Ο Αριστόδημος υπήρξε μία από τις ηρωικές μορφές που ενέπνευσε την μακροχρόνια αντίσταση των Μεσσηνίων έναντι των Σπαρτιατών και που είχαν ενσαρκώσει τον πόθου του λαού της για ελευθερία και είχαν κατευθύνει την πάλη του κατά της ωμής κατοχής. Αγωνίστηκε υπεράνθρωπα, αλλά έπεσε χωρίς να φέρει αποτέλεσμα. Οι Μεσσήνιοι, αμέσως μόλις οριστικά ξαναβρήκαν την ελευθερία τους, ανάστησαν τον ήρωα και τον ύψωσαν σε σύμβολα της ζωτικότητάς τους.
Η μακροχρόνια αντίσταση των Μεσσηνίων έναντι των Σπαρτιατών εμπνέεται, σύμφωνα με τον Παυσανία, από δύο ηρωικές μορφές που είχαν ενσαρκώσει τον πόθου του λαού της για ελευθερία και είχαν κατευθύνει την πάλη του κατά της ωμής κατοχής. Αγωνίστηκαν και οι δύο υπεράνθρωπα, αλλά έπεσαν χωρίς να φέρουν αποτέλεσμα. Οι Μεσσήνιοι, αμέσως μόλις οριστικά ξαναβρήκαν την ελευθερία τους, ανάστησαν τις δύο αυτές μορφές και τις ύψωσαν σε σύμβολα της ζωτικότητάς τους.
Ο Μύρων και ο Ριανός1 βρήκαν ζωντανές στα χείλη του Μεσσηνιακού λαού τις σχετικές παραδόσεις. Απ΄αυτές ξέφυγαν οριστικά την λησμονιά μόνο όσες και όπως τις διέσωσε ο Παυσανίας στα "Μεσσηνιακά". Παρασυρμένος ο Παυσανίας από τους στίχους του Ριανού, φαίνεται να προσέχει περισσότερο τον Αριστομένη ή μόνον αυτόν. Η δράση όμως του Αριστόδημου είχε ένα μεγαλείο τουλάχιστον εφάμιλλο. Τι αποτελεί ιστορική αλήθεια στην δράση μιάς μυθοποιημένης μορφής και δημιούργημα των πόθων και των ονείρων ενός λαού, δεν έχει την κύρια σημασία προκειμένου για μορφές εξυψωμένες σε σύμβολα. Μεγαλύτερη σημασία παίρνει τότε το προβαλλόμενο πρότυπο ζωής και η αξία που αυτό ενδέχεται να έχει για την ζωή κάθε ανθρώπου.
Για να βρεί κατανόηση το φέρσιμο του Αριστόδημου χρειάζεται εξοικείωση με τον τρόπο του σκέπτεσθαι τον ημερών του. Για τον Παυσανία ήταν ένας παιδοκτόνος, ο οποίος κατά την γνώμη των μάντεων δεν έπρεπε να γίνει Βασιλιάς (10.5). Η προθυμία του όμως να καταστρέψει την οικογενειακή του ευτυχία για να σώσει την Μεσσηνία των ξεχώρισε από τους υπόλοιπους Αιπυτίδες, οι οποίοι έκαναν ότι μπορούσαν (απαρνήθηκαν και την Πατρίδα) για να αποφύγουν την δοκιμασία 2. Άν το ιερατείο έκρινε τη θυσία ανωφελή και ζήτησε νέα ανθρωποθυσία, αυτό δεν μειώνει την προθυμία και τον πατριωτισμό του Αριστόδημο, όπως το δείχνει η πανηγυρική αναγνώριση της υπεροχής του από τον Μεσσηνιακό λαό, ο οποίος εξέλεξε τον Αριστόδημο Βασιλιά.
Με τους αλλεπάλληλους χρησμούς που παραθέτει ο Παυσανίας, τις προσπάθειες των δεισιδαιμόνων αντιπάλων να γνωρίσουν την θέληση του θεού και να κερδίσουν τον πόλεμο, και ιδίως με την απαρίθμηση των θεϊκών σημαδιών που προανήγγειλαν την πτώση της Ιθώμης και την σκλαβιά των Μεσσηνίων, ο Παυσανίας αφήνει σιγά σιγά την φλυαρία και αρχίζει να προσφέρει λαογραφικό και λατρευτικό υλικό που έχει ενδιαφέρον καθεαυτό, και όχι ως ιστορικό στοιχείο για τον πόλεμο:
Ο μάντις Οφιονέας, τυφλός εκ γενητής, μετά από δυνατό πονοκέφαλο, άρχισε ξαφνικά να βλέπει και από τα δύο του μάτια, για να εκπληρωθεί μια σκοτεινή προφητεία σχετική με την πτώση της Ιθώμης, και κατόπιν έχασε και πάλι οριστικά πια την όρασή του. Από ένα χάλκινο άγαλμα οπλισμένης Άρτεμης έπεσε η ασπίδα. Τα κριάρια που επρόκειτο να θυσιάσει ο Αριστόδημος στον Ιθωμάτα Δία όρμησαν από μόνα τους κατά του βωμού, έσπασαν τα κέρατά τος και κατόπιν, χτυπώντας τον βωμό με το κεφάλι, σκοτώθηκαν. Τα σκυλιά των πολιορκημένων Μεσσηνίων μαζεύονταν κάθε βράδι στο ίδιο μέρος και έβγαζαν μακρόσυρτες ανατριχιαστικές κραυγές και στο τέλος κατέφυγαν όλα μαζί στο στρατόπεδο των Λακεδαιμονίων. Όλοι ταράχτηκαν από τα σημάδια αυτά και ιδιαίτερα ο Αριστόδημος, ο οποίος είδε και ένα όνειρο: Είχε φορέσει τα όπλα του και ετοιμαζόταν να βγεί στην μάχη, ενώ τα σπλάγχνα των ιερείων βρίσκονταν πάνω στο τραπέζι. Ξαφνικά παρουσιάστηκε η κόρη του, μαυροφορεμένη, δείχνοντάς του το στήθος και την κοιλιά της, σκισμένα από τον Αριστόδημο όταν την είχε θυσιάσει. Πέταξε πέρα τα σπλάγχνα από το τραπέζι, του έβγαλε τα όπλα και του φόρεσε το χρυσό στεφάνι και το λευκό ιμάτιο που συνήθιζαν οι Μεσσήνιοι να φορούν στους νεκρούς κατά την κηδεία, και κατόπιν τον άφησε. Ο Αριστόδημος κατάλαβε πως η μοίρα της πατρίδας του ήταν σφραγισμένη, ελπίδα σωτηρίας δεν υπήρχε και άδικα είχε θυσιάσει την κόρη του. Έσπευσε στον τάφο της και σφάχτηκε μόνος του πάνω σ΄αυτόν3, απελπισμένος, γιατί η τύχη ες το μηδέν ανήγαγε τα τε έργα αυτού και τα βουλεύματα.
Η περιγραφή των τελευταίων στιγμών της απελπισίας του Αριστόδημου και των ανάλογων στιγμών του Αριστομένη αργότερα, παρά την συντομία της, έχει μια ζωντάνια και αποζημιώνει τον αναγνώστη των Μεσσηνιακών. Και οι δύο ήρωες φλογίζονται από τον ίδιο πόθο της ελευθερίας που τον καταπνίγει η κρύα πραγματικότητα. Δέχονται σιωπηλά το χτύπημα και εκφράζουν την απόγνωση, ο ένας με την αυτοκτονία, ο άλλος με δάκρυα και κλάματα σαν μικρό παιδί. Το δράμα της ζωής και του θανάτου του Αριστόδημου είναι δημιούργημα των μετακλασικών χρόνων, κομμένο όμως πάνω στο καλούπι των τραγικότερων μορφών που μπόρεσε ποτέ να παρουσιάσει η Ελληνική ιστορία. Με την ιστορία του Αριστόδημου οι τραγικοί θα πλούτιζαν το αρχαίο δραματολόγιο με μια ακόμα, ίσως την συγκλονιστικώτερη, πάλη του ήρωα με την μοίρα του.
1. Ο Ριανός ο Κρης ήταν Έλληνας ποιητής και γραμματικός, κάτοικος της Κρήτης και φίλος του Ερατοσθένη (-275/ -195). H Σούδα λέει ότι αρχικά ήταν σκλάβος και παρατηρητής στην παλαίστρα αλλά αργότερα στη ζωή του απέκτησε καλή μόρφωση και αφιερώθηκε στη μελέτη της γραμματικής, μάλλον στην Αλεξάνδρεια. Ετοίμασε μια αναθεώρηση της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, που χαρακτηρίστηκε από σωστή κρίση και ποιητικό αισθητήριο, ενώ τα σχόλια περιλάμβαναν συχνά δυναμικές παρατηρήσεις του. Έγραψε επίσης επιγράμματα, έντεκα από τα οποία σώζονται στην Παλατινή Ανθολογία και στον Αθήναιο και δείχνουν κομψότητα και ζωντάνια. Ιδιαίτερα γνωστός όμως έγινε σαν συγγραφέας επών (μυθολογικών και εθνογραφικών), το πιο διάσημο από τα οποία ήταν τα έξι βιβλία των Μεσσηνιακών που ασχολούνταν με το Δεύτερο Μεσσηνιακό Πόλεμο και την κεντρική φιγούρα του Αριστομένη, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από τον Παυσανία στο τέταρτο βιβλίο του σαν έγκυρη πηγή.
2. Μετά το τέταρτο έτος του πολέμου, φαίνεται ότι η κατάσταση των Μεσσηνίων χειροτέρεψε. Εξαντλήθηκαν οικονομικά, έχασαν δούλους οι οποίοι αυτομόλησαν προς τους Λακεδαιμόνιους και τέλος προσβλήθηκαν από λοιμώδη νόσο. Άρχισαν σιγά - σιγά να εγκαταλείπουν τις πόλεις και να αποσύρονται προς το όρος Ιθώμη, όπου υπήρχε μικρή και απρόσιτη πόλη. Οι Λακεδαιμόνιοι τους απέκλεισαν και τους περικύκλωσαν απ' όλες τις πλευρές. Ο μάντης Τίσις που είχε πάει στους Δελφούς έφερε τον χρησμό ο οποίος έλεγε ότι πρέπει να θυσιασθεί σε νυκτερινή τελετή μια παρθένα από τη γενιά των Αιπυτιδών. Έγινε κλήρωση μεταξύ επτά κοριτσιών που ανήκαν σ' αυτό το γένος και ο κλήρος έπεσε στην κύτη κάποιου Λυκίσκου. Επειδή ο μάντης Επήβολος αμφισβήτησε την πατρότητα του Λυκίσκου, η θυσία ματαιώθηκε και επικράτησε σύγχυση. Και τότε ο Αριστόδημος, ένα επιφανής Μεσσήνιος, προσέφερε για θυσία τη δική του κόρη.
3. Ο πόλεμος είχε φθάσει στο εικοστό έτος. Οι Μεσσήνιοι έστειλαν πάλι να ζητήσουν χρησμό από το Μαντείο των Δελφών ο οποίος έλεγε ότι εκείνοι που θα στήσουν πρώτοι εκατό τρίποδες στο βωμό του Ιθωμάτα Διός εκείνοι θα είναι και οι νικητές. Οι Μεσσήνιοι πίστεψαν ότι αφού ο ναός θα ήταν μέσα στα τείχη τους θα κατάφερναν να στήσουν πρώτοι τους τρίποδες. Αλλά δεν είχαν χαλκό και αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν ξύλο. Οι Λακεδαίμονες έμαθαν τον χρησμό και ένας Σπαρτιάτης, που λεγόταν Οίβαλος κατασκεύασε πρόχειρα εκατό τρίποδες από πηλό και παριστάνοντας τον κυνηγό αναμείχθηκε με αγρότες και μπήκε απαρατήρητος στην Ιθώμη. Όταν το πρωί, οι Μεσσήνιοι, είδαν τους τρίποδες στο ναό, ταράχτηκαν γιατί κατάλαβαν ότι τους είχαν προλάβει οι Λακεδαίμονες. Ο Αριστόδημος τους έπεισε να στήσουν κι αυτοί γύρω από τον βωμό τους δικούς τους τρίποδες που είχαν ήδη φτιαχτεί. Αλλά άρχισαν να συμβαίνουν παράξενα πράγματα: ο τυφλός μάντης Οφιονέας βρήκε την όρασή του, έπεσε η χάλκινη ασπίδα του Απόλλωνα, τα κριάρια που οδήγησε ο Αριστόδημος στον ναό του Ιθωμάτα Διός έσπαγαν τα κέρατά τους στον βωμό και τα σκυλιά έφυγαν το βράδυ ουρλιάζοντας και πήγαν στο στρατόπεδο των Λακεδαιμονίων. Όλα τα θεϊκά σημεία έδειχναν πως ήρθε η ώρα να καταληφθεί η Ιθώμη. Ο Αριστόδημος στην απελπισία του αυτοκτόνησε στον τάφο της κόρης του. Οι Μεσσήνιοι σε απόγνωση δεν εξέλεξαν άλλον βασιλιά αλλά τοποθέτησαν σαν "στρατηγό - αυτοκράτορα" τον Δάμι, ο οποίος πήρε για συναρχηγούς τον Κλεόνι και τον Φυλέα. Στη συνέχεια, ίσως γιατί οι Λακεδαιμόνιοι είχαν περισφίξει τον κλοιό στην Ιθώμη, οι Μεσσήνιοι έφυγαν από την Ιθώμη. Ορισμένοι πήγαν στη Σικυώνα και άλλοι στο Άργος, οι ιερείς πήγαν στην Ελευσίνα ενώ ο πολύς λαός επέστρεψε στα χωριά της καταγωγής του. Οι Λακεδαιμόνιοι κατέστρεψαν την Ιθώμη και στη συνέχεια κατέλαβαν και τις υπόλοιπες μεσσηνιακές πόλεις.
Βιβλιογραφία και πηγές:
Παπαχατζή, Παυσανία Μεσσηνιακά.
Ιστότοπος: Gistor
Ο Αριστόδημος : Τραγωδία εις πέντε πράξεις υπό Monti , Vincenzo, 1754-1828, Ελευθεριάδης , Θεμιστοκλής Μ. Εν Αθήναις : Α.Ι. Λεβεντιάδου (τυπ. ο Απόλλων) 1862 |