(1926–1929, 1933–1934, 1952, 2015–2017)
Ανασκαφές
Οι εργασίες ξεκίνησαν το 1926 όταν ο Σουηδός αρχαιολόγος Natan Valmin κατέφτασε στην περιοχή και του παρουσίασαν δύο θολωτούς τάφους δυτικά της ακρόπολης της Μάλθης, κοντά στο σύγχρονο μικρό χωριό της Μάλθης (πρώην Μποντιά). O Valmin τους ανέσκαψε μέσα στην ίδια χρονιά. Επίσης, ένας τρίτος θολωτός τάφος εντοπίστηκε, αλλά καταστράφηκε προτού προλάβουν να τον εξερευνήσουν. Το 1927 ξεκίνησε τις ανασκαφές του οικισμού στην κορυφή της ακρόπολης. Οι εργασίες συνεχίστηκαν εκεί τα έτη 1929, 1933 και 1934, ανακαλύπτοντας την περιοχή στο σύνολό της. Το 1936 ανασκάφηκε ένα κτήριο στον κάτω οικισμό, το οποίο χρονολογείται από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Κατά τη διάρκεια όλων των ανασκαφικών εργασιών, ο Valmin αναζήτησε μάταια θαλαμοειδείς τάφους στην περιοχή.
Ο Michael Lindblom και η Rebecca Worsham επαναξεκίνησαν τις εργασίες στον οχυρωμένο οικισμό στο παρακλάδι του βουνού μεταξύ 2015 και 2017. Σκοπός τους ήταν η διόρθωση ορισμένων σφαλμάτων στη χρονολόγηση των αρχαιολογικών στρωμάτων, καθώς και στα δημοσιευμένα σχέδια του αρχαιολογικού χώρου. Αυτές οι προηγούμενες παρερμηνείες είχαν παρεμποδίσει τη χρήση της Μάλθης ως παράδειγμα σε μελέτες οικισμών της Εποχής του Χαλκού. Κατά τη διάρκεια αυτών των εργασιών, τα κατάλοιπα καθαρίστηκαν και τεκμηριώθηκαν εκ νέου χρησιμοποιώντας σύγχρονες μεθόδους. Επιπλέον, διεξήχθησαν περιορισμένες ανασκαφές προκειμένου να αποσαφηνιστεί η στρωματογραφία και να καταστεί δυνατή η επανεκτίμηση του τόπου και της χρονολογίας του.
Έναν ακμάζοντα οικισμό της Εποχής του Χαλκού συναντάμε στη Μάλθη, στο βόρειο παρακλάδι της οροσειράς Ραμοβούνι, σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων από το χωριό Βασιλικό στη βόρεια Μεσσηνία. Στην κορυφογραμμή, σε ύψος περίπου 100 μέτρων από την κοιλάδα, βρίσκεται ένας οχυρωμένος οικισμός της Μέσης-Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Είχε μια υπέροχη θέα προς την κοιλάδα, η οποία πρόσφερε εύκολη επικοινωνία μεταξύ της ενδοχώρας της Πελοποννήσου και της ακτής. Κάτω από το παρακλάδι του βουνού έχουν βρεθεί αρκετοί θολωτοί τάφοι, καθώς και ένας δεύτερος οικισμός της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, μέχρι στιγμής σχεδόν εντελώς ανεξερεύνητος. Επίσης, έχουν εντοπιστεί περίπου 16 τοποθεσίες της Μέσης Εποχής του Χαλκού σε όλη την κοιλάδα και στους πρόποδες, γεγονός που υποδηλώνει ότι η περιοχή ήταν πυκνοκατοικημένη. Χάρη σε εκτεταμένες εργασίες τόσο κατά το παρελθόν όσο και τα τελευταία χρόνια, η Μάλθη παρέχει σε κάποιον μια ασυνήθιστη ευκαιρία να μελετήσει έναν πλήρως ανεσκαμμένο και καλοδιατηρημένο οικισμό της Εποχής του Χαλκού συγκρινόμενο με ελάχιστους αντίστοιχους στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Ανασκαφές
Οι εργασίες ξεκίνησαν το 1926 όταν ο Σουηδός αρχαιολόγος Natan Valmin κατέφτασε στην περιοχή και του παρουσίασαν δύο θολωτούς τάφους δυτικά της ακρόπολης της Μάλθης, κοντά στο σύγχρονο μικρό χωριό της Μάλθης (πρώην Μποντιά). O Valmin τους ανέσκαψε μέσα στην ίδια χρονιά. Επίσης, ένας τρίτος θολωτός τάφος εντοπίστηκε, αλλά καταστράφηκε προτού προλάβουν να τον εξερευνήσουν. Το 1927 ξεκίνησε τις ανασκαφές του οικισμού στην κορυφή της ακρόπολης. Οι εργασίες συνεχίστηκαν εκεί τα έτη 1929, 1933 και 1934, ανακαλύπτοντας την περιοχή στο σύνολό της. Το 1936 ανασκάφηκε ένα κτήριο στον κάτω οικισμό, το οποίο χρονολογείται από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Κατά τη διάρκεια όλων των ανασκαφικών εργασιών, ο Valmin αναζήτησε μάταια θαλαμοειδείς τάφους στην περιοχή.
Ο Michael Lindblom και η Rebecca Worsham επαναξεκίνησαν τις εργασίες στον οχυρωμένο οικισμό στο παρακλάδι του βουνού μεταξύ 2015 και 2017. Σκοπός τους ήταν η διόρθωση ορισμένων σφαλμάτων στη χρονολόγηση των αρχαιολογικών στρωμάτων, καθώς και στα δημοσιευμένα σχέδια του αρχαιολογικού χώρου. Αυτές οι προηγούμενες παρερμηνείες είχαν παρεμποδίσει τη χρήση της Μάλθης ως παράδειγμα σε μελέτες οικισμών της Εποχής του Χαλκού. Κατά τη διάρκεια αυτών των εργασιών, τα κατάλοιπα καθαρίστηκαν και τεκμηριώθηκαν εκ νέου χρησιμοποιώντας σύγχρονες μεθόδους. Επιπλέον, διεξήχθησαν περιορισμένες ανασκαφές προκειμένου να αποσαφηνιστεί η στρωματογραφία και να καταστεί δυνατή η επανεκτίμηση του τόπου και της χρονολογίας του.
Στην κοιλάδα κάτω από τον οχυρωμένο οικισμό, ο γνωστός ως Θόλος Ι είχε ήδη συληθεί όταν ανασκάφηκε το 1926. Το υλικό που απέμεινε περιλάμβανε ένα μείγμα μυκηναϊκών κεραμικών και μεταγενέστερων θραυσμάτων. Ο ταφικός θάλαμος είχε διάμετρο 6,85μ. και ύψος 5,80μ. Ο Θόλος ΙΙ, που επίσης εξερευνήθηκε το 1926, κατέρρευσε εν μέρει κατά τη διάρκεια της ανασκαφής. Αποδεχθηκε ότι και αυτός ο τάφος είχε συληθεί. Και οι δύο τάφοι είχαν προφανώς αποκοπεί από το βράχο και δεν χτίστηκαν απευθείας σε επίπεδο έδαφος, όπως πίστευε ο Valmin. Το 1927 ο Valmin ανέσκαψε δύο ακόμη θολωτούς τάφους, έναν δυτικά της θέσης Κοπανάκι και έναν άλλον μεταξύ Βασιλικού και Μπούγας-Καλλιρρόης.
Ο οικισμός της Μάλθης
Πρόσφατες ανασκαφικές εργασίες στη Μάλθη
Πρωταρχικός σκοπός όταν η εργασία πεδίου άρχισε ξανά στη Μάλθη το 2015, ήταν η ενημέρωση και δημοσίευση ενός έγκυρου σχεδίου της διατηρημένης αρχιτεκτονικής του οικισμού χρησιμοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες. Για το σκοπό αυτό, ο τόπος χαρτογραφήθηκε εκ νέου με τη χρήση DGPS (Differential Global Positioning System) με το οποίο αποκτήθηκαν σημεία ανά 30– 50 εκ. κατά μήκος των διατηρημένων όψεων όλης της αρχιτεκτονικής που ήταν ορατές εντός του οχυρωματικού τείχους. Επιπλέον, δημιουργήθηκε μια ψηφιακή τρισδιάστατη μακέτα της περιοχής χρησιμοποιώντας έναν επίγειο σαρωτή λέιζερ.
Το 2016, οι εργασίες συνεχίστηκαν με την αεροφωτογράφιση του οικισμού χρησιμοποιώντας ένα μη επανδρωμένο εναέριο όχημα (drone), που πραγματοποιήθηκε από τους Daniel Löwenborg και Karl-Johan Lindholm. Οι φωτογραφίες είχαν ως αποτέλεσμα δύο τρισδιάστατες μακέτες, η πρώτη καλύπτει τον λόφο Ραμοβούνι και την κοιλάδα και η δεύτερη τη διατηρητέα αρχιτεκτονική στο εσωτερικό της οχύρωσης. Προκειμένου να εξεταστεί περαιτέρω η στρωματογραφία του χωριού και ιδιαίτερα του οχυρωματικού τείχους, διεξήχθη το 2016 περιορισμένης κλίμακας ανασκαφική έρευνα με δοκιμαστικές τομές. Σκοπός ήταν να προσδιοριστεί η ημερομηνία κατασκευής του οικισμού και του οχυρωματικού τείχους, χρησιμοποιώντας τόσο την κεραμική ακολουθία όσο και τη ραδιοχρονολόγηση του οστέινου υλικού με άνθρακα 14. Για το σκοπό αυτό, ανοίχθηκαν τρεις τομές, δύο κατά μήκος της πρόσοψης της οχύρωσης στο βόρειο τμήμα, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, και μια τομή στο βορειοανατολικό τμήμα στο εξωτερικό του οχυρωματικού τείχους.
Ο εντοπισμός της εξωτερικής όψης του τείχους σε αυτή την περιοχή δεν επετεύχθη στην πρόσθετη τομή, αλλά στις άλλες δυο τομές ήταν εφικτό να μελετηθεί ένα σχετικά καλά διατηρημένο τμήμα της οχύρωσης, πλάτους περίπου 3 μ., ύψους 1,2 μ., και μήκους περίπου 5 μ. Αυτή η έκταση της οχύρωσης παρείχε μερικές λεπτομέρειες σχετικά με τις μεθόδους και τη διαδικασία κατασκευής, συμπεριλαμβανομένης της θεμελίωσης του τείχους στο βραχώδες υπόστρωμα και πιθανόν έναν αντιστηρικτικό ρόλο. Κατά κύριο λόγο, βρέθηκε βόρεια κατά μήκος του εξωτερικού τμήματος, ένα επίπεδο που πιθανότατα σχετίζεται με την κατασκευή του οχυρωματικού τείχους.
Το 2017 συνεχίστηκε η ανασκαφή στην τομή που είχε ήδη διανοιχθεί κατά μήκος του εσωτερικού του οχυρωματικού τείχους στο βόρειο τμήμα. Αυτή η τομή είχε σκοπό να βοηθήσει στην έρευνα δύο δωματίων ενός πιθανού οικιακού χώρου. Οι τομές, πριν φθάσουν στο επίπεδο του φυσικού βράχου, βρήκαν ένα επίπεδο που πιθανόν χρονολογείται πριν την κατασκευή του οχυρωματικού τείχους. Δύο επιπλέον τομές διανοίχθηκαν εντός του οικισμού. Οι νέες τομές επιλέχθηκαν ώστε να συγκρίνουν τη στρωματογραφία σε άλλα τμήματα της περιοχής με αυτά που ανακαλύφθηκαν στο βόρειο τμήμα την προηγούμενη σεζόν. Η μια ήταν στο κεντρικό τμήμα της περιοχής –στον εργατικό χώρο του Valmin– και η άλλη ήταν κατά μήκος του εσωτερικού του δυτικού οχυρωματικού τείχους. Σε γενικές γραμμές, όπως πρότεινε ο Valmin, μεγάλο μέρος του οικισμού φαίνεται να έχει χτιστεί ταυτόχρονα, θεμελιωμένο σε ισοβαθμισμένα επίπεδα ώστε να δημιουργήσουν μία ομαλή επιφάνεια πάνω από τα άνισα βραχώδη επανθήματα. Εκτός από τα ερείπια οικιών, ανασκάφηκαν επίσης αρκετοί τάφοι. Η ανακάλυψη αυτών των ταφών, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν τεκμηριώθηκαν κατά την αρχική ανασκαφή, υποδηλώνει ότι σε πολλά σημεία ο Valmin δεν έφτασε μέχρι το βραχώδες υπόστρωμα και επιβεβαιώνει ότι τουλάχιστον τμήματα της στρωματογραφίας του οικισμού ήταν άθικτα από την προηγούμενη ανασκαφή. Συνεπώς ελήφθησαν μικρομορφολογικά δείγματα από αυτά τα σημεία.
Παράλληλα με την εργασία πεδίου, πραγματοποιήθηκε μια μελέτη των ευρημάτων από την αρχική ανασκαφή του Valmin μαζί με την εξέταση των κεραμικών που ανακτήθηκαν κατά τις ανασκαφές των ετών 2016– 2017.
Η ανασκαφή του οικισμού στην κορυφογραμμή ξεκίνησε το 1927 και συνεχίστηκε το 1929 και τα έτη 1933-1934. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, αποκαλύφθηκε ο περιφραγμένος οικισμός στο σύνολό του, διαστάσεων 140× 80μ. (1,12 εκτάρια). Ο Valmin δήλωσε εσφαλμένα ότι ο πρώτος οικισμός ήταν Νεολιθικός και τον κατονόμασε Δώριο I. Ο Δώριος II ήταν σύμφωνα με τον Valmin μεγαλύτερος και ανήκε στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού. Το τείχος γύρω από τον οικισμό ανεγέρθηκε θεωρητικά κατά τη διάρκεια του Δώριου IV, στην Μέση Εποχή του Χαλκού. Αυτός ο οικισμός χρονολογείται μέχρι και τους Μυκηναϊκούς χρόνους. Για τη Μέση Εποχή του Χαλκού, ο Valmin περιέγραψε πώς ο οικισμός, Δώριος IV, χωρίστηκε σε τρία ξεχωριστά μέρη: το κεντρικό μέρος όπου η αρχιτεκτονική φαινόταν να έχει πιο μνημειακό χαρακτήρα με εργαστήρια στο βόρειο τμήμα, το μέρος που εκτείνεται κατά μήκος εσωτερικά του τείχους και τα κενά μέρη όπου δεν υπήρχε κατοίκηση.
Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες αποδεικνύουν ότι ο πρώτος οικισμός της Μάλθης δεν μπορεί να χρονολογηθεί νωρίτερα από τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Η κεραμική που ο Valmin ονόμασε «Αδριατική» και την οποία βρήκε σε όλα τα στρώματα του Νεολιθικού οικισμού, αποδείχθηκε τυπική για την τοπική Μέση Εποχή του Χαλκού στη Μεσσηνία. Το τείχος που τον περιβάλλει χρονολογείται από την Υστεροελλαδική Εποχή.
Εντός των τειχών έχουν ανασκαφεί 50 τάφοι, 48 από τον Valmin και δύο τα τελευταία χρόνια, οι οποίοι βρίσκονται κάτω από και ανάμεσα σε κτήρια. Πρόκειται για τάφους είτε λακκοειδείς είτε κιβωτιόσχημους, οι πλευρές των οποίων αποτελούνταν από πέτρινες πλάκες ή κατασκευάστηκαν από μικρότερες πέτρες. Οι μονές ταφές ήταν πιο συχνές, χωρίς να ελλείπουν και οι περιπτώσεις εκείνων με περισσότερες από μια ταφές. Σε δύο από τους τάφους δεν βρέθηκαν ανθρώπινα οστά. Εννέα ταφές ανήκαν σε ενήλικες και οι υπόλοιπες σε παιδιά, μεταξύ αυτών οι δύο που αποκαλύφθηκαν κατά τις πρόσφατες ανασκαφές. Το σώμα στην πρώτη (στο δωμάτιο D43) βρέθηκε ακρωτηριασμένο έχοντας μόνο το κρανίο στην αρχική του θέση και χωρίς κτερίσματα. Η δεύτερη ταφή (στο δωμάτιο D45) ήταν λακκοειδής τάφος ο οποίος είχε τοποθετηθεί απευθείας επάνω σε ένα ομαλό στρώμα από ογκόλιθους. Τα ανθρώπινα σκελετικά κατάλοιπα βρίσκονταν σε κακή κατάσταση, όπως και τα περισσότερα στη συγκεκριμένη περιοχή. Το μοναδικό πιθανόν ταφικό δώρο που βρέθηκε πλάι στο κρανίο ήταν ένα σφοντύλι.
Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες αποδεικνύουν ότι ο πρώτος οικισμός της Μάλθης δεν μπορεί να χρονολογηθεί νωρίτερα από τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Η κεραμική που ο Valmin ονόμασε «Αδριατική» και την οποία βρήκε σε όλα τα στρώματα του Νεολιθικού οικισμού, αποδείχθηκε τυπική για την τοπική Μέση Εποχή του Χαλκού στη Μεσσηνία. Το τείχος που τον περιβάλλει χρονολογείται από την Υστεροελλαδική Εποχή.
Εντός των τειχών έχουν ανασκαφεί 50 τάφοι, 48 από τον Valmin και δύο τα τελευταία χρόνια, οι οποίοι βρίσκονται κάτω από και ανάμεσα σε κτήρια. Πρόκειται για τάφους είτε λακκοειδείς είτε κιβωτιόσχημους, οι πλευρές των οποίων αποτελούνταν από πέτρινες πλάκες ή κατασκευάστηκαν από μικρότερες πέτρες. Οι μονές ταφές ήταν πιο συχνές, χωρίς να ελλείπουν και οι περιπτώσεις εκείνων με περισσότερες από μια ταφές. Σε δύο από τους τάφους δεν βρέθηκαν ανθρώπινα οστά. Εννέα ταφές ανήκαν σε ενήλικες και οι υπόλοιπες σε παιδιά, μεταξύ αυτών οι δύο που αποκαλύφθηκαν κατά τις πρόσφατες ανασκαφές. Το σώμα στην πρώτη (στο δωμάτιο D43) βρέθηκε ακρωτηριασμένο έχοντας μόνο το κρανίο στην αρχική του θέση και χωρίς κτερίσματα. Η δεύτερη ταφή (στο δωμάτιο D45) ήταν λακκοειδής τάφος ο οποίος είχε τοποθετηθεί απευθείας επάνω σε ένα ομαλό στρώμα από ογκόλιθους. Τα ανθρώπινα σκελετικά κατάλοιπα βρίσκονταν σε κακή κατάσταση, όπως και τα περισσότερα στη συγκεκριμένη περιοχή. Το μοναδικό πιθανόν ταφικό δώρο που βρέθηκε πλάι στο κρανίο ήταν ένα σφοντύλι.
Πρόσφατες ανασκαφικές εργασίες στη Μάλθη
Πρωταρχικός σκοπός όταν η εργασία πεδίου άρχισε ξανά στη Μάλθη το 2015, ήταν η ενημέρωση και δημοσίευση ενός έγκυρου σχεδίου της διατηρημένης αρχιτεκτονικής του οικισμού χρησιμοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες. Για το σκοπό αυτό, ο τόπος χαρτογραφήθηκε εκ νέου με τη χρήση DGPS (Differential Global Positioning System) με το οποίο αποκτήθηκαν σημεία ανά 30– 50 εκ. κατά μήκος των διατηρημένων όψεων όλης της αρχιτεκτονικής που ήταν ορατές εντός του οχυρωματικού τείχους. Επιπλέον, δημιουργήθηκε μια ψηφιακή τρισδιάστατη μακέτα της περιοχής χρησιμοποιώντας έναν επίγειο σαρωτή λέιζερ.
Το 2016, οι εργασίες συνεχίστηκαν με την αεροφωτογράφιση του οικισμού χρησιμοποιώντας ένα μη επανδρωμένο εναέριο όχημα (drone), που πραγματοποιήθηκε από τους Daniel Löwenborg και Karl-Johan Lindholm. Οι φωτογραφίες είχαν ως αποτέλεσμα δύο τρισδιάστατες μακέτες, η πρώτη καλύπτει τον λόφο Ραμοβούνι και την κοιλάδα και η δεύτερη τη διατηρητέα αρχιτεκτονική στο εσωτερικό της οχύρωσης. Προκειμένου να εξεταστεί περαιτέρω η στρωματογραφία του χωριού και ιδιαίτερα του οχυρωματικού τείχους, διεξήχθη το 2016 περιορισμένης κλίμακας ανασκαφική έρευνα με δοκιμαστικές τομές. Σκοπός ήταν να προσδιοριστεί η ημερομηνία κατασκευής του οικισμού και του οχυρωματικού τείχους, χρησιμοποιώντας τόσο την κεραμική ακολουθία όσο και τη ραδιοχρονολόγηση του οστέινου υλικού με άνθρακα 14. Για το σκοπό αυτό, ανοίχθηκαν τρεις τομές, δύο κατά μήκος της πρόσοψης της οχύρωσης στο βόρειο τμήμα, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, και μια τομή στο βορειοανατολικό τμήμα στο εξωτερικό του οχυρωματικού τείχους.
Το 2017 συνεχίστηκε η ανασκαφή στην τομή που είχε ήδη διανοιχθεί κατά μήκος του εσωτερικού του οχυρωματικού τείχους στο βόρειο τμήμα. Αυτή η τομή είχε σκοπό να βοηθήσει στην έρευνα δύο δωματίων ενός πιθανού οικιακού χώρου. Οι τομές, πριν φθάσουν στο επίπεδο του φυσικού βράχου, βρήκαν ένα επίπεδο που πιθανόν χρονολογείται πριν την κατασκευή του οχυρωματικού τείχους. Δύο επιπλέον τομές διανοίχθηκαν εντός του οικισμού. Οι νέες τομές επιλέχθηκαν ώστε να συγκρίνουν τη στρωματογραφία σε άλλα τμήματα της περιοχής με αυτά που ανακαλύφθηκαν στο βόρειο τμήμα την προηγούμενη σεζόν. Η μια ήταν στο κεντρικό τμήμα της περιοχής –στον εργατικό χώρο του Valmin– και η άλλη ήταν κατά μήκος του εσωτερικού του δυτικού οχυρωματικού τείχους. Σε γενικές γραμμές, όπως πρότεινε ο Valmin, μεγάλο μέρος του οικισμού φαίνεται να έχει χτιστεί ταυτόχρονα, θεμελιωμένο σε ισοβαθμισμένα επίπεδα ώστε να δημιουργήσουν μία ομαλή επιφάνεια πάνω από τα άνισα βραχώδη επανθήματα. Εκτός από τα ερείπια οικιών, ανασκάφηκαν επίσης αρκετοί τάφοι. Η ανακάλυψη αυτών των ταφών, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν τεκμηριώθηκαν κατά την αρχική ανασκαφή, υποδηλώνει ότι σε πολλά σημεία ο Valmin δεν έφτασε μέχρι το βραχώδες υπόστρωμα και επιβεβαιώνει ότι τουλάχιστον τμήματα της στρωματογραφίας του οικισμού ήταν άθικτα από την προηγούμενη ανασκαφή. Συνεπώς ελήφθησαν μικρομορφολογικά δείγματα από αυτά τα σημεία.
Παράλληλα με την εργασία πεδίου, πραγματοποιήθηκε μια μελέτη των ευρημάτων από την αρχική ανασκαφή του Valmin μαζί με την εξέταση των κεραμικών που ανακτήθηκαν κατά τις ανασκαφές των ετών 2016– 2017.
Swedish Institute at Athens
Μάλθη, Μεσσηνία (1926–1929, 1933–1934, 1952, 2015–2017)
Μάλθη, Μεσσηνία (1926–1929, 1933–1934, 1952, 2015–2017)
Βιβλιογραφία
Worsham, R., M. Lindblom & C. Zikidi 2018. ‘Preliminary report of the Malthi Archaeological Project, 2015–2016’, Opuscula 11, 7–27.
Blitzer, H. 1991. ‘Middle to Late Helladic Chipped Stone Implements of the Southwest Peloponnese. Part I: The Evidence from Malthi”, Hydra 9, 1–73.
Leuven, J.C. van. 1984. ‘The Sanctuaries of Malthi”, Scripta Mediterranea 5, 1–26.
Valmin, N. 1953. ‘Malthi-epilog, vorläufiger Bericht über die Schwedische Ausgrabung in Messenien 1952’, Opuscula Atheniensia I, 29–45.
Valmin, N. 1939b. Das adriatische Gebiet in Vor- und Frühbronzezeit (Lunds universitets årsskrift; första avdelningen, Teologi, juridik och humanistiska ämnen), Lund.
Valmin, N. 1938. The Swedish Messenia expedition (Acta Regiae Societatis humaniorum litteranum Lundensis), Lund.
Valmin, N. 1937a. ‘Poids préhistoriques grecs de Malthi en Messénie”, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1936-1937, 29–72.
Valmin, N. 1937b. ‘Céramique primitive messénienne’, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1936- 1937, 133–160.
Valmin, N. 1934. ‘Rapport préliminaire de lʼexpédition en Messénie 1933”, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1933-1934, 9–24.
Valmin, N. 1935. ‘Rapport préliminaire de lʼexpédition en Messénie 1934”, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1934-1935, 1–52.
Valmin, N. 1930. Etudes topographiques sur la Messénie ancienne, Lund. 1931. Aten genom tiderna, Stockholm.
Valmin, N. 1928. ‘Continued explorations in Eastern Triphylia”, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1927-1928, 171–224.
Valmin, N. 1927. ‘Two tholos tombs at Bodia in the eastern part of Triphylia”, Bulletin de la société Royale del lettres de Lund 1926-1927, 53–89.
Worsham, R., M. Lindblom & C. Zikidi 2018. ‘Preliminary report of the Malthi Archaeological Project, 2015–2016’, Opuscula 11, 7–27.
Blitzer, H. 1991. ‘Middle to Late Helladic Chipped Stone Implements of the Southwest Peloponnese. Part I: The Evidence from Malthi”, Hydra 9, 1–73.
Leuven, J.C. van. 1984. ‘The Sanctuaries of Malthi”, Scripta Mediterranea 5, 1–26.
Valmin, N. 1953. ‘Malthi-epilog, vorläufiger Bericht über die Schwedische Ausgrabung in Messenien 1952’, Opuscula Atheniensia I, 29–45.
Valmin, N. 1939b. Das adriatische Gebiet in Vor- und Frühbronzezeit (Lunds universitets årsskrift; första avdelningen, Teologi, juridik och humanistiska ämnen), Lund.
Valmin, N. 1938. The Swedish Messenia expedition (Acta Regiae Societatis humaniorum litteranum Lundensis), Lund.
Valmin, N. 1937a. ‘Poids préhistoriques grecs de Malthi en Messénie”, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1936-1937, 29–72.
Valmin, N. 1937b. ‘Céramique primitive messénienne’, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1936- 1937, 133–160.
Valmin, N. 1934. ‘Rapport préliminaire de lʼexpédition en Messénie 1933”, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1933-1934, 9–24.
Valmin, N. 1935. ‘Rapport préliminaire de lʼexpédition en Messénie 1934”, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1934-1935, 1–52.
Valmin, N. 1930. Etudes topographiques sur la Messénie ancienne, Lund. 1931. Aten genom tiderna, Stockholm.
Valmin, N. 1928. ‘Continued explorations in Eastern Triphylia”, Bulletin de la Société royale des Lettres de Lund 1927-1928, 171–224.
Valmin, N. 1927. ‘Two tholos tombs at Bodia in the eastern part of Triphylia”, Bulletin de la société Royale del lettres de Lund 1926-1927, 53–89.