Η Αρχαία Θουρία
Ο κατάφυτος με ελαιόδενδρα και συκιές χαμηλός επιμήκης λόφος, όπου τοποθετείται η αρχαία πόλη της Θουρίας, βρίσκεται σε απόσταση 10 χιλιομέτρων περίπου βορειοδυτικά της Καλαμάτας. Το τοπίο είναι ήρεμο, με καταπληκτική θέα στα νότια προς το Μεσσηνιακό κόλπο, που ήταν γνωστός στην αρχαιότητα ως «Θουριάτης κόλπος». Απέναντι και προς τα βορειοδυτικά διακρίνεται το επιβλητικό όρος Ιθώμη, ενώ στους πρόποδες του λόφου απλώνεται η πλατιά, εύφορη μεσσηνιακή πεδιάδα, η «Μακαρία», που διαρρέεται από τα πλούσια νερά του Παμίσου ποταμού.
Τα τείχη της ακρόπολης, σωζόμενα σε αρκετό ύψος, τα πολυάριθμα αρχιτεκτονικά μέλη, που συναντά κανείς στην περιήγησή του διάσπαρτα στο χώρο και το τεράστιο πλήθος της κεραμικής, που καλύπτει όλη την έκταση του υψώματος, αποτελούν τους ισχυρούς, αδιάψευστους μάρτυρες για τη θέση της αρχαίας Θουρίας, που υπήρξε η σημαντικότερη πόλη της Μεσσηνίας πριν από την ίδρυση της Αρχαίας Μεσσήνης.
Η κατοίκηση του λόφου ανάγεται ήδη στην 3η χιλιετία π.Χ., ενώ φαίνεται ότι στη Μυκηναϊκή Εποχή γνώρισε μια τεράστια άνθηση, όπως μαρτυρά η επιβλητική μυκηναϊκή νεκρόπολη θαλαμωτών τάφων, η οποία έχει αποκαλυφθεί στο νοτιοανατολικό άκρο του λόφου, καθώς και ο ηγεμονικός θολωτός μυκηναϊκός τάφος με τα πολύτιμα ευρήματα, πολλά από τα οποία φιλοξενούνται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας στην Καλαμάτα.
Ο περιηγητής Παυσανίας ταυτίζει την περιοχή με την ομηρική Άνθεια, ενώ ο Στράβων με την Αίπεια. Νεώτεροι μελετητές θεωρούν ότι εδώ τοποθετείται το ισχυρό μυκηναϊκό κέντρο με την ονομασία Λεύκτρον, που αναφέρεται στις πινακίδες της Γραμμικής γραφής Β και το οποίο αναπτύχθηκε ταυτόχρονα με την Πύλο.
Ήδη από το τέλος του 8ου αι. π.Χ. εγκαταστάθηκαν στην εύφορη περιοχή οι κατακτητές της Μεσσηνίας Λακεδαιμόνιοι και καθιερώθηκε πλέον το νέο όνομα Θουρία. Μετά το τέλος των αιματηρών Μεσσηνιακών πολέμων τον 5ο αι. π.Χ., η Θουρία έγινε «περίοικος» πόλη των Σπαρτιατών και οι κάτοικοί της απολάμβαναν κάποιων προνομίων. Με την ίδρυση της Μεσσήνης τον επόμενο αιώνα (369 π.Χ.), η Θουρία έπαψε πλέον να είναι εξαρτημένη από τη Σπάρτη και αποτέλεσε μέρος της ελεύθερης μεσσηνιακής πολιτείας.
Άνθηση γνώρισε η πόλη και κατά τη Ρωμαϊκή Εποχή, όπως φανερώνουν τα ερείπια ενός τεράστιου λουτρικού συγκροτήματος σωζόμενου σε μεγάλο ύψος, που βρίσκεται στην πεδιάδα σε μικρή απόσταση από τους δυτικούς πρόποδες του λόφου.
Από πληροφορίες του περιηγητή Παυσανία (4.31.2) για την πόλη, συμπεραίνομε ότι πολιούχος θεά ήταν η Αθηνά, η οποία απεικονίζεται σε νομίσματα των αυτοκρατορικών χρόνων και ο ναός της θα πρέπει να βρισκόταν στην ακρόπολη. Το ιερό της Συρίας θεάς, μιας θεότητας ανατολικής προέλευσης, στο οποίο αναφέρεται εκτενώς ο Παυσανίας, δεν έχει ακόμη εντοπιστεί. Φαίνεται, όμως, ότι θα είχε κατά την Ελληνιστική Εποχή μεγάλη σπουδαιότητα στη Θουρία, αφού στοιχεία για το τελετουργικό της λατρείας αυτής της θεότητας αναγράφονται σε μεγάλη οπισθόγραφη στήλη, που βρέθηκε στην ευρύτερη περιοχή της και εκτίθεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας στην Καλαμάτα. Η αρχαία πόλη θα πρέπει, επίσης, να διέθετε θέατρο και γυμνάσιο, όπως συμπεραίνεται από τις σωζόμενες επιγραφικές μαρτυρίες.
Η συστηματική ανασκαφική έρευνα στην αρχαία Θουρία ξεκίνησε από το 2007 και συνεχίζεται έως σήμερα από τη γράφουσα το παρόν, η οποία ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 είχε επικεντρώσει την προσοχή της στην ανάδειξη της αρχαίας πόλης.Η υπόδειξη εκ μέρους του φύλακα της περιοχής, κ. Α. Τσαγκλή, ενός επιβλητικού αρχαίου τείχους στη θέση «Παναγίτσα», όπου βρίσκεται μικρός βυζαντινός ναός, αποτέλεσε την αφορμή έναρξης της ανασκαφικής έρευνας στο σημείο εκείνο.Οι μακροχρόνιες επίμονες ανασκαφικές έρευνες στη συγκεκριμένη θέση δεν υπήρξαν μάταιες. Σε ένα πλάτωμα εκτάσεως περίπου 600 τ.μ., το οποίο συγκρατούσαν κατά την αρχαιότητα δύο ισχυροί τοίχοι αντιστήριξης, άρχισαν να αποκαλύπτονται σημαντικά μνημεία.
Η συστηματική ανασκαφική έρευνα στην αρχαία Θουρία ξεκίνησε από το 2007 και συνεχίζεται έως σήμερα από τη γράφουσα το παρόν, η οποία ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 είχε επικεντρώσει την προσοχή της στην ανάδειξη της αρχαίας πόλης.Η υπόδειξη εκ μέρους του φύλακα της περιοχής, κ. Α. Τσαγκλή, ενός επιβλητικού αρχαίου τείχους στη θέση «Παναγίτσα», όπου βρίσκεται μικρός βυζαντινός ναός, αποτέλεσε την αφορμή έναρξης της ανασκαφικής έρευνας στο σημείο εκείνο.Οι μακροχρόνιες επίμονες ανασκαφικές έρευνες στη συγκεκριμένη θέση δεν υπήρξαν μάταιες. Σε ένα πλάτωμα εκτάσεως περίπου 600 τ.μ., το οποίο συγκρατούσαν κατά την αρχαιότητα δύο ισχυροί τοίχοι αντιστήριξης, άρχισαν να αποκαλύπτονται σημαντικά μνημεία.
Το Ασκληπείο
Οι εξαιρετικά κοπιώδεις ανασκαφές έφεραν στο φως τα ερείπια ενός λαμπρού ιερού, στη δυτική πλαγιά του λόφου της αρχαίας πόλης, εκτός των τειχών. Τα αρχαία οικοδομήματα βρίσκονταν κάτω από τεράστιες επιχώσεις (3-4 μ. το ύψος των χωμάτων) και από όγκους βράχων, που είχαν κατολισθήσει από ψηλότερα. Το σπουδαιότερο από τα οικοδομήματα ήταν ο δωρικός ναός, κτισμένος στο κεντρικότερο σημείο, στην καρδιά του ιερού.Η καλή κατάσταση διατήρησης του μνημείου μάς επέτρεψε να αποκτήσομε πλήρη εικόνα του οικοδομήματος και να διαπιστώσουμε τα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του, που τον καθιστούν μοναδικό.
Ο ναός (διαστάσεων: μήκος: 9,40 μ. και πλάτος: 6,10 μ.) έχει κατεύθυνση από ΒΑ – ΝΔ και όχι το συνήθη προσανατολισμό των αρχαίων ναών από Α-Δ. Εδράζεται σε δίβαθμη κρηπίδα και αποτελείται από τέσσερις δωρικούς ημικίονες στις στενές και 6 ημικίονες στις μακρές πλευρές.
Τα κενά μεταξύ των ημικιόνων κλείνουν μεγάλες ορθογώνιες λιθόπλακες (υπό τον τύπο θωρακίων) σε μία ενιαία δόμηση, ώστε το οικοδόμημα να παρουσιάζει εξωτερικά μια συμπαγή μορφή.
Άποψη του ναού του Ασκληπιού και της Υγείας, από ΒΑ.
Ολόκληρη η εξωτερική επιφάνεια του ναού είναι επιχρισμένη με λευκό κονίαμα, που προφυλάσσει το οικοδομικό υλικό από τη φθορά, αλλά και προσδίδει στο μνημείο την όψη λευκού μαρμάρου. Εσωτερικά οι διαστάσεις του είναι 7,90 Χ 4,25 μ. και αποτελείται από στενό πρόναο και σχεδόν τετράγωνο σηκό, που επικοινωνούν μεταξύ τους με μια θύρα η οποία εδράζεται σε πλατύ κατώφλι.Το δάπεδο του σηκού, μέρος του οποίου σώζεται σχεδόν άθικτο, είναι κατασκευασμένο από μικρού μεγέθους πολύχρωμους λίθους και ισχυρό κονίαμα, ενώ ως υπόστρωμα έχουν χρησιμοποιηθεί χονδρές ποταμίσιες κροκάλες.Στο μέσον της μιας μακράς πλευράς του σηκού βρέθηκε στη θέση του, ενσωματωμένος στο δάπεδο, λίθινος, κυβικού σχήματος, «θησαυρός» (σημερινό χρηματοκιβώτιο), όπου οι πιστοί έρριπταν τα νομίσματά τους. Υπεύθυνοι για τη φύλαξη και τη διαχείριση των χρημάτων του θησαυρού ήταν οι ιερείς του ναού. Στην επάνω επιφάνεια του θησαυρού υπάρχει χαραγμένη επιγραφή του 3ου αι. π.Χ. που μας πληροφορεί για τα ονόματα των ιεροθυτών, αλλά μας δίνει και μιαν απροσδόκητη, συγκλονιστική πληροφορία: ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΘΕΟΔΩΡΟΣ.Μαθαίνομε, λοιπόν, ότι ο αρχιτέκτων του πολυτελούς και λαμπρού αυτού οικοδομήματος ονομαζόταν Θεόδωρος.
Στο μέσον της πρόσοψης του ναού υπάρχει λίθινη «ράμπα» εισόδου, κατά το πρότυπο των πελοποννησιακών ναών, σωζόμενη ακέραιη, ενώ περιμετρικά του ναού είναι κατασκευασμένο πλατύ, συμπαγές βοτσαλωτό δάπεδο (πεζοδρόμιο), για την προστασία από τα νερά και την ανάδειξη του οικοδομήματος.Εκατέρωθεν της «ράμπας» βρέθηκαν τοποθετημένες στην αρχική τους θέση, στην πρόσοψη του ναού, αναθηματικές στήλες, οι οποίες θα πρέπει να έφεραν αγάλματα αφιερωμένα στις λατρευόμενες θεότητες. Το ερώτημα που από την αρχή μάς απασχολούσε και αφορούσε στην ταύτιση του ναού, απαντήθηκε με τον πιο ασφαλή τρόπο κατά την ανάγνωση των επιγραφών, που ήταν χαραγμένες επάνω στις στήλες, γεμίζοντάς μας ενθουσιασμό και απεριόριστη ικανοποίηση.
Σύμφωνα με τις αναθηματικές επιγραφές που υπήρχαν σε δύο από τις στήλες, πληροφορηθήκαμε ότι γονείς αφιέρωσαν τα αγάλματα των παιδιών τους στον Ασκληπιό και την Υγεία.
Επομένως, ο ναός είναι αφιερωμένος σε αυτές τις δύο θεότητες, ιδιαίτερα αγαπητές στη Μεσσηνία.
Επομένως, ο ναός είναι αφιερωμένος σε αυτές τις δύο θεότητες, ιδιαίτερα αγαπητές στη Μεσσηνία.
Μία μικρότερη στήλη στην πρόσοψη του ναού, είναι αφιερωμένη στον Ερμή, γεγονός που δεν αποκλείει τη συλλατρεία του θεού αυτού στον ίδιο ή στον ευρύτερο χώρο.
Σε απόσταση 4,50μ. από την πρόσοψη του ναού, στον άξονα της «ράμπας», αποκαλύφθηκε ο μεγαλειώδης βωμός, σε άριστη κατάσταση διατήρησης, μήκους 3,30μ., πλάτους 1,15μ. και ύψους 1,48μ.
Ο βωμός, πολυτελούς κατασκευής, ήταν επιχρισμένος σε όλη του την επιφάνεια με λεπτό κονίαμα, στο οποίο σώζονται ίχνη διακόσμησης από γαλάζιο και κόκκινο χρώμα.
Μικρότερος κυλινδρικός βωμίσκος βρέθηκε στη μια πλευρά του βωμού, ενώ ο περιβάλλων χώρος τους περιείχε παχύ στρώμα στάχτης, με πλήθος οστών ζώων από τις τελούμενες θυσίες προς τιμήν των λατρευόμενων θεοτήτων.Η βόρεια πλευρά του ιερού οριοθετείται από ιωνική στοά, πλάτους 4,20 μ., στο βάθος της οποίας υπάρχουν μεγάλα διαμερίσματα για τη διαμονή των πιστών ή για τις βοηθητικές λειτουργίες του ναού. Οι ανασκαφές έχουν έως σήμερα φέρει στο φως ένα σκέλος της στοάς, κατεύθυνσης από Α-Δ, με πέντε βάσεις κιόνων στη θέση τους. Είναι εκπληκτικό ότι στο ένα άκρο της στοάς σώζεται όρθια στη θέση της η μια παραστάδα της θύρας με το ανώφλι πεσμένο μπροστά της. Το ανατολικό άκρο της στοάς δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουμε τις ακριβείς διαστάσεις και την τελική μορφή της.
Σε απόσταση 4,50μ. από την πρόσοψη του ναού, στον άξονα της «ράμπας», αποκαλύφθηκε ο μεγαλειώδης βωμός, σε άριστη κατάσταση διατήρησης, μήκους 3,30μ., πλάτους 1,15μ. και ύψους 1,48μ.
Ο βωμός, πολυτελούς κατασκευής, ήταν επιχρισμένος σε όλη του την επιφάνεια με λεπτό κονίαμα, στο οποίο σώζονται ίχνη διακόσμησης από γαλάζιο και κόκκινο χρώμα.
Μικρότερος κυλινδρικός βωμίσκος βρέθηκε στη μια πλευρά του βωμού, ενώ ο περιβάλλων χώρος τους περιείχε παχύ στρώμα στάχτης, με πλήθος οστών ζώων από τις τελούμενες θυσίες προς τιμήν των λατρευόμενων θεοτήτων.Η βόρεια πλευρά του ιερού οριοθετείται από ιωνική στοά, πλάτους 4,20 μ., στο βάθος της οποίας υπάρχουν μεγάλα διαμερίσματα για τη διαμονή των πιστών ή για τις βοηθητικές λειτουργίες του ναού. Οι ανασκαφές έχουν έως σήμερα φέρει στο φως ένα σκέλος της στοάς, κατεύθυνσης από Α-Δ, με πέντε βάσεις κιόνων στη θέση τους. Είναι εκπληκτικό ότι στο ένα άκρο της στοάς σώζεται όρθια στη θέση της η μια παραστάδα της θύρας με το ανώφλι πεσμένο μπροστά της. Το ανατολικό άκρο της στοάς δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουμε τις ακριβείς διαστάσεις και την τελική μορφή της.
Το δάπεδο των διαμερισμάτων ήταν καλυμμένο με τις κεραμίδες που είχαν πέσει από την στέγη κατά την κατάρρευση του κτιρίου. Ανάμεσά τους βρέθηκαν ορισμένες, που έφεραν τη σφραγίδα ΔΑΜΟΣΙΟΙ, γεγονός που μαρτυρά ότι το οικοδόμημα ήταν αναμφίβολα δημόσιο. Κατά μήκος της εξωτερικής πλευράς της στοάς υπάρχει ανοιχτός αγωγός κατασκευασμένος από κροκάλες και ισχυρό υδραυλικό κονίαμα.
Μεταξύ της ιωνικής στοάς και του ναού παρεμβάλλεται μια υπαίθρια αυλή, πλάτους 5 μ., όπου γίνονταν τελετές και θυσίες, όπως μαρτυρούν τα καμένα χώματα, το στρώμα στάχτης και το τεράστιο πλήθος οστών ζώων, που κάλυπταν ολόκληρη την έκταση σε μεγάλο πάχος.
Ενσφράγιστη κεραμίδα με την επιγραφή: ΔΑΜΟΣΙΟΙ.
Το λαμπρό, άγνωστο ιερό που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, δεν είναι άλλο από το Ασκληπιείο της αρχαία Θουρίας, για το οποίο δεν υπάρχουν αρχαίες μαρτυρίες ή σύγχρονες πληροφορίες, ενώ και ο ίδιος ο περιηγητής Παυσανίας φαίνεται ότι το αγνοούσε.Η αρχαιολογική έρευνα θα συνεχιστεί στο χώρο, παρά τις όποιες αντιξοότητες, με την προοπτική της ανάδειξης ολόκληρου του Ασκληπιείου, το οποίο, εκτός από θρησκευτικό, θα πρέπει να ήταν και σπουδαίο πολιτικό κέντρο της πόλης στην οποία ανήκε.
Της δρος Ξένης Αραπογιάννη
Της δρος Ξένης Αραπογιάννη