Το Σιδηρόκαστρο Τριφυλίας, πρωτογράφτηκε στην ιστορία το 1210, όταν ο Φράγκος Γοδεφρίδος Α΄ Βιλλεαρδουΐνος κατέκτησε την Αρκαδιά. Εκείνος, ανάμεσα στα κάστρα της Αρκαδιάς και της Άκοβας που είχαν φτιάξει οι Ενετοί, έφτιαξε και ένα άλλο που υπολόγιζε ότι θα ήταν ισχυρό, γι' αυτό και το ονόμασε Σιδερόκαστρο.
Τον Οκτώβριο του 1452, ο Μωάμεθ προετοίμαζε την επίθεση και την άλωση της Πόλης. Προκειμένου να εμποδίσει την επικουρία των δεσποτών του Μυστρά Δημητρίου και Θωμά Παλαιολόγου προς τον Κωνσταντίνο, έστειλε τον φοβερό Τουραχάν πασά με τους υιούς του Αχμέρ και Ομάρ να κυριεύσουν τα κάστρα του Μοριά και να διαλύσουν κάθε ένοπλη δύναμη. Στις θυελλώδεις επιθέσεις τους, κανένα κάστρο (της Κορίνθου, του Άργους, του Παλαμηδίου, της Ζαρνάτας, της Καρύταινας, του Ναβαρίνου) δεν άντεξε στο πέρασμά τους. Έγινε έτσι κύριος της περιοχής μέχρι την Αρκαδιά δηών κι αιχμαλωτίζων. Το μόνο κάστρο που αντιστάθηκε νικηφόρα στις επιθέσεις του Τουραχάν ήταν το Σιδηρόκαστρο. Ο ιστορικός Λάμπρος γράφει: «Το Σιδηρόκαστρο εδικαίωσε το όνομα αυτού και αντέστη εις απάσας τας προσπαθείας των Τούρκων». Ο ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος αναφέρει τα ίδια, το ονομάζει μάλιστα «Σιδηροπολίχνην».
Δυστυχώς το κάστρο αυτό παραμένει αδικαίωτο και αγνοημένο από τους ιστορικούς καλάμους. «Βράχια του κάστρου άπαρτα, που συνθέτουν μεγαλείο θέασης, λογισμού και ιστορικής υπερηφάνειας». Επί της ραχέας πλευράς του κάστρου είναι κτισμένα το Σιδηρόκαστρο. Από παλιά υπήρξε πολίχνη, δηλαδή κωμόπολη και κέντρο μιας μεγάλης συστάδος χωριών. Έτσι, με την ίδρυση των Δήμων το 1835 ορίστηκε πρωτεύουσα του Δήμου Αυλώνας, με τα χωριά Βανάδα -Αγαλιανή -Καλό Νερό -Καημένη Γυναίκα (Πρόδρομος), Μπούζι (Ελαία), Κοπάνιτσα (Καρυές), Τουρκάκι (Πανόραμα), Σκλαβέικα (Πτέρη), Καραμουσταφά (Αυλώνα), Καλίτσαινα, Πλατάνια, Καμάρι, Μουρτάτου (Γλυκορρίζι) και τα Αρβανιτοχώρια Αγριλιά, Πιτσά (Σιτοχώρι) και Ρίπεσι (Κεφαλόβρυση).
Γνωστό είναι ότι το Κόλι του Σουλιμά (ένα εκ των τεσσάρων του Βιλαετίου της Αρκαδιάς επί Τουρκοκρατίας, αποτελούσαν τις περιοχές των Δήμων Δωρίου και Αυλώνος. Επομένως, η σύμμειξη των δεσμών των κατοίκων του Δήμου Αυλώνος μετά των κατοίκων των άλλων Σουλιμοχωρίων, υπήρξε από παλιά πάντοτε αρμονική με σχέσεις και αξίες ακατάλυτες σε καιρούς ειρήνης και πολέμου.
Γνωστό επίσης είναι ότι και στην ορεινή αυτή περιοχή της Τριφυλίας, του Δήμου Αυλώνος δηλαδή, κυοφορήθησαν, εξεπήδησαν και μεγαλούργησαν κινήματα κι επαναστάσεις εθνικοαπελευθερωτικές και κοινωνικές, με δράσεις συμπλεγμένες απόλυτα σε όλους τους καιρούς, μετά των άλλων Σουλιμοχωρίων, με κέντρο πάντοτε το ιστορικό Σουλιμά. Έτσι λοιπόν αβίαστα και ιστορικά αποδεδειγμένο είναι, ότι τα χωριά αυτά των δύο Δήμων αποτελούσαν τα ιστορούμενα Σουλιμοχώρια.
Στα βουνά αυτά της Ορεινής Τριφυλίας, ανέμιζαν ανοιχτά μπαϊράκια προεπαναστατικά με ικανούς, γενναίους και ανυπότακτους αρχηγούς. Ως τέτοιοι αναφέρονται οι περίφημοι Μήτρος Γιαννιάς και Γιάννης Αγριόγατος. Αργότερα οι ξακουστοί Νικολέοι (Πετρόπουλοι), έξι αδελφοί Πέτρος, Γιώρης, Παναγιώτης, Τάσης και Κωνσταντής, αυτοσχέδιοι και ανυπόταχτοι κλεφτοκαπεταναίοι «ιδίαν φέροντες σημαίαν επαναστατικήν». Από το Καραμούσταφα (Αυλώνας) καταγράφονται οι δυνατοί Μπουτουραίοι, Θεόδωρος, Θανάσης, Γιάννης, Δημήτριος και Γεώργιος.
Ο Ζαχαριάς Μπαρμπιτσιώτης είχε παλαιούς δεσμούς με τα Σουλιμοχώρια κι έβρισκε καταφύγιο σε φίλους πολλούς και Σταυραδελφούς. Έκλεψε την πανέμορφη Παγώνα, των Νικολέων αδερφή που αργότερα ενυμφεύθη. Καταγράφω το δημοτικό τραγούδι όπως διεσώθη: «Εβγήκαν τ' αποσπάσματα μες στα Σουλιμοχώρια και κυνηγάν το Ζαχαριά, τον παλιο-Μπαρμπιτσιώτη. -Καθήστε κάτου ρε παιδιά και σας ρε Νικολαίοι, τι ο Ζαχαριάς δεν πιάνεται, στα χέρια δεν κρατιέται.»
Ανευρέθη εσχάτως χειρόγραφο δυσανάγνωστο εκ της παλαιότητος, περιτυλιγμένο, σε τσόχινο (ράσινο) τεμάχιο υφάσματος, εντός πηλίνου δοχείου (κιούπι) καλώς εσφραγισμένου κι εντοιχισμένου στον παρά τον Παραστάτη της εξώθυρας της οικίας της αειμνήστης μητέρας μου Μαριγώς, το γένος Γεωργίου Πετροπούλου (από τη ρίζα των Νικολέων) κειμένης στο Σιδηρόκαστρο και αναγερθείσης το 1904, άγνωστο για ποιο σκοπό και υπό τίνος ετοποθετήθη, μετ' άλλων εγγράφων, δυστυχώς πλήρως κατεστραμμένων. Τούτο απόκειται στο αρχείο μου.
Το χειρόγραφο τιτλοφορείται «ΟΡΙΣΜΟΣ- ΠΑΡΑΓΓΟΛΗ», θεσμός συνήθης κατά τον 18ο και 19ο αιώνα στην ορεινή Τριφυλία. Δεν προσδιόριζε μόνο με ισχύν διαθήκης την τύχη της περιουσίας μετά θάνατον αλλά δι' αυτού εξεφράζοντο συναισθήματα, κυρίως ευχές κ.τ.λ. (Πατρική Παρακαταθήκη). Αναγράφει: «Την σήμερον ημέραν Κυριακήν το εσπέρας εκπνέοντος μηνός Μαρτίου του χίλια οχτακόσια τριάντα εννέα (1839) προσήλθεν εις το οσπίτιον όπου μένω εις κώμην Σιδηροκάστρου ιερέως Σακελλάριος, ύστερα από παρακλήσεις μου πολλές και ασταμάτητες τι θέλω να κάνω ορισμόν εις την μονοθυγατέρα μου Βγενικούλα». Και συνεχίζει: «Τον Γεωργάκη υιόν μου τον σκοτώσανε εις τα Μπραϊμικά εις το Νικόκαστρον δέκα εφτά χρόνόνε, όντας πηδήκανε το κάστρο με τους Παπατζιωραίους, τους μπαρμπάδες του. Είτε μνήμα, είτε τίποτις. Εδεκεί τον θάψανε ... Τον Πατέρα μου Γεωργάκη Καπετάνιον, σκότωσαν οι άπιστοι τον πρώτον καιρόν, όντας εσηκώθηκαν εκ το κλαρί οι Κλέπται εις τα ορεινά των Σουλιποκολιτών και γέρος που ήτανε. Την απόκαμαν την σειριάν των Πετρέων οι άπιστοι εις τον μεγάλου ξεσηκωμόν, άνδρας και παιδιά και γυναίκας πολλάς... Εμένα τίποτις δε μου δώκαν για τους πολέμους, τα αίματα και τους σκοτωμούς, οπόκαμε ο πατέρας μου εγώ και ο Γιωργάκης, τίποτις αντάμα με τον Αναγνώστην, όπου ανέμιζαν τας σημαίας μας με τους Παπατζιωραίους και τους λοιπούς ορεινούς. Από το χειρόγράφο αυτό αποδεικνύονται και πάλι οι κοινοί των Σιδηροκαστριτών αγώνες με τους Ντρέδες».
Από ιδιόγραφο ανέκδοτο απομνημόνευμα του λογιου Ιατρού Περικλή Οικονομόπουλου (Σταυροπήλου, 1878-1936) προκύπτει ότι ο Αναγνώστης Παπατσώρης, λοχαγός και αντισυνταγματάρχης της Φάλαγγος, βουλευτής και γερουσιαστής Τριφυλίας κ.λπ. από το Σουλιμά είχε νυμφευθεί, περί το 1826, την Γεωργούλαν, θυγατέραν του ιερέως Σταματίου Σταυρόπουλου, εφημέριου Σιδηροκάστρου προύχοντος. Μητέρα αυτης η πρεσβυτέρα Αναστασία, το γένος Καναβού από την Ασούτσαινα Τριπύλης. Επομένως, οι δεσμοί του Αρχηγού Αναγνώστη Παπατσώρη με τους Σιδηροκατστρίτες ήταν επιπλέον και συγγενικοί.
Ο αδελφός της Γεωργούλας παπα-Θανάσης ήταν ενταγμένος στο σώμα του γαμπρού του Αναγνώστη Παπατσώρη καθ' όλη τη διάρκεια του Αγώνος. Έλαβε μέρος στη μάχη της Φλεσσιάδος (Μανιακίου) στο Ταμπούρι του Βοϊδή Μαυρομιχάλη και ήταν εκ των ολίγων που διεσώθησαν. Εφημέρευσε μέχρι το 1865 στην Ενορία Σιδηροκάστρου. Το ιερόν αυτού Επιταχήλιον, απόκειται στο λαογραφικό μουσείο, στην πατρώα οικία μου. Ήτο ο αείμνηστος ιερέας, Προπάτωρ της προγιαγιάς μου Αγγέλως Σταυροπούλου.
Με την Γεωργούλα Σταυροπούλου ο Αναγνώστης απέκτησε τέκνα: α) τον Ανδρέα, β) τον Κωνσταντίνο, (υιοί αυτού ο Γεώργιος και Παναγιώτης), γ) την Ελένη, σύζυγο Τζίκου Μαυροειδή, δ) την Μαριγώ, σύζυγο Αριστείδη Γκρίτζαχη, Δημάρχου και ε) την Ασπασία, σύζυγο του Παναγ. Δ. Νικολόπουλου εκ του χωριού Πιτσά Τριφυλίας. (Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από το Διανεμηστήριον Συμβόλαιο, που συντάσσεται την 18η Ιανουαρίου 1876). «Εν Σουλιμά και εν τη οικία των κληρονόμων Αναγνώστη Παπατσώρη, υπό του συμβολαιογραφούντος Παρέδρου Πρώτου του Δήμου Αυλώνος, Γιαννάκη Βουδούρη, κατοίκου Καραμουσταφά, αναπληρούντος των Ειρηνοδίκων Αυλώνος... υπογράφεται παρά πάντων πλην των τριών αδελφών Ασπασίας, Μαριγώς και Ελένης ομολογησάντων άγνοιαν γραμμάτων.» Το αντίγραφο του συμβολαίου αυτού αριθ. 3871/783/1876 απόκειται στο αρχείο μου. Μάρτυρες παρίσταντο οι Σουλιμαίοι Δημ. Μπακόπουλος, παντοπώλης και Νικόλαος Τάση Γεώργου, κτηματίας.
Από πληθώρα εγγράφων των Γ.Α.Κ. προκύπτει ότι προ της εκρήξεως της Επαναστάσεως υπήρξαν αυτοσχέδιοι μπουλουξήδες- καπεταναίοι Σιδηροκαστρίτες όπως ο Ευστάθιος Σταθόπουλος, ο Αναγνώστης Αλεξόπουλος, μετέπειτα σημαιοφόρος του Αναγν. Παπατσώρη, υιός του φιλικού Δημογέροντος Αλεξίου, ο Καλόγερος Παπαθεοδώρου ή Παπα-Καλόγερος Σιδηροκαστρίτης, μετέπειτα εκατόνταρχος κατά τον Αγώνα, ο Γεώργιος Καλούλης, προύχοντας, ο Αντώνιος Παπαθεοδώρου, αδελφός του Καλογέρου, ο Θεόδωρος Θανασούλιας και άλλοι. Μάλιστα, σε κοινή αναφορά του Παπα-Καλόγερου και Αναγνώστη το 1842 αναφέρουν: «Ως πιστοί υπήκοοι της Α.Μ. ομολογούμενως ότι πολλοί οπλαρχηγοί ανήκοντες σε πολιτικάς φατρίας εκδίδουν πιστοποιητικά σε ανθρώπους που δεν συμμέθεξαν στον ιερό αγώνα ούτε τους Οθωμανούς ποτέ αντίκρισαν αν ήσαν μαύροι ή άσπροι.... ενώ εμείς είμεθα μπουλουξήδες επικεφαλείς των αρμάτων του αυτού χωρίου απ' αρχής της επανάστασεως μέχρι της ελεύσεως του κυβερνήτου...» (Φ.162 Γ.Α.Κ.)
Τις αιτιάσεις αυτές των δύο αγωνιστών, συμμερίζεται και υιοθετεί πλήρως ο Διοικητής Τριφυλίας, στην υποβλητική αναφορά της αιτήσεως των παραπονούμενων προς «την επί των εσωτερικών Γραμματείαν της Επικρατείας» (Φ.075 Γ.Α.Κ.)
Προεπαναστατικά, είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία ο δημογέρων και προύχοντας του Σιδηροκάστρου Αλέξιος Αλεξόπουλος ή Σταυρόπουλος. Εκείνος είχε μυήσει στην εταιρεία πολλά παλικάρια των δορυφορούντων στην κώμη του Σιδηροκάστρου χωρίων. Έτσι η έκρηξη της Επαναστάσεως ευρήκε έτοιμους και ετοιμοπόλεμους τους μυημένους.
Όπως στο Σουλιμά ο παπα-Δημήτρης όρκιζε τους Ντρέδες, στο Σιδηρόκαστρο ο παπα-Γιώργης Κασίμης, μετά τη Δέηση-Δοξολογία, μετέλαβε ένα ένα τα παλικάρια της περιοχής. Το Άγιο Δισκοπότηρο εκείνο, φυλάσσεται στον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου Σιδηροκάστρου και ευλαβείται από τους ορεινούς Τριφυλίους.
Το Βράδυ εκείνο του ξεσηκωμού, εκατοντάδες παλικάρια και κάτοικοι των γύρω χωριών έσπευσαν στο Σιδηρόκαστρο, φέροντες όπλα και λαμπάδες αναμμένες. Εις ανάμνηση αυτού του ιστορικού γεγονότος, την παραμονή της μεγάλης εορτής της 25ης Μαρτίου, κάθε χρόνο από εκείνο τον καιρό μέχρι σήμερα τελούνται οι λαμπαδοφορίες με συμμετοχή εκατοντάδων κατοίκων της περιοχής.
Μετά τη δοξολογία, οι οπλισμένοι πλέον κάτοικοι έσπευσαν στο κεφαλάρι του Σουλιμά κι ενώθηκαν αμέσως με τους Ντρέδες, άλλοι δε στο Κακόρεμα. Γράφει ο Φραντζής: «Ταύτα πάντα ενήργουν έξω εις τας κώμας ο Πρωτοπαπάς Δημήτριος Τζώρης, ο Αλέξιος Φούτζης, ο Αντώνιος Δάρας και ο Αλέξιος εκ Σιδηροκάστρου κατηχημένοι όντες ούτοι πάντες και άλλοι εις την εταιρείαν παρά την Πρωτοσυγκέλλου». (Αμβρ. Φραντζή, επιτομή Τ.Α., σ. 362) Επομένης αμέσως και με την έκρηξη της Επαναστάσεως στην Τριφυλία, οι Σιδηροκαστρίτες και οι επαναστάτες των άλλων χωριών ενώθηκαν με τους Ντρέδες των Αρβανιτοχωρίων σε ένα σώμα, σε μία ψυχή κι έναν πόθο και ιδανικό, εκείνο της ελευθερίας. Θεσμός που έμελλε να διατηρηθεί έκτοτε μέχρι το τέλος.
Γνωστή είναι η πορεία των Επαναστατών προς την Αρκαδιά η πολιορκία του Κάστρου της Μεθώνης και του Νεοκάστρου. Εκεί επληγώθη ο σημαιοφόρος Σιδηροκαστρίτης Γεώργιος Πετρόπουλος (πρωτοξάδελφος του μετέπειτα πεσόντος κατά τα Μπραϊμικά Γεωργάκη). Αργότερα, το 1841 με Β.Δ. του βασιλέως Όθωνος (αντίγραφο του οποίου απόκειται στο αρχείο μου): «χορηγούνται δραχμαί τεσσαράκοντα προς ίασιν των πληγών του». Ο Πετρόπουλος με το ποσό αυτό αγοράζει την πάνσεπτον εικόνα του Αγίου Γεωργίου, έργο αγνώστου φιλοτέχνου χειρός, που υπάρχει εντός του Ι. Ν Αγίου Νικολάου Σιδηροκάστρου κι ευλαβούνται οι ορεινοί Τριφύλιοι.
Έκτοτε οι ορεινοί Τριφύλιοι των Σουλιμοχωρίων αδιαίρετοι και ομοψυχούντες, μάχονται γενναία καθ' όλη τη διάρκεια του Ιερού Αγώνος.
Από τα στοιχεία που απόκεινται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, στην Εθνική Βιβλιοθήκη, στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, τα αρχεία της Εθνολογικής Εταιρείας και αλλαχού, θα καταγράψω αναλυτικά ολίγων τα ονόματα και τους τόπους, όπου επρομάχησαν συγχωριανοί μου αντάμα με τους Ντρέδες των Σουλιμοχωρίων. Δυστυχώς οι πεσόντες κατά τον Αγώνα δεν έχουν αναλυτικά καταγραφεί εκτός των καπεταναίων. Το χρέος της καταγραφής τους θα μείνει δυστυχώς ανεκπλήρωτο.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τα πιστοποιητικά που υπογράφουν καπεταναίοι όπως ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο υιός του Γενναίος, ο Π. Μαυρομιχάλης, ο Τσόκρης, ο Λόντος, ο Γρηγοριάδης, ο Αναγν. Παπατσώρης, ο Αναστασόπουλος, ο Συρράκος, ο Δημήτρης Γκρίτζαλης, ο Θεοδ. Σεκλέτος κ.λπ.
Τα πιστοποιητικά αναφέρουν σχεδόν στερεοτύπως: «Άμα ήχησεν η υπέρ της ιεράς ελευθερίας της πατρίδος σάλπιγξ έδραξε τα όπλα και τρέξας εις τας μάχας πολεμήσας υπέρ πατρίδος με ζήλον και αυτοθυσία μεγίστην».
Ως τόποι- περιοχές αναφέρονται κυρίως: η πολιορκία του Νεοκάστρου- Μεθώνης, του κάστρου Καρυταίνης, της Τριπολιτσάς, της Κορίνθου - Παλαιών Πατρών, μάχες Δερβενακίων - Γράνας, Βαλτετσίου, φλεσσιάδος (Μανακίου), Δραμπάλας, Αγ. Ηλία Βουλκάνου και αλλού. Σημειώνω εδώ ιδιαιτέρα την επέλαση του Ιμπραήμ στο Σιδηρόκαστρο της 27ης Απριλίου 1827. Ο Γρηγοριάδης στις Ιστορικές αλήθειες (σ. 215) γράφει: «Αυτός ο ίδιος ο Ιμπραήμ πασάς, διηυθύνθη εις το Σιδηρόκαστρον (κωμόπολιν της Τριφυλίας) απέχουσαν εκ του Ψάρι ώρας 3 και φθάσας αυτόθι εύρεν γενναίαν ένοπλον αντίστασιν από 500 Αρκαδίους τους διαφόρους καπετάνιους οχυρωμένης καλώς εις ορεινά και δύσβατα μέρη. Εις Σιδηρόκαστρον απώλεσε 200 στρατιώτας χωρίς να δυνηθεί να βλάψει τους Αρκαδίους και ηναγκάσθη να τραπεί προς την κωμόπολιν Ζούρτσα.»
Η ιστορική αυτή αφήγηση του Γρηγοριάδη επιβεβαιούται πλήρως από έγγραφο επίσημο των Γενικών Αρχείων του Κράτους (αρ. 15307) αποκείμενο στο αρχείο μου κι επισυναπτόμενο στο κείμενο αυτό, έγγραφο «μαρτυρικόν» διά του οποίου ενόρκως ομολογούν «ότι περί τούτου το χωρίον και εις θέσιν καλουμένης Άγιος Ηλίας, κατά του Ιμπραήμ εφονεύθησαν συμμαχόμενοι οι Σιδηροκάστρου Αδάμ (Αδαμόπουλος) και ο υιός αυτού Κωνσταντίνος, ο μεν ετών τεσσαράκοντα εξ, ο δε είκοσι τέσσαρα εις του υπέρ πατρίδος αγώνα. Εν Σιδηροκάστρω τη 24 Δεκεμβρίου 1835».
Ακολουθούν 25 υπογραφές μαχητών κυρίως Σιδηροκαστριτών, τις οποίες επικυρώνει ο Δήμαρχος Αυλώνος Αναγνώστης Αλεξόπουλος (ο σημαιοφόρος του Αγώνος).
Επίσης από έγγραφο με αρ. 12825/18397 των Γενικών Αρχείων του Κράτους προκύπτει ότι ο Δημήτριος Πολυχρονόπουλος ο εκ Σιδηροκάστρου, μετεί χε καθ' όλην τη διάρκεια του αγώνος και ότι ύστερα από πιστοποίηση όλων των οπλαρχηγών της Πελοποννήσου και από τον Γενικόν Αρχηγόν Θεόδωρον Κολοκοτρώνην και από επίσημον ανακοίνωσιν αυτού προβιβάσθη στο βαθμό του λοχαγού. Το 1830 επί κυβερνήσεως του Ιωάννου Καποδίστρια διορίσθη Γραμματεύς του αρχηγείου Πελοποννήσου με τον βαθμόν και τας αποδοχάς του λοχαγού. Ετιμήθη με τον αργυρούν μετάλλιον, όπως βεβαιώνει το 1839 ο Δήμαρχος Αυλώνος Αναγνώστης Αλεξόπουλος.
Ο ίδιος περί το 1870 μετοίκησε την Κυπαρισσία και ως επιφανής οικογένεια πολλά μέλη της διέπρεψαν ως δήμαρχοι κ.λπ. Δεν είναι γνωστό αν πυρπόλησε οικίες στο Σιδηρόκαστρο ο Ιμπραήμ.
Στο οθωνικό αρχείο (Φ.1206) απόκειται αναφορά των κατοίκων του Σιδηροκάστρου του Νοεμβρίου 1833, στην οποία αναφέρουν: «καθικετεύομεν την Υμετέραν Υψηλότητα όπως χύσει το πλούσιον έλεος της και βοηθήσει δια να σκεπάσωμεν τον οίκον μας, όπου έκαυσεν ο άπιστος και μένει έκτοτε πυρπολημένος. Οι πιστοί υμών υπήκοοι.» Δεν προκύπτει αν απεστάλη ή όχι βοήθεια.
Επίσης από την πυρπόληση εκείνη έλιωσε «η μεγάλη καμπάνα» του Πολιούχου Αγίου Νικολάου. Υπολείμματα εκείνης «ξανάχυσαν» οι Στεμνιτσιώτες μαστόροι και μέχρι των ημερών μας οι πρόγονοί μας «καμπάνα του Ιμπραήμ» την αποκαλούσαν.
Στην ίδια μάχη του Προφήτη Ηλία Σιδηροκάστρου ο Παπά Καλόγερος «εισπηδήσας στο άλογο του Ναγίπ μπέη, τον κατέσφαξε».
Στους μαχητές που υπογράφουν για τη μάχη του Προφήτη Ηλία δεν υπάρχει η ομολογία του Παπα- καλόγερου -ούτε υπογραφή του, το 1835, διότι ήταν φυλακισμένος στις φύλακες του Νιόκαστρου. Είχε καταδικαστεί σε 15ετή ειρκτή, ως συναίτιος και συναυτουργός της επανάστασης των Τριφυλίων κατά της Αντιβασιλείας το 1834.
Καλόγερος Παπαθεοδώρου ή Σιδηροκαστρίτης (1796-1858)
Είχε δικό του μπουλούκι και με την έναρξη του Αγώνα ετέθη επικεφαλής των αρμάτων του Σιδηροκάστρου και της γύρω περιοχής μαζί με τον Αναγνώστη Αλεξπουλο. Προήχθη σε εκατόνταρχο το 1824 κι επολέμησε καθ' όλη τη διάρκεια του Αγώνος, ενταγμένος στο σώμα των Παπατσωραίων. Ήταν ρασοφόρος καλόγερος, υιός του ιερέως Θεόδωρου και αδελφός του Αντωνίου, αξιωματικού. Αναφέρεται σε πληθώρα εγγράφων των Γ.Α.Κ. Μετά τον Αναγνώστη Αλεξόπουλο ως μπουλουξήδες έφεραν ιδίαν επαναστατικήν σημαίαν (μπαϊράκι) χρώματος μαύρου με λευκό σταυρό, ηγούμενοι 20- 40 Παλληκαρίων (Γ.Α.Κ.- Φ.15). Το 1836 η επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Παιδεύσεως Γραμματεία της Επικράτειας (Υπουργείο) απονέμει στους Αρχιερείς και Ιερωμένους το Αργυρούν Αριστείο Ανδρείας νομισματοσήμον αυτών του Επισκόπου Βρεσθένης μεταξύ του Επισκόπου Βρασθένης Θεοδώρητου και του καλογέρου Σιδηροκαστρίτη «ως αρχηγόν στρατιωτικού σώματος κατά τον ιερόν αγώνα». Δεν το έλαβε όμως τότε διότι συμμετείχε στην Επανάσταση του 1834 και ήταν φυλακισμένος στις φυλακές του Νιόκαστρου. Το 1838 ελεύθερος πια υποβάλλει αναφορά προς την Α.Μ. αιτούμενος το νομισματόσημον (Φ. 078 Γ.Α.Κ.). Είναι άγνωστο αν του χορηγήθηκε ποτέ. Το 1834 συμμετείχε ενεργά στην υπό του Γιαννάκη Γκρίτζαλη επανάσταση, ηγούμενος και τότε στασιαστών συμπατριωτών του, καταδικασθείς σε 15 έτη δεσμά συναίτιος και συναυτουργός της Επαναστάσεως. Προσωπογραφία αυτού απόκειται στο αρχείο μου και προσαρτάται στο παρόν.
Μετά τη μάχη των Δερβενακίων υποχωρών ο Δράμαλης πασάς για την Κόρινθο, πέρασε από το Αγηνόρι όπου ενέδρευαν οι Αρκάδιοι μεταξύ των οποίων ο Παπατσώρης και Καλόγερος Παπαθεοδώρου και άλλοι καπεταναίοι Πελοποννήσιοι. Εσφάγησαν κι εφονεύθησαν 1.200 Τούρκοι και Αλβανοί. «Ο Αλβανός στρατηγός Σουλεϊμαν εκ των ανδρειοτέρων και μαχιμωτέρων στρατηγών του Δράμαλη πασά ηρωικώς αμυνόμενος διά του ξίφους και των πιστολίων, εζωγρήθη και κατεσφάγη παρά του Τριφυλίου οπλαρχηγού Παπαθεοδώρου» (Γρηγοριάδης, Ιστορικές αλήθειες, σ. 139)
1. Αναγνώστης Αλεξόπουλος (1794- 1863)
Υιός του Σιδηροκαστρίτη Αλεξίου, του πρώτου μυηθέντος στη Φιλική Εταιρεία Δημογέροντος κι Εθνεγέρτου, όπου αναφέρεται στην Επιτομή της ιστορίας του Α. Φραντζή. Υπηρέτησε καθ' όλη τη διάρκεια του Αγώνα πάντοτε ως Σημαιοφόρος του Αναγνώστη Παπατσώρη. Μάλιστα ο Γρηγοριάδης στο βιβλίο Ιστορικαί αλήθειαι (σ. 183) αναφέρει: «Ο Αναγνώστης Αλεξόπουλος και Γιαννάκης Λιόγας, σημαιοφόροι του Αναγνώστη Παπατσώρη προηγήθησαν εις τους εχθρικούς προμαχόνας και αναβάντες τα τείχη ενέπηξαν τας σημαίας των». Στο Κεφαλάρι του Άργους, γράφει ο Γρηγοριάδης, κατά την κυρίευση του φρουρίου Λάρισα διεκρίθη διά την ανδρείαν και την τόλμην ο σημαιοφόρος του Αναγνώστη Παπατσώρη Αναγνώστης Αλεξόπουλος. (Γρηγοριάδης, Ιστορικές αλήθειες, σ. 114) Ετιμήθη με το Αργυρούν Μετάλλιον. Με τον σχηματισμό των Δήμων το 1835, διορίσθη υπό του Βασιλέως πρώτος Δήμαρχος του δήμου Αυλώνος. Είναι ο δωρητής της Αγίας και Πανσέπτου εικόνος του Αγ. Νικολάου Σιδηροκάστρου το 1836. Απεβίωσε το 1862. (Γ.Α.Κ. Φ.23, 57, 145). Η εφημερίδα Καιροί έγραψε «Ετελεύτησεν εν τη κώμη Σιδηροκάστρου ο μυρίων επαίνων Σημαιοφόρος του Αγώνος Αναγνώστης Αλεξόπουλος, άξιος της πατρίδος ανακηρυχθείς»
2. Θεόδωρος Θανασούλιας- Σιδηροκαστρίτης
Υπηρέτησε καθ' όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Μάλι στα στην πολιορκία και στην πτώση του Νεοκάστρου υπήρξε σημαιοφόρος του Αρχηγού των Ντρεδών Γιαννάκη Μέλιου (Γ.Α.Κ. Φ 17033). Έκτοτε ηγούμενος 10- 20 παλικαριών υπηρέτησε στο σώμα των Γκρίτζαλη- Παπατσωραίων. Μάλιστα ορίστη υπό των Αρχηγών μετά την παράδοση του Νεοκάστρου και υπό συνοδεία 200 Ντρέδων να οδηγήσει τους διασωθέντας Τούρκους σε κάποιο τουρκικό τέμενος αλλά και αυτοί κατεσφάγησαν από Αρκάδιους και Κοντοβουνίσιους. (Γρηγοριάδης, Ιστορικές αλήθειες, σ.102) Ετιμήθη με το αργυρούν μετάλλιον.
3. Ευστάθιος και Γιώργος Σταθόπουλος
Πατέρας και υιός έχοντες ίδιον στρατιωτικόν σώμα 20- 40 παλικαριών ετιμηθήσαν με το αργυρούν μετάλλιον. Ο Γεώργιος εξελέγη πρώτος Δήμαρχος Αυλώνος στις πρώτες δημοτικές εκλογές το 1847 (Γ.Α.Κ. Φ.185)
4. Γεώργιος Καλούλης
Διατηρούσε προεπαναστατικά δικό του μπουλούκι κλεφτών, έλαβε μέρος στον αγώνα κι εντάχτηκε στο σώμα των Παπατσωραίων (Γ.Α.Κ. Φ. 57, 163)
4. Γεώργιος Καλούλης
Διατηρούσε προεπαναστατικά δικό του μπουλούκι κλεφτών, έλαβε μέρος στον αγώνα κι εντάχτηκε στο σώμα των Παπατσωραίων (Γ.Α.Κ. Φ. 57, 163)
5. Γεωργάκης Πετρόπουλος
(1781- 1848). Σιδηροκαστρίτης Κλεφτοκαπετάνιος. Έλαβε μέρος καθ΄όλιν την διάρκεια του αγώνος. Στην πολιορκία του Νεοκάστρου όπου αναγράφετε στην μερίδα των λαβωμένων. Πολέμησε στα Δερβενάκια, στην Πάτρα, Βαλτέτσι, πολιορκία Τριπολιτσάς, μάχες της Γράνας και Δραμπάλας, καθώς και στο Μανιάκι.
6. Αντώνιος Παπαθεοδώρου, Λυμπέρης Σιαπέρας μετά των υιών του Χρήστου και Δημητρίου υπήρξαν μπουλουξήδες. (Γ.Α.Κ. Φ.92)
Ο πτωχός κάλαμός μου, περιληπτικά συναξάρισε όσα εγώ περισυνέλεξα αναδιφίζοντας αρχεία και αναζητώντας πηγές. Οι προγονοί μας ορεινοί Τριφύλιοι των Σουλιμοχωρίων εξεγέρθησαν μαζί με τους άλλους Έλληνες για να σταματήσουν τα φρικώδη εγκλήματα των κατακτητών. Να σταματήσουν οι φόνοι, οι αρπαγές, οι λεηλασίες, οι αισχροπραγίες των δυναστών. Κυρίευσαν κάστρα άπαρτα, άλωσαν προμαχώνες δυνατούς, ισοπέδωσαν ταμπούρια απάτητα, χόρεψαν με τα γιαταγάνια στο χέρι χορούς παράξενους σώμα με σώμα με τους τυράννους, αψηφώντας τον θάνατο για το ιδανικό της ελευθερίας το ατίμητο.
Αυτοί οι πρόγονοί μας ουδαμού υποχώρησαν, ουδέποτε επρόδωσαν. Τελευταίοι έμειναν πάντοτε στα χαρακώματα της τιμής και του χρέους. Τα αίματά τους αναμείχτηκαν με τα αίματα των άλλων Ελλήνων. Τα κορμιά τους κουρελιασμένα πάντοτε στα στήθη, κανένα στην πλάτη. Μπροστά πολεμούν οι Έλληνες. Εδώ στα αγναντερά καταρράχια προεπαναστατικά ανέμιζαν ανοιχτά μπαϊράκια με το σταυρό του Χριστού καταμεσίς ακριβοκεντημένο, των απροσκύνητων εραστών της πίστεως του Χριστού και της Ελευθερίας. Χώματα του δικού μας Μοριά, ανακατωμένα και ποτισμένα με μπόλικα αίματα Τριφυλίων αγωνιστών αντρειωμένων, χώματα ιερά, τιμημένα πανωσέντονα κορμιών παλικαριών, χυμένα αίματα της λευτεριάς ακριβοτίμητη πληρωμή. Επετειακή η γραφή του καλάμου μου, ανακατωμένη με μπόλικο ύγραμμα των ματιών μου για τη λιτή αυτή προσφορά μου.
Εύχομαι στην άλλη επέτειο των 300 ετών η πατρίδα ακέραιη και το έθνος ελεύθερο, ενωμένο και αδιαίρετο να εορτάσει δοξαστικά όπως σήμερα εμείς. Τότε και οι δικές μας ψυχές θα αγάλλονται και θα χαίρονται χαράν μεγάλη. Οι ενωμένες τούτες γραφές των Τριφυλίων για τον απελευθερωτικό μας Αγώνα συντελούνται για πρώτη φορά κατά τον ελεύθερο βίο μας, δι' αυτό σ' εκείνους που οργάνωσαν αυτή την εθνική προσπάθεια μεγάλος τους πρέπει έπαινος.
Παναγιώτης Γεωργακόπουλος Αντιστράτηγος ε.α.
Ο πτωχός κάλαμός μου, περιληπτικά συναξάρισε όσα εγώ περισυνέλεξα αναδιφίζοντας αρχεία και αναζητώντας πηγές. Οι προγονοί μας ορεινοί Τριφύλιοι των Σουλιμοχωρίων εξεγέρθησαν μαζί με τους άλλους Έλληνες για να σταματήσουν τα φρικώδη εγκλήματα των κατακτητών. Να σταματήσουν οι φόνοι, οι αρπαγές, οι λεηλασίες, οι αισχροπραγίες των δυναστών. Κυρίευσαν κάστρα άπαρτα, άλωσαν προμαχώνες δυνατούς, ισοπέδωσαν ταμπούρια απάτητα, χόρεψαν με τα γιαταγάνια στο χέρι χορούς παράξενους σώμα με σώμα με τους τυράννους, αψηφώντας τον θάνατο για το ιδανικό της ελευθερίας το ατίμητο.
Αυτοί οι πρόγονοί μας ουδαμού υποχώρησαν, ουδέποτε επρόδωσαν. Τελευταίοι έμειναν πάντοτε στα χαρακώματα της τιμής και του χρέους. Τα αίματά τους αναμείχτηκαν με τα αίματα των άλλων Ελλήνων. Τα κορμιά τους κουρελιασμένα πάντοτε στα στήθη, κανένα στην πλάτη. Μπροστά πολεμούν οι Έλληνες. Εδώ στα αγναντερά καταρράχια προεπαναστατικά ανέμιζαν ανοιχτά μπαϊράκια με το σταυρό του Χριστού καταμεσίς ακριβοκεντημένο, των απροσκύνητων εραστών της πίστεως του Χριστού και της Ελευθερίας. Χώματα του δικού μας Μοριά, ανακατωμένα και ποτισμένα με μπόλικα αίματα Τριφυλίων αγωνιστών αντρειωμένων, χώματα ιερά, τιμημένα πανωσέντονα κορμιών παλικαριών, χυμένα αίματα της λευτεριάς ακριβοτίμητη πληρωμή. Επετειακή η γραφή του καλάμου μου, ανακατωμένη με μπόλικο ύγραμμα των ματιών μου για τη λιτή αυτή προσφορά μου.
Εύχομαι στην άλλη επέτειο των 300 ετών η πατρίδα ακέραιη και το έθνος ελεύθερο, ενωμένο και αδιαίρετο να εορτάσει δοξαστικά όπως σήμερα εμείς. Τότε και οι δικές μας ψυχές θα αγάλλονται και θα χαίρονται χαράν μεγάλη. Οι ενωμένες τούτες γραφές των Τριφυλίων για τον απελευθερωτικό μας Αγώνα συντελούνται για πρώτη φορά κατά τον ελεύθερο βίο μας, δι' αυτό σ' εκείνους που οργάνωσαν αυτή την εθνική προσπάθεια μεγάλος τους πρέπει έπαινος.
Παναγιώτης Γεωργακόπουλος Αντιστράτηγος ε.α.
"Η συμβολή των Σιδηροκαστριτών Τριφυλίας στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821"
Στο "Ντρέδες. Στην πρώτη γραμμή της Ελληνικής Παλιγγενεσίας"