Το Μυκηναϊκό Ρίο
Από τους πρώτους οικισμούς στην νοτιοανατολική Μεσσηνία, θετικά γνωστός από τις πηγές, αλλά σχεδόν αβεβαίωτος ανασκαφικά, είναι το Ρίο.
Η πρώτη γνωστή μαρτυρία από τις ιστορικές πηγές για το Ρίο συνδέεται τον Βασιλιά Κρεσφόντη, που οδήγησε τους πρώτους Δωριείς στη Μεσσηνία, γεγονός που συνδέεται με την πτώση του Μυκηναϊκού κόσμου στην Μεσσηνία περίπου στα -1050.
Σύμφωνα με μια παράδοση, όταν ο Κρεσφόντης κατέλαβε τη Μεσσηνία, έχτισε την πόλη Στενύκλαρο και την έκανε πρωτεύουσά του. Διαίρεσε την Μεσσηνία σε πέντε διοικητικές περιοχές με αρχηγούς ανθρώπους δικούς του και κάτω από τη δική του εξουσία.
Οι πόλεις αυτές ήταν το Στενύκλαρον, η Πύλος, το Ρίον, η Μεσόλα και η Υαμείτης. Αξίζει να σημειώσουμε ότι εκτός της Πύλου οι υπόλοιπες αυτές πόλεις κυριολεκτικά αφανίζονται από τον χάρτη της ιστορίας μετά την επικράτηση των Σπαρτιατών στο τέλος του πρώτου Μεσσηνιακού πολέμου (μέσα -8ου αιώνα).
Το Ρίο λοιπόν ήταν μια από τις πέντε αυτές περιοχές και ο Στράβων το τοποθετεί κάπου "απέναντι από το ακρωτήριο Ταίναρο" και θα πρέπει να εννοεί τη μύτη εκείνης της ξηράς στην περιοχή της σημερινής Κορώνης.
Αν κρίνουμε από την ετυμολογία του ονόματός του*, το Ρίο πιθανώς να βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού κάστρου της Κορώνης και προς το Μπούργο. Εθνολογικά οι κάτοικοί του θα ήταν ασφαλώς οι Αχαιοί των Μυκηναϊκών χρόνων, όμως τα σημάδια και τα μνημεία τους στην περιοχή Κορώνης δεν μπορεί μέχρι στιγμής να θεωρηθούν καθόλου ικανοποιητικά. Οι πιό κοντινές επιβεβαιωμένες θέσεις της εποχής του χαλκού είναι στο Χαροκοπιό, 3,5 χιλιόμετρα βορειοδυτικά, στο Καφειριό, 8,5 χιλιόμετρα στα βόρεια και στην Φοινικούντα, 13 χιλιόμετρα στα ανατολικά. Η έλλειψη λειψάνων της εποχής του χαλκού στην Κορώνη σίγουρα έχει να κάνει με την συνεχή κατοίκηση και καλλιέργεια αυτής της περιοχής.
Η λέξη Ρίο έχει ταυτιστεί με τοπωνυμία που αναφέρονται στις πήλινες πινακίδες από το λεγόμενο ανάκτορο του Νέστορα στον Άνω Εγκλιανό Χώρας, και που είναι γραμμένες στην Γραμμική Γραφή Β' (-1200). Σύμφωνα με τις πινακίδες η προφανής τοποθεσία για το ri-jo (Ρίον), αν το ka-ra-do-ro (Χαράδρα) ταυτίζετε με την προϊστορική ακρόπολη της Φοινικούντας, είναι κοντά στην σύγχρονη Κορώνη.
Από τους πρώτους οικισμούς στην νοτιοανατολική Μεσσηνία, θετικά γνωστός από τις πηγές, αλλά σχεδόν αβεβαίωτος ανασκαφικά, είναι το Ρίο.
Η πρώτη γνωστή μαρτυρία από τις ιστορικές πηγές για το Ρίο συνδέεται τον Βασιλιά Κρεσφόντη, που οδήγησε τους πρώτους Δωριείς στη Μεσσηνία, γεγονός που συνδέεται με την πτώση του Μυκηναϊκού κόσμου στην Μεσσηνία περίπου στα -1050.
Σύμφωνα με μια παράδοση, όταν ο Κρεσφόντης κατέλαβε τη Μεσσηνία, έχτισε την πόλη Στενύκλαρο και την έκανε πρωτεύουσά του. Διαίρεσε την Μεσσηνία σε πέντε διοικητικές περιοχές με αρχηγούς ανθρώπους δικούς του και κάτω από τη δική του εξουσία.
Οι πόλεις αυτές ήταν το Στενύκλαρον, η Πύλος, το Ρίον, η Μεσόλα και η Υαμείτης. Αξίζει να σημειώσουμε ότι εκτός της Πύλου οι υπόλοιπες αυτές πόλεις κυριολεκτικά αφανίζονται από τον χάρτη της ιστορίας μετά την επικράτηση των Σπαρτιατών στο τέλος του πρώτου Μεσσηνιακού πολέμου (μέσα -8ου αιώνα).
Το Ρίο λοιπόν ήταν μια από τις πέντε αυτές περιοχές και ο Στράβων το τοποθετεί κάπου "απέναντι από το ακρωτήριο Ταίναρο" και θα πρέπει να εννοεί τη μύτη εκείνης της ξηράς στην περιοχή της σημερινής Κορώνης.
Αν κρίνουμε από την ετυμολογία του ονόματός του*, το Ρίο πιθανώς να βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού κάστρου της Κορώνης και προς το Μπούργο. Εθνολογικά οι κάτοικοί του θα ήταν ασφαλώς οι Αχαιοί των Μυκηναϊκών χρόνων, όμως τα σημάδια και τα μνημεία τους στην περιοχή Κορώνης δεν μπορεί μέχρι στιγμής να θεωρηθούν καθόλου ικανοποιητικά. Οι πιό κοντινές επιβεβαιωμένες θέσεις της εποχής του χαλκού είναι στο Χαροκοπιό, 3,5 χιλιόμετρα βορειοδυτικά, στο Καφειριό, 8,5 χιλιόμετρα στα βόρεια και στην Φοινικούντα, 13 χιλιόμετρα στα ανατολικά. Η έλλειψη λειψάνων της εποχής του χαλκού στην Κορώνη σίγουρα έχει να κάνει με την συνεχή κατοίκηση και καλλιέργεια αυτής της περιοχής.
Η λέξη Ρίο έχει ταυτιστεί με τοπωνυμία που αναφέρονται στις πήλινες πινακίδες από το λεγόμενο ανάκτορο του Νέστορα στον Άνω Εγκλιανό Χώρας, και που είναι γραμμένες στην Γραμμική Γραφή Β' (-1200). Σύμφωνα με τις πινακίδες η προφανής τοποθεσία για το ri-jo (Ρίον), αν το ka-ra-do-ro (Χαράδρα) ταυτίζετε με την προϊστορική ακρόπολη της Φοινικούντας, είναι κοντά στην σύγχρονη Κορώνη.
Μας είναι άγνωστες οι συνθήκες της κατάληψης του τόπου από τους Δωριείς του Κρεσφόντη. Και ούτε μάθαμε ποτέ για τη διαγωγή των κατακτητών και τη μοίρα του ντόπιου πληθυσμού στο Ρίο. Αν πιστέψουμε στην παράδοση, τουλάχιστον στο διάστημα της βασιλείας τεσσάρων-πέντε διαδόχων του Κρεσφόντη, οι νεοφερμένοι Δωριείς έζησαν πλάι πλάι με τους ντόπιους που άλλωστε θα πρέπει να ήταν και οι περισσότεροι.
Το περίφημο απόσπασμα του Ευριπίδη για την Ειρήνη, από τη χαμένη τραγωδία του Κρεσφόντης, που αναφέρεται στην ίδια ιστορία, μιλάει για εμφύλιο πόλεμο κι ασφαλώς καθρεφτίζει το σύγχρονό του αδελφοκτόνα σπαραγμό, στα τελευταία χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, τότε ακριβώς που πρωτοπαίχτηκε τούτο το έργο. Πιθανόν όμως ν' απηχεί και τους θρύλους για τη βία και το ματοκύλισμα, που θα ακολούθησε την εισβολή του Κρεσφόντη στη Μεσσηνία, μεταξύ των συγγενών φυλών Αχαιών και Δωριέων, ή και των Δωριέων μεταξύ τους. Οι θρύλοι τούτοι ασφαλώς θα κυκλοφορούσαν στην Αθήνα και στα χρόνια του Ευρυπίδη, μια και πολλά σπίτια της αρχαίας Αθήνας καυχιόταν πως είχαν μεσσηνιακή καταγωγή και μάλιστα από την Πυλία.
Πάντως καμιά θετική πληροφορία δε μας μιλά για ταραχές ή ανακατατάξεις στον πληθυσμό. Η διατήρηση των ιερών και η συνέχιση της παλιάς λατρείας αποδεικνύει πως ουσιαστικά ελάχιστα πράγματα άλλαξαν, αν άλλαξαν κι αυτά. Η γλώσσα έπειτα των Μεσσηνίων ήταν δωρική με ένα έντονο χαρακτήρα που ασφαλώς κληρονομήθηκε από τον προδωρικό πληθυσμό και που διατηρήθηκε μέχρι τα μεταγενέστερα χρόνια.
Πάντως, το μόνο θετικά γνωστό είναι πως στα χρόνια του έκτου βασιλιά στη Στενύκλαρο, του Φίντα (γύρω στα μέσα του 8ου αιώνα), ξέσπασε ο πρώτος Μεσσηνιακός πόλεμος που αναστάτωσε και το δωρικό και τον προδωρικό πληθυσμό ολόκληρης της Μεσσηνίας. Μπορεί να θεωρήσει κανείς αυτόν τον Φίντα σαν ιστορικό πρόσωπο γιατί μια του πράξη μαρτυριέται από κάποια άλλη πηγή. Ο βασικός μας πληροφοριοδότης, ο Παυσανίας, φαίνεται να είχε μπλεχτεί και ο ίδιος σε μια θάλασσα πληροφοριών, κάτι, σαν μεταξύ έπους και λαϊκών θρύλων. Και μια και δεν βρήκε μνημεία ενδιαφέροντα να θαυμάσια, γοητεύτηκε από τους αλληλοσυγκροούμενους, αλλά συναρπαστικούς αυτούς θρύλους και προσπάθησε να τους βάλει στη σειρά. Μα την ιστορία της αρχαίας Μεσσηνίας (πριν τον τέταρτο αιώνα τουλάχιστον) δεν κατόρθωσε ουσιαστικά να την αναπαραστήσει.
Φαίνεται πως στα χρόνια του Αντίοχο και του Ανδροκλή, προγόντων του Φίντα (γύρω στα -764), άρχισαν οι πρώτες εχθροπραξίες του Μεσσηνιακού Πολέμου. Οι Σπαρτιάτες γενικεύουν κατόπιν και τις εισβολές στο Μεσσηνιακό έδαφος. Αργότερα η κεντρική Μεσσηνία γύρω από την Ιθώμη και τη Στενύκλαρο γίνεται το θέατρο του πολέμου. Και ολόκληρος ο Μεσσηνιακός πληθυσμός για χρόνια θα συνταραχθεί από τη συμφορά της πολιορκίας και των επιδρομών.
Η σιωπή που καλύπτει τα ανατολικά παράλια της Πυλίας δηλώνει πως η περιοχή τυλιγμένη στην απομόνωσή της θα δεχόταν ασφαλώς τους κραδασμούς του πολέμου, αλλά δεν θα πρέπει νάγινε άμεσος χώρος των εχθροπραξιών. Αν πάντως ίσχυε διοικητικό σύστημα που είχε ορίσει ο Κρεσφόντης, θα πρέπει για χάρη της Στενύκλαρου να στρατολογήθηκε και ο λαός του Ρίου. Δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί η βοήθειά του και η συμβολή του στη Μεσσηνιακή αντίσταση εναντίον των Σπαρτιατών, φαίνεται όμως πως οι Σπαρτιάτες θα είχαν λόγους να εκδικηθούν αργότερα και το Ρίο και τους κατοίκους του.
Μετά τον πρώτο Μεσσηνιακό πόλεμο (περίπου μετά το -723) η Μεσσηνιακή αντίσταση είχε τσακιστεί και εκατοντάδες Μεσσήνιοι βρίσκονταν πρόσφυγες στη συμμαχική διασπορά. Φαίνεται πως στα ίδια χρόνια, μετά τη λήξη του πολέμου, πολλοί από τους κατοίκους του Ρίου είχαν ξεκοπεί από τον τόπο του. Πάντως, η Σπάρτη δεν προχώρησε σε περαιτέρω καταστροφές. Φαίνεται να σεβάστηκε την αυτονομία πολλών πόλεων ή απλώς κουρασμένη και κείνη από τον πόλεμο και άλλες πολιτικές ταραχές στη Λακωνία, θέλησε απλώς να διατηρήσει τις περισσότερες Μεσσηνιακές πόλεις σαν περιοικίδες κι απλώς να τις κρατάει στη σφαίρα της δικής της πολιτικής επιρροής.
Το περίφημο απόσπασμα του Ευριπίδη για την Ειρήνη, από τη χαμένη τραγωδία του Κρεσφόντης, που αναφέρεται στην ίδια ιστορία, μιλάει για εμφύλιο πόλεμο κι ασφαλώς καθρεφτίζει το σύγχρονό του αδελφοκτόνα σπαραγμό, στα τελευταία χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, τότε ακριβώς που πρωτοπαίχτηκε τούτο το έργο. Πιθανόν όμως ν' απηχεί και τους θρύλους για τη βία και το ματοκύλισμα, που θα ακολούθησε την εισβολή του Κρεσφόντη στη Μεσσηνία, μεταξύ των συγγενών φυλών Αχαιών και Δωριέων, ή και των Δωριέων μεταξύ τους. Οι θρύλοι τούτοι ασφαλώς θα κυκλοφορούσαν στην Αθήνα και στα χρόνια του Ευρυπίδη, μια και πολλά σπίτια της αρχαίας Αθήνας καυχιόταν πως είχαν μεσσηνιακή καταγωγή και μάλιστα από την Πυλία.
Πάντως καμιά θετική πληροφορία δε μας μιλά για ταραχές ή ανακατατάξεις στον πληθυσμό. Η διατήρηση των ιερών και η συνέχιση της παλιάς λατρείας αποδεικνύει πως ουσιαστικά ελάχιστα πράγματα άλλαξαν, αν άλλαξαν κι αυτά. Η γλώσσα έπειτα των Μεσσηνίων ήταν δωρική με ένα έντονο χαρακτήρα που ασφαλώς κληρονομήθηκε από τον προδωρικό πληθυσμό και που διατηρήθηκε μέχρι τα μεταγενέστερα χρόνια.
Πάντως, το μόνο θετικά γνωστό είναι πως στα χρόνια του έκτου βασιλιά στη Στενύκλαρο, του Φίντα (γύρω στα μέσα του 8ου αιώνα), ξέσπασε ο πρώτος Μεσσηνιακός πόλεμος που αναστάτωσε και το δωρικό και τον προδωρικό πληθυσμό ολόκληρης της Μεσσηνίας. Μπορεί να θεωρήσει κανείς αυτόν τον Φίντα σαν ιστορικό πρόσωπο γιατί μια του πράξη μαρτυριέται από κάποια άλλη πηγή. Ο βασικός μας πληροφοριοδότης, ο Παυσανίας, φαίνεται να είχε μπλεχτεί και ο ίδιος σε μια θάλασσα πληροφοριών, κάτι, σαν μεταξύ έπους και λαϊκών θρύλων. Και μια και δεν βρήκε μνημεία ενδιαφέροντα να θαυμάσια, γοητεύτηκε από τους αλληλοσυγκροούμενους, αλλά συναρπαστικούς αυτούς θρύλους και προσπάθησε να τους βάλει στη σειρά. Μα την ιστορία της αρχαίας Μεσσηνίας (πριν τον τέταρτο αιώνα τουλάχιστον) δεν κατόρθωσε ουσιαστικά να την αναπαραστήσει.
Φαίνεται πως στα χρόνια του Αντίοχο και του Ανδροκλή, προγόντων του Φίντα (γύρω στα -764), άρχισαν οι πρώτες εχθροπραξίες του Μεσσηνιακού Πολέμου. Οι Σπαρτιάτες γενικεύουν κατόπιν και τις εισβολές στο Μεσσηνιακό έδαφος. Αργότερα η κεντρική Μεσσηνία γύρω από την Ιθώμη και τη Στενύκλαρο γίνεται το θέατρο του πολέμου. Και ολόκληρος ο Μεσσηνιακός πληθυσμός για χρόνια θα συνταραχθεί από τη συμφορά της πολιορκίας και των επιδρομών.
Η σιωπή που καλύπτει τα ανατολικά παράλια της Πυλίας δηλώνει πως η περιοχή τυλιγμένη στην απομόνωσή της θα δεχόταν ασφαλώς τους κραδασμούς του πολέμου, αλλά δεν θα πρέπει νάγινε άμεσος χώρος των εχθροπραξιών. Αν πάντως ίσχυε διοικητικό σύστημα που είχε ορίσει ο Κρεσφόντης, θα πρέπει για χάρη της Στενύκλαρου να στρατολογήθηκε και ο λαός του Ρίου. Δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί η βοήθειά του και η συμβολή του στη Μεσσηνιακή αντίσταση εναντίον των Σπαρτιατών, φαίνεται όμως πως οι Σπαρτιάτες θα είχαν λόγους να εκδικηθούν αργότερα και το Ρίο και τους κατοίκους του.
Μετά τον πρώτο Μεσσηνιακό πόλεμο (περίπου μετά το -723) η Μεσσηνιακή αντίσταση είχε τσακιστεί και εκατοντάδες Μεσσήνιοι βρίσκονταν πρόσφυγες στη συμμαχική διασπορά. Φαίνεται πως στα ίδια χρόνια, μετά τη λήξη του πολέμου, πολλοί από τους κατοίκους του Ρίου είχαν ξεκοπεί από τον τόπο του. Πάντως, η Σπάρτη δεν προχώρησε σε περαιτέρω καταστροφές. Φαίνεται να σεβάστηκε την αυτονομία πολλών πόλεων ή απλώς κουρασμένη και κείνη από τον πόλεμο και άλλες πολιτικές ταραχές στη Λακωνία, θέλησε απλώς να διατηρήσει τις περισσότερες Μεσσηνιακές πόλεις σαν περιοικίδες κι απλώς να τις κρατάει στη σφαίρα της δικής της πολιτικής επιρροής.
Σε πολλές πόλεις όπως το Ρίο, έκανε ωστόσο κάτι που επηρέασε σοβαρά την εθνολογική σύνθεση των ντόπιων: Μετακίνησε στη Μεσσηνία πληθυσμούς που εγκαταστάθηκαν και αποτέλεσαν μόνιμους κατοίκους της περιοχής, ιδιαίτερα στην Πυλία. Οι Δωριείς Μόθωνες εγκαταστάθηκαν στη Μεθώνη. Οι απόγονοι του εκθρονισμένου βασιλιά Ανδροκλή ρίζωσαν στην περιοχή των Υαμίτειδας, δυτικά του Παμίσου, και οι Ασιναίοι από τα παράλια της Αργολίδας στο Ρίο. Κι ήταν οι Ασιναίοι, φίλοι και σύμμαχοι των Σπαρτιατών, που θα αποτελέσουν στο εξής μόνιμο μέρος του πληθυσμού της περιοχής αυτής. Με την εγκατάστασή τους το παλιότερο όνομα παύει να μελετιέται. Η μικρή χερσόνησος που τόσο παραστατικά τη χαρακτήριζε το τοπωνύμιο Ρίο, αρχίζει τώρα τη νέα ιστορική της διαδρομή με το όνομα Ασίνη.
Το κάστρο της Κορώνης. Σ΄αυτήν την οχυρή τοποθεσία, πιθανότατα υπήρχε το Προϊστορικό Ρίον. |
Οι Μεσσήνιοι εγκαταλείπουν το Ρίο: Ριανός ο Κρης, Μεσσηνιακά
Ο Ριανός ο Κρης ήταν Έλληνας ποιητής και γραμματικός, κάτοικος της Κρήτης και φίλος του Ερατοσθένη (-275/ -195).
H Σούδα λέει ότι αρχικά ήταν σκλάβος και παρατηρητής στην παλαίστρα αλλά αργότερα στη ζωή του απέκτησε καλή μόρφωση και αφιερώθηκε στη μελέτη της γραμματικής, μάλλον στην Αλεξάνδρεια. Ετοίμασε μια αναθεώρηση της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, που χαρακτηρίστηκε από σωστή κρίση και ποιητικό αισθητήριο, ενώ τα σχόλια περιλάμβαναν συχνά δυναμικές παρατηρήσεις του. Έγραψε επίσης επιγράμματα, έντεκα από τα οποία σώζονται στην Παλατινή Ανθολογία και στον Αθήναιο και δείχνουν κομψότητα και ζωντάνια.
Ιδιαίτερα γνωστός όμως έγινε σαν συγγραφέας επών (μυθολογικών και εθνογραφικών), το πιο διάσημο από τα οποία ήταν τα έξι βιβλία των Μεσσηνιακών που ασχολούνταν με το Δεύτερο Μεσσηνιακό Πόλεμο και την κεντρική φιγούρα του Αριστομένη, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από τον Παυσανία στο τέταρτο βιβλίο του σαν έγκυρη πηγή.
Άλλα παρόμοια ποιήματα ήταν τα Αχαϊκά, τα Ηλιακά και τα Θεσσαλικά. Τα Ηράκλεια ήταν ένα μεγάλο μυθολογικό έπος, μάλλον μίμηση του ομώνυμου ποιήματος του Πανυάσι, που είχε τον ίδιο αριθμό βιβλίων (δεκατέσσερα).
Σε πάπυρο του +2ου αιώνα βρίσκονται αποσπασματικοί στίχοι από κάποιο έπος ιστορικού περιεχομένου. Πιθανότατα πρόκειται για υπολείμματα από τα Μεσσηνιακά του Ριανού, όπως υποδεικνύει και η λέξη ρίον (= κορυφή, άκρο), η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως κύριο όνομα Ρίον και να ταυτιστεί με την ομώνυμη τοποθεσία στη Μεσσηνία, γνωστή και από αλλού. Γεγονός είναι ότι το απόσπασμα είναι τμήμα από κάποιο λόγο, στον οποίο ο αγορητής προσπαθεί να πείσει τους ακροατές του για την κρισιμότητα της κατάστασης, λόγω της επικείμενης άφιξης των εχθρών, και για την αναγκαιότητα αναχώρησης από την πατρίδα, προκειμένου να αναζητηθεί μια νέα. Γνωρίζουμε από τις αρχαίες πηγές ότι ένα μέρος των Μεσσηνίων κατάφερε τελικά να ξεφύγει από τους Σπαρτιάτες με πλοία και να αποφύγει έτσι την υποταγή και τη δουλεία. Όσοι δεν έφυγαν έγιναν οι γνωστοί είλωτες.
* Ρίον, το. Η κορυφή (ή ακρώρεια) όρους/ το εξέχον μέρος του όρους (είτε προς τα άνω είτε προς τα εμπρός)./ Ακρωτήριον Ι. Σταματάκου "Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης".
Βιβλιογραφία και Πηγές:
-Κουμάνης Εμίλιος, Φιλλιπίδης Θοδωρής, Βλάχου Έρικα: "Το κάστρο της Κορώνης και της ευρύτερης περιοχής"
-Στράβων: Γεωγραφικά, Βιβλίο Η, Κεφ. 4, Παρ. 5&7
-THE MINNESOTA MESSENIA EXPEDITION Reconstructing a Bronze Age Regional Environment Edited by William A. McDonald and George R. Rapp, Jr.
-Ιστότοπος: Η Αναμενωμένη
Ο Ριανός ο Κρης ήταν Έλληνας ποιητής και γραμματικός, κάτοικος της Κρήτης και φίλος του Ερατοσθένη (-275/ -195).
H Σούδα λέει ότι αρχικά ήταν σκλάβος και παρατηρητής στην παλαίστρα αλλά αργότερα στη ζωή του απέκτησε καλή μόρφωση και αφιερώθηκε στη μελέτη της γραμματικής, μάλλον στην Αλεξάνδρεια. Ετοίμασε μια αναθεώρηση της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, που χαρακτηρίστηκε από σωστή κρίση και ποιητικό αισθητήριο, ενώ τα σχόλια περιλάμβαναν συχνά δυναμικές παρατηρήσεις του. Έγραψε επίσης επιγράμματα, έντεκα από τα οποία σώζονται στην Παλατινή Ανθολογία και στον Αθήναιο και δείχνουν κομψότητα και ζωντάνια.
Ιδιαίτερα γνωστός όμως έγινε σαν συγγραφέας επών (μυθολογικών και εθνογραφικών), το πιο διάσημο από τα οποία ήταν τα έξι βιβλία των Μεσσηνιακών που ασχολούνταν με το Δεύτερο Μεσσηνιακό Πόλεμο και την κεντρική φιγούρα του Αριστομένη, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από τον Παυσανία στο τέταρτο βιβλίο του σαν έγκυρη πηγή.
Άλλα παρόμοια ποιήματα ήταν τα Αχαϊκά, τα Ηλιακά και τα Θεσσαλικά. Τα Ηράκλεια ήταν ένα μεγάλο μυθολογικό έπος, μάλλον μίμηση του ομώνυμου ποιήματος του Πανυάσι, που είχε τον ίδιο αριθμό βιβλίων (δεκατέσσερα).
Σε πάπυρο του +2ου αιώνα βρίσκονται αποσπασματικοί στίχοι από κάποιο έπος ιστορικού περιεχομένου. Πιθανότατα πρόκειται για υπολείμματα από τα Μεσσηνιακά του Ριανού, όπως υποδεικνύει και η λέξη ρίον (= κορυφή, άκρο), η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως κύριο όνομα Ρίον και να ταυτιστεί με την ομώνυμη τοποθεσία στη Μεσσηνία, γνωστή και από αλλού. Γεγονός είναι ότι το απόσπασμα είναι τμήμα από κάποιο λόγο, στον οποίο ο αγορητής προσπαθεί να πείσει τους ακροατές του για την κρισιμότητα της κατάστασης, λόγω της επικείμενης άφιξης των εχθρών, και για την αναγκαιότητα αναχώρησης από την πατρίδα, προκειμένου να αναζητηθεί μια νέα. Γνωρίζουμε από τις αρχαίες πηγές ότι ένα μέρος των Μεσσηνίων κατάφερε τελικά να ξεφύγει από τους Σπαρτιάτες με πλοία και να αποφύγει έτσι την υποταγή και τη δουλεία. Όσοι δεν έφυγαν έγιναν οι γνωστοί είλωτες.
.....
[ ] γιατί πολύ μακριά [ ]
δεν κάθονται άπρακτοι οι εχθροί απ' τη δική μας χώρα
και αν στην ακοή τους φτάσει ο θόρυβος
του θρήνου, του στεναγμού μας του κακόφωνου,
αμέσως εναντίον μας θα φτάσουν αναρίθμητοι
και τότε ούτε ο άριστος απ' τους ημίθεους τον όλεθρό μας θα αποτρέψει.
... (οι εχθροί μας θα φτάσουν περνώντας)
γοργά πάνω απ' την πολύ απόκρημνη έδρα του Δία
αθόρυβα, σιωπηλά. Κρύψτε λοιπόν μες στην καρδιά τους σκοπούς σας,
για να αποφύγετε ήσυχοι την επιδρομή,
μέχρι να ετοιμάσουμε το στόλο για αναχώρηση,
ελπίζοντας να μην μας αρπάξουν και μας ρίξουν στα βράχια οι θύελλες.
Αμέσως μετά αφήνοντας το απόκρημνο Ρίον,
την πατρίδα μας, θα αναζητήσουμε μια ξένη γη,
και πάνω σε αρχαία θεμέλια θα πυργώσουμε (μια πολιτεία καινούργια)...
* Ρίον, το. Η κορυφή (ή ακρώρεια) όρους/ το εξέχον μέρος του όρους (είτε προς τα άνω είτε προς τα εμπρός)./ Ακρωτήριον Ι. Σταματάκου "Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης".
Βιβλιογραφία και Πηγές:
-Κουμάνης Εμίλιος, Φιλλιπίδης Θοδωρής, Βλάχου Έρικα: "Το κάστρο της Κορώνης και της ευρύτερης περιοχής"
-Στράβων: Γεωγραφικά, Βιβλίο Η, Κεφ. 4, Παρ. 5&7
-THE MINNESOTA MESSENIA EXPEDITION Reconstructing a Bronze Age Regional Environment Edited by William A. McDonald and George R. Rapp, Jr.
-Ιστότοπος: Η Αναμενωμένη