Το Βουταιναίικο κάστρο (Παλιόπυργας ή Παλιοφυλακή ή Καστράκι)
Πάνω ακριβώς από το σημερινό χωριό της Άνω Βούταινας υπάρχει ένας ψηλός και απόκρημνος κωνικός λόφος, οι πλαγιές του οποίου γκρεμίζονται κυριολεκτικά κι από τις τρεις πλευρές του, με εξαίρεση τη δυτική, από την οποία υπάρχει εύκολη πρόσβαση προς την κορυφή. Δυο μονοπάτια, ένα από τα νοτιοανατολικά (λίγο πριν από την είσοδο του χωριού, καθώς ερχόμαστε από την Κάτω Βούταινα, αριστερά) κι ένα από τα βόρεια (στην έξοδο προς Μάκραινα, στο Κοιμητήριο του χωριού, αριστερά) μας φέρνουν σ’ ένα μικρό διάσελο, το οποίο οδηγεί σ’ ένα παλιό πετράλωνο (ανατολικά) κι από εκεί στην κορυφή του λόφου. Εδώ υπήρχε ένα μικρό αλλά οχυρώτατο φρούριο και περίβλεπτο παρατηρητήριο το οποίο, άγνωστο πότε, φαίνεται πως χρησιμοποιήθηκε και ως χώρος εγκλεισμού αιχμαλώτων ή φυλακισμένων, γι’ αυτό και αποκαλείται ακόμη και σήμερα από τους ντόπιους «Παλιοφυλακή».
2. Περιγραφή του Κάστρου
Ο Παλιόπυργας της Βούταινας είναι ένα από τα μικρότερα Κάστρα των Κοντοβουνίων. Οι διαστάσεις του ακολουθούν τη φυσική διαμόρφωση της κορυφής του λόφου πάνω στην οποία είναι χτισμένο. Έτσι, η νότια πλευρά του είναι μεγαλύτερη από τη βόρεια και η ανατολική μεγαλύτερη από τη δυτική. Λόγω της πυκνής βλάστησης , του ανώμαλου εδάφους και των ερειπίων δυσκολεύτηκα πολύ να καταγράψω επακριβώς τις διαστάσεις του Κάστρου, Ενδεικτικά θ’ αναφέρω πάντως πως το μέγιστο μήκος του Κάστρου μετρήθηκε στην ανατολική πλευρά του (50μ.) και το πλάτος του κάπου κοντά στη βόρεια πλευρά βρέθηκε 20 περίπου μέτρα. Είναι, όμως, βέβαιο πως όσο προχωρούμε προς τη νότια πλευρά το πλάτος είναι μεγαλύτερο κατά 5 περίπου μέτρα ή και περισσότερο. Κατά συνέπεια η περίμετρος του Κάστρου πρέπει να πλησιάζει τα 130μ. περίπου και το εμβαδόν του τα 900 τ.μ.
Τα τείχη του Κάστρου, το πλάτος των οποίων έφτανε το 1,5μ., είναι εντελώς κατεστραμμένα. Σώζονται δύο μικρά τμήματα της νότιας και της ανατολικής πλευράς, θεμελιωμένα πάνω στους φυσικούς βράχους του λόφου.
Στα βορειοανατολικά σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση μια από τις εισόδους-πύλες του Κάστρου, με δυο μικρά τμήματα τείχους από τ’ αριστερά και τα δεξιά της. Η πύλη αυτή έχει μήκος 3μ., πλάτος 0,60μ. και ύψος 1,20μ. Είναι κατασκευασμένη με καμάρα (τόξο). Καθώς εισέρχεσαι από αυτήν την τοξωτή πύλη στο Κάστρο, γίνεται φαρδύτρη και ψηλότερη. Ολόκληρο το σωζόμενο τμήμα, τείχος και είσοδος, έχει μήκος 5,6μ., πλάτος 1,20μ. και μέγιστο ύψος 2,60μ. Έχει χτιστεί με ασβεστοκονίαμα, πράγμα που δείχνει πως ολόκληρο το Κάστρο ήταν κλεισμένο με τείχος φτιαγμένο από συνδετικό κονίαμα.
Η προέκταση του αριστερού τμήματος του τείχους της βόρειας εισόδου αποτελούσε το ανατολικό τείχος του Κάστρου, ένα τμήμα του οποίου σώζεται ακόμη από τα θεμέλια κι έχει πλάτος 1,40μ. Δυο ακόμη προεκτάσεις της εισόδου προς τα βόρεια, με φαρδύ και ισχυρό τείχος από τα δεξιά και από τ’ αριστερά της, δίνουν την εντύπωση πως εδώ πρέπει να υπήρχε το βασικό παρατηρητήριο του Κάστρου, αυτό που επικοινωνούσε κατευθείαν με το θρυλικό Κάστρο του Αρακλόβου της Ηλείας.
Εκτός από τη βόρεια πύλη- είσοδο του Κάστρου σώζεται ακόμη σε πολύ καλή κατάσταση μια μικρή υπόγεια θολωτή αίθουσα. Η αίθουσα αυτή, που βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο του φρουρίου, πρέπει να ήταν η δεξαμενή του Κάστρου, γιατί στην οροφή της σώζεται ένα κομμάτι του πήλινου αγωγού με τον οποίο γινόταν η τροφοδοσία της. Η δεξαμενή εσωτερικά έχει μήκος 4,90μ., πλάτος 2,40μ. και ύψος 2,80μ.
Η υδροδότηση του Κάστρου, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, γινόταν από τη γνωστή πηγή του παλιού οικισμού Παπαγιώργη, στα βορειοδυτικά του σημερινού χωριού της Άνω Βούταινας. Μάλιστα, κατά τις εργασίες που έγιναν πριν από μερικά χρόνα για την ύδρευση του χωριού από την ίδια πηγή του Παπαγιώρη, ήρθαν στο φως τμήματα του παλιού αγωγού, που αποτελούνταν από στελέχη ψημένου πηλού με αρκετά καλή στίλβωση και τα κεραμίδια με τα οποία καλύπτονταν.
Λίγο πιο πάνω, αλλά και δίπλα ακριβώς από τη δεξαμενή, απ’ ό,τι δείχνουν τα επιφανειακά ερείπια (οροφές σε σχήμα θόλου που έχουν πάθει καθίζηση, πέτρες που σχηματίζουν τόξα) πρέπει να υπάρχουν κι άλλες θολωτές υπόγειες αίθουσες-δεξαμενές.
Στο νοτιοανατολικό άκρο της κορυφής του λόφου διακρίνονται τα ερείπια ενός πύργου έξω από τον περίβολο του Κάστρου. Έχει διαστάσεις 4,50Χ 4,70μ. Στην ανατολική πλευρά υπάρχουν ερείπια κτισμάτων ανάμεικτα με παλαιά κεραμίδια μέσα κι έξω από τον περίβολο του Κάστρου. Έξω από τον περίβολο διακρίνεται και μια δεύτερη οχύρωση, λίγο νοτιότερα από το ανατολικό τείχος.
3. Στρατηγική σημασία του Κάστρου
Η στρατηγική σημασία αυτού του οχυρού ήταν πολύ μεγάλη, γιατί είναι το μόνο από τα Κάστρα των Κοντοβουνίων που είχε άμεση επικοινωνία με το ένδοξο και χιλιοτραγουδισμένο Κάστρο του Αρακλώβου της Ολυμπίας.
Καταρχάς, το Κάστρο της Βούταινας έχει άμεση οπτική επαφή με τα γειτονικά Κάστρα, το Ξυλόκαστρο στ’ ανατολικά και το Χαλβατσαίικο στα νοτιοανατολικά. Στα νότια ελέγχει μεγάλο μέρος της μεσσηνιακής πεδιάδας και του Μεσσηνιακού Κόλπου. Στ’ ανατολικά του ελέγχει ολόκληρη την ορεινή λεκάνη κι όλα τα υψώματα του Κεφαλόβρυσου (Χαλβάτσου), της Κουλκάδας και της Βούταινας, ενώ στο βάθος βλέπει μέχρι την οροσειρά του Ταϋγέτου και την κορυφή του Προφήτη Ηλία. Αλλά ο σκοπός που χτίστηκε τούτο το Κάστρο και βασική αποστολή όλων όσων το εξουσίαζαν κατά καιρούς ήταν από τη μια ο έλεγχος του σημαντικού περάσματος του Σκουλαρίου (του διάσελου που όριζε τα όρια των επαρχιών Μεσσήνης και Τριφυλίας και που εκείνα τα χρόνια άνοιγε τη μία από τις τρεις πύλες της Τριπύλης) και από την άλλη η επικοινωνία με το σημαντικό Κάστρο του Αρακλώβου.
Πράγματι, αν αγναντέψουμε όσο πιάνει το μάτι μας προς τα βόρεια, θα διακρίνουμε στο βάθος, πολύ πέρα από το διάσελο του Σκουλαρίου, την επιβλητική κορυφή της Μίνθης, τη Βουνούκα (1222μ.) και στ’ ανατολικά της ένα κωνικό ύψωμα, στην κορυφή του οποίου βρισκόταν το θρυλικό Αράκλωβο, ένα από τα πιο ξακουστά Κάστρα του Μοριά.
Όπως είναι γνωστό, το Αράκλωβο, που το υπερασπίστηκε με απαράμιλλη γενναιότητα κατά την επιδρομή των Φράγκων το 1204 ο Δοξαπατρής Βουτσαράς, αποτέλεσε ένα από τα τελευταία αξιόλογα προπύργια των Βυζαντινών στο Μοριά. Έτσι, πιστεύω με πολύ μεγάλη βεβαιότητα, πως η οπτική επαφή και επικοινωνία αυτών των δύο Κάστρων δεν είναι τυχαία, αλλά αποδεικνύει πως το Κάστρο της Βούταινας δεχόταν και διαβίβαζε οπτικά μηνύματα (φωτιάς, καπνού κ.λπ.). Με τον τρόπο αυτό ένα οπτικό σήμα κινδύνου για παράδειγμα μπορούσε να φτάσει σε ελάχιστο χρόνο από την Γλαρέντζα (Κυλλήνη) στο Αράκλωβο, από εκεί στο Κάστρο της Βούταινας και στη συνέχεια στα υπόλοιπα Κάστρα της Μεσσηνίας.
4. Ιστορία του Κάστρου
Δυστυχώς, και για το Κάστρο της Βούταινας οι γραπτές ιστορικές μαρτυρίες είναι ανύπαρκτες. Στην περιοχή του πάντως άνθισαν και παρήκμασαν δυο οικισμοί, εκτός από αυτόν της σημερινής Άνω Βούταινας. Ο ένας οικισμός, ο Παπαγιώργης, βρισκόταν στα βορειοδυτικά του Κάστρου, στην ομώνυμη σημερινή τοποθεσία. Ο οικισμός αυτός, άγνωστο για ποιο λόγο, εγκαταλείφθηκε ήδη από τον 19ο αιώνα. Μέχρι πριν από μερικά χρόνια σώζονταν ακόμη τα λείψανά του μέσα σε αγρούς της περιοχής.
Μοναδικές μαρτυρίες για τον οικισμό του Παπαγιώργη είναι οι ενετικές απογραφές του 1689 και του 1700. Ανήκε στην επαρχία Αρκαδιάς και στα 1689 είχε 19 κατοίκους. Στα 1700 είχε 45 κατοίκους. Η διαφορά μεταξύ των δύο απογραφών δεν πρέπει να οφείλεται σε αύξηση του πληθυσμού, αλλά στο γεγονός ότι η δεύτερη απογραφή (Grimani) ήταν πιο έγκυρη και πιο αξιόπιστη από την πρώτη (βλ. Παναγιωτόπουλου Β., Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου, σ. 139- 143). Επίσης, κατά την απογραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας στα 1700 στον οικισμό του Παπαγιώργη υπήρχε ο ναός της Παναγίας και άλλες πέντε εκκλησίες χαλασμένες. Στη Βούταινα υπήρχαν οι ναοί της Παναγίας και του Αγίου Νικολάου. Σήμερα το μόνο που απομένει από τον παλιό οικισμό του Παπαγιώργη είναι η πηγή από την οποία υδρεύεται η Βούταινα και η παλιά εκκλησία της Παναγίας, που λειτουργείται από τους ευσεβείς Βουταιναίους κάθε χρόνο στις 8 Σεπτέμβρη.
Ο δεύτερος οικισμός βρισκόταν ανάμεσα από το Κάστρο και το χαμηλό ύψωμα Κουτσουβέρι (βόρεια και απέναντι από το Κάστρο). Πρόκειται για μια μικρή πλαγιά στην οποία δε σώζονται, δυστυχώς, ερείπια αλλά το τοπωνύμιο «στην Παλιόρουγα», το οποίο μαρτυράει την ύπαρξη οικισμού σε παλαιότερη εποχή. Δυτικότερα του Κάστρου και πολύ κοντά στην Παλιόρουγα, εκεί όπου σήμερα σώζεται ένα παλιό πετράλωνο, στο διάσελο, υπάρχει το ναωνύμιο «στον Αγιο-Δημήτρη». Τέτοια εκκλησία στα 1700 δεν αναφέρεται ούτε στη Βούταινα ούτε στον Παπαγιώργη. Έτσι, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν αυτός ο οικισμός αποτελούσε συνοικισμό των κατακτητών του Κάστρου ή αποτέλεσε προσωρινό τόπο εγκατάστασης των κατοίκων του Παπαγιώργη, πριν κατέβουν οριστικά στον οικισμό της Άνω Βούταινας.
Όσον αφορά την ταυτότητα του Κάστρου της Βούταινας πιστεύω πως πρόκειται για ένα ακόμη βυζαντινό κάστρο που μετά το 1205 αποτέλεσε προωθημένο κάστρο της βαρωνίας της Αρκαδιάς. Μην ξεχνάμε πως τα χωριά της Βούταινας και της Μάκραινας μέχρι το 1833, που έγινε η νέα διοικητική διαίρεση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους από τους Βαυαρούς, υπάγονταν στην επαρχία Αρκαδιάς και στο «κόλι» των Κοντοβουνίων. Στην επαρχία Μεσσήνης υπήχθησαν μετά το 1833.
Θα διακινδυνέψω και μια απόπειρα ερμηνείας της ονομασίας «Παλιοφυλακή» που αποδίδεται στο κάστρο εκτός από τις ονομασίες «Κάστρο», «Καστράκι» και «Παλιόπυργας». Η περιοχή των Κοντοβουνίων ήταν ένα από τα τέσσερα τμήματα (κόλια) που πρωταγωνίστησαν στη μεγάλη Μεσσηνιακή Επανάσταση του 1834. Τα άλλα τρία ήταν τα τμήματα του Σουλιμά, της Ζούρτσας και της Γαράντζας.
Τη μεγαλύτερη συμμετοχή στην Επανάσταση είχαν τα χωριά Βιδίσοβα (Δροσοπηγή), Μάκραινα και Βούταινα. Γι’ αυτό και αφοπλίστηκαν αμέσως από τα κυβερνητικά στρατεύματα, ενώ ο αφοπλισμός των άλλων χωριών ανατέθηκε στον δημογεροντιακό έφορο των Κοντοβουνίων. Μάλιστα, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ) διασώθηκαν έγγραφα, σύμφωνα με τα οποία, μετά την αποτυχία της Επανάστασης, σε κατάλογο των υποδίκων που βρίσκονταν κλεισμένοι στις φυλακές του Πύργου αναφέρονται και οι Βουταιναίοι Γιαννάκης και Λάμπρος Κοσμάς ενώ από άλλα έγγραφα πληροφορούμαστε ότι στην Επανάσταση έλαβε μέρος και ο Σταμάτης Κοσμάς.
Τις συλλήψεις και τον αφοπλισμό των επαναστατών ακολούθησε η συγκρότηση Στρατοδικείου στην Κυπαρισσία, που στη συνέχεια μεταφέρθηκε για περισσότερη ασφάλεια στην Πύλο. Είναι, λοιπόν, πολύ πιθανό οι παραπάνω Βουταιναίοι και Μακραιναίοι υπόδικοι να κλείστηκαν για κάποιο διάστημα, μετά τις 29 Αυγούστου του 1834, σε κάποιους χώρους του Κάστρου, πριν μεταφερθούν στην Πύλο για να δικαστούν. Τα γεγονότα αυτά πρέπει να έμειναν βαθιά χαραγμένα στη μνήμη των χωρικών που από τότε, όταν ήθελαν να αναφερθούν στο Κάστρο, το αποκαλούσαν και «Παλιοφυλακή».
Τα παραπάνω ιστορικά γεγονότα είναι πέρα για πέρα πραγματικά και η εκτενή τους παρουσίαση και τεκμηρίωση έχει γίνει στο ιστορικό μου σύγγραμμα που αναφέρεται στη συμμετοχή των χωριών της περιοχής στον απελευθερωτικό Αγώνα του ’21 (Τα Κοντοβούνια στην Επανάσταση του 1821). Η υπόθεση, όμως, που έκανα σχετικά με την ονομασία «Παλιοφυλακή», που αποδίδεται στο Βουταιναίικο Κάστρο, παρουσιάζεται με κάθε επιφύλλαξη.
Με το αφιέρωμά μας στο Κάστρο της Βούταινας ολοκληρώνεται η παρουσίαση των τεσσάρων κάστρων της ορεινής περιοχής των Κοντοβουνίων (Χαλβατσαίικο, Σαφλαούρο, Ξυλόκαστρο και Βουταιναίικο). Πριν προχωρήσουμε στα υπόλοιπα κάστρα της περιοχής (Λοΐ, Στρέφι, Πελεκανάδας), θα παραθέσω μερικά πολύ χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με την ταυτότητα και τη σημασία των τεσσάρων ορεινών κάστρων των Κοντοβουνίων.
1. Τα κάστρα των Κοντοβουνίων ήταν προωθημένα κάστρα της βαρωνίας Αρκαδιάς για να ελέγχουν τα φυσικά περάσματα από την εύφορη πεδινή Μεσσηνία (τότε βαρωνία της Καλαμάτας, μετέπειτα επαρχία Μεσσήνης) προς την ορεινή Τριφυλία και κυρίως προς το οροπέδιο της Τριπύλης και την Αρκαδιά (Κυπαρισσία). Κάθε κίνηση από Καλαμάτα προς Αρκαδιά ή από Αρκαδιά προς Καλαμάτα και διαμέσου του οροπεδίου της Τριπύλης βρισκόταν κάτω από τον απόλυτο έλεγχο των τεσσάρων κάστρων των Κοντοβουνίων.
2. Θεμελιωτές των κάστρων αυτών ήταν σίγουρα οι Βυζαντινοί. Χρησιμοποιήθηκαν, όμως, στη συνέχεια και από τους Φράγκους αλλά και από τους τούρκους και τους Ενετούς. Κατά πάσα πιθανότητα το μεγαλύτερο μέρος όσων τμημάτων τους διατηρούνται όρθια μέχρι σήμερα είναι έργα των τελευταίων.
3. Τα κάστρα των Κοντοβουνίων ελάμβαναν οπτικά μηνύματα από άλλα κάστρα του Μοριά διαμέσου του Αρακλώβου και τα διαβίβαζαν προς τα υπόλοιπα κάστρα της Μεσσηνίας.
4. Τα κάστρα αυτά λειτουργούσαν κυρίως ως τοπικά φρούρια-παρατηρητήρια, που διευκόλυναν τον ανεφοδιασμό και την αλληλογραφία των εκάστοτε κατακτητών της «καλλίκαρπης» Μεσσηνίας.
Δημητρίου Γρηγ. Μουγγού, Δασκάλου-Συγγραφέα-Ιστορικού Ερευνητή.
ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ-ΚΑΣΤΡΑ ΤΩΝ ΚΟΝΤΟΒΟΥΝΙΩΝ
Τα παραπάνω ιστορικά γεγονότα είναι πέρα για πέρα πραγματικά και η εκτενή τους παρουσίαση και τεκμηρίωση έχει γίνει στο ιστορικό μου σύγγραμμα που αναφέρεται στη συμμετοχή των χωριών της περιοχής στον απελευθερωτικό Αγώνα του ’21 (Τα Κοντοβούνια στην Επανάσταση του 1821). Η υπόθεση, όμως, που έκανα σχετικά με την ονομασία «Παλιοφυλακή», που αποδίδεται στο Βουταιναίικο Κάστρο, παρουσιάζεται με κάθε επιφύλλαξη.
Με το αφιέρωμά μας στο Κάστρο της Βούταινας ολοκληρώνεται η παρουσίαση των τεσσάρων κάστρων της ορεινής περιοχής των Κοντοβουνίων (Χαλβατσαίικο, Σαφλαούρο, Ξυλόκαστρο και Βουταιναίικο). Πριν προχωρήσουμε στα υπόλοιπα κάστρα της περιοχής (Λοΐ, Στρέφι, Πελεκανάδας), θα παραθέσω μερικά πολύ χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με την ταυτότητα και τη σημασία των τεσσάρων ορεινών κάστρων των Κοντοβουνίων.
1. Τα κάστρα των Κοντοβουνίων ήταν προωθημένα κάστρα της βαρωνίας Αρκαδιάς για να ελέγχουν τα φυσικά περάσματα από την εύφορη πεδινή Μεσσηνία (τότε βαρωνία της Καλαμάτας, μετέπειτα επαρχία Μεσσήνης) προς την ορεινή Τριφυλία και κυρίως προς το οροπέδιο της Τριπύλης και την Αρκαδιά (Κυπαρισσία). Κάθε κίνηση από Καλαμάτα προς Αρκαδιά ή από Αρκαδιά προς Καλαμάτα και διαμέσου του οροπεδίου της Τριπύλης βρισκόταν κάτω από τον απόλυτο έλεγχο των τεσσάρων κάστρων των Κοντοβουνίων.
2. Θεμελιωτές των κάστρων αυτών ήταν σίγουρα οι Βυζαντινοί. Χρησιμοποιήθηκαν, όμως, στη συνέχεια και από τους Φράγκους αλλά και από τους τούρκους και τους Ενετούς. Κατά πάσα πιθανότητα το μεγαλύτερο μέρος όσων τμημάτων τους διατηρούνται όρθια μέχρι σήμερα είναι έργα των τελευταίων.
3. Τα κάστρα των Κοντοβουνίων ελάμβαναν οπτικά μηνύματα από άλλα κάστρα του Μοριά διαμέσου του Αρακλώβου και τα διαβίβαζαν προς τα υπόλοιπα κάστρα της Μεσσηνίας.
4. Τα κάστρα αυτά λειτουργούσαν κυρίως ως τοπικά φρούρια-παρατηρητήρια, που διευκόλυναν τον ανεφοδιασμό και την αλληλογραφία των εκάστοτε κατακτητών της «καλλίκαρπης» Μεσσηνίας.
Δημητρίου Γρηγ. Μουγγού, Δασκάλου-Συγγραφέα-Ιστορικού Ερευνητή.
ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ-ΚΑΣΤΡΑ ΤΩΝ ΚΟΝΤΟΒΟΥΝΙΩΝ
Το Βουταιναίικο κάστρο (Παλιόπυργας ή Παλιοφυλακή ή Καστράκι)
Φωτογραφίες από Γιώργο Κωστόπουλο (αυτοψία 2019).