Ο οικισμός
Ο οικισμός κείται μόλις 25 μέτρα1952 πάνω από τους θολωτούς στην επίπεδη κορυφή ενός λόφου1953. Το σχηματιζόμενο στην κορυφή του λόφου πλάτωμα έχει μήκος περί τα 200μ (Α- Δ) και πλάτος (Β- Ν) 40μ1954. Στη δυτική και βόρεια πλευρά του είχε κτισθεί τοίχος1955 από μεσαίου μεγέθους λίθους, ο οποίος, κατά τον ανασκαφέα, μπορεί να αναγνωρισθεί ως αμυντικός/οχυρωματικός αλλά και αναλημματικός1956, στη ΝΔ μάλιστα πλευρά σχηματίζεται γωνία (η Ν), δομημένη από μεγάλες ασβεστολιθικές πλάκες (μία εκ των οποίων μήκους 1,60μ) και συμπληρωμένη με μικρότερους λίθους.
Επί του πλατώματος διενεργήθηκαν τομές, οι οποίες σε μικρό βάθος απέδωσαν τοίχους (Μ), με διεύθυνση Β- Ν, που έτεμναν έναν άλλο, μεγαλύτερο σε μήκος, τοίχο με φορά Α- Δ1957. Δημιουργείτο σαφώς ένα οικιστικό συγκρότημα, αποτελούμενο από δωμάτια- χώρους, διαφόρων διαστάσεων1958.
Ανατολικότερα επισημάνθηκε ένα, μεγαλυτέρων διαστάσεων και ορθογώνιας κάτοψης, δωμάτιο. Το πάχος της τοιχοδομίας του κυμαινόταν από 0,80 έως 1,60μ1959 και για την κατασκευή της χρησιμοποιήθηκαν μικροί, επίπεδοι, πλακοειδείς ασβεστόλιθοι (υλικά και τεχνική δομής παρόμοια με αυτά των θολωτών). Εσωτερικώς, τα δωμάτια είχαν επιχρισθεί με πηλό, ενώ το δάπεδο είχε στρωθεί με πηλό αναμεμειγμένο με βότσαλα/χαλίκια1960. Τόσον ο Dörpfeld όσο και ο Kilian θεωρούν ότι στο μεγαλυτέρων διαστάσεων δωμάτιο υπήρχαν δύο λίθινες βάσεις κιόνων1961, που δεν συνιστούν αυτομάτως την ύπαρξη ανακτόρου ή μεγάρου1962.
Σε έναν από τους μικρότερους χώρους- δωμάτια εντοπίστηκαν1963 in situ 6 πίθοι γεμάτοι από απανθρακωμένους καρπούς (σύκα1964), οι οποίοι είχαν αποτεθεί σχεδόν παράλληλα προς τον σωζόμενο τοίχο. Πιθανώς πρόκειται για αποθηκευτικό χώρο του συγκροτήματος, ενώ ένας πίθος, με το ίδιο περιεχόμενο, προήλθε από το μεγάλων διαστάσεων δωμάτιο, κάτω από το δάπεδο του οποίου διήλθε αγωγός επενδεδυμένος με πλάκες1965. Από τα παραπάνω φαίνεται πως το συγκρότημα είχε αποθηκευτικό-βιοτεχνικό χαρακτήρα, δεν πρόκειται πιθανώς για κατοικία και φυσικά δεν υπήρξε το ανάκτορο του τοπικού άρχοντα (όπως υπεστήριξε ο Dörpfeld).
Η κεραμική1966 από τον οικισμό παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού:
α) Ο ανασκαφεύς1967 καταγράφει την ύπαρξη έξι μυκηναϊκών οστράκων ανακτορικού ρυθμού, με διακόσμηση φύλων κισσού και φοίνικος.
β) Η υπόλοιπη κεραμική είναι μονόχρωμη (ερυθρή, ωχρότεφρη και μελανή) και ακόσμητη1968, ενώ περιλαμβάνει και εγχάρακτη, που οδηγούν σε μία πρώιμη χρονολόγηση του οικισμού, πιθανόν στο -1700/ -1600 1969. Από την εξέταση των ξυλίνων κιβωτίων, τα οποία προέρχονται από την ανασκαφή του Dörpfled και φυλάσσονται στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Ολυμπίας προέκυψαν τα εξής:
α) δύο όστρακα από ανοικτά αγγεία πόσεως (κυάθια ή κύπελλα Βαφειού) φέρουν διάκοσμο σπείρας1970. Χρονικώς κατατάσσονται στην ΥΕΙΙΑ.
β) Όστρακο από κλειστό, μεγάλων διαστάσεων αγγείο (αμφορέα/ πιθαμφορέα), το οποίο διακοσμείται με ενάλληλα τρίγωνα/ τεθλασμένη γραμμή (FM 61)1971. Χρονολόγηση: ΥΕΙΙ.
Γ) όστρακο από κυαθόμορφη κύλικα (FS254/255), με βραχύ στέλεχος και κοίλη βάση1972.
Δ) όστρακα από πηλό με πολλά εγκλείσματα, όπτηση ατελή και εγχάρακτη διακόσμηση.
Ε) όστρακα από πίθους με δακτυλοεμπίεστο διάκοσμο.
Στ) τέσσερα πήλινα σφονδύλια (δύο σφαιρικά, ένα κουλουροκωνικό και ένα κωνικό)1973. Τα προαναφερθέντα στοιχεία συνηγορούν σε μία πρώιμη χρονολόγηση του οικισμού, ο οποίος φαίνεται να επιβιώνει μέχρι και την ΥΕΙΙΙΑ1μ1974.
Παρατηρείται, συνεπώς, στον Κακόβατο, ό,τι συμβαίνει και σε άλλες θέσεις της Δυτικής Πελοποννήσου (Μάλθη, Περιστεριά)1975. Στα τέλη της ΜΕ1976 δημιουργούνται οχυρωμένοι οικισμοί στην κορυφή λόφων, εντός των οποίων αναπτύσσονται βιοτεχνικές δραστηριότητες και δημιουργούνται και κοινοτικοί, αποθηκευτικοί χώροι. Οι οικισμοί επιβιώνουν και στα πρώιμα μυκηναϊκά χρόνια και πλησίον τους δημιουργούνται οι μεγαλεπήβολοι θολωτοί τάφοι1977.
Από την εξέταση δείγματος σύκων με C14, προέκυψε ότι το τέλος του οικισμού επήλθε μεταξύ των ετών -1510/ -1405, δηλ. στα τέλη της ΥΕΙΙ/ αρχές της ΥΕΙΙΙΑ. Ο εντοπισμός in situ αποθηκευτικών αγγείων, μετά του περιεχομένου τους, υποδηλώνει τον αιφνίδιο χαρακτήρα της καταστροφής, απότοκο εντόνου φυσικού φαινομένου (π.χ. σεισμός). Ο οικισμός, κατόπιν αυτών, εγκαταλείπεται και δεν επανακατοικείται, καθώς η ανάπτυξη του ισχυρού ανακτορικού κέντρου της Πύλου, απαιτεί συγκεντρωτικό πολιτικό και οικονομικό έλεγχο των επαρχιών του μεσσηνιακού κράτους και δεν επιτρέπει την επιβίωση «ανεξάρτητων» περιφερειακών ηγεμονιών1978.
Κακόβατος: Εμπορικό κέντρο της πρώιμης μυκηναϊκής εποχής
Η γένεση του αποκαλούμενου μυκηναϊκού πολιτισμού συμπίπτει με την εμφάνιση ισχυρών «αστικών κέντρων» και τη συγκέντρωση πλούτου σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες2021, οι οποίες είχαν αποκτήσει κύρος, γόητρο και κοινωνικό σεβασμό, όπως αποτυπώνεται στα κτερίσματα των λακκοειδών και θολωτών τάφων2022.
Στη Δυτική Ελλάδα παρατηρείται η πληθυσμιακή και οικονομική άνθιση της Πυλίας και της Βόρειας Τριφυλίας, η οποία γεωγραφικώς φθάνει μέχρι το Σαμικό. Η οικονομική ευημερία, η διαμόρφωση κοινωνικής ιεραρχίας και τελικώς η σύσταση μικρών «ηγεμονιών2023»- «βασιλείων» οδήγησαν στην άνθιση του Κακοβάτου. Ο Κακόβατος, θέση στρατηγικής σημασίας, αναπτύσσεται γοργά και εξελίσσεται σε οικονομικό– διοικητικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής2024. Οι κάτοικοί του κτίζουν θολωτούς τάφους, μνημειοποιώντας την είσοδο του οικισμού και διατρανώνοντας τη δύναμη του τοπικού ηγεμόνα ή της οικογενείας του.
Ασχολούνται με τη γεωργία και ιδιαίτερα με την εντατική καλλιέργεια σύκων, η οποία υπήρξε εξαιρετικά διαδεδομένη σε ολόκληρη τη ΝΔ. Πελοπόννησο2025, και τελικώς σχηματίζεται ένα κοινωνικό μόρφωμα με «εξειδίκευση εργασίας»2026.
Από τα ταφικά κτερίσματα διαπιστώνεται ότι κάποιοι από αυτούς, ασχολήθηκαν ενεργά και με το εμπόριο2027. Έτσι εξηγείται η πληθώρα αντικειμένων, ορισμένα εκ των οποίων αποτελούν unica για τη μυκηναϊκή αρχαιολογία (αγγείο από υαλόμαζα, περίαπτα από ήλεκτρο και χρυσό, ειδώλια υαλόμαζας).
Ο Κακόβατος, χωροθετημένος δίπλα στις ακτές του Ιονίου, σε ελάχιστη απόσταση από τα Ιόνια νησιά (πχ τη Ζάκυνθο ή την Κεφαλονιά), πιθανώς υπήρξε η απόληξη ενός πολύπλοκου συστήματος εμπορείων, τα οποία μετέφεραν στην μυκηναϊκή επικράτεια ήλεκτρο (είτε κατηργασμένο, είτε ακατέργαστο)2028. Πρόσφατα ευρήματα στη Σικελία επιβεβαιώνουν τις εμπορικές επαφές των δύο πλευρών του Ιονίου, ενώ έχει διαπιστωθεί η σύνδεση της ηπειρωτικής Ελλάδας με την Αδριατική, ήδη από την ΠΕΧ2029.
Η ανταλλαγή προϊόντων για την εξασφάλιση ικανοποιητικών ποσοτήτων ηλέκτρου εξηγεί την παρουσία στους θολωτούς τάφους του Κακοβάτου ευρημάτων, τα οποία επισημαίνονται σε σημαντικά ανακτορικά κέντρα (Αργολίδα και Μεσσηνία) και επιβεβαιώνει τις εμπορικές σχέσεις των κατοίκων του με το σύνολο της μυκηναϊκής επικράτειας2030. Επιπροσθέτως αιτιολογείται η απουσία ανάλογων αντικειμένων από το παρακείμενο Σαμικό2031, όπου και εκεί ανεγείρονται θολωτά ταφικά μνημεία. Η ραδιοχρονολόγηση των απανθρακωμένων καρπών σύκων επιβεβαιώνει την κρατούσα άποψη, ότι το πόλισμα του Κακοβάτου, εγκαταλείπεται στα τέλη της ΥΕΙΙ. Η ερήμωση του, πιθανώς, συνδέεται με κάποιο αιφνίδιο γεγονός, συσχετιζόμενο με την εκδήλωση έντονου φυσικού (;) φαινομένου (π.χ. σεισμού2032). Όμως, οι παρακείμενοι θολωτοί τάφοι δεν δέχονταν ταφές ήδη από τα τέλη της ΥΕΙΙΑ, γεγονός, που μάλλον συναρτάται με άλλες, περισσότερο σύνθετες, πολιτικοκοινωνικές μεταβολές.
Κατά την ΥΕΙΙΙΑ/Β η Τριφυλία, συνολικώς, παρουσιάζει σημαντική πληθυσμιακή κάμψη. Οι θολωτοί δεν δέχονται νέες ταφές, ελάχιστοι ενταφιασμοί παρατηρούνται στον τύμβο του Σαμικού (ανασκαφείς από τον Ν. Γιαλούρη) και ο Προφήτης Ηλίας Μακρισίων εγκαταλείπεται.
Τα ευρήματα, που απέδωσαν οι θολωτοί τάφοι του Κακοβάτου δηλώνουν επαφές τόσο με τη Δύση όσο και με την Ανατολή. Ημιπολύτιμοι λίθοι, όπως ο αμέθυστος ή o lapis lazuli2094 εισάγονταν από την Κρήτη ή τη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο. Παρόμοια προέλευση είχαν η φαγεντιανή, η υαλόμαζα (αγγείο και ειδώλια), καθώς και το ελεφαντόδοντο.
Ορισμένα εκ των ευρεθέντων υπήρξαν σαφώς επείσακτα (αγγείο και ειδώλια από υαλόμαζα) αλλά, όπως οι ψήφοι αμέθυστου2095 ή το κτένι από ελεφαντόδοντο, είχαν κατασκευαστεί στον ελλαδικό χώρο, ίσως στην Αργολίδα2096. Τα χρυσά περίαπτα, βάσει των μέχρι στιγμής δεδομένων, εισήχθησαν από την Κρήτη, όπου εντοπίζονται και παράλληλα, κατασκευασμένα από ημιπολύτιμους λίθους. Μινωικής έμπνευσης, ελλαδικής όμως κατασκευής, θεωρούνται τα λίθινα αγγεία, ενώ από κεραμεικό εργαστήριο της ανατολικής Κρήτης προήλθαν δύο απιόσχημοι πιθαμφορείς. Ο Graziadio2097 υποστηρίζει ότι στη ΝΔ Πελοπόννησο, ορισμένοι χώροι, όπως η Πύλος, η Περιστεριά και τα Νιχώρια, κατέστησαν βασικά εμπορικά κέντρα για τους Κρήτες2098.
Από τη Δύση (Αδριατική ή Ιταλία) εισάγετο το ήλεκτρο, για την σχηματισθείσα εμπορική οδό έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες, οι οποίες αποκρυσταλλώνονται στα εξής:
Δύο εμπορικές οδοί2099 προσέγγισης του ηλέκτρου (ακατέργαστο υλικό) ή τα αντικείμενα από ήλεκτρο διαμορφώνονται στη δυτική ακτή της Πελοποννήσου, που πιθανώς είχε αναλάβει το ρόλο “εμπορικού πυλώνα” για τις εισαγωγές από τη Δυτική και Βόρεια Ευρώπη. Και οι δύο ξεκινούσαν από τη Βαλτική2100, η μία όμως διέσχιζε την ανατολική και κεντρική Ευρώπη2101 και κατέληγε στην Αδριατική2102, ενώ η δεύτερη διήρχετο από τη Δανία, την Αγγλία και κατέληγε στη Δυτική Πελοπόννησο μέσω Γαλλίας και Ιταλίας2103.
Στη δεύτερη περίπτωση το ρόλο του έμπορου- μεταφορέα έπαιζε η ίδια η θάλασσα, καθώς ισχυρά ρεύματα μπορούσαν να μετακινήσουν μεγάλες ποσότητες ακατέργαστου ηλέκτρου στις ακτές των αγγλικών νησιών2104.
Το υλικό έφθανε στους μυκηναίους κατεργασμένο και πιθανόν η εμπορική συναλλαγή γινόταν με την άμεση ανταλλαγή άλλων προϊόντων (π.χ ξιφών)2105.
Οι διαχωριστές- πλακίδια του τάφου Α μοιάζουν ως προς το σχήμα, τη διακόσμηση και την οπή διάτρησης με ανάλογα αντικείμενα από τη Δυτική και Βόρεια Ευρώπη. Ο Merhart2106 τους συγκρίνει και βρίσκει παράλληλα με έξι πλακίδια, τα οποία εντοπίσθηκαν σε ισάριθμους τύμβους, που ανήκαν στον πολιτισμό των τύμβων της Νότιας Γερμανίας (South German Tumulus Culture - Hügelgräberkultur) και κατά συνέπεια υποστηρίζει πώς τα ελληνικά κατασκευάσθηκαν στη Γερμανία και κατόπιν εισήχθησαν στην Ελλάδα μέσω της εμπορικής οδού της Αδριατικής.
Αντίθετα ο Milojcic2107 μελετώντας τα πλακίδια- διαχωριστήρες από τον τάφο Ο του ταφικού κύκλου Β των Μυκηνών διαπίστωσε ήδη από τη δεκαετία του 50, ότι αυτοί είναι συγκρίσιμοι με αντικείμενα από τάφους στο Wessex της Αγγλίας (ίδιες εγχαράξεις στην επιφάνεια των αντικειμένων) και υποστήριξε την προαναφερθείσα παραθαλάσσια οδό. H Hughes-Brock, μάλιστα, υποστηρίζει ότι ένα δισκάριο από την Κνωσό είναι πανομοιότυπο με δείγμα από το Wessex και πιθανόν αποτελούν δημιουργήματα κοινού τεχνίτη2108.
Νεώτερες έρευνες2109 κατέδειξαν πώς τα ελληνικά δείγματα (τόσο από την ΒΑ. όσο και από την ΝΔ. Πελοπόννησο) είναι σαφώς παλαιότερα των γερμανικών αντιστοίχων ενώ αντιθέτως σύγχρονα των αγγλικών (η Brock2110 πιστεύει, πως και οι διαχωριστές από τον τάφο Ο των Μυκηνών είναι απόλυτα όμοιοι με αντίστοιχους από το Wessex και έχουν κατασκευασθεί από το ίδιο εργαστήριο). Ο Cultraro2111 επισημαίνει ότι στις Συρακούσες και τις Λιπαρές νήσους εντοπίστηκαν ορθογώνιοι διαχωριστές και ψήφοι αντίστοιχα, που μοιάζουν στην πρώτη περίπτωση με ανάλογα από τον ΤΦΚΒ των Μυκηνών, τον θολωτό τάφο Α του Κακοβάτου και του 2 της Περιστεριάς, και στη δεύτερη με ψήφους της ΥΕΙΙΙΓ, που εντοπίστηκαν στη Δυτική Ελλάδα. Όλα τα παραπάνω είναι βαλτικής προέλευσης, εισάγονται στην Ελλάδα μέσω της Κεντρικής Ευρώπης και από την πρώτη εξάγονται στην Ιταλία2112.
Κωνσταντίνος Χρ. Νικολέντζος, "Μυκηναϊκή Ηλεία: Πολιτιστική και Πολιτική Εξέλιξη, Εθνολογικά Δεδομένα και Προβλήματα."
Σημειώσεις:
1951 Αντωνίου 2008, σελ.121–123.
1952 Όπως παρατηρείται και στις Μυκήνες ή την Κόκλα ( Μυκηναϊκός Κόσμος, σελ.32).
1953 Kilian 1987, Abb.9 με σχέδιο/ αναπαράσταση των οικοδομικών λειψάνων, Hiesel 1990, σελ. 181, Lauter 1995, σελ.88, Darcque 2005, σελ.370.
1954 Αυτοψία το 1998 και 2007.
1955 Σωζόμενος σε ύψος τριών σειρών λίθων.
1956 Dörpfeld 1907, σελ.XV. «…einen Vorsprung der stattlichen Stütz- und Ringmauer der Burg.». Μυκηναϊκός Κόσμος, σελ.32, Σημειώνεται ότι « Μετά τους οχυρωματικούς περιβόλους της ΜΕΧ (Θήβα, Μάλθι), στα πρώιμα μυκηναϊκά χρόνια επανεμφανίζονται οχυρώσεις από ακατέργαστους λίθους στη θέση «Κιάφα Θίτη» Αττικής, στον Κακόβατο και την Πύλο», Loader 1998, σελ.36 (επισημαίνεται πως δεν πρόκειται για κυκλώπειες οχυρώσεις), Simpson- Hagel 2006, σελ.59. 1957 Hiesel 1990, σελ.181.
1958 Το ένα μεγάλων διαστάσεων, τα λοιπά μικρότερων. Ο Darcque (Darcque 2005, σελ.141) υπολογίζει το συνολικό εμβαδό στα 183τμ.
1959 Dörpfeld 1907, σελ.XΙV
1960 Dörpfeld 1907, σελ.XΙV. Ο ανασκαφέας συγκρίνει τα ευρήματα του Κακοβάτου με τις εγκαταστάσεις στα ανακτορικά κέντρα της Τίρυνθας και των Μυκηνών και γράφει χαρακτηριστικώς «…daß das Haus (στον Κακόβατο) viel einfacher gebaut war als die Paläste von Tiryns und Mykenai…» Πρβ και Hiesel 1990, σελ.181.
1961 Δεν είναι πλέον ορατές, ούτε υπήρξε φωτογραφική ή σχεδιαστική τεκμηρίωση.
1962 Kilian 1987, σελ.33, Darcque 2005, σελ.120. Ο Γαλανάκης (Γαλανάκης 2006, σελ.82) θεωρεί ότι οι ίδιες αρχιτεκτονικές αρχές διέπουν το κτήριο στο Κακόβατο αλλά και τα λεγόμενα ανάκτορα στη Σπάρτη και τον βοιωτικό Ορχομενό, δηλ. ορθογώνια κάτοψη και διαίρεση του οικήματος σε τρία τμήματα. Μάλιστα αποκαλεί την κατασκευή του Κακοβάτου «βασιλική κατοικία».
1963 Dörpfeld 1907, σελ. XΙV, Darcque 2005, σελ. 282 (όπου αναφέρονται και ανάλογα από Μυκήνες, Δελφούς, όπου εντοπίστηκαν αγγεία με καρπούς εντός οικιών). Για παρουσία σύκων σε οικισμούς της μινωικής Κρήτης (οικία «Τζαμπακά» στο Ρέθυμνο και στις Στέρνες Ακρωτηρίου Χανίων) βλ. Tζεδάκις- Martlew 1999, σελ.41 και 102.
1964 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον μεταξύ των υλικών καταλοίπων του Κακόβατου παρουσιάζουν αποθηκευτικά αγγεία, που περιείχαν δεκάδες απανθρακωμένους καρπούς σύκου, πιθανότερα του είδους Ficus carica L. Τα φρούτα εντοπίστηκαν στην πλειονότητά τους σε ακέραιη μορφή ενώ στις περιπτώσεις των θραυσμένων ευρημάτων διακρίνεται η εσωτερική δομή που φέρει μικρές κοιλότητες με σπόρους προσαρτημένους ή περικλειόμενους σε αυτές. Οι σπόροι έχουν αμφίκυρτο σχήμα και χαρακτηριστικά αιχμηρό ομφαλό. Η συκιά, μαζί με την άμπελο (Vitis vinifera L.) και την ελιά (Olea europaea L.) θεωρείται ότι συγκροτούν την αρχαιότερη τριάδα καρποφόρων φυτών που περιήλθε σε καθεστώς συστηματικής καλλιέργειας και φυτοκομίας στον Παλαιό Κόσμο και η καλλιέργειά τους πιστεύεται ότι συνέβαλλε ουσιαστικά στον ευπορισμό των Μεσογειακών κοινωνιών της Εποχής του Χαλκού.
Τα φρούτα της συκιάς τρώγονται φρέσκα ή αποξηραμένα και είναι εξαιρετικά πλούσια σε σάκχαρα, με περιεκτικότητα περίπου 64%. Η αρχική κατάσταση στην οποία είχαν αποθηκευτεί, πριν από την απανθράκωσή τους, οι καρποί σύκων του Κακόβατου στο κεραμεικό αγγείο στο οποίο εντοπίστηκαν (δηλαδή ως φρέσκοι ως αποξηραμένοι καρποί) δεν είναι δυνατό να διευκρινιστεί, βασιζόμενη σε απλές στερεοσκοπικές παρατηρήσεις. Η καταγραφή σχετικών μορφομετρικών στοιχείων και ο φαινομενικά λογικός συσχετισμός του μικρού μεγέθους των ευρημάτων με την πρακτική της αποξήρανσης, κατά την οποία οι χυμοί του φρούτου συμπυκνώνονται και οι καρποί συρρικνώνονται σε όγκο, δεν αποτελούν ασφαλείς παραμέτρους για την απάντηση του συγκεκριμένου ερευνητικού ερωτήματος, με δεδομένη τη μεγάλη παραλλακτικότητα που παρουσιάζουν οι διάφορες ποικιλίες του γένους Ficus και τις ποικίλες μορφολογικές αλλοιώσεις που μπορεί να υφίστανται τα φυτικά κατάλοιπα σε συνθήκες απανθράκωσης. Η προγραμματιζόμενη στο εγγύς μέλλον υλοποίηση ενός ερευνητικού προγράμματος που θα συνδυάζει την παρατήρηση σε ηλεκτρονικό μικροσκόπιο των απανθρακωμένων σύκων του Κακόβατου και άλλων αρχαιολογικών θέσεων του ελλαδικού χώρου με πειραματικές απανθρακώσεις σύγχρονων φρέσκων και αποξηραμένων σύκων ενδέχεται να συνεισφέρει σημαντικά στη διερεύνηση της πιθανής εφαρμογής σχετικών πρακτικών επεξεργασίας και αποθήκευσης των συγκεκριμένων φυτικών προϊόντων (πρβ και Επίμετρο Β, με εκτενή αναφορά της Γεωργίας Κοτζαμάνη, αρχαιολόγου/ αρχαιοβοτανολόγου, που εργάζεται στην Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας Νοτίου Ελλάδος). Επιπλέον δείγμα σύκων (κατόπιν σχετικής αποφάσεως του Υπουργείου Πολιτισμού ΥΑ/ΥΠΠΟ/ΣΥΝΤ/Φ 44/5055/14.11.2008) δόθηκε στο Εργαστήριο Αρχαιομετρίας του Ε.ΚΕ.Φ.Ε «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ», προκειμένου να διενεργηθεί χρονολόγηση, με την εφαρμογή C14 (βλ. Επίμετρο Γ).
1965 Hiesel 1990, σελ.181, Darcque 2005, σελ. 177. Η συλλογή και απορροή των ομβρίων υδάτων υπήρξε σημαντική για τους Μυκηναίους.
1966 Dörpfeld 1907, σελ.XV, Dörpfeld 1908, σελ.316. Με τη βοήθεια του κ. Rambach επισκέφθηκα τις αποθήκες στο Ν. Μουσείο της Αρχ. Ολυμπίας και κατέγραψα συνοπτικά τα μοτίβα και τα σχήματα της κεραμικής από τον οικισμό του Κακοβάτου.
1967 Dörpfeld 1907, σελ.XV.
1968 Dörpfeld 1907, σελ.XV, σημειώνεται χαρακτηριστικά « Alles übrige ist monochrome Topfware, rote, hellgrau, schwarze Scherben (z.B mit gravierten Ornamenten, darunter den charakteristischen dreifachen»
1969 Ο Darcque (Darcque 2005 σελ.354) τοποθετεί χρονικώς το συγκρότημα Μ στην ΥΕΙΙΑ.
1970 Πρβ και οικείο κεφάλαιο κεραμικής.
1971 Mountjoy 1994, σελ.24 (για το FM 61) και 25 (για πιθαμφορέα από τον Θορικό Αττικής).
1972 Από το στέλεχος εντάσσεται στην ΥΕΙΙΒ.
1973 Πρβ και κεφάλαιο για σφονδύλια.
1974 Απαιτείται διεξοδική μελέτη του συνόλου του κεραμεικού υλικού, συνυπολογίζοντας την ανυπαρξία ημερολογίου και οποιωνδήποτε σημειώσεων.
1975 Maran 1989, σελ.68.
1976 Lauter 1995, σελ.88, Simpson– Hagel 2006, σελ.59.
2021 Η Voutsaki (Voutsaki 1995, σελ.58) ονομάζει το φαινόμενο «ασύμμετρη κατανομή πλούτου» .
2022 Laffineur 2003, σελ. 81.
2023 Shelmerdine 2001, σελ.349. Οι ηγεμόνες είναι επιφορτισμένοι με την άσκηση θρησκευτικών, οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, ενώ αποκτούν δύναμη και εξουσία, που επιδεικνύουν με την κτήση αντικειμένων γοήτρου.
2024 Στις πινακίδες της Γραμμικής Β καταγράφεται η διοικητική διαίρεση της «Μεσσηνίας» με όριο το βουνό Αιγάλεω.
2025 Carother– McDonald 1979, σελ.452. Στην ουσία οι καλλιέργειες δένδρων αφορούσαν στα ελαιόδενδρα και τις συκιές. Η καλλιέργεια της συκιάς, πρόκειται για μία από τις χαρακτηριστικές μεσογειακές καλλιέργειες (οι άλλες δύο υπήρξαν η ελιά και το αμπέλι), η σημασία της υπήρξε καθοριστική στη διατροφή του πληθυσμού και σύμφωνα με τις πινακίδες της Γραμμικής Β 1000 δένδρα ανήκαν στον άνακτα της Πύλου (Dzcyek 1994, σελ.98), ενώ στην περιοχή καλλιεργούνταν περίπου 1770 δένδρα (πινακίδα Gv 862) (Chadwick 1976, σελ.122).
2026 Darcque 2005, σελ.307.
2027 Τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι η ΥΕΙ/ΙΙΑ υπήρξε περίοδος ευημερίας για τη Μεσσηνία και τη νότια Ηλεία (Sgouritsa 2005, σελ.517).
2028 Graziadio 1998, σελ.64, Sgouritsa 2005, σελ.519.
2029 Rambach 2007, σελ.85, Ambre 2007, σελ.51 .
2031 Τα κτερίσματα περιορίζονταν σε ένα ή δύο αγγεία ανά ταφή, υποδηλώνοντας το χαμηλό βιοτικό αλλά και κοινωνικό επίπεδο των κατοίκων του. Δεν μπορεί να αποκλεισθεί η λειτουργία του Σαμικού ως στρατιωτικού σταθμού (άλλωστε «δερβένι» υπήρξε και στα νεώτερα χρόνια), ο οποίος επόπτευε το στενό πέρασμα από την Ηλεία στη Μεσσηνία.
2032 Η Ηλεία είναι μία από τις πλέον σεισμογενείς περιοχές της Ελλάδος (πρβ και σελ.9–10 του Κεφαλαίου της Εισαγωγής).
Σημειώσεις:
2093 Ο Dickinson (Dickinson 1982, σελ.126) αξιολογώντας συνολικά τα τότε αρχαιολογικά δεδομένα εκτιμούσε πως τόσο η Ηλεία όσο και η Αρκαδία υπήρξαν ασήμαντες για την προϊστορία της Πελοποννήσου. Η ανασκαφική έρευνα της τελευταίας εικοσαετίας (και στις δύο περιοχές) κατέρριψε τον προαναφερθέντα ισχυρισμό (αναφέρουμε μόνον την αποκάλυψη των νεκροταφείων της Αγ. Τριάδας και Παλαιοκάστρου αντιστοίχως).
2094Rehak 1997 Graziadio 1998, σελ.55
2095 Kryszowska 2005, σελ.125. Σημειώνονται οι μεγάλες συγκεντρώσεις αμεθύστου στον Κακόβατο. Ανάλογα παραδείγματα εντοπίζονται στη Μιδέα, τις Μυκήνες (Αργολίδα), την Πυλία, το Βαφειό και τη Θήβα (Κολωνάκι θαλ.Τ.17), δηλ. σε ό,τι ονομάζεται «ανακτορικό κέντρο».
2096 Ο αμέθυστος ενδεχομένως εισαγόταν σε ακατέργαστη μορφή (Kryszowska 2005, σελ.126). Επίσης και Graziadio 1998, σελ.55.
2097 Graziadio 1998, σελ.30.
2098 Shelmerdine 2001, σελ.353.
2099 Beck 1970, σελ. 208, 209
2100 Hughes-Brock 1985, σελ.259, Beck 1995, σελ.122.
2101 Beck 1970, σελ.17. Μυκηναϊκά ευρήματα στην Ανατολική Ευρώπη πιστοποιούν την ύπαρξη εμπορικών επαφών- ανταλλαγών μεταξύ της προαναφερθείσας περιοχής και του ευρύτερου ελλαδικού χώρου. Αντίθετα αιγαιακά τέχνεργα δεν έχουν επισημανθεί στην Γαλλία, την Βρετανία ή τις ακτές της Βόρειας Ευρώπης. Πρόσφατη πάντως μελέτη προτάσσει την πιθανή εισαγωγή στη Δυτική Ευρώπη από το Αιγαίο ή την Ανατολή ψήφων από φαγεντιανή, υαλόμαζα ή μετάλλινων αντικειμένων (Harding 1990). Συνοπτική αλλά περιεκτική περιγραφή των μεταπρατικού χαρακτήρα επαφών των Μυκηναίων με την Κεντρική, Ανατολική και Δυτική Ευρώπη γίνεται και στο Μυκηναϊκός Κόσμος, σελ. 66, αλλά και Θεοί και Ήρωες της Εποχής του Χαλκού, σελ. 40 αλλά και Cline 1994, σελ.78-84 Για τις σχέσεις μυκηναϊκής Ελλάδας και Βαλκανικής ενδοχώρας πρβ. και Bouzek 1994, σελ.218-224
2102 Bouzek 2007, σελ.357.
2103 Ο Beck προτείνει την ύπαρξη των εμπορικών δρόμων ανάλογα με τη χρονική περίοδο. Στην πρώιμη μυκηναϊκή περίοδο το ήλεκτρο προέρχεται από τη Μεγ. Βρετανία και έρχεται στην Πελοπόννησο μέσω Δυτ. Ευρώπης ενώ αργότερα το υλικό “ταξίδευε’’ διασχίζοντας την Κεντρική Ευρώπη.
2104 Δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι μετά από σφοδρή θαλασσοταραχή και τρικυμία μεγάλα κομμάτια ηλέκτρου «κατακλύζουν» τις ακτές Γερμανίας και Πολωνίας (Hughes-Brock 1998, σελ.254)
2105 Hughes-Brock 1985, σελ.259.
2106 Beck 1970, σελ.15
2107 Milojcic 1955, σελ.317
2108 Hughes-Brock 1998, σελ.254
2109 Hachmann 1957, σελ.10, 20, 24
2110 Harding- Hughes- Brock 1974, σελ. 219. Στους διαχωριστές από την Αγγλία και τη νότιο Γερμανία θα πρέπει να προστεθεί και ένα ακόμη δείγμα από την χερσόνησο της Γιουτλάνδης.
2111 Cultraro 2007, σελ. 381
2112 Cultraro 2007, σελ. 381-383.
1965 Hiesel 1990, σελ.181, Darcque 2005, σελ. 177. Η συλλογή και απορροή των ομβρίων υδάτων υπήρξε σημαντική για τους Μυκηναίους.
1966 Dörpfeld 1907, σελ.XV, Dörpfeld 1908, σελ.316. Με τη βοήθεια του κ. Rambach επισκέφθηκα τις αποθήκες στο Ν. Μουσείο της Αρχ. Ολυμπίας και κατέγραψα συνοπτικά τα μοτίβα και τα σχήματα της κεραμικής από τον οικισμό του Κακοβάτου.
1967 Dörpfeld 1907, σελ.XV.
1968 Dörpfeld 1907, σελ.XV, σημειώνεται χαρακτηριστικά « Alles übrige ist monochrome Topfware, rote, hellgrau, schwarze Scherben (z.B mit gravierten Ornamenten, darunter den charakteristischen dreifachen»
1969 Ο Darcque (Darcque 2005 σελ.354) τοποθετεί χρονικώς το συγκρότημα Μ στην ΥΕΙΙΑ.
1970 Πρβ και οικείο κεφάλαιο κεραμικής.
1971 Mountjoy 1994, σελ.24 (για το FM 61) και 25 (για πιθαμφορέα από τον Θορικό Αττικής).
1972 Από το στέλεχος εντάσσεται στην ΥΕΙΙΒ.
1973 Πρβ και κεφάλαιο για σφονδύλια.
1974 Απαιτείται διεξοδική μελέτη του συνόλου του κεραμεικού υλικού, συνυπολογίζοντας την ανυπαρξία ημερολογίου και οποιωνδήποτε σημειώσεων.
1975 Maran 1989, σελ.68.
1976 Lauter 1995, σελ.88, Simpson– Hagel 2006, σελ.59.
2021 Η Voutsaki (Voutsaki 1995, σελ.58) ονομάζει το φαινόμενο «ασύμμετρη κατανομή πλούτου» .
2022 Laffineur 2003, σελ. 81.
2023 Shelmerdine 2001, σελ.349. Οι ηγεμόνες είναι επιφορτισμένοι με την άσκηση θρησκευτικών, οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, ενώ αποκτούν δύναμη και εξουσία, που επιδεικνύουν με την κτήση αντικειμένων γοήτρου.
2024 Στις πινακίδες της Γραμμικής Β καταγράφεται η διοικητική διαίρεση της «Μεσσηνίας» με όριο το βουνό Αιγάλεω.
2025 Carother– McDonald 1979, σελ.452. Στην ουσία οι καλλιέργειες δένδρων αφορούσαν στα ελαιόδενδρα και τις συκιές. Η καλλιέργεια της συκιάς, πρόκειται για μία από τις χαρακτηριστικές μεσογειακές καλλιέργειες (οι άλλες δύο υπήρξαν η ελιά και το αμπέλι), η σημασία της υπήρξε καθοριστική στη διατροφή του πληθυσμού και σύμφωνα με τις πινακίδες της Γραμμικής Β 1000 δένδρα ανήκαν στον άνακτα της Πύλου (Dzcyek 1994, σελ.98), ενώ στην περιοχή καλλιεργούνταν περίπου 1770 δένδρα (πινακίδα Gv 862) (Chadwick 1976, σελ.122).
2026 Darcque 2005, σελ.307.
2027 Τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι η ΥΕΙ/ΙΙΑ υπήρξε περίοδος ευημερίας για τη Μεσσηνία και τη νότια Ηλεία (Sgouritsa 2005, σελ.517).
2028 Graziadio 1998, σελ.64, Sgouritsa 2005, σελ.519.
2029 Rambach 2007, σελ.85, Ambre 2007, σελ.51 .
2031 Τα κτερίσματα περιορίζονταν σε ένα ή δύο αγγεία ανά ταφή, υποδηλώνοντας το χαμηλό βιοτικό αλλά και κοινωνικό επίπεδο των κατοίκων του. Δεν μπορεί να αποκλεισθεί η λειτουργία του Σαμικού ως στρατιωτικού σταθμού (άλλωστε «δερβένι» υπήρξε και στα νεώτερα χρόνια), ο οποίος επόπτευε το στενό πέρασμα από την Ηλεία στη Μεσσηνία.
2032 Η Ηλεία είναι μία από τις πλέον σεισμογενείς περιοχές της Ελλάδος (πρβ και σελ.9–10 του Κεφαλαίου της Εισαγωγής).
Σημειώσεις:
2093 Ο Dickinson (Dickinson 1982, σελ.126) αξιολογώντας συνολικά τα τότε αρχαιολογικά δεδομένα εκτιμούσε πως τόσο η Ηλεία όσο και η Αρκαδία υπήρξαν ασήμαντες για την προϊστορία της Πελοποννήσου. Η ανασκαφική έρευνα της τελευταίας εικοσαετίας (και στις δύο περιοχές) κατέρριψε τον προαναφερθέντα ισχυρισμό (αναφέρουμε μόνον την αποκάλυψη των νεκροταφείων της Αγ. Τριάδας και Παλαιοκάστρου αντιστοίχως).
2094Rehak 1997 Graziadio 1998, σελ.55
2095 Kryszowska 2005, σελ.125. Σημειώνονται οι μεγάλες συγκεντρώσεις αμεθύστου στον Κακόβατο. Ανάλογα παραδείγματα εντοπίζονται στη Μιδέα, τις Μυκήνες (Αργολίδα), την Πυλία, το Βαφειό και τη Θήβα (Κολωνάκι θαλ.Τ.17), δηλ. σε ό,τι ονομάζεται «ανακτορικό κέντρο».
2096 Ο αμέθυστος ενδεχομένως εισαγόταν σε ακατέργαστη μορφή (Kryszowska 2005, σελ.126). Επίσης και Graziadio 1998, σελ.55.
2097 Graziadio 1998, σελ.30.
2098 Shelmerdine 2001, σελ.353.
2099 Beck 1970, σελ. 208, 209
2100 Hughes-Brock 1985, σελ.259, Beck 1995, σελ.122.
2101 Beck 1970, σελ.17. Μυκηναϊκά ευρήματα στην Ανατολική Ευρώπη πιστοποιούν την ύπαρξη εμπορικών επαφών- ανταλλαγών μεταξύ της προαναφερθείσας περιοχής και του ευρύτερου ελλαδικού χώρου. Αντίθετα αιγαιακά τέχνεργα δεν έχουν επισημανθεί στην Γαλλία, την Βρετανία ή τις ακτές της Βόρειας Ευρώπης. Πρόσφατη πάντως μελέτη προτάσσει την πιθανή εισαγωγή στη Δυτική Ευρώπη από το Αιγαίο ή την Ανατολή ψήφων από φαγεντιανή, υαλόμαζα ή μετάλλινων αντικειμένων (Harding 1990). Συνοπτική αλλά περιεκτική περιγραφή των μεταπρατικού χαρακτήρα επαφών των Μυκηναίων με την Κεντρική, Ανατολική και Δυτική Ευρώπη γίνεται και στο Μυκηναϊκός Κόσμος, σελ. 66, αλλά και Θεοί και Ήρωες της Εποχής του Χαλκού, σελ. 40 αλλά και Cline 1994, σελ.78-84 Για τις σχέσεις μυκηναϊκής Ελλάδας και Βαλκανικής ενδοχώρας πρβ. και Bouzek 1994, σελ.218-224
2102 Bouzek 2007, σελ.357.
2103 Ο Beck προτείνει την ύπαρξη των εμπορικών δρόμων ανάλογα με τη χρονική περίοδο. Στην πρώιμη μυκηναϊκή περίοδο το ήλεκτρο προέρχεται από τη Μεγ. Βρετανία και έρχεται στην Πελοπόννησο μέσω Δυτ. Ευρώπης ενώ αργότερα το υλικό “ταξίδευε’’ διασχίζοντας την Κεντρική Ευρώπη.
2104 Δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι μετά από σφοδρή θαλασσοταραχή και τρικυμία μεγάλα κομμάτια ηλέκτρου «κατακλύζουν» τις ακτές Γερμανίας και Πολωνίας (Hughes-Brock 1998, σελ.254)
2105 Hughes-Brock 1985, σελ.259.
2106 Beck 1970, σελ.15
2107 Milojcic 1955, σελ.317
2108 Hughes-Brock 1998, σελ.254
2109 Hachmann 1957, σελ.10, 20, 24
2110 Harding- Hughes- Brock 1974, σελ. 219. Στους διαχωριστές από την Αγγλία και τη νότιο Γερμανία θα πρέπει να προστεθεί και ένα ακόμη δείγμα από την χερσόνησο της Γιουτλάνδης.
2111 Cultraro 2007, σελ. 381
2112 Cultraro 2007, σελ. 381-383.