.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Τρίτη 4 Ιουνίου 2019

Ἱρή- Ἀβία- Μαντίνεια: Ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις


Έχοντας ως όχημα τη ρήση «ἀρχή παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις»1 που αποδίδεται στον ιδρυτή της κυνικής φιλοσοφίας Αντισθένη (-445/ -365), στη μετά χείρας εργασία θα επιχειρήσουμε την ετυμολόγηση των γεωγραφικών τοπωνυμίων Ἱρή, Ἀβία και Μαντίνεια. Στόχος μας είναι να αναδείξουμε την ιστορικότητα της περιοχής επικαλούμενοι τον Όμηρο, τον Παυσανία και τον Στράβωνα και να καταλήξουμε στα μεσαιωνικά χρόνια όπου με την άφιξη των Μαντινέων αποίκων τέθηκαν οι βάσεις για να αποκτήσει η γενέτειρά μας Αβία τη σημερινή της μορφή.

α) Ἱρή.

ἑπτὰ δέ οἱ δώσω εὖ ναιόμενα πτολίεθρα
Καρδαμύλην Ἐνόπην τε καὶ Ἱρὴν ποιήεσσαν
Φηράς τε ζαθέας ἠδ᾽ Ἄνθειαν βαθύλειμον
καλήν τ᾽ Αἴπειαν καὶ Πήδασον ἀμπελόεσσαν.
πᾶσαι δ᾽ ἐγγὺς ἁλός, νέαται Πύλου ἠμαθόεντος·
ἐν δ᾽ ἄνδρες ναίουσι πολύρρηνες πολυβοῦται

(Ομήρου Ιλιάδα, Ι 150-154)2
Κι ακόμα επτά υπόσχομαι να του παραχωρήσω πόλεις,
ευνομούμενες: την Καρδαμύλη, την Ενόπη, την καταπράσινη Ιρή,
την ιερή Φηρή, την Άνθεια με τους πολλούς λειμώνες,
την όμορφη Αίπεια, την αμπελόφυτή μας Πήδασο
πόλεις αυτές παράλιες στην άκρη εκεί της Πύλου,
με τις μεγάλες αμμουδιές.3
(Μετάφραση Δ. Ν. Μαρωνίτη)
Το παραπάνω χωρίο της Ιλιάδας είναι η αρχαιότερη σωζόμενη γραπτή μαρτυρία για την περιοχή που εξετάζουμε στη μετά χείρας μελέτη. Η Ἱρή βρίσκεται ανάμεσα στα «ἑπτὰ εὖ ναιόμενα πτολίεθρα», τις επτά πολιτείες που μπορούν να κατοικηθούν όμορφα (ναίω= κατοικώ), τις οποίες μαζί με άλλα δώρα προσφέρει ο αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων στην Τροία, Αγαμέμνων για να κάμψει την οργή του Αχιλλέα που είχε αποσυρθεί από τη μάχη προσβεβλημένος από την αρπαγή της Βρισηίδος. Δεν γνωρίζουμε όμως αν η περιοχή, την οποία οι αρχαιολόγοι τοποθετούν στη θέση της σημερινής Παλιόχωρας, ονομαζόταν Ἱρή κατά τα μυκηναϊκά χρόνια δεδομένου ότι η Ιλιάδα γράφτηκε τον -8ο αιώνα (-760/ -710 σύμφωνα με πρόσφατη βρετανική μελέτη) ενώ ο Τρωικός Πόλεμος που κατά πάσα πιθανότητα ήταν μια γενικευμένη σύγκρουση -και όχι μυθική διήγηση- για τον έλεγχο των εμπορικών δρόμων των στενών του Βοσπόρου πέντε αιώνες νωρίτερα (-1194/ -1184  κατά τον ιστορικό και μαθηματικό Ερατοσθένη τον Κυρηναίο -276/ -194), γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις ανασκαφές του φημισμένου Γερμανού αρχαιολόγου Ερρίκου Σλήμαν (Heinrich Schliemann 1822-1890) στα ερείπια της Τροίας το 1870. Ας μη λησμονηθεί, επίσης, ότι η ομηρική γλώσσα, εμφορούμενη από ποικιλομορφία, ένεκα της χρήσης στοιχείων διαφορετικών διαλέκτων, δεν ομιλήθηκε ποτέ. Ας επισημάνουμε, ότι πληθώρα ομηρικών τύπων, τα ἅπαξ λεγόμενα (hapax), δεν απαντώνται σε άλλα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας αλλά ο επικός ποιητής καταλήγει σε αυτούς για να επιτευχθεί η μετρική.
Η ετυμολογία του τοπωνυμίου Ἱρή δεν έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά, όμως θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε πως συνδέεται ετυμολογικά με το επίθετο ἱρός που είναι τύπος του επίθετου ἱερός που συναντάται στην ιωνική διάλεκτο καθώς και τα ομηρικά έπη (π.χ. Ομήρου Οδύσσεια α. 65-66, ἱρὰ θεοῖσιν ἀθανάτοισιν ἔδωκε4 = χάρισε ναούς στους αθανάτους θεούς). Ας επισημάνουμε ότι το επίθετο ἱρός, -ή, -όν αλλά και το ομηρικό τοπωνύμιο Ἱρή δασύνονται.5 Σε αυτό το σημείο πρέπει να λάβουμε υπόψιν πως και ο ίδιος ο Όμηρος φέρεται να είναι ιωνικής κατάγωγής (κατά πάσα πιθανότατα από τη Χίο ή τη Σμύρνη που είναι οι επικρατέστερες από τις επτά πόλεις που ερίζουν για την καταγωγή του). Η σύνδεση της ομηρικής Ἱρής με το επίθετο ἱερός μπορεί να ενισχυθεί από το γεγονός ότι στην περιοχή, σύμφωνα με τον Παυσανία, υπήρχε ιερό του Ηρακλή και Ασκληπιείο, το οποίο συσχετίζεται με την άφιξη των Δωριέων κατά τον 11ο αιώνα.6
Όπως βλέπουμε και στο απόσπασμα της Ιλιάδος που παρατέθηκε στην αρχή της εργασίας μας, ο Όμηρος αποκαλεί την Ἱρή «ποιήεσσαν». Πρόκειται για επίθετο που παράγεται από τη λέξη ποίη. Η λέξη ποίη7 είναι ιωνικός τύπος αντίστοιχος της λέξης πόα. Στο λεξικό Σταματάκου στο λήμμα «πόα»8 δίδεται η ερμηνεία: χόρτον, βοτάνη, «κάθε πρασινάδα», «γρασίδι», πρός τροφήν κτηνῶν ἤ καί ἀνθρώπων. Από τη λέξη ποίη σχηματίζεται το τριγενές και τρικατάληκτο επίθετο: ποιήεις, ποιήεσσα, ποιῆεν που στο ίδιο λεξικό αποδίδεται ως: ὁ ἔχων ἄφθονην πόαν, ποώδης, χλοερός, ἄφθονος εἰς χλόην.9 Μπορούμε να συμπεράνουμε από τον συγκεκριμένο επιθετικό προσδιορισμό πως η περιοχή της Αβίας, κατά το μεταίχμιο δηλαδή γεωμετρικής και αρχαϊκής εποχής ήταν γνωστή για την βλάστησή της.



β) Αβία.
Η ετυμολογία της λέξης Αβία δεν έχει τεκμηριωθεί. Στα σημαντικότερα λεξικά της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας (Lidell-Scott και Σταματάκου) συναντάμε το τριγενές και δικατάληκτο σύνθετο επίθετο της β’ κλίσης (ὁ, ἡ ἄβιος, τό ἄβιον) ωστόσο το τοπωνύμιο Ἀβία παραμένει αθησαύριστο. Το επίθετο ἄβιος-ον προέρχεται από το α- (στερητικό) και το ουσιαστικό βίος. Στις ερμηνείες αυτού του λήμματος διαβάζουμε «αυτός που δεν έχει περιουσία, που πένεται, που λιμοκτονεί». Επίσης, ως ἄβιος ορίζεται ο ανυπόφορος, «ὁ μή δυνάμενος νά συντηρηθῇ».10 Στα ομηρικά έπη ἄβιοι καλούνται οι απλοί στον τρόπο ζωής.11
Ωστόσο η σύνδεση του τοπωνυμίου Ἀβία με αυτό το επίθετο φαίνεται να μας ξενίζει, δεδομένου ότι οι αρχαίοι απέφευγαν να χρησιμοποιούν λέξεις φορτισμένες αρνητικά στην καθημερινή τους ζωή και στη θέση τους επέλεγαν άλλες με θετική σημασία, τις οποίες χρησιμοποιούσαν κατ΄ ευφημισμόν π.χ. εὐήθης (αυτός που έχει καλό ήθος, δίκαιος, ανοιχτόκαρδος12 - βλ. αγαθός στα νέα ελληνικά) αντί για ἄφρων, ἄνους, μωρός που έχουν τη σημασία του ανόητου, επίσης εὐώνυμος δηλαδή «περίφημος, ξακουστός» αντί για ἀριστερός (μιας και αριστερά του ατόμου που θυσιάζει βρίσκονταν η Δύση και οι οιωνοί που κατέφταναν από εκεί ήταν φορτισμένοι αρνητικά)13, Εὐμενίδες αντί Ἐρινύες. Η συνήθεια αυτή επιβιώνει μέχρι και σήμερα: γλυκάδι αντί ξύδι, Εύξεινος αντί Άξενος Πόντος και Ειρηνικός Ωκεανός. Δεν πρέπει να παραλείψουμε επίσης πως μια τέτοια φορτισμένη αρνητικά σημασία έρχεται σε σύγκρουση με τον επιθετικό προσδιορισμό «ποιήεσσα» που χαρακτηρίζει την ομηρική Ἱρή, όπως είδαμε σε άλλο σημείο της έρευνάς μας. Πρέπει να επισημάνουμε, πως πέραν του στερητικού α- όμως, υπάρχει και το αθροιστικό π.χ. ἀδελφός: α+δελφύς (μήτρα), ἄλοχος (= η σύζυγος): α+λόχος (κλίνη) αλλά και το επιτατικό, όπως απαντά στο επίρρημα ἄγαν (= πολύ). Αν στην προσπάθεια ετυμολόγησης της λέξης λάβουμε υπόψιν μας το αθροιστικό -α τότε Αβία σημαίνει «πολύζωη ή απόλυτα βιώσιμη».
Αυτή η απόπειρα ετυμολόγησης, μπορεί να συνδεθεί με την ποιήεσσα Ἱρή, την καρπερότητα της οποίας υμνεί ο Όμηρος.
Με τα παραπάνω συμφραζόμενα μπορεί να συνδεθεί και μια παράδοση που διασώζεται στον IV τόμο του μνημειώδους έργου «Ἑλλάδος Περιήγησις» του Παυσανία (+110/ +180). Αυτή η παράδοση έχει σχέση με τον Ύλλο ή Γλήνο, υιό του Ηρακλή και της Δηιάνειρας και επικεφαλής των Ηρακλειδών και της δωρικής φυλής των Υλλειών. Πιο συγκεκριμένα ο περιηγητής αναφέρεται στην παραθαλάσσια πόλη Ἀβία ή Ἴρη (και όχι Ἱρή) που βρισκόταν ανάμεσα στις επτά πόλεις που έταξε ο Αγαμέμνων στον Αχιλλέα. Στο μέρος αυτό, κατά τον Παυσανία, μετά την ήττα των Δωριέων από τους Αχαιούς, κατέφυγε η τροφός του Γλήνου Αβία, η οποία και ίδρυσε ιερό προς τιμήν του Ηρακλέους. Στη συνέχεια της διήγησης μαθαίνουμε πως ο Κρεσφόντης τίμησε την τροφό δίδοντας το όνομα της στην πόλη, στην οποία εκτός του γνωστού αφιερωμένου στον Ηρακλή ναού υπήρχε και Ασκληπιείο.14
Όπως είναι γνωστό, μια τροφός, μια παραμάνα είναι επιφορτισμένη με την ανατροφή ενός παιδιού, δεδομένου ότι πέραν της φύλαξης ήταν επιφορτισμένη με τη διατροφή και τη γαλούχηση κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του. Ως εκ τουτου θα ήταν ανασφαλές να συνδέσουμε το όνομα μιας τροφού με το λεξικογραφημένο επίθετο ἄβιος (α-στερητικό + βίος) δηλαδή αβίωτος, αν σκεφτούμε πως η έννοια της τροφού συσχετίζεται με την επάρκεια των αγαθών και την ευημερία. Αξίζει μάλιστα να παραθέσουμε και τη φράση «κέρας τῆς Ἀμαλθείας», συνώνυμο της φράσης «πηγή ἀφθονίας» ενθυμούμενοι την ονομαστή αίγα Αμάλθεια < α- στερητικό + μάλθος [= έλλειψη, στέρηση (βλ. μαλθακός)], τροφό του νέογέννητου Δία στον Ιδαίον Άντρο της Κρήτης. Ίσως η τροφός Αβία να προέκυψε από την θεοποίηση της ομηρικής Ἱρῆς που ήταν φημισμένη για την ευκαρπία και τη γονιμότητά της, καθώς στην αρχαία ελληνική θρησκεία και στις πολυθεϊστικές θρησκείες συλλήβδην είναι πάγια τακτική η απόδοση θεϊκών τιμών σε λειτουργίες της φύσης που δεν μπορούσαν να εξηγηθούν με τη λογική του πρωτόγονου ανθρώπου.
Το γεγονός ότι ο Παυσανίας αναφέρει την Ἱρή ως Ἴρη δεν πρέπει να μας ξενίζει καθώς σε όλο το ομηρικό corpus και δη στο χωρίο της ραψωδίας Ι της Ιλιάδας που αναφέρεται στην προσφορά του Αγαμέμνονα στον Αχιλλέα δεν συναντάται κάποια πόλη που φέρει την ονομασία Ἴρη.
Ο γεωγράφος Στράβων (-64/ +24), με τη σειρά του, αναφέρεται στην «ποιήεσσαν Ἱρήν», διαφωνεί όμως στην ταύτισή της με τη σημερινή Αβία καθώς παραθέτει ότι μερικοί τοποθετούσαν την ομηρική Ἱρή στο όρος μεταξύ Οιχαλίας και Μεγαλόπολης και άλλοι στην παραθαλάσσια πόλη Μεσόλα που βρίσκεται μεταξύ Μεσσηνίας και Ταϋγέτου.15

γ) Μαντίνεια.
Σύμφωνα με την παράδοση, η μεσαιωνική Μαντίνεια ιδρύθηκε από Μαντινείς φυγάδες της Αρκαδικής Μαντινείας, όταν οι τελευταίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες κατά τις επιδρομές των Σλάβων κατά τους μέσους βυζαντινούς χρόνους.16 Λαμβάνοντας υπόψιν αυτήν την εικασία (δεν έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά) οφείλουμε να εξετάσουμε παραδεδεγμένους θρύλους, αναφορές σε αρχαία κείμενα και ιστορικά τεκταινόμενα της Αρκαδικής Μαντινείας.
Σύμφωνα με τις πηγές η Μαντινεία ήταν αρχαιότατη πόλη της οποίας η ίδρυση χάνεται στον χρόνο. Κατά την παράδοση ιδρυτής της πόλης ήταν ο Μαντινεύς κατά άλλους Μαντίνους, ένας από τους πενήντα γιους του μυθικού βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάονα. Ο Μαντινεύς έδωσε στην αρκαδική πόλη το όνομά του.17 Στην διάλεκτο της περιοχής (αρκαδική) η πόλη ονομάζεται Μαντινέα και στην ιωνική διάλεκτο Μαντινέη (ως ἐρατινή Μαντινέη ήτοι αγαπητή Μαντίνεια αναφέρεται στα ομηρικά έπη), ωστόσο επικράτησε η σημερινή της ονομασία λόγω της σταδιακής κυριαρχίας της αττικής διαλέκτου μετά τον -5ο αιώνα.18
Πέραν της σύνδεσης της με τον μυθικό ήρωα και πρώτο οικιστή της Μαντινέα, η ετυμολογία της λέξης Μαντινεία μπορεί επίσης να συνδεθεί με τη λέξη «μάντις».
Η περιοχή που εκτεινόταν ονομαζόταν «Μαντική» και καταλάμβανε όλη τη σημερινή πεδιάδα της Τρίπολης, η οποία εκτείνεται ακριβώς μέχρι τη θέση της αρχαίας Μαντινείας.
Πέραν τούτου είναι πολύ πιθανόν να βρίσκεται και κάποιο μαντείο ανάμεσα στα ιερά της πόλης, όπου ιέρεια ήταν η Διοτίμα. Για τη Διοτίμα διαβάζουμε στον πλατωνικό διάλογο «Συμπόσιον ἤ περί ἔρωτος», όπου ο Σωκράτης δηλώνει πως η Διοτίμα ήταν σοφή γυναίκα από τη Μαντίνεια, που κάποτε κράτησε μακριά από την Αθήνα έναν λοιμό και του δίδαξε τα «ερωτικά».19 Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο υπάρχει άγαλμα της Διοτίμας από την αρχαία Μαντινεία που κρατά στα χέρια της συκώτι, ένδειξη ότι ήταν μάντις.
Ανακεφαλαιώνοντας τα παραπάνω, οφείλουμε να επισημάνουμε πως τα ανωτέρω τοπωνύμια δεν έχουν θησαυριστεί σε ετυμολογικά λεξικά της αρχαίας ελληνικής (Σταματάκος, Hoffmann) και η απόπειρα ανασύστασης της ετυμολογίας τους ανήκει στον γράφοντα.


ΚΩΣΤΕΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
Ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις Ἱρή - Ἀβία - Μαντίνεια

Κωστέας Κωνσταντίνος (Καλαμάτα, 1990). Είναι φιλόλογος, αριστούχος απόφοιτος της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμικών Σπουδών του Πανεπ. Πελοποννήσου. Κατοικεί στην Καλαμάτα. Κατάγεται από τη Μεγάλη Μαντίνεια. Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα εκτείνονται στη μελέτη της Αρχαίας και Νέας Ελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας, της Γλωσσολογίας, της Ιστορίας και της Φιλοσοφίας. Το 2015, με τον Κων. Σίσσα, εξέδωσαν το σχολικό βοήθημα «Εισαγωγή στη γνώση της Αρχαίας Ελληνικής για μαθητές Γυμνασίου». Ασχολείται με την ποίηση και έχει δημοσιεύσει σε ιστοτόπους.

1 Αποδίδεται στη νέα ελληνική ως «η αρχή της εκπαίδευσης βρίσκεται στην εξέταση των ονομάτων». Διαφορετικές εκδοχές της ανωτέρω ρήσης έχουν διατυπωθεί στο έργο του Αριστοτέλη (-384/ -322) αλλά και του στωικού φιλόσοφου Επικτήτου (+55/ +135).
2 Homeri Opera, Tomus 1, David Monro, Thomas Allen, Αθήνα: Εκδόσεις Καρδαμίτσα (Oxford Classical Texts) χ.χ. σελ. 179.
3 Ομήρου Ιλιάς, Τόμος πρώτος (ραψωδίες Α-Μ), Μετάφραση-Επιλεγόμενα Δ.Ν. Μαρωνίτης, Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα 2009, σελ. 184.
4 Ομήρου, Οδύσσεια Κείμενο και Ερμηνευτικό Υπόμνημα, Τόμος Α΄ Ραψωδίες Α-Θ, Επιμέλεια Α. Ρεγκάκος, Αθήνα: Παπαδήμας 2009 σελ. 2.
5 Το επίθετο ἱρός, ἱρή, ἱρόν απαντάται και σε άλλα χωρία των ομηρικών επών αλλά και σε μεταγενέστερους κλασικούς συγγραφείς: Πλάτων, Αθήναιος, Στράβων, Λουκιανός, Πλούταρχος κ.α. Περισσότερες πληροφορίες μπορούν να αναζητηθούν στη διαδικτυακή ψηφιακή βιβλιοθήκη Perseus ‘http://www.perseus.tufts.edu/hopper/wordfreq?lang=greek&lookup=i(ro%2Fs’. Ημερομηνία τελευταίας επίσκεψης 28/5/2016.
6 Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις, Λακωνικά, Εισαγωγή-Μετάφρασις Κώστα Ψυχογιού, Αθήνα: Ζαχαρόπουλος 1939 σελ. 205.
7 Ιωάννου Σταματάκου, Λεξικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα: Βιβλιοπρομηθευτική 1999 σελ. 806.
8 Ι.Σταματάκου, ό.π. σελ. 804.
9 Ι. Σταματάκου, ό.π. σελ. 804.
10 Ι. Σταματάκου, ό.π. σελ. 13.
11 Lidell&Scott, Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού της Ελληνικής γλώσσης, Αθήνα: Εκδόσεις Πελεκάνος 2007 σελ. 10.
12 Ι. Σταματάκου, ό.π. σελ. 403.
13 Ι. Σταματάκου, ό.π. σελ. 176.
14 Παυσανίου, ό.π. σελ. 205.
15 Στράβωνος, Γεωγραφικά, Τόμος Δέκατος, Αρχαίο Κείμενο-Μετάφραση Σημειώσεις Κ.Θ. Αράπογλου, Αθήνα: Πάπυρος 1965 σελ. 73-75.
16 Καπετανάκη Σταύρου, Οι Μαντίνειες της Μάνης, Αθήνα: Παραγωγή Γραφικές Τέχνες- Λύχνος Ε.Π.Ε. 1996 σελ. 32.
17 Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 17, λήμμα: «Μαντινεία», Αθήνα: Εκδόσεις Χάρη Πάτση, 1977 σελ. 339.
18 Ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου Πατρών, Τμήμα Η/Υ και Πληροφορικής, Ιστορία της Μαντινείας ‘http://arcadia.ceid.upatras.gr/arkadia/arcadia-hist/topics/manthist.html’. Ημερομηνία Επίσκεψης 29/05/2016.
19 Πλάτωνος Διάλογοι, Τόμος 3 (Συμπόσιον, Φαίδρος) Προλέγόμενα Κ. Γεωργούλη, Σχόλια και Ανάλυση Βασ. Δεδούση, Αθήνα: Ζαχαρόπουλος, 1937 σελ. 187
.




Printfriendly