Στο επιβλητικό ύψωμα Μετσίκι, φυσικά οχυρωμένη θέση με εποπτεία ως το Ιόνιο πέλαγος, έχουν εντοπιστεί δύο μυκηναϊκοί θολωτοί τάφοι.Η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε έναν από τους μεγαλύτερους θολωτούς τάφους της Μεσσηνίας τον θολωτό τάφο 1 που χρονολογείται στην περίοδο -1600/ -1400. Από την επιφανειακή έρευνα της γύρω περιοχής μαρτυρείται ανθρώπινη δραστηριότητα από τους προϊστορικούς έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους, -2050 έως +400.
Η επισήμανση των αρχαιοτήτων 1981
Η επισήμανση των αρχαιοτήτων 1981
Ανάμεσα στα χωριά Πάνω (παλιό) Ψάρι και Κάτω Ψάρι, στην περιφέρεια Δωρίου, βορειοανατολική Τριφυλία, σε μακρόστενο ύψωμα με την ονομασία «Μετσίκι», διαπιστώθηκε η ύπαρξη θολωτού μυκηναϊκού τάφου μεγάλων διαστάσεων (ορατή διάμ. 7,90μ. περίπου). Ο τάφος είναι χτισμένος με ντόπιο ασβεστολιθικό σχιστόλιθο της περιοχής. Ένα τμήμα της θόλου σώζεται σε ύψος 1μ. περίπου και διακρίνεται καθαρά τμήμα της μιας πλευράς του στομίου του τάφου. Το μεγαλύτερο μέρος της ανωδομής έχει καταπέσει στο εσωτερικό, ενώ αρκετό βρίσκεται διασκορπισμένο έξω και γύρω. Η περισυλλογή οστράκων δηλώνει μυκηναϊκούς χρόνους και παλιότερες πιθανώς ακόμα φάσεις της εποχής του χαλκού (Εικ.1).
Στην ίδια περιοχή, 300 περίπου μ. βόρεια του υψώματος και δεξιά του επαρχιακού δρόμου από Ψάρι προς Ανδρίτσαινα, στη θέση «Βαρελάκου», επισημάνθηκαν κατεστραμμένοι κιβωτιόσχημοι τάφοι. Σε μικρή απόσταση από αυτούς (περίπου 300μ. βόρεια) ερευνήθηκε κιβωτιόσχημος τάφος με επενδυμένες πλευρές και κάλυψη από ασβεστολιθική πλάκα, που περιείχε μεμονωμένη «εκτάδην» ταφή, σχεδόν διαλυμένη και ακτέριστη.
Οι ανασκαφές του 1982
Κατά τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο, η Εφορεία άρχισε την ανασκαφή του μυκηναϊκού θολωτού τάφου που είχε εντοπιστεί το 1981 στο επίμηκες ύψωμα Μετσίκι, ανάμεσα στα χωριά Πάνω και Κάτω Ψάρι της βορειοανατολικής Τριφυλίας (ΑΔ 36/ 1981: Χρονικά, σ.156). Μετά τις απαραίτητες εργασίες διαμόρφωσης του χώρου (εκθαμνώσεις), απομακρύνθηκε μεγάλος όγκος του οικοδομικού υλικού από το εσωτερικό της θόλου μέχρι βάθος 1μ. (διαμ. θόλου στο βάθος αυτό: 8,05μ.) και μέρος της επίχωσης του στομίου, που έχει μήκος 4,90 και πλάτος 1,45μ. περίπου, με προσανατολισμό Β.ΒΔ.-Ν.ΝΑ.
Ο τάφος περιβάλλεται από τύμβο που φέρει επικάλυψη-στερέωση από πλακουδερές πέτρες -κυρίως στην περιοχή του στομίου- και άλλες ακατέργαστες στην υπόλοιπη επιφάνεια του, όπως φάνηκε μετά από τη μερική αφαίρεση του χώματος μεταξύ των λίθων του τύμβου.
Η τοιχοδομία του τάφου είναι επιμελημένη (Εικ2). Στην επίχωση της θόλου, επιφανειακό στρώμα, βρέθηκε πεσμένο στο εσωτερικό του στομίου, ένα τουλάχιστον ανώφλι με διαστάσεις: μέγ. πλ. 1,60, ορατό μήκ. (με τις ρωγμές) 2μ. περίπου, μέγ. πάχ. 0,45μ. Η επίχωση της θόλου στα επόμενα δύο στρώματα περιείχε μελαμβαφή κεραμική μεταγενέστερων χρόνων, ανάμειχτη με όστρακα της τρίτης μυκηναϊκής περιόδου, και αρκετά χονδροειδή. Βρέθηκε επίσης πλήθος απολεπισμάτων -μεταξύ των οποίων μερικά κατεργασμένα εργαλεία, λεπίδες και αιχμές βελών- από οψιανό και πυριτόλιθο.
Οι αρχαιολογικές ενδείξεις σε ακτίνα περίπου 200μ. γύρω από το θολωτό τάφο, μαρτυρούν την ύπαρξη ενός τουλάχιστον ακόμα τέτοιου τάφου. Η περισυλλογή επιφανειακής κεραμικής από διάφορες θέσεις του υψώματος μαρτυρεί τη χρήση του στην ύστερη -με τα σημερινά ανασκαφικά δεδομένα- εποχή του χαλκού. Η πρώτη φάση των εργασιών στη θέση αυτή δηλώνει την ύπαρξη μιας νέας μυκηναϊκής επαρχίας, για την οποία περισσότερα στοιχεία θα αποκτηθούν με τη συνέχιση της ανασκαφής.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο εντοπισμός σε πρώτο στάδιο αρχαιολογικών θέσεων από περισυλλογή επιφανειακής κεραμικής και από παραδόσεις στην ευρύτερη περιοχή του χωριού Ψάρι, που μέχρι σήμερα ήταν εντελώς άγνωστη από αρχαιολογική άποψη. Συγκεκριμένα:
1. Στη θέση «Λούρι», 2 χλμ. περίπου προς Ν. του χωριού, βρέθηκε πήλινος δίσκος κιονίσκου από ρωμαϊκό υπόκαυστο.
2. Σε ισόπεδη έκταση χαμηλού υψώματος με την αλβανική ονομασία «Λάκα-Γκιούμς» ανατολικά του υψώματος Μετσίκι, συγκεντρώθηκε χονδροειδής κεραμική από πίθους, πιθανώς ΜΕ εποχής.
3. Στη θέση Σιντιλίθι (Προφήτης Ηλίας), δυτικά του συνοικισμού Κολιότση (ΝΔ. του χωριού), εντοπίστηκε τυμβοειδές έξαρμα, όπου είναι και σήμερα ορατά τα ερείπια της παλιάς εκκλησίας του Προφήτη Ηλία. Βρέθηκε άφθονη χονδροειδής κεραμική και μερικά όστρα ΥΕ χρόνων. Το χαμηλό αυτό ύψωμα έχει εξαιρετική θέα προς το Μετσίκι, προς την πεδιάδα του Σουλιμά, και το λόφο Κόντρα. Σε μικρή απόσταση από το έξαρμα βρίσκεται η πηγή Καμάρι.
4. Από επίπεδη έκταση, νότια του υψώματος του Προφήτη Ηλία, στη θέση Ζιουμπάτα, παραδόθηκε πήλινο κωνικό υφαντικό βάρος.
5. Νοτιότερα της προηγούμενης θέσης, στην περιοχή Παναγιά, όπου η ομώνυμη εκκλησία, βρέθηκε άφθονη κεραμική ελληνιστικών- ρωμαϊκών χρόνων.
Οι ανασκαφές του 1983
Στις αρχές Μαΐου παραβιάστηκε από αρχαιοκάπηλους το βόρειο- βορειοδυτικό τμήμα της επίχωσης του ταφικού θαλάμου στο θολωτό μυκηναϊκό τάφο, του οποίου η έρευνα άρχισε το 1982 στο ύψωμα Μετσίκι. Ανοίχτηκε λάκκος, διαστ. 3,10x 3,20μ., του οποίου το περιεχόμενο (χώμα, πέτρες και λατύπη μαζί με όστρακα αγγείων) αφαιρέθηκε μέχρι βάθος 2,10μ., από το επίπεδο της ανασκαφής του 1982, που είχε φτάσει, στο σημείο αυτό σε βάθος 1μ. περίπου από το ανώτατο σωζόμενο ύψος της θόλου. Έτσι, το τοίχωμα της θόλου αποκαλύφθηκε ως το βάθος των 3μ. περίπου, όπου και μηδενίζεται το άνοιγμα του λάκκου. Από την κλίση του τοιχώματος στο κατώτατο αυτό σημείο διαπιστώνεται ότι το δάπεδο του ταφικού θαλάμου θα πρέπει να βρίσκεται μόνο ελάχιστα εκατοστά χαμηλότερα. Ο σχεδόν ημικωνικός αυτός λάκκος καλύφθηκε ξανά με τα συσσωρευμένα γύρω του υλικά.
Τον Ιούνιο και το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου του ίδιου χρόνου συνεχίστηκε για δεύτερη ανασκαφική περίοδο η έρευνα του μνημείου1. Κατά την περίοδο αυτή ερευνήθηκε το επιφανειακό τμήμα της επίχωσης του στομίου και αποκαλύφθηκε μερικώς το μέτωπο της αργολιθοδομής που το έφραζε εξωτερικά (ορατό ύψ. 0,46- 0,54μ.). Οι παραστάδες του στομίου κατά την προεξοχή τους προς το δρόμο δεν ευθυγραμμίζονται και δεν επενδύονται από άλλο υλικό.
Αποκαλύφθηκε στο συνολικό μήκος των 6μ. περίπου ο δρόμος του τάφου, που είναι δυσανάλογα βραχύς σε σχέση με τη διάμετρο του ταφικού θαλάμου, η οποία υπολογίζεται να είναι περίπου 9- 10μ. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ιδιαίτερα βραχώδες έδαφος, αλλά και επειδή, στο σημείο που έχει διανοιχτεί (βορειο- βορειοανατολικό τμήμα του εξάρματος), η κλίση του τεχνητού τύμβου επαρκούσε για την κατασκευή του δρόμου σε αυτό και μόνο το μήκος. Οι παρειές του είναι επενδεδυμένες σε όλο το μήκος τους κυρίως από μικρών διαστάσεων πλακωτές ασβεστολιθικές πέτρες, ενώ προς το μέσο έχουν χρησιμοποιηθεί και ογκωδέστερες, σχεδόν ακατέργαστες. Τα τοιχώματα στενεύουν, κατά τα γνωστά, προς το στόμιο του θαλάμου, πλ. 2,35μ., και διευρύνονται στην είσοδο, πλ. 3μ., η οποία φράζεται από χαμηλή αργολιθοδομή, ύψ. 0,55- 0,60μ., που βρέθηκε στη θέση της. Αποτελεί τμήμα του κατώτατου αναλημματικού περιβόλου του λιθεπένδυτου τύμβου, ο οποίος παρακολουθείται ευκρινέστατα κυρίως στο βόρειο και βορειοδυτικό τμήμα του, ως τα σημεία που συναντά το φυσικό βράχο, ενώ συνεχίζεται για λίγο ακόμα στο δυτικό τμήμα.
Δοκιμαστική τομή ανατολικά της ξερολιθιάς του δρόμου απέδειξε και την προς αυτή την κατεύθυνση επέκταση του περιβόλου. Ο καθαρισμός του τύμβου στην ανατολική- νοτιοανατολική και νότια- νοτιοδυτική πλευρά δεν έχει ολοκληρωθεί, ώστε να διαπιστωθούν τα όριά του και στα σημεία αυτά. Η περιφέρεια του λιθεπένδυτου τύμβου είναι περίπου 30μ. μαζί με τον παρεμβαλλόμενο σε ορισμένα σημεία της φυσικό βράχο. Από τον πρώτο καθαρισμό των λίθων που καλύπτουν και στερεώνουν τον τύμβο, διαπιστώθηκε η ύπαρξη δύο ακόμα λίθινων ζωνών που τον περιβάλλουν: η μία απέχει από τον περίβολο 1,60 μ. περίπου, και παρακολουθείται σε όλο το βόρειο-βορειοδυτικό τόξο, μέχρι το φυσικό βράχο· η άλλη, σε απόσταση 3μ. περίπου από την προηγουμένη, φαίνεται να αρχίζει από τη δεξιά (για τον εισερχόμενο) παραστάδα του στομίου, σχηματίζει τόξο από μικρές πλακωτές πέτρες και παρακολουθείται σε μικρό τμήμα προς Β.-ΒΔ. Ενδιαφέρον θα είναι να μάθουμε, όταν θα ερευνηθεί διεξοδικά ο τύμβος του τάφου, εάν οι ζώνες αυτές μαρτυρούν κάποια χρονολογική διαδοχή στην κατασκευή του. Σημειωτέον ότι η μορφή του μνημείου (Εικ.3), όπου θολωτός τάφος περιβάλλεται από λιθεπένδυτο τύμβο, δεν αποτελεί πρωτοφανές παράδειγμα για τη Μεσσηνία2.
Η επίχωση του δρόμου του τάφου κατά το εσωτερικό (προς το στόμιο) μισό του, αποτελούνταν από χώμα και πολυάριθμα λιθαράκια, ενώ κατά το υπόλοιπο, προς τον περίβολο τμήμα, από λίθους τοποθετημένους σύμφωνα με την κλίση του τύμβου (Εικ.4).
Από τη γραπτή κεραμική που βρέθηκε στην επίχωση, όστρακα της YEI και YEII κυρίως περιόδου, διαπιστώνεται η πρωιμότητα του μνημείου. Κυριαρχούν τα όστρακα από κύπελλα τύπου kefti (Εικ.5), αλλά αντιπροσωπεύονται και άλλα σχήματα αγγείων, πράγμα που φανερώνει τους επανειλημμένους καθαρισμούς που θα έγιναν στο δρόμο κατά την αλληλοδιαδοχή των ταφών στο νεκρικό θάλαμο. Βρέθηκαν επίσης ορισμένα αμαυρόχρωμα όστρακα και λίγα χαρακτά του αδριατικού τύπου. Πιθανότατα εκπροσωπείται και η τρίτη μυκηναϊκή περίοδος, τουλάχιστον σε πρώιμο στάδιο. Άλλα ευρήματα από το δρόμο του τάφου είναι: οστέινη περόνη με ρομβοειδή αιχμή και κυλινδρικό στέλεχος, κυλινδρικό, πεπιεσμένο «κομβίον» από ελεφαντοκόκαλο, πήλινα σφονδύλια κυρίως αμφικολουροκωνικά και κεφαλή πήλινου ειδωλίου, που σώζει ίχνη καστανής διακόσμησης, πεπλατυσμένη στον πόλο, με ένθετα κομμάτια πηλού για την υποδήλωση των ματιών, δύο οπές γιατην υποδήλωση της μύτης, και οριζόντια χάραξη για την υποδήλωση του στόματος, μέγ. σωζ. ύψ. 0,066 μ.3 (Εικ.6). Βρέθηκαν ακόμα αιχμές βελών, λεπίδες από οψιανό και καστανέρυθρο πυριτόλιθο, πολυάριθμα απολεπίσματα και φολίδες οψιανού και κατεξοχήν πυριτόλιθου, μεταξύ των οποίων ορισμένα κατεργασμένα εργαλεία, κυρίως από πυριτόλιθο.
Σε απόσταση περίπου 40μ. βόρεια του θολωτού τάφου I εντοπίστηκε μέσα σε πυκνή βλάστηση από πουρνάρια και σχοίνα κυκλική κατασκευή γεμάτη από πολλές, άτακτα συσωρευμένες και μικρές σχετικά ασβεστολιθικές πέτρες. Μετά την αφαίρεση των λίθων που γέμιζαν το στόμιο, εσωτ. διαμ. 1,50μ. περίπου, φάνηκε σε βάθος 0,10μ. στρώση από λευκωπά λιθάρια, τοποθετημένα με επιμέλεια, ενώ διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν κτιστά τοιχώματα πιο κάτω από τις ακατέργαστες πέτρες, που οριοθετούν κυκλικά την κατασκευή και έχουν διάμετρο εξωτερική 2,30μ. (Εικ.7). Στην ποσότητα του χώματος που αφαιρέθηκε βρέθηκε άφθονο κάρβουνο και λίγα αχρονολόγητα όστρακα. Πιθανότατα η κατασκευή χρησιμοποιήθηκε ως εστία, αλλά περισσότερα για τη χρήση της ίσως διαπιστωθούν όταν ολοκληρωθεί η έρευνά της σε σχέση με τον περιβάλλοντα χώρο.
Το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου στεγάστηκε προσωρινά ο δρόμος και το στόμιο του θολωτού τάφου με φύλλα λαμαρίνας. Επίσης υποστυλώθηκαν προσωρινά με αντηρίδες από ξυλοδοκούς οι παρειές και οι εσωτερικές, προς τον ταφικό θάλαμο, γωνίες του στομίου.
Οι ανασκαφές του 1984
Τον Οκτώβριο, Νοέμβριο και το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου 1984, συνεχίστηκε για τρίτη ανασκαφική περίοδο η έρευνα του μυκηναϊκού θολωτού τάφου 1 στο ύψωμα Μετσίκι4.
Στην ίδια περιοχή, 300 περίπου μ. βόρεια του υψώματος και δεξιά του επαρχιακού δρόμου από Ψάρι προς Ανδρίτσαινα, στη θέση «Βαρελάκου», επισημάνθηκαν κατεστραμμένοι κιβωτιόσχημοι τάφοι. Σε μικρή απόσταση από αυτούς (περίπου 300μ. βόρεια) ερευνήθηκε κιβωτιόσχημος τάφος με επενδυμένες πλευρές και κάλυψη από ασβεστολιθική πλάκα, που περιείχε μεμονωμένη «εκτάδην» ταφή, σχεδόν διαλυμένη και ακτέριστη.
Οι ανασκαφές του 1982
Κατά τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο, η Εφορεία άρχισε την ανασκαφή του μυκηναϊκού θολωτού τάφου που είχε εντοπιστεί το 1981 στο επίμηκες ύψωμα Μετσίκι, ανάμεσα στα χωριά Πάνω και Κάτω Ψάρι της βορειοανατολικής Τριφυλίας (ΑΔ 36/ 1981: Χρονικά, σ.156). Μετά τις απαραίτητες εργασίες διαμόρφωσης του χώρου (εκθαμνώσεις), απομακρύνθηκε μεγάλος όγκος του οικοδομικού υλικού από το εσωτερικό της θόλου μέχρι βάθος 1μ. (διαμ. θόλου στο βάθος αυτό: 8,05μ.) και μέρος της επίχωσης του στομίου, που έχει μήκος 4,90 και πλάτος 1,45μ. περίπου, με προσανατολισμό Β.ΒΔ.-Ν.ΝΑ.
Ο τάφος περιβάλλεται από τύμβο που φέρει επικάλυψη-στερέωση από πλακουδερές πέτρες -κυρίως στην περιοχή του στομίου- και άλλες ακατέργαστες στην υπόλοιπη επιφάνεια του, όπως φάνηκε μετά από τη μερική αφαίρεση του χώματος μεταξύ των λίθων του τύμβου.
Η τοιχοδομία του τάφου είναι επιμελημένη (Εικ2). Στην επίχωση της θόλου, επιφανειακό στρώμα, βρέθηκε πεσμένο στο εσωτερικό του στομίου, ένα τουλάχιστον ανώφλι με διαστάσεις: μέγ. πλ. 1,60, ορατό μήκ. (με τις ρωγμές) 2μ. περίπου, μέγ. πάχ. 0,45μ. Η επίχωση της θόλου στα επόμενα δύο στρώματα περιείχε μελαμβαφή κεραμική μεταγενέστερων χρόνων, ανάμειχτη με όστρακα της τρίτης μυκηναϊκής περιόδου, και αρκετά χονδροειδή. Βρέθηκε επίσης πλήθος απολεπισμάτων -μεταξύ των οποίων μερικά κατεργασμένα εργαλεία, λεπίδες και αιχμές βελών- από οψιανό και πυριτόλιθο.
Οι αρχαιολογικές ενδείξεις σε ακτίνα περίπου 200μ. γύρω από το θολωτό τάφο, μαρτυρούν την ύπαρξη ενός τουλάχιστον ακόμα τέτοιου τάφου. Η περισυλλογή επιφανειακής κεραμικής από διάφορες θέσεις του υψώματος μαρτυρεί τη χρήση του στην ύστερη -με τα σημερινά ανασκαφικά δεδομένα- εποχή του χαλκού. Η πρώτη φάση των εργασιών στη θέση αυτή δηλώνει την ύπαρξη μιας νέας μυκηναϊκής επαρχίας, για την οποία περισσότερα στοιχεία θα αποκτηθούν με τη συνέχιση της ανασκαφής.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο εντοπισμός σε πρώτο στάδιο αρχαιολογικών θέσεων από περισυλλογή επιφανειακής κεραμικής και από παραδόσεις στην ευρύτερη περιοχή του χωριού Ψάρι, που μέχρι σήμερα ήταν εντελώς άγνωστη από αρχαιολογική άποψη. Συγκεκριμένα:
1. Στη θέση «Λούρι», 2 χλμ. περίπου προς Ν. του χωριού, βρέθηκε πήλινος δίσκος κιονίσκου από ρωμαϊκό υπόκαυστο.
2. Σε ισόπεδη έκταση χαμηλού υψώματος με την αλβανική ονομασία «Λάκα-Γκιούμς» ανατολικά του υψώματος Μετσίκι, συγκεντρώθηκε χονδροειδής κεραμική από πίθους, πιθανώς ΜΕ εποχής.
3. Στη θέση Σιντιλίθι (Προφήτης Ηλίας), δυτικά του συνοικισμού Κολιότση (ΝΔ. του χωριού), εντοπίστηκε τυμβοειδές έξαρμα, όπου είναι και σήμερα ορατά τα ερείπια της παλιάς εκκλησίας του Προφήτη Ηλία. Βρέθηκε άφθονη χονδροειδής κεραμική και μερικά όστρα ΥΕ χρόνων. Το χαμηλό αυτό ύψωμα έχει εξαιρετική θέα προς το Μετσίκι, προς την πεδιάδα του Σουλιμά, και το λόφο Κόντρα. Σε μικρή απόσταση από το έξαρμα βρίσκεται η πηγή Καμάρι.
4. Από επίπεδη έκταση, νότια του υψώματος του Προφήτη Ηλία, στη θέση Ζιουμπάτα, παραδόθηκε πήλινο κωνικό υφαντικό βάρος.
5. Νοτιότερα της προηγούμενης θέσης, στην περιοχή Παναγιά, όπου η ομώνυμη εκκλησία, βρέθηκε άφθονη κεραμική ελληνιστικών- ρωμαϊκών χρόνων.
Οι ανασκαφές του 1983
Στις αρχές Μαΐου παραβιάστηκε από αρχαιοκάπηλους το βόρειο- βορειοδυτικό τμήμα της επίχωσης του ταφικού θαλάμου στο θολωτό μυκηναϊκό τάφο, του οποίου η έρευνα άρχισε το 1982 στο ύψωμα Μετσίκι. Ανοίχτηκε λάκκος, διαστ. 3,10x 3,20μ., του οποίου το περιεχόμενο (χώμα, πέτρες και λατύπη μαζί με όστρακα αγγείων) αφαιρέθηκε μέχρι βάθος 2,10μ., από το επίπεδο της ανασκαφής του 1982, που είχε φτάσει, στο σημείο αυτό σε βάθος 1μ. περίπου από το ανώτατο σωζόμενο ύψος της θόλου. Έτσι, το τοίχωμα της θόλου αποκαλύφθηκε ως το βάθος των 3μ. περίπου, όπου και μηδενίζεται το άνοιγμα του λάκκου. Από την κλίση του τοιχώματος στο κατώτατο αυτό σημείο διαπιστώνεται ότι το δάπεδο του ταφικού θαλάμου θα πρέπει να βρίσκεται μόνο ελάχιστα εκατοστά χαμηλότερα. Ο σχεδόν ημικωνικός αυτός λάκκος καλύφθηκε ξανά με τα συσσωρευμένα γύρω του υλικά.
Τον Ιούνιο και το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου του ίδιου χρόνου συνεχίστηκε για δεύτερη ανασκαφική περίοδο η έρευνα του μνημείου1. Κατά την περίοδο αυτή ερευνήθηκε το επιφανειακό τμήμα της επίχωσης του στομίου και αποκαλύφθηκε μερικώς το μέτωπο της αργολιθοδομής που το έφραζε εξωτερικά (ορατό ύψ. 0,46- 0,54μ.). Οι παραστάδες του στομίου κατά την προεξοχή τους προς το δρόμο δεν ευθυγραμμίζονται και δεν επενδύονται από άλλο υλικό.
Αποκαλύφθηκε στο συνολικό μήκος των 6μ. περίπου ο δρόμος του τάφου, που είναι δυσανάλογα βραχύς σε σχέση με τη διάμετρο του ταφικού θαλάμου, η οποία υπολογίζεται να είναι περίπου 9- 10μ. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ιδιαίτερα βραχώδες έδαφος, αλλά και επειδή, στο σημείο που έχει διανοιχτεί (βορειο- βορειοανατολικό τμήμα του εξάρματος), η κλίση του τεχνητού τύμβου επαρκούσε για την κατασκευή του δρόμου σε αυτό και μόνο το μήκος. Οι παρειές του είναι επενδεδυμένες σε όλο το μήκος τους κυρίως από μικρών διαστάσεων πλακωτές ασβεστολιθικές πέτρες, ενώ προς το μέσο έχουν χρησιμοποιηθεί και ογκωδέστερες, σχεδόν ακατέργαστες. Τα τοιχώματα στενεύουν, κατά τα γνωστά, προς το στόμιο του θαλάμου, πλ. 2,35μ., και διευρύνονται στην είσοδο, πλ. 3μ., η οποία φράζεται από χαμηλή αργολιθοδομή, ύψ. 0,55- 0,60μ., που βρέθηκε στη θέση της. Αποτελεί τμήμα του κατώτατου αναλημματικού περιβόλου του λιθεπένδυτου τύμβου, ο οποίος παρακολουθείται ευκρινέστατα κυρίως στο βόρειο και βορειοδυτικό τμήμα του, ως τα σημεία που συναντά το φυσικό βράχο, ενώ συνεχίζεται για λίγο ακόμα στο δυτικό τμήμα.
Δοκιμαστική τομή ανατολικά της ξερολιθιάς του δρόμου απέδειξε και την προς αυτή την κατεύθυνση επέκταση του περιβόλου. Ο καθαρισμός του τύμβου στην ανατολική- νοτιοανατολική και νότια- νοτιοδυτική πλευρά δεν έχει ολοκληρωθεί, ώστε να διαπιστωθούν τα όριά του και στα σημεία αυτά. Η περιφέρεια του λιθεπένδυτου τύμβου είναι περίπου 30μ. μαζί με τον παρεμβαλλόμενο σε ορισμένα σημεία της φυσικό βράχο. Από τον πρώτο καθαρισμό των λίθων που καλύπτουν και στερεώνουν τον τύμβο, διαπιστώθηκε η ύπαρξη δύο ακόμα λίθινων ζωνών που τον περιβάλλουν: η μία απέχει από τον περίβολο 1,60 μ. περίπου, και παρακολουθείται σε όλο το βόρειο-βορειοδυτικό τόξο, μέχρι το φυσικό βράχο· η άλλη, σε απόσταση 3μ. περίπου από την προηγουμένη, φαίνεται να αρχίζει από τη δεξιά (για τον εισερχόμενο) παραστάδα του στομίου, σχηματίζει τόξο από μικρές πλακωτές πέτρες και παρακολουθείται σε μικρό τμήμα προς Β.-ΒΔ. Ενδιαφέρον θα είναι να μάθουμε, όταν θα ερευνηθεί διεξοδικά ο τύμβος του τάφου, εάν οι ζώνες αυτές μαρτυρούν κάποια χρονολογική διαδοχή στην κατασκευή του. Σημειωτέον ότι η μορφή του μνημείου (Εικ.3), όπου θολωτός τάφος περιβάλλεται από λιθεπένδυτο τύμβο, δεν αποτελεί πρωτοφανές παράδειγμα για τη Μεσσηνία2.
Η επίχωση του δρόμου του τάφου κατά το εσωτερικό (προς το στόμιο) μισό του, αποτελούνταν από χώμα και πολυάριθμα λιθαράκια, ενώ κατά το υπόλοιπο, προς τον περίβολο τμήμα, από λίθους τοποθετημένους σύμφωνα με την κλίση του τύμβου (Εικ.4).
Από τη γραπτή κεραμική που βρέθηκε στην επίχωση, όστρακα της YEI και YEII κυρίως περιόδου, διαπιστώνεται η πρωιμότητα του μνημείου. Κυριαρχούν τα όστρακα από κύπελλα τύπου kefti (Εικ.5), αλλά αντιπροσωπεύονται και άλλα σχήματα αγγείων, πράγμα που φανερώνει τους επανειλημμένους καθαρισμούς που θα έγιναν στο δρόμο κατά την αλληλοδιαδοχή των ταφών στο νεκρικό θάλαμο. Βρέθηκαν επίσης ορισμένα αμαυρόχρωμα όστρακα και λίγα χαρακτά του αδριατικού τύπου. Πιθανότατα εκπροσωπείται και η τρίτη μυκηναϊκή περίοδος, τουλάχιστον σε πρώιμο στάδιο. Άλλα ευρήματα από το δρόμο του τάφου είναι: οστέινη περόνη με ρομβοειδή αιχμή και κυλινδρικό στέλεχος, κυλινδρικό, πεπιεσμένο «κομβίον» από ελεφαντοκόκαλο, πήλινα σφονδύλια κυρίως αμφικολουροκωνικά και κεφαλή πήλινου ειδωλίου, που σώζει ίχνη καστανής διακόσμησης, πεπλατυσμένη στον πόλο, με ένθετα κομμάτια πηλού για την υποδήλωση των ματιών, δύο οπές γιατην υποδήλωση της μύτης, και οριζόντια χάραξη για την υποδήλωση του στόματος, μέγ. σωζ. ύψ. 0,066 μ.3 (Εικ.6). Βρέθηκαν ακόμα αιχμές βελών, λεπίδες από οψιανό και καστανέρυθρο πυριτόλιθο, πολυάριθμα απολεπίσματα και φολίδες οψιανού και κατεξοχήν πυριτόλιθου, μεταξύ των οποίων ορισμένα κατεργασμένα εργαλεία, κυρίως από πυριτόλιθο.
Σε απόσταση περίπου 40μ. βόρεια του θολωτού τάφου I εντοπίστηκε μέσα σε πυκνή βλάστηση από πουρνάρια και σχοίνα κυκλική κατασκευή γεμάτη από πολλές, άτακτα συσωρευμένες και μικρές σχετικά ασβεστολιθικές πέτρες. Μετά την αφαίρεση των λίθων που γέμιζαν το στόμιο, εσωτ. διαμ. 1,50μ. περίπου, φάνηκε σε βάθος 0,10μ. στρώση από λευκωπά λιθάρια, τοποθετημένα με επιμέλεια, ενώ διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν κτιστά τοιχώματα πιο κάτω από τις ακατέργαστες πέτρες, που οριοθετούν κυκλικά την κατασκευή και έχουν διάμετρο εξωτερική 2,30μ. (Εικ.7). Στην ποσότητα του χώματος που αφαιρέθηκε βρέθηκε άφθονο κάρβουνο και λίγα αχρονολόγητα όστρακα. Πιθανότατα η κατασκευή χρησιμοποιήθηκε ως εστία, αλλά περισσότερα για τη χρήση της ίσως διαπιστωθούν όταν ολοκληρωθεί η έρευνά της σε σχέση με τον περιβάλλοντα χώρο.
Το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου στεγάστηκε προσωρινά ο δρόμος και το στόμιο του θολωτού τάφου με φύλλα λαμαρίνας. Επίσης υποστυλώθηκαν προσωρινά με αντηρίδες από ξυλοδοκούς οι παρειές και οι εσωτερικές, προς τον ταφικό θάλαμο, γωνίες του στομίου.
Οι ανασκαφές του 1984
Τον Οκτώβριο, Νοέμβριο και το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου 1984, συνεχίστηκε για τρίτη ανασκαφική περίοδο η έρευνα του μυκηναϊκού θολωτού τάφου 1 στο ύψωμα Μετσίκι4.
Κατά την περίοδο αυτή ερευνήθηκε το μεγαλύτερο τμήμα της επίχωσης του ταφικού θαλάμου, από το επίπεδο της ανασκαφής του 1982, που είχε φτάσει σε βάθος 1μ. περίπου από το ανώτατο σωζόμενο ύψος της θολού στο Β.-ΒΔ. τόξο της, ως το τελικό δάπεδο, που είχε διαμορφωθεί από κιτρινοκάστανο πατημένο χώμα (μέγιστο ολικό βάθος 3,30μ.). Τμήμα της επίχωσης στο Β.-ΒΑ.-Α. τόξο της θόλου, αφέθηκε άσκαφτο για προστασία των τοιχωμάτων που παρουσίαζαν επικίνδυνη ενδόκλιση, καθώς και των εσωτερικών ετοιμόρροπων γωνιών του στομίου (Εικ.8).
Η μεγάλη ποσότητα χώματος, ογκολίθων και λατύπης της επίχωσης απομακρύνθηκε με οικοδομικό αναβατόριο, που διατέθηκε με μέριμνα της κοινότητας, και το δομικό υλικό του θαλάμου ταξινομήθηκε στο γύρω χώρο κατά τεταρτημόρια με ταυτόχρονη διαλογή των λίθων όψεως.
Βρέθηκε άφθονη κεραμική από διάφορους τύπους αγγείων, οστά και δόντια ζώων, αρκετά καμένα κόκαλα, και σε διάφορα βάθη αρκετό κάρβουνο και μεταγενέστερα όστρακα με μελανό και ερυθρό γάνωμα.
Μισό μέτρο περίπου πάνω από το δάπεδο βρέθηκε σφαιρική ακέραιη χάντρα από ορεία κρύσταλλο, σε όλη την επίχωση άφθονα απολεπίσματα και φολίδες οψιανού και κατεξοχήν πυριτολίθου, μεταξύ των οποίων αρκετά εργαλεία (οπείς) και τμήματα λεπίδων, καθώς και τμήματα από πήλινα σφονδύλια. Σε διάφορα επίσης βάθη της επίχωσης και μέχρι το δάπεδο, βρέθηκαν κομμάτια από συμπαγές χώμα μαζί με λατύπη, που προφανώς είχαν χρησιμεύσει στην κάλυψη των εκτεθειμένων μερών της ανωδομής της θόλου.
Κατά τον καθαρισμό του δαπέδου βρέθηκαν πενιχρά υπολείμματα του κάποτε πλούσιου σε κτερίσματα τάφου: κομμάτια από ανθρώπινο κρανίο, βάση και όστρακα από σώμα μυκηναϊκού πιθαμφορίσκου και έντεκα άριστα δουλεμένες αιχμές βελών από καστανέρυθρο πυριτόλιθο, βρέθηκαν στο βορειοανατολικό τμήμα· άφθονα μυκηναϊκά όστρακα και βάση άλλου πιθαμφορίσκου, αιχμές από πυριτόλιθο και μεγάλο χάλκινο καρφί με χρυσεπένδυτες κεφαλές, προερχόμενο από μεγάλο μυκηναϊκό ξίφος ή εγχειρίδιο, βρέθηκαν στο Β.-ΒΔ. τμήμα· γραπτά όστρακα από δύο τρίωτα αρτόσχημα αλάβαστρα της YEΙΙΑ περιόδου, βρέθηκαν διάσπαρτα στο Δ.-ΝΔ.-Ν. τμήμα του δαπέδου (Εικ.9).
Σημειωτέον ότι η παραβίαση του τάφου στα σημεία αυτά το 1983, έβλαψε μόνο τα ανώτερα στρώματα της επίχωσης, όπου το μεγαλύτερο πλάτος του λάκκου, χωρίς σημαντικές απώλειες πολύτιμων ευρημάτων.
Το Δ.-ΝΔ.-Ν.-ΝΑ. τμήμα του θαλάμου ερευνήθηκε και κάτω από το δάπεδο. Αποκαλύφθηκε ο φυσικός βράχος με κοιλότητες που είχαν επιχωσθεί με χώμα και λατύπη για να δημιουργηθεί το δάπεδο των ταφών. Κοντά στο βόρειο τοίχωμα της θόλου, βρέθηκε επιμήκης κοιλότητα του βραχώδους υπεδάφους, γεμάτη από χώμα μαυρισμένο από πυρά.
Κοσκινίστηκε φέτος μέρος από τα χώματα της επίχωσης του θαλάμου, που προήλθαν από την έρευνα του 1982 και από τη φετινή. Βρέθηκαν κυρίως άφθονα απολεπίσματα και φολίδες οψιανού και πυριτόλιθου.
Συμπληρωματική έρευνα μέχρι βάθος μισού μέτρου περίπου από την επιφάνεια του εδάφους έγινε και στην κυκλική κατασκευή που είχε ερευνηθεί τμηματικά το 1983 μέχρι το επίπεδο της στρώσης από λευκωπά λιθαράκια. Η έρευνα έφτασε μέχρι το φυσικό βράχο, σε βάθος 0,60μ. περίπου, με ελάχιστα ευρήματα οστών και κάρβουνου, ορισμένων οστράκων και αρκετών πυριτολίθων. Πιθανότατα η κατασκευή αυτή χρησίμευσε ως λάκκος-αποθέτης, με υστερότερη ίσως διαμόρφωσή του για χρήση του ως «εστίας»5. Προς το παρόν παραμένει άγνωστο το «περιβάλλον» της κατασκευής αυτής, που συμβατικά ονομάστηκε Αποθέτης AI, επειδή πανομοιότυπη κατασκευή εντοπίστηκε φέτος και σε άλλο σημείο του υψώματος.
Μετά το τέλος των εργασιών, ο ταφικός θάλαμος στεγάστηκε με φύλλα τσίγκων προσαρμοσμένα σε σιδερένιο σκελετό διαστάσεων 10x 10 μ. και με κλίση προς Ν. για τα νερά της βροχής, ενώ νέο στέγαστρο από τσίγκους με κλίση προς Β. τοποθετήθηκε και στο στόμιο του τάφου. Τέλος, στηρίχθηκαν και ορισμένα τμήματα των τοιχωμάτων της θόλου στο ερευνημένο τμήμα της με αντηρίδες από ξυλοδοκούς. Οι εργασίες αυτές έγιναν και με χρηματοδότηση του EOT για την οποία μερίμνησε η κοινότητα Ψαρίου.
Σε περιοδείες που έγιναν κατά τη διάρκεια της ανασκαφής στο Μετσίκι, εντοπίστηκαν τα ακόλουθα στην ευρύτερη περιοχή του χωριού Ψάρι: α) διάσπαρτη κεραμική ελληνικών χρόνων στην περιοχή του ερειπωμένου συνοικισμού Πάνω Γκλιάτα, σε απόσταση 2 χλμ. περίπου ΝΑ. του Ψαριού, β) Στις ανατολικές πλαγιές του χαμηλού υψώματος Άγιος Σέργιος, 2 χλμ. περίπου ΒΑ. του χωριού Ψάρι και 1 χλμ. περίπου ΒΑ. του υψώματος Μετσίκι, χονδροειδής κεραμική με προσμίξεις πηλού, πιθανότατα ελληνικών χρόνων. Στην ισόπεδη κορυφή του υψώματος, βρέθηκε όστρακο από χειροποίητο αγγείο με χαρακτή διακόσμηση, πιθανότατα ΜΕ χρόνων.
Οι ανασκαφές του 1985
Συνεχίστηκε για τέταρτη ανασκαφική περίοδο και ολοκληρώθηκε η έρευνα του μυκηναϊκού θολωτού τάφου 1 στο ύψωμα Μετσίκι, ενώ υπολείπεται να ερευνηθεί διεξοδικά ο λιθεπένδυτος τύμβος του μνημείου. Οι εργασίες του 1985 υλοποιήθηκαν σε τρία στάδια, ως εξής:
α) Περί τα τέλη Ιουνίου αποκαλύφθηκε στο συνολικό ύψος των 2,85 μ. το μέτωπο της ξερολιθιάς, που έφραζε εξωτερικά την επίχωση του στομίου του τάφου (Εικ.10). Ακολούθησε αποτύπωση της ξερολιθιάς και κάτοψη της επίχωσης του στομίου από τον αρχιτέκτονα Δημ. I. Κορρέ, με κονδύλιο του EOT. Η ξερολιθιά του στομίου αποτελούνταν από πλακωτές ασβεστολιθικές πέτρες μικρού πάχους, που μόνον από το μέσον περίπου και προς τις κατώτερες στρώσεις ξεπερνούσαν τα 0,20 μ. Το χτίσιμο ήταν στρωτό σε όλο σχεδόν το ύψος του μετώπου και, μολονότι οι ανώτατες στρώσεις των λίθων δε σώζονταν, δε διακρίνονταν διαδοχικές φάσεις στην κατασκευή της. Ως συνδετικό υλικό χρησιμοποιήθηκε χώμα και άφθονα λιθαράκια.
β) Το Σεπτέμβριο ακολούθησε η έρευνα του στομίου με αφαίρεση της ξερολιθιάς και της επίχωσής του, που είχε βάθος 3,60 μ., μέχρις ότου διαπιστώθηκε ότι η επίχωση ήταν διμερής, καθώς αποκαλύφθηκε και άλλη ξερολιθιά, που έφραζε το προς το θάλαμο τμήμα του στομίου. Το εσωτερικό μέτωπο της ξερολιθιάς αυτής συνέχονταν με την επίχωση της θόλου στα σημεία όπου παρέμεινε άσκαφτη το 1984 για λόγους προστασίας του μνημείου. Από την έρευνα της επίχωσης του στομίου στο εξωτερικό -προς το δρόμο- μεγαλύτερο τμήμα της προέκυψε αρκετή άβαφη κεραμική, γραπτά μυκηναϊκά όστρακα στα κατώτερα στρώματα, τμήματα από πήλινα σφονδύλια, δόνακας από πυριτόλιθο, τμήματα από δύο οστέινες περόνες, τα συνήθη απολεπίσματα και φολίδες από οψιανό και κυρίως από πυριτόλιθο. Η αφθονία απολεπισμάτων πυριτόλιθου και η εύρεση μεγάλου αριθμού αιχμών βελών από το πέτρωμα αυτό οδηγεί στη σκέψη ότι ίσως γινόταν ντόπια επεξεργασία του υλικού στην περιοχή. Εξάλλου, από κάτοικο του χωριού Ψάρι, παραδόθηκε μεγάλος πυρήνας από σκούρο καστανέρυθρο πυριτόλιθο, διαστ. 0,079x0,063 μ., που βρέθηκε τυχαία στους νοτιοδυτικούς πρόποδες του υψώματος Μετσίκι.
Στο διάστημα κατά το οποίο διακόπηκε προσωρινά η έρευνα στο εσωτερικό του στομίου, γιατί ήταν απαραίτητο να προηγηθεί η άμεση στερέωση των εσωτερικών ετοιμόρροπων γωνιών του, έγιναν οι ακόλουθες εργασίες:
1. Φωτογραφήθηκε η δεύτερη κυκλική κατασκευή με τη συμβατική ονομασία αποθέτης Α2, που είχε εντοπιστεί το 1984 και είναι όμοια μορφολογικά με τον αποθέτη A1, που ερευνήθηκε το 1983 και 1984. Βρίσκεται σε απόσταση 135 μ. περίπου νοτιοδυτικά του θολωτού τάφου 1 και η ορατή εξωτερική διάμετρός του είναι 2,30μ.
2. Ερευνήθηκε με τρεις δοκιμαστικές τομές, μικρού βάθους (0,10 έως 0,25 μ.) από την επιφάνεια του εδάφους, ο χώρος γύρω από τον κυκλικό λάκκο-αποθέτη A1. Βρέθηκε αρκετή κεραμική ΥΕ χρόνων -κυρίως βάσεις κυλίκων με χαμηλό στέλεχος- καθώς και μερικές κεραμίδες, λίγα κόκαλα ζώων και ελάχιστο κάρβουνο. Βρέθηκε επίσης και τμήμα από λίθινο εργαλείο καλής κατεργασίας -ίσως μονόστομος πέλεκυς- καθώς και δύο τριπτήρες από ψαμμίτη, αρκετοί πυριτόλιθοι, κατά το πλείστον ακατέργαστοι.
3. Περιορισμένη ανασκαφική έρευνα έγινε και σε μικρών διαστάσεων κτίσμα, που στη βόρεια, δυτική και νότια πλευρά του ορίζεται από ακατέργαστες ασβεστολιθικές πέτρες, ενώ η ανατολική πλευρά του βρέθηκε ανοιχτή. Το κτίσμα βρίσκεται μόλις 30 μ. περίπου βόρεια του θολωτού τάφου 1 και ελάχιστα μέτρα νότια του κυκλικού κτίσματος A1. Μέχρι βάθος 0,60 μ. περίπου από την επιφάνεια του εδάφους, βρέθηκαν αρκετά άβαφα όστρακα, μερικά οστά, πυριτόλιθοι και αρκετή λατύπη. Δοκιμαστικές τομές που έγιναν κατά μήκος της βόρειας και ανατολικής πλευράς, δεν ήταν διαφωτιστικές για το χαρακτήρα της κατασκευής.
4. Συνεχίστηκε για λίγο το κοσκίνισμα των χωμάτων της επίχωσης του θαλάμου του τάφου 1, των ετών 1982 και 1984, και έγιναν αποψιλώσεις και διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, στη θέση που βρίσκεται ο θολωτός τάφος 2, σε απόσταση περίπου 100 μ. βορειοανατολικά του πρώτου6.
γ) Τον Οκτώβριο, σύμφωνα με μελέτη προσωρινής στερέωσης των τοιχωμάτων της θόλου από μηχανικό της Νομαρχίας Μεσσηνίας, η οποία εγκρίθηκε με σχετική απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού, υλοποιήθηκε η κατασκευή και τοποθέτηση οκτώ σιδερένιων αγκυρώσεων, οι οποίες στερεώθηκαν σε αντίστοιχους εξωτερικούς λάκκους στον τύμβο, βάθ. 0,50 μ. περίπου. Με τον τρόπο αυτό συγκρατήθηκε όλο το ανατολικό-βορειοανατολικό τόξο των τοιχωμάτων της θόλου, που παρουσίαζε επικίνδυνη ενδόκλιση, καθώς και οι δύο εσωτερικές -για τον εισερχόμενο- ετοιμόρροπες γωνίες του στομίου, μαζί με τμήμα του βόρειου τμήματος της θόλου, δεξιά του στομίου -πάντα για τον εισερχόμενο. Τα τοιχώματα στερεώθηκαν με οριζόντιες λάμες από «στρατζαριστά» σίδερα, ενώ μεταξύ λαμών και τοιχωμάτων τοποθετήθηκαν φύλλα μολύβδου για την προστασία του δομικού υλικού του μνημείου7.
Μετά τις παραπάνω στερεωτικές εργασίες, που έγιναν με κονδύλι του EOT, το οποίο διαχειρίστηκε η κοινότητα Ψαρίου, ολοκληρώθηκε κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου η έρευνα στο εσωτερικό τμήμα της επίχωσης του στομίου. Αφού αποτυπώθηκε, αφαιρέθηκε και η εξωτερική δεύτερη ξερολιθιά. Είχε μέγιστο σωζόμενο ύψος 1,50, μέγιστο πλάτος (κάτω) 1,80, ελάχιστο πλάτος (πάνω) 1,60 και πάχος 1,30μ. Αποτελούνταν και αυτή από μικρού πάχους πλακωτές πέτρες, με ελάχιστη παρεμβολή χώματος και λιθαρίων. Η είσοδος του μνημείου αποκαλύφθηκε στο ολικό μήκος (βάθος) των 4,90μ., όντως μνημειώδους κατασκευής, από καλά δουλεμένες ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους, με διαστάσεις που ποικίλλουν κατά δόμους (Εικ.11). Μεταξύ των αρμών στην τοιχοδομία του στομίου, όπως άλλωστε και στην τοιχοδομία του θαλάμου, έχουν τοποθετηθεί σφήνες από λατύπη, κατά τα γνωστά και από άλλα μνημεία του είδους. Το δάπεδο του στομίου είναι οριζόντιο, συνέχεται ομαλά με το δάπεδο του ταφικού θαλάμου και είναι επίσης διαμορφωμένο από πατημένο χώμα.
Ερευνήθηκε, τέλος, και το υπόλοιπο τμήμα της επίχωσης του ταφικού θαλάμου, που είχε παραμείνει άσκαφτο το 1984, μέχρι το δάπεδο, το οποίο και διατηρήθηκε ενδεικτικά σε όλο το A., Β., ΒΑ. τμήμα του, σε αντίθεση με το υπόλοιπο ΝΑ., Ν.-ΝΔ. τμήμα, όπου φαίνεται το βραχώδες υπέδαφος με τις κοιλότητες. Μεταγενέστερης εποχής ευρήματα στα ανώτερα στρώματα της επίχωσης ήταν: δύο πήλινες, πυραμιδόσχημες, ακέραιες αγνύθες, όστρακα με μελανό και ερυθρό γάνωμα και ένα ασημένιο νόμισμα άριστα διατηρημένο (Εικ.12), της Ιστιαίας Εύβοιας, μεγ. διαμ. 0,015 και πάχ. 0,0024μ8.
Στα κατώτατα στρώματα (βορειοανατολικό- ανατολικό τμήμα δαπέδου) βρέθηκαν και άλλα υπολείμματα ανθρώπινου κρανίου μαζί με γραπτά μυκηναϊκά όστρακα, ενώ στο βόρειο-βορειοδυτικό τμήμα βρέθηκε ένα ακόμη χάλκινο καρφί με χρυσεπένδυτες κεφαλές9 και αιχμές βελών από πυριτόλιθο με μυκηναϊκά όστρακα. Συμπαγείς όγκοι χώματος μαζί με λατύπη βρέθηκαν σε διάφορα βάθη και σε αυτό το τμήμα της επίχωσης, όπως και στο υπόλοιπο που ερευνήθηκε το 1984.
Ολοκληρώθηκε η διευθέτηση του δομικού υλικού του τάφου στον περιβάλλοντα χώρο κατά ανασκαφικούς τομείς, ενώ παράλληλα έγινε διαλογή και ταξινόμηση των λίθων όψεως της θόλου με την προοπτική μελλοντικής αναστήλωσης του μνημείου. Τέλος, με το υπάρχον υλικό της αρχικής στέγασης των ετών 1983 και 1984, στεγάστηκαν και πάλι το στόμιο και ο δρόμος του τάφου.
Εργασίες αποτύπωσης 1986
Το Φεβρουάριο του 1986 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποτύπωσης στο θολωτό τάφο 1 από τον αρχιτέκτονα Δημ. I. Κορρέ, ο οποίος κατέθεσε σειρά σχεδίων και σχετική έκθεση στην Εφορεία και αντιστοίχως στον EOT, με χρηματοδότηση του οποίου εκτελέστηκαν οι εργασίες.
Το φθινόπωρο, με λίγες διαθέσιμες πιστώσεις και για μικρό χρονικό διάστημα έγιναν συμπληρωματικοί καθαρισμοί και φωτογράφηση στο τυμβοειδές έξαρμα του δευτέρου θολωτού τάφου στο ύψωμα Μετσίκι, μόλις 100μ. ανατολικά του πρώτου τάφου. Κατά τις εργασίες αυτές διαπιστώθηκε ότι πράγματι η είσοδος του τάφου αυτού είναι στραμμένη προς Ν. και το στόμιο έχει μήκος 3,60μ. περίπου, υπολογιζόμενο από το μεγάλο μονοκόμματο ανώφλι που βρίσκεται στη θέση του. Στην επίχωση του στομίου βρέθηκε πρώιμη μυκηναϊκή κεραμική. Παράλληλα, συνεχίστηκε για λίγο και το κοσκίνισμα των χωμάτων της ανασκαφής του θολωτού τάφου 1, από το οποίο προήλθαν δύο πήλινα σφονδύλια, αιχμή βέλους από πυριτόλιθο, μερικά κατεργασμένα κομμάτια από οψιανό και πυριτόλιθο και πήλινο πηνίο.
Γεωργία Χαζτή
Βιβλιογραφία:
Α.Δ.36 (1981), Α.Δ.37 (1982), Α.Δ.38 (1983), Α.Δ.39 (1984), Α.Δ.40 (1985), Α.Δ.41 (1986).
Σημειώσεις:
1. Πρακτικά Β' Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών (Κυπαρισσία, 27-29 Νοεμβρίου 1982), σ. 262-268, Αθήναι 1984.
2. Για μία πρώτη εικόνα της αρχιτεκτονικής σύλληψης, πρβλ. πρόχειρα τους τύμβους Αγίου Ιωάννου Παπουλίων και Βοϊδοκοιλιάς Πυλίας: ΠΑΕ 1980, πίν. 116 α-β, 117.
3. Ανάλογο ειδώλιο ως προς τη γενική διάπλαση της κεφαλής, προέρχεται από το θολωτό μυκηναϊκό τάφο Βαγενά του Εγκλιανού Χώρας Τριφυλίας: C. Biegen-Μ. Rawson, The Palace of Nestor in Southwestern Messenia III, 1973, σ. 159, εικ. 232 (5a-c). Εάν το ειδώλιο Βαγενά θεωρείται «ίσως το πρωιμότερο γνωστό (ΥΕ ΙΙΙΑ I)», τότε και το ειδώλιο από το Ψάρι είναι επίσης τόσο τουλάχιστον πρώιμο.
4. Α Δ 38 (1983): Χρονικά, σ. 111.
5. Πρβλ. τον αποθηκευτικό λάκκο I, που βρέθηκε στα Νιχώρια
6. Βλ. σχετικά Πελοποννησιακά ΙΕ' (1982-1984), Παράρτημα, Πρακτικά Β' Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών (Κυπαρισσία 1982), Αθήναι 1984, σ. 266, πίν. ΚΔ', εικ. 6.
7. Η αρτιότητα στην εκτέλεση των εργασιών οφείλεται στο ειδικευμένο συνεργείο τεχνιτών της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ολυμπίας, με επικεφαλής τον ακούραστο και εργατικότατο αρχιτε- χνίτη Δ. Κορδατζάκη.
8. Το νόμισμα εξετάστηκε στο Νομισματικό Μουσείο των Αθηνών από τη συνάδελφο Μ. Κρίκου-Γαλάνη, στην οποία οφείλεται η ακόλουθη περιγραφή και χρονολόγηση: Έμπ.: Κεφαλή μαινάδας με στεφάνι από φύλλα αμπέλου, προς Δ. Όπ.: Η Νύμφη Ιστιαία καθήμενη σε πρώρα πλοίου. Κάτω: Κινημένη σφραγίδα (treflé). Χρονολογία κοπής κατά SNG Cop. 3ος αι.-146. κατά BMC περί το -196/ -146. Πρβλ. BMC, σ. 131, αριθ. 79 και Louis Robert, Circulation des monnaies d’ Histiée, Études de Numismatique, 1951, σ. 179-216.
9. Πανομοιότυπο καρφί βρέθηκε στην ίδια θέση κατά την έρευνα του 1984 (βλ. ΑΔ 39 (1984): Χρονικά, σ.78-79). Και τα δύο ασφαλώς ανήκαν σε μεγάλο μυκηναϊκό ξίφος ή εγχειρίδιο (πρβλ. ενδεικτικά, C.W. Biegen- Marion Rawson et al., The Palace of Nestor at Pylos in Western Messenia, III, Princeton 1973, εικ. 229:1,3,4 και εικ. 231:7 για τα χάλκινα καρφιά).
Η μεγάλη ποσότητα χώματος, ογκολίθων και λατύπης της επίχωσης απομακρύνθηκε με οικοδομικό αναβατόριο, που διατέθηκε με μέριμνα της κοινότητας, και το δομικό υλικό του θαλάμου ταξινομήθηκε στο γύρω χώρο κατά τεταρτημόρια με ταυτόχρονη διαλογή των λίθων όψεως.
Βρέθηκε άφθονη κεραμική από διάφορους τύπους αγγείων, οστά και δόντια ζώων, αρκετά καμένα κόκαλα, και σε διάφορα βάθη αρκετό κάρβουνο και μεταγενέστερα όστρακα με μελανό και ερυθρό γάνωμα.
Μισό μέτρο περίπου πάνω από το δάπεδο βρέθηκε σφαιρική ακέραιη χάντρα από ορεία κρύσταλλο, σε όλη την επίχωση άφθονα απολεπίσματα και φολίδες οψιανού και κατεξοχήν πυριτολίθου, μεταξύ των οποίων αρκετά εργαλεία (οπείς) και τμήματα λεπίδων, καθώς και τμήματα από πήλινα σφονδύλια. Σε διάφορα επίσης βάθη της επίχωσης και μέχρι το δάπεδο, βρέθηκαν κομμάτια από συμπαγές χώμα μαζί με λατύπη, που προφανώς είχαν χρησιμεύσει στην κάλυψη των εκτεθειμένων μερών της ανωδομής της θόλου.
Κατά τον καθαρισμό του δαπέδου βρέθηκαν πενιχρά υπολείμματα του κάποτε πλούσιου σε κτερίσματα τάφου: κομμάτια από ανθρώπινο κρανίο, βάση και όστρακα από σώμα μυκηναϊκού πιθαμφορίσκου και έντεκα άριστα δουλεμένες αιχμές βελών από καστανέρυθρο πυριτόλιθο, βρέθηκαν στο βορειοανατολικό τμήμα· άφθονα μυκηναϊκά όστρακα και βάση άλλου πιθαμφορίσκου, αιχμές από πυριτόλιθο και μεγάλο χάλκινο καρφί με χρυσεπένδυτες κεφαλές, προερχόμενο από μεγάλο μυκηναϊκό ξίφος ή εγχειρίδιο, βρέθηκαν στο Β.-ΒΔ. τμήμα· γραπτά όστρακα από δύο τρίωτα αρτόσχημα αλάβαστρα της YEΙΙΑ περιόδου, βρέθηκαν διάσπαρτα στο Δ.-ΝΔ.-Ν. τμήμα του δαπέδου (Εικ.9).
Σημειωτέον ότι η παραβίαση του τάφου στα σημεία αυτά το 1983, έβλαψε μόνο τα ανώτερα στρώματα της επίχωσης, όπου το μεγαλύτερο πλάτος του λάκκου, χωρίς σημαντικές απώλειες πολύτιμων ευρημάτων.
Το Δ.-ΝΔ.-Ν.-ΝΑ. τμήμα του θαλάμου ερευνήθηκε και κάτω από το δάπεδο. Αποκαλύφθηκε ο φυσικός βράχος με κοιλότητες που είχαν επιχωσθεί με χώμα και λατύπη για να δημιουργηθεί το δάπεδο των ταφών. Κοντά στο βόρειο τοίχωμα της θόλου, βρέθηκε επιμήκης κοιλότητα του βραχώδους υπεδάφους, γεμάτη από χώμα μαυρισμένο από πυρά.
Κοσκινίστηκε φέτος μέρος από τα χώματα της επίχωσης του θαλάμου, που προήλθαν από την έρευνα του 1982 και από τη φετινή. Βρέθηκαν κυρίως άφθονα απολεπίσματα και φολίδες οψιανού και πυριτόλιθου.
Συμπληρωματική έρευνα μέχρι βάθος μισού μέτρου περίπου από την επιφάνεια του εδάφους έγινε και στην κυκλική κατασκευή που είχε ερευνηθεί τμηματικά το 1983 μέχρι το επίπεδο της στρώσης από λευκωπά λιθαράκια. Η έρευνα έφτασε μέχρι το φυσικό βράχο, σε βάθος 0,60μ. περίπου, με ελάχιστα ευρήματα οστών και κάρβουνου, ορισμένων οστράκων και αρκετών πυριτολίθων. Πιθανότατα η κατασκευή αυτή χρησίμευσε ως λάκκος-αποθέτης, με υστερότερη ίσως διαμόρφωσή του για χρήση του ως «εστίας»5. Προς το παρόν παραμένει άγνωστο το «περιβάλλον» της κατασκευής αυτής, που συμβατικά ονομάστηκε Αποθέτης AI, επειδή πανομοιότυπη κατασκευή εντοπίστηκε φέτος και σε άλλο σημείο του υψώματος.
Μετά το τέλος των εργασιών, ο ταφικός θάλαμος στεγάστηκε με φύλλα τσίγκων προσαρμοσμένα σε σιδερένιο σκελετό διαστάσεων 10x 10 μ. και με κλίση προς Ν. για τα νερά της βροχής, ενώ νέο στέγαστρο από τσίγκους με κλίση προς Β. τοποθετήθηκε και στο στόμιο του τάφου. Τέλος, στηρίχθηκαν και ορισμένα τμήματα των τοιχωμάτων της θόλου στο ερευνημένο τμήμα της με αντηρίδες από ξυλοδοκούς. Οι εργασίες αυτές έγιναν και με χρηματοδότηση του EOT για την οποία μερίμνησε η κοινότητα Ψαρίου.
Σε περιοδείες που έγιναν κατά τη διάρκεια της ανασκαφής στο Μετσίκι, εντοπίστηκαν τα ακόλουθα στην ευρύτερη περιοχή του χωριού Ψάρι: α) διάσπαρτη κεραμική ελληνικών χρόνων στην περιοχή του ερειπωμένου συνοικισμού Πάνω Γκλιάτα, σε απόσταση 2 χλμ. περίπου ΝΑ. του Ψαριού, β) Στις ανατολικές πλαγιές του χαμηλού υψώματος Άγιος Σέργιος, 2 χλμ. περίπου ΒΑ. του χωριού Ψάρι και 1 χλμ. περίπου ΒΑ. του υψώματος Μετσίκι, χονδροειδής κεραμική με προσμίξεις πηλού, πιθανότατα ελληνικών χρόνων. Στην ισόπεδη κορυφή του υψώματος, βρέθηκε όστρακο από χειροποίητο αγγείο με χαρακτή διακόσμηση, πιθανότατα ΜΕ χρόνων.
Οι ανασκαφές του 1985
Συνεχίστηκε για τέταρτη ανασκαφική περίοδο και ολοκληρώθηκε η έρευνα του μυκηναϊκού θολωτού τάφου 1 στο ύψωμα Μετσίκι, ενώ υπολείπεται να ερευνηθεί διεξοδικά ο λιθεπένδυτος τύμβος του μνημείου. Οι εργασίες του 1985 υλοποιήθηκαν σε τρία στάδια, ως εξής:
α) Περί τα τέλη Ιουνίου αποκαλύφθηκε στο συνολικό ύψος των 2,85 μ. το μέτωπο της ξερολιθιάς, που έφραζε εξωτερικά την επίχωση του στομίου του τάφου (Εικ.10). Ακολούθησε αποτύπωση της ξερολιθιάς και κάτοψη της επίχωσης του στομίου από τον αρχιτέκτονα Δημ. I. Κορρέ, με κονδύλιο του EOT. Η ξερολιθιά του στομίου αποτελούνταν από πλακωτές ασβεστολιθικές πέτρες μικρού πάχους, που μόνον από το μέσον περίπου και προς τις κατώτερες στρώσεις ξεπερνούσαν τα 0,20 μ. Το χτίσιμο ήταν στρωτό σε όλο σχεδόν το ύψος του μετώπου και, μολονότι οι ανώτατες στρώσεις των λίθων δε σώζονταν, δε διακρίνονταν διαδοχικές φάσεις στην κατασκευή της. Ως συνδετικό υλικό χρησιμοποιήθηκε χώμα και άφθονα λιθαράκια.
β) Το Σεπτέμβριο ακολούθησε η έρευνα του στομίου με αφαίρεση της ξερολιθιάς και της επίχωσής του, που είχε βάθος 3,60 μ., μέχρις ότου διαπιστώθηκε ότι η επίχωση ήταν διμερής, καθώς αποκαλύφθηκε και άλλη ξερολιθιά, που έφραζε το προς το θάλαμο τμήμα του στομίου. Το εσωτερικό μέτωπο της ξερολιθιάς αυτής συνέχονταν με την επίχωση της θόλου στα σημεία όπου παρέμεινε άσκαφτη το 1984 για λόγους προστασίας του μνημείου. Από την έρευνα της επίχωσης του στομίου στο εξωτερικό -προς το δρόμο- μεγαλύτερο τμήμα της προέκυψε αρκετή άβαφη κεραμική, γραπτά μυκηναϊκά όστρακα στα κατώτερα στρώματα, τμήματα από πήλινα σφονδύλια, δόνακας από πυριτόλιθο, τμήματα από δύο οστέινες περόνες, τα συνήθη απολεπίσματα και φολίδες από οψιανό και κυρίως από πυριτόλιθο. Η αφθονία απολεπισμάτων πυριτόλιθου και η εύρεση μεγάλου αριθμού αιχμών βελών από το πέτρωμα αυτό οδηγεί στη σκέψη ότι ίσως γινόταν ντόπια επεξεργασία του υλικού στην περιοχή. Εξάλλου, από κάτοικο του χωριού Ψάρι, παραδόθηκε μεγάλος πυρήνας από σκούρο καστανέρυθρο πυριτόλιθο, διαστ. 0,079x0,063 μ., που βρέθηκε τυχαία στους νοτιοδυτικούς πρόποδες του υψώματος Μετσίκι.
Στο διάστημα κατά το οποίο διακόπηκε προσωρινά η έρευνα στο εσωτερικό του στομίου, γιατί ήταν απαραίτητο να προηγηθεί η άμεση στερέωση των εσωτερικών ετοιμόρροπων γωνιών του, έγιναν οι ακόλουθες εργασίες:
1. Φωτογραφήθηκε η δεύτερη κυκλική κατασκευή με τη συμβατική ονομασία αποθέτης Α2, που είχε εντοπιστεί το 1984 και είναι όμοια μορφολογικά με τον αποθέτη A1, που ερευνήθηκε το 1983 και 1984. Βρίσκεται σε απόσταση 135 μ. περίπου νοτιοδυτικά του θολωτού τάφου 1 και η ορατή εξωτερική διάμετρός του είναι 2,30μ.
2. Ερευνήθηκε με τρεις δοκιμαστικές τομές, μικρού βάθους (0,10 έως 0,25 μ.) από την επιφάνεια του εδάφους, ο χώρος γύρω από τον κυκλικό λάκκο-αποθέτη A1. Βρέθηκε αρκετή κεραμική ΥΕ χρόνων -κυρίως βάσεις κυλίκων με χαμηλό στέλεχος- καθώς και μερικές κεραμίδες, λίγα κόκαλα ζώων και ελάχιστο κάρβουνο. Βρέθηκε επίσης και τμήμα από λίθινο εργαλείο καλής κατεργασίας -ίσως μονόστομος πέλεκυς- καθώς και δύο τριπτήρες από ψαμμίτη, αρκετοί πυριτόλιθοι, κατά το πλείστον ακατέργαστοι.
3. Περιορισμένη ανασκαφική έρευνα έγινε και σε μικρών διαστάσεων κτίσμα, που στη βόρεια, δυτική και νότια πλευρά του ορίζεται από ακατέργαστες ασβεστολιθικές πέτρες, ενώ η ανατολική πλευρά του βρέθηκε ανοιχτή. Το κτίσμα βρίσκεται μόλις 30 μ. περίπου βόρεια του θολωτού τάφου 1 και ελάχιστα μέτρα νότια του κυκλικού κτίσματος A1. Μέχρι βάθος 0,60 μ. περίπου από την επιφάνεια του εδάφους, βρέθηκαν αρκετά άβαφα όστρακα, μερικά οστά, πυριτόλιθοι και αρκετή λατύπη. Δοκιμαστικές τομές που έγιναν κατά μήκος της βόρειας και ανατολικής πλευράς, δεν ήταν διαφωτιστικές για το χαρακτήρα της κατασκευής.
4. Συνεχίστηκε για λίγο το κοσκίνισμα των χωμάτων της επίχωσης του θαλάμου του τάφου 1, των ετών 1982 και 1984, και έγιναν αποψιλώσεις και διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, στη θέση που βρίσκεται ο θολωτός τάφος 2, σε απόσταση περίπου 100 μ. βορειοανατολικά του πρώτου6.
γ) Τον Οκτώβριο, σύμφωνα με μελέτη προσωρινής στερέωσης των τοιχωμάτων της θόλου από μηχανικό της Νομαρχίας Μεσσηνίας, η οποία εγκρίθηκε με σχετική απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού, υλοποιήθηκε η κατασκευή και τοποθέτηση οκτώ σιδερένιων αγκυρώσεων, οι οποίες στερεώθηκαν σε αντίστοιχους εξωτερικούς λάκκους στον τύμβο, βάθ. 0,50 μ. περίπου. Με τον τρόπο αυτό συγκρατήθηκε όλο το ανατολικό-βορειοανατολικό τόξο των τοιχωμάτων της θόλου, που παρουσίαζε επικίνδυνη ενδόκλιση, καθώς και οι δύο εσωτερικές -για τον εισερχόμενο- ετοιμόρροπες γωνίες του στομίου, μαζί με τμήμα του βόρειου τμήματος της θόλου, δεξιά του στομίου -πάντα για τον εισερχόμενο. Τα τοιχώματα στερεώθηκαν με οριζόντιες λάμες από «στρατζαριστά» σίδερα, ενώ μεταξύ λαμών και τοιχωμάτων τοποθετήθηκαν φύλλα μολύβδου για την προστασία του δομικού υλικού του μνημείου7.
Μετά τις παραπάνω στερεωτικές εργασίες, που έγιναν με κονδύλι του EOT, το οποίο διαχειρίστηκε η κοινότητα Ψαρίου, ολοκληρώθηκε κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου η έρευνα στο εσωτερικό τμήμα της επίχωσης του στομίου. Αφού αποτυπώθηκε, αφαιρέθηκε και η εξωτερική δεύτερη ξερολιθιά. Είχε μέγιστο σωζόμενο ύψος 1,50, μέγιστο πλάτος (κάτω) 1,80, ελάχιστο πλάτος (πάνω) 1,60 και πάχος 1,30μ. Αποτελούνταν και αυτή από μικρού πάχους πλακωτές πέτρες, με ελάχιστη παρεμβολή χώματος και λιθαρίων. Η είσοδος του μνημείου αποκαλύφθηκε στο ολικό μήκος (βάθος) των 4,90μ., όντως μνημειώδους κατασκευής, από καλά δουλεμένες ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους, με διαστάσεις που ποικίλλουν κατά δόμους (Εικ.11). Μεταξύ των αρμών στην τοιχοδομία του στομίου, όπως άλλωστε και στην τοιχοδομία του θαλάμου, έχουν τοποθετηθεί σφήνες από λατύπη, κατά τα γνωστά και από άλλα μνημεία του είδους. Το δάπεδο του στομίου είναι οριζόντιο, συνέχεται ομαλά με το δάπεδο του ταφικού θαλάμου και είναι επίσης διαμορφωμένο από πατημένο χώμα.
Ερευνήθηκε, τέλος, και το υπόλοιπο τμήμα της επίχωσης του ταφικού θαλάμου, που είχε παραμείνει άσκαφτο το 1984, μέχρι το δάπεδο, το οποίο και διατηρήθηκε ενδεικτικά σε όλο το A., Β., ΒΑ. τμήμα του, σε αντίθεση με το υπόλοιπο ΝΑ., Ν.-ΝΔ. τμήμα, όπου φαίνεται το βραχώδες υπέδαφος με τις κοιλότητες. Μεταγενέστερης εποχής ευρήματα στα ανώτερα στρώματα της επίχωσης ήταν: δύο πήλινες, πυραμιδόσχημες, ακέραιες αγνύθες, όστρακα με μελανό και ερυθρό γάνωμα και ένα ασημένιο νόμισμα άριστα διατηρημένο (Εικ.12), της Ιστιαίας Εύβοιας, μεγ. διαμ. 0,015 και πάχ. 0,0024μ8.
Στα κατώτατα στρώματα (βορειοανατολικό- ανατολικό τμήμα δαπέδου) βρέθηκαν και άλλα υπολείμματα ανθρώπινου κρανίου μαζί με γραπτά μυκηναϊκά όστρακα, ενώ στο βόρειο-βορειοδυτικό τμήμα βρέθηκε ένα ακόμη χάλκινο καρφί με χρυσεπένδυτες κεφαλές9 και αιχμές βελών από πυριτόλιθο με μυκηναϊκά όστρακα. Συμπαγείς όγκοι χώματος μαζί με λατύπη βρέθηκαν σε διάφορα βάθη και σε αυτό το τμήμα της επίχωσης, όπως και στο υπόλοιπο που ερευνήθηκε το 1984.
Ολοκληρώθηκε η διευθέτηση του δομικού υλικού του τάφου στον περιβάλλοντα χώρο κατά ανασκαφικούς τομείς, ενώ παράλληλα έγινε διαλογή και ταξινόμηση των λίθων όψεως της θόλου με την προοπτική μελλοντικής αναστήλωσης του μνημείου. Τέλος, με το υπάρχον υλικό της αρχικής στέγασης των ετών 1983 και 1984, στεγάστηκαν και πάλι το στόμιο και ο δρόμος του τάφου.
Εργασίες αποτύπωσης 1986
Το Φεβρουάριο του 1986 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποτύπωσης στο θολωτό τάφο 1 από τον αρχιτέκτονα Δημ. I. Κορρέ, ο οποίος κατέθεσε σειρά σχεδίων και σχετική έκθεση στην Εφορεία και αντιστοίχως στον EOT, με χρηματοδότηση του οποίου εκτελέστηκαν οι εργασίες.
Το φθινόπωρο, με λίγες διαθέσιμες πιστώσεις και για μικρό χρονικό διάστημα έγιναν συμπληρωματικοί καθαρισμοί και φωτογράφηση στο τυμβοειδές έξαρμα του δευτέρου θολωτού τάφου στο ύψωμα Μετσίκι, μόλις 100μ. ανατολικά του πρώτου τάφου. Κατά τις εργασίες αυτές διαπιστώθηκε ότι πράγματι η είσοδος του τάφου αυτού είναι στραμμένη προς Ν. και το στόμιο έχει μήκος 3,60μ. περίπου, υπολογιζόμενο από το μεγάλο μονοκόμματο ανώφλι που βρίσκεται στη θέση του. Στην επίχωση του στομίου βρέθηκε πρώιμη μυκηναϊκή κεραμική. Παράλληλα, συνεχίστηκε για λίγο και το κοσκίνισμα των χωμάτων της ανασκαφής του θολωτού τάφου 1, από το οποίο προήλθαν δύο πήλινα σφονδύλια, αιχμή βέλους από πυριτόλιθο, μερικά κατεργασμένα κομμάτια από οψιανό και πυριτόλιθο και πήλινο πηνίο.
Γεωργία Χαζτή
Βιβλιογραφία:
Α.Δ.36 (1981), Α.Δ.37 (1982), Α.Δ.38 (1983), Α.Δ.39 (1984), Α.Δ.40 (1985), Α.Δ.41 (1986).
Σημειώσεις:
1. Πρακτικά Β' Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών (Κυπαρισσία, 27-29 Νοεμβρίου 1982), σ. 262-268, Αθήναι 1984.
2. Για μία πρώτη εικόνα της αρχιτεκτονικής σύλληψης, πρβλ. πρόχειρα τους τύμβους Αγίου Ιωάννου Παπουλίων και Βοϊδοκοιλιάς Πυλίας: ΠΑΕ 1980, πίν. 116 α-β, 117.
3. Ανάλογο ειδώλιο ως προς τη γενική διάπλαση της κεφαλής, προέρχεται από το θολωτό μυκηναϊκό τάφο Βαγενά του Εγκλιανού Χώρας Τριφυλίας: C. Biegen-Μ. Rawson, The Palace of Nestor in Southwestern Messenia III, 1973, σ. 159, εικ. 232 (5a-c). Εάν το ειδώλιο Βαγενά θεωρείται «ίσως το πρωιμότερο γνωστό (ΥΕ ΙΙΙΑ I)», τότε και το ειδώλιο από το Ψάρι είναι επίσης τόσο τουλάχιστον πρώιμο.
4. Α Δ 38 (1983): Χρονικά, σ. 111.
5. Πρβλ. τον αποθηκευτικό λάκκο I, που βρέθηκε στα Νιχώρια
6. Βλ. σχετικά Πελοποννησιακά ΙΕ' (1982-1984), Παράρτημα, Πρακτικά Β' Τοπικού Συνεδρίου Μεσσηνιακών Σπουδών (Κυπαρισσία 1982), Αθήναι 1984, σ. 266, πίν. ΚΔ', εικ. 6.
7. Η αρτιότητα στην εκτέλεση των εργασιών οφείλεται στο ειδικευμένο συνεργείο τεχνιτών της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ολυμπίας, με επικεφαλής τον ακούραστο και εργατικότατο αρχιτε- χνίτη Δ. Κορδατζάκη.
8. Το νόμισμα εξετάστηκε στο Νομισματικό Μουσείο των Αθηνών από τη συνάδελφο Μ. Κρίκου-Γαλάνη, στην οποία οφείλεται η ακόλουθη περιγραφή και χρονολόγηση: Έμπ.: Κεφαλή μαινάδας με στεφάνι από φύλλα αμπέλου, προς Δ. Όπ.: Η Νύμφη Ιστιαία καθήμενη σε πρώρα πλοίου. Κάτω: Κινημένη σφραγίδα (treflé). Χρονολογία κοπής κατά SNG Cop. 3ος αι.-146. κατά BMC περί το -196/ -146. Πρβλ. BMC, σ. 131, αριθ. 79 και Louis Robert, Circulation des monnaies d’ Histiée, Études de Numismatique, 1951, σ. 179-216.
9. Πανομοιότυπο καρφί βρέθηκε στην ίδια θέση κατά την έρευνα του 1984 (βλ. ΑΔ 39 (1984): Χρονικά, σ.78-79). Και τα δύο ασφαλώς ανήκαν σε μεγάλο μυκηναϊκό ξίφος ή εγχειρίδιο (πρβλ. ενδεικτικά, C.W. Biegen- Marion Rawson et al., The Palace of Nestor at Pylos in Western Messenia, III, Princeton 1973, εικ. 229:1,3,4 και εικ. 231:7 για τα χάλκινα καρφιά).