Στήν αγροτική περιφέρεια τού χωριού Βαλύρα, 25 περίπου χλμ. βόρεια της Καλαμάτας, δυτικά καί σε απόσταση χιλιομέτρου από τα όρια του οικισμού, βρίσκεται ό μικρός ναός της Παναγίτσας.
Από τό αρχικό κτίσμα σώζονται μόνον οι περιμετρικοί τοίχοι, μέσου ύψους 3,50 μ. περίπου, ενώ ο αρχικός ημικυλινδρικός θόλος, πού έχει καταπέσει, αντικαταστάθηκε μέ ξύλινη κεραμοσκεπή στέγη. Ο ναός χρονολογείτε στις αρχές του 11ου αιώνα.
Στήν αγροτική περιφέρεια τού χωριού Βαλύρα1, 25 περίπου χλμ. βόρεια της Καλαμάτας, δυτικά καί σε απόσταση χιλιομέτρου από τά όρια του οικισμού, βρίσκεται ό μικρός ναός της Παναγίτσας.
Άπό τό αρχικό κτίσμα σώζονται μόνον οι περιμετρικοί τοίχοι, μέσου ΰψους 3,50 μ. περίπου2, ενώ ο αρχικός ημικυλινδρικός θόλος, πού έχει καταπέσει, αντικαταστάθηκε μέ ξύλινη κεραμοσκεπή στέγη (Εικ.1).
Ό ναΐσκος, σχεδόν ορθογώνιος σέ κάτοψη, έχει μέσες εσωτερικές διαστάσεις 3x5,97 μ., παρουσιάζει δηλαδή αναλογία 1:2, όπως συμβαίνει σέ μονόκλιτες βασιλικές καί μονόκλιτους σταυρεπίστεγους ναούς βυζαντινής εποχής (Εικ.2).
Ό ναΐσκος, σχεδόν ορθογώνιος σέ κάτοψη, έχει μέσες εσωτερικές διαστάσεις 3x5,97 μ., παρουσιάζει δηλαδή αναλογία 1:2, όπως συμβαίνει σέ μονόκλιτες βασιλικές καί μονόκλιτους σταυρεπίστεγους ναούς βυζαντινής εποχής (Εικ.2).
Ό ναΐσκος, σωστά προσανατολισμένος, είχε μόνο μία είσοδο στην δυτική του πλευρά καί ένα μικρό παράθυρο στην βόρεια, τό παράθυρο της μεσημβρινής όψεως ανοίχθηκε σέ πρόσφατη εποχή. Τό παράθυρο τής βόρειας όψεως, πού πιθανότατα διατηρεί τήν αρχική του μορφή, έχει εξωτερικές διαστάσεις 0,35 χ0,70 μ., οι σταθμοί του είναι από τοιχοποιία καί τό ανώφλιό του οριζόντιο, στοιχείο εξαιρετικά σπάνιο στην βυζαντινή αρχιτεκτονική3 (Εικ.4).
Ή κτισμένη στό κάτω μέρος της Αγία Τράπεζα καταλαμβάνει όλη τήν εσωτερικώς καί εξωτερικώς ημικυκλική κόγχη, πού έχει σχετικά μικρές διαστάσεις - χορδή 1,23 καί βέλος 0,67 μ. Εκατέρωθεν τής κόγχης καί στό πάχος του ανατολικού τοίχου διανοίγονται τά βαθιά καί τυφλά κογχάρια τής προθέσεως καί του διακονικού (0,27x0,45 καί 0,29x0,47 μ. αντίστοιχα). Τό μονόλοβο παράθυρο τής κύριας κόγχης στην σημερινή του μορφή έχει διαστάσεις πολεμίστρας, μέ εσωτερικό άνοιγμα 0,21 καί εξωτερικό μόλις 0,07 μ. Ό ναός επανειλημμένα επισκευασμένος καί ανακατασκευασμένος ακόμα καί στις ήμερες μας, δέν διασώζει ίχνη τοιχογραφιών.
Από τό αρχικό κτίσμα διατηρούνται ο βόρειος καί ο νότιος τοίχος καί οι γωνίες τού ανατολικού. ΄Ισως τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τόν δυτικό τοίχο τού μνημείου, πού όμως έχει επικαλυφθεί μέ παχύτατα σύγχρονα επιχρίσματα. Ή κόγχη τού ιερού καί τά εκατέρωθεν τμήματα τού ανατολικού τοίχου, όπως αποδεικνύεται από τήν διαφορά δομής, κτίσθηκαν σέ μεταβυζαντινούς χρόνους, όταν προφανώς θέλησαν νά ανακατασκευάσουν ένα ήδη ερειπωμένο κτίσμα (Εικ.3).
Από τό αρχικό κτίσμα διατηρούνται ο βόρειος καί ο νότιος τοίχος καί οι γωνίες τού ανατολικού. ΄Ισως τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τόν δυτικό τοίχο τού μνημείου, πού όμως έχει επικαλυφθεί μέ παχύτατα σύγχρονα επιχρίσματα. Ή κόγχη τού ιερού καί τά εκατέρωθεν τμήματα τού ανατολικού τοίχου, όπως αποδεικνύεται από τήν διαφορά δομής, κτίσθηκαν σέ μεταβυζαντινούς χρόνους, όταν προφανώς θέλησαν νά ανακατασκευάσουν ένα ήδη ερειπωμένο κτίσμα (Εικ.3).
Οι αρχικές τοιχοποιίες έχουν γίνει με ένα εξαιρετικά χαλαρό πλινθοπερίκλειστο σύστημα, όπου, στά κάτω μέρη, παρεμβάλλονται καί κανονικά λαξευμένοι γωνιόλιθοι μεγάλων διαστάσεων4.
Ή πλινθοπερίκλειστη τοιχοποιία τού μικρού μνημείου δέν είναι απλή επένδυση, όπως συμβαίνει σέ ορισμένα άλλα μεσσηνιακά μνημεία5, άλλα διαμπερής σέ όλο της τό πάχος, όπως διαπιστώνουμε από τους σταθμούς τού παραθύρου τής βόρειας όψεως (Εικ.4).
Ή επιφάνεια τής τοιχοποιίας είναι κατά τόπους διακοσμημένη μέ πλίνθινα γράμματα: τό κάππα στην βόρεια πλευρά, τό χρίσμα (μονόγραμμα >Κ six armed cross) στην μεσημβρινή, ένα στοιχείο πού θυμίζει αρχαιοελληνικό σίγμα (βόρεια πλευρά), άλλα καί άλλους πλίνθινους σχηματισμούς, επίσης στην βόρεια πλευρά, πού δύσκολα μπορούν νά ταυτισθούν μέ γράμματα τού ελληνικού αλφαβήτου (Εικ.5).
Ή πλινθοπερίκλειστη τοιχοποιία τού μικρού μνημείου δέν είναι απλή επένδυση, όπως συμβαίνει σέ ορισμένα άλλα μεσσηνιακά μνημεία5, άλλα διαμπερής σέ όλο της τό πάχος, όπως διαπιστώνουμε από τους σταθμούς τού παραθύρου τής βόρειας όψεως (Εικ.4).
Ή επιφάνεια τής τοιχοποιίας είναι κατά τόπους διακοσμημένη μέ πλίνθινα γράμματα: τό κάππα στην βόρεια πλευρά, τό χρίσμα (μονόγραμμα >Κ six armed cross) στην μεσημβρινή, ένα στοιχείο πού θυμίζει αρχαιοελληνικό σίγμα (βόρεια πλευρά), άλλα καί άλλους πλίνθινους σχηματισμούς, επίσης στην βόρεια πλευρά, πού δύσκολα μπορούν νά ταυτισθούν μέ γράμματα τού ελληνικού αλφαβήτου (Εικ.5).
Δύο από αυτούς, πού θυμίζουν τό κάτω ήμισυ του χρίσματος, μου είναι γνωστοί μόνον από τήν Κοίμηση της Θεοτόκου στό Λάμποβο της Βορείου Ηπείρου6 καί τόν Ταξιάρχη του Γυμνασίου στην Καστοριά, του ΙΑ' αιώνα7, ενώ κάπως παραλλαγμένος βρίσκεται στους Αγίους Αναργύρους της Καστοριάς του ίδιου αιώνα8, καί τόν συζητούμενης χρονολογίας Άγιο Νικόλαο τού Κασνίτζη9, πάλι στην Καστοριά. Παρά τήν πλίνθινη αυτή διακόσμηση, στοιχείο πολύ χαρακτηριστικό είναι τό οτι στό μνημείο δέν υπάρχουν οδοντωτές ταινίες.
Τά πλίνθινα γράμματα, γιά τά όποια, αν δέν κάνω λάθος, δέν υπάρχει ειδική μελέτη, εμφανίζονται στην Βόρεια Ελλάδα κατά τόν Ι΄ αιώνα (Άγιος Αχίλλειος Πρέσπας, Κουμπελίδικη Καστοριάς κ.ά.)10, ένώ στην Νότια Ελλάδα τά συναντούμε κυρίως σέ μνημεία τού ΙΑ΄ αίώνα, μετά τόν όποιο ουσιαστικά εξαφανίζονται11.
Τό κάππα, πού σέ ορισμένα μνημεία εμφανίζεται καί αντίστροφο (αριστερόστροφο)12, είναι ένα άπό τά συνηθέστερα γράμματα13, ακολουθεί τό χρίσμα14, ενώ τό σίγμα είναι σπανιότατο15. Σε μιά περίπτωση, στην Ελεούσα της Μεγάλης Πρέσπας, του 1410, συναντούμε τό χρίσμα γραπτό16 - στό μικρό καί όψιμο μνημείο, όπου με κόκκινο χρώμα έχει γίνει απομίμηση πλινθοπερίκλειστης τοιχοποιίας καί κεραμοπλαστικών διακοσμήσεων, υπάρχουν και τρία γραπτά «γράμματα», όλα χρίσμα.
Ή χρονολόγηση του μικρού ναού της Βαλύρας μάλλον δεν παρουσιάζει δυσκολίες. Όπως είδαμε, τά πλίνθινα διακοσμητικά γράμματα, τουλάχιστον στην Πελοπόννησο, μετά τόν ΙΑ' αιώνα έχρησιμοποιήθηκαν σπανιότατα, ενώ ειδικά τό κάππα συναντάται μόνο σε μνημεία του ΙΑ' αιώνα17. Ή απουσία επίσης οδοντωτών ταινιών σε μνημεία κτισμένα με τό χαλαρό πλινθοπερίκλειστο σύστημα18, άλλα ταυτόχρονα διακοσμημένα μέ πλίνθινα γράμματα, όπως π.χ. ό Άγιος Δημήτριος της Βαράσοβας19 καί ή Παλαιοπαναγιά στην Σελλασία Αακωνίας20, ή κουφικά, όπως ό Άγιος Νικόλαος Άτταλης Ευβοίας21, είναι χαρακτηριστικά πού παρατηρούνται γύρω στό 1000.
΄Ετσι, συνεκτιμώντας ολα αυτά τά στοιχεία, νομίζω οτι μπορούμε νά χρονολογήσουμε τό μικρό μνημείο στίς αρχές τού ΙΑ' αιώνα.
Γεώργιος Δημητροκάλλης
Ο ναός της Παναγίτσας στη Βαλύρα της Μεσσηνίας Γεώργιος. Δελτίον XAE 20 (1998), Περίοδος Δ'. Στη μνήμη του Δημητρίου Ι. Πάλλα (1907-1995)• Σελ. 129-132
Γεώργιος Δημητροκάλλης
Ο ναός της Παναγίτσας στη Βαλύρα της Μεσσηνίας Γεώργιος. Δελτίον XAE 20 (1998), Περίοδος Δ'. Στη μνήμη του Δημητρίου Ι. Πάλλα (1907-1995)• Σελ. 129-132
1. Στην Βαλύρα έχει εντοπισθεί καί ό τρίκογχος ναός τοϋ Αγίου Βλασίου, πού ήδη έχω χρονολογήσει στά τέλη τοϋ Ι΄ ή τίς αρχές τοϋ ΙΑ' αιώνα {Δέκατο Τρίτο Συμπόσιο Βυζαντινής καί Μεταβυ ζαντινής 'Αρχαιολογίας, 1993, Πρόγραμμα καί περιλήψεις εισηγήσεων καί ανακοινώσεων, σ. 7-8).
2. 'Ελάχιστο ύψος άπό τό περιβάλλον έδαφος στην βορειοδυτική γωνία: 2,50 μ.
3. "Ενα πρώτο ενδεικτικό κατάλογο παραθύρων μέ οριζόντιο ανώφλιο έκανε ήδη ό καθηγητής Π.Λ. Βοκοτόπουλος (Ή έκκλησιαστική αρχιτεκτονική εις τήν Δυτικήν Στερεάν Έλλάόα καί τήν Ήπειρον άπό τοϋ τέλους τοϋ 7ου μέχρι τοϋ τέλους τοϋ 10ου αιώνος, Θεσσαλονίκη 19922 , σ. 164, ύποσημ. 2). 4. Ενδεικτικά: Γωνιόλιθος βορειοδυτικής γωνίας: 0,68x0,73 μ.
5. Άγιος Βασίλειος Πανυπερίου καί Άγιος Νικόλαος Αίπείας (Γ. Δημητροκάλλης, "Αγνωστοι βυζαντινοί ναοί Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, 'Αθήναι 1990, σ. 185 καί 219), άλλα καί άλλοι ναοί ακόμη αδημοσίευτοι.
6. Π.Λ. Βοκοτόπουλος, έ'.ά., σ. 92. Ν. Μουτσόπουλος, Εκκλησίες της Καστοριάς. 9ος-11ος αιώνας, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 520, πίν. ΙΙΙ.2 οπού ακριβέστερο τό σχήμα. Τό μνημείο χρονολογείται άπό τόν πρώτο στό β' ήμισυ τοϋ Γ αιώνα (ε.ά., σ. 196), άλλοι συγγραφείς (Βελένης, Meksi) μιλούν ακόμη καί γιά τόν ΙΓ αίώνα (Βοκοτόπουλος, ε.ά., σ. 252-253), άποψη πού οπωσδήποτε δεν είναι ορθή. Οι Koch καί Megaw έχουν δεχθεί μιά κάπως πρωιμότερη χρονολογία τοϋ μνημείου (ε.ά., σ. 252-253), ένώ ό καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος υποστήριξε έκ νέου τήν παλαιά του άποψη γιά τοποθέτηση τοϋ μνημείου στό β' τέταρτο τοϋ Γ αίώνα (ε.ά., σ. 106).
7. Μουτσόπουλος, ε.ά., σ. 520, πίν. ΙΙΙ.2.
8. "Ε.ά., σ. 459 (είκ. 402), 518 (πίν. III.1). Στό μνημείο υπάρχει τό ϊδιο σχήμα καί ανεστραμμένο, δηλαδή τό άνω ήμισυ χρίσματος.
9. Ν. Μουτσόπουλος, ε.ά., σ. 518 (πίν. III.1). Στό μνημείο υπάρχει τό ϊδιο σχήμα καί ανεστραμμένο, δηλαδή τό άνω ήμισυ χρίσματος. Γιά τίς διάφορες απόψεις γύρω άπό τήν ηλικία τοϋ μνημείου, βλ. σ. 410-411.
10. Πλίνθινα γράμματα υπάρχουν καί στον Άγιο Στέφανο Κα στοριάς, πού άπό τους περισσότερους βυζαντινολόγους πιστεύεται κτίσμα τοϋ β' ήμίσεος τοΰ Θ' αίώνα. Πάντως οι ενθυμήσεις τοϋ 845 καί 862 δέν δημοσιεύθηκαν ποτέ, ένώ ή κτητορική επιγραφή τοϋ 889 καί ή ένθύμησις τοϋ Ιουνίου τοϋ 890 πού δημοσίευσε ό καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος (ε.ά., σ. 299 καί 302-303), είναι παραναγνώσεις, όπως επεσήμανε, λίγο πριν άπό τόν θάνατο του, ό έφορος Βυζαντινών 'Αρχαιοτήτων Καστοριάς Σωτήριος Κίσσας ('Ανάγνωση βυζαντινής επιγραφής άπό τήν Καστοριά, Εγνατία 5, Μάρτιος 1994, σ. 4-5).
11. Στην βορειοδυτική Ελλάδα, αντίθετα, τά πλίνθινα γράμματα εξακολούθησαν νά χρησιμοποιούνται έπί μακρόν (Κ. Τσουρής, Ό κεραμοπλαστικός διάκοσμος των υστεροβυζαντινών μνημείων της Βορειοδυτικής Έλλάόος, Καβάλα 1988, σ. 144-145, όπου παραδείγματα καί βιβλιογραφία), όπως δέ αναφέρει ό καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος, χωρίς όμως βιβλιογραφική κάλυψη, τέτοια γράμματα υπάρχουν καί σέ τζαμιά τοϋ 16ου καί τοϋ 17ου αίώνα στην Φιλιππούπολη (ε.ά., σ. 463). Ή περίπτωση τοϋ καθολικού τής μονής Λουκοϋς στην Αργολίδα καί τών Αγίων Θεοδώρων της Τρύπης Λακωνίας είναι άπό τις σπανιότατες εξαιρέσεις μνημείων τής Νότιας Ελλάδος πού έχουν γράμματα μετά τόν ΙΑ' αίώνα (βλ. κατωτέρω, ύποσημ. 14). Στις εξαιρέσεις ϊσως πρέπει νά εντάξουμε καί τους ουσιαστικά άχρονολόγητους ναούς τοϋ Α γίου Πέτρου Καστανέας καί τοΰ Ταξιάρχου Σαϊδόνας στην Μεσσηνιακή Μάνη (Ν. Δρανδάκης, "Ερευναι εις τήν Μεσσηνιακήν Μάνην, ΠΑΕ1976, σ. 215 καί 232).
12. Άη-Στράτηγος Μπουλαριών Μάνης (Ν. Δρανδάκης, Βυζαντιναί τοιχογραφίαι τής Μέσα Μάνης, Αθήναι 1964, σ. 18), Άγιος Θεόδωρος «στοϋ Καλοϋ» τής Μάνης (Ν. Δρανδάκης, "Ερευναι εις τήν Μάνην, ΠΑΕ 1977, σ. 221), Προφήτης Ηλίας Κονιδίτσας Λακωνίας (Α. 'Ορλάνδος, Άγνωστος βυζαντινός ναός τής Λακωνίας, Ελληνικά ΙΕ' (1957), σ. 91, είκ. 2), Άγιος Νικόλαος στό Πλατάνι Αχαΐας (Π. Βοκοτόπουλος, Ό τρίκογχος ναός τοϋ Α γίου Νικολάου στό Πλατάνι τής Αχαΐας, Αρμός, Α, 1990, σ. 400), Άγιος Δημήτριος Βαράσοβας Αιτωλίας (Α. 'Ορλάνδος, Ό Άγιος Δημήτριος της Βαράσοβας, ΑΒΜΕ Α' (1935), σ. 106), Άγιος Νικόλαος Αυλίδος (Χ. Μπούρας, Συμπληρωματικά στοιχεία γιά ένα κατεστραμμένο ναό της Βοιωτίας, ΔΧΑΕ Δ' (1964-1965), σ. 240), Προφήτης 'Ηλίας Σταροπάζαρου Αθηνών, Άγιοι Θεόδωροι Σερβίων καί τουλάχιστον επτά ναοί της Καστοριάς (Ν. Μουτσόπουλος, έ.ά., σ. 516,519).
13. 'Ενδεικτικά: Άη-Στράτηγος Μπουλαριών (Ν. Δρανδάκης, Βνζαντιναί τοιχογραφίαι της Μέσα Μάνης, Αθήναι 1964, σ. 18), Ταξιάρχης Χαρούδας Μάνης (Ν. Δρανδάκης, Ό Ταξιάρχης της Χαρούδας καί ή κτιτορική επιγραφή τον,Λακ Σπονο Α' (1972), σ. 278, πίν. ΙΖ' β), Προφήτης 'Ηλίας Κονιδίτσας (Ά. 'Ορλάνδος, Άγνωστος βυζαντινός ναός της Λακωνίας, Ελληνικά ΙΕ' (1957), σ. 91, είκ. 2), Άγιος 'Ιωάννης ό Θεολόγος Παλαιού Λυγουριοΰ (Στ. Μαμαλοϋκος, "Ενας άγνωστος βυζαντινός ναός στην Αργολίδα. Ό Άγιος 'Ιωάννης ό Θεολόγος Παλαιού Λιγουριοϋ,ζ1Χ4£' IB' (1984), σ. 429, είκ. 18/11), Παναγία Λουτρών Ήραίας (Ν. Μουτσόπουλος, Ή αρχιτεκτονική των εκκλησιών καί των μοναστηριών της Γορτυνίας, Αθήναι 1956, σ. 35), Άγιος Νικόλαος στό Πλατάνι Αχαΐας (Βοκοτόπουλος, έ.ά., σ. 400), Άγιος Δημήτριος της Βαράσοβας Αιτωλίας (Α. 'Ορλάνδος, ΑΒΜΕ Α' (1935), σ. 106), Όσιος Λουκάς Φωκίδος (A.H.S. Megaw, The Chronology of Some Middle-Byzantine Churches, BSA 32 (1931-32), πίν. 30/51), Άγιος Νικόλαος Αυλίδος (Μπούρας, έ.ά., σ. 240), Παναγία ή Κρήνα Χίου (P. Vocotopoulos, The Concealed Course Technique: Further Examples and a Few Remarks, JOB 28 (1979), είκ. 1), Προ φήτης 'Ηλίας Σταροπάζαρου Αθηνών, Άγιοι Θεόδωροι Σερ βίων, Κοίμησις της Θεοτόκου στό Λάμποβο της Βορείου 'Ηπείρου, Άγιος Αχίλλειος της Πρέσπας καί τουλάχιστον έξι ναοί της Καστοριάς (Μουτσόπουλος, έ.ά. (ύποσημ. 6), σ. 516 καί 519).
14. Άη-Στράτηγος Μπουλαριών (αδημοσίευτη λεπτομέρεια), Ά γιος Θεόδωρος «στοϋ Καλοϋ» της Μάνης (Ν. Δρανδάκης, ΠΑΕ 1977, σ. 221 ), Άγιοι Θεόδωροι Τρύπης Λακωνίας ( ΙΓ αι. ), καθολι- κόν μονής Λουκοΰς Αργολίδος (IB' ή ΙΓ αι.), Άγιος Γεώργιος Βί γλας στό χωριό Δαφνί Λακωνίας (Ν. Δρανδάκης, Ό ναός τών Άγιων Θεοδώρων της Λακωνικής Τρύπης, ΕΕΒΣ ΚΕ' (1955), σ. 48), Άγιος Νικόλαος στό Πλατάνι Αχαΐας (Βοκοτόπουλος, έ.ά., σ. 400), Παναγία Λουτρών Ήραίας (Μουτσόπουλος, έ.ά. (ύποσημ. 13), σ. 35), Άγιος Νικόλαος στις Μολιγκάτες Κυθήρων (Π. Λαζαρίδης, Μεσαιωνικά καί βυζαντινά μνημεία Κυθήρων, ΑΔ 20 (1965), Χρονικά, πίν. 188β), Παναγία ή Κρήνα Χίου (P. Vocotopoulos, JOB 28 (1979), είκ. 1), Παναγία ή Ζερβιώτισσα Στύλου Χανίων (Κ. Λασιθιωτάκης, Εγγεγραμμένοι σταυροειδείς ναοί της Δυτικής Κρήτης, Β' Κρητολογικόν Σννέοριον, Α', Αθήναι 1967, σ. 348, πίν. ΡΙΔ), Κοίμησις της Θεοτόκου στό Λάμποβο της Βορείου 'Ηπείρου, Άγιοι Θεόδωροι Σερβίων, καί τουλάχιστον έξι ναοί της Καστοριάς (Μουτσόπουλος, έ.ά. (ύποσημ. 6), σ. 516, 519). Δέν ξέρω άν τό «χιαστόν κεραμοπλαστικόν κόσμημα», πού αναφέρει ό καθηγητής Ν. Δρανδάκης οτι υπάρχει στην Παλαιοπαναγιά της Σελλασίας (ΙΑ' αι.;), είναι χρίσμα ή χι (βλ. Βυζαντινά καί μεταβυζαντινά μνημεία Λακωνικής, ΑΕ1969, Χρονικά, σ. 2).
15. Από ο,τι ξέρω τό σίγμα συναντάται μόνον στον Όσιο Λουκά Φωκίδος (Megaw, έ.ά., πίν. 30/47), στον Άγιο Νικόλαο Καστοριάς (Μουτσόπουλος, έ.ά., σ. 446, είκ. 394), καί στον Άγιο 'Ιωάννη τόν Θεολόγο Παλαιού Λυγουριοΰ (Μαμαλοϋκος, έ.ά. (ύποσημ. 13), σ. 429, είκ. 18/17).
16. Στ. Πελεκανίδης, Βυζαντινά καί μεταβυζαντινά μνημεία της Πρέσπας, Θεσσαλονίκη 1960, σ. 110, πίν. XLVIII.
17. Τό κάππα τό συναντούμε καί στον Άγιο Νικόλαο στό Πλατά νι καί στον 'Άγιο Θεόδωρο «στοϋ Καλοΰ» (βλ. παραπάνω, ύποσημ. 12). Τόν πρώτο ό καθηγητής Π. Βοκοτόπουλος τόν τοποθετεί στίς αρχές τοϋ IB' αιώνα, καί τόν δεύτερο ό καθηγητής Ν. Δρανδάκης, «ϊσως» στον IB' αιώνα.
18. Σημειωτέον οτι τό πλινθοπερίκλειστο σύστημα μετά τά μέσα τοϋ ΙΑ' αιώνα, γενικά στην Νότια Ελλάδα, άλλα καί στην ϊδια τήν Μεσσηνία, τείνει σέ όρια γεωμετρικής κρυσταλλικότητας. 19. 'Ορλάνδος, έ'.ά. (ύποσημ. 12), σ. 106. Κατά τόν Α. 'Ορλάνδο ό ναός «άνηγέρθη κατά τό δεύτερον ήμισυ τοΰ 10ου ή τάς αρχάς τοϋ 11ου μ.Χ. αιώνος» (έ'.ά., σ. 120), άποψη πού επαναλαμβάνει καί ό Α. Παλιούρας (Βυζαντινή Αιτωλοακαρνανία, Αθήναι 1985, σ. 179-180), ένώ ό Π. Βοκοτόπουλος τόν τοποθετεί στίς αρχές τοΰ ΙΑ' αίώνα (έ'.ά., σ. 112). 20. Ν. Δρανδάκη,ΛΕ 1969, Χρονικά, σ. 1-2. 21. Μ. Γεωργοπούλου, 'Άγιος Νικόλαος 'Άτταλης Εύβοιας, AAA V (1972), σ. 59-60.
2. 'Ελάχιστο ύψος άπό τό περιβάλλον έδαφος στην βορειοδυτική γωνία: 2,50 μ.
3. "Ενα πρώτο ενδεικτικό κατάλογο παραθύρων μέ οριζόντιο ανώφλιο έκανε ήδη ό καθηγητής Π.Λ. Βοκοτόπουλος (Ή έκκλησιαστική αρχιτεκτονική εις τήν Δυτικήν Στερεάν Έλλάόα καί τήν Ήπειρον άπό τοϋ τέλους τοϋ 7ου μέχρι τοϋ τέλους τοϋ 10ου αιώνος, Θεσσαλονίκη 19922 , σ. 164, ύποσημ. 2). 4. Ενδεικτικά: Γωνιόλιθος βορειοδυτικής γωνίας: 0,68x0,73 μ.
5. Άγιος Βασίλειος Πανυπερίου καί Άγιος Νικόλαος Αίπείας (Γ. Δημητροκάλλης, "Αγνωστοι βυζαντινοί ναοί Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, 'Αθήναι 1990, σ. 185 καί 219), άλλα καί άλλοι ναοί ακόμη αδημοσίευτοι.
6. Π.Λ. Βοκοτόπουλος, έ'.ά., σ. 92. Ν. Μουτσόπουλος, Εκκλησίες της Καστοριάς. 9ος-11ος αιώνας, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 520, πίν. ΙΙΙ.2 οπού ακριβέστερο τό σχήμα. Τό μνημείο χρονολογείται άπό τόν πρώτο στό β' ήμισυ τοϋ Γ αιώνα (ε.ά., σ. 196), άλλοι συγγραφείς (Βελένης, Meksi) μιλούν ακόμη καί γιά τόν ΙΓ αίώνα (Βοκοτόπουλος, ε.ά., σ. 252-253), άποψη πού οπωσδήποτε δεν είναι ορθή. Οι Koch καί Megaw έχουν δεχθεί μιά κάπως πρωιμότερη χρονολογία τοϋ μνημείου (ε.ά., σ. 252-253), ένώ ό καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος υποστήριξε έκ νέου τήν παλαιά του άποψη γιά τοποθέτηση τοϋ μνημείου στό β' τέταρτο τοϋ Γ αίώνα (ε.ά., σ. 106).
7. Μουτσόπουλος, ε.ά., σ. 520, πίν. ΙΙΙ.2.
8. "Ε.ά., σ. 459 (είκ. 402), 518 (πίν. III.1). Στό μνημείο υπάρχει τό ϊδιο σχήμα καί ανεστραμμένο, δηλαδή τό άνω ήμισυ χρίσματος.
9. Ν. Μουτσόπουλος, ε.ά., σ. 518 (πίν. III.1). Στό μνημείο υπάρχει τό ϊδιο σχήμα καί ανεστραμμένο, δηλαδή τό άνω ήμισυ χρίσματος. Γιά τίς διάφορες απόψεις γύρω άπό τήν ηλικία τοϋ μνημείου, βλ. σ. 410-411.
10. Πλίνθινα γράμματα υπάρχουν καί στον Άγιο Στέφανο Κα στοριάς, πού άπό τους περισσότερους βυζαντινολόγους πιστεύεται κτίσμα τοϋ β' ήμίσεος τοΰ Θ' αίώνα. Πάντως οι ενθυμήσεις τοϋ 845 καί 862 δέν δημοσιεύθηκαν ποτέ, ένώ ή κτητορική επιγραφή τοϋ 889 καί ή ένθύμησις τοϋ Ιουνίου τοϋ 890 πού δημοσίευσε ό καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος (ε.ά., σ. 299 καί 302-303), είναι παραναγνώσεις, όπως επεσήμανε, λίγο πριν άπό τόν θάνατο του, ό έφορος Βυζαντινών 'Αρχαιοτήτων Καστοριάς Σωτήριος Κίσσας ('Ανάγνωση βυζαντινής επιγραφής άπό τήν Καστοριά, Εγνατία 5, Μάρτιος 1994, σ. 4-5).
11. Στην βορειοδυτική Ελλάδα, αντίθετα, τά πλίνθινα γράμματα εξακολούθησαν νά χρησιμοποιούνται έπί μακρόν (Κ. Τσουρής, Ό κεραμοπλαστικός διάκοσμος των υστεροβυζαντινών μνημείων της Βορειοδυτικής Έλλάόος, Καβάλα 1988, σ. 144-145, όπου παραδείγματα καί βιβλιογραφία), όπως δέ αναφέρει ό καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος, χωρίς όμως βιβλιογραφική κάλυψη, τέτοια γράμματα υπάρχουν καί σέ τζαμιά τοϋ 16ου καί τοϋ 17ου αίώνα στην Φιλιππούπολη (ε.ά., σ. 463). Ή περίπτωση τοϋ καθολικού τής μονής Λουκοϋς στην Αργολίδα καί τών Αγίων Θεοδώρων της Τρύπης Λακωνίας είναι άπό τις σπανιότατες εξαιρέσεις μνημείων τής Νότιας Ελλάδος πού έχουν γράμματα μετά τόν ΙΑ' αίώνα (βλ. κατωτέρω, ύποσημ. 14). Στις εξαιρέσεις ϊσως πρέπει νά εντάξουμε καί τους ουσιαστικά άχρονολόγητους ναούς τοϋ Α γίου Πέτρου Καστανέας καί τοΰ Ταξιάρχου Σαϊδόνας στην Μεσσηνιακή Μάνη (Ν. Δρανδάκης, "Ερευναι εις τήν Μεσσηνιακήν Μάνην, ΠΑΕ1976, σ. 215 καί 232).
12. Άη-Στράτηγος Μπουλαριών Μάνης (Ν. Δρανδάκης, Βυζαντιναί τοιχογραφίαι τής Μέσα Μάνης, Αθήναι 1964, σ. 18), Άγιος Θεόδωρος «στοϋ Καλοϋ» τής Μάνης (Ν. Δρανδάκης, "Ερευναι εις τήν Μάνην, ΠΑΕ 1977, σ. 221), Προφήτης Ηλίας Κονιδίτσας Λακωνίας (Α. 'Ορλάνδος, Άγνωστος βυζαντινός ναός τής Λακωνίας, Ελληνικά ΙΕ' (1957), σ. 91, είκ. 2), Άγιος Νικόλαος στό Πλατάνι Αχαΐας (Π. Βοκοτόπουλος, Ό τρίκογχος ναός τοϋ Α γίου Νικολάου στό Πλατάνι τής Αχαΐας, Αρμός, Α, 1990, σ. 400), Άγιος Δημήτριος Βαράσοβας Αιτωλίας (Α. 'Ορλάνδος, Ό Άγιος Δημήτριος της Βαράσοβας, ΑΒΜΕ Α' (1935), σ. 106), Άγιος Νικόλαος Αυλίδος (Χ. Μπούρας, Συμπληρωματικά στοιχεία γιά ένα κατεστραμμένο ναό της Βοιωτίας, ΔΧΑΕ Δ' (1964-1965), σ. 240), Προφήτης 'Ηλίας Σταροπάζαρου Αθηνών, Άγιοι Θεόδωροι Σερβίων καί τουλάχιστον επτά ναοί της Καστοριάς (Ν. Μουτσόπουλος, έ.ά., σ. 516,519).
13. 'Ενδεικτικά: Άη-Στράτηγος Μπουλαριών (Ν. Δρανδάκης, Βνζαντιναί τοιχογραφίαι της Μέσα Μάνης, Αθήναι 1964, σ. 18), Ταξιάρχης Χαρούδας Μάνης (Ν. Δρανδάκης, Ό Ταξιάρχης της Χαρούδας καί ή κτιτορική επιγραφή τον,Λακ Σπονο Α' (1972), σ. 278, πίν. ΙΖ' β), Προφήτης 'Ηλίας Κονιδίτσας (Ά. 'Ορλάνδος, Άγνωστος βυζαντινός ναός της Λακωνίας, Ελληνικά ΙΕ' (1957), σ. 91, είκ. 2), Άγιος 'Ιωάννης ό Θεολόγος Παλαιού Λυγουριοΰ (Στ. Μαμαλοϋκος, "Ενας άγνωστος βυζαντινός ναός στην Αργολίδα. Ό Άγιος 'Ιωάννης ό Θεολόγος Παλαιού Λιγουριοϋ,ζ1Χ4£' IB' (1984), σ. 429, είκ. 18/11), Παναγία Λουτρών Ήραίας (Ν. Μουτσόπουλος, Ή αρχιτεκτονική των εκκλησιών καί των μοναστηριών της Γορτυνίας, Αθήναι 1956, σ. 35), Άγιος Νικόλαος στό Πλατάνι Αχαΐας (Βοκοτόπουλος, έ.ά., σ. 400), Άγιος Δημήτριος της Βαράσοβας Αιτωλίας (Α. 'Ορλάνδος, ΑΒΜΕ Α' (1935), σ. 106), Όσιος Λουκάς Φωκίδος (A.H.S. Megaw, The Chronology of Some Middle-Byzantine Churches, BSA 32 (1931-32), πίν. 30/51), Άγιος Νικόλαος Αυλίδος (Μπούρας, έ.ά., σ. 240), Παναγία ή Κρήνα Χίου (P. Vocotopoulos, The Concealed Course Technique: Further Examples and a Few Remarks, JOB 28 (1979), είκ. 1), Προ φήτης 'Ηλίας Σταροπάζαρου Αθηνών, Άγιοι Θεόδωροι Σερ βίων, Κοίμησις της Θεοτόκου στό Λάμποβο της Βορείου 'Ηπείρου, Άγιος Αχίλλειος της Πρέσπας καί τουλάχιστον έξι ναοί της Καστοριάς (Μουτσόπουλος, έ.ά. (ύποσημ. 6), σ. 516 καί 519).
14. Άη-Στράτηγος Μπουλαριών (αδημοσίευτη λεπτομέρεια), Ά γιος Θεόδωρος «στοϋ Καλοϋ» της Μάνης (Ν. Δρανδάκης, ΠΑΕ 1977, σ. 221 ), Άγιοι Θεόδωροι Τρύπης Λακωνίας ( ΙΓ αι. ), καθολι- κόν μονής Λουκοΰς Αργολίδος (IB' ή ΙΓ αι.), Άγιος Γεώργιος Βί γλας στό χωριό Δαφνί Λακωνίας (Ν. Δρανδάκης, Ό ναός τών Άγιων Θεοδώρων της Λακωνικής Τρύπης, ΕΕΒΣ ΚΕ' (1955), σ. 48), Άγιος Νικόλαος στό Πλατάνι Αχαΐας (Βοκοτόπουλος, έ.ά., σ. 400), Παναγία Λουτρών Ήραίας (Μουτσόπουλος, έ.ά. (ύποσημ. 13), σ. 35), Άγιος Νικόλαος στις Μολιγκάτες Κυθήρων (Π. Λαζαρίδης, Μεσαιωνικά καί βυζαντινά μνημεία Κυθήρων, ΑΔ 20 (1965), Χρονικά, πίν. 188β), Παναγία ή Κρήνα Χίου (P. Vocotopoulos, JOB 28 (1979), είκ. 1), Παναγία ή Ζερβιώτισσα Στύλου Χανίων (Κ. Λασιθιωτάκης, Εγγεγραμμένοι σταυροειδείς ναοί της Δυτικής Κρήτης, Β' Κρητολογικόν Σννέοριον, Α', Αθήναι 1967, σ. 348, πίν. ΡΙΔ), Κοίμησις της Θεοτόκου στό Λάμποβο της Βορείου 'Ηπείρου, Άγιοι Θεόδωροι Σερβίων, καί τουλάχιστον έξι ναοί της Καστοριάς (Μουτσόπουλος, έ.ά. (ύποσημ. 6), σ. 516, 519). Δέν ξέρω άν τό «χιαστόν κεραμοπλαστικόν κόσμημα», πού αναφέρει ό καθηγητής Ν. Δρανδάκης οτι υπάρχει στην Παλαιοπαναγιά της Σελλασίας (ΙΑ' αι.;), είναι χρίσμα ή χι (βλ. Βυζαντινά καί μεταβυζαντινά μνημεία Λακωνικής, ΑΕ1969, Χρονικά, σ. 2).
15. Από ο,τι ξέρω τό σίγμα συναντάται μόνον στον Όσιο Λουκά Φωκίδος (Megaw, έ.ά., πίν. 30/47), στον Άγιο Νικόλαο Καστοριάς (Μουτσόπουλος, έ.ά., σ. 446, είκ. 394), καί στον Άγιο 'Ιωάννη τόν Θεολόγο Παλαιού Λυγουριοΰ (Μαμαλοϋκος, έ.ά. (ύποσημ. 13), σ. 429, είκ. 18/17).
16. Στ. Πελεκανίδης, Βυζαντινά καί μεταβυζαντινά μνημεία της Πρέσπας, Θεσσαλονίκη 1960, σ. 110, πίν. XLVIII.
17. Τό κάππα τό συναντούμε καί στον Άγιο Νικόλαο στό Πλατά νι καί στον 'Άγιο Θεόδωρο «στοϋ Καλοΰ» (βλ. παραπάνω, ύποσημ. 12). Τόν πρώτο ό καθηγητής Π. Βοκοτόπουλος τόν τοποθετεί στίς αρχές τοϋ IB' αιώνα, καί τόν δεύτερο ό καθηγητής Ν. Δρανδάκης, «ϊσως» στον IB' αιώνα.
18. Σημειωτέον οτι τό πλινθοπερίκλειστο σύστημα μετά τά μέσα τοϋ ΙΑ' αιώνα, γενικά στην Νότια Ελλάδα, άλλα καί στην ϊδια τήν Μεσσηνία, τείνει σέ όρια γεωμετρικής κρυσταλλικότητας. 19. 'Ορλάνδος, έ'.ά. (ύποσημ. 12), σ. 106. Κατά τόν Α. 'Ορλάνδο ό ναός «άνηγέρθη κατά τό δεύτερον ήμισυ τοΰ 10ου ή τάς αρχάς τοϋ 11ου μ.Χ. αιώνος» (έ'.ά., σ. 120), άποψη πού επαναλαμβάνει καί ό Α. Παλιούρας (Βυζαντινή Αιτωλοακαρνανία, Αθήναι 1985, σ. 179-180), ένώ ό Π. Βοκοτόπουλος τόν τοποθετεί στίς αρχές τοΰ ΙΑ' αίώνα (έ'.ά., σ. 112). 20. Ν. Δρανδάκη,ΛΕ 1969, Χρονικά, σ. 1-2. 21. Μ. Γεωργοπούλου, 'Άγιος Νικόλαος 'Άτταλης Εύβοιας, AAA V (1972), σ. 59-60.