.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025

Βρεστό. Η Ακρόπολη του Γαρδικίου


Βρεστός

Το Βρεστό βρίσκεται στους βόρειους πρόποδες του όρους Μίνθη σε υψόμετρο 579 μέτρων. Απέχει 41 χλμ. ΝΑ. από τα Κρέστενα και 21 χλμ. Δ.-ΒΔ. από την Ανδρίτσαινα.
Αναφορές για τον οικισμό υπάρχουν πριν την περίοδο της Επανάστασης του 1821 ως Βρεστό ή Βραστό και καταγράφεται μεταξύ των χωριών και οικισμών που υπάγονταν στην τότε 
επαρχία Επαρχία Αρκαδιάς- Τμήμα Ζούρτσας.[1]
Το Βρεστό βρίσκεται μέσα σ΄ένα καταπράσινο τοπίο με πάρα πολλά νερά. Αναφέρονται πάρα πολλές πηγές, με κυριότερες την πηγή Μπούρα, που βρίσκεται μέσα στο χωριό και την πηγή της Παναγίτσας κοντά στον ομώνυμο Βυζαντινό ναό.[2]

Αρχαιολογικοί χώροι Βρεστού
Πέριξ του Βρεστού εντοπίζεται ένα σημαντικό αρχαιολογικό σύνολο. Στον γειτονικό λόφου Γαρδίκι υπάρχουν σημαντικά κατάλοιπα πόλεως που χρονολογείται από τα Προϊστορικά, Αρχαϊκά, Κλασσικά/ Ελληνιστικά μέχρι και τους Ρωμαϊκούς χρόνους.
Πολύ σημαντικά είναι και τα κατάλοιπα της Βυζαντινής εποχής. Υπάρχουν αρκετές Βυζαντινές εκκλησίες, με σημαντικότερες την Παναγία, του Αγίους Ταξιάρχες και τους Αγίους Αποστόλους, ενώ εντοπίζονται ίχνη αρκετά μεγάλης οικιστικής εγκατάστασης των Βυζαντινών χρόνων.

Γαρδίκι. Η Αρχαιολογική έρευνα
Η αρχαία ακρόπολη του Γαρδικίου αναφέρεται στον χάρτη[3] που δημοσίευσε ο  Ι. Σαρρής το 1934 με την ένδειξη Πτελεόν. Ωστόσο εκτός από τον χάρτη δεν δίνει άλλες πληροφορίες για τον αρχαιολογικό χώρο. Περιγραφή του αρχαιολογικού χώρου αλλά και των αρχαιοτήτων στην γύρω περιοχή δίνει ο Αγησίλαος Α. Τσέλαλης.[4]
Αναφορά στον αρχαιολογικό χώρο του Βρεστού γίνεται από τον αρχαιολόγο Ν. Γιαλούρη[5] το 1954: "Παρά το χωρίον Βρεστός, μεταξύ Ζάχας και Ανδριτσαίνης, σώζεται άγνωστος μέχρι τούδε αρχαία πόλις μετά πολλών ερειπίων κτηρίων και τειχών, πολλά δε είναι τα κατεσπαρμένα εκεί κινητά ευρήματα πήλινα και λίθινα, εξ ων τινά μετεφέρθησαν εις το Μουσείον της Ολυμπίας."
Την ίδια χρονιά, 1954, επισκέφτηκε το Βρεστό ο E. Meyer[6] και η περιγραφή που δίνει παραμένει μέχρι και σήμερα η μόνη δημοσίευση για τον αρχαιολογικό χώρο.
Η ακρόπολη του Γαρδικίου αναφέρετε στον Οδηγό Αρχαιοτήτων αρχαίας Τριφυλίας νυν Ολυμπίας του Νικ. Γιαλούρη του 1973.[7]
Την δεκαετία του 1980 το Βρεστό επισκέφτηκε ο W. Kendrick Pritchett[8] στην έρευνά του στην Τριφυλία και την προσπάθεια ταύτισης των αρχαίων πόλεων της περιοχής οι οποίες μνημονεύονται από τον Πολύβιο σε σχέση με την εισβολή του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Β΄ στην περιοχή κατά τη διάρκεια του Συμμαχικού πολέμου (-220/ -217).
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η αρχαία αυτή πόλις διέφυγε της προσοχής των περιηγητών Leake, Gell, Dodwell, Boutan, Curtius, Philippson, Frazer κ.ά. Ο λόγος θα πρέπει να αποδοθεί στο γεγονός ότι η περιοχή αυτή μέχρι και σχετικά πρόσφατα ήταν απομονωμένη και δύσκολα προσβάσιμη, χωρίς οργανωμένο οδικό δίκτυο. 
Στα πλαίσια ερευνών στην Τριφυλία το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (DAI) επισκέφτηκε τον αρχαιολογικό χώρο στα έτη 2008- 9.


Η  Αρχαία πόλη του Γαρδικίου 
Ο μεγάλος οβάλ λόφος του Γαρδικίου βρίσκεται στους Β πρόποδες του όρους της Μίνθης, αμέσως στα Α από το χωριό του Βρεστού.
Είναι απόκρημνος από την Δ και Β πλευρά ενώ προς τα Α ο λόφος έχει πιό ομαλή κλίση. Η Δ πλευρά είναι το ψηλότερο σημείο του λόφου με ύψος 614μ. ενώ προς την Α πλευρά, στο ύψος των τειχών της αρχαίας πόλης, φτάνει στα 560μ. Προς το Ν ενώνεται με ένα διάσελο με το υψηλότερο βουνό, το Βρεστοβούνι.
Αμέσως Β από το Γαρδίκι εκτείνεται μια κλειστή πεδιάδα, μήκος περίπου 5 χλμ. που ορίζεται από την απέναντι Β πλευρά από την οροσειρά Ξηχόρτι. Την πεδιάδα διασχίζει ο ποταμός Τσεμπερούλα, που πηγάζει από το όρος της Μίνθης και εκβάλλει στον Αλφειό ποταμό προς τα Β. Η Τσεμπερούλα ταυτίζεται με τον αρχαίο ποταμό Αχέροντα.
Η πρόσβαση στην Αρχαία πόλη του Γαρδικίου είναι πιό εύκολη από την Β/ BA πλευρά. Από εκεί κατευθυνόμενοι Α προσεγγίζουμε την Α πλαγιά του λόφου όπου βρίσκονται οι περισσότεροι σωζόμενοι αμυντικοί πύργοι και τμήματα των εξωτερικών τειχών.


Στη ΒΑ και Α πλευρά του λόφου υπάρχουν οκτώ πύργοι, σε απόσταση 20 έως 65 μέτρων μεταξύ τους, που βρίσκονται περίπου στη μέση του λόφου του και εκτείνονται κατά μήκος της πλαγιάς. Το τείχος της πόλης πιθανολογείται ότι κατέληγε στα νότια και βορειοδυτικά στους απόκρημνους βράχους, καθώς η φυσική προστασία εκεί καθιστούσε περιττή την κατασκευή τείχους.
Οι σχεδόν τετράγωνοι πύργοι έχουν μέγεθος από 30 τ.μ. έως 45 τ.μ.· μόνο οι πύργοι 3 και 6Α αποκλίνουν σημαντικά από αυτό, στα 51 τ.μ. και 20 τ.μ., αντίστοιχα. Οι πύργοι στην εξωτερική τους πλευρά σώζονται σε ύψος 1,5μ. έως 3μ. περίπου. Είναι κατασκευασμένοι με μεγάλη επιμέλεια, από τοπικό ασβεστόλιθο, κατά το ψευδο- ισοδομικό σύστημα.
Ο τετράγωνος Πύργος 2 στα βορειοανατολικά της πόλης έχει μια ασυνήθιστη κάτοψη σε σύγκριση με τους άλλους πύργους αφού εξέχει των τειχών σε γωνία προς Δ. Αυτό έγινε για να υπάρχει οπτική επαφή με την ακρόπολη της Πλατιάνας. Επίσης από όλους τους πύργους στην ανατολική πλευρά υπάρχει οπτική επαφή με το οροπεδίου της Ακρόπολης της Αρχαίας Αλίφειρας, περίπου στα 5 χλμ. σε ευθεία γραμμή.
Δεν έχουν διασωθεί πολλά λείψανα των ενδιάμεσων τειχών, επομένως η πορεία των τειχών μπορεί να προσδιοριστεί με βάση την υποθετική σύνδεση μεταξύ των πύργων. Ωστόσο στο μέσον περίπου της Α πλευράς διασώζεται το πιό εντυπωσιακό τμήμα του τείχους της πόλης. Διατηρείται σε ύψος 3μ. περίπου και σε μήκος αρκετών μέτρων. Είναι ισχυρότατος, κατασκευασμένος κατά το ψευδο- ισόδομο σύστημα με μεγάλους και καλοδουλεμένους δόμους.


Σύμφωνα με τον Elke Richter[9], η κατασκευή των πύργων στην Α πλευρά της πόλης θα πρέπει να έγινε από τα τέλη του -5ου αι. μέχρι τα μέσα του -4ου αι.
Οι αρχαιότητες στον λόφο του Γαρδικίου καλύπτουν μια σχεδόν κυκλική έκταση 300μ.Χ 300μ. περίπου. Έτσι η συνολική έκταση της Αρχαίας πόλης έφτανε τα 90 με 100 στρέμματα περίπου. Η πολύ μεγάλη αυτή έκταση υποδηλώνει την ύπαρξη μιας σημαντικής πόλης.
Σε κάποια σημεία, χαμηλά στην ΒΑ και Α πλευρά της ακρόπολης, υπάρχουν τείχη που είναι κατασκευασμένα με ψευδο - πολυγωνικό τρόπο και διαφέρουν εντελώς από τον τρόπο κατασκευής των πύργων. Ειδικά σε ένα σημείο το πολυγωνικό αυτό τείχος σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση, με ύψος 3μ. περίπου. Είναι ισχυρότατος, κατασκευασμένος με μεγάλους πολυγωνικούς λίθους αλλά και μικρότερους λίθους ενδιάμεσα σε διάφορα μεγέθη και σχήματα. Τα τείχη αυτά είναι σαφώς παλαιότερα από τα υπόλοιπα τείχη της ακρόπολης και πιθανότατα θα πρέπει να χρονολογηθούν στην Αρχαϊκή εποχή. Η ύπαρξη ισχυρών Αρχαϊκών τειχών μαζί με την αναφορά του E. Meyer για την εύρεση κεραμικής των Αρχαϊκών χρόνων, υποδηλώνουν την ύπαρξη μιας σημαντικής πόλεως και στην εποχή αυτή.
Η οικιστική εγκατάσταση της πόλεως φαίνεται να είναι αρκετά μεγάλη. Υπάρχουν πολλά άνδηρα στην πλαγιά που έχουν προσανατολισμό ΒΑ και καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της ακρόπολης. Τα άνδηρα αυτά είναι ισχυρότατα, σε πολλά σημεία ξεπερνούν και τα 2μ. και είναι κατασκευασμένα επιμελώς με αρκετά μεγάλους λίθους. Ανάμεσα στα άνδηρα δημιουργούνται πλατώματα που σε πολλά σημεία φτάνουν μερικές δεκάδες μέτρα πλάτος. Οι οικίες θα πρέπει να ήταν κατασκευασμένες στο πίσω μέρος των πλατωμάτων ενώ από μπροστά θα υπήρχαν οι δρόμοι της πόλης. Κάποιοι λιθοσωροί φαίνεται να ανήκουν σε οικίες στην αρχική τους θέση αν και το μεγαλύτερο σύνολο του αρχιτεκτονικού υλικού των αρχαίων κατοικιών φαίνεται να έχει αφαιρεθεί για χρήση στους νεότερους χρόνους ενώ αρκετό οικοδομικό υλικό υπάρχει αποθετημένο σε διάφορα σημεία.
Η πολύ κατάσταση των ανδήρων αλλά και το οικοδομικό υλικό που υπάρχει σε πολλά σημεία, δίνουν μια πολύ καλή εικόνα στον επισκέπτη για το πως ήταν ο οικιστικός ιστός της πόλης στην αρχαιότητα.


Το πλήθος των κεραμικών αποτμημάτων που υπάρχουν σε ολόκληρη την ακρόπολη είναι εντυπωσιακός. Την κεραμική χρονολόγησε ο E. Meyer από την Αρχαϊκή εποχή μέχρι την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο. Στην περιοχή του οικιστικού ιστού εντοπίζεται άφθονη κεραμική όλων των ειδών. Από χονδροειδής, από μεγάλους και μικρότερους αποθηκευτικούς πίθους, αποτμήματα κεραμίδων στεγών αλλά και πιο λεπτή κεραμική από αγγεία καθημερινής χρήσης. Επίσης αρκετά αποτμήματα φαίνεται να ανήκουν σε μελαμβαφή αγγεία.
Στον ΒΔ τομέα της ακρόπολης φαίνεται να υπήρχαν τα δημόσια κτήρια και η αγορά της πόλης. Εδώ ο λόφος παρουσιάζει ένα μεγάλο κοίλωμα και έχει πιό ομαλή κλίση. Στην πλευρά αυτή υπάρχουν ισχυρές και μεγάλες βάσεις- πλατώματα που έχουν σχηματιστεί με μεγάλους και καλοδουλεμένους δόμους. Σε αρκετά σημεία σώζονται σε ύψος μέχρι και 3 σειρών με τις γωνίες να επιμελώς κατασκευασμένες. Διάσπαρτα στην πλαγιά υπάρχουν μεγάλοι αρχιτεκτονικοί δόμοι. Στην πλευρά αυτή σίγουρα θα πρέπει να υπήρχαν σημαντικά δημόσια κτήρια καθώς και η αγορά της πόλης, ίσως και κάποιος ναός. Στην περιοχή του κοιλώματος πιθανόν να υπήρχε και το θέατρο της αρχαίας πόλης.
Ο Αγησίλαος Α. Τσελάλης μιλάει με σιγουριά για ύπαρξη αρχαίου θεάτρου στην ακρόπολη ενώ ο E. Meyer υποθέτει ότι το θέατρο θα πρέπει να βρισκόταν στην πλευρά του κοιλώματος. Ο E. Meyer αναφέρει ότι δεν βρήκε αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν αυτήν την υπόθεσή του, ωστόσο είναι σίγουρος για την ύπαρξη θεάτρου αφού στα γύρω χωράφια βρήκε πολλά πέτρινα εδώλια που σίγουρα ανήκαν σε θέατρο.
Στην ΒΔ πλευρά του λόφου του Γαρδικίου, κοντά στο πλάτωμα κορυφής, υπάρχουν τα υπολείμματα ισχυρού Κυκλώπειου τείχους. Το τείχος φτάνει σε ύψος κοντά στα 2μ. ενώ σώζεται σε μήκος περίπου 8μ. Το τείχος είναι κατασκευασμένο με μεγάλους ογκόλιθους και σώζεται σε ύψος 4 σειρών. Το Κυκλώπειο αυτό τείχος φαίνεται να οχύρωνε την κορυφή του πλατώματος και σχεδόν με σιγουριά θα πρέπει να χρονολογηθεί στους Προϊστορικούς χρόνους. Δυστυχώς λόγω της πυκνής βλάστησης δεν ήταν δυνατή η πρόσβαση στο υπόλοιπο πλάτωμα της κορυφής. Σε κοντινή απόσταση από το Κυκλώπειο τείχος υπάρχουν κεραμικά αποτμήματα που και αυτά φαίνεται να είναι των Προϊστορικών χρόνων.


Ταφικά μνημεία
Κάποιοι τάφοι έχουν βρεθεί γύρω από την ακρόπολη του Γαρδικίου:
"Κατά τη διαπλάτυνση του επαρχιακού δρόμου Βρεστού- Ανδρίτσαινας, που περνά από το χωριό Κορμπά Χάνια, στη δεξιά πλευρά για τον ερχόμενο από Βρεστό και σε απόσταση 1 χλμ. περίπου από το χωριό, στη θέση Γαρδίκι, βρέθηκε μισοκατεστραμμένος κτιστός θηκοειδής τάφος, πλ. 0,45μ. και μήκ. 1,90μ., που περιείχε ακτέριστη «εκτάδην» ταφή καλά διατηρημένη και με το κρανίο προς τα νότια.
Ο τάφος βρίσκεται σε απόσταση 7μ. περίπου και ανατολικά δύο άλλων όμοιων τάφων, που είχαν ερευνηθεί από την Εφορεία Αρχαιοτήτων το 1980, και σε επίπεδο 1μ. περίπου χαμηλότερα από αυτούς. Οι μακρές πλευρές του είναι χτισμένες από τρεις σειρές πλακωτών ακατέργαστων λίθων, ενώ η βόρεια στενή πλευρά του φραζόταν από πλακοειδή ακατέργαστο πωρόλιθο. Η νότια στενή πλευρά βρέθηκε λαξευμένη στο φυσικό πορώδες πέτρωμα της περιοχής. Η οροφή του τάφου αποτελούνταν από πέντε ορθογώνιες πωροπλίνθους."[10] 
Ωστόσο για τους τάφους αυτούς δεν δίνεται χρονολόγηση και έτσι δεν γνωρίζουμε αν ανήκουν στην αρχαία πόλη ή στην Βυζαντινή περίοδο. Κάποιοι θηκοειδής τάφοι που ερευνήθηκαν στην θέση "Άγιοι Ταξιάρχες, στους Δ πρόποδες της ακρόπολης, ανήκουν στην Βυζαντινή περίοδο.[11]
Έτσι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουρη για την θέση του νεκροταφείου της αρχαίας πόλης.

Αρχαίος Ναός στην θέση Παναγίτσα
Σε απόσταση περίπου 900μ. ΒΔ από την ακρόπολη του Γαρδικίου, σε ευθεία γραμμή, υπάρχει η εκκλησία της Παναγίας. Σχετικά με την θέση αυτή ο Αγησίλαος Α. Τσελάλης αναφέρει:
"Στη θέση «Παναγιά» καί σέ ἀπόσταση 15' ἀπό τήν τελευταία οἰκία τοῦ Βρεστοῦ, καί 20' ἀπό τίς ὄχθες τοῦ Διάγοντος (κτήμα Γ. Γεωργακοπούλου) είναι καταφανῆ ἐρείπια ἀρχαίου μεγάλου ναοῦ δωρικοῦ, περίπτερου. Πολλά ἀπό τά λαξευτὰ ἀρχιτεκτονικά μέλη του είναι όρθια στις θέσεις τους καί ἄλλα στον περίγυρο. Στο σηκό τοῦ ἀρχαίου ναοῦ ἦταν κτισμένη βυζαντινή εκκλησία τῆς Παναγίας. Στήν ἴδια θέση έκτισαν οἱ Βρεστοβίτες το 1880 νέα έκκλησία. Στους τοίχους της είναι εντειχισμένοι ἀκέραιοι καί ἄθικτοι πολλοί λαξευμένοι λίθοι τοῦ ἀρχαίου ναοῦ καί στή θέση τῆς Αγίας Τραπέζης μικροί κιονίσκοι ἀπό πωρόλιθο. Στα ὑπέρθυρα εἶναι ἐντοιχισμένα κομμάτια κιονοκράνων ἀπό κογχιλιάτη, πώρινο καί γρανίτη λίθο."
Στην σημερινή του κατάσταση ο ναός της Παναγίας έχει ανακαινισθεί και εσωτερικά έχει σοβατιστεί. Έτσι δεν μπορούν να διακριθούν τα εντοιχισμένα κιονόκρανα που περιγράφει ο Τσελάλης. Ωστόσο στην εξωτερική πλευρά του ναού διακρίνονται πολλοί αρχαίοι δόμοι που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του ναού και που θα πρέπει να χρονολογηθούν στους Ελληνιστικούς/ Ρωμαϊκούς χρόνους. Πολλοί τέτοιοι δόμοι βρίσκονται και πέριξ του ναού, όπου υπάρχουν και αρκετά αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη. Τα μέλη αυτά είναι μεγάλα και καλοδουλεμένα, ενώ σε αρκετά διακρίνονται εγκοπές για τη σύνδεσή τους με άλλα μέλη. Ξεχωρίζει ένα μεγάλο αρχιτεκτονικό μέλος το οποίο θα πρέπει να ανήκε σε μια μεγάλη θύρα. Τα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη στην εκκλησία της Παναγίες φαίνεται και αυτά να ανήκουν στους Ελληνιστικούς /Ρωμαϊκούς χρόνους. 
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι στην θέση του ναΐσκου της Παναγίας υπήρχε σημαντικό κτήριο στην αρχαιότητα, πιθανότατα Ναού.


Παρατηρήσεις και ταύτιση.
Όπως διαπιστώνεται από τα αρχαιολογικά κατάλοιπα, στον λόφο του Γαρδικίου στο Βρεστό υπήρχε μιά πολύ σημαντική πόλη της αρχαίας Τριφυλίας. Η ακρόπολη και η πόλη βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο σένα επιβλητικό λόφο ύψους 615μ., ο οποίος επέβλεπε την πεδιάδα του αρχαίου Αχέροντα ποταμού ενώ ήλεγχε και την κύρια διάβαση από τα Δ και την περιοχή της Πλατιάνας προς Α και την περιοχή του Λεπρέου.
Η πόλη υπήρχε από τα Προϊστορικά χρόνια και ήταν οχυρωμένη με ισχυρά Κυκλώπεια τείχη, ένδειξη ότι ήταν μια σημαντική θέση στους χρόνους αυτούς. Η θέση θα πρέπει να βρισκόταν στα Α σύνορα του Βασιλείου των Πυλίων στα Μυνηναϊκά χρόνια.
Η πόλη συνέχισε να υπάρχει και στους Αρχαϊκούς χρόνος και ήταν μεγάλη σε έκταση με ισχυρά τείχη. Λογικά θα πρέπει να συγκαταλέγεται στις πόλεις της Μυνιακής εξάπολης, που ιδρύουν οι Μινύες στην Τριφυλία από την Αρχαϊκή εποχή, τουλάχιστον.
Η πόλη συνεχίζει να υπάρχει στους Κλασσικούς/ Ελληνιστικούς χρόνους. Την εποχή η πόλη έχει έκταση περίπου 100 στρέμματα, έχει αγορά και δημόσια κτήρια, ενώ κτίζονται ισχυρά τείχη με αμυντικούς πύργους.
Σε ότι αφορά τις πόλεις των Μινύων της Αρχαϊκής εποχής πληροφορίες μας δίνει ο Ηρόδοτος[12]:
"Γιατί οι περισσότεροι απ᾽ αυτούς στράφηκαν εναντίον των Παρεωρητών και των Καυκώνων, τους απόδιωξαν από τη χώρα τους κι ύστερα οι ίδιοι τους χωρίστηκαν σε έξι λόχους και έχτισαν σ᾽ αυτή την περιοχή τις εξής πόλεις: το Λέπρεο, τη Μάκιστο, τις Φρίξες, τον Πύργο, το Έπιο, το Νούδιο· στην εποχή μας τις περισσότερες απ᾽ αυτές τις κυρίεψαν οι Ηλείοι." 
Για τις πόλεις της Τριφυλίας στους Ελληνιστικούς/Ρωμαϊκούς χρόνους μας πληροφορεί ο Ιστορικός Πολύβιος[13] στην εξιστόρηση της εισβολής του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Β΄ στην περιοχή της Τριφυλίας κατά τη διάρκεια του Συμμαχικού πολέμου (-220/ -217). Κατονομάζει τις εξής Τριφυλιακές πόλεις: "ἔχει δ' ἐν αὑτῇ πόλεις ταύτας, Σαμικόν, Λέπρεον, Ὕπαναν, Τυπανέας, Πύργον, Αἴπιον, Βώλακα, Στυλάγγιον, Φρίξαν."
Από τις δύο σημαντικές αυτές αρχαίες πηγές βλέπουμε ότι οι πόλεις της Τριφυλίας που συνεχίζουν να υπάρχουν από τα Αρχαϊκά στα Κλασικκά/ Ελληνιστικά χρόνια, όπως η αρχαία πόλη του Βρεστού, είναι το Λέπρεο, ο Πύργος, το Αἴπιον και η Φρίξα. Για το Λέπρεο και την Φρίξα υπάρχει σίγουρη ταύτιση, ενώ το Αίπιον και ο Πύργος δεν έχουν ταυτιστεί μέχρι σήμερα με κάποια θέση. Έτσι λοιπόν φαντάζει λογικό η σημαντική Τριφυλιακή πόλη στο Γαρδίκι να ταυτίζεται έιτε με το Αἴπιον είτε με τον Πύργον.
Σύμφωνα με τις περιγραφές του Ξενοφώντα[14] και του Πολύβιου, οι περισσότεροι ερευνητές τοποθετούν το Αίπιον στην ΒΑ Τριφυλία, γεγονός που σε γενικές γραμμές συμφωνεί με την θέση της αρχαίας πόλης στο Γαρδίκι. 
Επίσης πολύ σημαντική είναι η αναφορά στο Αίπιο στην Ηλιάδα[15] σαν μια από τις Προϊστορικές πόλης του Βασιλείου του Νέστορα: "Οἳ δὲ Πύλον τ᾽ ἐνέμοντο καὶ Ἀρήνην ἐρατεινὴν καὶ Θρύον, Ἀλφειοῖο πόρον, καὶ ἐΰκτιτον Αἰπύ, καὶ Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον, καὶ Πτελεὸν καὶ Ἕλος καὶ Δώριον". Όπως αναφέραμε στην ακρόπολη του Γαρδικίου εντοπίζεται ισχυρό Κυκλώπειο τείχος που λογικά θα πρέπει να ανήκε σε κάποια σημαντική Προϊστορική θέση. Έστι δεν θα πρέπει να αποκλειστεί η περίπτωση το Ομηρικό Αίπιον να βρισκόταν στο Βρεστό, ενώ συνέχισε να υπάρχει με το ίδιο όνομα και στους Ιστορικούς χρόνους.
Σε ότι αφορά τον Πύργο, ο Στράβων[16] αναφέρει την ύπαρξη Τριφυλιακής πόλης Πύργοι κοντά στον ποταμό της Νέδας. Η πόλη αυτή είναι πιθανόν να ταυτίζεται με τις αρχαιότητες που έχουν βρεθεί γύρω από τον ναό της Αθηνάς στο Πρασιδάκι[17]. Ωστόσο διάφοροι ερευνητές, όπως ο E. Meyer και ο W. Kendrick Pritchett, αναφέρουν ότι άλλη πόλη είναι οι Πύργοι που αναφέρει ο Στράβων και άλλη ο Πύργος, η Αρχαϊκή πόλη των Μινύων. Ο Πύργος θα πρέπει να εντοπίζεται βοριότερα. Έτσι θα λέγαμε ότι και ο Πύργος θα μπορούσε να βρίσκεται στην περιοχή του Βρεστού.

"Αριστομένης ο Μεσσήνιος"

[1] «Βρεστόν», Το οικιστικό δίκτυο της Πελοποννήσου στα χρόνια της Επανάστασης, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 2021, https://www.settlements-peloponnese1821.eu/map-app/map.php?s=3081, (ημερομηνία πρόσβασης 17/10/2025)
[2] Ιστότοπος Βρεστό (online)
[3] Ιωάννου Σ. Σαρρή: "Τά κάστρα των Σκορτών Αράκλοβον καί Άγιος Γεώργιος". AE 1934-1935
[4] Αγησίλαος Α. Τσελάλης: Ολυμπιακά, Ιστορία- Αρχαιολογία- Λαογραφία- Τέχνη και Ζωή της Ολυμπίας. 1952- 4
[5] Νικόλαος Γιαλούρης, Πρακτικά της Αρχαιολογικής Εταιρείας 1955
[6] E. Meyer, Neue peloponnesische Wanderungen (Bern, 1957).
[7] Νικ. Γιαλούρη. Οδηγός Αρχαιοτήτων αρχαίας Τριφυλίας νυν Ολυμπίας.  (online)
Βρεστός (Πτελέα;): Στις ΝΑ παραφυάδες τοῦ βουνοῦ Μίνθη. Σὲ πλάτωμα μὲ ἄφθονα νερὰ καὶ πλούσια βλάστηση, Α. τοῦ χωριοῦ Βρεστός σώζονται τὰ ἐρείπια αρχαίας πόλης: Ερείπια σπιτιῶν, δημοσίων κτιρίων καὶ θεάτρου. Τὰ τείχη τῆς πόλης μὲ τοὺς πύργους τους σώζονται σὲ πολλὰ τμήματα καὶ σὲ ἀρκετὸ ὕψος, περικλείοντας ἔκταση 500Χ 200μ. Αλλα κτίρια ἔχουν ἐπισημανθῆ ἐξωτερικὰ τοῦ τείχους σὲ πολλὰ μέρη καὶ ἀρκετή ἔκταση. Αφθονα ἐξ ἄλλου εἶναι τὰ διάσπαρτα ἀρχιτεκτονικά μέλη καὶ ἄλλα, κτισμένα σὲ ἀναλημματικούς τοίχους νεωτέρων χρόνων, καθὼς καὶ ὄστρακα καὶ ἄλλα κινητά ευρήματα Α μέχρι Ρ χρόνων. Τὰ ἐρείπια αὐτὰ ταυτίζει ὁ Ε. Meyer μὲ τὴν ἀρχαία πολίχνη Πτελέα.
Γιὰ νὰ πᾶμε στὸ χωριὸ αὐτὸ ξεκινοῦμε ἀπὸ τὴν κωμόπολη Κρεστένων καὶ στὴ δημοσία ὁδὸ Κρεστένων- Ανδριτσαίνης προχωροῦμε περὶ τὰ 30 περίπου χιλιόμετρα μέχρις ὅτου φθάσουμε στον καινούργιο οἰκισμό Λεύκη (Χάνια Κορμπᾶ). Στὸ σημεῖο τοῦ νέου οικισμοῦ θὰ στρίψουμε πρὸς τὰ κάτω καί, δεξιὰ καὶ μὲ χωματόδρο με καλά διατηρούμενο, φθάνουμε ὕστερα ἀπὸ ἓξ περίπου χιλιόμετρα στὸ προαναφερόμενο χωριό.
[8] W. Kendrick Pritchett, Studies in Ancient Greek Topography VI (U.California press 1989)
[9] Elke Richter: "Die Stadtmauern der triphylischen Städte Samikon, Platiana und Vrestos" - Athenische Mitteilungen Abteilung des Deutschen Archäologischen Instituts. Band 135. 2020. Σελ: 163- 167
[10]ΑΔ 39 1984 σελ. 78
[11]Ενημερωτικό φυλλάδιο για το έργον της Ζ΄ ΕΠΚΑ για τα έτη 2010 και 2011.
[12] Ηρόδοτος 4.148.4
Ἐπὶ τούτους δὴ ὦν ὁ Θήρας λεὼν ἔχων ἀπὸ τῶν φυλέων ἔστελλε, συνοικήσων τούτοισι καὶ οὐδαμῶς ἐξελῶν αὐτοὺς ἀλλὰ κάρτα οἰκηιούμενος. [148.2] ἐπείτε δὲ καὶ οἱ Μινύαι ἐκδράντες ἐκ τῆς ἑρκτῆς ἵζοντο ἐς τὸ Τηΰγετον, τῶν Λακεδαιμονίων βουλευομένων σφέας ἀπολλύναι παραιτέεται ὁ Θήρας, ὅκως μήτε φόνος γένηται, αὐτός τε ὑπεδέκετο σφέας ἐξάξειν ἐκ τῆς χώρης. [148.3] συγχωρησάντων δὲ τῇ γνώμῃ τῶν Λακεδαιμονίων, τρισὶ τριηκοντέροισι ἐς τοὺς Μεμβιάρου ἀπογόνους ἔπλωσε, οὔτι πάντας ἄγων τοὺς Μινύας ἀλλ᾽ ὀλίγους τινάς. [148.4] οἱ γὰρ πλεῦνες αὐτῶν ἐτράποντο ἐς τοὺς Παρωρεάτας καὶ Καύκωνας, τούτους δὲ ἐξελάσαντες ἐκ τῆς χώρης σφέας αὐτοὺς ἓξ μοίρας διεῖλον, καὶ ἔπειτα ἔκτισαν πόλιας τάσδε ἐν αὐτοῖσι, Λέπρεον Μάκιστον Φρίξας Πύργον Ἔπιον Νούδιον. τουτέων δὲ τὰς πλεῦνας ἐπ᾽ ἐμέο Ἠλεῖοι ἐπόρθησαν. τῇ δὲ νήσῳ ἐπὶ τοῦ οἰκιστέω Θήρα ἡ ἐπωνυμίη ἐγένετο.
[13] Πολύβιος: Ιστορίαι IV 77
"...ἧκε βοηθῶν εἰς τὴν Τριφυλίαν, ἣ τῆς μὲν προσηγορίας τέτευχε ταύτης ἀπὸ Τριφύλου τῶν Ἀρκάδος παίδων ἑνός, κεῖται δὲ τῆς Πελοποννήσου παρὰ θάλατταν μεταξὺ τῆς Ἠλείων καὶ Μεσσηνίων χώρας, τέτραπται δ' εἰς τὸ Λιβυκὸν πέλαγος, ἐσχατεύουσα τῆς Ἀρκαδίας ὡς πρὸς χειμερινὰς δύσεις, ἔχει δ' ἐν αὑτῇ πόλεις ταύτας, Σαμικόν, Λέπρεον, Ὕπαναν, Τυπανέας, Πύργον, Αἴπιον, Βώλακα, Στυλάγγιον, Φρίξαν. ὧν ὀλίγοις χρόνοις πρότερον ἐπικρατήσαντες Ἠλεῖοι προσελάβοντο καὶ τὴν τῶν Ἀλιφειρέων πόλιν, οὖσαν ἐξ ἀρχῆς ὑπ' Ἀρκαδίαν [καὶ Μεγαλόπολιν], Λυδιάδου τοῦ Μεγαλοπολίτου κατὰ τὴν τυραννίδα πρός τινας ἰδίας πράξεις ἀλλαγὴν δόντος τοῖς Ἠλείοις."
[14] Ξενοφών Ελληνικά 3.2.30: "Το υπόλοιπο καλοκαίρι και τον χειμώνα που ακολούθησε, ο Λύσιππος κι οι δικοί του λεηλατούσαν τη χώρα των Ηλείων. Το επόμενο καλοκαίρι ο Θρασυδαίος μήνυσε στη Λακεδαίμονα ότι δεχόταν να γκρεμίσει τα τείχη της Φέας και της Κυλλήνης και να εγκαταλείψει τις πόλεις της Τριφυλίας Φρίξα κι Επιτάλιο, τους Λετρίνους, τους Αμφιδόλους και τους Μαργανείς, καθώς και τους Ακρωρείους και τον Λασιώνα που διεκδικούσαν οι Αρκάδες. Οι Ηλείοι είχαν ωστόσο την απαίτηση να κρατήσουν τον Ήπειο, πόλη που βρίσκεται ανάμεσα στην Ηραία και στον Μάκιστο, λέγοντας ότι είχαν αγοράσει ολόκληρη την περιοχή από τους προηγούμενους κυρίους της πόλης για τριάντα τάλαντα, κι ότι είχαν δώσει τα χρήματα."
[15] Β' Ραψωδία της Ιλιάδας του Ομήρου (στ. 494-759). 
[16]Στράβων. 8,3,22.
«Ῥεῖ δὲ παρὰ Φιγαλίαν, καθ’ ὃ γειτνιῶσι Πυργῖται Τριφυλίων ἔσχατοι Κυπαρισσιεῦσι πρώτοις Μεσσηνίων»· επιπλέον, ξεκινά τη σχετική παράγραφο ως εξής: «Κυπαρισσία τέ ἐστιν ἐπὶ τῇ θαλάττῃ τῇ Τριφυλιακῇ καὶ Πύργοι καὶ ὁ Ἀκίδων ποταμὸς καὶ Νέδα»3. 
[17] Ελένη Μητσοπούλου: "Τα Ιερά της Αθηνάς στην Πελοπόννησο" 2012. Σελ:463





Printfriendly