.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Παρασκευή 12 Μαΐου 2023

Παλαιόκαστρο Γριζόκαμπου Μεσσηνία


Ο Γριζόκαμπος είναι μια μικρή κοιλάδα στην ΝΔ Μεσσηνία μήκους περίπου 2χλμ. και πλάτους μέχρι 500μ. Έχει κατεύθυνση Β- Ν και στην Ν πιό ανοιχτή πλευρά του φτάνει στην παραθαλάσσια περιοχή της Λούτσας, η οποία βρίσκεται αμέσως στα Α από την Φοινικούντα. Στον Γριζόκαμπο υπάρχει ο ομώνυμος μικρός οικισμός ενώ στα ΒΑ του κάμπου υπάρχει το χωριό Καπλάνι και στα ΝΑ το Ακριτοχώρι (πρώην Γρίζι).
Το όνομα Γριζόκαμπος είναι σύνθετο και αποτελείται από τη (Βυζαντινή) λέξη Γρίζι(ον) και τη Λατινική Campus= πεδιάδα, κάμπος. Γριζόκαμπος, λοιπόν, σημαίνει κάμπος του Γριζιού, κάμπος που ανήκει στο Γρίζι ή ελέγχεται από το Γρίζι, δηλαδή το χωριό που βρίσκεται Νοτιοανατολικά του Γριζόκαμπου ή από το παλαιό κάστρο (Παληόκαστρο), που σώζεται ακόμη στα Βορειοανατολικά του χωριού στον ομώνυμο λόφο.
Κατ' άλλους το όνομα είναι Γκριζόκαμπος (=Γκρίζος Κάμπος) επειδή πολύ συχνά, από το φθινόπωρο ως την άνοιξη καλύπτεται από αραιή ομίχλη και φαίνεται γκρίζος (=σκούρος) ο κάμπος.
Στο μέσον περίπου του Γριζόκαμπου από την Α πλευρά υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο φαράγγι από το οποίο, κατά τους Αρχαίους και Μεσαιωνικούς χρόνους, πέρναγε η οδός που ένωνε τις περιοχές στα Δ, Φοινικούντα και Μεθώνη, με τις ακτές του Μεσσηνικού κόλπου στην περιοχή της Κορώνης.
Στην κορυφή λόφου, με πολύ απότομες πλαγιές, που δεσπόζει στην Α πλευρά του Γριζόκαμπου και στην είσοδο του φαραγγιού από το οποίο πέρναγε η οδός που ένωνε τις περιοχές της Μεθώνης με τα Δ παράλια του Μεσσηνιακού κόλπου, υπήρχε οχυρό στους Ελληνιστικούς χρόνους που αργότερα χρησιμοποιήθηκε και στον Μεσαίωνα.


Η έρευνα του M. N. Valmin
Το οχυρό- κάστρο του Γριζόκαμπου, στην θέση Παλιόκαστρο, εντόπισε και περιέγραψε ο Σουηδός αρχαιολόγος M. N. Valmin.[1]
Αναφέρει ότι το μικρό φρούριο Γκρίζι, ανάμεσα στα χωριά Ταβέρνα, Γκρίζι και Καπλάνι, βρίσκεται σε έναν λόφο με πολύ απότομες πλαγιές, πάνω από ένα φαράγγι από το οποίο περνά ο δρόμος που πηγαίνει ανατολικά (προς Κορώνη), και δεσπόζει στην είσοδο αυτού του φαραγγιού όπως και στο μεγαλύτερο μέρος της πεδιάδας.
 Πάνω στα αρχαία τείχη είναι χτισμένα αυτά της Ενετοκρατίας και της Τουρκικής περιόδου και δεν φαίνονται εύκολα, παρά μόνο στη δυτική πλευρά, όπου μπορούμε να τα διακρίνουμε στα χαμηλότερα τμήματα των τειχών.
Η είσοδος του φρουρίου ήταν πιθανώς στα ανατολικά, αλλά διακρίνεται και μια άλλη είσοδος στο νοτιοδυτικό τμήμα.
Το φρούριο έχει διαστάσεις 45μ. Β- Ν επί 28μ. Α- Δ. Στην βόρεια πλευρά του οχυρού υπάρχει ένας μεγάλος πύργος 8μ. επί 6μ. των Ελληνιστικών χρόνων. Στο κάστρο υπάρχουν δύο δεξαμενές που ο Βαλμίν χρονολογεί στα Ελληνιστικά ή Ρωμαϊκά χρόνια. Η παλαιότερη κεραμική που βρέθηκε στο Γριζόκαστρο είναι των Ελληνιστικών χρόνων.
Στα Ελληνιστικά χρόνια θα πρέπει να χρονολογηθεί και μια επιγραφή που ανακαλύφθηκε εκεί πριν από λίγα χρόνια και που σήμερα βρίσκεται στο Ελληνικό σχολείο της Αρεόπολης στη Μάνη. Είναι χαραγμένη σε Ερμίσκο που είναι αφιερωμένος στον Δία Επιδότα. 
Τέλος, υπάρχουν νομίσματα της Αχαϊκής συμμαχίας και μερικά από την αυτοκρατορική περίοδο που βρέθηκαν στην πεδιάδα.
Η Επιγραφή του Γριζόκαμπου
Επιγραφή Γριζόκαμπου, ανατολικά της Ταβέρνας (τώρα στην Αρεόπολη)[2]
Διονυσόδου)ρο-
ς Ληνίππα Διί 
Επιδώται.
Θραύσμα Ερμίσκου από λευκού ασβεστόλιθου, ακέφαλο και σπασμένο στο κάτω μέρος. 
Ύψος 0.28μ., πλάτος 0.12μ. και πάχος 0.10μ. 
Επιμελής χάραξη των χαρακτήρων που χρονολογούνται στον -4ου αιώνα. 
Ο Διονυσόδωρος Ληνίππα δεν είναι γνωστό πρόσωπο αν και το Διονυσόδωρος είναι όνομα αρκετά κοινό. Το Επιδώται ως επίθετο του Δία είναι γνωστό από την Σπάρτη και ίσως στη Μαντινεία.


Οχυρά της περιοχής
Ο Βαλμίν αναφέρει και την ύπαρξη άλλων δύο θέσεων:
Είδαμε ότι ο δρόμος από τον Μεθώνη προς την Κορώνη, στο σημείο που εισέρχεται στο φαράγγι ανατολικά του Γριζόκαμπου, φυλασσόταν από ένα φρούριο, που ονομαζόταν Παλαιόκαστρο του Γρίζη. Υπάρχει τουλάχιστον ένα ακόμη κοντά σε αυτόν τον δρόμο. Στη βόρεια πλαγιά του βουνού Ζαρναούρα, περίπου 600 μέτρα νοτιοδυτικά του χωριού Επάνω- Σαρατζάς (σημερινή Χρυσοκελλαριά), υπάρχει ένα πλάτωμα με το παράξενο όνομα του Δία ή Λαγινίτσα. Στο πλάτωμα ζώνονται υπολείμματα οχύρωσης. Σήμερα δεν μπορείς να δεις τίποτα από τους τοίχους, αλλά ένας γέρος θυμήθηκε ότι είχαν αφαιρεθεί πολλές πέτρες για να χτιστούν φράχτες. Ο μεγάλος όγκος των οστράκων από αγγεία που υπάρχουν στην θέση είναι των Ελληνιστικών χρόνων. Η τοποθεσία καταλαμβανόταν, πιθανότατα από ένα μόνιμο φρούριο που δέσποζε στο πέρασμα στο φαράγγι.
Ένα άλλο φρούριο βρίσκεται σε ένα λόφο ίσου ύψους βόρεια του ίδιου δρόμου περίπου 1 χιλιόμετρο πιο πέρα. Πολλά χάλκινα αντικείμενα βρέθηκαν εκεί, μεταξύ των οποίων και ένα αγαλματίδιο. Το μέρος ονομάζεται Ιωάννινα Ασφογερία. Αυτά τα δύο σημεία φύλαγαν το τελευταίο επικίνδυνο φαράγγι στο δρόμο από την Μεθώνη προς την Κορώνη.
Η διαδρομή της οδού επόπτευαν τα δύο φρούρια αυτά καθώς και το κάστρο του Γρίζι, και διέσχιζε το όρος Τζαρναούρα μέσα από το βαθούλωμα που χωρίζει τις δύο κορυφές του. Μετά συνέχιζε ΝΔ μέσω του μεγάλου φαραγγιού που φτάνει στην ακτή στο σημείο της Φανερωμένης, από όπου συνέχιζε βόρεια κατά μήκος της ακτής μέχρι την Κορώνη.

[1] M. N Valmin: "Etudes topographiques sur la Messénie ancienne". Lund 1930. Σελ:158
[2] M. N Valmin: "Inscriptions de la Messenie". Lund 1928/9. Σελ: 148

Το Παληόκαστρο- Τσώνη Π. Σταύρου
Αρκετά στοιχεία για το Παλιόκαστρο Γριζόκαμπου παραθέτει ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Τσώνης Π. Σταύρος*, η εργασία του οποίου ακολουθεί:
Πρόκειται για μικρό Μεσαιωνικό κάστρο, το οποίο χτίστηκε πιθανότατα επί ερειπίων αρχαιοτέρου κάστρου (όπως το παλαιό Ναυαρίνο και το κάστρο της Κορώνης)· εξ ου πιθανόν και η ονομασία του "Παληόκαστρο", σε αντίθεση με τα νεότερα κάστρα της Μεσσηνίας και ειδικότερα της περιοχής. Ευρίσκεται επί της κορυφής υψηλού και αποκρήμνου προς Νότον λόφου, Βορειοανατολικά του σημερινού χωριού "Γριζόκαμπος" πλησίον της ασφάλτου και στο μέσον της αποστάσεως μεταξύ Μεθώνης και Κορώνης. "Βλέπει" Νοτιοδυτικά προς το Ιόνιο πέλαγος και έχει αντίκρυ του τις Οινούσσες νήσους (Σχίζα, Αμαριανή κ.λπ.). Την τοποθεσία οι Καπλανέοι σήμερα ονομάζουν Παληοχώρι ή Μπεντένια[1]. Το στοιχείο τούτο μαρτυρεί ότι πλησίον του Κάστρου υπήρχε παλαιός οικισμός- χωριό (Βλέπε και παρακάτω).
Αν και η ακριβής μέτρηση του μνημείου είναι σχεδόν αδύνατη διότι όλος ο χώρος εντός και πέριξ αυτού καλύπτεται από υπερμεγέθεις και ακανθώδεις θάμνους, οι διαστάσεις του είναι περίπου οι εξής: Μέγιστο μήκος 60 μέτρα και πλάτος 35. Εσωτερικά διαιρείται με πλατύ τοίχο σε δύο τμήματα από Βορρά προς Νότο. Το ύψος του τείχους (εξωτερικού) ποικίλλει αναλόγως της διαμορφώσεως του εδάφους και του βράχου επί του οποίου έχει κτισθεί. Στο εσωτερικό του υπήρχαν μερικά μικρά κτίσματα, τα οποία σήμερα κείνται σε ερείπια καθώς και το μέγιστο μέρος του κάστρου. Από τα σωζόμενα τμήματα του τείχους το υψηλότερο προς Βορράν έχει ύψος 5,55 μέτρων, το πλάτος του στη ΒΔ πλευρά είναι 1,20 και στη ΒΑ 0,70. Στη Βόρεια πλευρά σώζονται υπολείμματα επάλξεων. Νότια-Νοτιοδυτικά υπάρχει περίβολος, σχηματιζόμενος από δεύτερο -εξωτερικό- τείχος, το οποίο -στα Δυτικά κυρίως- είναι διπλό· το έσω έχει πλάτος 0,50 και το έξω 0,60· είναι δε το ένα "κολλημένο" στο άλλο (εφάπτονται).
Το σχήμα του είναι ακανόνιστο· ομοιάζει περισσότερο με (επίμηκες) τραπέζιον, διευθυνόμενο από Βορρά προς Νότο.
Τοιχοποιία
Είναι κτισμένο με ημιλαξευμένες και αλάξευτες -ακανονίστου σχήματος- πέτρες και από θραύσματα κεράμων και μεγάλων κεραμεικών αγγείων "εν είδει εψημένων πλίνθων". Η λάσπη, η οποία παρεμβάλλεται μεταξύ των σκληρών υλικών, αποτελείται από άμμον, άσβεστον και "τετριμμένην κέραμον"(;).
Στέρνες
Στον εσωτερικό περίβολο και προς τα Νοτιοδυτικά σώζονται δύο υπόγειες δεξαμενές, θολωτές, κυλινδρικού σχήματος, λιθόκτιστες και εσωτερικά "επικεχρισμένες" με αμμοκονία. Πρόκειται μάλλον για υδατοδεξαμενές (ή αποθήκες αγνώστου χρήσεως), οι οποίες ευρίσκονται σε πολύ καλή κατάσταση. Η μέτρηση των διαστάσεών τους είναι αδύνατη διότι σε νεότερη εποχή τις γέμισαν -άγνωστο ποιοι- με πέτρες και χώματα κατά το μέγιστο μέρος. Τα στόμιά τους έχουν σχήμα ωοειδές μήκους 0,65 και πλάτους 0,55· είναι δε ανισομεγέθεις.


Η ταυτότητα του Μνημείου
Το Παληόκαστρο -εξ όσων γνωρίζομε- ούτε από ειδικούς μελετήθηκε ποτέ ούτε το κράτος ενδιαφέρθηκε για τη σωτηρία του από τη φθορά του χρόνου. Άλλωστε εξακολουθεί να παραμένει "άγνωστο" ακόμη και στους κατοίκους της περιοχής. Από πληροφορίες Γριζοκαμπιτών μάθαμε ότι προ εικοσαετίας περίπου δύο Άγγλοι αρχαιολόγοι επισκέφθηκαν το Μνημείο· δε γνωρίζομε όμως αν δημοσίευσαν σχετική μελέτη.
Ο αρχαιολόγος Ant. Βon αναφέρει ότι μικρό κάστρο-πύργο διέθετε -εκτός των άλλων- και το χωριό Grizi (=Γρίζι). Τότε όμως (1209, συνθήκη Σαπιέντζας μεταξύ Φράγκων και Ενετών), χωριό Γριζόκαμπος δεν υπήρχε ούτε και το σημερινό Καπλάνι, οπότε σημείο αναφοράς πλησίον του κάστρου ήτο κατ' ανάγκην το Γρίζι, αλλά ποιο Γρίζι; Ο δε Θ. Πετσάλης- Διομήδης στο ιστορικό μυθιστόρημά του "οι Μαυρόλυκοι", Κεφ. Α', σελ. 33, αναφέρει: "Η μεγάλη δημοσιά, που πάει από το κάστρο της Μεθώνης στης Κορώνης το κάστρο, διχαλωνόταν στα καμένα βουνά. Τον είχεν ανοίξει η Βενετιά τούτο το δρόμο στα 1425, τότε που έχτισε το Γρίζι (Μεσόγειο Κάστρο ανάμεσα Κορώνη- Μεθώνη, για να ασφαλίσει από τη στεριά το πηγαινέλα, αν τύχει κι έζωναν τα παράλια καράβια εχθρικά". Και πιο κάτω συνεχίζει: "Στα καμένα βουνά -τα έλεγαν έτσι από τον καιρό που οι Φράγκοι του Βιλεαρδουΐνου, κυνηγημένοι στα 1207 από τους Βενετσιάνους, βάλανε φωτιά στις βελανιδιές, που ήτανε δάσος σε τούτα τα μέρη- στα καμένα βουνά διχαλωνόταν ο δρόμος. Αριστερά τραβούσε για το κάστρο της Κορώνης. Δεξιά απλό γιδόστρατο, κατηφόριζε μαλακά ανάμεσα σε πουρνάρια, σκίνα και αγριοκουμαριές ως το χαμήλωμα. Από κει η θάλασσα δεν ήταν παραπάνω από μιαν ώρα δρόμος. Στ' ακρογιάλι κάτω, ένα μοναχικό χωριό. Τ' όνομά του Αθαλάσσι" (= σημερινή Λούτσα).
Στη φράση "έχτισε το (κάστρο) Γρίζι" το ρήμα σημαίνει "επισκεύασε", γιατί και τα ιστορικά στοιχεία και το ίδιο το μνημείο πείθουν ότι πρόκειται για παλαιότερο κτίσμα και όχι του 1425. Η φράση αυτή και η επεξήγηση του συγγραφέα ότι πρόκειται για "μεσόγειο κάστρο", "δείχνουν" Παληόκαστρο.
Έπειτα η πληροφορία ότι στο Γρίζι διχαλωνόταν ο δρόμος και οδηγούσε αριστερά προς Κορώνη και δεξιά προς Αθαλάσσι (= Λούτσα) και μάλιστα "κατέβαινε μαλακά" προφανώς δια του κάμπου του Γριζοκάμπου επίσης "δείχνει" Παληόκαστρο. Αλλά και τα "αριστερά" και "δεξιά" ταιριάζουν περισσότερο στο Παληόκαστρο (τοπογραφικά). Αν σ' αυτά προσθέσουμε και τις εξής παρατηρήσεις: α) ότι ο δρόμος προς Αθαλάσσι (Λούτσα) ήτο πορεία μιας ώρας ενώ από το χωριό Γρίζι με ευθύ γιδόστρατο θα έφθανε κανείς σε μισή ώρα στη Λούτσα, β) το ότι ο δρόμος των Ενετών κατασκευάστηκε "για ν' ασφαλίσει από τη στεριά το πηγαινέλα ανάμεσα Κορώνη- Μεθώνη κ.λπ." σημαίνει πως δεν πήγαινε παραλία-παραλία αλλά βορειότερα για μεγαλύτερη ασφάλεια (από Ευαγγελισμό- Λαχανάδα- Ζερέλι- Καπλάνι (Παληόκαστρο= Γρίζι)- Κορώνη, γ) κατεβαίνοντας από το Γρίζι και "φθάνοντας στα χαμηλώματα φθάνομε (=μπαίνομε αμέσως στο Αθαλάσσι (= Λούτσα)... και δεν είναι από κει (=χαμηλώματα) μία ώρα δρόμος" και δ) την περιοχή, όπου το Παληόκαστρο, οι σημερινοί Καπλανέοι ονομάζουν Παληοχώρι ή Μπεντένια· αυτό σημαίνει ότι εκεί υπήρχε χωριό, το οποίο πιθανόν να ονομαζόταν Γρίζι, καθώς και το Κάστρο. Άλλωστε στο χωριό Γρίζι δεν έχομε ούτε απλές ενδείξεις για ύπαρξη κάστρου εκεί. Βέβαια οι "Μαυρόλυκοι" του Θ. Πετσάλη- Διομήδη δεν είναι ιστορικό έργο· όμως είναι βασισμένο σε ιστορικά γεγονότα και αναφέρει συγκεκριμένα και ακριβή ιστορικά στοιχεία
Αν και δεν είμαι ειδικός, θέλω να πιστεύω ότι το όνομα "Γρίζι" (Βυζαντινό Γρίζιον) ανήκε στο σήμερα ονομαζόμενο "Παληόκαστρο", και ότι αυτό δόθηκε αργότερα στο συγκεκριμένο χωριό, όπως συνέβαινε πολλάκις και με άλλα παρόμοια ονόματα κάστρων π.χ. Καστέλλι, Πύργος κ.λπ. και πάντως ότι το Παληόκαστρο είναι ένα από τα παλιότερα Μεσαιωνικά Κάστρα, το οποίο -όπως αναφέρω και στο κεφάλαιο για την προέλευση του ονόματος του χωριού μου- έδωσε το όνομά του και στο μικρό κάμπο, που απλώνεται νότια, κάτω απ' το κάστρο (Γριζόκαμπος).
Ο Peter Lock, Άγγλος αρχαιολόγος, αναφέρει: "Τα κάστρα της Μεσαιωνικής Ελλάδος είναι πράγματι πολυάριθμα. Ορισμένα βρίσκονται πλέον μόνο σε παλαιά κείμενα και οι τοποθεσίες τους δεν είναι ακόμα(!) γνωστές. Άλλα υπάρχουν με μορφή ερειπίων χωρίς να αναφέρονται σε κανένα γραπτό κείμενο και δε μπορούν να χρονολογηθούν μόνο από τη λιθοδομή ή το σχέδιό τους"[2].
Ένα, λοιπόν, απ' αυτά είναι και το Παληόκαστρο. Τέτοια κάστρα σ' αυτήν περίπου την περιοχή της Μεσσηνίας -δεν προσδιορίζεται ακριβώς- αγνώστου τοποθεσίας, αναφέρονται δύο: α) "το μικρόν Καστέλιν"[3] του Μανιτοχωρίου (όχι Μικρομάνης), που δεν υπάρχει σήμερα, κάπου προς το δήμο της  Βουφράδος και β) το κάστρο που αναφέρεται στους χωρογραφικούς πίνακες· α/α 38, το 1364, σαν ένα από τα κάστρα της Αρκαδίας (Κυπαρισσίας) (Lo Castelo San Salvatore).[4]
Ακριβής χρονικός προσδιορισμός του Παληόκαστρου είναι δύσκολο να γίνει -πάντως πρέπει να τοποθετηθεί στο 13ο αιώνα και μάλλον στο πρώτο μισό του- εφόσον δεχτούμε ότι είναι Φραγκικό χτίσμα -εκτός εάν είναι Βυζαντινό, κάτι που δε φαίνεται πιθανό. Είναι οπωσδήποτε γνωστό ότι τα περισσότερα κάστρα χτίστηκαν από τους Φράγκους πρίγκηπες του Μοριά -άσχετα αν πολλά απ' αυτά επισκευασθέντα χρησιμοποιήθηκαν από τους Βενετσιάνους και τους Τούρκους- και κυρίως την εποχή των Βιλλαρδουΐνων: Γοδεφρείδου του Α' (1210- 1218), του Γοδεφρείδου Β' (1218- 1245) και του Ν. Σαντομέρ (1279- 1289), που ήταν επίτροπος του Γουΐδωνος Β', ανηλίκου υιού του Γουλιέλμου Α' Δελαρός.[5] Ο Ν. Σαντομέρ -κατά τον χρονικογράφον- έκτισε και το ανωτέρω αναφερόμενο "μικρόν Καστέλιν" (=καστράκι).

Τσώνης Π. Σταύρος. "Γριζόκαμπος. "Ένα παράξενο χωριό". 2009

*Ο Τσώνης Σταύρος του Παναγιώτη γεννήθηκε στο χωριό Γριζόκαμπος του Νομού Μεσσηνίας το 1930. Φοίτησε στα Γυμνάσια Κορώνης, Πύλου και (Α Αρρένων) Καλαμάτας, από όπου και αποφοίτησε το 1953. Στη συνέχεια σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, μετεκπαιδεύτηκε επί διετία στο τότε Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης και υπηρέτησε ως καθηγητής σε διάφορα Γυμνάσια και Λύκεια της χώρας «φθάσας» στο βαθμό του Λυκειάρχη. Παράλληλα ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και ειδικότερα με την ποίηση.
[1] Μπεντένι = Τουρκ. Λέξη (beden) -έπαλξη τείχους, θώρακας, θωρακισμένη-οχυρωμένη θέση.
[2] Peter Lock: "Οι Φράγκοι στο Αιγαίο (1204-1500)", σελ. 143.
[3] Χρονικόν του Μορέος, στίχος 6757.
[4] Ιωάννης Σφηκόπουλος: "Τα Μεσαιωνικά Κάστρα του Μορηά", Αθήνα 1968.
[5] Θεοδώρου Π. Τσερπέ: "Ιστορία της Μεσσηνίας", 1951, σελ. 21, 23, 24.

Οι φωτογραφίες από το Παλιόκαστρο Γριζοχωρίου που ακολουθούν είναι από τον Βασίλειο Χάντζο τον οποίο ευχαριστώ θερμά για την ευγενή παραχώρησή τους.








Printfriendly