα και την Πυλανίκα, αλλά και δύο επί πλέον περιοχές, για τις οποίες είχαν και παλαιότερα δημιουργηθεί προστριβές ανάμεσα στους δύο γείτονες. Οι περιοχές αυτές ήταν η Ακρειάτις και η Βιπειάτις, όπως αναφέρονται παρακάτω στο στίχο 43 10. Οι Μεσσήνιοι συμφώνησαν να εξετασθεί η υπόθεση από δεκαεπτά αξιωματούχους της Συμπολιτείας11 με επικεφαλής τον στρατηγό Απολλωνίδα Ετεάρχου στο Καρνάσιον άλσος της Ανδανίας, το γνωστό από τον Παυσανία και την επιγραφή των μυστηρίων λατρευτικό κέντρο και τοπογραφικό ορόσημο των Μεσσηνίων προς τα βόρεια σύνορά τους12.
Οι αξιωματούχοι της Συμπολιτείας που παρέστησαν στην εκδίκαση είναι προσωπικότητες της εποχής, γνωστές από φιλολογικές και επιγραφικές μαρτυρίες. Με τη σειρά μνείας τους στην επιγραφή είναι οι εξής: τρεις Σικυώνιοι, Απολλωνίδας Ετεάρχου (Skalet 41U LGPN IIIA, s.v), Αλέξανδρος Αλεξάνδρου (Skalet 21U LGPN IIIA, s.v.) και Κλέανδρος Κλεάνδρου (Skalet 178U LGPN IIIA, s.v), δύο Αιγιράται, οι Άρχων Φιλοκλέους (IG IV 12, 625) και Εξαίνετος Εξαινέτου, πέντε Αιγιείς, οι Φάλακρος Φαινολάου, Λαφείδης Ιενοκλέος, Στιάπυρος Στιαπύρου, Δαμόξενος Κλεοξένου (Πολ. ΧνΙΙΙ 42, 6) και Άντανδρος Δαμοξένου, ένας Δυμαίος, ο Άντανδρος Υπερβίου (SEG 13,278.30· IG IX 12,1:34.19), τρεις Φαραιείς, οι επικράτης Καμψία (SGDI 2683), Γοργίδας Νικίδα και Αρκαδίων Λέοντος, ένας Λεοντήσιος, ο Καλλικράτης Θεοξένου (RE Suppl τόμ. 4, 7§), και τέλος δύο Ηλείοι, οι Νικόδρομος Φιλιστίδα (IG V 2,368.57) και Φίλων Σατύρου13.
Ο Σικυώνιος Απολλωνίδας Ετεάρχου (-185/ -169), στρατηγός της Συμπολιτείας το -182, αναφέρεται από τον Πολύβιο (XXII 8,1-8.11, 6-12,1. ΧΧνΙΙΙ 6,1-6) και υπονοείται στον Λίβιο (XXXIX 33). Αντιτάχθηκε το -185 στην αποδοχή της δωρεάς του Ευμένους Β' προς τους Αχαιούς. Είχε σταλεί το -184 στη Ρώμη επί κεφαλής αντιπροσωπείας Αχαιών με τον Λυκόρτα, προκειμένου να απολογηθούν για τη σκληρή συμπεριφορά της Συμπολιτείας απέναντι στη Σπάρτη, καθώς επίσης για τη σύλληψη και την καταδίκη του Αρέα και του Αλκιβιάδη (Παυσ. VII 9,2-5).Το -169 πρότεινε στη σύνοδο που συγκάλεσαν ο Πολύβιος, ο Λυκόρτας και ο Άρχων (Φιλοκλέους) να μην εναντιωθούν στους Ρωμαίους. Ο επίσης Σικυώνιος Αλέξανδρος Αλεξάνδρου τιμάται στα τέλη του -3ου αι. από τους Αργείους με ψήφισμα.
Ο Κλέανδρος Κλεάνδρου Σικυώνιος μαρτυρείται ως άρχων σε νομίσματα μεταξύ -146 και -132 (BMC Pelop. 52. 195–196).
Ο Αιγειρίτης Άρχων Φιλοκλέους (-187/ -168), που μετείχε στη σύνοδο του -169, πολιτεύτηκε με τον Φιλοποίμενα και τον Λυκόρτα (Πολ. XXII 10, 8) το -185. Το -182 τιμήθηκε με εικόνα στο ιερό της Επιδαύρου από την πόλη της Σπάρτης (IG IV I², 625). Το -169/8 μετέβη ως πρεσβευτής στην Αλεξάνδρεια για τη συμφιλίωση των αδελφών Πτολεμαίων VI και VIII και του Λντιόχου IV (Πολ. XXIX 25, 6).
Δαμόξενος Αιγιεύς μαρτυρείται το -196 ως πρεσβευτής των Αχαιών στη Ρώμη (Πολ. XVIII 42, 6). Ένας Δα[ ] πρεσβευτής από του κοινού των Αχαιών, ίσως ο ίδιος ο Δαμόξενος Κλεοξένου Αιγιεύς, αναφέρεται σε σύναψη συνθήκης Μιλησίων και Μαγνήτων, που χρονολογείται γύρω στο -185 (Milet I (3) 148.18).
Ο Δυμαίος Άντανδρος Υπερβίου δεν είναι γνωστός από άλλες πηγές. Έναςμ[ ]ος Αντάνδρω, αναφέρεται ως δικαστής σε υπόθεση συνοριακών διαφορών κατά την περίοδο -250/ -200, ίσως πατέρας του (SEG 13, 278.30)14.
Ο Φαραιεύς Επικράτης Καμψία τιμάται από τους Δελφούς το έτος -134 ή -130 (SGDI 2683).
Ο Λεοντήσιος Καλλικράτης Θεοξένου, οπαδός της φιλορωμαϊκής παράταξης των Αχαιών, ως στρατηγός των Αχαιών το -180/79, συνέβαλε ώστε να επιστρέψουν οι φυγάδες στή Σπάρτη (Πολ. XXIV 8-10). Το -179/8 μάλιστα τιμάται από τους πρώην φυγάδες με ανδριάντα στην Ολυμπία (Παυσ. VII 9, 6· Πολ. XXIX 10, 8-15· IvO 300).
Ένας Ηλείος, ο Φιλιστέας Νικοδρόμου, πρόξενος των Κλειτορίων γύρω στα μέσα του -3ου αι. (IG V 2, 368.57), ήταν πρόγονος πιθανώς του Ηλείου Νικοδρόμου Φιλιστίδα της επιγραφής μας.
Οι Μεγαλοπολίτες έδειξαν πρώτοι στον στρατηγό Απολλωνίδα τους όρους της διεκδικούμενης περιοχής, δηλαδή της Ενδανίκας και της Πυλανίκας, καθώς επίσης και της Ακρειάτιος και της Βιπειάτιος. Ακολούθησαν οι Μεσσήνιοι, οι οποίοι παρουσίασαν στους δεκαεπτά εκπροσώπους της Συμπολιτείας τους όρους των βορείων συνόρων της χώρας τους, η οποία εκτεινόταν από τον ποταμό Νέδα ως την κώμη Κλεολαία. Η ακριβής γεωγραφική θέση της Κλεολαίας, αλλιώς Κλεόλας, το όνομα της οποίας φέρει ομώνυμη φυλή της Μεσσήνης, δεν μας είναι γνωστή.
Η εξέταση της υπόθεσης έλαβε χώρα στο Καρνάσιο άλσος, όπως σημειώσαμε, και κράτησε δύο μέρες, μολονότι έγινε χρήση κλεψύδρας, ώστε να περιοριστεί η γνωστή φλυαρία των ρητόρων, εκπροσώπων των διαδίκων. Αποτέλεσμα της πρώτης αυτής εξέτασης της υπόθεσης ήταν να αναγκαστούν οι Μεγαλοπολίτες να αποσύρουν τις αξιώσεις κυριότητας επί της Ακρειάτιος και της Βιπειάτιος χώρας. Οι Καλιάτες, κάτοικοι αρκαδικού πολίσματος15, δεν συμμορφώθηκαν και επικαλούμενοι άλλα κριτήρια κατάφεραν να επαναληφθεί η διαδικασία τόσο για τους ίδιους όσο και για τους Μεγαλοπολίτες ενώπιον δικαστηρίου, αποτελούμενου από εκατόν σαράντα επτά δικαστές, Μυτιληναίους, όπως προκύπτει από τον στίχο 153 παρακάτω. Ισχυρίστηκαν αμφότεροι ότι η Ακρειάτις και η Βιπειάτις ήταν Αρκαδική γη. Οι Μεσσήνιοι ωστόσο κέρδισαν πανηγυρικά τη δίκη. Εκατόν σαράντα από τους εκατόν σαράντα επτά δικαστές ψήφισαν υπέρ αυτών και επτά μόνο υπέρ των Μεγαλοπολιτών και των Καλιατών.
Από τον στίχο 65 ως τον στίχο 84 του ψαφίσματος περιγράφεται μια δεύτερη, οικονομικού μάλλον χαρακτήρα υπόθεση, σχετιζόμενη όμως άμεσα με τις παραπάνω γεωγραφικές εκτάσεις και ιδιαίτερα την Ακρειάτιν. Οι Μεσσήνιοι είχαν παλαιότερα συμφωνήσει με τους Μεγαλοπολίτες να νέμονται οι τελευταίοι την Ακρειάτιν χώρα και να αποδίδουν στους Μεσσήνιους τους μισούς καρπούς, των οποίων η αξία είχε καθοριστεί σε δύο τάλαντα16. Οι Μεγαλοπολίτες, με πρόσχημα ότι δεν είχε κριθεί από το δικαστήριο των Μυτιληναίων μαζί με το γεωγραφικό και το ζήτημα των κοινών καρπών, αρνήθηκαν να αποδώσουν στους Μεσσήνιους το συμφωνηθέν ήμισυ της αξίας των καρπών. Κλήθηκαν οι κοινοί δημιουργοί, οι ειδικοί αξιωματούχοι της Αχαϊκής Συμπολιτείας, οι επιφορτισμένοι και με την επίλυση τέτοιων διαφορών, και δικαίωσαν τη Μεγαλόπολη επιβάλλοντας στους Μεσσήνιους πρόστιμο (ζαμίαν) τριών χιλιάδων δραχμών, όπως αναγράφεται παρακάτω στον στίχο 171. Η υπόθεση ωστόσο εισήχθη τελικά στο αιρετό δικαστήριο της Αχαϊκής Συμπολιτείας, αποτελούμενο από επτά Μιλήσιους δικαστές, που συνεδρίασε στο Αίγιο και δικαίωσε παμψηφεί και τελεσίδικα τους Μεσσήνιους, απαλλάσσοντάς τους από το πρόστιμο, γιατί ίσχυσε στην περίπτωση αυτή το δεδικασμένον του προηγούμενου δικαστηρίου των Μυτιληναίων υπέρ των Μεσσηνίων, σχετικά με την κυριότητα της Βιπειάτιος και της Ακρειάτιος. Τα ονόματά των έξι Μιλησίων δικαστών αναγράφονται στο τέλος του ψηφίσματος, στο τελευταίο, τέταρτο κεφάλαιο της επιγραφής (που φέρει τον τίτλο ΚΡΙΜΑ), χωρίς το πατρώνυμο: Βίων, Βάβων, Αισχρός, Ήραγόρας, Φιλίσκος και Άρτέμων17. Το δικαστικό αυτό σώμα του Αιγίου λειτούργησε ως εφετείο.
Το ρήμα ενικάσαμες (νικήσαμε) αναγράφεται δύο φορές στο ψήφισμα. Η επανάληψή του αποκαλύπτει τον ενθουσιασμό των Μεσσήνιων για τη θριαμβευτική νίκη τους στη μεγάλη και ζωτικής γι’ αυτούς σημασίας δικαστική υπόθεση. Μπορούμε νομίζω να αναπλάσουμε την εικόνα του πλήθους των Μεσσήνιων, που είχαν συγκεντρωθεί στο Καρνάσιο άλσος, να κραυγάζουν ενάντια στους Μεγαλοπολίτες και τη Συμπολιτεία.
Ένας δυσμενής για τους Μεσσήνιους, συνοριακός διακανονισμός με τη Μεγαλόπολη αναγράφεται στην αμφίγραφη και πολύ αποσπασματικά σωζόμενη επιγραφή της Ολυμπίας του -181.18 (IvO 46U IG V 2, p. XXVII). Η πλευρά Α (Latus Α) αφορά σε αμφιλεγόμενη περιοχή μεταξύ Μεγαλοπολιτών και Θουριατών, οι οποίοι είχαν τότε αυτονομηθεί19. Η πλευρά Β (Latus Β) αναφέρεται σε συνοριακή περιοχή Μεγαλοπολιτών και Μεσσηνίων. Επειδή μεταξύ των παραγενομένων από τας πόλιος τωμ Μεγαλοπολιταν, που αναφέρονται στον στίχο 6 της επιγραφής της Ολυμπίας, περιλαμβάνεται και ο ιστορικός Πολύβιος, το κείμενο χρονολογείται το -181. Το έτος αυτό ο Πολύβιος είχε διατελέσει μέλος πρεσβείας, που είχε αποσταλεί στον Πτολεμαίο από τον πατέρα του Λυκόρτα, στρατηγό τότε της Συμπολιτείας, μολονότι ήταν νεότερος της κατά τούς νόμους ηλικίας (Πολ. XXIV 6, 3-6). Στο κείμενο της πλευράς Β (Latus Β), που αφορά στις συνοριακές διαφορές Μεγαλοπολιτών και Μεσσηνίων, μνημονεύεται και προγενέστερη υπόθεση συνοριακού διακανονισμού, η οποία είχε εκδικασθεί υπέρ των Μεγαλοπολιτών στη Σύνοδο των Αχαιών, που έλαβε χώρα στη Σικυώνα το -182. Η σύνοδος αυτή πρέπει να συνήλθε αμέσως μετά τη δηλητηρίαση του γηραιού στρατηγού Φιλοποίμενα από τους Μεσσήνιους, την αυτοκτονία του στρατηγού των Μεσσηνίων Δεινοκράτη, υπαίτιου για τον φόνο του Φιλοποίμενα και φυσικά μετά την τιμωρία της Μεσσήνης και την υποταγή της στη Συμπολιτεία. Εκεί, στη Σικυώνα πρέπει να αποφασίστηκε η αφαίρεση της Ενδανίας και της Πυλάνας και η υποχρεωτική ένταξη της Μεσσήνης στη Συμπολιτεία. Το ίδιο έτος, μετά τη διάλυση του Κοινού των Μεσσηνίων, η Αβία, οι Φαραί και η Θουρία εντάχθηκαν ως ανεξάρτητα μέλη στη Συμπολιτεία (Πολ. XXIII 17, 5-18). Έτσι εξηγείται και ο συνοριακός διακανονισμός μεταξύ της ανεξάρτητης τότε Θουρίας και της Μεγαλόπολης, σύμφωνα με το κείμενο της πλευράς Α (Latus Α) της παραπάνω επιγραφής της Ολυμπίας.
Μετά την παραπάνω σύνοδο της Σικυώνας και τις δυσμενείς για τους Μεσσήνιους συνέπειες που είχε, ακολούθησαν οι εδαφικές αξιώσεις της Μεγαλόπολης, η σύνοδος της Ήλιδας, το ίδιο προφανώς έτος (-182) και η εκδίκαση της υπόθεσης αρχικά στο Καρνάσιο άλσος και σε συνέχεια στο Αίγιο ενώπιον τους εξαμελούς δικαστηρίου των Μιλησίων δικαστών που δικαίωσε τους Μεσσήνιους.
Το Βουλείον
Στο τέλος του ψηφίσματος, στο πρώτο κεφάλαιο της επιγραφής ορίζεται να αναγραφεί το ψήφισμα για τη δικαστική υπόθεση εις το ιερόν τας Μεσσάνας εις το βάθρον τό παρά τό Βουλεΐον η οί ιππείς εντί, ώστε να θυμίζει στις επερχόμενες γενεές ότι οι Μεσσήνιοι νίκησαν τους Μεγαλοπολίτες στις δίκες για τις επίμαχες περιοχές.
Πρέπει επομένως να θεωρηθεί βέβαιο ότι ο δωρικός ναός που ήλθε στο φως στο ΝΑ τμήμα της αγοράς ήταν αφιερωμένος στη λατρεία της θεάς Μεσσσάνας. Στο βάθος του σηκού του ναού αυτού ήταν ανιδρυμένο το χρυσόλιθο άγαλμα της θεάς, ενώ τους τοίχους του σηκού κάλυπτε η τοιχογραφία του Ομφαλίωνος, μαθητή του Αθηναίου ζωγράφου Νικία. Το βάθρο, στον πρόσθιο ορθοστάτη του οποίου ήταν γραμμένη η μακροσκελής επιγραφή, έφερε χάλκινους ανδριάντες ιππέων (η οί ιππείς εντι), που παρίσταναν μάλλον τους Διόσκουρους. Αυτό υποδηλώνει, κατά τη γνώμη μου, η διατύπωση οί ιππείς χωρίς άλλο προσδιορισμό, που θα ανέμενε κανείς στην περίπτωση εικονιστικών έφιππων ανδριάντων.
Στο Βουλείον, δίπλα στο οποίο ήταν στημένο το βάθρο των ιππέων, πρέπει να ανήκουν τα πενιχρά αρχιτεκτονικά λείψανα ενός ορθογώνιου κτηρίου με τρεις σειρές πεσσών στο εσωτερικό του (εικ.2). Το Βουλείον, και η ποτ’ αύτωι στοά, που αναφέρεται στη γνωστή επιγραφή των επισκευών του +1ου αι. (SEG 23, 205+ 207.19· πρβλ. SEG 35,343) πρέπει να ταυτίζεται με το Βουλείον της αγοράς και όχι με το λεγόμενο «Βουλευτήριο» του Ασκληπιείου.
ΠΕΤΡΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ
1. Η δημοσίευση ολόκληρου του κειμένου των 190 στίχων θα αποτελέσει αντικείμενο ειδικής μελέτης. Η συμβολή της Βούλας Μπαρδάνη στη μεταγραφή του κειμένου ήταν καθοριστική.
2. C. Roebuck, A History of Messenia from 369 to 146 B.C., Chicago 1941, 104–105.
3. M. N. Tod, International Arbitration among the Greeks, Oxford 1913, 81–82a. Roebuck, όπ. π., 106-107.
4. Ο Πολύβιος (V 92,6) αναφέρει επίθεση κατά τη διάρκεια του Συμμαχικού Πολέμου από τον Λυκούργο της Σπάρτης σε ένα μεσσηνιακό πόλισμα, που στα χειρόγραφα γράφεται παραφθαρμένο ως ΕΝΔΕΙΑΝ και διορθώθηκε στην έκδοση της Λειψίας του 1889-1905 σε ΑΝΔΑΝΙΑΝ, ενώ ορθότερο θα ήταν να διορθωθεί σε ΕΝΔΑΝΙΑΝ, σύμφωνα με την επιγραφή μας.
5. Πάλαι και Πυλαία ονομαζόταν τόπος Αρκαδίας κατά τον Στέφανο Βυζάντιο, δ.ν. Το σημερινό τουρκικό τοπωνύμιο Δερβένι σχετίζεται προφανώς με τη μορφολογία του στενού περάσματος. Αλλά και η λέξη Πάλη (Πυλάνα) από την ίδια μορφολογία της περιοχής, η οποία αποτελούσε το πέρασμα, την πύλη από Μεσσηνία προς Αρκαδία, ενδέχεται να προέκυψε.
6. A.Wilhelm, JÖAI 17(1914), 87–90U πρ λ. L. Moretti, RPAA 60(1987–88)249U N. Deshours, Les cultes messéniens, Paris 1989, 95· ο ίδιος, REG 112(1999)475–476 και σημ. 73U C. Grandjean,
REG 109(1996) 691 σημ. 7.
7. Παναθήναια 4(1905)94.
8. M. N. Tod, 28(1926-27)143 και 151-157· πρβλ. ο ίδιος, NC 1946, 47-62.9. Π. Θέμελης, ΠΑΕ 1991, 106, πίν. 70β· ο ίδιος, ΠΑΕ 1994, 77-78· Coqueugniot 2001, 16-23· πρβλ. Τού 1911/2, 106-107· ο ίδιος BSA 28(1926-27)143 και 151-157, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι επιγραφές σχετίζονται με την είσπραξη φόρου ακίνητης περιουσίας.
10. Τα τοπωνύμια αυτά δεν είναι γνωστά από άλλες πηγές. Ο Παυσανίας (VIII 35, 2-3) αναφέρει το κατά Δέσποιναν Έρμαΐον, το οποίο αποτελούσε όρο των Μεσσηνίων προς τους Μεγαλοπολίτες. Το ξόανο του Ηρακλή αποτελούσε επίσης όριο Μεσσηνίας και Αρκαδίας.
11. Ενδέχεται να ταυτίζονται με τους κοινούς δαμιοργούς, που μνημονεύονται παρακάτω.
12. N. Deshours, Les mystères d’ Andania, étude d’épigraphie et d’histoire religieuse, Bordeaux
2006, 49–55 και 162-165. Π. Θέμελης, Τα Κάρνεια και η Ανόανία, στο Ε. Σημαντώνη-Μπουρνιά -Α. Α. Λαιμού - Λ. Γ. Μενδώνη - Ν. Κούρου (eds.), αμύμονα έργα. Τιμητικός τόμος για τον καθηγητή Βασίλη Κ. Λαμπρινουόάκη, Αθήνα 2007, 509-528.
13. Πρβλ. τον κατάλογο των Αχαιών νομογράφων του τέλους του -3ου αι.: Π. Καββαδίας, ΑΕ 1918,124-128· SEG 1, 74 = ΙΟ Ιν 12, 73. Ευχαριστώ τον συνάδελφο Αθανάσιο Ριζάκη για την υπόδειξη αυτού του καταλόγου.
14. Πρβλ. και IG IX 12,1: 34.19.
15. Αναφέρονται ως κάτοικοι πολίσματος της Αρκαδίας από τον Στέφανο Βυζάντιο 8.ν. Καλλίαι, πόλις μία της έν Αρκαδίαι τριπόλεως, ο πολίτης Καλλιεύς, ώς Παυσανίας· πρβλ. Γ. Α. Πίκουλας, Ή Νότια Μεγαλοπολιτική Χώρα, από τον -8ο ώς τον +4ο αιώνα. Συμβολή στην τοπογραφία της, Ηόρος: Ή Μεγάλη Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1988, 220-221.
16. Στη συμφωνία αυτή αναφέρεται πιθανότατα το αποσπασματικά σωζόμενο κείμενο της οροθεσίας μεταξύ Μεσσηνίων και Μεγαλοπολιτών, του -2ου αι., ΙΟ V 1,1429, όπου η φράση των καρπω[ν] άπολαβε... ] στον στίχο 8 είναι νομίζω αποκαλυπτική του περιεχομένου. Πρβλ. L. Ager, Interstate Arbitration in the Greek World 337-90 B.C., 1996, αρ. 40U A. Magnetto, Gliarbitrati interstatali greci. Introduzione, testo critico, traduzione, commentato e indici, II, dal 337 al 196 a.C., Pisa 1997, αρ. 38 SEG 46, 2340 και 326.
17. Μιλήσιοι δικαστές δικαίωσαν και πάλι τους Μεσσήνιους το -140 στη διεκδίκηση της Δενθελιάτιδος από τους Σπαρτιάτες: IvO 52· Syll.3 683.
18. Πρβλ. Πολ. XXIII 17,1-5· Roebuck όπ. π., 102-103.
19. Στον στίχο 32 αναφέρονται δαμιοργοί, οι ίδιοι πιθανώς οι αξιωματούχοι της Συμπολιτείας, οι κοινοί των Αχαιών δαμιοργοί.