.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Τρίτη 2 Μαρτίου 2021

Αρχαίο θέατρο Πλατιάνας


...Θέατρα θέας άξια…
Το αρχαίο θέατρο, άλλοτε λαξευμένο και άλλοτε κτισμένο σε μια πλαγιά με υπέροχη θέα, αποτελεί την κορυφαία έκφραση μιας μοναδικής ισορροπίας ανάμεσα στη φύση και στον άνθρωπο, όπως μας επιβεβαιώνει και το αρχαίο θέατρο της Πλατιάνας. Χτισμένο εντός των τειχών της ομώνυμης ακρόπολης, σε υψόμετρο 630μ., το μνημείο έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς αποτελεί το δεύτερο σωζόμενο θέατρο στον Νομό Ηλείας, μετά από αυτό της αρχαίας Ήλιδας.


Η ακρόπολη της Πλατιάνας1 (σχ.1, εικ.1) βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της Περιφερειακής Ενότητας Ηλείας, στις ανατολικές απολήξεις του όρους Λαπίθα, στα σύνορα της αρχαίας Τριφυλίας με την Αρκαδία. Κατατάσσεται στις ακροπόλεις της αρχαίας Τριφυλίας, δηλαδή στις φυσικά οχυρές θέσεις που ενισχύθηκαν με τείχη επειδή είχαν στρατηγική σημασία. Η θέση του οικισμού σε τόσο ψηλό και δυσπρόσιτο μέρος (669μ. υψόμετρο), είναι σπάνια για ελληνική πόλη2. Από την ακρόπολη της Πλατιάνας υπήρχε η δυνατότητα ελέγχου του δρόμου που οδηγούσε από την Πισάτιδα προς τη Μεγαλόπολη και την υπόλοιπη Αρκαδία.
Η ταύτιση της θέσης με κάποια αρχαία πόλη δεν είναι ακόμη απολύτως ασφαλής3. Για την ταύτισή της, μεταξύ των πόλεων της αρχαίας Τριφυλίας έχει προταθεί η Αίπυ (ή Αιπύς), οι κάτοικοι της οποίας είχαν συμμετάσχει στον Τρωικό Πόλεμο και η οποία μνημονεύεται από τον Όμηρο (Ιλιάς Β 592) ως εὔκτιτον (καλόχτιστη). Η Αίπυ όφειλε την ονομασία της στην οχυρή θέση όπου ήταν χτισμένη, αφού στην αρχαία ελληνική αἰπὺς σημαίνει απόκρημνος. Ο Ηρόδοτος (4.148) τη θεωρεί μια από τις έξι πόλεις που οι Μινύες έχτισαν στη Μεσσηνία. Ο Ξενοφών την τοποθετεί μεταξύ Ηραίας και Μακίστου (Ελλην. 3.2.30). Ο Πολύβιος, όταν αναφέρεται στην εισβολή του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Ε΄ στην περιοχή της Τριφυλίας κατά τη διάρκεια του δεύτερου Συμμαχικού πολέμου (-220/ -217), τη μνημονεύει ως Τυπανέαι ή Ὕπαναι (Ιστορ. Δ΄ 77.9). Η πόλη ίσως να είχε εγκαταλειφθεί κατά τον +2ο αι., καθώς δεν μνημονεύεται από τον περιηγητή Παυσανία4.
Η θέση της ακρόπολης ήταν γνωστή ήδη από το 19395. Η γεωμορφολογία της θέσης, με τις εντονότατες κλίσεις του εδάφους, οδήγησε στον σχηματισμό μιας ακρόπολης ιδιαίτερα επιμήκους μορφής, με μέγιστο μήκος 700μ. και μέγιστο πλάτος 100μ., συνολικής επιφάνειας 70 στρεμμάτων, η οποία περιβάλλεται από τείχη, που σώζονται σε καλή κατάσταση και σε ορισμένα σημεία φθάνουν σε ύψος τα 5μ.6 (σχ.1, εικ.1). Η πόλη διακρίνεται σε τρία τμήματα: α) την κάτω πόλη, που εκτεινόταν στα νότια πρανή της ακρόπολης και προστατευόταν με τείχος, β) το τμήμα της πόλης που αναπτύσσεται στο άνω μέρος της βόρειας κλιτύος του λόφου και περιβαλλόταν επίσης από τείχη και, τέλος, γ) την άνω πόλη, η οποία εκτείνεται στην κορυφή του λόφου και είναι οργανωμένη σε οκτώ συνολικά βαθμιδωτά άνδηρα, που έχουν κλίση από τα δυτικά προς τα ανατολικά και ορίζονται ενίοτε από αναλημματικούς τοίχους.
Τα τέσσερα πρώτα άνδηρα (I-IV) της άνω πόλης, που βρίσκονται στα ανατολικά, θα πρέπει να
καταλαμβάνονταν από ιδιωτικές οικίες και δημόσια κτήρια7. Στο πέμπτο άνδηρο (V) θα πρέπει να βρισκόταν η αγορά της αρχαίας πόλης, η οποία είναι τοποθετημένη σε ένα επιμελώς ισοπεδωμένο τμήμα, με μεγάλη δεξαμενή, λαξευμένη στον φυσικό ασβεστολιθικό βράχο. Στο έκτο άνδηρο (VI) βρίσκεται το μικρό θέατρο. Το έβδομο άνδηρο (VII), που είναι και το υψηλότερο, καταλαμβάνεται από την κατεξοχήν ακρόπολη που έχει αυτόνομη οχύρωση και περιλαμβάνει εγκαταστάσεις ύδρευσης (δεξαμενή, φρέαρ). Τέλος, το όγδοο άνδηρο (VIII) που βρίσκεται στο δυτικό άκρο του λόφου, δεν σώζει οικοδομικά λείψανα8.


Η ανασκαφική έρευνα του θεάτρου της Πλατιάνας (σχ.2, εικ.2) διεξήχθη υπό την εποπτεία της Επίτιμης Εφόρου Αρχαιοτήτων Δρ. Ξένης Αραπογιάννη τα έτη 2002-2004, στο πλαίσιο ανάδειξης των ακροπόλεων στην περιοχή της Ηλείας9. Τον Απρίλιο του 2014, στο πλαίσιο υλοποίησης αρχιτεκτονικής μελέτης αποκατάστασης του θεάτρου, με χρηματοδότηση από την Περιφερειακή Ενότητα Ηλείας, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηλείας προέβη σε εργασίες αποψίλωσης και καθαρισμού του θεάτρου από τη χαμηλή βλάστηση και τους ξυλώδεις θάμνους που κάλυπταν τον χώρο, καθώς και στην απομάκρυνση των επιχώσεων. Μικρής έκτασης τομές πραγματοποιήθηκαν στο σκηνικό οικοδόμημα προκειμένου να καταστεί σαφής η εικόνα της κατασκευής του.
Έγινε επίσης καταγραφή των κατακείμενων αρχιτεκτονικών μελών10.
Από τα αποτελέσματα των ερευνών προέκυψε ότι πρόκειται για μικρό θέατρο, απλής κατασκευής, ενταγμένο στο περιβάλλον και στη μορφολογία του εδάφους, το οποίο αποτελεί αξιόλογο παράδειγμα θεάτρου επαρχιακού πολίσματος. Η συνολική χωρητικότητα του θεάτρου υπολογίζεται σε 850 θεατές. Είναι κατασκευασμένο από ένα και μόνο υλικό δομής, το τοπικό σκληρό ασβεστολιθικό πέτρωμα (εικ. 3), και η αρχιτεκτονική του προσαρμόστηκε στις δυνατότητες που προσέφερε ο χώρος της ακρόπολης. Το επίμηκες άνδηρο στο οποίο χωροθετείται δεν επέτρεπε μεγάλες διαστάσεις ή ευρύτερη ανάπτυξη του σχεδίου. Το θέατρο βρίσκεται σε επαφή με τη βόρεια πλευρά της οχύρωσης, ενώ στη νότια πλευρά του υπάρχει ένας μικρός διάδρομος για τη διέλευση των κατοίκων αλλά και των θεατών. Εκτός από τη διαμόρφωση του εδάφους, σημαντικό ρόλο στην επιλογή της θέσης του θεάτρου έπαιξε και η μαγευτική θέα που προσφέρει προς όλα τα σημεία του ορίζοντα.


Από το κοίλο του θεάτρου ο επισκέπτης μπορεί να δει το Αρκαδικό Λύκαιον, τα βουνά της Γορτυνίας, το Χελμό, τα βουνά των Καλαβρύτων και όλη την Ηλεία. Όταν η ατμόσφαιρα είναι διαυγής διακρίνονται τα βουνά της Ζακύνθου και της Κεφαλονιάς. Η αρχιτεκτονική του θεάτρου της Πλατιάνας ακολουθεί τη χαρακτηριστική διάρθρωση των ελληνιστικών θεάτρων, με κοίλο, ορχήστρα και σκηνικό οικοδόμημα11.
Στο μεγαλύτερο τμήμα του, το κοίλο έχει λαξευτεί στον φυσικό βράχο και στη συνέχεια συμπληρώθηκε με τεχνητή επίχωση. Έχει προσανατολισμό ΒΝ και διάμετρος 34,5μ. Η καμπυλότητά του ακολουθεί την καμπυλότητα της ορχήστρας. Είναι ενιαίο (δεν υπάρχει διάζωμα). Σχετικά καλύτερα διασώθηκε η δομή του κοίλου στη δυτική κερκίδα. Από τα δομικά κατάλοιπα υπολογίζεται ότι διέθετε πάνω από δέκα έως δώδεκα σειρές εδωλίων, οι οποίες διακόπτονται από τρεις ενδιάμεσες κλίμακες που το διαχωρίζουν σε τέσσερις κερκίδες.
Το πλακόστρωτο και τα καθίσματα δεν διαχωρίζονταν με ιδιαίτερες διαμορφώσεις. Τα εδώλια αποτελούνταν είτε από δύο στρώσεις λίθων είτε, σποραδικά, από έναν ογκώδη λίθο (εικ.4). Η κατάσταση διατήρησής τους είναι κακή, εξαιτίας της διαρπαγής του υλικού. Από τις προεδρείες διατηρείται ένας θρόνος. Ανατολικά και δυτικά το κοίλο ορίζεται από αναλημματικούς τοίχους, με έντονα άνισα μήκη.
Οι πάροδοι (σχ.3), που ορίζονται από τους αναλημματικούς τοίχους του κοίλου και τους παράλληλους τοίχους προς την εσωτερική παρειά του τείχους, έχουν μήκος 12,10μ. και πλάτος που κυμαίνεται από 2,60 έως 3,70μ.


Για την κατασκευή της πεταλόσχημης ορχήστρας (διαμέτρου 11,50μ.) διαμορφώθηκε κατάλληλα ο φυσικός βράχος και το υπόλοιπο τμήμα συμπληρώθηκε από χώμα και λατύπη (εικ.5). Στην περιφέρεια της ορχήστρας διαμορφώνεται ελαφρά υπερυψωμένη ζώνη, πλάτους 50 εκ., πιθανώς για να παρεμποδίζεται η κατάκλυση της ορχήστρας από τα όμβρια, αφού δεν υπήρχε περιμετρικός αγωγός συγκέντρωσής τους.
Το θέατρο της Πλατιάνας ξεχωρίζει για την πρωτοτυπία της σκηνής του (σχ.3), στην οποία έχει
ενσωματωθεί τμήμα του αρχαίου τείχους της ακρόπολης12. Συγκεκριμένα, το προσκήνιό του έχει διαταχθεί μπροστά και σε επαφή με το τείχος, το κοίλο βλέπει προς τα βόρεια, ενώ τη λειτουργικότητα της σκηνής του θεάτρου, συμπληρώνει ο πύργος που βρίσκεται στο κέντρο της σκηνής και σε επαφή με αυτή, καθώς και οι εκατέρωθεν πτέρυγες του τείχους. Το σκηνικό οικοδόμημα, που διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση, ακολουθεί τα ελληνιστικά πρότυπα. Ήταν διώροφο, ορθογώνιο, μακρόστενο κτήριο και η ποιότητα της κατασκευής του έρχεται σε αντίθεση με την σχετικά πρόχειρη εικόνα του κοίλου. Στο επίπεδο της ορχήστρας το σκηνικό οικοδόμημα αποτελούνταν από έναν αναλημματικό τοίχο, που όριζε τον θεατρικό χώρο βόρεια, και την κατασκευή του προσκηνίου (εικ.6). Ο τοίχος διατηρείται σχεδόν στο αρχικό του ύψος, που ορίζεται με μεγάλη ακρίβεια αφού διασώθηκε πλήρως η κλίμακα ανόδου που διανοίχτηκε εγκάρσια στον αναλημματικό τοίχο (εικ.7). Από τον δεύτερο όροφο διασώθηκαν διάσπαρτες δυο ογκώδεις λίθοι στήριξης του ανωφλιού του κεντρικού θυρώνα.
Τα δείγματα κεραμικής που περισυλλέγησαν κατά την ανασκαφική έρευνα περιορίζονται σε όστρακα αγγείων που επιτρέπουν μια γενική χρονολόγηση στην ελληνιστική περίοδο. Από τα θραύσματα αυτά ξεχωρίζουν τα όστρακα ανάγλυφων σκύφων, τα οποία χρονολογούνται στο β΄ μισό του -2ου αι. (εικ. 8).
Κρίνοντας από τη γενική εικόνα (μέγεθος, τοποθέτηση των παρασκηνίων) και από τα ειδικότερα στοιχεία της κατασκευής του (υλικά, απουσία διακοσμητικών στοιχείων) προκύπτει ότι το θέατρο έχει επαρχιακό χαρακτήρα.


ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ ΛΕΒΕΝΤΟΥΡΗ
Αρχαίο θέατρο Πλατιάνας*

* Ευχαριστίες απευθύνονται στην επίτιμη έφορο αρχαιοτήτων Δρ. Ξένη Αραπογιάννη, για το σημαντικό έργο που επιτέλεσε στην ακρόπολη της Πλατιάνας και την ανάδειξη του αρχαίου θεάτρου, παρέχοντας έτσι τη δυνατότητα να υλοποιηθεί η μελέτη αποκατάστασης του αρχαίου θεάτρου, καθώς και στο επιστημονικό και εργατοτεχνικό προσωπικό της Εφορείας που συμμετείχε στην έρευνα.
1 Αραπογιάννη 2007α, 5-16, πίν. 17-32. Αραπογιάννη 2007β, 33-35.
2 Γιαλούρης 1973, 163.
3 Αραπογιάννη 2007β, 28.
4 Χατζή 2010, 137.
5 Sperling 1939, 85.
6 Αραπογιάννη 2007β, 33.
7 Αραπογιάννη 2001-2004β, 447-449.
8 Αραπογιάννη 2007β, 33.
9 Αραπογιάννη 2007α, υποσημ. 5-16, πίν. 17-32.
10 Χατζή 2014, 913.
11 Frederiksen 2000.
12 Μποσινάκης – Γκαγκτζής 1996, 118. Αραπογιάννη 2001-2004α, 214.
ABSTRACT. The theatre of Platiana is located in Sector VI of the homonymous acropolis in southeast Elis. It is only the second extant theatre in Elis, after the one at Ancient Elis. Built of locally sourced limestone, it is a small theatre, adapted to the morphology of the available space, but affording magnificent views. The theatre abuts the fortification wall to its north and a small alley for residents and spectators alike to its south. It features the characteristic tripartite structure of Hellenistic theatres, consisting of the koilon (without diazoma), the orchestra, and the scene. The theatre was built in two stages, the koilon dating to the fourth century BC and the scene to the third century BC.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αραπογιάννη 2001-2004α: Ξ. Αραπογιάννη, Ανάδειξη αρχαιολογικών χώρων ευρύτερης περιοχής Ολυμπίας [2002], ΑΔ 56- 59 (2001-2004), Β΄4, 412.
Αραπογιάννη 2001-2004β: Ξ. Αραπογιάννη, Ανάδειξη αρχαιολογικών χώρων της ευρύτερης περιοχής Ολυμπίας [2004], ΑΔ 56-59 (2001-2004), Β΄4, 447-449.
Αραπογιάννη 2007α: Ξ. Αραπογιάννη, Ανάδειξη των αρχαίων ακροπόλεων της Ηλείας, στο: Πρακτικά του Ζ΄ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Πύργος – Γαστούνη – Αμαλιάδα, 11-17 Σεπτεμβρίου 2005, Πελοποννησιακά Παράρτημα 27, τόμ. Α΄, Αθήνα 2007, 5-16.
Αραπογιάννη 2007β: Ξ. Αραπογιάννη, Οι ακροπόλεις της Ηλείας, Ηλειακή Πρωτοχρονιά 2007, 33-35.
Γιαλούρης 1973: Ν. Γιαλούρης, Οδηγός Αρχαιοτήτων Αρχαίας Τριφυλίας, Ολυμπιακά Χρονικά Δ΄, 1973, 162-163.
Frederiksen 2000: R. Frederiksen, Typology of the Greek theatre building in Late Classical and Hellenistic times, στο: S. Isager – I. Nielsen (επιμ.), Proceedings of the Danish Institute at Athens, vol. III, Athens 2000, 121-164.
Μποσνάκης – Γκαγκτζής 1996: Δ. Μποσνάκης – Δ. Γκαγκτζής, Αρχαία θέατρα, Αθήνα 1996.
Sperling 1939: J. Sperling, Explorations in Elis, AJA 46:1 (1942), 77-89.
Χατζή 2010: Γ. Χατζή, Το τοπίο και το Mνημείο τον 19ο αιώνα, στο: Επικούριος Απόλλων, Οδηγός για τον Επικούριο Απόλλωνα και την ευρύτερη περιοχή, Πύργος 2010.
Χατζή 2014: Γ. Χατζή, Ανασκαφικές Εργασίες, ΑΔ 69 (2014), Β΄1β, 913.




Printfriendly