Ο αρχαιολογικός χώρος
Πρώτη αναφορά στις αρχαιότητες στην Τρυπητή (πρώην Μπιτσιμπάρδι) γίνετε από τον J. Sperling[1], ο οποίος επισκέφτηκε την Ηλεία το 1939.
Αναφέρει ότι στα πλατώματα του λόφου, στην βορειοανατολική πλευρά του οποίου βρίσκεται το χωριό Μπιτσιμπάρδι, βρίσκεται μιά μεγάλη και άγνωστη μέχρι τότε ακρόπολη των Κλασσικών και Ελληνιστικών χρόνων.
Στην ανατολική πλευρά του λόφου στο Μπιτσιμπάρδι και σε μια τοποθεσία γνωστή ως Perivola αναφέρει την εύρεση υπολειμμάτων οικισμού της εποχής του Χαλκού. Αναφέρει ότι βρήκε κεραμικά όστρακα τα οποία μοιάζουν με ΜΕ όστρακα που βρέθηκαν στην Ολυμπία, ενώ άλλα τα χρονολογεί στην ΥΕ περίοδο.
Τον αρχαιολογικό χώρο επισκέφτηκε το 1954 ο E. Meyer[2]. Αναφέρει ότι ο λόφος έχει υψόμετρο 390μ. και εντόπισε τείχη με ασβεστοκονίαμα στην βόρεια πλευρά του λόφου και μεγάλο αριθμό οστράκων που χρονολόγησε στα Κλασσικά και Ελληνιστικά χρόνια. Επίσης αναφέρει την εύρεση νομισμάτων της Αχαϊκής Συμμαχίας. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι στον λόφο αυτό θα πρέπει να υπήρχε μιά αρκετά σημαντική πόλη της αρχαίας Τριφυλίας και πρότεινε την ταύτιση με το Στυλάγγιον που αναφέρει ο Πολύβιος.[3]
Τον αρχαιολογικό χώρο στην θέση "Κάστρο" στο Μπιτσιμπάρδι επισκέφτηκαν και οι Αμερικανοί αρχαιολόγοι McDonald και Hope Simpson[4] και επιβεβαιώνουν την ύπαρξη σημαντικής ακρόπολης πάνω στο πλάτωμα του λόφου που βρίσκεται στα Ν.Δ. του χωριού. Το άνω μέρος της ακρόπολης έχει διαστάσεις 150μ. στον άξονα Α.-Δ. και 25μ. στον άξονα Β.-Ν., ενώ επεκτείνετε και στις βόρειες και ανατολικές πλαγιές του λόφου. Στον γειτονικό πλάτωμα στην θέση "άγιος Ηλείας" αναφέρουν την εύρεση μεγάλων τετράγωνων αρχιτεκτονικών δόμων οι οποίοι είχαν καθαριστεί προφανώς σε μιά προσπάθεια αφαίρεσής τους. Στην ακρόπολη και στις ανατολικές πλαγιές βρέθηκαν πολλές κεραμίδες κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων, αρκετοί τετραγωνισμένοι δόμοι αλλά και τμήματα κιόνων. Τα κεραμικά όστρακα ήταν κυρίως των κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων ενώ αναφέρουν ότι δεν μπόρεσαν να βρούν καθόλου προϊστορική κεραμική στην περιοχή.
Το 1982 η Αρχαιολογική Υπηρεσία πραγματοποίησε στην θέση Κάστρο δοκιμαστική έρευνα[5] μετά από σοβαρές ενδείξεις για διενέργεια λαθρανασκαφής. Πάνω στο λόφο και στην ιδιοκτησία Α. Νιάρχου, αποκαλύφθηκε τμήμα από θεμελίωση μνημειώδους κτιρίου κλασικών χρόνων.
Εντυπωσιακός είναι και ο αριθμός διαφόρων ευρημάτων που κατά καιρούς έχουν βρεθεί στον αρχαιολογικό χώρο και παραδόθηκαν στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. (Βλέπε αναλυτικά σημ.6).
Υστεροαρχαϊκή Σίμη ναού ή κτηρίου[7]
Στη μικρή συλλογή αρχαίων του Δημοτικού Σχολείου της Κοινότητας της Τρυπητής εντοπίστηκε πήλινη υστεροαρχαϊκή σίμη κορινθιακού τύπου (ή τύπου του Θησαυρού «των Μεγαρέων»). Χρονολογικά είναι μεταγενέστερη των παραδειγμάτων της Ολυμπίας, με πλησιέστερα παράλληλα ως προς το γραπτό διάκοσμο, σίμη από την αρχαία Αγορά της Ήλιδας και ως προς το προφίλ, τη σίμη από το ιερό της Αρτέμιδος Λιμνάτιδος, στην Τριφυλιακή Κομποθέκρα.
Η σίμη, χαρακτηριστική του «κορινθιακού» τύπου, εφαίδρυνε με την πολυχρωμία της την ανωδομία κάποιου υστεροαρχαϊκού κτιρίου, ίσως ναού. Εξάλλου, από επιφανειακή ερευνά στην ίδια θέση, προήλθε ένα χάλκινο (αναθηματικό;) ψέλλιο της περιόδου αυτής.
Το εύρημα, που χρονολογείται γύρω στο -500 και προέρχεται από τη θέση Κάστρο, προσφέρει μαρτυρία για την ακτινοβολία της τέχνης των μεγάλων ηλειακών ιερών στην Τριφυλιακή ενδοχώρα.
Η ταύτιση της αρχαίας πόλης
Όπως συμβαίνει με του περισσότερους αρχαιολογικούς χώρους της ανατολικής Τριφυλίας δεν υπάρχει ταύτιση του αρχαιολογικού χώρου στο "Κάστρο" Τρυπητής με κάποια από της πόλεις της Αρχαίας Τριφυλίας.
Ο Ε. Meyer[8] ποοτείνει την ταύτιση με το Στυλάγγιον ενώ ο W. Kendrick Pritchett[9] το Αίπιον/ Έπιον. Επίσης αρκετά ισχυρή είναι η ταύτιση με τα αρχαία Ύπανα, σύμφωνα με την αναφορά του Στράβωνα[10]: "Προς βορράν δε ήσαν πλησίον της Πύλου (Κακόβατος) δύο μικρές πόλεις της Τριφυλίας, τα Ύπανα και αι Τυμπανέα... Και ποταμοί δε δύο ρέουν πλησίον, ο Δαλίων και ο Αχέρων (Διάγοντας), οι οποίοι χύνονται εις τον Αλφειόν."
Το νεκροταφείο της αρχαίας πόλης
Σε χαμηλό ύψωμα, 1 χλμ. περίπου δυτικά του χωριού της Τρυπητής, και 700μ. βόρεια της θέσης Κάστρο, στην ιδιοκτησία Β. Κουτσογιαννάκη (θέση Σπαρτάκια), έγινε το 1982 σωστική ανασκαφή σε νεκροταφείο ταφικών πίθων και κεραμοσκεπών τάφων που είχαν ήδη καταστραφεί από τις αρόσεις. Σε τρεις από τους κατεστραμμένους ταφικούς πίθους βρέθηκε αξιόλογη κεραμική κλασικών και υστεροκλασικών χρόνων, και συγκεκριμένα: τέσσερις τριφυλλόστομες οινοχόες, μία πρόχους με στρογγυλό στόμιο, δύο μελαμβαφείς σκύφοι, ένα σκυφίδιο, ένα μόνωτο και ένα δίωτο κύπελλο, μία δίωτη πυξίδα με πώμα και μία άωτη χωρίς πώμα, μία αρυβαλλόσχημη, μία ωοειδής λήκυθος «ηλειακού τύπου», και ένας δίωτος μελαμβαφής κάνθαρος. Παραδόθηκε ακόμα ένας δίσκος από πτυκτό χάλκινο καθρέφτη με αγκιστροειδές εξάρτημα, και δύο χάλκινα απλά δαχτυλίδια.
Το νεκροταφείο φαίνεται να έχει άμεση σχέση με την ακρόπολη στη θέση Κάστρο, γνωστή από παλιά για τη σημασία της και σε σχέση με τα προβλήματα ταύτισης της με κάποια από τις αρχαίες πόλεις της Τριφυλίας
"Αριστομένης ο Μεσσήνιος"
Σημειώσεις:
[1] J. Sperling "Explorations in Elis, 1939"- AJA 46 (1942) 81
[2] E. Meyer "Neue Pelop. Wander." 40-41 Bern 1957
[3] Πολύβιος (4.77.9, 4.80.13)
[4] Prehistoric Habitation in Southwestern Peloponnese 1961, AJA 65 (1961) 230
[5] ΑΔ37 (1982) σελ.135
[6] Παραδόσεις:
-Το 1954 κάτοικοι της Κοινότητος Τρυπητής (Μπιτζιμπάρδη) εύρον παρά την θέσιν Κάστρο, όπου σώζονται πολλά αρχαία ερείπια, και παρέδωσαν εις την Εφορείαν Αρχαιοτήτων σημαντικόν αριθμόν νομισμάτων χαλκών και αργυρών ελληνικής και ρωμαϊκής εποχής, ως και διάφορα χαλκά αντικείμενα και αγγεία πήλινα. (Ν. Γιαλούρης, ΠΑΕ 1955, σελ. 244).
-Το 1966 κάτοικοι του χωρίου Τρυπητή (Μπιτζιμπάρδι), παρέδωσαν εις το Μουσείον Ολυμπίας τεμάχιον φιάλης μετά γραπτής διακοσμήσεως, μεσαιωνικών χρόνων, και χαλκούν ψέλιον, αρχαϊκόν, μετ' εγχαράκτου διακοσμήσεως, απολήγον κατ' αμφότερα τα άκρα εις κεφαλάς όφεων. (ΑΔ 21, 1966 σελ.172)
-Το 1986 μετά από επιφανειακή περισυλλογή στη θέση Κάστρο Τρυπητής βρέθηκαν και παραδόθηκαν από τον αγροφύλακα Τρυπητής Νικ. Δαλαβούρα τα παρακάτω αρχαία: α) Δισκάριο από λεπτό έλασμα χαλκού σε σχήμα ανάγλυφου ρόδακα, ελλιπές, διαστ. 0,44x 0,47 και πάχ. 0,004μ. β) Τμήμα ταινίας από έλασμα χαλκού με διακόσμηση ανάγλυφων σπειρών. Μέγ. σωζ. μήκ. 0,023, πλ. 0,014μ. γ) Χάλκινο σπειροειδές κόσμημα ακέραιο, σε σχήμα φιδιού, με τέσσερις περιελίξεις, που μειώνονται σταδιακά από τη βάση έως το κεφάλι του φιδιού. Μέγ. διάμ. 0,02, ύψ. 0,07μ. δ) Τμήμα από χάλκινο κόσμημα (περόνη;), που καταλήγει σε κεφάλι κύκνου ή φιδιού. Μήκ. 0,018, μέγ. σωζ. πλ. 0,014μ. ε) Χάλκινη κυλινδρική χάνδρα με ελαφρώς κυρτά τοιχώματα. Ύψ. 0,06μ. στ) Χάλκινος κρίκος, διάμ. 0,0144μ. ζ) Κεφάλι πτηνού ή φιδιού (ίσως τμήμα κοσμήματος) από συμπαγή χαλκό. Μήκ. 0,017μ.. η) Τρία χάλκινα δακτυλίδια: ένα απλό, ελλιπές σε τμήμα της περιφέρειας μεγ. διάμ. 0,022μ., και δύο άλλα με κυκλική σφενδόνη, που διακοσμείται με χαρακτά θέματα, διάμ. 0,022μ. Από τον ίδιο παραδόθηκαν και τα ακόλουθα νομίσματα: δύο Ιονικού Κράτους, ένα φθαρμένο Γεωργίου Α', ένα χάλκινο ηλειακό περί το -271/ -191, διάμ. 0,0178μ., και τρία χάλκινα ελληνικών χρόνων, φθαρμένα. (ΑΔ 41, 1986 σελ.43)
[7] Ελένη Παπακωνσταντίνου "Υστεροαρχαϊκή Σίμη από την Τρυπητή", AAA XV (1982), σ.238-243. Επίσης ΑΔ 36 (1981), σελ.154.
[8] Ε. Meyer, Neue Peloponnesische Wanderungen, σ.70
[9] W. Kendrick Pritchett, Studies in Ancient Greek Topography VI (U.California press 1989)
[10] Στράβων Η 3,15.