.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Χανδρινός Μεσσηνία, Προϊστορικός τύμβος


Ο Χανδρινός είναι ένα μεσόγειο χωριό της Μεσσηνίας που απέχει 12 χιλιόμετρα από την Πύλο. Ένα χιλιόμετρο Ανατολικά του χωριού, στην θέση "Κισσός" , ανεσκάφει από τον Σ. Μαρινάτο το 1966 ακόμα μία Προϊστορική θέση της Μεσσηνίας.
Πρόκειται για ταφικό Τύμβο και ιοκισμό, που βρισκόταν σε χρήση από το -2200 περίπου, ενώ σε κοντινή απόσταση πιθανός να υπήρχε ακόμα παλαιότεροι εγκατάσταση της Πρωτοελλαδικής περιόδου, -3200. Ωστόσο και σε αυτόν τον αρχαιολογικό χώρο οι ανασκαφές ουδέποτε επαναλήφθηκαν.


Ενδείξεις Πρωτοελλαδικής κατοίκησης, -3200 έως -2200.

"Προς Νότον βαθειά χαράδρα χωρίζει" την τοποθεσία αυτή από το κωνικό βουνό του Προφήτη Ηλία. "Ακριβώς επί των χειλέων της χαράδρας" υπήρχε ένας τύμβος, που ανεσκάφη από τον Μαρινάτο το 1966. Ο τύμβος ήταν ένα αρκετά έντονο έξαρμα. Τριάντα μέτρα προς Βορράν του τύμβου αυτού ο Μαρινάτος, σε ένα σημείο που έμοιαζε, επίσης, τύμβος, έκανε ένα καθαρισμό που απεκάλυψε "άφθονους λίθους" και όστρακα που "εφαίνοντο πρωτοχριστιανικής εποχής". Τότε έκανε μια τομή σε βάθος, η οποία απεκάλυψε "λείψανον ευθέως τοίχου και πολλά τεμάχια κεράμων και αγγείων απλού ερυθρωπού πηλού μετά προσμείξεως μαρμαρυγίου. Ευρέθη ωσαύτως μικρά χαλκή λαβή ευτελούς σκεύους".
 Η πρόσμειξη "μαρμαρυγίου" πιθανός αφορά σε Πρωτοελλαδικά όστρακα, οπότε έχουμε μία ακόμη περίπτωση μεσόγειου ΠΕ οικισμού, -3200 έως -2200. Η τομή αυτή, πάντως, εγκαταλείφθηκε και η ανασκαφή περιορίστηκε στον τύμβο.

Ο Τύμβος

 Ο ανασκαφέας υπολογίζει το ύψος του τύμβου σε 3 - 4 μ. και την διάμετρο τουλάχιστον σε 12 μ. Πάνω από τον τύμβο η επίχωση ήταν περίπου 1 μ. Ο ιδιοκτήτης του αγρού είχε καταστρέψει περίπου το 1/3 του τύμβου προς την Ανατολική του πλευρά.

 Στο κέντρο βρέθηκαν δύο πίθοι (Ε και Ζ) κατά χώραν, ενώ ένας τρίτος πρέπει να υπήρχε λίγο νοτιότερα, αλλά είχε καταστραφεί. Την περιφέρεια του τύμβου στο μη κατεστραμμένο τμήμα του κατελάμβαναν "ταφικοί περίβολοι" αμελούς κατασκευής. Σώζονται ο Α μερικώς, οι Β, Γ, Δ ολόκληροι. 
 Τα σχήματα τους είναι κάπως ακανόνιστα, ο Α και ο Β ελλειψοειδείς, ο Γ τετράπλευρος και ο Δ ορθογώνιος.
Ο μεγαλύτερος είχε μήκος 3.5 μ. και ο μικρότερος 1.5 μ. Μεταξύ των Γ και Δ ένας μικρός κιβωτιόσχημος τάφος, ήταν μάλλον παιδική ταφή. Οι υπόλοιποι παρουσίασαν επανειλημμένες ταφές ή ανακομιδές, με Μυκηναϊκά αγγεία ως κτερίσματα και ένα χάλκινο μαχαίρι.
Οι πίθοι Ε και Ζ ήταν "κεκλιμένοι οριζόντιοι", με το άνοιγμα προς Δ. Στόμια δεν είχαν ούτε αυτοί, ούτε ο πίθος του Μ.Π. Ο Ε δεν ανοίχτηκε - δεν είναι γνωστό αν περιείχε νεκρό. Ο Ζ σωζόταν μόνο στο κατώτερο του τμήμα, ύψους 70 εκ. Εκεί είχε ενσφηνωθεί ένας νεκρός σε έντονα συνεσταλμένη στάση. Και οι δύο πίθοι επεσχώσθησαν ως είχαν.

Το συμπέρασμα του ανασκαφέως είναι ότι ο τύμβος εδέχθη τους νεκρούς "πτωχού συνοικισμού". 
Θεωρεί ότι οι νεκροί των πίθων ήταν οι κάπως πιο προνομιούχοι. Γενικά, θεωρεί ότι όλες οι ταφές είναι δευτερεύουσες / μετακομιδές, καθώς τα οστά και τα κρανία ήταν λίγα και ελλιπή.

Τύμβος, ευρήματα και νέα χρονολόγηση

 Οι τάφοι δεν σώζονται πολύ καλά, όμως φαίνεται να έχουν μία διάταξη γύρω από κάποιο κέντρο, στο οποίο βρίσκονται οι πίθοι. (Μαρινάτος, 1966, εικ.2).Δεν γνωρίζουμε, βέβαια, αν αυτή ήταν η αρχική θέση των πίθων ή αν έχουν μεταφερθεί εκεί από κάποιο άλλο σημείο. Πάντως, τα στόμια και των δύο θα «έβλεπαν» προς δυσμάς, παρόλο που φαίνεται πως εξ αρχής χρησιμοποιήθηκαν «πίθοι κολοβοί» (Μαρινάτος, 1966). Οι δύο τουλάχιστον πίθοι, όπως σώθηκαν, φαίνεται ότι ήταν τοποθετημένοι παράλληλα και σε μικρή απόσταση ο ένας από τον άλλο, αλλά οι πυθμένες τους δεν βρίσκονταν στην ίδια ευθεία. Αυτή η τοποθέτηση φαίνεται παρόμοια με αυτήν των πίθων Καμινιών, εάν, βέβαια, δεν είναι τυχαία.
Εδώ, όμως, δεν υπάρχουν στην περιφέρεια τάφοι θολωτοί, αλλά αμελώς κατασκευασμένοι ταφικοί περίβολοι, που, απ'ό,τι φαίνεται από τα ευρήματα, δεν είναι πρώιμοι. Ανήκουν στην ΥΕ II και III Α-Β περίοδο, -1500 έως -1200.
Ο ένας πίθος, ο Ε, δεν ανασκάφηκε .Οι πίθοι Ε και Ζ έχουν επιχωσθεί κατά χώραν και, έτσι, δεν είναι δυνατόν να τους εξετάσουμε. Υπήρχε και τρίτος πίθος, που είχε καταστραφεί από τον ιδιοκτήτη του αγρού.

 Αν βρισκόταν, κατά τις πληροφορίες, νότια του τάφου Δ, τότε πρέπει να ήταν κοντά στην περιφέρεια του τύμβου.
Για τον πίθο Ζ αναφέρεται ότι έχει μήκος 70 εκ., αλλά ότι σώζεται μόνο το κατώτερον ήμισυ. Κατά συνέπεια, ο πίθος θα ήταν τουλάχιστον ο διπλός, δηλ. θα είχε αρχικά ύψος περί το 1.40μ. Θα ήταν δηλαδή, ένας κανονικός ταφικός πίθος, χωρίς, όμως να γνωρίζουμε, αν είχε χρησιμοποιηθεί ολόκληρος ή, όπως φαίνεται να δηλώνει ο Μαρινάτος, σαν σπασμένο κομμάτι απλώς. "Εις τον αιχμηρόν πυθμένα του πίθου ευρίσκονται τα οστά των ποδών του νεκρού και επ αυτών το κρανίον".

 Η περιγραφή του Μαρινάτου αφήνει να νοηθεί ότι πρόκειται για κανονική ταφή, στην οποία, πάντως, το κρανίο δεν βρίσκεται ακριβώς προς τον πυθμένα. Στο «ελεύθερον σχέδιον» του πίθου ( εικ.6) ένα κρανίο φαίνεται να ακουμπά στα πλαϊνά τοιχώματα του πίθου, ενώ, παρά την έλλειψη σχετικής αναφοράς στο κείμενο, ένα δεύτερο και, πιθανώς, ένα τρίτο κρανίο διακρίνονται κάτω από δύο μεγάλα κομμάτια της πάνω πλευράς του πίθου.
Σε αυτή την περίπτωση, θα λέγαμε πως έχουμε να κάνουμε με ανακομιδή ή μάλλον συγκέντρωση οστών μέσα σε αυτό το τμήμα πίθου, είτε επειδή έσπασε το υπόλοιπο, είτε επειδή αυτό και μόνο το κομμάτι είχε χρησιμοποιηθεί από την αρχή.
Αυτό ίσως έγινε προ της μεταφοράς του πίθου από την αρχική του θέση σε αυτή στην οποία βρέθηκε -αν κάτι τέτοι έχει συμβεί.
 Ο ανασκαφέας διατυπώνει την άποψη, ότι, γενικά, οι ταφές στον τύμβο του Κισσού φαίνονται αναμοχλευμένες ή ανακομιδές. Στη συγκεκριμένη, όμως, περίπτωση, ίσως να πρόκειται για νεκρό θαμμένο σε ισχυρά συνεσταλμένη στάση. Η ισχυρή αυτή συστολή ενδεχομένως μας παραπέμπει σε πρώιμες εποχές.
Δεν αναφέρονται κτερίσματα από τους πίθους και, έτσι, δεν είναι δυνατόν να προχωρήσει κανείς σε χρονολογικά συμπεράσματα. Ενδιαφέρον, όμως, είναι να παρατηρήσουμε τη διατήρηση του ΜΕ ( -2200 έως -1600) εθίμου της ταφής σε πίθους, μέσα σε τύμβο, ακόμη και υποτυπώδους ή μεταγενέστερου. Πιθανώς, πάντως, οι πίθοι να συνδέονται χρονολογικώς με τον Περίβολο Γ.

 Ο Περίβολος Γ απεικονίζεται ( εικ. 4) ως τάφος τετράπλευρος, με απεστρογγυλευμένες γωνίες και πλακωτές πέτρες στην περιφέρεια του.Το σχέδιο είναι κάπως πρόχειρο, αλλά ενδεικτικό. 
 Ο τύπος του τάφου αυτού μας είναι γνωστός από την Περιστέρια, όπου χρονολογείται στη μεταβατική ΜΕ/ΥΕ, -1600, περίοδο και όπου είχε ιδιαιτέρως πολύτιμα κτερίσματα. Από τον περίβολο Γ προέκυψε μία λοξότμητη πρόχους με χονδρά τοιχώματα και "εν μόνωτον ποτήριον λίαν κατεστραμμένον", το οποίο δεν εντοπίσθηκε ως «ποτήριον» - Ίσως να βρίσκεται μεταξύ των οστράκων. Η λοξότμητη πρόχους μας παραπέμπει σε ΜΕ σχήματα, αλλά και τα άλλα κτερίσματα έχουν τα παράλληλα τους στον Ταφικό Κύκλο Β των Μυκηνών. Η ευρύστομη πρόχους του Κισσού έχει παράλληλα στον Τάφο Μ και το τρίωτο «σταμνίον» στους τάφους Ε, Κ και Μ του Ταφικού Κύκλου Β' των Μυκηνών.

 Έτσι, λοιπόν, τόσο η αρχιτεκτονική μορφή, όσο και τα κτερίσματα, τοποθετούν πλέον τον «Περίβολο» Γ του τύμβου Κισσού στη μεταβατική ΜΕ/ΥΕ φάση. -1600
Αυτό τοποθετεί και την κατασκευή και αρχική χρήση του τύμβου τουλάχιστον σε αυτή τη μεταβατική περίοδο, στην οποία μπορεί να ανήκουν και οι πίθοι.
Ο τύμβος Κισσού μπορεί να συγκαταλέγεται στη σειρά των Μεσσηνιακών τύμβων, αν και είναι ο «πτωχότερος συγγενής», Η χρήση του τύμβου συνεχίστηκε και στις επόμενες Μυκηναϊκές περιόδους, όπως στα Καμίνια.

 Πλην αυτών των ευρημάτων, μέσα στο υλικό από τον τύμβο, που βρίσκεται στην αποθήκη του μουσείου Πύργου , υπάρχουν σε πολύ αποσπασματική και αρκετά σαθρή κατάσταση μερικά ακόμη όστρακα, κυρίως από πίθους, που μας παραπέμπουν σε χρήση του χώρου στη ΜΕ εποχή, -2200 έως -1600.



Αγγείο
Χάλκινος κρατήρας. Χανδρινός. 
Μυκηναϊκή εποχή. 

Χρονολογική περίοδος: Ύστερη Εποχή του Χαλκού (Υστεροελλαδική Ι - ΙΙΙ ή Μυκηναϊκή Περίοδος, -1700 έως -1100)


Ο τύμβος του Κισσού δείχνει να είναι σε χρήσει από την Μεσοελλαδική περίοδο, -2200, και στα Μυκηναϊκά χρόνια, έως το -1200 περίπου, ενώ υπάρχουν ενδείξεις για ακόμα παλιότεροι κατοίκηση της Πρωτοελλαδικής περιόδου, -3200. 
 Ωστόσο εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι σχεδόν 50 χρόνια μετά τις περιορισμένες ανασκαφές του Σπυρίδωνος Μαρινάτου η αρχαιολογική υπηρεσία δεν έχει ασχοληθεί καθόλου με αυτόν τον αρχαιολογικό χώρο και δυστυχώς ο κατάλογος των απαξιωμένων αρχαιολογικών χώρων είναι μακρύς...




Αριστομένης ο Μεσσήνιος

Βιβλιογραφία:
Αφροδίτη Χασιακού: "Μεσοελλαδική κεραμεική από την Μεσσηνία"




Printfriendly