Ο Νικόλαος Πολίτης (Καλαμάτα 1852 - Αθήνα 1921) ήταν Έλληνας λαογράφος, καθηγητής του Πανεπιστήμίου Αθηνών.
Γεννήθηκε στο χωριό Γιάννιτσα (Ελαιοχώριον Καλαμάτας) και μεγάλωσε στην Καλαμάτα, όπου και τελείωσε το σχολείο. Από τα μαθητικά του χρόνια είχε αναπτύξει ενδιαφέρον για την παραδοσιακή ζωή και, μαθητής γυμνασίου ακόμα, άρχισε να δημοσιεύει λαογραφικές μελέτες σε περιοδικά, όπως η Ευτέρπη και η Πανδώρα. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών φιλολογία (1868-1872) και νομικά (1874-1875) και το 1870 έγινε μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» εξέδωσε από κοινού με τον Σπυρίδωνα Λάμπρο τα Νεοελληνικά Ανάλεκτα Παρνασσού.
Απέκτησε τέσσερεις γιούς, μεταξύ τους τον πρωτότοκο φιλόλογο και κριτικό βιβλίου Γιώργο Πολίτη, τον σκηνοθέτη και θεατρικό κριτικό Φώτο Πολίτη και τον νεότερο, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ακαδημαϊκό Λίνο Πολίτη.
Το 1871 βραβεύτηκε για τη μελέτη του Νεοελληνική Μυθολογία. Στο διάστημα 1876-1880 παρακολούθησε σπουδές στο Μόναχο, όπου συνδέθηκε φιλικά με τον βυζαντινολόγο Καρλ Κρουμπάχερ.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα εργάστηκε αρχικά στη Βιβλιοθήκη της Βουλής και από το 1884 κατέλαβε θέσεις στο Υπουργείο Παιδείας, αρχικά ως Τμηματάρχης Μέσης Εκπαίδευσης και έπειτα Γενικός Διευθυντής.
Εισηγήθηκε μάλιστα τη διδασκαλία της δημοτικής στα σχολεία. Το 1890 έγινε καθηγητής Μυθολογίας και Ελληνικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, του οποίου διατέλεσε και πρύτανης.
Στο διάστημα 1889-1890 ήταν συνδιευθυντής του περιοδικού Εστία, μαζί με τον Γεώργιο Δροσίνη. Το 1908 ίδρυσε την Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία (ο ίδιος είχε εισηγηθεί τον όρο «λαογραφία» ως αντίστοιχο των ευρωπαϊκών όρων Folklore και Volkskunde), το 1909 ξεκίνησε την έκδοση του περιοδικού Λαογραφία και το 1918 ίδρυσε το Λαογραφικό Αρχείο.
Ο Πολίτης συστηματοποίησε το έργο της λαογραφίας, ώστε να καλύπτει όλο το φάσμα των εκδηλώσεων του παραδοσιακού βίου: μνημεία λόγου (τραγούδια, παροιμίες, ευχές, διηγήσεις κ.α.), κοινωνική οργάνωση, καθημερινή ζωή (ενδυμασία, τροφή, κατοικία), επαγγελματικό βίο (γεωργικό, ποιμενικό, ναυτικό), θρησκευτική ζωή, δίκαιο, λαϊκή φιλοσοφία και ιατρική, μαγεία και δεισιδαιμονικές συνήθειες, λαϊκή τέχνη, χορός και μουσική. Η ενθάρρυνση της μελέτης της παραδοσιακής ζωής αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη θεματική και την τεχνοτροπία τών ποιητών της Γενιάς του 1880 και τών εκπροσώπων της ηθογραφικής πεζογραφίας.
Τα σημαντικότερα έργα του είναι:
- Μελέται επί του βίου των νεωτέρων Ελλήνων (2 τ., 1871-1874)
- Σπυρίδων Λάμπρος, Νικόλαος Πολίτης, επιμ. (1896) (στα Γερμανικά). Die Olympischen Spiele 776 - 1896 (Τόμος Α'). Αθήνα, Λειψία, Λονδίνο: Καρλ Μπεκ, F. Volckmar, H. Grevel and co. σελ. 218. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2010.
- Παροιμίαι (4 τ., 1899-1902)
- Παραδόσεις (1904)
- Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (1914)
Ο όρος λαογραφία
Στον Πολίτη αποδίδεται και η χρήση του όρου λαογραφία, για να δηλωθεί η λαογραφική επιστήμη και μάλιστα στο περιοδικό Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρίας κατά το έτος 1884. Ο όρος ήταν γνωστός από τους αλεξανδρινούς χρόνους με την έννοια κεφαλικού φόρου για τον ανδρικό πληθυσμό της Αιγύπτου, που ήταν υποχρεωμένος να τον καταβάλλει από το 14ο έτος της ηλικίας του ως το 60ο ή 70ο. Όσοι υπάγονταν σ' αυτή την εισφορά ονομάζονταν λαογραφόμενοι, ενώ όσοι ήταν υπεύθυνοι για την καταβολή της λαογράφοι.
Ο Πολίτης έχοντας υπόψη του ότι λέξεις συνώνυμες των λέξεων λαός και γράφων είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί για να δηλώσουνσχετικές με τη λαογραφία επιστήμες όπως λαογραφία, εθνογραφία χρησιμοποίησε τον όρο λαογραφία χωρίς δισταγμό, για να εκφράσει την επιστήμη που αντικείμενό της είναι ο λαός και οι εκδηλώσεις του.
Μάλιστα πρότεινε διάγραμμα των θεμάτων της λαογραφίας, που περιλαμβάνει τις κατηγορίες:
α) μνημεία του λόγου και
β) κατά παράδοση πράξεις και ενέργειες, καλύπτοντας καθημερινές δραστηριότητες και στοιχεία της οικιακής ζωής, όπως τροφή, οικοσκευές, καλλωπισμός, έπιπλα με την ένταξή τους στη δεύτερη κατηγορία.
ΠΗΓΗ: Wikipedia